Πλάτων, Πρωταγόρας 320c-321b (Η διανομή
των ιδιοτήτων στα ζώα) Ο Πρωταγόρας εξηγεί τελολογικά τον
«νόμο της αναπλήρωσης» στη φύση, αφού σύμφωνα με τους βιολογικούς νόμους κάθε
ζώο έχει εφοδιαστεί με τα αναγκαία μέσα επιβίωσης, αυτοσυντήρησης και διαιώνισης
του είδους του. Ειδικότερα, παρατηρούμε ότι οι ιδιότητες μοιράζονται στα ζώα,
έτσι ώστε μία αδυναμία να αναπληρώνεται από μία ικανότητα, με σκοπό να
εξασφαλίζονται με αυτόν τον τρόπο α) η ύπαρξη και η διαιώνιση του κάθε είδους
και β) η ισορροπία του οικοσυστήματος μέσα από την εξισορρόπηση των αντίρροπων
δυνάμεων που λειτουργούν στο εσωτερικό του. Ἦν γάρ ποτε χρόνος ὅτε θεοὶ μὲν ἦσαν, θνητὰ δὲ γένη οὐκ ἦν. Ἐπειδὴ δὲ καὶ τούτοις χρόνος ἦλθεν εἱμαρμένος γενέσεως, τυποῦσιν αὐτὰ θεοὶ γῆς ἔνδον ἐκ γῆς καὶ πυρὸς μείξαντες καὶ τῶν ὅσα πυρὶ καὶ γῇ κεράννυται. Ἐπειδὴ δ’ ἄγειν αὐτὰ πρὸς φῶς ἔμελλον, προσέταξαν Προμηθεῖ καὶἘπιμηθεῖ κοσμῆσαί τε καὶ νεῖμαι δυνάμεις ἑκάστοις ὡς πρέπει. Προμηθέα δὲ παραιτεῖται Ἐπιμηθεὺς αὐτὸς νεῖμαι, «Νείμαντος δέ μου», ἔφη, «ἐπίσκεψαι»· καὶ οὕτω πείσας νέμει. Νέμων δὲ τοῖς μὲν ἰσχὺν ἄνευ τάχους προσῆπτεν, τοὺς δ’ ἀσθενεστέρους τάχει ἐκόσμει· τοὺς δὲὥπλιζε, τοῖς δ’ ἄοπλον διδοὺς φύσιν ἄλλην τιν’ αὐτοῖς ἐμηχανᾶτο δύναμιν εἰς σωτηρίαν. Ἃ μὲν γὰρ αὐτῶν σμικρότητι ἤμπισχεν, πτηνὸν φυγὴν ἢ κατάγειον οἴκησιν ἔνεμεν· ἃ δὲ ηὖξε μεγέθει, τῷδε αὐτῷ αὐτὰἔσῳζεν· καὶ τἆλλα οὕτως ἐπανισῶν ἔνεμεν. Ταῦτα δὲἐμηχανᾶτο εὐλάβειαν ἔχων μή τι γένος ἀϊστωθείη· ἐπειδὴ δὲ αὐτοῖς ἀλληλοφθοριῶν διαφυγὰς ἐπήρκεσε, πρὸς τὰς ἐκ Διὸς ὥρας εὐμάρειαν ἐμηχανᾶτο ἀμφιεννὺς αὐτὰ πυκναῖς τε θριξὶν καὶ στερεοῖς δέρμασιν, ἱκανοῖς μὲν ἀμῦναι χειμῶνα, δυνατοῖς δὲ καὶ καύματα, καὶ εἰς εὐνὰς ἰοῦσιν ὅπως ὑπάρχοι τὰ αὐτὰ ταῦτα στρωμνὴ οἰκεία τε καὶ αὐτοφυὴς ἑκάστῳ· καὶὑποδῶν τὰ μὲν ὁπλαῖς, τὰ δὲ [θριξὶν καὶ] δέρμασιν στερεοῖς καὶἀναίμοις. Τοὐντεῦθεν τροφὰς ἄλλοις ἄλλας ἐξεπόριζεν, τοῖς μὲν ἐκ γῆς βοτάνην, ἄλλοις δὲ δένδρων καρπούς, τοῖς δὲῥίζας· ἔστι δ’ οἷς ἔδωκεν εἶναι τροφὴν ζῴων ἄλλων βοράν· καὶ τοῖς μὲν ὀλιγογονίαν προσῆψε, τοῖς δ’ ἀναλισκομένοις ὑπὸ τούτων πολυγονίαν, σωτηρίαν τῷ γένει πορίζων. 1η Μετάφραση Ήταν κάποτε καιρός που θεοί υπήρχαν,
θνητά όμως γένη δεν υπήρχαν. Κι όταν ήρθεν ο χρόνος ο ωρισμένος από τη μοίρα
για τη γέννηση κι αυτών, τα πλάθουν οι θεοί στα έγκατα της γης από μίγμα γης
και φωτιάς, και από όσα ανακατεύονται με γη και φωτιά. Κι όταν ήρθε η ώρα να τα
φέρουν στο φως, διέταξαν οι θεοί τον Προμηθέα και τον Επιμηθέα να εφοδιάσουν
και να μοιράσουν στο καθένα τους ταιριαστές ιδιότητες. Ο Επιμηθεύς ζητά τότε
από τον Προμηθέα να τον αφήσει να κάμει αυτός τη διανομή. Κι άμα, είπε, εγώ
τελειώσω, κάνεις εσύ την επιθεώρησή σου. έτσι τον έπεισε και κάνει τη διανομή.
Μοιράζοντας λοιπόν σε άλλα έδινε δύναμη χωρίς ταχύτητα, αλλά τα πιο αδύνατα τα
εφοδίαζε με ταχύτητα. σε άλλα έδινε όπλα, και όσων άφηνε άοπλη τη φύση γι’ αυτά
έβρισκε με το νου του κάποιαν άλλη ικανότητα για τη σωτηρία τους. Όσα, αλήθεια,
απ’ αυτά έντυνε με μικρό σώμα, σ’ αυτά έδινε την ικανότητα να φεύγουν πετώντας ή
να κατοικούν μέσα στη γη⸱
κι όσα μεγάλωνε κατά το μέγεθος, μ’ αυτό το ίδιο πάλι τα έσωζε⸱ έτσι μοίραζε και τις άλλες ιδιότητες
ισορροπώντας τις μ’ αυτό τον τρόπο. Όλα αυτά τα σοφιζόταν, επειδή πολύ πρόσεχε
μήπως κανένα γένος εξαφανιστεί. Κι αφού τα εφοδίασε αρκετά για να
ξεφεύγουν την αλληλοκαταστροφή, σοφιζόταν μέσα προστατευτικά για τις μεταβολές του
καιρού που στέλνει ο Ζευς, ντύνοντάς τα με πυκνό τρίχωμα και στερεά δέρματα,
ικανά να προφυλάσσουν από το κρύο, κατάλληλα και για τις ζέστες, κι ακόμη, όταν
πάνε να κοιμηθούν, τα ίδια αυτά να τους είναι στρωσίδι δικό τους και από
φυσικού του στο καθένα, και παπουτσώνοντάς τα άλλα με οπλές, κι άλλα [με
τρίχωμα και] με δέρματα στερεά και άναιμα. Ύστερα απ’ αυτό τους προμήθευε τροφές
σε άλλα άλλες, σε άλλα χορτάρι από τη γη, σε άλλα καρπούς δέντρων, και σε άλλα ρίζες.
σε μερικά άφησε τροφή τους να είναι η βορά άλλων ζώων. σ’ αυτά όμως τα ζώα
ταίριασε την ιδιότητα να γεννούν λίγους απογόνους, ενώ σε κείνα που τρώγονταν
απ’ αυτά, ταίριασε την πολυγονία, βρίσκοντας έτσι σωτηρία για το γένος τους. (μετάφραση Β. Τατάκης) 2η Μετάφραση Ήταν ένας καιρός που υπήρχαν θεοί, αλλά
δεν υπήρχαν ζώα καμιάς ράτσας πάνω στη γη. Και όταν ήρθε η ώρα που όρισε και
γι’ αυτά η μοίρα να ’ρθουν στον κόσμο, τα πλάθουν οι θεοί μέσα στα έγκατα της
γης, από ένα μείγμα που έκαναν από χώμα και φωτιά και απ’ ό,τι μπορεί να ενωθεί
με χώμα και φωτιά. Λοιπόν, την ώρα που ήταν να τ’ ανεβάσουν στο φως του ήλιου,
έδωσαν εντολή στον Προμηθέα και τον Επιμηθέα να τα φροντίσουν και να τους
μοιράσουν αξιοσύνες, τέτοιες που να ταιριάζουν στο καθένα τους. Τότε ο Επιμηθέας
ζητά από τον Προμηθέα τη χάρη, μόνος του να κάμει τη μοιρασιά: «Κάνω εγώ τη μοιρασιά,
του είπε, κι εσύ έρχεσαι μετά και κάνεις επιθεώρηση». Μ’ αυτά τον πείθει, και
κάνει αυτός τη μοιρασιά. Αρχίζει λοιπόν αυτός τη μοιρασιά, και σε μερικά έδινε
δύναμη, όχι όμως και ταχύτητα, ενώ τα πιο αδύνατα τα εφοδίαζε με ταχύτητα· σ’
άλλα έδινε οπλισμό, για όσα όμως άφηνε χωρίς αρματωσιά σοφιζόταν κάποια άλλη ικανότητα,
για να κρατιούνται στη ζωή. Δηλαδή αυτά που τα έκλεισε μέσα σε μικρό σώμα, τους
χάριζε φτερωτή φυγή ή υπόγεια κατοικία. όσα πάλι τα προίκιζε με μεγάλο σώμα, σ’
αυτό το ίδιο εμπιστεύθηκε να τα διαφεντεύει. και τις άλλες χάρες τις μοίραζε
κρατώντας αυτό το δίκαιο μέτρο. Και αν τα σοφιζόταν όλ’ αυτά, ήταν γιατί είχε την
έγνοια μήπως καμιά ράτσα αφανιστεί από το πρόσωπο της γης. Ύστερα, αφού τα
εφοδίασε μ’ όσα χρειάζονταν, για να μην αφανίσουν το ένα το άλλο, σοφιζόταν
τρόπους να τα προστατέψει από τις αλλαγές του καιρού -που είναι στο χέρι του
Δία- ντύνοντάς τα με πυκνό τρίχωμα και χοντρές προβιές, που να μπορούν να τα
φυλάξουν από το κρύο, να μπορούν κι από τη ζέστη· κι όταν ήταν να πάνε για
ύπνο, φρόντισε πάλι το καθένα τους να έχει σκεπάσματα ταιριαστά και δοσμένα από
τη φύση⸱ και τα παπούτσωσε άλλα με οπλές, άλλα
με δέρματα χοντρά και χωρίς αίμα. Νοιάστηκε ακόμη το καθένα τους να βρίσκει διαφορετική
τροφή, άλλο χόρτα της γης, άλλο καρπούς δέντρων κι άλλο ρίζες⸱ μάλιστα σε μερικά έδωσε για τροφή τη
σάρκα άλλων ζώων⸱
τα ’φερε έτσι, ώστε αυτά τα τελευταία να γεννούν από ένα δυο, τα θύματά τους
όμως να γεννοβολούν πολλά μικρά -αυτό τον τρόπο βρήκε για να σωθεί η ράτσα
τους. (μετάφραση Η. Σπυρόπουλος) χρόνος: εννοεί την αρχή του χρόνου, την αρχή
της δημιουργίας, το σημείο εκείνο που ακολουθεί τη θεογονία, δηλαδή τη γένεση
των θεών. Είναι χαρακτηριστικό πως στην αρχαιοελληνική μυθολογική σκέψη υπάρχει
μόνον θεογονία, και όχι κοσμογονία, όπως σε άλλες μυθολογίες ή στην
εβραιοχριστιανική Γένεση. Αντίθετα από τον Ησίοδο, που στη Θεογονία του
αναφέρει, μετά τη δημιουργία των θεών, την ύπαρξη των ανθρώπων χωρίς να εξηγεί
πώς πλάστηκαν και από ποιον, ο Πρωταγόρας μεταφέρει το κέντρο του ενδιαφέροντος
στον άνθρωπο. Στον μύθο του, παρακολουθούμε τη διαδικασία με την οποία τα μεν
ζώα "διαμορφώθηκαν", απέκτησαν δηλαδή το καθένα τις δικές του
ιδιότητες, ο δε άνθρωπος απέκτησε τα χαρακτηριστικά εκείνα, τις αρετές, που
συνιστούν τελικά την ανθρώπινη ουσία του. ὅσα πυρὶ καὶ γῇ κεράννυται: Ήταν διαδεδομένη στην αρχαιότητα η
θεωρία για τα τέσσερα στοιχεῖα
(γῆ, πῦρ, ἀήρ, ὕδωρ) από την ανάμειξη των οποίων (σε
ποικίλες αναλογίες) απαρτίζονται και μετασχηματίζονται όλα τα υλικά πράγματα. Ο
Εμπεδοκλής τα ονομάζει ῥιζώματα
(βλ. Παράλληλο Κείμενο 2). Στο κοσμολογικό του έργο Τίμαιος
(53a-b) ο Πλάτων θέτει την ύπαρξη των τεσσάρων στοιχείων πριν και από τη
δημιουργία-μορφοποίηση του κόσμου από τον θεό: «Ως τότε όλα βρίσκονταν σε
κατάσταση άλογη και άμετρη. Τον καιρό που ξεκινούσε η διακόσμηση του σύμπαντος,
η φωτιά, το νερό, η γη και ο αέρας αρχικά παρουσίαζαν ίχνη μόνο της φύσης τους,
δίνοντας την εντύπωση πραγμάτων που έχουν ολοκληρωτικά εγκαταλειφθεί από τον
θεό. Το πρώτο λοιπόν βήμα του Θεού ήταν να τα παραλάβει όπως ήταν τότε και να τα
ανασχηματίσει μέσω συγκεκριμένων μορφών και αριθμών» (μετάφραση Β. Κάλφας). εἱμαρμένη
(μείρομαι: συμμερίζομαι, συμμετέχω· εἵμαρται (απρόσωπο ρήμα): είναι
πεπρωμένο): Για τους αρχαίους Έλληνες (ήδη από τα ομηρικά χρόνια) η εἱμαρμένη είναι η αμάχητη δύναμη,
ισχυρότερη και από τους θεούς, που καθορίζει τη μοίρα (ομόρριζη λέξη) του
κόσμου και των ανθρώπων. Εἱμαρμένος
χρόνος είναι ο αυστηρά προκαθορισμένος. Σύμφωνα με τον Πρωταγόρα, λοιπόν, η
γένεση του κόσμου δεν μπορούσε να συμβεί ούτε νωρίτερα ούτε αργότερα από τότε
που έγινε. γένεσις: Ο όρος αναφέρεται στη διαδικασία με
την οποία κάτι που δεν υπήρχε άρχισε να υπάρχει. Στον κοσμογονικό του μύθο ο
Πρωταγόρας παρουσιάζει τη γένεση του κόσμου ως θεϊκή δημιουργία. Αυτή είναι και
η διδασκαλία του ίδιου του Πλάτωνα στον Τίμαιο (28a κ.ε.). Το σχετικό με τη
δημιουργία κεφάλαιο εισάγεται με τη φράση (29d-e): Λέγωμεν δὴ δι’ ἥντινα αἰτίαν γένεσιν καὶ τὸ πᾶν τόδε ὁ συνιστὰς συνέστησεν [: Ας δούμε, λοιπόν, για ποια
αιτία ο Δημιουργός συνέθεσε το γίγνεσθαι και όλο αυτό το σύμπαν –μετάφραση Β.
Κάλφας]. σῴζω, σωτηρία: Το ρήμα σῴζω σημαίνει σώζω από τον θάνατο,
διατηρώ στη ζωή, διαφυλάττω κάτι σώο και ολόκληρο. Ο Πρωταγόρας αναφέρεται στην
σωτηρίαν των διαφόρων ειδών του ζωικού βασιλείου (και του ανθρώπου) δηλώνοντας
τους τρόπους με τους οποίους αποφεύγεται η εξαφάνισή τους. Η λογική της σωτηρίας
των ειδών θυμίζει σύγχρονες οικολογικές αρχές. ὥρα [η λέξη παράγεται από την ίδια
ινδοευρωπαϊκή ρίζα από την οποία στα αγγλικά παράγεται η λέξη year, το έτος]: α) ορισμένος χρόνος, χρονική περίοδος
που ορίζεται από τους φυσικούς νόμους, περίοδος του έτους, του μήνα, της
ημέρας· β) εποχή του έτους [οι
αρχαίοι Έλληνες διέκριναν τρεις εποχές του χρόνου: το ἔαρ, δηλαδή την άνοιξη, το θέρος, δηλαδή
το καλοκαίρι, και τον χειμῶνα,
ενώ την ὀπώραν, το φθινόπωρο, τη θεωρούσαν
μάλλον ως ακμή του καλοκαιριού]· η ακμή του έτους· μέρος της ημέρας ή του
ημερονυκτίου. Επειδή η λέξη χρησιμοποιούταν ιδιαίτερα για να δηλώσει την
καλύτερη εποχή του χρόνου, κατέληξε επίσης να σημαίνει, όπως η λέξη καιρός, την
κατάλληλη ώρα, τη σωστή στιγμή, όπως ακόμα και την καλή στιγμή της ζωής του
ανθρώπου, δηλαδή τη νεότητα. Στη μυθολογία, οι Ώρες, κόρες του Δία και της
Θέμιδος, ήταν τρεις: η Ευνομία, η Δίκη και η Ειρήνη, προστάτευαν δε τις εποχές
του έτους και τους καρπούς κάθε εποχής, και θεωρούνταν αιτίες της ωριμότητας
και της τελειότητας όλων των φυσικών πραγμάτων, κυρίως δε της ακμής και της
ομορφιάς του ίδιου του ανθρώπου. Ενδεικτικές Δραστηριότητες Α. Τι λέει το κείμενο; 1. Ποια
χαρακτηριστικά συνάγουμε για τους θεούς γενικά και για τον Δία ειδικότερα; Να εντοπίσετε στο κείμενο τα κατάλληλα
σημεία με τα οποία μπορείτε να τεκμηριώσετε την απάντηση. Στο πλαίσιο της μυθικής αλληγορικής
αφήγησης του Πρωταγόρα οι θεοί λειτουργούν περισσότερο ως σύμβολα προκειμένου
να καταστεί πιο εύληπτη η παρουσίαση της τελεολογικής εξελικτικής πορείας των
πραγμάτων. Η δημιουργία των ζώων -και των ανθρώπων-, αν και γίνεται από τους
θεούς, αποτελεί επί της ουσίας απότοκο μιας μακράς εξελικτικής διαδικασίας. Οι
θεοί προϋπάρχουν των ανθρώπων, αλλά έχουν δημιουργηθεί και εκείνοι σε κάποιο
προηγούμενο στάδιο. Η διατύπωση του Πρωταγόρα «Ἐπειδὴ δὲκαὶτούτοις χρόνος ἦλθεν εἱμαρμένος γενέσεως», όταν αναφέρεται στην έλευση της
καθορισμένης από τη μοίρα ώρας για τη γένεση των θνητών πλασμάτων, υποδηλώνει
πως αντιστοίχως είχε προηγηθεί η καθορισμένη ώρα για τη δημιουργία των θεών.
Παρουσιάζονται, έτσι, οι θεοί ως όντα που έχουν γεννηθεί, όπως και οι άνθρωποι,
έστω κι αν προηγήθηκαν αυτών. Διαφαίνεται κατ’ αυτό τον τρόπο η κυριαρχία της
μοίρας έναντι τόσο των θνητών όσο και των θεών. Όλα, άλλωστε, υπακούν στον
απώτερο σκοπό για τον οποίο έχουν δημιουργηθεί και στον οποίο τείνουν
(τελεολογία). Οι θεοί προϋπάρχουν και υπερέχουν των
θνητών όντων, αλλά δεν υιοθετούν ρόλο απόλυτης ευθύνης απέναντι σε αυτά. Δεν
διστάζουν, έτσι, να αναθέσουν την ολοκλήρωση της δημιουργίας των θνητών
πλασμάτων στους Τιτάνες, φανερώνοντας κατ’ αυτό τον τρόπο πως υπηρετούν και
αυτοί μια ανώτερη βούληση. Όργανα της τελεολογίας του σύμπαντος οι θεοί
παραμένουν ανώνυμοι στη διήγηση του Πρωταγόρα, ώστε να διαφανεί πως ο
συγκεκριμένος μύθος εστιάζει στα θνητά όταν και όχι σε αυτούς. Ο μόνος θεός που
κατονομάζεται, ώστε να αναγνωριστεί η πρωτοκαθεδρία του έναντι των άλλων, είναι
ο Δίας, ο οποίος παρουσιάζεται να ελέγχει την εναλλαγή των καιρικών φαινομένων
(«πρὸς τὰς ἐκ Διὸς ὥρας»). Ο Πρωταγόρας ακολουθεί τις
πεποιθήσεις της εποχής του, αποδίδοντας στους θεούς σημαντική δύναμη, αφού
αυτοί δημιουργούν τους ανθρώπους («τυποῦσιν αὐτὰ θεοὶ γῆς ἔνδον»), αλλά τους θέτει κι αυτούς υπό
τον έλεγχο της μοίρας («χρόνος
ἦλθεν εἱμαρμένος γενέσεως»). 2. Ποια
είναι η σχέση μεταξύ Προμηθέα και Επιμηθέα; Ποια είναι η σχέση που έχουν με τους θεούς; Ο Προμηθέας και ο Επιμηθέας ήταν
Τιτάνες∙ παιδιά του Ουρανού και της Γαίας. Οι Τιτάνες, σύμφωνα με τον μύθο,
είχαν επαναστατήσει κατά των θεών του Ολύμπου, αλλά είχαν ηττηθεί. Στη μυθική
αφήγηση του Πρωταγόρα εμφανίζονται να υπηρετούν τις διαταγές των θεών και να
είναι, άρα, υποταγμένοι σε αυτούς. Προμηθεύς < προμηθής (πρό + μῆτις: σκέψη) = προνοητικός, προβλεπτικός. Ἐπιμηθεύς < ἐπί + μῆδος (πληθ. τά μήδεα: σκέψεις,
επινοήσεις, τεχνάσματα) = απερίσκεπτος,
απρονόητος, σκεπτόμενος εκ των υστέρων. Ο Προμηθέας υπερέχει σε επίπεδο σοφίας
και αντίληψης, γι’ αυτό και μοιάζει δεδομένο πως εκείνος θα αναλάβει την ευθύνη
της διανομής των κατάλληλων ιδιοτήτων στα ζώα. Ο Επιμηθέας, ωστόσο, σε μια
προσπάθεια να αποδείξει στον αδερφό του πως έχει τη δυνατότητα να λειτουργήσει
με την αναγκαία πρόνοια και λογική σκέψη, του ζητά να αναλάβει αυτός την ευθύνη
της διανομής. Ο Προμηθέας πείθεται εφόσον υπάρχει η δικλείδα ασφαλείας πως θα
ελέγξει ακολούθως τις επιλογές του Επιμηθέα προκειμένου να διορθώσει εγκαίρως
τυχόν αστοχίες. Ο Επιμηθέας θα φανεί εξαιρετικά προσεκτικός στη σχετική διανομή
κοσμώντας κάθε ζώο με τις αναγκαίες για την επιβίωσή του ιδιότητες. Θα
λησμονήσει, όμως, εντελώς τον άνθρωπο και θα τον αφήσει, έτσι, απροστάτευτο
απέναντι στα άλλα ζώα. Θα πρέπει, βέβαια, να έχουμε κατά νου,
πως η απερισκεψία και η επιπολαιότητα του Επιμηθέα, εξυπηρετούν την οικονομία
του μύθου, αφού καθιστούν αναγκαία την παρέμβαση του Προμηθέα. Κάτι που αν ιδωθεί
πέρα από τα πλαίσια του μύθου, σημαίνει πως οι άνθρωποι αναγκάζονται, για να
επιβιώσουν, να ενεργοποιήσουν το βασικότερο πλεονέκτημά τους έναντι των άλλων
όντων, τη λογική, τις νοητικές τους δηλαδή ικανότητες. Η συμβολή του Προμηθέα,
που θα οδηγήσει στη δημιουργία του ανθρώπινου πολιτισμού, δεν είναι παρά η
συμβολική παράσταση, της πολύχρονης προσπάθειας των ανθρώπων να επιβληθούν στο
φυσικό τους περιβάλλον και να το διαμορφώσουν κατάλληλα για τη δική τους
επιβίωση. 3. Μπορείτε
να σκεφτείτε σε ποια όντα της πανίδας αναφέρονται τα χαρακτηριστικά των ζώων
στο απόσπασμα: νέμων
δὲ τοῖς μὲν […] τῷ γένει πορίζων. Η ποικιλία των χαρακτηριστικών που
αναφέρονται στο συγκεκριμένο απόσπασμα καλύπτει ευρείες κατηγορίες ζώων που
συνεχίζουν να υπάρχουν ακόμη και στις μέρες μας. Πρόκειται ειδικότερα για
μεγάλου μεγέθους φυτοφάγα ζώα, όπως είναι ο ελέφαντας, ο ρινόκερος, το άλογο
κ.ά., γρήγορα στην κίνηση σαρκοβόρα, όπως είναι το λιοντάρι, η τίγρης, ο λύκος
κ.ά., μικρού μεγέθους τρωκτικά, όπως είναι οι σκίουροι, τα ποντίκια κ.ά., καθώς
και τα πτηνά που διασφαλίζουν τη σωτηρία τους με την ικανότητά τους να πετούν.
Ο Πρωταγόρας, βέβαια, δεν κατονομάζει συγκεκριμένα ζώα, τα γνωρίσματα όμως που
τους αποδίδουν είναι οικεία και φέρνουν στη σκέψη του αναγνώστη πλήθος γνωστών
ζώων. Β. Ας εμβαθύνουμε στο νόημα του
κειμένου 1. Με
ποια δεδομένα για την κατάσταση του κόσμου αρχίζει ο μύθος; Πώς συνδέεται με την προσωκρατική φιλοσοφία; Ο Πρωταγόρας τοποθετεί την αφήγησή του
στην αρχή του χρόνου, στην αρχή της δημιουργίας, το σημείο εκείνο που ακολουθεί
τη θεογονία, δηλαδή τη γένεση των θεών. Είναι χαρακτηριστικό πως στην
αρχαιοελληνική μυθολογική σκέψη υπάρχει μόνον θεογονία, και όχι κοσμογονία,
όπως σε άλλες μυθολογίες ή στην εβραιοχριστιανική Γένεση. Αντίθετα από τον
Ησίοδο, που στη Θεογονία του αναφέρει, μετά τη δημιουργία των θεών, την ύπαρξη
των ανθρώπων χωρίς να εξηγεί πώς πλάστηκαν και από ποιον, ο Πρωταγόρας
μεταφέρει το κέντρο του ενδιαφέροντος στον άνθρωπο. Στον μύθο του,
παρακολουθούμε τη διαδικασία με την οποία τα μεν ζώα «διαμορφώθηκαν», απέκτησαν
δηλαδή το καθένα τις δικές του ιδιότητες, ο δε άνθρωπος απέκτησε τα
χαρακτηριστικά εκείνα, τις αρετές, που συνιστούν τελικά την ανθρώπινη ουσία
του. Η μυθική αφήγηση του Πρωταγόρα συνδέεται κυρίως με τις απόψεις του
Εμπεδοκλή, καθώς υιοθετεί τη δική του άποψη πως τα αρχικά στοιχεία ήταν η γη, η
φωτιά, ο αέρας και το νερό. Στην αρχαιότητα ήταν διαδεδομένη αυτή η
θεωρία για τα τέσσερα στοιχεῖα
(γῆ, πῦρ, ἀήρ, ὕδωρ) από την ανάμειξη των οποίων (σε
ποικίλες αναλογίες) απαρτίζονται και μετασχηματίζονται όλα τα υλικά πράγματα. Ο
Εμπεδοκλής τα ονομάζει ῥιζώματα. Ο Αναξίμανδρος (610-546 π.Χ.) τοποθετεί
την αρχή όλων στο άπειρο από το οποίο προέκυψε η δημιουργία της γης, του ήλιου
και των άστρων. Τα τέσσερα κυρίαρχα στοιχεία, κατά τον ίδιο, βρίσκονται στον
πυρήνα κάθε όντος σε πλήρη ισορροπία μεταξύ τους. Ενδιαφέρον, πάντως, έχει η
άποψή του πως τα πρώτα όντα δημιουργήθηκαν στη θάλασσα και ακολούθως
εξοικειώθηκαν με τη διαβίωση στη στεριά. Ειδικότερα, μάλιστα, για τον άνθρωπο
εξέφραζε την άποψη πως αρχικά είχε γεννηθεί από κάποιο άλλο είδος, διότι αλλιώς
δεν θα μπορούσε να επιβιώσει, μιας και τα ανθρώπινα νεογνά χρειάζονται
παρατεταμένη φροντίδα μέχρι να φτάσουν στο σημείο να συντηρούν τον εαυτό τους. Ο Αναξαγόρας (500-428 π.Χ.) θεωρεί πως
η δημιουργία κάθε όντος, όπως και κάθε υλικού, προκύπτει από τη μίξη όλων των
στοιχείων σε διαφορετικές κάθε φορά ποσότητες. Καθετί, δηλαδή, περιέχει μικρή
ποσότητα από καθετί άλλο. Γενικότερα, οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι
θεωρούσαν πως η δημιουργία του κόσμου και των όντων οφειλόταν είτε σε ένα
βασικό υλικό είτε στην ανάμιξη ορισμένων βασικών υλικών. Μεταξύ των
προσωκρατικών φιλοσόφων που απέδιδαν την αρχή στην ύπαρξη μιας ουσίας υπήρχε διαφωνία
για το ποια ήταν αυτή. Ο Θαλής θεωρούσε πως αυτή ήταν το νερό. Ο Αναξίμανδρος
το άπειρο. Αναξιμένης θεωρούσε πως ήταν ο αέρας, ενώ ο Ηράκλειτος υποστήριζε
πως ήταν η φωτιά. Στον αντίποδα αυτών βρίσκονταν οι προσωκρατικοί που θεωρούσαν
πως υπήρχαν περισσότερα βασικά στοιχεία, χωρίς όμως να συμφωνούν στο ποια ήταν
αυτά. Ο Εμπεδοκλής θεωρούσε πως ήταν το νερό, το χώμα (γη), ο αέρας και η
φωτιά. Ο Αναξαγόρας, από την άλλη, θεωρούσε πως επρόκειτο για πλήθος αρχικών
στοιχείων, μεταξύ των οποίων ενέτασσε το δέρμα, τον χρυσό και το ξύλο. 2. Να
σχολιάσετε τη φράση: ταῦτα δὲἐμηχανᾶτο εὐλάβειαν ἔχων μή τι γένος ἀϊστωθείη. Για
ποιον λόγο πρέπει να υπάρξει μέριμνα να μην χαθεί κάποιο γένος; Μπορείτε να τη συνδέσετε με τη θεωρία της
εξέλιξης και με την αντίληψη για την ισορροπία στη φύση; Βασική μέριμνα του Επιμηθέα είναι να
κατανείμει κατά τέτοιο τρόπο τις ιδιότητες στα επιμέρους ζώα, ώστε να
διασφαλιστεί η διαιώνιση όλων. Στο πλαίσιο αυτό τίθεται σε εφαρμογή ο νόμος της
αναπλήρωσης, σύμφωνα με τον οποίο κάθε αδυναμία αναπληρώνεται από κάποια
δυνατότητα, με απώτερο στόχο να υπάρξει μια εσωτερική εξισορρόπηση στο
οικοσύστημα. Κάθε ζώο δημιουργείται και υπάρχει υπηρετώντας μια δική του
σημαντική λειτουργία, γεγονός που καθιστά αναγκαία τη διαιώνιση όλων προκειμένου
να μη διαταραχτεί η ισορροπία στη φύση. Τίθεται, υπ’ αυτή την έννοια, το ζήτημα
πως αν ένα είδος ζώου αφανιστεί, αυτό θα έχει αντίκτυπο στην επιβίωση κάποιου
άλλου, εφόσον η ύπαρξη του ενός υπηρετεί την ύπαρξη του άλλου σε μια ευαίσθητη
ισορροπία αλληλεξάρτησης. Γ. Για τη γλώσσα του κειμένου 1. Ποια
σημασία έχουν στη νεοελληνική οι λέξεις: παραιτούμαι, επίσκεψη, ευλάβεια, επαρκώ, ώρα; Ποια σημασία έχουν στο κείμενο οι λέξεις: παραιτεῖται, ἐπίσκεψαι, εὐλάβεια, ἐπήρκεσε,
ὥρας; Τι
παρατηρείτε για την εξέλιξη της σημασίας των λέξεων; παραιτούμαι: υποβάλλω την παραίτησή
μου, εγκαταλείπω εκουσίως θέση ή αξίωμα επίσκεψη: η μετάβαση στο σπίτι κάποιου
στο πλαίσιο φιλικών ή κοινωνικών σχέσεων ευλάβεια: ο βαθύς σεβασμός για τον Θεό
και οτιδήποτε σχετίζεται με αυτόν επαρκώ: είμαι αρκετός, φθάνω ώρα: μονάδα μέτρησης του χρόνου,
χρονικό διάστημα, συγκεκριμένο σημείο της ημέρας παραιτεῖται: αιτούμαι, ζητώ κάτι ως χάρη από
κάποιον ἐπίσκεψαι:κάνω έλεγχο, επιθεωρώ εὐλάβεια: η μεγάλη προσοχή, η έγνοια ἐπήρκεσε: παρέχω κάτι σε ικανοποιητικό
βαθμό, εφοδιάζω αρκετά ὥρας: μεταβολές του καιρού Οι περισσότερες λέξεις έχουν
διαφοροποιηθεί σημαντικά σε σχέση με την αρχαιοελληνική τους σημασία, ενώ
ορισμένες διατηρούν παραπλήσιο νόημα. 2. Να
εντοπίσετε στο κείμενο τα στοιχεία από τα οποία συντίθενται τα θνητά όντα και
να προσέξετε την πρόταση: ὅσα πυρὶ καὶ γῇ κεράννυται. Ποια
λέξη του κειμένου προσδιορίζει; Με
ποιες άλλες λέξεις συνδέεται νοηματικά; Για ποιον λόγο η αντωνυμία ὅσα
είναι σε ονομαστική; τυποῦσιν αὐτὰ θεοὶ γῆς ἔνδον ἐκ γῆς καὶ πυρὸς μείξαντες καὶ (ἐκ) τῶν ὅσα πυρὶ καὶ γῇ κεράννυται. Οι
θεοί δημιουργούν τα θνητά όντα χρησιμοποιώντας χώμα και φωτιά και όσα
αναμειγνύονται με αυτά, δηλαδή με νερό και αέρα, όπως παρουσίαζε τα στοιχεία
αυτά ο Εμπεδοκλής. Μέσω του συνδέσμου καὶ η δευτερεύουσα αναφορική πρόταση
συνδέεται με τον εμπρόθετο προσδιορισμό της ύλης (ἐκ γῆς καὶ πυρὸς) σχηματίζοντας έναν αντίστοιχο
εμπρόθετο προσδιορισμό ((ἐκ)
τῶν ὅσα πυρὶ καὶ γῇ κεράννυται) και προσδιορίζει τη μετοχή
μείξαντες. Η αντωνυμία που εισάγει τη δευτερεύουσα αναφορική ὅσα τίθεται σε ονομαστική, διότι λειτουργεί
ως υποκείμενο του ρήματος κεράννυται (αττική σύνταξη). 3.
Η πρόταση ὡς πρέπει δηλώνει τον τρόπο που πρέπει να
μοιραστούν οι δυνάμεις. Τι πρόταση είναι; Πρόκειται για μία δευτερεύουσα
αναφορική παραβολική που δηλώνει τρόπο. Εκφέρεται με οριστική, καθώς δηλώνει
κάτι το πραγματικό και αναφέρεται στα απαρέμφατα κοσμῆσαί καὶ νεῖμαι. 4. Ποιο
είναι το αντικείμενο της εὐλάβειας που έχει ο Επιμηθέας; Με
ποιον τρόπο εκφράζεται στο κείμενο; εὐλάβειαν ἔχων μή τι γένος ἀϊστωθείη Η
έγνοια του Επιμηθέα, είναι να μην αφανιστεί κάποιο είδος. Το αντικείμενο αυτής
της μέριμνας εκφράζεται με τη δευτερεύουσα ενδοιαστική πρόταση «μή τι γένος ἀϊστωθείη», η οποία εισάγεται με τον
ενδοιαστική σύνδεσμο μή,
καθώς δηλώνει φόβο μήπως γίνει κάτι το ανεπιθύμητο και εκφέρεται με ευκτική του
πλαγίου λόγου, διότι δηλώνει φόβο υποκειμενικό και αβέβαιο στο παρελθόν. Η
ενδοιαστική πρόταση λειτουργεί ως αντικείμενο στην περίφραση εὐλάβειαν ἔχων. 5. Να
εντοπίσετε στο κείμενο λέξεις και εκφράσεις που επιλέχτηκαν για να ενισχύσουν
τον μυθικό χαρακτήρα της όλης αφήγησης. Ο Πρωταγόρας ξεκινά την αφήγησή του με
μια τυπική φράση που παραπέμπει σε μύθο («Ἦν γάρ ποτε χρόνος») τοποθετώντας με σκόπιμη ασάφεια
την έναρξη της ιστορίας κάποτε στο παρελθόν. Αξιοποιεί μικροπερίοδο λόγο, ώστε
η αφήγηση να δίνεται με απλό και εύληπτο τρόπο («Ἦν γάρ ποτε χρόνος ὅτε θεοὶ μὲν ἦσαν, θνητὰ δὲ γένη οὐκ ἦν»). Κάνει χρήση ποιητικής αδείας με
την παρουσίαση εικόνων που δεν έχουν ρεαλιστικό υπόβαθρο («τυποῦσιν αὐτὰ θεοὶ γῆς ἔνδον»). Επιλέγει τη χρήση ιστορικού Ενεστώτα,
ώστε να ενισχυθεί ο δραματικός και διαχρονικός χαρακτήρας της αφήγησης («παραιτεῖται, νέμει»). Αξιοποιεί, συνάμα, εναλλαγή
ευθέος και πλαγίου λόγου για να ενισχύσει έτι περαιτέρω τη ζωντάνια του
κειμένου («Προμηθέα
δὲ παραιτεῖται Ἐπιμηθεὺς αὐτὸς νεῖμαι, «Νείμαντος δέ μου», ἔφη, «ἐπίσκεψαι»· καὶ οὕτω πείσας νέμει.»). Χρησιμοποιεί κατ’ επανάληψη τον
σύνδεσμο «Ἐπειδὴ» για να δηλώσει την αναγκαιότητα της
χρονικής εξέλιξης του μύθου. Προσδίδει έμφαση σε καίριες πτυχές του μύθου με
την επανάληψη λέξεων που φέρουν σημαντικό νοηματικό βάρος («νεῖμαι, Νείμαντος, νέμει, Νέμων». Παράλληλα κείμενα Ησίοδος,
Θεογονία, 104-136 Ο Ησίοδος (8ος-7ος αι. π.Χ.) στη
Θεογονία εξυμνεί το γένος των αθάνατων θεών. Ξεκινά με ύμνο στις Μούσες και στη
συνέχεια εκθέτει τη γενεαλογία των θεών από τις πρώτες αρχές (το Χάος, τη Γη,
τα Τάρταρα και τον Έρωτα) έως την τελική επικράτησή τους. Του Δία τέκνα χαίρετε και θελκτικό
τραγούδι δώστε. Το ιερό υμνείτε των αθανάτων γένος των
αιώνιων που από τη Γη γεννήθηκαν κι από τον
Ουρανό που ’ναι γεμάτος άστρα, από τη ζοφερή τη Νύχτα, κι όσους
μεγάλωσε ο αλμυρός ο Πόντος. Πέστε πώς έγιναν στην αρχή οι θεοί και
η γη και οι ποταμοί κι ο πόντος ο απέραντος
που ορμάει με το κύμα, τ’ άστρα που λάμπουν κι ο πλατύς ο
ουρανός επάνω. (110) [Κι όσοι απ’ αυτούς θεοί, των αγαθών οι
χορηγοί, γεννήθηκαν.] Και πώς μοιράστηκαν τα πλούτη τους και
τ’ αξιώματα χωρίσανε. Αλλά και πώς πήραν στην αρχή τον Όλυμπο
με τα πολλά φαράγγια. Αυτά πέστε μου Μούσες που κατοικείτε τα
Ολύμπια δώματα, απ’ την αρχή, και πέστε ποιο απ’ αυτά
έγινε πρώτο. Στ’ αλήθεια πρώτα-πρώτα το Χάος έγινε.
Κι ύστερα η πλατύστερνη η Γη, η σταθερή πάντοτε
έδρα όλων των αθανάτων που την κορφή κατέχουνε του χιονισμένου
Ολύμπου, και τα ζοφώδη Τάρταρα στο μυχό της γης
με τους πλατιούς τους δρόμους. Αλλά κι ο Έρωτας που ο πιο ωραίος είναι
ανάμεσα στους αθάνατους θεούς, (120) αυτός που παραλύει τα μέλη και όλων των
θεών κι ανθρώπων την καρδιά δαμάζει μες στα στήθη και τη συνετή
τους θέληση. Κι από το Χάος έγινε το Έρεβος κι η
μαύρη Νύχτα. Κι από τη Νύχτα πάλι έγιναν ο Αιθέρας
και η Ημέρα: αυτούς τους γέννησε αφού συνέλαβε
σμίγοντας ερωτικά με το Έρεβος. Και η Γη γέννησε πρώτα ίσον μ’ αυτή τον Ουρανό που ’ναι γεμάτος άστρα, να
την καλύπτει από παντού τριγύρω και να ’ναι έδρα των μακαρίων θεών
παντοτινά ασφαλής. Γέννησε και τα όρη τα ψηλά, τις όλο
χάρη κατοικίες των θεών Νυμφών που κατοικούνε στα βουνά τα φαραγγώδη,
(130) μα και το πέλαγος το άκαρπο γέννησε που
ορμάει με το κύμα, τον Πόντο, δίχως ζευγάρωμα ευφρόσυνο.
Κι έπειτα ξάπλωσε με τον Ουρανό και γέννησε τον
Ωκεανό το βαθυδίνη τον Κοίο, τον Κρείο, τον Υπερίονα, τον
Ιαπετό, τη Θεία, τη Ρέα, τη Θέμιδα, τη
Μνημοσύνη, τη χρυσοστέφανη τη Φοίβη και την
εράσμια Τηθύ. (μετάφραση Σ. Γκιργκένης) Ενδεικτικές Δραστηριότητες 1. Ποιος
θα αφηγηθεί τη γένεση των όντων στα οποία αναφέρεται το απόσπασμα; Ποιος είναι ο αφηγητής στο πλατωνικό
κείμενο του Πρωταγόρα; Σημαίνει αυτό
κάτι για τη δυνατότητα του ανθρώπου να ερμηνεύει τον κόσμο; Κατά την ομηρική παράδοση, ο Ησίοδος
ζητά καθοδήγηση από τις κόρες του Δία, τις μούσες, προκειμένου να παρουσιάσει
το περιεχόμενο του έργου του. Ο Ησίοδος αναγνωρίζει τους περιορισμούς που έχει
ως θνητός, γι’ αυτό και καλεί σε βοήθεια τις σοφές μούσες προκειμένου να
αποκτήσει το τραγούδι του το αναγκαίο κύρος. Παρά την παράκληση, βέβαια, στις
μούσες και παρά την προσπάθεια του Ησιόδου να αποδώσει σε εκείνες την
«έμπνευσή» του, είναι εκείνος που έχει την ευθύνη της σύνθεσης και του
περιεχομένου. Η σύνδεση του έργου του με μια θεϊκή πηγή δεν αναιρεί την
πραγματικότητα του ποιος συνθέτει τελικά το έργο. Στο κείμενο του Πρωταγόρα,
από την άλλη, ο ίδιος ο σοφιστής αναλαμβάνει εξαρχής την ευθύνη της αφήγησής
του, τονίζοντας, ωστόσο, πως πρόκειται να αξιοποιήσει έναν μύθο προκειμένου να προσεγγίσει
τα ζητήματα, στα οποία αναφέρεται. Η καταφυγή στη μυθική αφήγηση από τον
Πρωταγόρα, όπως και η επίκληση στις μούσες που κάνει ο Ησίοδος, φανερώνουν την
αδυναμία των δημιουργών να καλύψουν τα ζητήματα της κοσμογονίας και της θεογονίας
με πλήρη και τεκμηριωμένο τρόπο. Πρόκειται, άλλωστε, για θέματα που κινούνται
πέρα από το πεδίο της άμεσης γνωστικής εμπειρίας των ανθρώπων. Επιχειρούν,
έτσι, να δώσουν απαντήσεις σε θέματα που ενδιαφέρουν τους συγκαιρινούς τους,
χωρίς όμως να έχουν στη διάθεσή τους επαρκείς γνώσεις ή σαφή κατανόηση των
εμπλεκόμενων εξελικτικών μηχανισμών. 2. Για
ποια όντα υπάρχει δημιουργός; Να
προσέξετε τη διατύπωση και τη σύνταξη των ρημάτων που δείχνουν την εμφάνιση ή
τη δημιουργία των όντων. Σύμφωνα με τον Ησίοδο στο ξεκίνημα του
κόσμου το πρώτο που εμφανίζεται είναι το Χάος, το οποίο δεν έχει κάποιον
δημιουργό, αλλά, όπως αναφέρει ο ποιητής απλώς «έγινε». Αντιστοίχως, χωρίς
άμεσο δημιουργό, εμφανίζονται η Γη, τα Τάρταρα και ο Έρωτας. Ο θεός Έρωτας, αν
και υποτάσσει θεούς και ανθρώπους κάμπτοντας τη θέλησή τους δεν εμφανίζεται να
έχει ο ίδιος απογόνους. Ακολούθως, από το Χάος «έγινε» το Έρεβος και η Νύχτα,
χωρίς να υπάρχει κάποια διαδικασία ερωτικής επαφής. Αντιθέτως, η Νύχτα σμίγει
ερωτικά με το Έρεβος και «γεννά» τον Αιθέρα και την Ημέρα. Η Γη, χωρίς κάποια ερωτική επαφή, γεννά
τον Ουρανό, ο οποίος έχει ίση έκταση με εκείνη, τον Πόντο και τα όρη. Στη
συνέχεια η Γη σμίγει με τον Ουρανό και γεννά τους Τιτάνες, όπως κατά σειρά τους
αναφέρει ο Ησίοδος, τον Ωκεανό, τον Κοίο, τον Κρείο, τον Υπερίονα, τον Ιαπετό,ωτη
Θεία, τη Ρέα, τη Θέμιδα, τη Μνημοσύνη, τη Φοίβη και την Τηθύ. Σε ό,τι αφορά τη γένεση των θεών, ο
Ησίοδος αναφέρει στους εισαγωγικούς στίχους, πως κάποιοι από αυτούς γεννήθηκαν
από την Γη και από τον Ουρανό, κάποιοι από τη Νύχτα, ενώ κάποιους τους «μεγάλωσε»
ο Πόντος. Περισσότερα στοιχεία για τους θεούς δίνονται προφανώς στη συνέχεια της
θεογονίας, αφού αυτό είναι και το κύριο περιεχόμενο του ποιήματος. Εμπεδοκλής,
απόσπασμα 17, 14-30 Ο φιλόσοφος Εμπεδοκλής από τον
Ακράγαντα της Σικελίας (483/2-424/3 π.Χ.) διατύπωσε τη διδασκαλία του σε
ποιητική μορφή. Στο έργο του Περί φύσεως (από το οποίο σώθηκε μικρό μέρος του)
ανέπτυσσε τη φυσική του διδασκαλία. Στο παρακάτω απόσπασμα μιλάει για τις αρχές
των έμβιων όντων και τον κύκλο τους –έναν κύκλο που ίσως αφορά γενικότερα τον
κόσμο, τη γένεση και τη φθορά του. Αλλά εμπρός, άκουε τα λόγια μου, γιατί
η γνώση τον νου αναπτύσσει, όπως είπα και πριν, δηλώνοντας τα όρια
των λόγων μου, (15) και τώρα για δυο καταστάσεις θα μιλήσω:
τη μια το ένα βγήκε απ’ τα πολλά, και την άλλη από το ένα ξεπρόβαλλαν και
έγιναν πολλά, φωτιά, νερό και χώμα και το άπλετο ύψος
του αέρα, και χωριστά από αυτά η ολέθρια Έχθρα
(νεῖκος), ισόρροπα παντού απλωμένη, και η Φιλότητα ανάμεσά τους, ίση μ’
αυτά στο μήκος και στο πλάτος∙ (20) κοίταξέ την με τον νου σου και μην
κάθεσαι με θαμπωμένα μάτια∙ αυτή, πιστεύουν, πως είναι φυτρωμένη
και στα μέλη των θνητών χάρη σ’ αυτήν σκέφτονται φιλικά και
κάνουν πράξεις φιλικές, καλώντας τη Χαρά με το όνομα και
Αφροδίτη∙ αυτή περιφέρεται ανάμεσά τους και
κανείς θνητός δεν το έχει καταλάβει. (25) Εσύ όμως άκου τον αλήθητο σκοπό του
λόγου. Όλ’ αυτά είναι ίσα και συνομήλικα
εξαρχής, αλλά διαφορετική έχει το καθένα
σημασία, κατά το ήθος του καθενός. και διαδοχικά κρατούν την εξουσία,
καθώς γυρίζει ο χρόνος και μετά απ’ αυτά τίποτε δεν
προστίθεται ούτε εξαφανίζεται. (30) (μετάφραση Β. Κύρκος) Ενδεικτικές Δραστηριότητες 1. Ποια
στοιχεία συνθέτουν κάθε ξεχωριστό ον σύμφωνα με το ποίημα του Εμπεδοκλή; Ποια δύναμη χωρίζει τα όντα στα στοιχεία
από τα οποία συντίθενται; Ποια
δύναμη ενώνει τα στοιχεία που συνθέτουν τα όντα; Σύμφωνα με τη διδασκαλία του Εμπεδοκλή,
η οποία γνώρισε σημαντική διάδοση, τα στοιχεία που συνθέτουν κάθε ον είναι η
φωτιά, το νερό, το χώμα και ο αέρας. Με την ανάμιξη των στοιχείων αυτών σε
διαφορετικές κάθε φορά ποσότητες διαμορφώνονται τα επιμέρους όντα. Η ανάμιξη
των στοιχείων αυτών γίνεται υπό την επίδραση της Φιλότητας, την οποία οι
άνθρωποι αποκαλούν Χαρά ή Αφροδίτη. Η Φιλότητα επενεργεί ως μηχανισμός έλξης και
αρμονικής συνύπαρξης τόσο ανάμεσα στα στοιχεία όσο και ανάμεσα στους ίδιους
τους ανθρώπους. Με τη συνδρομή της Φιλότητας, λοιπόν, καθίσταται εφικτή η
ανάμιξη των βασικών στοιχείων και κατ’ επέκταση η δημιουργία των όντων.
Παράλληλα, όμως, με την επενέργεια της Φιλότητας υφίσταται και η δράση της
Έχθρας, η οποία υπάρχει στον κόσμο το ίδιο χρονικό διάστημα με τη Φιλότητα. Η
Φιλότητα ενώνει τα στοιχεία και σηματοδοτεί τη γένεση των όντων, ενώ η Έχθρα
οδηγεί στην αποσύνθεση των στοιχείων και σηματοδοτεί τον θάνατο. Οι δύο αυτές
δυνάμεις συνυπάρχουν και οδηγούν τα στοιχεία σε αλλεπάλληλες γενέσεις και
αλλεπάλληλους θανάτους. Ό,τι ενώνει η Φιλότητα, το αποσυνθέτει η Έχθρα σε
συνεχείς κύκλους δημιουργίας και τέλους. Κατ’ αυτό τον τρόπο οι ισόρροπες αυτές
δυνάμεις κυριαρχούν στον κόσμο και είναι υπεύθυνες τόσο για τη γένεση και τον
θάνατο των όντων όσο και για το ήθος τους, όσο αυτά υπάρχουν. 2. Ποια
είναι η δική σου άποψη για τον τρόπο που ερμηνεύει ο Εμπεδοκλής τη γένεση και
τον θάνατο; Η προσπάθεια του Εμπεδοκλή να
προσεγγίσει σε μια τόσο πρώιμη εποχή τόσο περίπλοκα ζητήματα δύσκολα θα
μπορούσε να οδηγήσει σε μια επιστημονικά τεκμηριωμένη ερμηνεία. Κατορθώνει,
ωστόσο, να δώσει μια απλή εξήγηση αξιοποιώντας στοιχεία γνωστά και οικεία στους
συγκαιρινούς του, με αποτέλεσμα να διαμορφώνει μια πειστική -για την εποχή του-
ερμηνεία. Η θεωρία των τεσσάρων βασικών στοιχείων, αν και απλοϊκή, μοιάζει
ευλογοφανής, εφόσον αναφέρεται στα πλέον συνηθισμένα στοιχεία. Αντιστοίχως, η
ανθρώπινη εμπειρία του έρωτα και της εχθρότητας προσφέρει στον Εμπεδοκλή
προφανή αίτια για το πώς κάτι γεννιέται και πεθαίνει. Εφαρμόζει, δηλαδή, τα όσα
έχει παρατηρήσει γύρω του για να εξηγήσει με εύληπτο τρόπο δύο καταστάσεις που
απασχολούσαν και απασχολούν διαχρονικά τους ανθρώπους. Υπ’ αυτή την έννοια, αν
και δεν οδηγείται σε πιο σύνθετες σκέψεις, όπως ο σύγχρονός του Δημόκριτος, ο
οποίος συνέλαβε την ιδέα πως η ύλη αποτελείται από άτομα, διαμορφώνει μια
θεωρία που γίνεται εύκολα κατανοητή και απαντά σε κρίσιμα ερωτήματα των
ανθρώπων της εποχής του.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου