Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ερωτήσεις ΚΕΕ Γιώργος Ιωάννου «Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς». Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ερωτήσεις ΚΕΕ Γιώργος Ιωάννου «Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς». Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Γιώργος Ιωάννου «Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς»: Να βρείτε μερικά από τα εκφραστικά μέσα / τρόπους του κειμένου που επιτρέπουν να χαρακτηρίσουμε τη γραφή του συγγραφέα ευαίσθητη, αλλά όχι μελοδραματική.

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Vladimir Kush

Γιώργος Ιωάννου «Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς»

Να βρείτε μερικά από τα εκφραστικά μέσα / τρόπους του κειμένου που επιτρέπουν να χαρακτηρίσουμε τη γραφή του συγγραφέα ευαίσθητη, αλλά όχι μελοδραματική.

Ο Ιωάννου παρά το γεγονός ότι έχει ζήσει σε πολύ τραγικές περιόδους της ελληνικής ιστορίας κι έχει βιώσει πολλές τραυματικές εμπειρίες, δεν αφήνει ποτέ το συναισθηματισμό του να ξεπέσει σε μελοδραματισμό. Ο συγγραφέας αυτός γνωρίζει καλά τι σημαίνει πόνος, εντούτοις διατηρεί πάντοτε την αποστασιοποίησή εκείνη που του επιτρέπει να μιλά ακόμη και για τις πιο προσωπικές του πληγές, χωρίς να χάνει τον έλεγχο των συναισθημάτων του. Αποστασιοποίηση, χιούμορ και σαφής επίγνωση πως η ζωή κρύβει πολλή δυστυχία, είναι τα στοιχεία που επιτρέπουν στον Ιωάννου να μην αφήνεται έρμαιο των συναισθημάτων του.
Γι’ αυτό και στο πεζογράφημα που, πέρα από τις επιμέρους θεματικές, ουσιαστικά αποτελεί την καταγραφή της μοναξιάς που βιώνει ο συγγραφέας, δε βρίσκουμε συναισθηματικές εξάρσεις, έστω κι αν πρόκειται για μια κατάσταση που πραγματικά πληγώνει το συγγραφέα. Παρά την κυριαρχία του θέματος των προσφύγων, η αληθινή διάσταση του πεζογραφήματος είναι το παράπονο ενός ανθρώπου που αισθάνεται μόνος του κι αποζητά μια ομάδα στην οποία να μπορέσει να ενταχθεί και ο ίδιος, ώστε να μην είναι πλέον «ολομόναχος, ξένος παντάξενος».
Ο συγγραφέας βρίσκεται στο καφενείο παρατηρώντας τους πρόσφυγες κι αισθάνεται αποκομμένος γιατί κι αυτός είναι πρόσφυγας, αλλά δεν ανήκει κι ούτε το εντάσσουν στην κλειστή κοινωνία τους οι άλλοι πρόσφυγες.
Ο συγγραφέας περπατά στους δρόμους όπου όλοι οι άνθρωποι κινούνται βιαστικά, γελούν, μιλάνε, μα κανείς δεν ενδιαφέρεται για την ύπαρξη εκείνου του μοναχικού ανθρώπου, που όταν σκόπιμα σταματά να κινείται, το ποτάμι των ανθρώπων απλώς τον προσπερνά.
Ο συγγραφέας ζει ξένος, ανάμεσα σε ξένους, στις πολυκατοικίες και στις γειτονιές όπου ένας δεν ξέρει και δε θέλει να γνωρίσει τον άλλο, κι αυτό τον πληγώνει. Γι’ αυτό κι εύχεται να μπορούσε κι εκείνος να ζει σε κάποιον από τους συνοικισμούς των προσφύγων, ώστε να ανήκει κι αυτός σε μια ομάδα ανθρώπων και να μην είναι πια μόνος του.
Η ανάγκη που αισθάνεται ο συγγραφέας να εντοπίσει συνεκτικούς δεσμούς με τους άλλους ανθρώπους, η ανάγκη του να απομακρύνει τη μοναξιά από τη ζωή του, διατρέχουν το κείμενό του και δείχνουν την ευαισθησία της γραφής του.
«Ακούς εκείνες τις φωνές με τη ζεστή προφορά και σου ‘ρχεται ν’ αγκαλιάσεις» Ο συγγραφέας νιώθει μια ιδιαίτερη επαφή με τους πρόσφυγες της πόλης του, μα δεν καταγράφει το συναίσθημα αυτό σε πρώτο πρόσωπο, χρησιμοποιεί δεύτερο πρόσωπο, αποδίδοντας τις δικές του σκέψεις σε κάποιο άλλο πρόσωπο -σε κάθε άλλο πρόσωπο- μιας και με το σχήμα αυτό της προβολής ο συγγραφέας θέλει να δώσει καθολική αξία στα συναισθήματά του.
«Ονόματα από σβησμένους τάχα λαούς και χώρες δειλιάζουν μέσα στο νου» Με την προσωποποίηση των ονομάτων των αρχαίων λαών, ο συγγραφέας θέλει να δείξει την ένταση με την οποία αισθάνεται μέσα του την επαφή με τους ανθρώπους που συναντά και με την ιστορία που κουβαλά καθένας απ’ αυτούς στο αίμα του.
«μεθώ μονάχα και που τα λέω από μέσα μου, καθώς ολοένα βεβαιώνομαι» Με τη μεταφορική χρήση του ρήματος μεθώ, ο συγγραφέας θέλει να δείξει πόσο βαθιά συγκινείται από την αίσθηση ότι συναντά απογόνους αρχαίων και ένδοξων φυλών, οι οποίοι χωρίς καν να το γνωρίζουν συνεχίζουν μια μακραίωνη ιστορία.
«Κάτι σα ζεστό κύμα με σκεπάζει ξαφνικά, θαρρείς και γύρισα επιτέλους στην πατρίδα» Η παρομοίωση: σα ζεστό κύμα, χρησιμοποιείται για να εκφράσει με έμφαση το αίσθημα οικειότητας που πλημμυρίζει το συγγραφέα, κάθε φορά που έρχεται σε επαφή με άλλους πρόσφυγες.
«Τους πληροφορεί το αίμα τους για μένα, όπως και το δικό μου με κάνει να τους κατέχω ολόκληρους» Η προσωποποίηση του αίματος λειτουργεί ώστε να δοθεί με ενάργεια η δύναμη του συνεκτικού δεσμού που υπάρχει μεταξύ των προσφύγων, δε χρειάζεται να γνωρίζουν ο ένας τον άλλο για να αισθανθούν την κοινή τους μοίρα και καταγωγή.
Εντούτοις, παρά την κοινή καταγωγή οι άλλοι πρόσφυγες ποτέ δεν επιμένουν να κρατήσουν το συγγραφέα στις παρέες του κι αυτός συνεχίζει τη μοναχική του πορεία.
«Ολομόναχος, ξένος παντάξενος, χάνομαι στις μεγάλες αρτηρίες.» Ο συγγραφέας δηλώνει τη μοναξιά του και το αίσθημα της αποξένωσης με την επανάληψη της λέξης ξένος, χρησιμοποιώντας την επιτατική της μορφή τη δεύτερη φορά που τη χρησιμοποιεί.
«Ερυθρά και λευκά αιμοσφαίρια σα να κυκλοφορούν.» Με την παρομοίωση αυτή, ο συγγραφέας παρουσιάζει τη συνεχή κίνηση των ανθρώπων, οι οποίοι αδιάφοροι ο ένας για τον άλλο, αποξενωμένοι, βρίσκονται σε μια διαρκή κίνηση που δε σταματά για κανένα λόγο. «Σταματώ πολλές φορές στη μέση του πεζοδρομίου, κι όπως το κούτσουρο που κόβει το νερό, έτσι περιστρέφονται γύρω μου οι διαβάτες.» Ο συγγραφέας νιώθοντας την αδιαφορία των ανθρώπων, πολλές φορές σταματά να περπατά για να διαπιστώσει την αντίδρασή τους και συνειδητοποιεί ότι τον προσπερνούν, όπως το νερό προσπερνά ένα κούτσουρο που μπαίνει στη μέση της πορείας του. Με τον παραλληλισμό που κάνει ο συγγραφέας σχετικά με το κούτσουρο, θέλει να δείξει παραστατικά την αδιάκοπη κίνηση των ανθρώπων που δεν αισθάνονται πλέον την ανάγκη να σταματήσουν για να δουν τι συμβαίνει με το συνάνθρωπό τους. Η μοναξιά και η αποξένωση έχει κατακλύσει την πόλη.
«Μέσα στους ξένους και στα ξένα πράγματα ζω διαρκώς» Ο συγγραφέας με την επανάληψη της λέξης ξένος εκφράζει το κυρίαρχο συναίσθημα στη ζωή του, καθώς αισθάνεται πως πλέον δεν υπάρχει καμία ουσιαστική επαφή με τους ανθρώπους γύρω του.
«Τουλάχιστο, ας ήμουν σ’ ένα προσφυγικό συνοικισμό με ανθρώπους της ράτσας μου τριγύρω.» Η ευχή με την οποία κλείνει το κείμενό του ο Ιωάννου ολοκληρώνει το σχήμα κύκλου του διηγήματος, επανερχόμαστε δηλαδή στην επιθυμία του συγγραφέα να βρίσκεται στους προσφυγικούς συνοικισμούς, και παράλληλα αποκαλύπτει τη μεγάλη ανάγκη του συγγραφέα να μπορέσει κι αυτός να βρεθεί σε μια ομάδα ανθρώπων, όπως αυτή που έχουν σχηματίσει οι άλλοι πρόσφυγες, στην οποία να μπορέσει να ενταχθεί, να σχηματίσει παρόμοια δυνατούς συναισθηματικούς δεσμούς και να πάψει πλέον να είναι μόνος του.

Γιώργος Ιωάννου «Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς»: Ο συγγραφέας αρέσκεται στην περιγραφή του συγκεκριμένου, ενδιαφέρεται για τη λεπτομέρεια.

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Vladimir Kush

Γιώργος Ιωάννου «Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς»

Ο συγγραφέας αρέσκεται στην περιγραφή του συγκεκριμένου, ενδιαφέρεται για τη λεπτομέρεια. Σε ποια σημεία του κειμένου χρησιμοποιείται εντονότερα αυτή η τεχνική;

Η ιδιαίτερη φροντίδα του Ιωάννου για τη λεπτομέρεια και το συγκεκριμένο γίνεται εμφανής στις αναφορές που κάνει ο συγγραφέας στους πρόσφυγες. Όπως μας εξηγεί στο κείμενό του, έχει τόσο εξασκηθεί στην αναγνώριση των προσφύγων, προφανώς μέσα από τη συνεχή παρατήρησή τους, ώστε μπορεί να τους αναγνωρίσει έστω κι από μια γραμμή του σώματός τους. «Όπου κι αν είμαι, τον Πόντιο, ας πούμε, τον διακρίνω από μακριά∙ κι από μια γραμμή του κορμιού του μονάχα.» Ο Ιωάννου, όντας κι ο ίδιος πρόσφυγας, αισθάνεται μια στενή σχέση με τους πρόσφυγες της Θεσσαλονίκης, γι’ αυτό κι έχει ασχοληθεί πολύ με τους τόπους προέλευσής τους και με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε φυλής. Μπορεί από το χρώμα των μαλλιών τους, από το σχήμα του προσώπου τους, από το σώμα ή την ομιλία τους, να αναγνωρίσει τον τόπο καταγωγή τους. Τη δυνατότητά του αυτή, που αποκαλύπτει το ενδιαφέρον του για τη λεπτομέρεια, την αποδεικνύει ο Ιωάννου αναφέροντας μία προς μία τις φυλές των προσφύγων καθώς και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που έχει η καθεμία από αυτές.

Γιώργος Ιωάννου «Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς»: Θα μπορούσατε να χαρακτηρίσετε το συγκεκριμένο αφήγημα ως μια μικρογραφία της καθημερινότητας και του περίγυρου;

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Vladimir Kush

Γιώργος Ιωάννου «Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς»

Θα μπορούσατε να χαρακτηρίσετε το συγκεκριμένο αφήγημα ως μια μικρογραφία της καθημερινότητας και του περίγυρου; Να αιτιολογήσετε τη γνώμη σας.

Η τάση του Ιωάννου να εστιάζει την προσοχή του στα γεγονότα της καθημερινότητας, και η φροντίδα του στην ανάδειξη των απλών ανθρώπων ως πρωταγωνιστών στα κείμενά του, είναι έκδηλη και στο παρόν πεζογράφημα. Η αφήγηση μας δίνει εικόνες από τη ζωή στους προσφυγικούς συνοικισμούς, αλλά και από τα κεντρικότερα σημεία της πόλης, διατηρώντας όμως σταθερά το ενδιαφέρον του αφηγητή επικεντρωμένο στην απόδοση της καθημερινότητας. Ο αφηγητής δεν αναζητά το εντυπωσιακό ούτε το σπουδαίο, παρατηρεί τους απλούς ανθρώπους, ανατρέχει στην ιστορία της καταγωγής τους και προβληματίζει με την αποξένωση που επικρατεί στις κεντρικές περιοχές της πόλης. Μα περισσότερο γοητεύεται από τη ζωή στους απομονωμένους συνοικισμούς, οι οποίοι ενδεχομένως στα μάτια οποιουδήποτε άλλου να μοιάζουν με μη προνομιούχες συνοικίες, αλλά στα μάτια του αφηγητή συγκεντρώνουν την ουσία της ζωής. Δέσιμο μεταξύ των ανθρώπων, οικειότητα, κοινή καταγωγή, κοινές μνήμες και το κυριότερο μια διάθεση για συμπόρευση που δεν υπάρχει στις «καλές» περιοχές της πόλης. Ο αφηγητής θαυμάζει την ικανότητα των προσφύγων να διατηρούν αλώβητη την ανθρωπιά τους και γι’ αυτό τους αφιερώνει τις σελίδες του πεζογραφήματός του, θέλοντας να αναδείξει πόση ομορφιά και πόση ζεστασιά μπορεί να βρει κανείς σ’ αυτούς του υποβαθμισμένους συνοικισμούς, όπου όμως οι άνθρωποι δεν έχουν ξεχάσει να ζουν μαζί και να μοιράζονται τις χαρές και τις πίκρες τους.

Γιώργος Ιωάννου «Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς»:Ποιες εικόνες της καθημερινής ζωής αποτελούν την αφόρμηση του πεζογραφήματος;

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Vladimir Kush

Γιώργος Ιωάννου «Μες στους Προσφυγικούς Συνοικισμούς»

Ποιες εικόνες της καθημερινής ζωής αποτελούν την αφόρμηση του πεζογραφήματος; Ποιο είναι το θεματικό του κέντρο;


Ο αφηγητής βρίσκεται σ’ ένα καφενείο κάποιου προσφυγικού συνοικισμού της Θεσσαλονίκης και κοιτάζει τα παιδιά του συνοικισμού που παίζουν μπάλα, ενώ παράλληλα πλησιάζει η ώρα που θα σχολάσουν από τη δουλειά τους και οι μεγάλοι και θα αρχίσουν να καταφτάνουν κι αυτοί στην περιοχή για να γυρίσουν στα σπίτια τους. Τα παιδιά που παίζουν και οι μεγάλοι που επιστρέφουν κουρασμένοι από τη δουλειά αποτελούν τις εικόνες που δίνουν την αφορμή στον αφηγητή για να μας παρουσιάσει τις σκέψεις του, καθώς τόσο τα παιδιά όσο και οι μεγάλοι αποτελούν μέλη της κοινότητας των προσφύγων. Ο αφηγητής παρατηρεί τους ρυθμούς που ακολουθεί η ζωή στους προσφυγικούς συνοικισμούς και βλέπει τους ανθρώπους των συνοικισμών που έχουν διατηρήσει τα στοιχεία της καταγωγής τους τόσο στην εμφάνισή τους όσο και στις μεταξύ τους σχέσεις και αισθάνεται αποκομμένος από τους δεσμούς που κρατούν τόσο αρμονικά σ’ επαφή τους πρόσφυγες των συνοικισμών.
Θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι παρόλο που ο Ιωάννου ήταν παιδί προσφύγων, δεν κατοικούσε σε κάποιον συνοικισμό γιατί οι δικοί του είχαν έρθει στη Θεσσαλονίκη προτού γίνουν οι μεγάλες μετακινήσεις των πληθυσμών. Ο Ιωάννου δεν κατοικεί επομένως σε κάποιον από τους συνοικισμούς και γι’ αυτό εντάσσει τον εαυτό του στους διεσπαρμένους, σ’ αυτούς δηλαδή τους πρόσφυγες που κατοικούν σε διάφορα μέρη της πόλης και όχι κοντά στους υπόλοιπους που έχουν συγκεντρωθεί σε συνοικισμούς.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...