Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παράλληλα κείμενα για το «Μελαγχολία του Ἰάσονος Κλεάνδρου∙ Ποιητοῦ ἐν Κομαγγηνῇ∙ 595 μ.Χ.». Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παράλληλα κείμενα για το «Μελαγχολία του Ἰάσονος Κλεάνδρου∙ Ποιητοῦ ἐν Κομαγγηνῇ∙ 595 μ.Χ.». Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Oscar Wilde «Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκραίυ» ως παράλληλο για το «Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Oscar Wilde «Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκραίυ» ως παράλληλο για το «Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου»

«Και τώρα, καθώς στεκόταν και ατένιζε το απείκασμα της ομορφιάς του, η περιγραφή έλαμψε εμπρός του με σάρκα και οστά. Αλήθεια θα ερχόταν μια μέρα που το πρόσωπό του θα ήταν μαραμένο και γεμάτο ρυτίδες, τα μάτια του θαμπά και άχρωμα, η χάρη του κορμιού του σωσμένη και παραμορφωμένη. Η πορφύρα, θα χανόταν από τα χείλη του και το χρυσάφι θα έσβηνε από τα μαλλιά του. Η ζωή που θα έπλαθε την ψυχή του έμελλε να ρημάξει το κορμί του. Θα γινόταν άχαρος, απαίσιος και τρομακτικός.
Καθώς τα συλλογιζόταν όλα αυτά, ένας οξύς πόνος τον διαπέρασε σαν μαχαίρι, κάνοντας και την τελευταία ίνα του κορμιού του να ριγήσει. Τα μάτια του σκούρυναν, πήραν το χρώμα του αμέθυστου και σκεπάστηκαν από αχλύ δακρύων. Ένιωσε ένα χέρι από πάγο να πλακώνει την καρδιά του.
... Τί θλιβερό! μουρμούρισε ο Ντόριαν Γκραίυ, ενώ τα μάτια του είχαν κολλήσει στην εικόνα του εαυτού του. Τί θλιβερό! Εγώ θα γεράσω, θα γίνω απαίσιος και φρικαλέος, αλλά το πορτραίτο θα μείνει πάντα νέο. Ποτέ δεν θα γεράσει παραπάνω από τούτη τη μέρα του Ιουνίου... Αχ, να μπορούσε να γίνει ανάποδα! Να ήμουν εγώ εκείνος που θα μείνει πάντα νέος και το πορτραίτο αυτό που θα γερνά! Γι’ αυτό... γι’ αυτό... θα ‘δινα τα πάντα. Ναι δεν υπάρχει τίποτε στον κόσμο που δεν θα έδινα. Θα έδινα και την ψυχή μου ακόμα!
[Μετάφραση: Δημήτρης Γ. Κίκιζας]

Ο νεαρός Ντόριαν Γκραίυ, αντικρίζοντας το πορτραίτο του, σκέφτεται όσα προηγουμένως του έχει πει ο Λόρδος Χένρυ για το πέρασμα της νεότητας και για την ασχήμια των γηρατειών. Συνειδητοποιεί, λοιπόν, με πόνο πως σύντομα η ομορφιά του θα χαθεί, το πρόσωπό του θα γεμίσει ρυτίδες και το σώμα του θα παραμορφωθεί, κι ενώ τώρα είναι νέος και όμορφος, με το πέρασμα των χρόνων θα γίνει απαίσιος και τρομακτικός.
Η συνειδητοποίηση αυτή τον αναστατώνει βαθύτατα και τον ωθεί να κάνει μια παράδοξη ευχή. Εύχεται, αντί για εκείνον να γερνά το πορτραίτο του, κι ο ίδιος να παραμείνει για πάντα νέος, απρόσιτος από το φθοροποιό πέρασμα του χρόνου. Είναι, μάλιστα, έτοιμος να δώσει καθετί προκειμένου να πραγματοποιηθεί η ευχή του, ακόμη και την ψυχή του!
Ο τρόμος με τον οποίο ο Ντόριαν Γκραίυ αντιμετωπίζει την προοπτική του γήρατος και τη σωματική ασχήμια που το συνοδεύει, μας παραπέμπει σε μια παρόμοια διατύπωση απελπισίας από τον Κωνσταντίνο Καβάφη, στο ιδιαίτερο ποίημά του «Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου· ποιητού εν Kομμαγηνή· 595 μ.X.».
Ο Ιάσωνας Κλεάνδρου, το προσωπείο του Καβάφη, βιώνοντας ήδη τις τραγικές συνέπειες του γήρατος, παρομοιάζει τον ψυχικό πόνο, που του προκαλεί η φθορά της μορφής του, με μια φρικτή πληγή από μαχαίρι:
«Το γήρασμα του σώματος και της μορφής μου
είναι πληγή από φρικτό μαχαίρι.»
Την ίδια αίσθηση έχει και ο νεαρός Ντόριαν Γκραίυ, ο οποίος στη σκέψη και μόνο των γηρατειών, νιώθει να τον διαπερνά ένας οξύς πόνος, σαν από μαχαίρι. Οι δύο ήρωες -παρά το γεγονός ότι ο ένας είναι ακόμη νέος και ο άλλος βρίσκεται ήδη στην ηλικία της φθοράς- αντιλαμβάνονται τα γηρατειά ως μια άκρως επώδυνη κατάσταση, καθώς ο ερχομός τους σημαίνει τη μόνιμη απώλεια της νεότητας.
Η νεότητα τόσο για τον Καβάφη, όσο και για τον Όσκαρ Ουαϊλντ, αποτελεί ύψιστη αξία, καθώς είναι η μόνη περίοδος στη ζωή του ανθρώπου που η ομορφιά βρίσκεται στην πλήρη ακμή της και κάποιος μπορεί να απολαύσει κάθε χάρη και ηδονή της ζωής, ανεμπόδιστα.
Βέβαια, και οι δύο λογοτέχνες κατανοούν πως η πολύτιμη περίοδος της νεότητας είναι εξαιρετικά εφήμερη και πως αυτό αποτελεί την αναπόφευκτη μοίρα όλων των ανθρώπων, γι’ αυτό και στρέφονται στην τέχνη τους, με την ελπίδα να αποτρέψουν ή να λησμονήσουν έστω και για λίγο τον πόνο των γηρατειών.
Ο ποιητής Ιάσωνας Κλεάνδρου προσφεύγει στην ποίηση:
«Εις σε προστρέχω Τέχνη της Ποιήσεως,
που κάπως ξέρεις από φάρμακα·
νάρκης του άλγους δοκιμές, εν Φαντασία και Λόγω.»
Με τη βοήθεια της τέχνης του, ο Ιάσωνας προσδοκά να ξεχάσει, έστω και προσωρινά τον αποτροπιασμό που αισθάνεται για τη γερασμένη του μορφή. Χάρη στα φάρμακα της Ποιητικής Τέχνης, τη Φαντασία και το Λόγο, ο ποιητής ελπίζει να απομακρύνει για λίγο τη σκέψη του από τον πόνο που αισθάνεται. Με τη φαντασία του να δημιουργεί νέους κόσμους -όπου ακόμη και μια σύντομη επιστροφή στο παρελθόν δε θα ήταν ανέφικτη- και με τη συνεχή πάλη του ποιητή με το λεκτικό του εργαλείο, καθώς επιχειρεί να βρει τις κατάλληλες λέξεις για να αποδώσει τις σκέψεις του και τις διαδρομές της φαντασίας του, κατορθώνει να λησμονήσει το φρικτό παρόν του.
Από την άλλη, Όσκαρ Ουαϊλντ παρουσιάζει τον ήρωά του να εύχεται να γερνά στη θέση του το πορτραίτο του, ενώ ο ίδιος να παραμένει για πάντα νέος. Μια παράδοξη ευχή, που, χάρη στη φαντασία του συγγραφέα, θα πραγματοποιηθεί, προσφέροντας στον Ντόριαν Γκραίυ τη δυνατότητα να δοθεί άμετρα σε κάθε απόλαυση, χωρίς να φοβάται τη φθορά του χρόνου.
Η ευχή του Ντόριαν Γκραίυ πάντως, λειτουργεί όπως και η προσφυγή του Ιάσωνα Κλεάνδρου στην Ποιητική Τέχνη, ως μια απέλπιδα προσπάθεια αποφυγής μιας αναπόφευκτης κατάστασης. Ακόμη κι ο Ντόριαν Γκραίυ που είδε την ευχή του να πραγματοποιείται, συνειδητοποιεί στο τέλος το ανούσιο της επιθυμίας του για αέναη νεότητα.
«Η ομορφιά του ήταν αυτή που τον κατέστρεψε, η ομορφιά του και η νιότη για την οποία είχε προσευχηθεί. Αν δεν ήταν αυτά τα δύο, η ζωή του μπορεί να μην είχε την παραμικρή κηλίδα τώρα. Η ομορφιά του δεν ήταν παρά ένα προσωπείο, η νιότη του σκέτη κοροϊδία. Τί είναι η νιότη, ακόμη και στην καλύτερη περίπτωση; Ένας καιρός άγουρος, χλωρός, ένας καιρός ρηχών διαθέσεων και νοσηρών σκέψεων. Η νιότη τον κατέστρεψε.» 

Νάσος Βαγενάς «Μελαγχολία Γραμματικού» ως παράλληλο για το «Μελαγχολία του Ιάσονος Κλεάνδρου»

Γιάννης Κοντός «Το φαρμακείο» ως παράλληλο για το «Μελαγχολία του Ιάσονος Κλεάνδρου»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Philippe Fernandez

Γιάννης Κοντός «Το φαρμακείο» ως παράλληλο για το «Μελαγχολία του Ιάσονος Κλεάνδρου»

Το φαρμακείο

Είμαι ευτυχισμένος όταν ακούω μουσική και κατοικώ στο παλιό φαρμακείο, με τις πορσελάνες, τα φάρμακα, το λίγο φως. Κάθομαι και ζυγίζω ποσότητες φαρμάκων και λέξεων – εκτελώ πολλές φορές ανύπαρκτες συνταγές – όμως δουλεύω με συνέπεια και υπομονή υποδειγματική. Ακίνητος κοιτάζω πίσω από το θαμπό τζάμι τους περαστικούς. Περιμένω να ανοίξει η πόρτα, να ακουστεί το κουδουνάκι, να σηκώσω με κόπο το ημίπληκτο πόδι μου, να το σύρω μέχρι την είσοδο και να χαμογελάσω στον πελάτη. Όπως ανοίγει η πόρτα μπαίνουν μέσα άλλες εποχές – προηγούμενες και επόμενες – και χάνω για λίγο την ισορροπία μου. Τη βρίσκω αμέσως. Αρχίζω να παιδεύω πάλι τη ζυγαριά και το σώμα μου. Χρόνια διανυκτερεύω. Έχω να κοιμηθώ χιλιάδες ώρες. Πίνω όλα τα φάρμακα (ποιήματα) που φτιάχνω και δε λέω να πεθάνω. Μάλλον δυναμώνω. Φοράω το μαύρο παλτό, το μαύρο κεφάλι. Έξω χιονίζει, δεν ακούει κανείς.

(Ανωνύμου Μοναχού)

Στο ξεχωριστό Φαρμακείο που δημιουργεί ο ποιητής Γιάννης Κοντός, ο φαρμακοποιός λειτουργεί ως σύμβολο όλων των ποιητών. Ο φαρμακοποιός που διανυκτερεύει εδώ και χρόνια, είναι ο ίδιος ο ποιητής, αλλά είναι και κάθε ποιητής που σεβόμενος την τέχνη του παραμένει σε πλήρη επαγρύπνηση, έτοιμος να υπηρετήσει κάθε νέα ποιητική ιδέα που ενδέχεται να προσέλθει ανά πάσα στιγμή. Οι πελάτες – ιδέες εισέρχονται στο φαρμακείο, δημιουργώντας μια στιγμιαία αναστάτωση στον ποιητή, καθώς οι ιδέες αυτές δεν αναφέρονται απαραίτητα στο παρόν, αντλούνται είτε από το παρελθόν (οι εμπειρίες και τα συναισθήματα που για χρόνια ζυμώνονται έως ότου είναι έτοιμες να μετουσιωθούν σε ποιητικό λόγο) είτε αναφέρονται στο μέλλον (ο ποιητής βιώνοντας τις παρούσες συνθήκες ενδέχεται να διαισθανθεί τη μελλοντική εξέλιξη των πραγμάτων).
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι ο ποιητής παρουσιάζει τα ποιήματα ως φάρμακα, στοιχείο που μας παραπέμπει στο ποίημα του Καβάφη «Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου ποιητού εν Κομμαγηνή∙ 595 μ.Χ.». Όπως ο Καβάφης ζητά από την Τέχνη της Ποιήσεως να του προσφέρει ανακούφιση με τα φάρμακά της, έτσι και ο Κοντός αντιλαμβάνεται τα ποιήματα ως ένα συνδυασμό λέξεων και φαρμάκων. Για τον Καβάφη η αναλγητική δύναμη της Ποιήσεως προκύπτει από την απορρόφηση του ποιητή στον κόσμο της φαντασίας και την ενασχόλησή του με τις λέξεις που απαιτούνται για τη δημιουργία του ποιήματος. Η αφοσίωση του ποιητή στον κόσμο των ιδεών, των λέξεων και της φαντασίας προσφέρει μια, πρόσκαιρη έστω, ανακούφιση από τον πόνο που του προκαλεί το αναπότρεπτο γήρασμα του σώματός του. Παρομοίως ο Γιάννης Κοντός βλέπει τα ποιήματα ως φάρμακα, καθώς κάθε ποίημα έρχεται ως απάντηση, ως μέσο κατευνασμού, κάποιας ανησυχίας του ποιητή. Η ποιητική ιδέα δεν είναι παρά μια εσωτερική αναστάτωση, ένας αναβρασμός της ψυχής, που δεν κατευνάζεται παρά με την καταγραφή και διαμόρφωση της ιδέας αυτής σε ποιητικό λόγο. Τα ποιήματα, επομένως, λειτουργούν θεραπευτικά για τους ποιητές, υπό την έννοια ότι προσφέρουν, έστω και προσωρινά, μια διέξοδο για τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς τους.
Τα φάρμακα – ποιήματα, όχι μόνο δεν σκοτώνουν τον ποιητή – φαρμακοποιό, αλλά αντιθέτως τον ενδυναμώνουν, μιας και η δράση τους είναι αναλγητική και συνάμα προσφέρει στον ποιητή την ικανοποίηση της δημιουργίας και της επίτευξης.

Νάσος Βαγενάς «Μελαγχολία Γραμματικού» ως παράλληλο για το «Μελαγχολία του Ιάσονος Κλεάνδρου»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Salvador Dali

Νάσος Βαγενάς «Μελαγχολία Γραμματικού» ως παράλληλο για το «Μελαγχολία του Ιάσονος Κλεάνδρου»

«Καθώς ολοένα βουλιάζουμε στο γήρασμα
του σώματος, της μορφής μας κ.τ.λ.
ή στο βαθύ αναπότρεπτο της μοίρας μας
(σε ελπίδες και σε άλλα κατάλοιπα),

χρειαζόμαστε σωσίβια για να επιπλεύσουμε,
φουσκωμένες λέξεις που να μας κρατούν στα κύματα,
όπως τα σκοτεινά, τ’ αβύθιστα ρήματα
της Πυθίας, που δεν μπορούσαν να τα διαψεύσουνε».

Σχόλιο Ευδόξου του γραμματικού μετά την ανάγνωση
στίχων του Ιάσονος Κλεάνδρου του Κομμαγηνού,
ελεγειακών, σχετικών με την άνωση
του ποιητικού λόγου (αλλά εν μέρει και του κοινού).

Ο Βαγενάς στο ποίημα «Μελαγχολία Γραμματικού» συνδιαλέγεται με το ποίημα του Καβάφη, όχι μόνο σχολιάζοντας το περιεχόμενό του και χρησιμοποιώντας παρόμοιο τίτλο, αλλά και μιμούμενος το ύφος γραφής του Καβάφη καθώς και την τεχνική του. Ο Βαγενάς υιοθετεί εδώ το προσωπείο του γραμματικού Ευδόξου, όπως ο Καβάφης υιοθετεί το προσωπείο του Ιάσονος Κλεάνδρου, και μας παρουσιάζει τις σκέψεις και τα συναισθήματα που του προκαλούν οι στίχοι του καβαφικού Ιάσονα.
Μίμηση της καβαφικής τεχνικής αποτελεί και η τελευταία στροφή του ποιήματος όπου ο ποιητής αποκαλύπτει πως οι στίχοι που προηγήθηκαν ήταν σχόλιο του Ευδόξου του γραμματικού. Ενδεικτικά θυμίζουμε την τελευταία στροφή από το ποίημα «Αιμιλιανός Μονάη, Αλεξανδρεύς, 628-655 μ.Χ.» του Καβάφη:

«Ρήματα της καυχήσεως του Αιμιλιανού Μονάη.
Άραγε να ‘καμε ποτέ την πανοπλία αυτή;
Εν πάση περιπτώσει, δεν την φόρεσε πολύ.
Είκοσι επτά χρονώ, στην Σικελία πέθανε.»

Ο Βαγενάς πέρα από τη μίμηση του ύφους και της τεχνικής του Καβάφη, χρησιμοποιεί ως προσωπείο του έναν αλεξανδρινό φιλόλογο, έναν γραμματικό, κινούμενος στην προσφιλή στον Καβάφη ελληνιστική εποχή και αντλώντας ουσιαστικά από το υλικό των καβαφικών ηρώων –θυμίζουμε, για παράδειγμα, το καβαφικό «Λυσίου Γραμματικού Τάφος».
Ο γραμματικός Εύδοξος -ο φιλόλογος και ποιητής Βαγενάς- διαβάζοντας το ποίημα του Καβάφη, αισθάνεται πως ο μόνος τρόπος για να διαφύγουμε τον πόνο που μας προκαλεί το γήρασμα του σώματος και της μορφής, το μόνο μέσο για να γλιτώσουμε από τις μάταιες ελπίδες στις οποίες καταφεύγουμε μπροστά στο φόβο για το αναπόφευκτο της μοίρας μας, είναι οι λέξεις. Λέξεις ισχυρές που θα μπορέσουν να μας κρατήσουν στην επιφάνεια, μακριά από την απόγνωση και την παραίτηση, λέξεις σκοτεινές, όπως οι χρησμοί της Πυθίας, τις οποίες κανείς δε θα μπορεί να αμφισβητήσει. Ο γραμματικός Εύδοξος, ως φιλόλογος, εναποθέτει τις ελπίδες του στις λέξεις, όπως ο Ιάσωνας Κλέανδρος, ως ποιητής, εναποθέτει τις δικές του στην ποίηση.
Η απάντηση του γραμματικού Ευδόξου στην απελπισία που προκαλεί το γήρασμα του σώματος, είναι η καταφυγή στις λέξεις. Οι λέξεις για έναν φιλόλογο, για έναν γραμματικό, αποτελούν το αντικείμενο της καθημερινής του ενασχόλησης, το χώρο όπου κινείται διαρκώς και εν τέλει το χώρο στον οποίο αποζητά την παραμυθία μπροστά στην τραγική επίγνωση της φθοράς που αναπότρεπτα επέρχεται σε κάθε άνθρωπο. Ο Εύδοξος -Βαγενάς- δεν επικαλείται την ποιητική λειτουργία των λέξεων, όπως ο Καβάφης, αλλά τις λέξεις στην αναφορική -κυριολεκτική- τους χρήσης, ως φορείς ιδεών που θα μπορέσουν να μας στηρίξουν και να μας διαφυλάξουν από τον πόνο και την απελπισία που προκαλεί το σαρωτικό πέρασμα του χρόνου.
Ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι ο Βαγενάς σχολιάζει τους στίχους του Ιάσονος Κλεάνδρου ως ελεγειακούς, το οποίο με την έννοια που έδιναν οι αλεξανδρινοί φιλόλογοι στον όρο, σημαίνει «θρηνητικούς». Ο Βαγενάς εκλαμβάνει το ποίημα του Καβάφη ως θρηνητικό κι αυτόν τον θρήνο έρχεται να επιβεβαιώσει με το δικό του ποίημα, επισφραγίζοντας έτσι την αίσθηση του Καβάφη πως με τους στίχους του αυτούς εκφράζει μια ανησυχία κοινή σε πολλούς ανθρώπους.

Ου. Σαίξπηρ «Σονέτο 77»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Reem Nazir

Κωνσταντίνος Καβάφης «Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου, ποιητού εν Κομμαγηνή· 595 μ.Χ..»

Ου. Σαίξπηρ «Σονέτο 77»

Τα νιάτα πώς διαβαίνουν θα σου πει ο καθρέφτης,
και το ρολόι πώς φεύγουν οι ακριβές στιγμές σου·
τη σκέψη σου οι λευκές σελίδες θα κρατήσουν,
κι απ’ ό,τι γράψεις ένα δίδαγμα θα πάρεις.
Πιστά ρυτίδες ο καθρέφτης θα σου δείξει,
που κάποιους τάφους ανοιχτούς θα σου θυμίσουν,
και θα σε μάθει αργός ο ίσκιος στο ρολόι
πώς προχωρεί προς την αιωνιότητα ο Χρόνος.
Πρέπει να εμπιστευθείς σε τούτα τ’ άδεια φύλλα
όσα η ανάμνησή σου δεν μπορεί να σώσει·
και κάποτε θα δεις μεγάλα αυτά τα τέκνα
της σκέψης σου, που έτσι ξανά θα τη γνωρίσεις.
Όσες φορές κοιτάξεις τον καθρέφτη, το ρολόι,
θα ωφεληθείς· και θα γεμίζουν οι σελίδες.

Πώς συνδέονται ο Χρόνος, τα Γηρατειά και η Ποίηση στο παραπάνω ποίημα; Να το παραβάλετε με το ποίημα του Καβάφη Μελαγχολία του Ιάσωνος Κλεάνδρου, ποιητού εν Κομμαγηνή· 595 μ.Χ..


Παράλληλα κείμενα για το «Μελαγχολία του Ἰάσονος Κλεάνδρου∙ Ποιητοῦ ἐν Κομαγγηνῇ∙ 595 μ.Χ.»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Νίκος Εγγονόπουλος

Παράλληλα κείμενα για το «Μελαγχολία του Ἰάσονος Κλεάνδρου∙ Ποιητοῦ ἐν Κομαγγηνῇ∙ 595 μ.Χ.»

Κατά τές συνταγές ἀρχαίων Ἑλληνοσύρων μάγων

«Ποιο απόσταγμα να βρίσκεται από βότανα
γητεύματος» είπ’ ένας αισθητής,
«ποιο απόσταγμα κατά τες συνταγές
αρχαίων Ελληνοσύρων μάγων καμωμένο
που για μια μέρα (αν περισσότερο
δεν φθάν’ η δύναμίς του), ή και για λίγην ώρα
τα είκοσι τρία μου χρόνια να με φέρει
ξανά∙ τον φίλον μου στα είκοσι δύο του χρόνια
να με φέρει ξανά – την εμορφιά του, την αγάπη του.

«Ποιο απόσταγμα να βρίσκεται κατά τες συνταγές
αρχαίων Ελληνοσύρων μάγων καμωμένο
που, σύμφωνα με την αναδρομήν,
και την μικρή μας κάμαρη να επαναφέρει.»

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης 1931

Το λόγο σε αυτό το ποίημα παίρνει ένας αισθητής, ένας εστέτ, ένας άνθρωπος δηλαδή που θεωρεί το ωραίο υπέρτατο αγαθό, και αποζητά μια μαγική λύση για την επαναφορά της νεότητάς του. Ο ποιητής εδώ μεταθέτει την επιθυμία επιστροφής της νιότης σε έναν αισθητή, χωρίς να τον ονομάζει, επιτρέποντα έτσι στον αναγνώστη να εικάσει ότι αυτός που αναζητά το απόσταγμα των Ελληνοσύρων μάγων δεν είναι άλλος από τον ίδιο τον Καβάφη. Η μετάθεση των σκέψεων του ποιήματος σε κάποιο άλλο πρόσωπο γίνεται από τον ποιητή αφενός για να αποδεσμεύσει τον εαυτό του από τη ματαιοδοξία που εκφράζεται σε αυτό κι αφετέρου για να δώσει μια αίσθηση καθολικότητας στην ανάγκη που αισθάνεται ο αισθητής να έχει μια δεύτερη ευκαιρία στη νεότητα. Παρά το ανέφικτο της εκφραζόμενης επιθυμίας ο ποιητής γνωρίζει ότι με τους στίχους αυτούς αποτυπώνει τη σκέψη πολλών ανθρώπων, καθώς η ευχή να μπορούσαν να επιστρέψουν τα νιάτα διατρέχει τη λογοτεχνία μας από τη δημοτική ποίηση μέχρι τους σύγχρονους λογοτέχνες και αποτελεί ουσιαστικά κάτι που απασχολεί τους περισσότερους ανθρώπους από τη στιγμή που θα χάσουν την ανεκτίμητη νεότητα.
Η επιθυμία του ποιητή είναι να γυρίσει ξανά στα είκοσι τρία του χρόνια και μαζί του να επανέλθει και ο αγαπημένος του στα είκοσι δύο του χρόνια, ώστε να μπορέσουν να ζήσουν ξανά τον έρωτά τους, τη στιγμή ακριβώς που η νεότητα χαρίζει απλόχερα την ομορφιά. Το μέσο που θα μπορούσε ίσως να κάνει πραγματικότητα αυτό το θαύμα είναι κάποιο απόσταγμα Ελληνοσύρων μάγων. Με την αναφορά στους Ελληνοσύρους μάγους και τα γητεύματα ο Καβάφης δίνει στο ποίημα μια αναγκαία χρονική μετάθεση, ώστε να αποδοθεί αποτελεσματικότερα η ευχή αυτή σε κάποιο πρόσωπο του παρελθόντος, τότε που η μαγεία αποτελούσε αποδεκτή λύση για κάθε παράδοξη ανάγκη. Επιπλέον το ποίημα αποκτά μια αίσθηση ανατολίτικου μυστηρίου, μιας και η σκέψη ότι θα μπορούσε ποτέ να επανέλθει η νεότητα μόνο στα πλαίσια της μαγείας και του υπερφυσικού θα ήταν δυνατό να εκφραστεί.
Σημαντική είναι η αναφορά του ποιητή στη διάρκεια που θα μπορούσε να έχει αυτό το θαύμα, μια μέρα μόνο ή έστω και λίγες στιγμές. Στο σημείο αυτό κρύβεται όλη η απόγνωση του ανθρώπου που έχει χάσει πια τα νιάτα του και νιώθει ότι θα γινόταν ευτυχισμένος έστω κι αν για λίγες μόλις στιγμές μπορούσε να είναι νέος ξανά. Τώρα που ο ποιητής δεν είναι πια νέος έρχεται να εκτιμήσει σε απόλυτο βαθμό την αξία της νεότητας, αλλά και του έρωτά του. Απελπισμένος πια, ζητά έστω και για λίγη ώρα να μπορούσε να επιστρέψει στο παρελθόν και τότε θα μπορούσε να βιώσει με όλη του την ψυχή κάθε πολύτιμο λεπτό αυτού του θείου δώρου, που είναι η νεότητα.
Η σκέψη ότι η νεότητα με την ομορφιά που προσφέρει καθώς και η απόλαυση του νεανικού έρωτα, αποτελούν υπέρτατα αγαθά, αποτελεί βασική θεματική στο έργο του Καβάφη, ο οποίος συχνά δείχνει να βασανίζεται καθώς βλέπει τα χρόνια του να περνούν. Την ίδια άλλωστε σκέψη εκφράζει και στο αριστουργηματικό «Μελαγχολία του Ἰάσονος Κλεάνδρου∙ Ποιητοῦ ἐν Κομαγγηνῇ∙ 595 μ.Χ.». Στο ποίημα αυτό υιοθετεί ένα ακόμη προσωπείο, αποδίδοντας τις δικές του ανησυχίες σε έναν πλασματικό ποιητή τον Ιάσονα Κλέανδρο. Ο Ιάσονας Κλέανδρος βλέπει τον εαυτό του να γερνά, τη μορφή του να αλλοιώνεται και τις χαρές της νεότητας να τον εγκαταλείπουν και αισθάνεται πως ο πόνος του γήρατος μοιάζει με πληγή από φρικτό μαχαίρι. Εδώ το πρωταγωνιστικό πρόσωπο δεν αποζητά τη λύση σε κάποιο μαγικό απόσταγμα αλλά σε μια απόλυτη ιδέα για τον Καβάφη, την τέχνη της ποίησης. Η ποίηση θα βοηθήσει τον ήρωα του ποιήματος να ξεχαστεί έστω και για λίγο από τον πόνο που τον κατατρέχει και θα μπορέσει με τη βοήθεια της φαντασίας και του λόγου να αναδημιουργήσει στιγμές νεότητας ή τουλάχιστον θα μπορέσει να αφήσει κατά μέρος τις επώδυνες σκέψεις και θα βυθιστεί στην πρόσκαιρη λήθη που χαρίζει η δημιουργία.
Κοινό σημείο και στα δύο ποιήματα είναι η θλίψη που βασανίζει τον άνθρωπο που έχοντας χάσει τη νεότητα δεν μπορεί παρά να αναπολεί την ομορφιά, τον έρωτα και την ευτυχία που είχε κάποτε. Ο ποιητής συγκλονίζεται από τη φθορά του σώματός του, από την απώλεια της ομορφιάς των νιάτων και αποζητά μια λύση, όσο εφήμερη κι αν είναι αυτή. Στο ένα ποίημα καταφεύγει στα μαγικά αποστάγματα κι εκφράζει την επιθυμία να μπορούσε να επιστρέψει έστω και για λίγο στα χρόνια της νεότητας, ενώ στο άλλο καταφεύγει στη μόνη σταθερή πηγή παρηγοριάς και δικαίωσης που υπάρχει στη ζωή του, την ποίηση. Ο Καβάφης πιστεύει ακράδαντα ότι η Τέχνη της Ποιήσεως αποτελεί το μοναδικό στοιχείο της ζωής του που μπορεί να του προσφέρει την πολύτιμη δυνατότητα να ξεχάσει για λίγο την απελπισία του και να περάσει κάποιες ώρες χαμένος μέσα στη δίνη της δημιουργικότητας. Το ταξίδι στη φαντασία, η ενασχόληση με τις λέξεις και η χαρά της δημιουργίας είναι στοιχεία που για χρόνια ομόρφυναν τη ζωή του ποιητή και πάντοτε επιστρέφει στην τέχνη του για να μπορέσει να γευτεί στιγμές λησμονιάς αλλά και διαχρονικής δημιουργίας.
Η Τέχνη της Ποιήσεως δεν είναι για τον Καβάφη μόνο το μέσο για να επαναφέρει μνήμες νεότητας και να ξεχάσει τον καημό του, είναι παράλληλα το μέσο που θα του διασφαλίσει την επαφή με το μέλλον, τη συνέχεια και γιατί όχι μια χωρίς τέλος ύπαρξη. Τις σκέψεις αυτές τις εκφράζει ο ποιητής στο ποίημα «Πολύ σπανίως»

Πολύ σπανίως

Είν’ ένας γέροντας. Εξηντλημένος και κυρτός,
σακατεμένος απ’ τα χρόνια, κι από καταχρήσεις,
σιγά βαδίζοντας διαβαίνει το σοκάκι.
Κι όμως σαν μπει στο σπίτι του να κρύψει
τα χάλια και τα γηρατειά του, μελετά
το μερτικό που έχει ακόμη αυτός στα νειάτα.

Έφηβοι τώρα τους δικούς του στίχους λένε.
Στα μάτια των τα ζωηρά περνούν η οπτασίες του.
Το υγιές, ηδονικό μυαλό των,
η εύγραμμη, σφιχτοδεμένη σάρκα των,
με την δική του έκφανσι του ωραίου συγκινούνται.

Κωνσταντίνος Καβάφης 1913

Σε αντίθεση με το «Κατά τες συνταγές αρχαίων Ελληνοσύρων μάγων», το οποίο ο Καβάφης έγραψε δύο χρόνια προτού πεθάνει, το «Πολύ σπανιώς» το συνέθεσε σε ηλικία πενήντα ετών, όταν ακόμη ήταν σε ηλικία ακμής. Εντούτοις, ο ποιητής αυτός είχε πάντοτε αφενός το φόβο του χρόνου που περνάει, κι αφετέρου μια ιδιαίτερη συναίσθηση της ποιητικής του αξίας, ώστε να θεωρεί δεδομένη τη διάδοση και αποδοχή του έργου του.
Στο ποίημα αυτό ο ηλικιωμένος ποιητής – η μελλοντική εικόνα του Καβάφη – βιώνει με πόνο τη φθορά του σώματός του, κρύβει την ασχήμια των γηρατειών του, αλλά κρατά ως πολύτιμη παρηγοριά τη σύνδεσή του με τους νέους που επιτυγχάνεται μέσω της ποίησής του. Παρά το γεγονός ότι ο ίδιος γερνά και δεν μπορεί πια να εκθέτει τον εαυτό του, βλέπει με χαρά ότι το έργο του συνεχίζει μια δική του πορεία, λειτουργώντας ως μέσο αισθητικής απόλαυσης για τους ωραίους νέους. Μπορεί δηλαδή να αντιλαμβάνεται ο ποιητής των 50 ετών ότι δεν υπάρχει για εκείνον καμία άλλη πορεία πέρα από το αντιαισθητικό γήρασμα του σώματος, που σύντομα θα τον αναγκάζει να κρύβεται από τα μάτια των ανθρώπων, αλλά διατηρεί ως μόνη πηγή χαράς το γεγονός ότι η ομορφιά και η νεότητα που κατόρθωσε να απαθανατίσει στους στίχους του θα συνεχίσουν για πολύ καιρό μετά από αυτόν να εξάπτουν τη φαντασία των νέων και να αποτελούν γι’ αυτούς πηγή απόλαυσης. Η σκέψη ότι με τα δικά του λόγια, με τους δικούς του στίχους και τις δικές του εικόνες θα μπορεί να επηρεάζει τους νέους και να τους προκαλεί μια αισθητική έξαψη, αποτελεί για τον ποιητή μια μοναδική παρηγοριά.
Ενώ στα δύο προηγούμενα ποιήματα το ζητούμενο ήταν η επαναφορά της νεότητας ή τουλάχιστον λίγες πολύτιμες στιγμές λήθης, εδώ ο ποιητής αναγνωρίζει ότι παρά το δικό του γήρας, το έργο του θα παραμείνει διαχρονικά νεανικό και θα συνεχίζει να απολαμβάνεται από τους ωραίους νέους που τόσο συχνά μαγνήτισαν τη σκέψη του.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...