Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης "Όνειρο στο κύμα": Ερμηνείες του διηγήματος

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Alexandre Cabanel

Να  μελετήσετε τις διάφορες ερμηνείες που δίνονται για το Όνειρο στο κύμα (ηθικο-θρησκευτική,  φυσική,  αισθητική,  ψυχαναλυτική κ.ά.) και να τις παρουσιάσετε σύντομα στους συμμαθητές σας.

Το διήγημα σύμφωνα με την ηθικο-θρησκευτική ερμηνεία μπορεί να ιδωθεί ως μια αλληγορία που παρουσιάζει ουσιαστικά την πτώση του ανθρώπου από την αγνότητα της ζωής του Κήπου της Εδέμ, στη γεμάτη κόπο και δυστυχία ζωή μακριά από την άμεση εύνοια του Θεού. Ο νεαρός ήρωας, στα πλαίσια της αλληγορίας αντιστοιχεί στον Αδάμ, η ευδαιμονική ζωή στο νησί αντιστοιχεί στην ανέμελη ζωή στον Κήπο της Εδέμ, η Μοσχούλα εκπροσωπεί τον πειρασμό και φυσικά η ενήλικη ζωή του ήρωα, που δυστυχισμένος βιώνει την απομάκρυνση από το όμορφο νησί του, αντιστοιχεί στην εκδίωξη των πρωτόπλαστων από τον Κήπο της Εδέμ. Ακολουθώντας αυτή την ερμηνεία διαπιστώνουμε πως κάθε πειρασμός που παρουσιάζεται στους ανθρώπους, έρχεται με κάποιο τίμημα. Ο νεαρός ήρωας θα θαυμάσει το γυμνό σώμα της Μοσχούλας, αλλά θα πληρώσει το τίμημα με το θάνατο της αγαπημένης του κατσίκας.
Η ψυχαναλυτική ερμηνεία του διηγήματος στρέφει την προσοχή μας στο γεγονός ότι ο ήρωας, έχοντας βιώσει έντονα συναισθήματα για τη Μοσχούλα, έρχεται τόσο κοντά στην αγαπημένη του, αγγίζει το ερωτικό της σώμα, χωρίς όμως να εκπληρώσει τον πόθο του, γεγονός που δημιουργεί στον ήρωα μια κατάσταση εσωτερικής καταπίεσης και διάψευσης. Ο ήρωας δεν θα μπορέσει να ζήσει τον έρωτά του για τη Μοσχούλα στην πληρότητά του, εξιδανικεύοντάς την και θέτοντας έτσι ένα απροσέγγιστο μέτρο σύγκρισης για τις επόμενες γυναίκες, που εκ των πραγμάτων τον απογοητεύουν. Η ψυχαναλυτική ερμηνεία διαχωρίζει την ονειρική κατάσταση, την επιθυμία του ήρωα, από την πραγματικότητα, τη συνειδητοποίηση δηλαδή ότι ο ήρωας δεν μπορεί να έχει την κοπέλα. Η απογοήτευση, μάλιστα, της πραγματικότητας ωθεί τον νεαρό σε μια υποκατάσταση, ονομάζοντας την κατσίκα του Μοσχούλα, καθώς αντιλαμβάνεται πως η κοπέλα Μοσχούλα είναι γι’ αυτόν απρόσιτη. Ενδιαφέρον έχει έτσι η συμβολική συσχέτιση της πορείας του ήρωα με την κατσίκα Μοσχούλα, όπου όπως εκείνη είναι περιορισμένη με ένα κοντό σχοινί, έτσι και ο ήρωας κινείται με σημαντικούς περιορισμούς -οι ηθικές του αναστολές δεν του επιτρέπουν να επιδιώξει την πραγμάτωση του πόθου του- και τον καθιστούν και αυτόν δέσμιο ενός κοντού σχοινιού.
Στα πλαίσια της φυσικής ερμηνείας του κειμένου διακρίνουμε την αντίθεση που υπάρχει ανάμεσα στη ζωή του εφήβου κοντά στη φύση του νησιού και στη ζωή του ενήλικα στα ασφυκτικά όρια ενός γραφείου, την αντίθεση δηλαδή ανάμεσα στη φύση και στον πολιτισμό. Η αντίθεση αυτή έρχεται να αναδείξει την ευτυχία και την απόλυτη αίσθηση ελευθερίας που διακρίνει τη ζωή του εφήβου, ο οποίος σε απόλυτη αρμονία με το φυσικό του περιβάλλον γεύεται όλη την ομορφιά και τη βαθιά ικανοποίηση που του προσφέρει η επαφή με τη φύση και η απουσία περιττών περιορισμών και δεσμεύσεων. Στον αντίποδα, βέβαια, βρίσκουμε τη ζωή του ενήλικα στην Αθήνα, που εγκλωβισμένος σ’ ένα γραφείο, κι έχοντας στερηθεί την ελευθερία που πάντοτε δέσποζε στη ζωή του, καταπιέζεται κι αισθάνεται απόλυτα δυστυχισμένος.
Παραπλήσια είναι και η ερμηνεία που παρακολουθεί την αλλαγή του αγράμματου μα ευτυχισμένου βοσκού σ’ έναν εγγράμματο μα δυστυχισμένο δικηγόρο. Η ερμηνεία αυτή συναντάται με την προηγούμενη καθώς ειδοποιός διαφορά στις δύο καταστάσεις είναι η επαφή του νεαρού με τη φύση, η ελευθερία που αισθάνεται στα πλαίσια του φυσικού του περιβάλλοντος και η ασφυκτική διαβίωση που του επιβάλλεται στα πλαίσια του αστικού, «πολιτισμένου» περιβάλλοντος. Στα πλαίσια, πάντως, της ερμηνείας αυτής, στα πλαίσια δηλαδή του μετασχηματισμού του ήρωα, εντοπίζουμε και τις δραματικές επιπτώσεις που επέρχονται στον τρόπο που ο ήρωας αντικρίζει την πραγματικότητα. Η εντρύφησή του στα γράμματα, οι σπουδές του και η επαφή του με τις εκκλησιαστικές σχολές, του προσφέρει τη δυνατότητα να δει καθαρότερα τη φύση των ανθρώπων και να απολέσει έτσι την αγνότητα με την οποία ερμήνευε την πραγματικότητα γύρω του. Ο ήρωας δεν γίνεται απλώς ένας δικηγόρος, γίνεται ένας κυνικός άνθρωπος που έχει γνωρίσει πια την ηθική κατάπτωση που έχει επέλθει στους ανθρώπους.
«Μια ακόμη ερμηνεία είναι η αισθητική ή αισθησιακή προσέγγιση που βλέπει στο διήγημα μια αμφιταλάντευση ανάμεσα  στο υψηλό και το αισθησιακό, στην παραίσθηση και την υπερβατικότητα. Πρόκειται με τα λόγια του Ελύτη για μια διαρκή «μετατόπιση παλινδρομική ανάμεσα στην αίσθηση και στην καθαρότητα της αίσθησης, ένα είδος αντικατοπτρισμού στο ηθικό επίπεδο, που του είναι ήδη στο αισθητικό, προσφιλής». Ο ίδιος διακρίνει στο διήγημα τρία χαρακτηριστικά διαδοχικά στάδια: την «καθαρή αίσθηση» που γίνεται αρχικά μια στιγμή ευτυχίας και μετά μετασχηματίζεται σε «ιδανικό υψηλό» για να προβληθεί τελικά «στο επίπεδο το πέραν του θανάτου». Αν και μια τέτοια ερμηνεία στηρίζεται στην αισθητική μέθεξη και λιγότερο στην αναλυτική λογική, ωστόσο δεν πρέπει να παραγνωρισθεί.
Στο όνειρο στο κύμα ο Ελύτης διακρίνει τα εξής διαδοχικά στάδια: η καθαρή αίσθηση (όταν το βοσκόπουλο βλέπει τη Μοσχούλα γυμνή στο κύμα)· αυτή η καθαρή αίσθηση γίνεται μια στιγμή ευτυχίας (όταν αγγίζει με τα χέρια το ίδιο το όνειρό του)· αυτή η στιγμή ευτυχίας γίνεται ύστερα υψηλό ιδανικό. Ένα ιδανικό που παραμένει άπιαστο, αφού η Μοσχούλα αργότερα μεταβάλλεται σε μια γυναίκα συμβατική, ενώ, συμβολικά, τη στιγμή του ονείρου χάνεται το αγαπημένο του ζωάκι, η ευνοούμενή του κατσίκα που έχει το ίδιο όνομα με την κοπέλα.»
Δημήτρης Τζιόβας, Το Παλίμψηστο της Ελληνικής Αφήγησης: Από την Αφηγηματολογία στη Διαλογικότητα, Οδυσσέας, 1993


Γιώργος Ιωάννου «Σ’ ένα παλιό τούρκικο σπίτι» παράλληλο για το "Στου Κεμάλ το σπίτι"

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Doug Kreuger

Γιώργος Ιωάννου «Σ’ ένα παλιό τούρκικο σπίτι»  

Σ’ ένα παλιό τούρκικο σπίτι
κλείστηκα μέρες και παλεύω
με τους λεκέδες του ασβέστη.
Μετρώ τα ξύλα στο ταβάνι, βρίσκω τα νερά·
δίνω ονόματα, τους δίνω την καρδιά μου.
Ύστερα παίρνει και φυσά.
Σαρώνονται χαρές και γνωριμίες.
Ξανά μονάχος με τα ξύλα και τις πέτρες.
Ίσως στεριώσω τώρα· πάλι απ’ την αρχή.
Ίσως προφτάσω να σκαλώσω τους χαμένους.

Πώς συμπεριφέρεται ο ήρωας του ποιήματος; Σας θυμίζει η στάση του τη γυναίκα του πεζογραφήματος;

Ο ήρωας του ποιήματος αποκτά μια ξεχωριστή σχέση με το τούρκικο σπίτι στο οποίο βρίσκεται -το πατρικό σπίτι του Ιωάννου ήταν ένα από τα τούρκικα σπίτια- και φροντίζει να μάθει κάθε λεπτομέρεια του σπιτιού και να δεθεί μαζί του, καθιστώντας το αναπόσπαστο τμήμα της ζωής του. Η σχέση που περιγράφει ο Ιωάννου, η γνωριμία με το χώρο στον οποίο κατοικούμε και μεγαλώνουμε και το συναισθηματικό δέσιμο με το χώρο στον οποίο βιώνουμε σημαντικές εμπειρίες, είναι μια κατάσταση γνώριμη σε πολλούς ανθρώπους, μιας και το πατρικό μας σπίτι, συνδέεται αξεχώριστα με πολύτιμες αναμνήσεις και συναισθήματα.
Ο ήρωας, μάλιστα, έρχεται αντιμέτωπος με περιόδους της ζωής του, όπου χάνει ανθρώπους δικούς του και ευτυχισμένες στιγμές, στοιχεία που τα δίνει ποιητικά με τον δυνατό αέρα που παρασέρνει ανθρώπους και χαρές. Έτσι, το μόνο που απομένει στον ήρωα είναι το σπίτι, είναι τα δομικά στοιχεία του σπιτιού, τα ξύλα και οι πέτρες, με τα οποία θα προσπαθήσει να φτιάξει ξανά τη ζωή του κι εύχεται να μπορέσει να στεριώσει επιτέλους και παράλληλα να επαναφέρει και να κρατήσει κοντά του, τους ανθρώπους που έχασε.
Οι ξαφνικές αλλαγές της ζωής, αποτελούν σημαντικό βίωμα για τον Ιωάννου, ο οποίος εξαιτίας των πολέμων αρχικά και αργότερα για επαγγελματικούς λόγους αναγκάστηκε πολλές φορές να εγκαταλείψει το σπίτι του και να επιχειρήσει να φτιάξει τη ζωή του σε καινούριους τόπους. Ενώ ισχυρό είναι και το αίσθημα της προσφυγιάς που διατρέχει την ιστορία της οικογένειάς του. Η ανάγκη επομένως του ποιητικού υποκειμένου να δημιουργήσει με επίκεντρο το σπίτι του μια ζωή με στερεές βάσεις, προκύπτει από τις αλλεπάλληλες ανατροπές που βίωσε στη ζωή του.
Η συμπεριφορά του ήρωα και το δυνατό συναισθηματικό του δέσιμο με το σπίτι του, μας παραπέμπει στην Τουρκάλα του διηγήματος «Στου Κεμάλ το σπίτι», που με τόση αγάπη παρατηρεί το σπίτι στο οποίο μεγάλωσε και με μεγάλη ευχαρίστηση πίνει νερό από το πηγάδι και τρώει τα μούρα από το δέντρο της αυλής. Η Τουρκάλα ξεριζωμένη από την πόλη που μεγάλωσε, έχοντας βιώσει πένθη και πόνους, επιστρέφει στο πατρικό της σπίτι σε μια προσπάθεια να έρθει σ’ επαφή με το παρελθόν της και με τις στιγμές ευτυχίες που γνώρισε όταν ήταν ακόμη παιδί. Το σπίτι αποτελεί τόσο για τον ήρωα του ποιήματος όσο και για την Τουρκάλα, το κεντρικό σημείο αναφοράς της ζωής τους, καθώς σε αυτό βίωσαν ευδαιμονικές στιγμές, το γνώρισαν στην παραμικρή του λεπτομέρεια και το αγάπησαν. 
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...