Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Αριστοτέλης «Μετά τά φυσικά», Α 2, 98b12-28

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Sheila Terry

Αριστοτέλης «Μετ τ φυσικά», Α 2, 98b12-28

Δι γρ τ θαυμζειν ο νθρωποι κα νν κα τ πρτον ρξαντο φιλοσοφεν, ξ ρχς μν τ πρχειρα τν τπων θαυμσαντες, ετα κατ μικρν οτω προϊντες κα περ τν μειζνων διαπορσαντες, οον περ τε τν τς σελνης παθημτων κα τν περ τν λιον κα τ στρα κα περ τς το παντς γενσεως. δ’ πορν κα θαυμζων οεται γνοεν (δι κα φιλμυθος φιλσοφς πς στιν· γρ μθος σγκειται κ θαυμασων)· στ’ επερ δι τ φεγειν τν γνοιαν φιλοσφησαν, φανερν τι δι τ εδναι τ πστασθαι δωκον κα ο χρσες τινος νεκεν. Μαρτυρε δ ατ τ συμβεβηκός· σχεδν γρ πάντων παρχόντων τν ναγκαίων κα τν πρς ῥᾳστώνην κα διαγωγν τοιαύτη φρόνησις ρξατο ζητεσθαι. Δλον ον ς δι’ οδεμίαν ατν ζητομεν χρείαν τέραν, λλ’ σπερ νθρωπος, φαμέν, λεύθερος ατο νεκα κα μ λλου ν, οτω κα ατν ς μόνην οσαν λευθέραν τν πιστημν· μόνη γρ ατη ατς νεκέν στιν.

Γιατί, όπως συμβαίνει και τώρα, οι άνθρωποι άρχισαν για πρώτη φορά να φιλοσοφούν από περιέργεια και θαυμασμό. Στην αρχή θεώρησαν άξια θαυμασμού τα παράξενα της καθημερινής ζωής και, προχωρώντας σιγά σιγά με αυτόν τον τρόπο, άρχισαν να προβληματίζονται και για τα πιο σημαντικά, όπως λ.χ. για τα φαινόμενα της σελήνης και του ήλιου, για τα άστρα, για τη γέννηση του σύμπαντος. Αυτός όμως που απορεί και που θαυμάζει, αντιλαμβάνεται ότι αγνοεί (γι’ αυτό και όποιος αγαπά τους μύθους είναι κατά κάποιο τρόπο και φιλόσοφος, αφού οι μύθοι συντίθενται από γεγονότα θαυμάσια). Εφόσον λοιπόν οι άνθρωποι φιλοσόφησαν για να ξεφύγουν από την άγνοιά τους, είναι φανερό ότι επιζήτησαν την επιστήμη για την ίδια τη γνώση και όχι χάριν κάποιας χρησιμότητας. Αυτό φαίνεται και από την πορεία των πραγμάτων. Μόνο όταν όλες σχεδόν οι άμεσες ανάγκες τους ικανοποιήθηκαν, και το ίδιο συνέβη με την άνεση και την απόλαυσή τους, μόνο τότε οι άνθρωποι στράφηκαν σ’ αυτού του είδους την πνευματική αναζήτηση. Είναι λοιπόν φανερό ότι τη γνώση αυτή δεν την επιζητούμε για να καλύψει άλλη ανάγκη, αλλά, όπως λέγεται ότι ελεύθερος είναι εκείνος ο άνθρωπος που υπάρχει για τον εαυτό του και όχι για κάποιον άλλον, έτσι επιζητούμε και αυτήν ως τη μόνη ελεύθερη επιστήμη. γιατί είναι η μόνη που υπάρχει γι’ αυτήν την ίδια.

(μετάφραση Β. Κάλφας)

θαυμάζω: μένω έκθαμβος, νιώθω έκπληξη για κάτι. Το ρήμα δεν μπορεί να αποδοθεί πλήρως στα νέα ελληνικά, καθώς περιλαμβάνει τόσο την έκπληξη (ευχάριστη ή δυσάρεστη, άρα και την αμηχανία) όσο και την περιέργεια και τον θαυμασμό.
Το θαυμάζειν αποτελεί και για τον Πλάτωνα αρχή της φιλοσοφίας: μλα γρ φιλοσφου τοτο τ πθος͵ τ θαυμζειν. ο γρ λλη ρχ φιλοσοφας ατη [: έντονα ο φιλόσοφος βιώνει την έκπληξη και τον θαυμασμό. και δεν είναι άλλη η αρχή της φιλοσοφίας παρά ακριβώς αυτή] (Θεαίτητος 155d).
φιλοσοφ: Στην αρχική του ετυμολογική σημασία (φιλ + σοφία) το ρήμα σημαίνει «αγαπώ τη σκέψη και τη γνώση». Η φιλοσοφία είναι φιλία, επιθυμία σοφίας. Στην Πολιτεία (475b) του Πλάτωνα λέγεται: κα τν φιλσοφον σοφας φσομεν πιθυμητν εναι.
Ο Αριστοτέλης συνδέει άμεσα τη φιλοσοφική δραστηριότητα με την αναζήτηση της αλήθειας: ρθς δ΄ χει κα τ καλεσθαι τν φιλοσοφαν πιστμην τς ληθεας [: είναι σωστό που καλείται η φιλοσοφία επιστήμη της αλήθειας] (Μετ τ Φυσικά, 993b19-20). Γι’ αυτόν η φιλοσοφία αποσκοπεί στην καθαρή γνώση και όχι στη χρησιμότητα.
Ήδη, λοιπόν, από την αρχαιότητα το ρήμα φιλοσοφ άρχισε να αποκτά την ειδικότερη σημασία που έχει και σήμερα: στοχάζομαι, αναζητώ και ερευνώ σε έκταση και βάθος τη φύση των πραγμάτων και την αλήθεια των όντων, τη γνώση, τις αξίες κ.λπ.
πορ (στερ. α- + πόρος): βρίσκομαι σε αδιέξοδο και αμηχανία, αδυνατώ να καταλάβω και να εξηγήσω κάτι· διατυπώνω απορία, ρωτώ να μάθω κάτι. Ο Αριστοτέλης (Μετ τ Φυσικά, 993a30 κ.ε.) παρομοιάζει τη διάνοια που βιώνει την πορία με διάνοια δεμένη που επιδιώκει λύση (λύσιμο). Με αυτό τον τρόπο η πορία γίνεται αφετηρία φιλοσοφικής αναζήτησης.
φρόνησις: Στο χωρίο αυτό η φρόνησις είναι ισοδύναμη νοηματικά με την σοφίαν ή πιστήμην. Σε άλλα κείμενα του Αριστοτέλη (π.χ. στα θικ Νικομάχεια) θα πάρει τη σημασία μιας συγκεκριμένης διανοητικής αρετής, αυτής που επιτρέπει στον άνθρωπο να κάνει σωστές ηθικές επιλογές σε πρακτικά ζητήματα της καθημερινής ζωής.
πιστήμη: ακριβής γνώση. Αντίστοιχα, το ρήμα πίσταμαι σημαίνει «γνωρίζω καλά», «γνωρίζω με βεβαιότητα». Κατά τον Αριστοτέλη η πιστήμη συνδέεται άμεσα με τη λογική λειτουργία του ανθρώπου: πιστμη δ΄ πασα μετ λγου στ (ναλυτικ στερα, 100b10). Η πιστμη υπερβαίνει την απλή εμπειρική μάθηση αλλά και τη γνώση μιας τέχνης. Αποτελεί σύνολο τεκμηριωμένων γνώσεων σε συγκεκριμένο και διακριτό τομέα του επιστητού.

Ενδεικτικές Δραστηριότητες
Α. Τι λέει το κείμενο;

1. Ποια είναι τα επιχειρήματα στο απόσπασμα; Να προσεχθεί ο ρόλος του συνδέσμου γάρ.

Το κείμενο ξεκινά με μια αιτιολόγηση (γαρ) που υποδηλώνει συνέχιση -τεκμηρίωση- μιας προηγούμενης σκέψης. Στο πρώτο επιχείρημα του κειμένου το ξεκίνημα της φιλοσοφίας αποδίδεται στην περιέργεια και το θαυμασμό των ατόμων. Το επιχείρημα αυτό συμπληρώνεται με τη διευκρίνιση πως αρχικά όσα κίνησαν την περιέργεια των ανθρώπων ήταν τα παράξενα της καθημερινής ζωής κι ακολούθως ο προβληματισμός τους προχώρησε και στα πιο ουσιώδη, όπως είναι τα φαινόμενα της σελήνης και του ήλιου, αλλά κι η δημιουργία του σύμπαντος.
Το επόμενο επιχείρημα επισημαίνει πως χαρακτηριστικό του ατόμου που απορεί και θαυμάζει -κατ’ επέκταση του ατόμου που φιλοσοφεί- είναι η επίγνωση της άγνοιάς του. Το επιχείρημα αυτό συμπληρώνεται με τη διαπίστωση πως κατά παρόμοιο τρόπο ακόμη και τα άτομα που αγαπούν τους μύθους ασχολούνται υπό μία έννοια με τη φιλοσοφία, εφόσον στη βάση κάθε μύθου υπάρχει κάτι το αξιοπρόσεκτο και άξιο απορίας.
Το καταληκτικό επιχείρημα αναδεικνύει την ιδιαίτερη -ελεύθερη- φύση της φιλοσοφίας, τονίζοντας πως αφού οι άνθρωποι οδηγήθηκαν σε αυτή μόνο για να ξεφύγουν από την άγνοιά τους, τότε η επιδίωξη της γνώσης γίνεται για χάρη και μόνο της μάθησης κι όχι με κριτήριο τη χρησιμότητα. Οι άνθρωποι φιλοσοφούν μόνο γιατί επιθυμούν τη γνώση κι όχι για πρακτικούς ή άλλως αξιοποιήσιμους λόγους.

2. Να παρουσιάσετε με δικά σας λόγια την πορεία του ανθρώπου από τον θαυμασμό στη φιλοσοφία. Να επισημάνετε τις ενδιάμεσες φάσεις;

Οι άνθρωποι στράφηκαν στις πνευματικές αναζητήσεις που τους οδήγησαν στη φιλοσοφία μόνο αφού πρώτα κάλυψαν τις άμεσες ανάγκες τους και διασφάλισαν έναν σχετικά άνετο βίο, με απολαύσεις. Τότε κινούμενοι από περιέργεια και θαυμασμό άρχισαν να φιλοσοφούν λαμβάνοντας ως πρώτο ερέθισμα τα παράξενα της καθημερινής ζωής. Η αρχική αυτή φιλοσοφική ενασχόληση τους οδήγησε σταδιακά και στη διερεύνηση των πιο σημαντικών, όπως είναι τα φαινόμενα του ήλιου και της σελήνης, κι η δημιουργία του σύμπαντος. Ωστόσο, πολύ κοντά στη φιλοσοφία βρίσκεται κι η ενασχόληση με τους μύθους, εφόσον οι μύθοι καλούνται να δώσουν απαντήσεις σε γεγονότα ή φαινόμενα που προκαλούν απορία και θαυμασμό στους ανθρώπους.

3. Σε τι συνίσταται η διαφορά της φιλοσοφίας από επιμέρους τομείς της επιστημονικής γνώσης;

Η φιλοσοφία, σε αντίθεση με άλλες επιστήμες, δεν συνδέει το ξεκίνημα ή τη συνέχισή της με την κάλυψη κάποιας πρακτικής ανάγκης. Οι άνθρωποι στρέφονται σε αυτή για χάρη της γνώσης και μόνο, χωρίς να αναμένουν κάποιο άλλο όφελος. Υπ’ αυτή την έννοια η φιλοσοφία είναι μια ελεύθερη επιστήμη, αφού υπάρχει για χάρη της ίδιας της φιλοσοφικής διερεύνησης και δεν αποσκοπεί στην επίτευξη κάποιου μετρήσιμου αποτελέσματος.

Β. Ας εμβαθύνουμε στο νόημα του κειμένου
1. Ο Αριστοτέλης θεωρεί τη φιλοσοφία ς μόνην οσαν λευθέραν τν πιστημν. Ποια έννοια δίνει στο επίθετο λευθέρα; Με ποια αναλογία υποστηρίζει την άποψή του;

Ο Αριστοτέλης χαρακτηρίζοντας τη φιλοσοφία λευθέρα επιχειρεί να τονίσει πως αυτή δεν ελέγχεται από την αξίωση να προσφέρει μετρήσιμα αποτελέσματα στον τομέα του πρακτικού βίου. Οι άνθρωποι, άλλωστε, δεν φιλοσοφούν γιατί αναμένουν να επιλύσουν κάποιο ζήτημα της καθημερινότητάς τους ή να καλύψουν κάποια πρακτική τους ανάγκη. Η φιλοσοφία θέλγει τους ανθρώπους χωρίς το δέλεαρ ενός χρηστικού αποτελέσματος κι αυτό την καθιστά τη μόνη ελεύθερη επιστήμη. Υπάρχει μόνο για τον ίδιο της τον εαυτό, για την εμπειρία του φιλοσοφικού στοχασμού και για τη διεύρυνση της ανθρώπινης γνώσης, κι αυτό πιστοποιεί την ελευθερία της. Η φιλοσοφία, επομένως, είναι ελεύθερη όπως ελεύθερος είναι ένας άνθρωπος που υπάρχει μόνο για τον εαυτό του κι όχι για κάποιον άλλον. Όπως, λοιπόν, ο ελεύθερος άνθρωπος καθορίζει ο ίδιος τον εαυτό του, τις επιδιώξεις του, τις αναζητήσεις και την ταυτότητά του, έτσι κι η φιλοσοφία είναι μια επιστήμη που προσδιορίζει η ίδια τον εαυτό της, θέτοντας ως μόνο στόχο της τη σοφία και τη γνώση.

2. Γιατί ο φιλόμυθος είναι και κατά κάποιο τρόπο και φιλόσοφος για τον Αριστοτέλη; Διερευνήστε τη σχέση μύθου και φιλοσοφικού στοχασμού στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία.

Ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι όποιος αγαπά τους μύθους (φιλόμυθος) είναι κατά κάποιο τρόπο και φιλόσοφος, εφόσον κι οι μύθοι, ως ένα βαθμό, καλούνταν να δώσουν απαντήσεις στις απορίες των ανθρώπων για διάφορα άξια θαυμασμού στοιχεία που παρατηρούσαν στη φύση ή στη ζωή τους. Εμπεριέχεται υπ’ αυτή την έννοια στους μύθους η προσπάθεια να καλυφθούν κρίσιμα ερωτήματα των ανθρώπων και να διερευνηθούν τα αίτια ορισμένων φαινομένων. Ο μύθος, άλλωστε, υπήρξε κομμάτι του φιλοσοφικού στοχασμού, ιδίως σε ό,τι αφορά τις συνήθεις πρακτικές του Πλάτωνα. Ο μύθος δεν εμποδίζει, αντίθετα διευκολύνει τη φιλοσοφική αναζήτηση της αλήθειας. Κι αυτό γιατί ο μύθος έρχεται με τη φαντασία, την αφήγηση και τη συμβολική γλώσσα να συμπληρώσει και να διευρύνει τους ορίζοντες της λογικής σκέψης και της φιλοσοφικής επιχειρηματολογίας. Κατά παρόμοιο τρόπο μάλιστα αξιοποιούνταν οι μύθοι από τους προσωκρατικούς φιλοσόφους, αλλά και τους σοφιστές αργότερα, εφόσον τους προσέφεραν τη δυνατότητα να προσεγγίσουν την αλήθεια για φαινόμενα ή γεγονότα που βρίσκονταν πολύ πέρα από τα όρια της τότε ανθρώπινης γνώσης και επιστήμης.

Γ. Για τη γλώσσα του κειμένου
1. Αφού εντοπίσετε τα έναρθρα απαρέμφατα, να μελετήσετε στο κείμενο την ονοματική και ρηματική λειτουργία του καθενός.

Δι τ θαυμζειν: Εμπρόθετος προσδιορισμός της αιτίας. Ως υποκείμενο του έναρθρου απαρεμφάτου τίθεται το ο νθρωποι (ταυτοπροσωπία).
δι τ φεγειν τν γνοιαν: Εμπρόθετος προσδιορισμός της αιτίας. Υποκείμενο (εννοείται) ο νθρωποι. Αντικείμενο απαρεμφάτου: τν γνοιαν.
δι τ εδναι: Εμπρόθετος προσδιορισμός της αιτίας. Ως υποκείμενο του έναρθρου απαρεμφάτου τίθεται το ο νθρωποι (ταυτοπροσωπία).
τ πστασθαι δωκον: Έναρθρο απαρέμφατο ως πτώση αιτιατική ως αντικείμενο του ρήματος.

Η επιλογή των έναρθρων απαρεμφάτων στη θέση αφηρημένων ουσιαστικών φανερώνει την πρόθεση του Αριστοτέλη να τονίσει την ενεργητική διάθεση του φιλοσοφικού στοχασμού. Η φιλοσοφία δεν είναι μια στατική κατάσταση κι αυτό διαφαίνεται πληρέστερα με την αξιοποίηση έναρθρων απαρεμφάτων, εφόσον αυτά πέρα από τη δήλωση της αφηρημένης έννοιας, έχουν και ρηματική φύση, οπότε εκφράζουν ενέργεια.

2. Να αναζητήσετε στο κείμενο όλους τους τρόπους αιτιολόγησης. Τι αιτιολογούν κάθε φορά οι συγκεκριμένες εκφράσεις/συντακτικές δομές;

Δι γρ τ θαυμζειν: Εμπρόθετος προσδιορισμός της αιτίας. Με τον εμπρόθετο αυτό αιτιολογείται η στροφή των ανθρώπων στη φιλοσοφία ως αποτέλεσμα της απορίας και του θαυμασμού τους για τα παράδοξα του καθημερινού τους βίου.
δι κα φιλμυθος φιλσοφς πς στιν· Με τον αιτιολογικό σύνδεσμο διό (δι’ = δι’ ν λόγον) ο Αριστοτέλης αιτιολογεί τη διασύνδεση μεταξύ φιλοσοφίας και αγάπης για τους μύθους στην κοινή και στις δύο δραστηριότητες απορία και ανάγκη για κάποια εύλογη εξήγηση.

γρ μθος σγκειται κ θαυμασων: Σε άμεση συσχέτιση με την προηγούμενη πρόταση η αιτιολόγηση εξειδικεύεται με τη διευκρίνιση του φιλοσόφου πως και ο μύθος διαμορφώνεται με γεγονότα που προκαλούν το θαυμασμό.
δι τ φεγειν τν γνοιαν φιλοσφησαν: Με τον εμπρόθετο της αιτίας τονίζεται πως βασικό κίνητρο για την έναρξη του φιλοσοφικού στοχασμού υπήρξε η επιθυμία των ανθρώπων να ξεφύγουν από την άγνοια.  
φανερν τι δι τ εδναι τ πστασθαι δωκον: Κατά παρόμοιο τρόπο, ο εμπρόθετος της αιτίας επισημαίνει πως οι άνθρωποι επιδίωξαν την επιστήμη για χάρη της ίδιας της γνώσης.  
ο χρσες τινος νεκεν: Με τον εμπρόθετο τελικού αιτίου τονίζεται πως η φιλοσοφία δεν καλείται να καλύψει κάποια πρακτική ανάγκη.
μόνη γρ ατη ατς νεκέν στιν: Με τον αιτιολογικό σύνδεσμο γάρ και με τον εμπρόθετο του τελικού αιτίου, επισημαίνεται εμφατικά η ελεύθερη φύση της φιλοσοφίας, αφού είναι η μόνη επιστήμη που υπάρχει γι’ αυτή την ίδια, χωρίς την αξίωση να αποδείξει τη χρησιμότητά της σε πρακτικό επίπεδο.

3. Με ποιους όρους και με ποια μορφή ορίζονται οι χρονικές φάσεις στο κείμενο;

κα νν κα τ πρτον ρξαντο φιλοσοφεν, ξ ρχς μν τ πρχειρα τν τπων θαυμσαντες, ετα κατ μικρν οτω προϊντες κα περ τν μειζνων διαπορσαντες
Με το χρονικό επίρρημα «νν» δηλώνεται πως ακόμη και τώρα, και σήμερα, οποιαδήποτε στιγμή η έναρξη του φιλοσοφικού στοχασμού αντλεί το πρώτο του ερέθισμα απ’ όσα προκαλούν απορία και θαυμασμό στους ανθρώπους.
Με το τακτικό αριθμητικό «τ πρτον» (σε επιρρηματική χρήση) δηλώνεται πως η πρώτη αρχή της φιλοσοφίας προέκυψε εξαιτίας της απορίας των ανθρώπων για τα παράδοξα του καθημερινού βίου. Πρόκειται για την απορία εκείνη που μπορεί να πυροδοτήσει τη φιλοσοφική διαδικασία ανά πάσα στιγμή, σε όποια χρονική περίοδο τώρα ή στο μέλλον.
Το ρήμα ρξαντο  και ο εμπρόθετος προσδιορισμός χρόνου ξ ρχς επισημαίνουν πως αρχή του φιλοσοφικού στοχασμού αποτέλεσε ο θαυμασμός για τα παράδοξα της καθημερινότητας, για όσα δηλαδή αποτελούσαν μέρος του καθημερινού βίου κι ήταν ως εκ τούτου πιο εύκολο να προξενήσουν το ενδιαφέρον του ατόμου, αλλά και πιο εύκολο να αντιμετωπιστούν.
Με το επίρρημα «ετα» δηλώνεται το σταδιακό πέρασμα σε πιο δύσκολες φιλοσοφικές αναζητήσεις, εφόσον οι άνθρωποι πέρασαν από τα παράξενα της καθημερινότητας σε πολύ πιο σημαντικά κι ως εκ τούτου πολύ πιο δύσκολο να ερμηνευτούν ζητήματα, όπως τα φαινόμενα που αφορούσαν τον ήλιο και τη σελήνη, αλλά και την ίδια τη γέννηση του σύμπαντος.
Ακολούθως, ο φιλόσοφος επανέρχεται στην αρχή της φιλοσοφικής αναζήτησης ( τοιαύτη φρόνησις ρξατο ζητεσθαι) προκειμένου να διευκρινίσει πως αυτή ξεκίνησε μόνο όταν οι άνθρωποι κάλυψαν τις άμεσες ανάγκες τους και κατόρθωσαν να διασφαλίσουν μια σχετική άνεση στον καθημερινό τους βίο, εφόσον η φιλοσοφία δεν επιδιώκεται για την κάλυψη πρακτικών αναγκών και δεν συνιστά ως εκ τούτου άμεση προτεραιότητα των ανθρώπων.

Παράλληλα Κείμενα

1. ΠΛΑΤΩΝ Συμπόσιον 203e-204b

Το αρχαιοελληνικό συμπόσιο, εκτός από το δείπνο, περιλάμβανε συζήτηση, διασκέδαση, ύμνους προς τους θεούς κ.λπ. Στο ομότιτλο έργο του Πλάτωνα βασικό θέμα συζήτησης, για το οποίο μιλούν διαδοχικά ορισμένοι από τους συνδαιτυμόνες, είναι ο έρωτας. Το ακόλουθο απόσπασμα ανήκει σε συζήτηση που είχε ο Σωκράτης με τη σοφή ιέρεια Διοτίμα, η οποία μιλά για τον έρωτα ως γιο του Πόρου και της Πενίας, ως μια ενδιάμεση κατάσταση όπου η αίσθηση της έλλειψης γεννά την επιδίωξη της ολοκλήρωσης –συμβαίνει και με τη φιλοσοφία. Τον λόγο της μεταφέρει ο Σωκράτης στους συνδαιτυμόνες του Συμποσίου (αφηγημένος πλάγιος λόγος).

«Ούτε άπορος ποτέ τελείως είν’ ο Έρως, ούτε πλούσιος εις μέσα. Και πάλι ευρίσκεται εις το μέσον μεταξύ σοφίας και μωρίας. Τα πράγματα δηλαδή έχουν ως εξής: Θεός κανένας δεν φιλοσοφεί, ούτε ποθεί σοφός να γίνει, αφού είναι, ομοίως και οιοσδήποτ’ άλλος είναι σοφός, δεν φιλοσοφεί. Αφ’ ετέρου ούτε οι μωροί φιλοσοφούν, ούτε ποθούν σοφοί να γίνουν. Διότι αυτό ακριβώς είναι το κακόν της μωρίας, το ότι, χωρίς να είναι κανείς ωραίος και καλός και φρόνιμος, είναι ικανοποιημένος από τον εαυτόν του· εκείνος επομένως, που δεν φαντάζεται ότι του λείπει τίποτε, δεν έχει τον πόθον εκείνου, το οποίον δεν φαντάζεται πως του χρειάζεται».
«Και ποίοι είναι τότε οι φιλοσοφούντες, Διοτίμα» ηρώτησα εγώ «αφού δεν είναι μήτε οι σοφοί μήτε οι μωροί;».
«Μα αυτό επιτέλους» είπε, «είναι και εις ένα παιδί φανερόν: ακριβώς όσοι ευρίσκονται εις το μέσον αυτών των δύο. Μεταξύ αυτών θα πρέπει να είναι και ο Έρως. Διότι η σοφία ανήκει φυσικά εις τα ωραιότερα πράγματα ο Έρως είναι έρως προς το ωραίον. κατ’ ανάγκην άρα ο Έρως είναι φιλόσοφος, και ως φιλόσοφος που είναι, ευρίσκεται μεταξύ της σοφίας και της μωρίας. Οφείλεται δε και τούτο εις την καταγωγήν του. επειδή είναι από πατέρα μεν σοφόν και πολυμήχανον, από μητέρα δε αμήχανον και όχι σοφήν».
(μετάφραση Ι. Συκουτρής)

Ενδεικτικές Δραστηριότητες
1. Το απόσπασμα είναι τυπικό για δύο γνωστά χαρακτηριστικά της πλατωνικής φιλοσοφικής γραφής: τον διάλογο και τις μυθολογικές αναφορές. Θεωρείτε ότι αυτά τα δύο χαρακτηριστικά προάγουν για έναν φιλόσοφο την αναζήτηση της αλήθειας, όπως την εννοεί ο Αριστοτέλης στο Κείμενο Αναφοράς;

Ζητούμενο του φιλοσοφικού στοχασμού είναι η γνώση, ώστε το άτομο να είναι σε θέση να κατανοεί και να εξηγεί όσα του προκαλούν θαυμασμό είτε αυτά αφορούν μερικότερα ζητήματα του καθημερινού βίου είτε πιο δύσκολα στην προσέγγιση ζητήματα, όπως αυτά που σχετίζονται με τη δημιουργία του σύμπαντος. Ο Αριστοτέλης θέτει, επομένως, ως στόχο την κατάκτηση της γνώσης, χωρίς να θέτει περιορισμούς στο πώς θα επιτευχθεί ο στόχος αυτός. Άρα, η αναζήτηση της αλήθειας μπορεί να γίνει τόσο με τον διάλογο, αφού αυτός λειτουργεί ως δραστική εξωτερίκευση μιας εσωτερικής συζήτησης, όσο και με τον μύθο, αφού μέσω της φαντασίας που αξιοποιεί αυτός διευρύνονται τα όρια της λογικής σκέψης.

2. Ποιο είναι, σύμφωνα με το κείμενο, το βασικό χαρακτηριστικό όσων φιλοσοφούν;

Το κείμενο, καταγράφοντας την άποψη της Διοτίμας, προσδιορίζει ως βασικό χαρακτηριστικό όσων φιλοσοφούν το γεγονός πως βρίσκονται σε μια μέση κατάσταση ανάμεσα στη σοφία και την ανοησία. Μπαίνουν, άρα, στη διαδικασία να φιλοσοφήσουν, αφενός διότι δεν έχουν κατορθώσει ακόμη να γίνουν σοφοί κι έχουν έτσι πολλά που θέλουν να μάθουν, κι αφετέρου διότι δεν είναι ανόητοι, ώστε να μην έχουν επίγνωση της άγνοιάς τους.

3. Ποιοι, κατά τα λόγια της Διοτίμας, δεν φιλοσοφούν και για ποιον λόγο;

Σύμφωνα με τη Διοτίμα δεν φιλοσοφούν εκείνοι που είναι ήδη σοφοί -θεοί ή άνθρωποι-, εφόσον έχουν επιτύχει την κατάκτηση της γνώσης, κι οι ανόητοι, οι οποίοι δεν έχουν μάλιστα καμία επιθυμία να γίνουν σοφοί. Χαρακτηριστικό, άλλωστε, των ανόητων ανθρώπων είναι ότι δεν επιδιώκουν τη βελτίωση του εαυτού τους, επειδή αισθάνονται ικανοποιημένοι με αυτό που είναι. Προκειμένου, βέβαια, να αναζητήσει και να θελήσει κάποιος κάτι, οφείλει να έχει επίγνωση πως το στερείται. Οι ανόητοι, όμως, ακριβώς επειδή αισθάνονται επαρκείς και ολοκληρωμένοι, δεν επιδιώκουν την κατάκτηση της σοφίας, διότι δεν μπορούν να συνειδητοποιήσουν πόσο τη χρειάζονται. Έτσι, εκείνοι που χρειάζονται περισσότερο τη σοφία δεν την επιδιώκουν, μιας και δεν αντιλαμβάνονται μήτε ότι δεν την κατέχουν, μήτε πόσο θα τους ωφελούσε αν την κατακτούσαν.   

2. ΡΕΝΕ ΝΤΕΚΑΡΤ Αρχές Φιλοσοφίας

Ο γάλλος φιλόσοφος René Descartes (1596-1650), γνωστός και με το εξελληνισμένο όνομα Καρτέσιος, είναι ένας από τους θεμελιωτές της νεότερης φιλοσοφίας. Σε αυτό το διδακτικό εγχειρίδιο (1644) συνοψίζει τη δική του φιλοσοφία. Ωστόσο, στο παρακάτω απόσπασμα (από την προλογική επιστολή), περιγράφει την έννοια της φιλοσοφίας, αναφέροντας πρώτα απόψεις που παραπέμπουν στην αρχαιότητα και ήταν γνωστές στους τότε σπουδαστές.

Θα ήθελα πρώτα πρώτα να εξηγήσω τι είναι φιλοσοφία, αρχίζοντας από τα πλέον κοινότοπα: ότι η λέξη φιλοσοφία σημαίνει τη μελέτη της σοφίας κι ότι ως σοφία δεν εννοούμε μόνο τη σύνεση σε πρακτικές υποθέσεις, αλλά μια τέλεια γνώση όλων όσα μπορεί να γνωρίσει ο άνθρωπος, τόσο για την καθοδήγηση της ζωής του όσο και για τη διατήρηση της υγείας του και για την επινόηση όλων των τεχνών. Προκειμένου αυτή η γνώση να είναι τέτοιου είδους, είναι αναγκαίο να συνάγεται από τα πρώτα αίτια. για να μελετήσουμε πώς την αποκτάμε, ό,τι δηλαδή για την ακρίβεια ονομάζουμε φιλοσοφείν, πρέπει ν’ αρχίζουμε από την αναζήτηση των πρώτων αιτίων, δηλαδή των αρχών.

(μετάφραση Β. Γρηγοροπούλου)

Ενδεικτικές Δραστηριότητες
1. Σε ποια σημεία συμφωνεί ο Ντεκάρτ με τον Αριστοτέλη (Κείμενο Αναφοράς) σχετικά με το περιεχόμενο του όρου «φιλοσοφία» και τους λόγους για τους οποίους ο άνθρωπος φιλοσοφεί;

Ο Ντεκάρτ, αν και διευρύνει σημαντικά το περιεχόμενο του όρου «φιλοσοφία», επισημαίνει εντούτοις πως η μελέτη αυτή της σοφίας δεν σχετίζεται -μόνο- με τις πρακτικές υποθέσεις του ανθρώπινου βίου. Ως προς αυτό συμφωνεί με τον Αριστοτέλη, ο οποίος τονίζει πως η αναζήτηση της γνώσης δεν γίνεται χάριν κάποιας χρησιμότητας. Παράλληλα, η σύνδεση της φιλοσοφίας με την αναζήτηση των πρώτων αιτιών βρίσκει το ανάλογό της στη σκέψη του Αριστοτέλη πως σταδιακά μέσω της φιλοσοφίας οι άνθρωποι οδηγήθηκαν στα σημαντικά ερωτήματα, όπως είναι για παράδειγμα το πώς προέκυψε η γέννηση του σύμπαντος.

2. Ο Ντεκάρτ συνδέει εμφατικά τη φιλοσοφία με την αναζήτηση των πρώτων αιτίων. Εντοπίζετε κάποια σχετική νύξη στο αριστοτελικό κείμενο;

Ο Ντεκάρτ τονίζει πως προκειμένου η γνώση που θα προκύψει να έχει τη δυνατότητα να αποτελέσει καθοδηγητή σε όλους τους τομείς του ανθρώπινου βίου, οφείλει να ξεκινά από τα πρώτα αίτια, ώστε να έχει ασφαλές υπόβαθρο. Αναφορά στα πρώτα αίτια εντοπίζουμε και στο κείμενο του Αριστοτέλη, έστω κι αν έχει διαφορετικό χαρακτήρα. Ο Αριστοτέλης δεν προσδιορίζει τα πρώτα αίτια ως αρχή του φιλοσοφικού στοχασμού, τα τοποθετεί ως επιδίωξη που προέκυψε σταδιακά, όταν οι άνθρωποι πέρασαν από τα παράξενα της καθημερινότητας στα πιο σημαντικά ζητήματα. Έτσι, η ενασχόληση της φιλοσοφικής σκέψης με τη γέννηση του σύμπαντος δεν αποτέλεσε το πρώτο φιλοσοφικό ερώτημα, προέκυψε όμως στην πορεία, καθώς ωρίμαζε η διάθεση της φιλοσοφικής αναζήτησης κι είχε δοκιμαστεί ήδη σε θέματα μικρότερης σημασίας, αλλά και μικρότερης δυσκολίας.

Μανόλης Αναγνωστάκης «Κάθε πρωί…»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Yuriy Shevchuk

Μανόλης Αναγνωστάκης «Κάθε πρωί…»

Κάθε πρωί
Καταργούμε τα όνειρα
Χτίζουμε με περίσκεψη τα λόγια
Τα ρούχα μας είναι μια φωλιά από σίδερο
Κάθε πρωί
Χαιρετάμε τους χτεσινούς φίλους
Οι νύχτες μεγαλώνουν σαν αρμόνικες
–Ήχοι, καημοί, πεθαμένα φιλιά.

(Ασήμαντες
Απαριθμήσεις
–Τίποτα, λέξεις μόνο για τους άλλους.

Μα πού τελειώνει η μοναξιά;)

Αναγνωστάκης, M. (1976). Τα Ποιήματα, Αθήνα: Πλειάς.

Στο ποίημα «Κάθε πρωί…» ο Μανόλης Αναγνωστάκης αναφέρεται στην οδυνηρή πραγματικότητα της «παράστασης» που οφείλουν να δίνουν καθημερινά οι άνθρωποι προκειμένου να κρύβουν ό,τι τους πονά και να δείχνουν πως όλα στη ζωή τους πηγαίνουν καλά. Μια παράσταση που ξεκινά κάθε πρωί με την προσεκτική απόκρυψη κάθε ίχνους που θα μπορούσε να προδώσει τη θλίψη ή τον καημό τους για όσα δεν μπόρεσαν να ζήσουν. 

Κάθε πρωί
Καταργούμε τα όνειρα
Χτίζουμε με περίσκεψη τα λόγια

Κάθε πρωί οι άνθρωποι «καταργούν» τα όνειρά τους για μια διαφορετική -ίσως καλύτερη- ζωή και φροντίζουν να επιλέγουν με προσοχή τα όσα λένε, ώστε τίποτε να μην προδώσει τη βαθιά τους επιθυμία να βρίσκονταν κάπου αλλού ή να ζούσαν κάπως αλλιώς. Δεν θέλουν να γνωρίζει κανείς πόσο πολύ τους τυραννά το όνειρό τους για μια διαφορετική ζωή και πόσο τους πονούν οι πλείστοι συμβιβασμοί που αναγκάστηκαν να κάνουν. Δεν θέλουν να γνωρίζει κανείς πως την καθημερινότητά τους απλώς την υπομένουν και πως αν το μπορούσαν θα άλλαζαν τα πάντα σε αυτή.
Με το α΄ πληθυντικό πρόσωπο ο ποιητής εντάσσει και τον εαυτό του στους ανθρώπους που θεωρούν πως η ζωή τους, όπως διαμορφώθηκε με την πάροδο των χρόνων, απέχει πάρα πολύ από εκείνα που θέλησαν να πετύχουν κι από εκείνα που θα ήθελαν να ζουν. Βιώνει κι ο ίδιος την απογοήτευση που προκαλεί σ’ όλους η επίγνωση πως σχεδόν τίποτε απ’ ό,τι ζουν σήμερα δεν είναι αυτό που είχαν επιθυμήσει άλλοτε. Βιώνει κι αυτός τη σαρωτική επίδραση που ασκούν στη ζωή των ανθρώπων τα διάφορα τυχαία, μα αναπόφευκτα γεγονότα, οι συμβιβασμοί κι οι «χαμένες» ευκαιρίες.

Τα ρούχα μας είναι μια φωλιά από σίδερο
Κάθε πρωί
Χαιρετάμε τους χτεσινούς φίλους

Τα ρούχα που επιλέγουν οι άνθρωποι για να προσδιορίσουν την ταυτότητά τους και πιθανώς να δηλώσουν τον κοινωνικό τους ρόλο, λειτουργούν ως προστατευτική «φωλιά» από σίδερο, αφού περιχαρακώνουν τη θέση του κάθε ατόμου, προσφέροντάς του μια αναγκαία αίσθηση ασφάλειας. Τα ρούχα, άλλωστε, δεν καλύπτουν μόνο το σώμα, κρύβουν επιμελώς και την ψυχή του ατόμου, μη αφήνοντας περιθώρια στους άλλους να αντικρίσουν τις πληγές και τα σημάδια της. Έτσι, κάθε πρωί που ντύνεται ένας άνθρωπος, φορά επί της ουσίας τον «ρόλο» του και γλιτώνει κατ’ αυτό τον τρόπο από την πιθανή αδιακρισία ή το ενδιαφέρον των άλλων να αναρωτηθούν σχετικά με το ποιος είναι ή με το ποιος θα ήθελε να είναι. Κάθε τέτοιο ερώτημα αποφεύγεται, αφού η ενδυμασία του ατόμου φροντίζει να δίνει μια σαφή εικόνα του «ρόλου» και της θέσης του.
Οι άνθρωποι δεν θέλουν να τους τεθεί το ερώτημα αν αυτό που «είναι» ή αν αυτό που κάνουν τους ευχαριστεί, διότι δεν μπορούν να δώσουν μια ειλικρινή απάντηση. Ξέρουν πως το μόνο που έχουν να τους προφυλάσσει από τέτοια ερωτήματα είναι ο ρόλος τους, τον οποίο και φροντίζουν να υποδύονται όσο πιο πειστικά μπορούν. Η όποια πιθανή παραφωνία στην καθημερινή τους «παράσταση» μπορεί να οδηγήσει σε απορίες κι ερωτήματα, κι αυτό θέλουν με κάθε τρόπο να το αποφύγουν.
Κάθε πρωί οι άνθρωποι χαιρετούν τους «χτεσινούς» φίλους, θέλοντας να διατηρήσουν μια εικόνα κανονικότητας στη ζωή τους, έστω κι αν αυτό τους αναγκάζει να κρατούν κρυμμένα τα πραγματικά τους συναισθήματα και τα όσα τους βασανίζουν. Προσέχουμε πως οι φίλοι αυτοί είναι «χτεσινοί», δεν βρίσκονται πολλά χρόνια στη ζωή του ατόμου και, άρα, δεν γνωρίζουν τα νεανικά του όνειρα, το πόσους συμβιβασμούς έχει κάνει και το πόσο δραστικά έχει αλλάξει με την πάροδο του χρόνου. Είναι χτεσινοί, διότι το άτομο δεν μπορεί πια να συνυπάρξει μ’ εκείνους που το γνωρίζουν σε βάθος και μπορούν εύκολα να διαπιστώσουν πως έχει πάψει να είναι ο πραγματικός του εαυτός. Οι παλιοί φίλοι εγκαταλείπονται και παίρνουν τη θέση τους νέοι, που δεν έχουν την πλήρη εικόνα του ατόμου, αφήνοντάς του έτσι το περιθώριο να διαμορφώσει μια καινούρια -έστω και ανειλικρινή- ταυτότητα.

Οι νύχτες μεγαλώνουν σαν αρμόνικες
–Ήχοι, καημοί, πεθαμένα φιλιά.

Οι νύχτες του ανθρώπου μεγαλώνουν, εκτείνονται σαν αρμόνικες, για να χωρέσουν τον μηρυκασμό όσων χάθηκαν, όσων τον πονούν. Περνά περισσότερο χρόνο να μιλά για τους έρωτες που τελείωσαν, για τους καημούς της ημέρας, για όσα ειπώθηκαν, καθώς όλο και περισσότερο η ζωή τρέπεται σε μια διαδικασία διαχείρισης και ανασκόπησης καταστάσεων. Το άτομο παύει σταδιακά να απολαμβάνει την άδολη βίωση νέων ευχάριστων εμπειριών και του απομένουν μόνο οι αναμνήσεις όσων πέρασαν κι ο καημός όσων δεν έζησε ποτέ.

(Ασήμαντες
Απαριθμήσεις
–Τίποτα, λέξεις μόνο για τους άλλους.

Μα πού τελειώνει η μοναξιά;)

Στην ουσία, ωστόσο, όπως σχολιάζει το ποιητικό υποκείμενο στους παρενθετικούς στίχους, όλα αυτά δεν είναι τίποτε περισσότερο από απαριθμήσεις χωρίς αξία, από λέξεις που λέγονται για να γεμίσουν οι συζητήσεις με τους άλλους. Ακόμη και στο πλαίσιο αυτών των «εκμυστηρεύσεων» το άτομο αναφέρει μόνο εκείνα που αναμένεται να ακουστούν σε ανάλογες κουβέντες κι αποφεύγει να προχωρήσει βαθύτερα σ’ εκείνα που πραγματικά ταλανίζουν την ψυχή του. Έχουν ακόμη κι αυτές οι φιλικές συζητήσεις το δικό τους τυπικό υλικό, που μοιάζει να αποτελεί ένα άνοιγμα στην προσωπική ζωή του ατόμου, διατηρείται όμως στην επιφάνεια, αφού η αποκάλυψη των πραγματικών ανησυχιών και των πραγματικών φόβων του ατόμου παραμένει μια πολύ προσωπική υπόθεση.
Οι άνθρωποι δεν θέλουν να μιλήσουν ανοιχτά για όσα τους απασχολούν πραγματικά, διότι αισθάνονται -ίσως- πως το να φανερώσουν τις αληθινές τους ανησυχίες θα τους εκθέσει απέναντι στους άλλους, θα τους καταστήσει ευάλωτους και, κυρίως, θα φέρει στο φως τη ζωή εκείνη την «ιδανική» που θα ήθελαν να ζουν, μα δεν το κατάφεραν ποτέ. Έτσι, οι άνθρωποι ακόμη κι όταν έχουν φίλους, συντροφιά ή σύντροφο, παραμένουν απολύτως μόνοι, αφού κρατούν για τον εαυτό τους τις πραγματικές αιτίες της οδύνης τους, τα αληθινά τους όνειρα και τους πραγματικούς τους φόβους. Παραμένουν επίμονα μόνοι, επιτρέποντας στη μοναξιά να τους καταδυναστεύει. Παραμένουν μόνοι, μη θέλοντας να αποκαλύψουν σε κανέναν τον πραγματικό τους εαυτό. Απομένει, κατ’ αυτό τον τρόπο, η μοναξιά μοναδικός και σταθερός τους συνοδοιπόρος.  

Μα πού τελειώνει η μοναξιά;

Το καταληκτικό ερώτημα του ποιήματος είναι κατ’ ανάγκη ρητορικό, εφόσον δεν μπορεί να λάβει απάντηση. Ίσως υπάρχει η εντύπωση πως η μοναξιά θα μπορούσε να τελειώσει αν οι άνθρωποι ανοίγονταν περισσότερο ο ένας στον άλλον κι αν ήταν περισσότερο ειλικρινείς σε ό,τι σχετίζεται με τα συναισθήματα και τις σκέψεις τους. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, ακόμη κι αν «μοιραστούν» τα όσα τους απασχολούν, πάλι μόνοι τους οφείλουν να τα αντιμετωπίσουν. Δεν μπορεί κάποιος άλλος να επωμιστεί το δικό μας φορτίο θλίψεων, απογοητεύσεων και ματαιωμένων ονείρων. Δεν μπορεί κάποιος άλλος να βιώσει στη θέση μας όσα συνθέτουν τον ψυχισμό μας κι όσα μας πικραίνουν. Κάθε ένας από εμάς οφείλει να αντέξει μόνος του το βάρος των τραυμάτων του και της ζωής που δεν κατόρθωσε να ζήσει. Κάθε ένας από εμάς οφείλει να πορευτεί μόνος του σε αυτό που αποτελεί τη δική του, την προσωπική του πορεία στη ζωή.

[Το ποίημα περιέχεται στο 1ο Δίκτυο Λογοτεχνικών Κειμένων «Όταν θέλεις να φύγεις…» (Φάκελος Υλικού, Λογοτεχνία Γ΄ Λυκείου)]

Ερμηνευτικό σχόλιο
Κύριο θέμα του ποιήματος, κατά τη γνώμη μου, είναι η ανάγκη των ανθρώπων να αντεπεξέλθουν στην καθημερινότητά τους αποκρύπτοντας τη θλίψη και τα αισθήματα μοναξιάς που βιώνουν. Το θέμα αυτό αναδεικνύεται από το ποιητικό υποκείμενο με την παρουσίαση της καθημερινής ρουτίνας των ανθρώπων («Κάθε πρωί…»), στο πλαίσιο της οποίας οφείλουν με το ξεκίνημα της μέρας να παραμερίσουν τα όσα ονειρεύονται για τη ζωή τους, όπως αυτό τονίζεται με τη χρήση μεταφορικού λόγου («Καταργούμε τα όνειρα»), και να προετοιμαστούν για τις τυπικές συναναστροφές που θα ακολουθήσουν («Χτίζουμε με περίσκεψη τα λόγια»). Το ποιητικό υποκείμενο παρουσιάζει την καθημερινή αυτή προετοιμασία αξιοποιώντας το α΄ πληθυντικό πρόσωπο, μιας και πρόκειται για μια κατάσταση που βιώνει και το ίδιο. Κάθε νέα μέρα αποτελεί, άρα, τόσο για το ποιητικό υποκείμενο όσο και για τους ανθρώπους γύρω του, μια νέα απόπειρα να κρατήσουν κρυφά τα όσα επιθυμούν και τα όσα τους πληγώνουν, περιχαρακωμένοι μέσα στην προστατευτική «φωλιά από σίδερο» της ενδυμασίας και της κοινωνικής τους ταυτότητας. Έτσι, παρά την ύπαρξη των «χτεσινών» φίλων, των πρόσφατων κάθε φορά γνωριμιών, η μοναξιά τους βαθαίνει διαρκώς, όπως αυτό εκφράζεται με τη χρήση μιας παρομοίωσης: «Οι νύχτες μεγαλώνουν σαν αρμόνικες». Οι μεταξύ τους κουβέντες, άλλωστε, δεν είναι παρά λέξεις ανούσιες που λέγονται περισσότερο για να κρύψουν παρά για να φανερώσουν τα όσα νιώθουν.
Όπως σωστά επισημαίνεται από το ποιητικό υποκείμενο, οι άνθρωποι στις μέρες μας παραμένουν επίμονα μόνοι, επιτρέποντας στη μοναξιά να τους καταδυναστεύει. Κρατούν κρυμμένες τις προσωπικές τους σκέψεις, μη θέλοντας να αποκαλύψουν σε κανέναν τον πραγματικό τους εαυτό. Απομένει, κατ’ αυτό τον τρόπο, η μοναξιά μοναδικός και σταθερός τους συνοδοιπόρος.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...