Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Κωνσταντίνος Καβάφης «Αριστόβουλος»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Rene Capone

Κωνσταντίνος Καβάφης «Αριστόβουλος»

Κλαίει το παλάτι, κλαίει ο βασιλεύς,
απαρηγόρητος θρηνεί ο βασιλεύς Ηρώδης,
η πολιτεία ολόκληρη κλαίει για τον Aριστόβουλο
που έτσι άδικα, τυχαίως πνίχθηκε
παίζοντας με τους φίλους του μες στο νερό.

Κι όταν το μάθουνε και στ’ άλλα μέρη,
όταν επάνω στην Συρία διαδοθεί,
κι από τους  Έλληνας πολλοί θα λυπηθούν·
όσοι ποιηταί και γλύπται θα πενθήσουν,
γιατ’ είχεν ακουσθεί σ’ αυτούς ο Aριστόβουλος,
και ποια τους φαντασία για έφηβο ποτέ
έφθασε τέτοιαν εμορφιά σαν του παιδιού αυτού·
ποιο άγαλμα θεού αξιώθηκεν η Aντιόχεια
σαν το παιδί αυτό του Ισραήλ.

Οδύρεται και κλαίει η Πρώτη Πριγκηπέσσα·
η μάνα του η πιο μεγάλη Εβρέσσα.
Οδύρεται και κλαίει η Aλεξάνδρα για την συμφορά.—
Μα σαν βρεθεί μονάχη της αλλάζει ο καϋμός της.
Βογγά· φρενιάζει· βρίζει· καταριέται.
Πώς την εγέλασαν! Πώς την φενάκισαν!
Πώς επί τέλους έγινε ο σκοπός των!
Το ρήμαξαν το σπίτι των Aσαμωναίων.
Πώς το κατόρθωσε ο κακούργος βασιλεύς·
ο δόλιος, ο φαύλος, ο αλιτήριος.
Πώς το κατόρθωσε. Τι καταχθόνιο σχέδιο
που να μη νοιώσει κ’ η Μαριάμμη τίποτε.
Αν ένοιωθε η Μαριάμμη, αν υποπτεύονταν,
θάβρισκε τρόπο το αδέρφι της να σώσει·
βασίλισσα είναι τέλος, θα μπορούσε κάτι.
Πώς θα θριαμβεύουν τώρα και θα χαίρονται κρυφά
η μοχθηρές εκείνες, Κύπρος και Σαλώμη·
η πρόστυχες γυναίκες Κύπρος και Σαλώμη.—
Και νάναι ανίσχυρη, κι αναγκασμένη
να κάνει που πιστεύει τες ψευτιές των·
να μη μπορεί προς τον λαό να πάγει,
να βγει και να φωνάξει στους Εβραίους,
να πει, να πει πώς έγινε το φονικό. 

Αριστόβουλος Γ΄ (Ιωνάθαν) (; - 35 π.Χ.)
Ασμοναίος πρίγκιπας και αρχιερέας των Ιουδαίων (35), ήταν γιος του Αλεξάνδρου Β΄ της Ιουδαίας και της Αλεξάνδρας -κόρης του Υρκανού Β΄-, και αδερφός της Μαριάμμης, της γυναίκας του Ηρώδη του Μεγάλου. Αναδείχθηκε αρχιερέας των Ιουδαίων από το γαμπρό του Ηρώδη ο οποίος απομάκρυνε από τον αρχιερατικό θρόνο τον αρχιερέα Ανανήλ. Ο νεαρός νέος αρχιερέας Αριστόβουλος κέρδισε γρήγορα την αγάπη του λαού και γι’ αυτό θεωρήθηκε επικίνδυνος αντίπαλος από τον Ηρώδη, που διέταξε να τον πνίξουν στο λουτρό του.

Ηρώδης ο Μέγας (73-4 π.Χ.)
Βασιλιάς των Ιουδαίων (37-4 π.Χ.), ιουδαϊκής καταγωγής. Γιος του στρατηγού Αντίπατρου ή Αντίπα, υπηρετούσε στην αυλή του ηγεμόνα-αρχιερέα Ιωάννη Υρκανού Β΄, όπου είχε αποκτήσει μεγάλα αξιώματα, όπως του διοικητή της Γαλιλαίας (47-40). Το 40, μετά την εισβολή των Πάρθων στην Ιουδαία, ο Ηρώδης κατέφυγε στη Ρώμη και με την εύνοια του φίλου του Ρωμαίου πολιτικού ηγέτη Μάρκου Αντωνίου ονομάστηκε βασιλιάς της Ιουδαίας. Ο Ηρώδης επικράτησε οριστικά στη χώρα του το 37, όταν με τη βοήθεια ρωμαϊκού εκστρατευτικού σώματος κατέλαβε τα Ιεροσόλυμα και έκανε σύζυγό του την Ασμοναία πριγκίπισσα Μαριάμμη Α΄. Κατά τη διάρκεια του ρωμαϊκού Εμφυλίου πολέμου ο Ηρώδης υποστήριξε το Μάρκο Αντώνιο και τον Οκταβιανό (Αύγουστο), ενώ αργότερα υποστήριξε τον πρώτο στον αγώνα του εναντίον του δευτέρου. Μετά την επικράτησή του, ο Οκταβιανός εκτιμώντας τον Ηρώδη για τη συνεπή υποστήριξή του προς τον ηττημένο Μάρκο Αντώνιο, τον αντάμειψε αναγνωρίζοντας το βασιλικό του αξίωμα και προσαυξάνοντας τα εδάφη του.
Ο Ηρώδης, θαυμαστής του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού, ευεργέτησε με οικοδομήματα πολλές ελληνικές και ελληνιστικές πόλεις. Χρημάτισε μάλιστα και πρόεδρος των Ολυμπιακών Αγώνων. Αλλά και στο εσωτερικό της χώρας του επέδειξε ασυνήθιστη οικοδομική δραστηριότητα κοσμώντας την Παλαιστίνη με ωραιότατα κτίσματα ελληνικού και ρωμαϊκού ρυθμού (θέατρα, γυμναστήρια, φρούρια κτλ.). Για να αποκτήσει μάλιστα τη συμπάθεια του ιουδαϊκού λαού, ο οποίος τον μισούσε γιατί, ανάμεσα στα άλλα ακολουθούσε και φιλορωμαϊκή πολιτική, ανοικοδόμησε στα Ιεροσόλυμα νέο, μεγαλοπρεπέστατο ναό, στο λόφο που ήταν κτισμένος παλιότερα και ο πασίγνωστος ναός του Σολομώντα και μετά την καταστροφή του ο ναός του Ζοροβάβελ.
Ο Ηρώδης, ηγεμόνας εξαιρετικά ικανός και ευφυής αλλά και σκληρός, καχύποπτος και διεστραμμένος, προσβλήθηκε στο τέλος της ζωής του από μανία καταδίωξης, με αποτέλεσμα να θανατώσει πολλούς δημόσιους άνδρες, τη σύζυγό του Μαριάμμη με τα περισσότερα μέλη της οικογένειάς της, καθώς και τρία παιδιά του. Σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη (Ματθ., 2), τον τελευταίο χρόνο της βασιλείας του γεννήθηκε ο Ιησούς Χριστός και λίγο μετά ο Ηρώδης διέταξε τη σφαγή των αθώων αρρένων νηπίων της Βηθλεέμ. Πέθανε λίγους μήνες αργότερα από οδυνηρή ασθένεια.

Μακκαβαίοι
Ονομασία μεγάλης και δυναμικής οικογένειας της Ιερουσαλήμ κατά τους τελευταίους προχριστιανικούς χρόνους, η οποία διακρίθηκε για τους συνεχείς αγώνες της για τη διάσωση της πατρώας θρησκείας και της ελευθερίας της ιουδαϊκής λατρείας από την καταπιεστική πολιτική της δυναστείας των Σελευκιδών. Η ονομασία τους προέρχεται από τον Ιούδα, τριτότοκο γιο του ιερέα και αρχηγού της οικογένειας Ματταθία, ο οποίος προσωνυμήθηκε πρώτος Μακκαβαίος (από το εβραϊκό μακκαμπά = σφύρα, σφυροκοπώ). Κατά τον Ιώσηπο, ο προπάππος του αρχηγού της οικογένειας των Μακκαβαίων ονομαζόταν Ασμών, γι’ αυτό και τα μέλη της οικογένειας ονομάζονταν Ασμοναίοι.
Ο αρχηγός της οικογένειας ιερέας Ματταθίας, οι γιοι και οι εγγονοί του εκφράζουν μια ολόκληρη περίοδο της ιστορίας του μεταγενέστερου ιουδαϊσμού, αφού οι αγώνες για την ελευθερία της λατρείας δεν ήταν άσχετοι προς τα εθνικά οράματα του ιουδαϊσμού. Η αφετηρία των αγώνων συνδέεται με τη σθεναρή αντίδραση του ιερέα Ματταθία εναντίον της πολιτικής του βασιλιά της Συρίας Αντιόχου Δ΄ του Επιφανούς (175-164 π.Χ.), ο οποίος επιδίωκε την εκρίζωση της ιουδαϊκής θρησκείας με την επιβολή της εθνικής θρησκείας και βεβήλωσε τον Ναό με την τοποθέτηση στο θυσιαστήριο των ολοκαυτωμάτων λίθινου βωμού του Ολυμπίου Διός, προς τιμήν του οποίου τέλεσε και θυσία (168 π.Χ.). Η αντίδραση του Ματταθία προκάλεσε την ένοπλη εξέγερση των Ιουδαίων. Μετά τον θάνατο του Ματταθία (166 π.Χ.) η αρχηγία περιήλθε, σύμφωνα με την επιθυμία του πατέρα τους, στον τριτότοκο Ιούδα, ο οποίος είχε διακριθεί από τους άλλους τέσσερεις γιους του για τις στρατηγικές ικανότητες και την πολεμική του αρετή στους αγώνες εναντίον του στρατού των Σελευκιδών της Συρίας. Μετά από μακροχρόνιους αγώνες και σημαντικές επιτυχίες, ο Ιούδας έγινε κύριος της Ιερουσαλήμ, αποκάθαρε τον Ναό από τη βεβήλωση και εξασφάλισε σχετική ελευθερία της ιουδαϊκής λατρείας (162). Το 161 νίκησε τον Νικάνορα, αλλά, τελικά, φονεύθηκε σε μάχη εναντίον του Βακχίδη (160). Τον διαδέχθηκε ο νεώτερος αδερφός του Ιωνάθαν (160-143 π.Χ.), ο αποκαλούμενος και Απφούς. Ο Ιωνάθαν, παρά τις περιορισμένες στρατηγικές του ικανότητες, διακρινόταν για τα διπλωματικά του χαρίσματα και κατόρθωσε όχι μόνο να τονώσει το φρόνημα των Ιουδαίων, αλλά και να εκμεταλλευθεί τις εσωτερικές έριδες των Σελευκιδών για να κατοχυρώσει την πολιτική και τη θρησκευτική ανεξαρτησία του λαού του. Ο Ιωνάθαν έγινε και ο ιδρυτής της αρχιερατικής δυναστείας των Μακκαβαίων ή Ασμοναίων με την ανάληψη από την οικογένειά του και του αρχιερατικού αξιώματος.
Η αιχμαλωσία και η θανάτωση του Ιωνάθαν έφερε στην εξουσία τον δευτερότοκο γιο του Ματταθία Σίμωνα (143-135 π.Χ.), ο οποίος εκμεταλλεύθηκε με διπλωματία τις έριδες του Δημητρίου Β΄ και του Τρύφωνος για να πετύχει πλήρη φορολογική απαλλαγή, να επεκτείνει την κυριαρχία του σε άλλες σημαντικές πόλεις και να εξασφαλίσει την ευημερία του λαού του. Το 141 π.Χ. ανακηρύχθηκε εθνάρχης από γενική λαϊκή συνέλευση και εγκαταστάθηκε ισόβιος αρχιερέας και στρατηγός. Οι προσπάθειες των Σελευκιδών να ανακτήσουν την επιρροή τους στην Παλαιστίνη με τις πρωτοβουλίες του Αντιόχου Ζ΄ αποκρούστηκαν από τους γιους του Σίμωνος, ο οποίος όμως δολοφονήθηκε από τον γαμπρό του στρατηγό Πτολεμαίο μαζί με τους δυο γιους του Ιούδα και Ματταθία. Τελικά, η εξουσία περιήλθε στον άλλο γιο του, Ιωάννη τον Υρκανό Α΄ (135-105 π.Χ.), ο οποίος συνέχισε με επιτυχία τους αγώνες των Μακκαβαίων. Τον διαδέχτηκε ο γιος του Αριστόβουλος Α΄ (105-104 π.Χ.), ο οποίος έλαβε και τον βασιλικό τίτλο. Διάδοχός του ήταν ο αδελφός του Αλέξανδρος ο Ιανναίος (104-78 π.Χ.), ο οποίος νυμφεύθηκε τη χήρα του Αριστοβούλου Αλεξάνδρα. Η Αλεξάνδρα διαδέχθηκε τον σύζυγό της (78-69 π.Χ.), μετά δε τον θάνατό της ξέσπασε η διαμάχη των γιων της Αριστοβούλου Β΄ και Υρκανού Β΄. Τελευταίος ηγεμόνας της οικογένειας των Ασμοναίων ή Μακκαβαίων υπήρξε ο γιος του Αριστοβούλου Β΄ Αντίγονος, ο οποίος θανατώθηκε από τον Μάρκο Αντώνιο, σύμφωνα με την επιθυμία του Ηρώδη του Μεγάλου (37 π.Χ.).
Η οικογένεια των Μακκαβαίων προσέφερε μεγάλες υπηρεσίες στον ιουδαϊκό λαό σε κρίσιμες στιγμές για τη διατήρηση της εθνικής και της θρησκευτικής αυτονομίας του.

Το ποίημα

Κλαίει το παλάτι, κλαίει ο βασιλεύς,
απαρηγόρητος θρηνεί ο βασιλεύς Ηρώδης,
η πολιτεία ολόκληρη κλαίει για τον Aριστόβουλο
που έτσι άδικα, τυχαίως πνίχθηκε
παίζοντας με τους φίλους του μες στο νερό.

Ο Κωνσταντίνος Καβάφης δημιουργεί εδώ ένα ακόμη έξοχο ποίημα πολιτικής για να παρουσιάσει με έμφαση το πόσο διαφορετικός είναι ο κόσμος των προσώπων εξουσίας. Η ανθρώπινη ζωή, που τόσο εκτιμάται και προστατεύεται από τους απλούς πολίτες, χάνει πλήρως την αξία της όταν μπαίνει εμπόδιο -ή μοιάζει να μπαίνει εμπόδιο- στη διαφύλαξη της εξουσίας. Έτσι, ο Ηρώδης που δείχνει σε όλους να θρηνεί απαρηγόρητος το χαμό του Αριστόβουλου, στην πραγματικότητα είναι εκείνος που καθ’ υπόδειξη της μητέρας του, Κύπρου και της αδελφής του, Σαλώμης, διέταξε τη δολοφονία του νεαρού αρχιερέα που είχε κερδίσει την αγάπη και των σεβασμό του λαού.
Ολόκληρη η πολιτεία θρηνεί με ειλικρινή πόνο τον θάνατο του Αριστόβουλου, για τον οποίο έχουν την εντύπωση πως πνίγηκε εντελώς τυχαία παίζοντας με τους φίλους του μες στο νερό. Οι πολίτες -που αγνοούν τη δόλια ανάμειξη του Ηρώδη- νομίζουν πως βρίσκονται αντιμέτωποι μ’ ένα τραγικό ατύχημα, μ’ ένα μοιραίο παιχνίδι της τύχης. Ενώ ο Ηρώδης, που ξέρει πόσο δύσκολο είναι να κρατηθεί κανείς στην εξουσία, δεν έχει καμία απολύτως εμπιστοσύνη στην τύχη, γι’ αυτό και αμέσως μόλις διαπιστώνει την αύξηση της δημοτικότητας του νεαρού Αριστόβουλου φροντίζει να απαλλαγεί από αυτόν.
Ο Αριστόβουλος, που από τη μεριά της μητέρας του Αλεξάνδρας συνδέεται με την ιστορική οικογένεια των Μακκαβαίων, αντιμετωπίζεται από τον Ηρώδη και τη δική του μητέρα ως ένας ιδιαίτερα επικίνδυνος αντίπαλος, παρά το νεαρό της ηλικίας του, διότι μπορεί στην πορεία να κερδίσει -είτε το επιδιώξει είτε όχι- τη θερμή υποστήριξη των Ιουδαίων. Κι ο Ηρώδης που γνωρίζει καλά πως σε ό,τι αφορά την εξουσία δεν θα πρέπει τίποτε να αφήνεται στην τύχη, επιλέγει να τερματίσει βιαίως τη ζωή του νεαρού που μετά το θάνατο του Αντίγονου είχε απομείνει ο τελευταίος συνεχιστής της οικογένειας των Μακκαβαίων.    

Κι όταν το μάθουνε και στ’ άλλα μέρη,
όταν επάνω στην Συρία διαδοθεί,
κι από τους  Έλληνας πολλοί θα λυπηθούν·
όσοι ποιηταί και γλύπται θα πενθήσουν,
γιατ’ είχεν ακουσθεί σ’ αυτούς ο Aριστόβουλος,
και ποια τους φαντασία για έφηβο ποτέ
έφθασε τέτοιαν εμορφιά σαν του παιδιού αυτού·
ποιο άγαλμα θεού αξιώθηκεν η Aντιόχεια
σαν το παιδί αυτό του Ισραήλ.

Ο Αριστόβουλος δολοφονείται, όχι γιατί δεν υπήρξε ένας καλός άνθρωπος, αλλά διότι λόγω του αίματός του ήταν ένας από τους Μακκαβαίους. Χωρίς να έχει δώσει κανένα δικαίωμα στον Ηρώδη για ν’ ανησυχεί, χωρίς να έχει διεκδικήσει ποτέ κάτι έξω από τα όρια που του έθεσε ο βασιλιάς, καταδικάζεται μόνο και μόνο για όσα σημαίνει η οικογένειά του για τους Ιουδαίους∙ καταδικάζεται λόγω της δυναμικής που θα μπορούσε ενδεχομένως να αποκτήσει κάποτε στο μέλλον.
Σε αντίθεση όμως με την απάνθρωπη αυτή λογική του Ηρώδη, που δεν διακινδυνεύει να αφήσει κανένα ενδεχόμενο ανοιχτό, ο ποιητής στρέφει την προσοχή του αναγνώστη σε μια πιο ανθρώπινη πτυχή του Αριστόβουλου. Ο νεαρός, λοιπόν, πέρα από το γεγονός ότι ήταν μέλος της οικογένειας των Μακκαβαίων, ήταν πολύ περισσότερο ένας νέος έξοχης ομορφιάς∙ ένας νέος που κοσμούσε με το κάλλος του ετούτο τον κόσμο, ξεπερνώντας σε αρτιότητα οτιδήποτε θα μπορούσε κανείς να φανταστεί και οτιδήποτε είχε δημιουργηθεί μέχρι τότε από τεχνίτες και καλλιτέχνες.
Ο Καβάφης απογυμνώνει τον Αριστόβουλο από εκείνα τα στοιχεία που τόσο επίφοβα φάνηκαν στον Ηρώδη, και τον παρουσιάζει ως έναν νέο άνθρωπο που με την ομορφιά του είχε κινητοποιήσει τη φαντασία και την έμπνευση ποιητών και γλυπτών. Του αφαιρεί την ασχήμια της πολιτικής εξουσίας και τον αφήνει μόνο με την ωραιότητα της ανθρώπινης φύσης του, προκειμένου να τονίσει ακόμη περισσότερο τη σκληρότητα του Ηρώδη. Εκεί που ο βασιλιάς έβλεπε έναν μελλοντικό αντίπαλο μεγάλης δύναμης και επιρροής, στην πραγματικότητα υπήρχε ένας άνθρωπος που εξέπεμπε μόνο την ομορφιά της νιότης και της αγνότητας∙ ποιότητες που μπορεί να συγκινούν βαθιά έναν ποιητή, αφήνουν όμως εντελώς αδιάφορο έναν αδίστακτο ηγέτη που νοιάζεται μόνο για τον θρόνο και την εξουσία του. 

Οδύρεται και κλαίει η Πρώτη Πριγκηπέσσα·
η μάνα του η πιο μεγάλη Εβρέσσα.
Οδύρεται και κλαίει η Aλεξάνδρα για την συμφορά.—
Μα σαν βρεθεί μονάχη της αλλάζει ο καϋμός της.
Βογγά· φρενιάζει· βρίζει· καταριέται.
Πώς την εγέλασαν! Πώς την φενάκισαν!
Πώς επί τέλους έγινε ο σκοπός των!
Το ρήμαξαν το σπίτι των Aσαμωναίων.
Πώς το κατόρθωσε ο κακούργος βασιλεύς·
ο δόλιος, ο φαύλος, ο αλιτήριος.
Πώς το κατόρθωσε. Τι καταχθόνιο σχέδιο
που να μη νοιώσει κ’ η Μαριάμμη τίποτε.
Αν ένοιωθε η Μαριάμμη, αν υποπτεύονταν,
θάβρισκε τρόπο το αδέρφι της να σώσει·
βασίλισσα είναι τέλος, θα μπορούσε κάτι.
Πώς θα θριαμβεύουν τώρα και θα χαίρονται κρυφά
η μοχθηρές εκείνες, Κύπρος και Σαλώμη·
η πρόστυχες γυναίκες Κύπρος και Σαλώμη.—
Και νάναι ανίσχυρη, κι αναγκασμένη
να κάνει που πιστεύει τες ψευτιές των·
να μη μπορεί προς τον λαό να πάγει,
να βγει και να φωνάξει στους Εβραίους,
να πει, να πει πώς έγινε το φονικό. 

Η μητέρα του Αριστόβουλου, που λόγω ακριβώς της σύνδεσής της με την οικογένεια των Μακκαβαίων έχει εξέχουσα θέση ανάμεσα στους Ιουδαίους, διατηρεί τα προσχήματα απέναντι στους πολίτες και φέρεται όπως θα φερόταν μια οποιαδήποτε μητέρα θρηνώντας για το χαμό του παιδιού της, για τη συμφορά που βρήκε το σπίτι της. Μόλις όμως βρίσκεται μόνη της παύει να είναι μια μητέρα που έχασε το παιδί της και επιστρέφει αίφνης στην αληθινή της φύση∙ γίνεται μια γνήσια απόγονος των Μακκαβαίων που βλέπει ξεκάθαρα πως το ατύχημα αυτό δεν ήταν παρά μια στυγνή δολοφονία με μόνο σκοπό να ρημάξει το σπίτι των Ασαμωναίων (Μακκαβαίων).
Η Αλεξάνδρα δεν έχει την πολυτέλεια να αφεθεί σ’ έναν ανθρώπινο θρήνο, διότι γνωρίζει και η ίδια πως ο Αριστόβουλος δεν ήταν απλά το παιδί της∙ ήταν ο συνεχιστής μιας εξαιρετικά σημαντικής οικογένειας, της μόνης ίσως που θα μπορούσε με τη στήριξη του λαού να θέσει τέρμα στη βασιλεία του Ηρώδη. Εκείνο, οπότε, που την απασχολεί περισσότερο κι από τον προσωπικό της πόνο είναι το πώς κατάφερε να την ξεγελάσει ο Ηρώδης∙ το πώς κατάφερε να πετύχει το σκοπό του χωρίς εκείνη να υποψιαστεί κάτι. Κι ακόμη περισσότερο, πώς κατάφερε ο Ηρώδης να σχεδιάσει τη δολοφονία του Αριστόβουλου χωρίς να υποπτευτεί τίποτε ούτε η κόρη της η Μαριάμμη, η οποία ως γυναίκα του βασιλιά θα μπορούσε ίσως να παρέμβει με κάποιο τρόπο και να σώσει τον αδερφό της.
Η καταστροφή που αντιμετωπίζει η Αλεξάνδρα γίνεται ακόμη πιο τραγική διότι η ίδια θεωρούσε πως το παιδί της θα είναι ασφαλές υπό την προστασία της αδερφής του, που ο Ηρώδης την είχε παντρευτεί για να αξιοποιήσει το γεγονός ότι ανήκε στην οικογένεια των Μακκαβαίων. Εύλογα, λοιπόν, αγανακτεί η Αλεξάνδρα μπροστά σ’ αυτή την ολοκληρωτική εκμετάλλευση της οικογένειάς της από τον Ηρώδη, χωρίς να της διαφεύγει φυσικά και ο επίβουλος ρόλος της μητέρας και της αδερφής του βασιλιά, που τώρα θα θριάμβευαν και θα χαίρονταν για την πλήρη επικράτηση εκείνου. Η Αλεξάνδρα βλέπει καθαρά πως ο Ηρώδης καπηλεύτηκε την αγάπη που είχε ο λαός για τους Μακκαβαίους με το να παντρευτεί τη Μαριάμμη και την ίδια στιγμή είχε αποκλείσει κάθε πιθανότητα επανόδου της ιστορικής οικογένειας με το να δολοφονήσει τον μόνο εναπομείναντα αρσενικό απόγονο. Η επικράτησή του ήταν καθολική.
Κι ενώ τα βλέπει και τα καταλαβαίνει όλα αυτά, απομένει στην πραγματικότητα τελείως ανίσχυρη, εφόσον δεν μπορεί να βγει και να κατηγορήσει ανοιχτά τον Ηρώδη για τη δολοφονία του Αριστόβουλου. Δεν έχει μήτε τον τρόπο να το αποδείξει μήτε τη δυνατότητα να διεκδικήσει την τιμωρία του. Γυναίκα η ίδια δεν έχει κανέναν άντρα από τη γραμμή των Μακκαβαίων να τη στηρίξει και να επωφεληθεί της πιθανής πτώσης του Ηρώδη. Έτσι, η οργή και η αγανάκτησή της δεν έχουν τίποτε να προσφέρουν, παρά μόνο να θέσουν σε κίνδυνο τη ζωή της ίδιας και της Μαριάμμης. Εξαναγκάζεται, επομένως, η Αλεξάνδρα να κάνει πως πιστεύει τα ψέματα του Ηρώδη σχετικά με το ατύχημα που προκάλεσε το χαμό του Αριστόβουλου, αφήνοντας το λαό των Εβραίων στην πλάνη του σχετικά με τις προθέσεις του δόλιου βασιλιά.
Ο θάνατος του Αριστόβουλου θα περάσει ατιμώρητος, εφόσον ο Ηρώδης έχει αυτή τη στιγμή το πάνω χέρι, μα πολύ περισσότερο ο θάνατός του δεν θα γνωρίσει τον γνήσιο θρήνο που αρμόζει σ’ έναν νέο άνθρωπο, εφόσον ακόμη κι από τους πιο δικούς του ανθρώπους δεν αντιμετωπίζεται ως ένας απλός νέος άνθρωπος, αλλά ως ο τελευταίος της γραμμής των Μακκαβαίων, στοιχείο που προσδίδει στην απώλειά του κυρίως πολιτικές προεκτάσεις∙ αντίστοιχες με αυτές που έθεσαν σε κίνηση και τη συνωμοσία που του στέρησε τη ζωή.

Στα μάτια των περισσότερων δεν χάθηκε ένας νέος εξαίσιας ομορφιάς, αλλά ένα πολύ σημαντικό πρόσωπο της οικογένειας των Μακκαβαίων. Ένα παράδοξο που φανερώνει με τον πιο έντονο τρόπο πως στον κόσμο της εξουσίας η αξία των ανθρώπων αποτιμάται με τελείως διαφορετικά κριτήρια απ’ ό,τι στον κόσμο των απλών ανθρώπων. 

Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Παράδοση

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Dean Wittle

Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Παράδοση

Παράδοση ονομάζουμε το σύνολο αλλά και το καθένα χωριστά από τα στοιχεία του παρελθόντος ενός πολιτισμού, που διασώζονται προφορικά και μεταδίδονται από στόμα σε στόμα και από γενιά σε γενιά.
Λαϊκή παράδοση είναι η παράδοση που περιλαμβάνει το σύνολο των έργων ή των δραστηριοτήτων που εκφράζουν τον λαό και χαρακτηρίζεται από ανωνυμία, τυποποίηση, συλλογικότητα κ.ά.
Παραδόσεις: τα ήθη και τα έθιμα, οι καθιερωμένες αρχές και συνήθειες, ηθικές αντιλήψεις κ.λπ., που μεταβιβάζονται από γενιά σε γενιά.   

«Η Ελλάδα, έχω καταλήξει από καιρό σ’ αυτό το συμπέρασμα, είναι μια συγκεκριμένη αίσθηση -θ’ άξιζε να βρεθεί γι’ αυτήν ένα γραμμικό σύμβολο-  που η ανάλυσή της, η εύρεση των αντιστοιχιών της σ’ όλους τους τομείς, αναπαράγει αυτόματα και σε κάθε στιγμή την ιστορία της, τη φύση της, τη φυσιογνωμία της.» Οδυσσέας Ελύτης

Η έννοια της παράδοσης, η οποία επί της ουσίας περιλαμβάνει όχι μόνο τα προφορικώς μεταδιδόμενα στοιχεία, αλλά κι εκείνα που εμπεριέχονται σε γραπτά κείμενα, όπως και στοιχεία του υλικού πολιτισμού, αποτελεί το συνεκτικό δεσμό με το παρελθόν, που επιτρέπει στους πολίτες του σήμερα να σχηματίζουν μια εικόνα για τις ιδέες, τις απόψεις, τις αντιλήψεις και τα επιτεύγματα των απώτερων και απώτατων προγόνων τους. Ιδίως στην περίπτωση της Ελλάδας η παράδοση είναι ευρύτατη, όσο και η μακραίωνη ιστορία του ελληνικού λαού, και εμπεριέχει στοιχεία από διάφορες περιόδους, όπως είναι οι αρχές του πρόσφατα σχηματισμένου ελληνικού κράτους, η τουρκοκρατία, τα χρόνια του Βυζαντίου, η ρωμαϊκή και η ελληνιστική περίοδος και φυσικά η αρχαία Ελλάδα. Προκύπτει, έτσι, ένα πλούσιο κράμα στοιχείων, που αντανακλούν σε κάθε περίπτωση τις καλύτερες ποιότητες του ελληνικού έθνους, όπως είναι η άκαμπτη αγωνιστικότητα, η ακατάβλητη δύναμη επιβίωσης και γόνιμης αφομοίωσης ετερόκλητων επιδράσεων, η απαράμιλλη καλαισθησία, το δημοκρατικό πνεύμα, η φιλοσοφική αναζήτηση, η τοποθέτηση του ανθρώπου στο κέντρο του ενδιαφέροντος, μα και η χριστιανική αλληλεγγύη και φιλανθρωπία, που δέθηκε από ένα σημείο και μετά αξεδιάλυτα με την ελληνική συνείδηση.

Η προσφορά της παράδοσης

- Η παράδοση αποτελεί στοιχείο καθορισμού και διασφάλισης της ιδιαίτερης ταυτότητας ενός έθνους. Μέσα από τη διαδικασία μεταβίβασης διαχρονικών στοιχείων συμπεριφοράς, αντίληψης, ηθικότητας και αξιών, επιτυγχάνεται η διαμόρφωση και εδραίωση του ξεχωριστού εκείνου χαρακτήρα του λαού, που τον διαχωρίζει από τους άλλους και καθορίζει τα όρια της μοναδικότητάς του. Είναι σαφές, άλλωστε, πως ένας από τους βασικούς παράγοντες που προσδίδει σε κάθε λαό μια διαφορετική και ευδιάκριτη ποιότητα είναι ακριβώς η παράδοσή του.
Αν, μάλιστα, αναλογιστούμε τις πιέσεις που δέχονται οι διάφορες εθνότητες στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης να αφεθούν σε μια σαρωτική εξομοίωση, που θα προσδώσει σε όλους τους ανθρώπους μια κοινή δυτικότροπη συμπεριφορά και αντίληψη, κατανοούμε πόσο σημαντική είναι αυτή η ιδιαίτερη αίσθηση ταυτότητας που πηγάζει από την παράδοση του κάθε λαού.
Η κάθε εθνότητα, λοιπόν, βασίζεται στην ιδιαίτερη παράδοσή της προκειμένου να αντλήσει τα αναγκαία στοιχεία για να αντισταθεί στα εξομοιωτικά κελεύσματα των ισχυρών δυτικών κοινωνιών. Κι η αντίσταση αυτή είναι καίριας σημασίας διότι κάθε έθνος έχει διαγράψει τη δική του πορεία κι έχει τα δικά του μοναδικά επιτεύγματα, τα οποία δεν θα πρέπει να θυσιάσει στο όνομα μιας κοινής και ουδέτερης παγκόσμιας ταυτότητας που εξυπηρετεί επί της ουσίας μόνο τις πανίσχυρες δυτικές οικονομίες στην επιθυμία τους να έχουν ένα ενιαίο αγοραστικό κοινό με παρόμοιες προτιμήσεις και καταναλωτικές συνήθειες, που θα ανταποκρίνεται στα ίδια ακριβώς ενδυματολογικά, κινηματογραφικά, μουσικά, συγγραφικά κ.λπ. προϊόντα ευρύτατης πλέον κατανάλωσης.
Η επιθυμία, άλλωστε, διαμόρφωσης μιας ενιαίας παγκόσμιας αγοράς με κοινές προτιμήσεις και ανάγκες -που θα αποφέρει βέβαια τεράστια οικονομικά οφέλη στις δυτικές χώρες- δεν λαμβάνει υπόψη της την ιστορική αξία κάθε έθνους, όπως και τους συχνά μακροχρόνιους αγώνες που έχει δώσει αυτό για να διασφαλίσει την ανεξάρτητη ύπαρξή του.
Σε ό,τι αφορά ειδικότερα την Ελλάδα θα πρέπει να είναι πάντοτε σαφές πως τόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής έχουν λάβει πολύ βασικά στοιχεία για τη συγκρότηση των αρχών λειτουργίας τους από τον πνευματικό πλούτο και τα ιδανικά των αρχαίων Ελλήνων. Το να γνωρίσουν άρα και να διαφυλάξουν οι νεότεροι Έλληνες τον πλούτο της πολιτιστικής τους κληρονομιάς συνιστά καίρια και αδήριτη ανάγκη, προκειμένου να αντλήσουν κι οι ίδιοι τις άξιες αυτές βάσεις μιας ουσιαστικής και ισχυρής αίσθησης ταυτότητας.

- Η παράδοση αποτελεί παράγοντα στήριξης και ενδυνάμωσης της κοινωνικής συνοχής. Οι πολίτες διαπαιδαγωγούνται και ανατρέφονται έχοντας ως κοινή βάση τις αξίες, τα πρότυπα και τα ιδανικά που αντλούνται από την εθνική τους παράδοση, γεγονός που προσφέρει έναν ισχυρό κώδικα για τη βαθύτερη μεταξύ τους επικοινωνία και κατανόηση. Κατ’ αυτό τον τρόπο, όποιες κι αν είναι οι επιμέρους διαφοροποιήσεις τους σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, έχουν την κοινή τους ταυτότητα και τη συλλογική εθνική μνήμη να λειτουργούν ως συνεκτικοί δεσμοί που τους επιτρέπουν να λειτουργούν με την αναγκαία ομοψυχία προς όφελος της εθνικής ευημερίας.

- Η παράδοση προσφέρει έναν διαχρονικά αξιοποιήσιμο πλούτο ιδεών και κινήτρων για την περαιτέρω ανάπτυξη της πολιτείας. Είναι εύλογο, άλλωστε, πως κάθε νέος πολιτισμός και κάθε νέα κοινωνία μπορεί να επιτύχει ένα καινούριο ανέβασμα αντλώντας στοιχεία από τις επιτεύξεις των παλαιότερων, χωρίς να χρειάζεται να δημιουργεί εκ του μηδενός τις δικές της βάσεις. Έτσι, οι σύγχρονοι Έλληνες, είναι σε θέση να αξιοποιήσουν πολλαπλώς τα μηνύματα κοινωνικής συνοχής και σύμπνοιας που λειτούργησαν κάποτε ως φορέας κοινωνικής ευημερίας, αλλά και να λάβουν ουσιαστική γνώση σε τομείς όπως είναι η τέχνη, η εκπαίδευση και η επιστήμη.
Είναι σαφές, βέβαια, πως τα στοιχεία του παρελθόντος δεν μπορούν αυτούσια να βρουν εφαρμογή στις σύγχρονες συνθήκες∙ μπορούν όμως να προσαρμοστούν κατάλληλα ή να λειτουργήσουν ως παράδειγμα για τη διαμόρφωση πλήρως εφαρμόσιμων στη σύγχρονη πραγματικότητα δεδομένων αντίστοιχων ή παραπλήσιων με εκείνα του παρελθόντος.

- Η παράδοση προσφέρει πλούσια εμπειρία που μπορεί να λειτουργήσει καθοδηγητικά για τους νεότερους. Σημαντικό μέρος, άλλωστε, της προφορικής και γραπτής παράδοσης αποτελεί γέννημα της συλλογικής εκείνης σοφίας που προκύπτει μέσα από τις προσπάθειες, τις επιτυχίες και τις αποτυχίες των προηγούμενων γενεών. Οι νεότεροι, επομένως, μπορούν να διδαχθούν από την εμπειρία των παλαιότερων, ώστε να αποφύγουν λάθη του παρελθόντος. Πλήθος επιλογών σε επίπεδο οικονομικής, πολιτικής, διπλωματικής, στρατιωτικής, αλλά και κοινωνικής δράσης έχουν δοκιμαστεί και αξιολογηθεί πολλαπλώς κατά τα παρελθόντα έτη, γεγονός που επιτρέπει στις σύγχρονες γενιές να προχωρήσουν σ’ εκείνες τις επιλογές που αποδείχθηκαν αποτελεσματικές.

- Η παράδοση προσφέρει πλούσια διδάγματα και σε προσωπικό επίπεδο. Μέσα από την προφορική και γραπτή παράδοση ο κάθε άνθρωπος έρχεται σ’ επαφή με τα συμπεράσματα και τις εμπειρίες πολλών άλλων ανθρώπων του παρελθόντος που αντιμετώπισαν παρόμοια ή ίδια προβλήματα και ζητήματα με τον ίδιο, έστω κι αν το πλαίσιο βίωσής τους ήταν διαφορετικό. Ας μη λησμονούμε, άλλωστε, πως όσο κι αν διαφοροποιούνται οι εξωτερικές συνθήκες, οι αγωνίες και οι επιδιώξεις των ανθρώπων παραμένουν σε προσωπικό επίπεδο διαχρονικά ίδιες. Κατορθώνει, άρα, η παράδοση να μεταδίδει από γενιά σε γενιά πλήθος διδαγμάτων για κάθε πτυχή του ανθρώπινου βίου, όπως είναι η ηθική, η σχέση με τα χρήματα, η αξία της οικογένειας κ.ά.

Λανθασμένη αντιμετώπιση της παράδοσης: Προγονοπληξία

Προγονοπληξία: Η υπερβολική προσκόλληση και έπαρση για τη δόξα των προγόνων, με ανάλογη υποτίμηση του παρόντος.

Την απογοήτευση ορισμένων πολιτών απέναντι στις δεινές οικονομικές συνθήκες και στην αδυναμία του σύγχρονου ελληνικού κράτους να διαμορφώσει υγιείς προϋποθέσεις για μια ουσιαστική αναπτυξιακή πορεία, εκμεταλλεύονται συντηρητικοί πολιτικοί παράγοντες που παρουσιάζοντας μια εξιδανικευμένη εικόνα του παρελθόντος και υποσχόμενοι ανάλογες στιγμές δόξας και ανόρθωσης του έθνους, διεκδικούν για τον εαυτό τους μια θέση στο ελληνικό κοινοβούλιο.
Η έμμονη προσήλωση, ωστόσο, στα επιτεύγματα του παρελθόντος και στην ένδοξη πορεία των αρχαίων Ελλήνων, συνοδεύεται συνήθως από τελείως αποσπασματική γνώση της ιστορίας -γεγονός που επιτρέπει την άκριτη εξιδανίκευση-, αλλά και από σαφή αδυναμία κατανόησης των σύγχρονων συνθηκών και κυρίως των λαϊκιστικών τεχνασμάτων εκείνων που αφειδώς επικαλούνται τις μεγαλειώδεις κορυφώσεις του αρχαίου πολιτισμού.
Η προγονοπληξία αποτελεί ένα άκρως αρνητικό φαινόμενο, το οποίο έχει σημαντικές επιπτώσεις στη δράση και στις επιλογές των ατόμων. Ειδικότερα:

- Με το να αντιμετωπίζεται το παρελθόν ως μια ιδανική περίοδος κατά την οποία οι άνθρωποι είχαν τις σωστές αρχές και το ιδεατό ήθος, ανοίγει ο δρόμος για την υιοθέτηση και τη διατήρηση τελείως παρωχημένων στοιχείων, που μπορεί ίσως να φάνηκαν κατάλληλα σε κάποια δεδομένη στιγμή του παρελθόντος αλλά αυτό δεν τα καθιστά εφαρμόσιμα ή αρμόζοντα στις παρούσες κοινωνικές συνθήκες. Προκύπτει, έτσι, ένας συντηρητισμός που επιζητά να διατηρήσει αναχρονιστικές αντιλήψεις και ιδέες σε μια πολιτεία που έχει προ πολλού εκσυγχρονιστεί.
Ας μη μας διαφεύγει, άλλωστε, πως οι άνθρωποι εκείνοι που εξιδανικεύουν το παρελθόν το κάνουν αυτό εις βάρος της ιστορικής αλήθειας αποκρύπτοντας τα μελανά σημεία του ιστορικού μας παρελθόντος, εξωραΐζοντας πρόσωπα και καταστάσεις, και αποφεύγοντας -είτε συνειδητά είτε από άγνοια- να μελετήσουν πιο προσεκτικά τις πραγματικές επιλογές και δράσεις που διασφάλιζαν παλαιότερα τα ένδοξα κατορθώματα.

- Με βάση, μάλιστα, τη διαστρεβλωμένη εικόνα για το παρελθόν διαμορφώνεται στους πολίτες μια απαράδεκτη αίσθηση υπεροχής απέναντι στους άλλους λαούς, που συχνά οδηγεί σε ρατσιστικές αντιλήψεις και συμπεριφορές, και λειτουργεί ως εμπόδιο για τη δημιουργική και αποτελεσματική επικοινωνία με τις άλλες εθνότητες και κοινωνίες, που θα επέτρεπε την υιοθέτηση των πνευματικών εκείνων κατακτήσεων, αλλά και των ακολουθούμενων τακτικών στην οργάνωση και τη διοίκηση του κράτους, που έχει αποδώσει σε αυτούς τόσο σημαντικά αποτελέσματα.

-  Οι πολίτες που μένουν προσκολλημένοι στο παρελθόν και στα επιτεύγματα των προγόνων, θέτουν τον εαυτό τους σε μια κατάσταση αδρανούς επανάπαυσης, καθώς θεωρούν πως δεν έχουν τη δυνατότητα -ή την ανάγκη- να ξεπεράσουν την εξιδανικευμένη δόξα του παρελθόντος. Ενώ, παράλληλα, η ίδια ακριβώς προσκόλληση στα κορυφαία πνευματικά και υλικά δημιουργήματα των αρχαίων Ελλήνων, λειτουργεί ως τροχοπέδη για την ανάπτυξη του σύγχρονου πολιτισμού κατά τρόπο πρωτότυπο, καινοτόμο και χωρίς την κηδεμονία του αρχαιοελληνικού προτύπου.

- Ιδιαίτερα σημαντική συνέπεια της προγονοπληξίας που κινείται από έναν κακώς εννοούμενο εθνοκεντρισμό είναι η δυσκολία που προκύπτει στην επικοινωνία και στη συνεργασία με τα άλλα έθνη. Τόσο, άλλωστε, η υπερβολική αίσθηση υπερηφάνειας για το παρελθόν, όσο και η απροθυμία αποδοχής και υιοθέτησης των νέων τρόπων λειτουργίας και αντίληψης, ελλοχεύουν τον κίνδυνο μιας εκούσιας περιθωριοποίησης από τα άλλα έθνη που είναι πιο ανοιχτά στην έννοια της ανανέωσης και της προόδου.

Λανθασμένη αντιμετώπιση της παράδοσης: Πλήρης άρνηση του παρελθόντος
Στο άλλο άκρο της προγονοπληξίας βρίσκονται εκείνοι που δοσμένοι πλήρως στο θαυμασμό τους για τα επιτεύγματα της σύγχρονης εποχής, απορρίπτουν τελείως το παρελθόν και υπερασπίζονται με πάθος την αξία της συνεχούς προόδου. Όπως είναι, ωστόσο, προφανές τόσο η απόλυτη αφοσίωση στο παρελθόν όσο και η απόλυτη απόρριψη του παρελθόντος ενέχουν σημαντικούς κινδύνους. Ειδικότερα:

- Η άρνηση του παρελθόντος σημαίνει την αδυναμία αξιοποίησης εκείνων των στοιχείων της παράδοσης που θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια καίρια βάση για την πληρέστερη ανάπτυξη των αρετών του έθνους. Η παράδοση, άλλωστε, δεν αποτελεί -όπως θέλουν να πιστεύουν- βάρος και εμπόδιο για την εξέλιξη μιας κοινωνίας∙ συνιστά πολύ περισσότερο πηγή σημαντικών αξιών, ιδεών, αντιλήψεων και κινήτρων για τη γόνιμη κινητοποίηση ενός έθνους.

- Οι πολίτες στρέφονται σε ξενόφερτα πρότυπα τα οποία επιχειρούν να υιοθετήσουν ακέραια, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους τις ιστορικές ιδιαιτερότητες του έθνους και την προσωπική του ταυτότητα που συχνά το καθιστά ασύμβατο με τις αντιλήψεις και τους τρόπους άλλων λαών. Η απλή και μόνο διαπίστωση πως κάτι είναι σύγχρονο και πρωτοποριακό, δεν αρκεί -δεν θα πρέπει να αρκεί- για την άκριτη αποδοχή του, αφού μπορεί να έρχεται σε αντίθεση με τα κοινωνικώς αποδεκτά πρότυπα και ήθη της πολιτείας.
Είναι εύλογο, άλλωστε, πως η απόρριψη της παράδοσης και των μέσω αυτής παραδεδομένων αρχών και αντιλήψεων, οδηγεί και στην απόρριψη της ιδιαίτερης ταυτότητας του έθνους∙ απόρριψη που ανοίγει το δρόμο για την έλευση εκείνων ακριβώς των στοιχείων που προωθούν την εξομοίωση όλων των εθνοτήτων. Το έθνος αδυνατεί, έτσι, να αντισταθεί στην τάση τυποποίησης που χαρακτηρίζει την παγκοσμιοποίηση, και θυσιάζει αμαχητί την ιδιαίτερη -και γι’ αυτό μοναδική- ταυτότητά του. Ενώ, συνάμα, οι πολίτες αισθάνονται όλο και λιγότερο την ανάγκη να διαφυλάξουν τα εθνικά τους στοιχεία, έστω κι αν αυτά είναι σε μεγάλο βαθμό συνδεδεμένα με την εθνική τους αυτονομία και ανεξαρτησία.

- Απόρριψη της παράδοσης σημαίνει ταυτόχρονα και απόρριψη των διδαγμάτων του παρελθόντος, γεγονός που καταδικάζει επί της ουσίας τους ανθρώπους να επαναλάβουν λάθη και αστοχίες προγενέστερων περιόδων. Οι πολίτες, άρα, που με τόσο ενθουσιασμό υποδέχονται καθετί νέο και ξένο, αρνούνται να εκτιμήσουν τη σημαντική αξία που έχει η μέχρι τώρα πορεία του έθνους και τα καίρια διδάγματα που έχει να προσφέρει όλη αυτή η εμπειρία του παρελθόντος.
Ανησυχητική, άλλωστε, είναι και η εντελώς λανθασμένη πεποίθηση ορισμένων πολιτών -γέννημα φυσικά της άγνοιάς τους- πως τα γεγονότα του παρελθόντος -η ιστορία δηλαδή του έθνους- δεν έχουν καμία επίδραση στο παρόν και στο μέλλον του τόπου. Αντικρίζουν, έτσι, το παρόν και τις τωρινές ισορροπίες δυνάμεων, ως μια δεδομένη και απολύτως στερεή κατάσταση, χωρίς να προβληματίζονται για το πόσοι αγώνες χρειάστηκαν για να φτάσει το έθνος ως εδώ και το πόσα ακόμη οφείλει να επιτύχει για να συνεχίσει αλώβητο την πορεία του. 

Η ορθή στάση απέναντι στην παράδοση
Είναι το δίχως άλλο προφανές πως οι πολίτες θα πρέπει να αποφεύγουν εξίσου τόσο την προγονοπληξία όσο και την προοδοπληξία εφόσον και οι δύο αυτές ακραίες τάσεις ζημιώνουν το έθνος και την πολιτεία. Η ορθή, επομένως, στάση απέναντι στην παράδοση θα πρέπει να βασίζεται στην κριτική αποτίμησή της και την αξιοποίηση των βέλτιστων στοιχείων της. Ειδικότερα:

- Οι πολίτες δεν θα πρέπει να αρκούνται σε μια αποσπασματική και κάποτε διαστρεβλωμένη γνώση του παρελθόντος, αλλά θα πρέπει να μελετούν με προσοχή το πλούσιο ιστορικό και πνευματικό υλικό της παράδοσής μας αντλώντας από αυτό τις αξίες, τα ιδανικά και φυσικά τα διδάγματα που αφειδώς μας προσφέρει.
Είναι σαφές πως η άγνοια της πραγματικής ιστορικής εικόνας του έθνους μπορεί να οδηγήσει σε ακραίες εξιδανικεύσεις ή σε αδικαιολόγητη απαξίωση. Κρίνεται, άρα, ιδιαίτερα σημαντική η σωστή και αντικειμενική μελέτη του ιστορικού μας παρελθόντος, εφόσον από την ορθή αποτίμησή του κρίνονται όχι μόνο τα στοιχεία που θα αντληθούν προς αξιοποίηση, αλλά και η διαμόρφωση της πολιτιστικής και εθνικής ταυτότητας των σύγχρονων πολιτών.

- Τα στοιχεία της παράδοσης που επιλέγονται προς υιοθέτηση, εφόσον κρίνονται κατάλληλα για τη σύγχρονη εποχή, μπορούν -και συχνά πρέπει- να αναπροσαρμοστούν, ώστε να βρίσκονται σε αρμονία με τις σύγχρονες αντιλήψεις και τους σημερινούς τρόπους λειτουργίας. Καθίσταται, επομένως, προφανές πως η παράδοση δεν χρειάζεται να αντιμετωπίζεται ως πηγή έτοιμων και εξιδανικευμένων αξιών, που θα πρέπει να αντιγράψουμε ή να μιμηθούμε. Η λειτουργία της θα φανεί πιο αποτελεσματική, αν ιδωθεί ως πηγή γόνιμης έμπνευσης απ’ όπου μπορούν οι νεότεροι να παραδειγματίζονται και να εξωθούνται σε δράση, επιδιώκοντας τη βελτίωση της παρούσας κατάστασης.

- Η εκτίμηση και ο σεβασμός απέναντι στη δική μας παράδοση, επιτρέπει την ανάπτυξη ανάλογων συναισθημάτων σεβασμού απέναντι στην αξία της παράδοσης και των άλλων λαών∙ στοιχείο απαραίτητο για τη δημιουργική επικοινωνία και συνεργασία μαζί τους.

- Κάθε λαός οφείλει να υπερασπίζεται την παράδοσή του, εφόσον αυτή αποτελεί θεμέλιο στοιχείο της ταυτότητάς του. Κι ένας υπαρκτός κίνδυνος για κάθε λαό -και ιδίως για έναν λαό με ιδιαίτερα αναπτυγμένο τουρισμό, όπως είναι ο δικός μας- είναι το φαινόμενο της εμπορευματοποίησης της παράδοσης. Είναι σημαντικό για τους Έλληνες να κατανοούν την ιδιαίτερη αξία της παράδοσής τους και να αποφεύγουν τη χρησιμοθηρική αντιμετώπισή της, καθώς αν οι ίδιοι τη μεταχειρίζονται ως μια γραφικότητα, που έχει αξία μόνο για εμπορικούς λόγους, σύντομα και οι άλλοι λαοί θα θεωρήσουν πως έχουν το δικαίωμα να υποτιμούν με παρόμοιο τρόπο την παράδοσή μας.  

- Ζητούμενο, λοιπόν, είναι η ύπαρξη μιας ισόρροπης κατάστασης ανάμεσα στην επιδίωξη του εκσυγχρονισμού και τη στερεή επαφή με τις αξίες και τα ιδανικά της παράδοσής μας, εφόσον κάτι τέτοιο επιτρέπει την εξέλιξη του έθνους, χωρίς να θυσιάζεται στην πορεία η ιδιαίτερη ταυτότητά του. Η επιθυμία για πρόοδο δεν θα πρέπει να εξωθεί τους πολίτες σε στάση συναίνεσης στα φαινόμενα εξομοίωσης του έθνους μας με τις νεότερες δυτικές κοινωνίες που θέτουν το κέρδος πάνω από κάθε άλλη αξία.

Παράγοντες που απομακρύνουν τους πολίτες από την παράδοση
Η τεχνολογική εξέλιξη και τα πλείστα θέλγητρά της που αξιοποιούνται πλήρως από εκείνους που θέλουν να επιβάλουν το καταναλωτικό πρότυπο, έχουν σημειώσει ένα σημαντικό πλήγμα στην παλαιότερη υγιή επαφή με την παράδοση. Ειδικότερα:

- Οι ραγδαίες και εντυπωσιακές εξελίξεις σε όλους τους τομείς της επιστήμης και της τεχνολογίας έχουν δημιουργήσει την αίσθηση πως οτιδήποτε ανήκει στο παρελθόν δεν μπορεί να βρει εφαρμογή στις σημερινές συνθήκες και είναι άρα δίχως αξία. Πρόκειται, βέβαια, για μια λανθασμένη εντύπωση, εφόσον τόσο οι διεθνείς σχέσεις όσο και οι αξίες του ατομικού βίου, διατρέχονται από πολύ πιο διαχρονικά στοιχεία, τα οποία ελάχιστα επηρεάζονται στην ουσία τους από τα τεχνολογικά επιτεύγματα.

- Ο άνθρωπος του σήμερα βρίσκεται στο επίκεντρο μιας πρωτοφανούς παραγωγής νέων πηγών διασκέδασης (βίντεο, παιχνίδια, κινηματογραφικές ταινίες, τηλεοπτικές παραγωγές κ.ά.), αλλά και μιας συνεχούς παροχής νέων πληροφοριών, που του δημιουργούν την ανάγκη να βρίσκεται σε διαρκή επαγρύπνηση προκειμένου να αισθάνεται ενήμερος για όλα. Μέσα, λοιπόν, σε αυτό το αγχωτικό πλαίσιο της ακατάπαυστης ροής ερεθισμάτων, το να αφιερώσει χρόνο για τη μελέτη του παρελθόντος μοιάζει με μια ανούσια ενασχόληση, που δεν έχει να του προσφέρει κάτι το χειροπιαστά αξιοποιήσιμο.  

- Υπό την ισχυρή επίδραση των νέων τεχνολογιών οι πολίτες -και ιδίως οι νέοι που από τη φύση τους ενθουσιάζονται με το καινοτόμο και το πρωτοποριακό- έχουν διαμορφώσει ένα τελείως διαφορετικό τρόπο ζωής και αντίληψης που τους απομακρύνει σημαντικά από τα πρότυπα του παρελθόντος.

- Η τεχνολογική ανάπτυξη λειτουργεί ως ισχυρό δέλεαρ και ως εξαιρετικά αποτελεσματικό μέσο στα χέρια εκείνων που προωθούν την τυποποίηση της παγκοσμιοποίησης και φυσικά το καταναλωτικό πρότυπο. Πλέον ό,τι μοιάζει να έχει αξία για τους ανθρώπους είναι τα χρήματα και τα υλικά αγαθά, με αποτέλεσμα οτιδήποτε δεν μπορεί να μεταφραστεί σε άμεσο οικονομικό κέρδος να μην απασχολεί τη σκέψη τους. Η παράδοση, επομένως, αντιμετωπίζεται ως κάτι το ξεπερασμένο που δεν μπορεί να προσφέρει την ξεχωριστή εκείνη καταξίωση και ευδαιμονία που προκύπτει από την κατοχή όλο και περισσότερων υλικών αγαθών.

Ενώ αξίζει να προσεχθεί πως τόσο τα τεχνολογικά επιτεύγματα όσο και τα Μ.Μ.Ε. αξιοποιούνται για να διαμορφώσουν έναν ομοιότροπο παγκόσμιο «πολιτισμό», στον οποίο δεν έχουν θέση οι ξεχωριστές ταυτότητες των επιμέρους εθνών, αφού αυτές λειτουργούν παρεμποδιστικά στα σχέδια οικονομικής εκμετάλλευσης μιας παγκόσμιας εξομοιωμένης αγοράς. 

Κωνσταντίνος Καβάφης «Τα πλοία»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Thomas Moran

Κωνσταντίνος Καβάφης «Τα πλοία»

Ο Κωνσταντίνος Καβάφης στο πεζό αυτό ποίημα παρουσιάζει τη δυσκολία που υπάρχει στο να κατορθώσει ο ποιητής να αποδώσει στους στίχους του ακέραια την ποιητική του ιδέα, χωρίς να τη λησμονήσει. Στα πλαίσια της αλληγορικής του παρουσίασης οι ποιητικές ιδέες, που δημιουργούνται στον κόσμο της Φαντασίας, μεταφέρονται με πλοία στο Χαρτί, αφού πρώτα χρειαστεί να περάσουν μια επικίνδυνη «θάλασσα».

Aπό την Φαντασίαν έως εις το Xαρτί. Eίναι δύσκολον πέρασμα, είναι επικίνδυνος θάλασσα. H απόστασις φαίνεται μικρά κατά πρώτην όψιν, και εν τοσούτω πόσον μακρόν ταξίδι είναι, και πόσον επιζήμιον ενίοτε δια τα πλοία τα οποία το επιχειρούν.
 H πρώτη ζημία προέρχεται εκ της λίαν ευθραύστου φύσεως των εμπορευμάτων τα οποία μεταφέρουν τα πλοία. Eις τας αγοράς της Φαντασίας, τα πλείστα και τα καλύτερα πράγματα είναι κατασκευασμένα από λεπτάς υάλους και κεράμους διαφανείς, και με όλην την προσοχήν του κόσμου πολλά σπάνουν εις τον δρόμον, και πολλά σπάνουν όταν τα αποβιβάζουν εις την ξηράν. Πάσα δε τοιαύτη ζημία είναι ανεπανόρθωτος, διότι είναι έξω λόγου να γυρίση οπίσω το πλοίον και να παραλάβη πράγματα ομοιόμορφα. Δεν υπάρχει πιθανότης να ευρεθή το ίδιον κατάστημα το οποίον τα επώλει. Aι αγοραί της Φαντασίας έχουν καταστήματα μεγάλα και πολυτελή, αλλ’ όχι μακροχρονίου διαρκείας. Aι συναλλαγαί των είναι βραχείαι, εκποιούν τα εμπορεύματά των ταχέως, και διαλύουν αμέσως. Eίναι πολύ σπάνιον εν πλοίον επανερχόμενον να εύρη τους αυτούς εξαγωγείς με τα αυτά είδη.

Στην αλληγορία του Καβάφη, λοιπόν, οι ποιητικές ιδέες παρουσιάζονται ως πολύτιμα, αλλά άκρως εύθραυστα εμπορεύματα, τα οποία κατά τη μεταφορά τους ζημιώνονται ή και καταστρέφονται πολύ εύκολα. Όπως ένα αντικείμενο που είναι φτιαγμένο από λεπτό γυαλί, μπορεί να σπάσει με την παραμικρή απροσεξία, έτσι και μια ποιητική ιδέα, μπορεί να αλλοιωθεί ή χειρότερα, ακόμη και να ξεχαστεί, αν ο ποιητής δεν είναι εξαιρετικά αφοσιωμένος τη στιγμή που επιχειρεί να τη μετουσιώσει σε ποίηση.
Κάθε ένα από αυτά τα εμπορεύματα που καταστρέφεται κατά τη μεταφορά, αποτελεί ανεπανόρθωτη απώλεια, καθώς είναι αδύνατο για τα πλοία να γυρίσουν πίσω και να βρουν ένα πανομοιότυπο αντικείμενο. Κι αυτό, όχι μόνο γιατί δεν μπορεί να βρεθεί το ίδιο εμπόρευμα, αλλά πολύ περισσότερο γιατί δεν μπορεί να βρεθεί καν το κατάστημα που το πουλούσε. Η αναλογία με τις ποιητικές ιδέες είναι σαφής, καθώς κάθε φορά που ο ποιητής δεν κατορθώνει εγκαίρως ή επιτυχώς να αποτυπώσει την ιδέα του, που συχνά είναι αποτέλεσμα ενός τυχαίου ειρμού ή ενός μοναδικού συλλογισμού, ύστερα δεν μπορεί να την επανακτήσει. Αν, επομένως, ο ποιητής δεν είναι πάντοτε σε εγρήγορση και πάντοτε έτοιμος να καταγράψει τις ιδέες του, είναι πολύ πιθανό να απολέσει σημαντικές ποιητικές ιδέες.
Άλλωστε, στην αγορά της Φαντασίας, παρόλο που υπάρχουν μεγάλα και πολύτιμα καταστήματα, αυτά δεν διατηρούνται για πολύ καιρό. Πωλούν πολύ γρήγορα τα εμπορεύματά τους κι αμέσως διαλύονται. Έτσι, είναι εξαιρετικά σπάνιο για ένα πλοίο που επιστρέφει στον κόσμο της Φαντασίας να βρει ξανά τους ίδιους εμπόρους και τα ίδια εμπορεύματα.
Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα η προσπάθεια του Καβάφη να αποδώσει την επικοινωνία του ποιητή με τον κόσμο της φαντασίας και το ευάλωτο των ποιητικών ιδεών, μέσα από την αλληγορική τους παρουσίαση ως εμπορεύματα σε βραχύβια καταστήματα. Η πρόθεση του ποιητή είναι να αναδείξει την αφοσίωση που απαιτείται από τη μεριά των ομοτέχνων του, καθώς είναι πολύ εύκολο να ξεχαστούν ή να αποδοθούν ανεπιτυχώς σημαντικές και το κυριότερο μοναδικές ποιητικές ιδέες, αν ο ποιητής δεν είναι διαθέσιμος ανά πάσα στιγμή να αξιοποιήσει το πολύτιμο υλικό που του παρέχει η φαντασία και η σκέψη του.
Η πρόθεση του Καβάφη γίνεται σαφέστερη αν διαβάσουμε ένα από τα σημειώματά του στο οποίο παρουσιάζει τη συνομιλία του μ’ έναν νεότερο ποιητή, στον οποίο ο Καβάφης θέλησε να εξηγήσει τις απώλειες που είχε ως δημιουργός εξαιτίας των καθημερινών επαγγελματικών του υποχρεώσεων.
«Πόσες φορές μες στη δουλειά μου μ’ έρχεται μια ωραία ιδέα, μια σπάνια εικόνα, σαν ετοιμοκαμωμένοι αιφνίδιοι στίχοι, και αναγκάζομαι να τα παραμελώ, διότι η υπηρεσία δεν αναβάλλεται. Έπειτα σαν γυρίσω σπίτι μου, σαν συνέλθω κομμάτι, γυρεύω να τ’ ανακαλέσω αλλά πάνε πια. Και δικαίως. Μοιάζει σαν η Τέχνη να με λέγει “Δεν είμαι μια δούλα εγώ∙ για να με διώχνεις σαν έρχομαι, και νάρχομαι σαν θες. Είμαι η μεγαλύτερη Κερά του κόσμου. Και αν με αρνήθηκες -προδότη και ταπεινέ- για το ελεεινά σου καλό σπίτι, για τα ελεεινά σου καλά ρούχα, για την ελεεινή καλή κοινωνική σου θέση, αρκέσου μ’ αυτά λοιπόν, (αλλά πού μπορείς ν’ αρκεσθείς) και με τες λίγες στιγμές που όταν έρχομαι συμπίπτει να είσαι έτοιμος να με δεχθείς, βγαλμένος στην πόρτα να με περιμένεις, όπως έπρεπε να είσαι κάθε μέρα.”» 

      Mία άλλη ζημία προέρχεται εκ της χωρητικότητος των πλοίων. Aναχωρούν από τους λιμένας των ευμαρών ηπείρων καταφορτωμένα, και έπειτα όταν ευρεθούν εις την ανοικτήν θάλασσαν αναγκάζονται να ρίψουν εν μέρος εκ του φορτίου δια να σώσουν το όλον. Oύτως ώστε ουδέν σχεδόν πλοίον κατορθώνει να φέρη ακεραίους τους θησαυρούς όσους παρέλαβε. Tα απορριπτόμενα είναι βεβαίως τα ολιγοτέρας αξίας είδη, αλλά κάποτε συμβαίνει οι ναύται, εν τη μεγάλη των βία, να κάμνουν λάθη και να ρίπτουν εις την θάλασσαν πολύτιμα αντικείμενα.

Ένα άλλο ζήτημα που προκύπτει κατά τη μεταφορά των ιδεών από τον κόσμο της φαντασίας είναι πως το πλοίο -το μέσο μεταφοράς- δεν έχει ικανή χωρητικότητα, με αποτέλεσμα, όταν βγει στα ανοιχτά, έχοντας καταφορτωθεί με εμπορεύματα, να εξαναγκάζεται να ρίχνει μέρος του φορτίου στη θάλασσα προκειμένου να διασωθεί το ίδιο, αλλά και το πολυτιμότερο μέρος του φορτίου.
Εμφανής εδώ η προσπάθεια απόδοσης του αισθήματος που δημιουργείται στον ποιητή, όταν υπό την επίδραση μιας αιφνίδιας έμπνευσης νιώθει πως του γεννιούνται πλήθος ιδέες και πλήθος αξιόλογες σκέψεις∙ αδυνατεί, ωστόσο, να τις μεταφέρει ακέραιες στο φυσικό τους χώρο, στο χαρτί, καθώς στην προσπάθεια να συγκρατήσει τις πιο καίριες αναγκάζεται να παραμελήσει και άρα να λησμονήσει αρκετές άλλες.
Έτσι, κανένα πλοίο δεν κατορθώνει να φέρει το σύνολο των θησαυρών που παρέλαβε, και παρά το γεγονός ότι συνήθως οι ιδέες-εμπορεύματα που απορρίπτονται είναι αυτές με τη μικρότερη αξία, δεν λείπουν κι οι περιπτώσεις που το πλήρωμα πάνω στη βιασύνη του να σώσει το πλοίο κάνει λάθος και ρίχνει στη θάλασσα αντικείμενα πολύ μεγάλης αξίας. Είναι οι περιπτώσεις κατά τις οποίες ο ποιητής στρέφει την προσοχή του σε ορισμένες ιδέες, που εκείνη τη στιγμή του δημιουργούν την αίσθηση πως έχουν περισσότερη ουσία, μόνο και μόνο για να συνειδητοποιήσει πως ό,τι άφησε να του διαφύγει είχε εν τέλει πολύ μεγαλύτερη αξία.
Μια διαρκής προσπάθεια του δημιουργού να συγκρατήσει, να διαλέξει και να αποδώσει με τη μεγαλύτερη δυνατή πληρότητα ποιητικές ιδέες που κάποτε χάνονται από τη σκέψη του τόσο γοργά και τόσο απροσδόκητα, όσο γοργή και απροσδόκητη ήταν η αρχική τους εμφάνιση.

      Άμα δε τη αφίξει εις τον λευκόν χάρτινον λιμένα απαιτούνται νέαι θυσίαι πάλιν. Έρχονται οι αξιωματούχοι του τελωνείου και εξετάζουν εν είδος και σκέπτονται εάν πρέπη να επιτρέψουν την εκφόρτωσιν· αρνούνται να αφήσουν εν άλλο είδος να αποβιβασθή· και εκ τινων πραγματειών μόνον μικράν ποσότητα παραδέχονται. Έχει ο τόπος τους νόμους του. Όλα τα εμπορεύματα δεν έχουν ελευθέραν είσοδον και αυστηρώς απαγορεύεται το λαθρεμπόριον. H εισαγωγή των οίνων εμποδίζεται, διότι αι ήπειροι από τας οποίας έρχονται τα πλοία κάμνουν οίνους και οινοπνεύματα από σταφύλια τα οποία αναπτύσσει και ωριμάζει γενναιοτέρα θερμοκρασία. Δεν τα θέλουν διόλου αυτά τα ποτά οι αξιωματούχοι του τελωνείου. Eίναι πάρα πολύ μεθυστικά. Δεν είναι κατάλληλα δι’ όλας τα κεφαλάς. Eξ άλλου υπάρχει μία εταιρεία εις τον τόπον, η οποία έχει το μονοπώλιον των οίνων. Kατασκευάζει υγρά έχοντα το χρώμα του κρασιού και την γεύσιν του νερού, και ημπορείς να πίνης όλην την ημέραν από αυτά χωρίς να ζαλισθής διόλου. Eίναι εταιρεία παλαιά. Xαίρει μεγάλην υπόληψιν, και αι μετοχαί της είναι πάντοτε υπερτιμημέναι.

Η μεταφορά των ιδεών, όμως, δεν είναι η μόνη δυσκολία που έχει να αντιμετωπίσει ο δημιουργός, αφού η καταγραφή τους δεν μπορεί να γίνει με απόλυτη ελευθερία. Ορισμένες ιδέες δεν είναι κατάλληλες, αρμόζουσες ή επιτρεπόμενες, όπως αυτό ελέγχεται από τους αξιωματούχους του τελωνείου∙ από τη συνείδηση του ίδιου του ποιητή που εξαναγκάζεται να λογοκρίνει τα ίδια του τα κείμενα, γνωρίζοντας εκ των προτέρων τι μπορεί και τι δεν μπορεί να δώσει στο κοινό της εποχής του. Χωρίς, βέβαια, να απουσιάζει και ο υπαινιγμός για την πραγματική λογοκρισία που ορισμένες φορές επιβάλλεται σε έργα ιδιαιτέρως τολμηρά ή ανατρεπτικά για τα δεδομένα της εκάστοτε κοινωνίας.
Από τα εμπορεύματα ορισμένα προκαλούν αμφιβολίες για την έγκρισή τους στο τελωνείο, άλλα απαγορεύονται πλήρως κι άλλα μερικώς∙ ο εκτελωνισμός των εμπορευμάτων-ιδεών πάντως έχει κανόνες, που πρέπει να γίνουν σεβαστοί, διότι είναι δεδομένο πως το λαθρεμπόριο απαγορεύεται αυστηρώς.
Η αμηχανία των αξιωματούχων του τελωνείου απέναντι σε ορισμένα προϊόντα φανερώνει πως το τι είναι κοινωνικώς αποδεκτό, αλλά και το ποιες ιδέες είναι ικανό ή έτοιμο το κοινό να αντιμετωπίσει δεν είναι πάντοτε κάτι το απολύτως σαφές. Υπάρχουν, ωστόσο, και κάποια προϊόντα-ιδέες για τα οποία η απαγόρευση είναι δεδομένη. Ο οίνος είναι ένα από αυτά τα προϊόντα του οποίου η εισαγωγή απαγορεύεται, καθώς η παραγωγή του γίνεται σε χώρες όπου τα σταφύλια έχουν την ευκαιρία να ωριμάσουν σε γενναιότερες θερμοκρασίες, κι έτσι το κρασί που προκύπτει είναι πολύ μεθυστικό, και άρα δεν είναι κατάλληλο για όλους τους ανθρώπους. 
Το κρασί αυτό το τόσο μεθυστικό, που προκαλεί την «εύλογη» αντίδραση των αξιωματούχων, μπορεί να αναφέρεται τόσο στους ερωτικούς εκείνους στίχους που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τη δεσπόζουσα νόρμα της κοινωνίας, όσο και σε ιδέες που δοκιμάζουν τις αντοχές των κρατούντων ή της συντηρητικής μερίδας των πολιτών. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η κοινωνία έχει φροντίσει να βρει το ιδανικό υποκατάστατο αυτού του μεθυστικού, αλλά επικίνδυνου κρασιού∙ υπάρχει μια παλιά εταιρεία που διατηρεί το μονοπώλιο στην κατασκευή κρασιού, με τη βασική διαφορά πως το δικό της κρασί, αν και δίνει την εντύπωση πως είναι αληθινό, δεν είναι παρά ένα νοθευμένο υγρό που ούτε καν σε ζαλίζει. Κι έχει, μάλιστα, κατορθώσει αυτή η εταιρεία να κερδίσει μεγάλη εκτίμηση, έστω κι αν στην πραγματικότητα οι μετοχές της, όπως και τα προϊόντα της, είναι υπερεκτιμημένα.
Το υπονοούμενο του ποιητή σχετικά με την «παλαιά εταιρεία» προφανές∙ στον αντίποδα της δικής του ποίησης που θέλησε να θίξει θέματα ακόμη και ανάρμοστα για τα δεδομένα της εποχής, υπήρχε η παλιά ομάδα ποιητών που αρκούνταν στο να δίνει στίχους επιφανειακούς και ακίνδυνους∙ στίχους που μπορούσε ο κάθε αναγνώστης να διαβάζει για ώρες, χωρίς ποτέ να ξυπνήσει μέσα του κάποια ιδέα ή κάποια διάθεση αντίθετη με τα κοινωνικώς αποδεκτά ήθη ή με την εδραιωμένη κοινωνική κατάσταση. Είναι γνωστό, άλλωστε, πως ο Καβάφης υπήρξε ένας από τους πρώτους ποιητές που αρνήθηκε να θυσιάσει το περιεχόμενο του ποιήματος στα εξωτερικά «στολίδια» του λυρισμού. Ο Καβάφης απελευθέρωσε σε μεγάλο βαθμό το στίχο του και τόλμησε να εκφράσει σκέψεις που δεν είχε αγγίξει κανένας από τους δημιουργούς της εποχής του. Είναι, μάλιστα, πολύ πιθανό πως ο ποιητής θα είχε καταγράψει στα ποιήματά του κι ακόμη πιο τολμηρές ιδέες και απόψεις, αν δεν είχε να αντιμετωπίσει τις διαθέσεις λογοκρισίας της συντηρητικής εποχής του.

       Αλλά πάλιν ας είμεθα ευχαριστημένοι όταν τα πλοία εμβαίνουν εις τον λιμένα, ας είναι και με όλας αυτάς τας θυσίας. Διότι τέλος πάντων με αγρυπνίαν και πολλήν φροντίδα περιορίζεται ο αριθμός των θραυομένων ή ριπτομένων σκευών κατά την διάρκειαν του ταξιδίου. Επίσης οι νόμοι του τόπου και οι τελωνειακοί κανονισμοί είναι μεν τυραννικοί κατά πολλά αλλ’ όχι και όλως αποτρεπτικοί, και μέγα μέρος του φορτίου αποβιβάζεται. Οι δε αξιωματούχοι του τελωνείου δεν είναι αλάνθαστοι, και διάφορα από τα εμποδισμένα είδη περνούν εντός απατηλών κιβωτίων που γράφουν άλλο από επάνω και περιέχουν άλλο, και εισάγονται μερικοί καλοί οίνοι δια τα εκλεκτά συμπόσια.

Παρά τις δυσκολίες του ταξιδιού εντούτοις ο ποιητής αναγνωρίζει πως το γεγονός και μόνο ότι τα πλοία καταφέρνουν να φτάσουν στο λιμάνι αποτελεί σημαντικό κέρδος εφόσον σημαντικό μέρος του εμπορεύματος, έστω και με πολλή φροντίδα και αγρύπνια από μέρους του δημιουργού, διασώζεται. Ενώ, ακόμη και αξιωματούχοι του τελωνείου -παρά το πόσο αυστηροί είναι οι νόμοι του τόπου- δεν κατορθώνουν να αποτρέψουν την εισαγωγή όλων των απαγορευμένων εμπορευμάτων, αφού δεν είναι αλάνθαστοι στους ελέγχους και στις αποφάσεις τους. Έτσι, πολλές φορές, κιβώτια τα οποία έχουν άλλη σήμανση, περιέχουν εκείνους τους πολύτιμους οίνους για τα εκλεκτά συμπόσια.
Ο ποιητής αναγνωρίζει φυσικά τις ποικίλες δυσκολίες της ποιητικής δημιουργίας, δεν θέλει ωστόσο να παρουσιάσει μια εικόνα απόλυτης αδυναμίας. Φροντίζει επομένως να επισημάνει πως παρά τις αντιξοότητες, υπάρχουν σημαντικά περιθώρια για τον επίμονο θεράποντα της τέχνης, που είναι διατεθειμένος να κοπιάσει προκειμένου να επιτύχει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Μέχρι και τους αυστηρούς ελέγχους της εξωτερικής λογοκρισίας μπορεί, ως ένα βαθμό, να ξεπεράσει, εφόσον ο έλεγχος δεν είναι ούτε τόσο διεξοδικός ούτε πραγματοποιείται από ανθρώπους που αυξημένης πάντοτε αντίληψης. Υπάρχει άρα η δυνατότητα να ξεγελαστούν εκείνοι που διενεργούν τον έλεγχο με τη συνδρομή της αλληγορικής γραφής∙ με τα ποιήματα εκείνα που έχουν άλλο περιεχόμενο στα μάτια του βιαστικού αναγνώστη, κι τελείως διαφορετικό για εκείνον που θα τα μελετήσει πιο προσεκτικά και θα κατανοήσει την αληθινή τους φύση.

      Θλιβερόν, θλιβερόν είναι άλλο πράγμα. Είναι όταν περνούν κάτι πελώρια πλοία, με κοράλλινα κοσμήματα και ιστούς εξ εβένου, με αναπεπταμένας μεγάλας σημαίας λευκάς και ερυθράς, γεμάτα με θησαυρούς, τα οποία ούτε πλησιάζουν καν εις τον λιμένα είτε διότι όλα τα είδη τα οποία φέρουν είναι απηγορευμένα, είτε διότι δεν έχει ο λιμήν αρκετόν βάθος δια να τα δεχθή. Και εξακολουθούν τον δρόμον των. Oύριος άνεμος πνέει επί των μεταξωτών των ιστίων, ο ήλιος υαλίζει την δόξαν της χρυσής των πρώρας, και απομακρύνονται ηρέμως και μεγαλοπρεπώς, απομακρύνονται δια παντός από ημάς και από τον στενόχωρον λιμένα μας.

Μια σημαντική απώλεια που αναγνωρίζεται εδώ από τον ποιητή είναι αυτή που αφορά τα πολύ μεγάλα πλοία με το εξόχως πολύτιμο εμπόρευμα τα οποία δεν πλησιάζουν καν στο λιμάνι, διότι είτε το εμπόρευμά τους είναι τελείως απαγορευμένο είτε διότι το λιμάνι δεν έχει αρκετό βάθος για να τα δεχτεί. Ο ποιητής, λοιπόν, εξαναγκάζεται κάποτε να θυσιάσει ιδέες ιδιαίτερης και πρωτόφαντης αξίας λόγω της αυστηρότητας των ηθών ή λόγω της πλήρους αδυναμίας του κοινού να τις κατανοήσει και να τις αποδεχτεί. Ιδέες, ίσως, ενός ερωτικού βίου, όπως τον ήθελε ο ποιητής, ή, ίσως, μιας απόλυτα ελεύθερης κοινωνίας, χωρίς τον ασφυκτικό έλεγχο των λίγων και ισχυρών, καταπνίγονται και αποσιωπούνται.

      Ευτυχώς είναι πολύ σπάνια αυτά τα πλοία. Mόλις δύο, τρία βλέπομεν καθ’ όλον μας τον βίον. Tα λησμονώμεν δε ογρήγορα. Όσω λαμπρά ήτο η οπτασία, τόσω ταχεία είναι η λήθη της. Και αφού περάσουν μερικά έτη, εάν καμίαν ημέραν - ενώ καθήμεθα αδρανώς βλέποντες το φως ή ακούοντες την σιωπήν - τυχαίως επανέλθουν εις την νοεράν μας ακοήν στροφαί τινες ενθουσιώδεις, δεν τας αναγνωρίζομεν κατ’ αρχάς και τυραννώμεν την μνήμην μας δια να ενθυμηθώμεν πού ηκούσαμεν αυτάς πριν. Mετά πολλού κόπου εξυπνάται η παλαιά ανάμνησις και ενθυμώμεθα ότι αι στροφαί αύται είναι από το άσμα το οποίον έψαλλον οι ναύται, ωραίοι ως ήρωες της Iλιάδος, όταν επερνούσαν τα μεγάλα, τα θεσπέσια πλοία και επροχώρουν πηγαίνοντα - τις ηξεύρει πού.

Τα μεγάλα αυτά πλοία, με τις πολύτιμες ιδέες, είναι ευτυχώς σπάνια∙ ευτυχώς, διότι για κάθε δημιουργό είναι επώδυνη απώλεια να θυσιάζει ή να μην κατορθώνει να αποδώσει τις έξοχες εκείνες ποιητικές συλλήψεις που ξεπερνούν σε κάλλος και ουσία οτιδήποτε άλλο ως τότε αποδοσμένο. Είναι σπάνια και ξεχνιούνται πολύ γρήγορα, εφόσον, ως άμυνα ίσως, ο δημιουργός αποδιώχνει γοργά τη βασανιστική ανάμνηση των άριστων αυτών ιδεών που απέμειναν ανείπωτες.
Μόνο, χρόνια μετά, τυχαίνει κάποτε σε στιγμές περισυλλογής να επανέλθουν στη σκέψη και στην ακοή του ποιητή στροφές μη αναγνωρίσιμων ποιημάτων, που με πολύ κόπο κατορθώνει να θυμηθεί πως ανήκουν στο άσμα που έψελναν οι ωραίοι ναύτες εκείνων των μεγάλων και θεσπέσιων πλοίων.
Τα θεσπέσια αυτά πλοία με το άκρως πολύτιμο εμπόρευμα, που ακολουθούν μιαν άγνωστη για τους δημιουργούς πορεία, αποτελούν το, υπό μία έννοια, παράπονο πολλών ποιητών, για την αδυναμία τους να συνθέσουν εκείνα τα ξεχωριστά ποιήματα που αν και νιώθουν πως το περίγραμμά τους μπορούν να το διακρίνουν με τη φαντασία και τη σκέψη τους, αδυνατούν ωστόσο να τα υλοποιήσουν όσο κι αν προσπαθήσουν, όσα χρόνια κι αν αφιερώσουν στην τέχνη της ποιήσεως.
Το ιδεατό ποίημα με την άρτια έκφραση και το μεστό περιεχόμενο αποτελεί και για τον Καβάφη, όπως και για πολλούς άλλους ποιητές, μια επίμονη έγνοια, εφόσον κάθε δημιουργός γνωρίζει -ή τουλάχιστον αισθάνεται- πως υπάρχουν πάντοτε τα περιθώρια τόσο για την καλύτερη ποιότητα γλωσσικής διατύπωσης όσο και για την απόδοση πιο ουσιαστικών νοημάτων. Το ιδεατό αυτό ποίημα απομένει όμως σταθερά απροσέγγιστο, ακόμη και για τους σημαντικότερους ποιητές, φανερώνοντας υπό μία έννοια πως το μεγαλείο και η δυσκολία της ποιητικής τέχνης έγκειται εν τέλει όχι μόνο στον κόπο που χρειάστηκε να καταβληθεί για όσα έχουν ειπωθεί, αλλά πολύ περισσότερο στην αγωνία που πέρασαν οι θεράποντές της πασχίζοντας να την εξυψώσουν ως τα όρια του ιδανικού, μόνο και μόνο για να νιώσουν στο τέλος πως απέτυχαν∙ έστω, βέβαια, κι αν στην πραγματικότητα κατόρθωσαν αποτελέσματα εκπληκτικά.

Το όραμα κι η επίγνωση της δυνατότητας ενός ακόμη καλύτερου ποιητικού δημιουργήματος ταλανίζει και τον Καβάφη, ο οποίος επιλέγει να επανδρώσει το πλοίο αυτού του οράματος με ναύτες ωραίους σαν τους ήρωες της Ιλιάδας∙ το ποιητικά ιδεατό και απροσέγγιστο για τον Καβάφη εμπεριέχει και την αναμέτρηση του ποιητή με την επιθυμία του να αποδώσει στους στίχους του την ξέχωρη εκείνη ποιότητα της ανδρικής ομορφιάς, που τόσο τον συγκινούσε. 
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...