Γιώργος Ιωάννου "Τα περιστέρια" και "Τα λεμόνια ήταν ακριβά" Συλλογή: Η μόνη κληρονομιά | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Γιώργος Ιωάννου "Τα περιστέρια" και "Τα λεμόνια ήταν ακριβά" Συλλογή: Η μόνη κληρονομιά

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Vincent van Gogh

Τα περιστέρια

Περίληψη του κειμένου: Το διήγημα αναφέρεται στην ιστορία ενός πνευματικά ασταθή νεαρού, ο οποίος αφού απελευθέρωσε τα περιστέρια που φρόντιζε, προσπάθησε να μαχαιρώσει τη μητέρα του. Ο νεαρός θα κλειστεί σε ίδρυμα όπου και θα πεθάνει. 

- Το κείμενο αυτό μας παρουσιάζει ένα ακόμη περιστατικό από τα παιδικά χρόνια του Ιωάννου, ο οποίος επιχειρεί να μας δώσει μια εικόνα από τις ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούσαν στα δύσκολα χρόνια που ο ίδιος μεγάλωσε.
- Η οικογένεια του Ιωάννου εκείνη την περίοδο κατοικούσε σ’ ένα οίκημα όπου υπήρχαν κι άλλοι συγκάτοικοι με τους οποίους μοιράζονταν κάποιους κοινόχρηστους χώρους. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει την άσχημη οικονομική κατάσταση της οικογένειας που εξαναγκάζει τον συγγραφέα να συνυπάρξει με άτομα που έχουν διάφορα προβλήματα είτε ψυχολογικά, όπως ο καμπούρης του διηγήματος είτε υγείας, όπως ο φθισικός.
- Οι δύσκολες αυτές συνθήκες διαβίωσης προσθέτουν ένα ακόμη κομμάτι στη διαμόρφωση της ψυχοσύνθεσης του συγγραφέα που μεγαλώνοντας έζησε άσχημες καταστάσεις και ανυπόφορες δυσκολίες, ικανές να τραυματίσουν ψυχολογικά οποιονδήποτε άνθρωπο.
- Στο διήγημα αυτό ο συγγραφέας – αφηγητής είναι δραματοποιημένος, αποτελεί δηλαδή ένα από τα πρόσωπα της ιστορίας, και ως εκ τούτου μας αφηγείται όσα διαδραματίστηκαν με εσωτερική εστίαση, μέσα από την προσωπική του δηλαδή αντίληψη, όπως ο ίδιος τα έζησε και τα εξέλαβε.
- Η χρονική παράθεση των γεγονότων ακολουθεί μια γραμμική σειρά, καθώς ο Ιωάννου μας δίνει τα γεγονότα με τη σειρά που συνέβησαν, χωρίς να καταφεύγει σε αναδρομές. Εξαίρεση σε αυτό αποτελεί η παρέκβαση που γίνεται σχετικά με τον φθισικό, η ιστορία του οποίου δεν σχετίζεται άμεσα με την ιστορία του καμπούρη. Παρατίθεται γιατί ο φθισικός είναι ένα από τους συγκατοίκους της οικογένειας του συγγραφέα και συνεισφέρει δίνοντας ένα ακόμη στοιχείο για τις δύσκολες συνθήκες στις οποίες ζούσε τότε ο Ιωάννου.
- Το ύφος του συγγραφέα είναι, όπως στα περισσότερα κείμενα της συλλογής, λιτό με απλή γλώσσα και αμεσότητα στην απόδοση των συναισθημάτων των ηρώων. Συναντάμε επίσης και μια ειρωνική διάθεση από τον Ιωάννου στο σημείο που αναφέρεται στην αργοπορημένη επέμβαση της αστυνομίας. Το χιουμοριστικό του σχόλιο, άλλωστε, ότι «έπρεπε να κάνεις αίτηση για να έρθουν να σε συλλάβουν» είναι αρκετά επικριτικό για την κατάσταση που επικρατούσε εκείνα τα χρόνια.
- Ο τίτλος του διηγήματος οφείλεται στον πολυσήμαντο ρόλο των περιστεριών σε αυτήν την ιστορία. Τα περιστέρια αποτελούν τη βασική φροντίδα του καμπούρη ο οποίος προχωρά σε μια συμβολική απελευθέρωσή τους λίγο προτού επιχειρήσει και ο ίδιος να απελευθερωθεί από την μητέρα του που τον καταπίεζε. Τα περιστέρια παράλληλα με την αθωότητά τους και τα παιχνιδίσματά τους στον αέρα, δίνουν μια εικόνα γαλήνης και διασκέδασης λίγο προτού τα γεγονότα πάρουν μια άσχημη τροπή με την απόπειρα δολοφονίας.
- Ο Ιωάννου για ακόμη μια φορά, παρά το γεγονός ότι μας διηγείται γεγονότα πολύ δυσάρεστα, επιχειρεί να δώσει μια πιο ευχάριστη νότα σε όσα έχουν συμβεί εστιάζοντας την αφήγησή του σε κάτι το ανάλαφρο, όπως είναι το παιχνίδισμα των περιστεριών. Η αισιοδοξία, άλλωστε, είναι βασικό χαρακτηριστικό του Ιωάννου ο οποίος επιθυμεί να δίνει στα κείμενά του, όσο κι αν αυτό είναι δύσκολο, μια αίσθηση ελπίδας.
- Η αναφορά στην απόπειρα δολοφονίας της μητέρας γίνεται με συνοπτικό τρόπο και η αφήγηση αλλάζει αμέσως τόνο με την ειρωνική αντιμετώπιση της αργοπορημένης αστυνομικής επέμβασης αλλά και της κουτσομπολίστικης διάθεσης με την οποία οι σύνοικοι του καμπούρη αντιμετωπίζουν το γεγονός. Το δραματικό γεγονός της απόπειρας του γιου να σκοτώσει τη μητέρα του, γίνεται για τα γειτονικά πρόσωπα ένα καυτό θέμα συζήτησης, χωρίς όμως μελοδραματισμό και ένταση.
- Οι Αρβανίτες είναι πληθυσμιακή ομάδα της Ελλάδας, τα μέλη της οποίας μιλούν τα Αρβανίτικα, κλάδο της τοσκικής διαλέκτου της αλβανικής γλώσσας. Κατάγονται από αλβανόφωνους πληθυσμούς οι οποίοι μετακινήθηκαν κυρίως στη νότια και κεντρική Ελλάδα από την νότια Αλβανία κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, ιδίως μεταξύ του 13ου και 16ου αιώνα λόγω διάφορων κοινωνικοπολιτικών συνθηκών της εποχής.

Τα λεμόνια ήταν ακριβά

Περίληψη του κειμένου: Με αφορμή τα σημάδια στον τοίχο ενός κτιρίου της πόλης, τα οποία προέκυψαν ύστερα από τη ρίψη χειροβομβίδας κατά των Γερμανών που είχαν εκεί τα γραφεία τους, ο συγγραφέας θυμάται επώδυνες εμπειρίες από τα χρόνια της κατοχής. Η πλέον προσωπική και επίπονη μνήμη για το συγγραφέα είναι εκείνη από την οποία αντλείται και ο τίτλος του διηγήματος. Σε μια ιδιαίτερα δύσκολη στιγμή της κατοχής ο συγγραφέας, όπως και άλλοι συμπολίτες του, είχαν αναγκαστεί να υποστούν το ταπεινωτικό παιχνίδι των Γερμανών στρατιωτών, οι οποίοι τους πετούσαν λεμόνια από ψηλά για να τους χτυπήσουν και οι Έλληνες αντί να απομακρυνθούν προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να μαζέψουν τα πολύτιμα αυτά λεμόνια, μη έχοντας τίποτε άλλο για να τραφούν. 

- Στο κείμενο αυτό ο συγγραφέας – αφηγητής είναι ένα από τα πρόσωπα της ιστορίας γι’ αυτό και η αφήγηση γίνεται σε πρώτο πρόσωπο. Φτάνει μάλιστα σε ιδιαίτερα εξομολογητικό τόνο όταν ο Ιωάννου μιλά για τις ταπεινώσεις που έχει υποστεί στη ζωή του.
- Το ύφος του κειμένου χαρακτηρίζεται από την καθιερωμένη απλότητα της γραφής του Ιωάννου, ο οποίος δεν καταφεύγει σε μελοδραματισμούς και υπερβολές στην έκφρασή του παρά το γεγονός ότι αυτό το γεγονός που περιγράφει είναι, κατά δική του ομολογία, ένα από τα πλέον ταπεινωτικά της ζωής του.
- Η διήγηση του γεγονότος γίνεται συνειρμικά και με αναδρομές στο χρόνο της αφήγησης μιας και ο Ιωάννου ξεκινά από το παρόν και από την διαπίστωση ότι το σημάδι στον τοίχο (από την έκρηξη της χειροβομβίδας) φαίνεται ελάχιστα. Στη συνέχεια περνά στην αναφορά των στοιχείων που σχετίζονται με την ταυτότητα του κτιρίου κι έπειτα μας αναφέρει τα γεγονότα που οδήγησαν κάποιον Έλληνα να εκδικηθεί τους Γερμανούς πετώντας τους μια χειροβομβίδα. Η όλη αφήγηση του γεγονότος εμπλουτίζεται και μ’ άλλα περιστατικά που βοηθούν τον αναγνώστη να σχηματίσει μια πληρέστερη εικόνα για τη συμπεριφορά των Γερμανών κατακτητών και τη δικαιολογημένη αγανάκτηση των Ελλήνων.
- Ο συγγραφέας μιλώντας για τον εαυτό του στην αρχή του κειμένου, κάνοντας έτσι ξεκάθαρη την προσωπική του εμπλοκή στα διαδραματιζόμενα γεγονότα, αναφέρει ότι ποτέ δεν ξεχνά όσα συνέβησαν. Η επίμονη ενασχόληση του συγγραφέα με τα γεγονότα του παρελθόντος είναι αφενός εμφανής από το περιεχόμενο των περισσότερων διηγημάτων του, όπου ξανά και ξανά επιστρέφει στο παρελθόν του και αφετέρου είναι απόλυτα δικαιολογημένη μιας και η σκληρότητα όσων έχει ζήσει καθιστά λογική και αναμενόμενη την εμμονή του με το παρελθόν.
- Ο Ιωάννου μας διηγείται σε αυτή την ιστορία ένα από τα περιστατικά που ο ίδιος θεωρεί ως μια από τις πιο ταπεινωτικές στιγμές της ζωής του. Η πείνα αναγκάζει τον συγγραφέα μαζί με όσους βρέθηκαν σ’ εκείνο το σημείο να πέσουν στο δρόμο για να μαζέψουν τα λεμόνια που πετούσαν οι Γερμανοί, προσφέροντας στους κατακτητές την ευκαιρία να γελάσουν εις βάρος τους και να τους εξευτελίσουν. Το γεγονός ότι έφτασε στο σημείο να μαζεύει από το δρόμο λεμόνια, με τους Γερμανούς να γελάνε και να διασκεδάζουν με την κατάντια του, με τον ξεπεσμό γενικότερα των Ελλήνων, είναι κάτι που έχει πληγώσει πάρα πολύ τον Ιωάννου.
- Από το Μάιο του 1941 μέχρι τον Οκτώβρη του 1944 η Ελλάδα βρέθηκε υπό γερμανική κατοχή. Οι θάνατοι απ' την πείνα σ' όλη τη διάρκεια της κατοχής ξεπέρασαν, όπως γράφτηκε, τις 260.000. Η πείνα έπληξε κύρια τις λαϊκές τάξεις. Αυτούς, όμως, που κυριολεκτικά θέρισε η πείνα ήταν τα βρέφη, τα μικρά παιδιά και τους πολύ ηλικιωμένους.
- Ο Ιωάννου ξεκινά τη διήγησή του αναφέροντας ότι θεωρεί σημαντικό να μην ξεχαστούν τα γεγονότα που οδήγησαν στην πρόκληση ζημιών σ’ ένα κτίριο στο κέντρο της Θεσσαλονίκης όπου υπήρχαν τα γραφεία Γερμανών αξιωματικών. Οι ζημιές στο κτίριο δεν είναι πλέον ορατές, πέρα από ένα αδιόρατο σημάδι κάτω από το χρώμα του τοίχου κι αυτό ανησυχεί τον συγγραφέα, ο οποίος πιστεύει ότι πρέπει πάντοτε να θυμόμαστε τι είχε συμβεί τότε.
- Η αναφορά στην περίπτωση του κουρέα που εξαναγκάστηκε από την Γερμανίδα αξιωματικό να την ικανοποιεί ερωτικά, δείχνει την εξουσία που είχαν τότε οι κατακτητές πάνω στους Έλληνες.
- Η αναφορά στα γέλια των Γερμανών όταν οι Έλληνες χριστιανοί έκαναν την περιφορά του επιταφίου έρχεται να ενισχύσει την εικόνα της αλαζονείας που είχαν οι Γερμανοί, που δεν δίσταζαν να χλευάσουν ακόμη και τα ιερά σύμβολα των Ελλήνων.
- Οι ταπεινώσεις που επέβαλαν οι κατακτητές στους Έλληνες ήταν συνεχείς και επέτειναν τον πόνο των Ελλήνων που είχαν χάσει όχι μόνο την ελευθερία τους αλλά και την αξιοπρέπειά τους.
- Το παιχνίδι των Γερμανών που πετούσαν λεμόνια στους πεινασμένους περαστικούς δείχνει σε τι σημείο αποθράσυνσης είχαν φτάσει και πόσο ελάχιστα εκτιμούσαν τη ζωή και την αξιοπρέπεια του ελληνικού λαού.
- Η χειροβομβίδα που πετάχτηκε στα γραφεία των Γερμανών αξιωματικών ήρθε σύμφωνα με το συγγραφέα ως μια δίκαιη τιμωρία για την απαράδεκτη συμπεριφορά τους.
- Ο συγγραφέας, όπως και οι περισσότεροι άνθρωποι που έχουν πληγωθεί πολύ στη ζωή τους, θέλει να πιστεύει ότι υπάρχει μια ανώτερη μορφή δικαιοσύνης που επιβάλλεται από το Θεό και ότι η δικαιοσύνη αυτή δεν θα αφήσει ατιμώρητους τους Γερμανούς και όσους έχουν φερθεί με τόση σκληρότητα σε άλλους ανθρώπους.

Δείτε επίσης:

Η πολιτική στα ποιήματα του Καβάφη


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...