Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Κώστας Βάρναλης «Οι πόνοι της Παναγιάς»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Il Sassoferrato

Κώστας Βάρναλης «Οι πόνοι της Παναγιάς»

(απόσπασμα)

Το ποίημα ανήκει στο πρώτο μέρος της ποιητικής σύνθεσης Σκλάβοι Πολιορκημένοι, η οποία εκδόθηκε το 1927. Ο ποιητής, ακολουθώντας τη δημοτική μας παράδοση, χρησιμοποιεί τη μορφή της Παναγιάς, για να εκφράσει τον ανθρώπινο πόνο της μάνας· η Παναγιά κατέχεται από τα τρυφερότερα συναισθήματα για το παιδί που πρόκειται να γεννήσει, αλλά και από κακά προαισθήματα για την τύχη που το περιμένει.

Που να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν οι κακοί;
Σε ποιο νησί του Ωκεανού, σε ποιαν κορφήν ερημική;
Δε θα σε μάθω να μιλάς και τ’ άδικο φωνάξεις.
Ξέρω, πως θα ‘χεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκή,
που μες στα βρόχια της οργής ταχιά θενά σπαράξεις.

Συ θα ‘χεις μάτια γαλανά, θα ‘χεις κορμάκι τρυφερό,
θα σε φυλάω από ματιά κακή κι από κακόν καιρό,
από το πρώτο ξάφνιασμα της ξυπνημένης νιότης.
Δεν είσαι συ για μαχητές, δεν είσαι συ για το σταυρό.
Εσύ νοικοκερόπουλο, όχι σκλάβος ή προδότης.

Τη νύχτα θα σηκώνομαι κι αγάλια θα νυχοπατώ,
να σκύβω την ανάσα σου ν’ ακώ, πουλάκι μου ζεστό,
να σου τοιμάζω στη φωτιά γάλα και χαμομήλι
κι ύστερ’ απ’ το παράθυρο με καρδιοχτύπι θα κοιτώ
που θα πηγαίνεις στο σκολειό με πλάκα και κοντύλι...

Κι αν κάποτε τα φρένα σου το Δίκιο, φως της αστραπής,
κι η Αλήθεια σού χτυπήσουνε, παιδάκι μου, να μην τα πεις.
Θεριά οι άνθρωποι, δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν.
Δεν είναι αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής.
Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν.

Ώχου, μου μπήγεις στην καρδιά, χίλια μαχαίρια και σπαθιά.
Στη γλώσσα μου ξεραίνεται το σάλιο, σαν πικρή αψιθιά!
- Ω! πώς βελάζεις ήσυχα, κοπάδι εσύ βουνίσο...-
Βοηθάτε, ουράνιες δύναμες, κι ανοίχτε μου την πιο βαθιά
την άβυσσο, μακριά απ’ τους λύκους να κρυφογεννήσω!

και τ’ άδικο φωνάξεις: να φωνάξεις, να αποκαλύψεις.
βρόχια: θηλιά, παγίδα.
νυχοπατώ: πατώ στα νύχια των ποδιών, περπατώ αθόρυβα.
ακώ: ακούω.
τα φρένα: οι σκέψεις, ο νους.
αψιθιά: αρωματικό φυτό με πικρή γεύση, που χρησιμοποιείται και για ζεστό ρόφημα.
Η Παναγία λειτουργεί ως διαχρονικό σύμβολο της μητρικής αγάπης, αλλά και του πόνου που βιώνει μια μητέρα όταν βλέπει το παιδί της να θυσιάζει τη δική του ύπαρξη για το καλό των άλλων. Σύμβολο που επιλέγει ο Βάρναλης προκειμένου να αποδώσει το πλήθος των ανησυχιών που διακατέχουν κάθε μητέρα για το μέλλον και την ασφάλεια του παιδιού της.

Που να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν οι κακοί;
Σε ποιο νησί του Ωκεανού, σε ποιαν κορφήν ερημική;

Τα στοιχεία του ποιητικού μονολόγου της Παναγίας υποδηλώνουν πως βρισκόμαστε λίγο προτού γεννήσει, πως γνωρίζει ήδη ότι πρόκειται να φέρει στον κόσμο γιο, αλλά και το φρικτό του τέλος. Ακούμε, έτσι, την Παναγία να εκφράζει όλη της την τρυφερότητα απέναντι στο αγέννητο ακόμη παιδί της, μα και τις προθέσεις της να κάνει ό,τι μπορεί για να το προστατεύσει από το δεινό του μέλλον.
Τα εισαγωγικά ερωτήματα του ποιήματος υποδηλώνουν πως η Παναγία δεν θέλει να βρεθεί αντιμέτωπο το παιδί της με τη φονική κακία των ανθρώπων, γι’ αυτό και αναρωτιέται που θα μπορούσε να κρύψει τον γιο της προκειμένου να τον γλιτώσει. Τοποθετεί, μάλιστα, τις πιθανές κρυψώνες είτε σε κάποιο νησί του Ωκεανού, μακριά από τους ανθρώπους, είτε αντιστοίχως σε κάποια ερημική κορυφή βουνού, καλύπτοντας κατά αυτό τον τρόπο τα συνήθη δυσπρόσιτα μέρη∙ τον ωκεανό και τα ψηλά βουνά.
Είναι εμφανές πως η Παναγία δεν μιλά εδώ ως το ιερό πρόσωπο που γνωρίζει καλά την άφευκτη μοίρα του θεϊκού γιου που θα φέρει στον κόσμο, αλλά ως μητέρα που θέλει με κάθε τρόπο να προφυλάξει το παιδί της από κάθε πιθανό κακό.

Δε θα σε μάθω να μιλάς και τ’ άδικο φωνάξεις.
Ξέρω, πως θα ‘χεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκή,
που μες στα βρόχια της οργής ταχιά θενά σπαράξεις.

Η Παναγία γνωρίζοντας πως ο γιος της μέλλεται να κηρύξει τη δικαιοσύνη και τον τερματισμό της εκμετάλλευσης των ανθρώπων, προκαλώντας έτσι την οργή των ισχυρών του κόσμου, βεβαιώνει το παιδί της πως δεν θα του μάθει να μιλά. Με αυτό τον τρόπο η φιλόστοργη μητέρα θέλει να αποτρέψει το γιο της από το να ξεκινήσει μελλοντικά την προσπάθειά του να εναντιωθεί στην αδικία και να αποκαλύψει το πλήθος των αδικιών που συμβαίνουν στον κόσμο.
Η Παναγία ξέρει καλά, πως ο γιος της θα έχει μια καρδιά τόσο αγαθή και τόσο γλυκιά, ώστε θα του είναι δύσκολο να μη συμπαρασταθεί στους αδικημένους και στους αδύναμους. Ξέρει, όμως, εξίσου καλά, πως αυτή ακριβώς η αγαθή του προαίρεση θα τον φέρει αντιμέτωπο με τους δυνατούς, και πως τελικά θα βασανιστεί αφού θα πιαστεί στην παγίδα της οργής τους.
Τα μηνύματα ανθρωπισμού και καλοσύνης που θα φέρει ο Χριστός στον κόσμο, θα σταθούν ο λόγος για τον οποίο οι έχοντες και οι ισχυροί θα θελήσουν να τον σκοτώσουν, προκειμένου να θέσουν τέρμα στην προσπάθεια αφύπνισης των φτωχών και των ανίσχυρων που εκείνος θα επιχειρήσει.

Συ θα ‘χεις μάτια γαλανά, θα ‘χεις κορμάκι τρυφερό,
θα σε φυλάω από ματιά κακή κι από κακόν καιρό,
από το πρώτο ξάφνιασμα της ξυπνημένης νιότης.

Η Παναγία μοιάζει να γνωρίζει ήδη ακόμη και στοιχεία της εμφάνισης του γιου της, ο οποίος θα έχει μάτια γαλανά -χρώμα συμβολικό για την αγνότητα και την καθαρότητα του βλέμματος του Χριστού-, και το κορμί του θα είναι τρυφερό, αντανακλώντας έτσι την αγαθότητα και την απλότητα της ψυχής του.
Πρόθεσή της είναι να προφυλάξει το παιδί της από την κακή ματιά του ζηλόφθονου κόσμου, αλλά κι από τις κακές περιστάσεις, λειτουργώντας ως ακαταπόνητος προστάτης του αγαπημένου της πλάσματος. Η Παναγία, μάλιστα, θέλει να προφυλάξει το παιδί της κι από το πρώτο εκείνο ξάφνιασμα που προκαλείται στους νέους -στους εφήβους- μόλις συντελείται μέσα τους η αφύπνιση της νεότητας κι αρχίζουν να βλέπουν τον κόσμο τελείως διαφορετικά και να επιθυμούν για πρώτη φορά μια διαφορετική βίωση της ζωής. Η Παναγία, επομένως, θα ήθελε να προφυλάξει το παιδί της, όχι μόνο από τους άλλους ανθρώπους και τις κακές συγκυρίες, αλλά κι από τον ίδιο του τον εαυτό, προκειμένου να μη γνωρίσει τις πικρίες του έρωτα και της επιθυμίας που γνωρίζει τη διάψευση ή τη ματαίωση.
Η Παναγία μιλά στο μελλοντικό της γιο λαμβάνοντας υπόψη της την ανθρώπινη φύση του και όχι τη θεϊκή του υπόσταση, εφόσον ως μητέρα ανησυχεί για εκείνον και θέλει να τον γλιτώσει από κάθε πιθανό ανθρώπινο πόνο, όπως η ίδια τους έχει βιώσει και γνωρίσει κατά τη διάρκεια της ζωής της.

Δεν είσαι συ για μαχητές, δεν είσαι συ για το σταυρό.
Εσύ νοικοκερόπουλο, όχι σκλάβος ή προδότης.

Η Παναγία γνωρίζει την αποστολή του θεϊκού γιου της και γνωρίζει τον μαρτυρικό θάνατο που του αναλογεί. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει πως επιθυμεί να δει το παιδί της να περνά έναν τόσο σκληρό βίο. Γι’ αυτό και οι συμβουλές που του δίνει, τώρα που είναι ακόμη αγέννητος, έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την πορεία που θα ακολουθήσει ο Χριστός. Η Παναγία δεν θέλει να δει το γιο της να εμπλέκεται σε αγώνες, έστω κι αν αυτοί θα αποσκοπούν στη σωτηρία των ανθρώπων, διότι γνωρίζει πως το τίμημα για το παιδί της θα είναι ο θάνατος πάνω στο σταυρό. Έτσι, η δική της θέληση είναι να δει το παιδί της νοικοκύρη, με μια φιλήσυχη ζωή, χωρίς να γίνεται σκλάβος κανενός και χωρίς να προδίδει κανέναν.  
Ο Χριστός με τη δράση του θα αποτελέσει το πρότυπο του ενεργού πολίτη, που θέτει τον εαυτό του σε δεύτερη μοίρα και παλεύει με όλες του τις δυνάμεις για να δει τον κόσμο να αλλάζει προς το καλύτερο. Ο Χριστός δεν θα γίνει, όπως θα το ήθελε η μητέρα του, ένας νοικοκύρης, θα γίνει ένας άφοβος αγωνιστής, που θα έρθει αντιμέτωπος με την αδικία των ισχυρών∙ γεγονός, βέβαια, που θα το πληρώσει με την ίδια του τη ζωή.

Τη νύχτα θα σηκώνομαι κι αγάλια θα νυχοπατώ,
να σκύβω την ανάσα σου ν’ ακώ, πουλάκι μου ζεστό,
να σου τοιμάζω στη φωτιά γάλα και χαμομήλι
κι ύστερ’ απ’ το παράθυρο με καρδιοχτύπι θα κοιτώ
που θα πηγαίνεις στο σκολειό με πλάκα και κοντύλι...
Στη στροφή αυτή αποδίδεται ένα κομμάτι της αμιγώς ανθρώπινης ζωής του Χριστού, της βρεφικής και παιδικής του ηλικίας, όπου η Παναγία έχει την ευκαιρία να εκδηλώσει όλη της την τρυφερότητα απέναντί του.
Η Παναγία θα σηκώνεται τη νύχτα, περπατώντας σιγά και πατώντας στα νύχια, προκειμένου να μην ενοχλήσει τον ύπνο του βρέφους και θα σκύβει για ν’ ακούσει την ανάσα του μωρού της. Κι ύστερα θα του ετοιμάζει στη φωτιά το ζεστό του γάλα και χαμομήλι για να το ταΐσει. Εικόνες μιας θαλπωρής οικείας σε κάθε οικογένεια, που έχει την ευλογία να μεγαλώσει ένα μικρό παιδί και να γευτεί την ευδαιμονία που προσφέρουν στον άνθρωπο όλες εκείνες η φροντίδες που απευθύνονται σ’ ένα μωρό και σ’ ένα μικρό παιδί. Μια γαλήνη που συνιστά περίοδο αγνής ευτυχίας.
Η επόμενη εικόνα μας μεταφέρει σ’ ένα ελαφρώς μεταγενέστερο χρονικό σημείο, με την Παναγία να κοιτά με καρδιοχτύπι το μικρό της παιδί να πηγαίνει στο σχολείο του, κρατώντας την πλάκα και το κοντύλι του, για να μάθει να γράφει και να διαβάζει.

Κι αν κάποτε τα φρένα σου το Δίκιο, φως της αστραπής,
κι η Αλήθεια σού χτυπήσουνε, παιδάκι μου, να μην τα πεις.
Θεριά οι άνθρωποι, δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν.

Το κλίμα της ανέφελης ευτυχίας που αποδίδεται στην προηγούμενη στροφή αλλάζει, καθώς το πέρασμα από την παιδική ηλικία στην εφηβική και κατόπιν στη νεανική θα σημάνει και την αφύπνιση του Χριστού, ο οποίος θα είναι πια σε θέση να αντιληφθεί τις έννοιες του Δικαίου και της Αλήθειας. Η συμβουλή, πάντως, της Παναγίας προς το παιδί της είναι πως όταν κάποια στιγμή η σκέψη του φωτιστεί από τις έννοιες αυτές, να μη τις εκφράσει, να μη μιλήσει γι’ αυτές. Διότι οι άνθρωποι είναι θηρία και δεν αντέχουν να σηκώνουν το φως∙ δεν αντέχουν να βλέπουν την αλήθεια της ζωής τους και της κοινωνίας τους. Έτσι, παρά το γεγονός ότι ο Χριστός θα μπορεί πια να αντιληφθεί τι είναι Δίκιο και τι είναι Αλήθεια, αφού θα έχει φωτιστεί ο νους του με τη δύναμη μιας αστραπής, εντούτοις είναι προτιμότερο -σύμφωνα με την επιθυμία της Παναγίας- να κρατηθεί μακριά από την επισήμανση αυτών των εννοιών και καταστάσεων, καθώς θα εξοργίσει τους ανθρώπους γύρω του.

Δεν είναι αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής.
Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν.

Η συμβουλή της Παναγίας απηχεί εδώ το γνωστό ρητό σχετικά με τη σιωπή, η οποία είναι χρυσός, εφόσον γλιτώνει το άτομο από το να προκαλεί εντάσεις και να έρχεται σε σύγκρουση με τους άλλους ανθρώπους. Η πιο χρυσή αλήθεια, άρα, είναι η αλήθεια της σιωπής, αφού είναι η μόνη που επιτρέπει στους ανθρώπους να ζουν φιλήσυχα και να μην στρέφουν εναντίον τους όλους εκείνους που θίγονται απ’ όσα θα μπορούσαν ενδεχομένως να λεχθούν.
Η Παναγία έχοντας πάντοτε κατά νου τη βασική της επιθυμία, την προφύλαξη δηλαδή του παιδιού της από την οργή των ανθρώπων, τον συμβουλεύει πως ακόμη κι όταν θα είναι σε θέση να αντιληφθεί το Δίκαιο και την Αλήθεια, να επιλέξει τη σιωπή. Καθώς, αν επιλέξει να μιλήσει γι’ αυτά κι αν επιλέξει να στραφεί ενάντια σ’ εκείνους που αδικούν και ψεύδονται τότε εκείνοι θα τον σταυρώσουν. Κατάληξη τόσο δεδομένη, ώστε η Παναγία δηλώνει στο γιο της πως και χίλιες φορές αν γεννηθεί, αν επιλέξει να μιλήσει για τις αρετές της Αλήθειας και του Δικαίου, και τις χίλιες φορές οι άλλοι άνθρωποι θα τον σταυρώσουν.
Η συμβουλή της Παναγίας στον Χριστό να επιλέξει τη χρυσή σιωπή, είναι φυσικά εντελώς αντίθετη με τον ιερό σκοπό που έχει εκείνος να επιτελέσει, αλλά είναι απολύτως λογική από την οπτική της μητέρας που θέλει με κάθε τρόπο να προστατεύσει το παιδί της.

Ώχου, μου μπήγεις στην καρδιά, χίλια μαχαίρια και σπαθιά.
Στη γλώσσα μου ξεραίνεται το σάλιο, σαν πικρή αψιθιά!

Καθώς προχωρά ο μονόλογος της Παναγίας μετατίθεται χρονικά σε όλο και μεταγενέστερα χρονικά σημεία της ζωής του Χριστού, έτσι από τις γαλήνιες στιγμές της βρεφικής του ηλικίας φτάνει εδώ στη στιγμή της σταύρωσής του, η οποία γίνεται εμφανής από τα συναισθήματα που εκφράζονται. Η Παναγία, και μόνο στη σκέψη της θανάτωσης του παιδιού της, νιώθει σαν να της μπήγουν χίλια μαχαίρια και σπαθιά στην καρδιά, ενώ το σάλιο της ξεραίνεται στη γλώσσα της κι είναι πικρό, σαν δηλητήριο. Είναι, δίχως άλλο, σαφές πως η Παναγία δεν μπορεί να δει στη θυσία του γιου της μια προσφορά αγάπης και ελέους προς τους ανθρώπους∙ βλέπει μόνο το θάνατο του μονάκριβου παιδιού της κι αυτό της προκαλεί ανείπωτο πόνο.

- Ω! πώς βελάζεις ήσυχα, κοπάδι εσύ βουνίσο...-
Βοηθάτε, ουράνιες δύναμες, κι ανοίχτε μου την πιο βαθιά
την άβυσσο, μακριά απ’ τους λύκους να κρυφογεννήσω!

Με μια έξοχη αντίθεση ανάμεσα στο ήσυχο κοπάδι του βουνού και τους μοχθηρούς λύκους που καραδοκούν, η Παναγία παρουσιάζει το φόβο της πως τη στιγμή που εκείνη ετοιμάζεται να φέρει στον κόσμο ένα απολύτως αγαθό βρέφος υπάρχουν ήδη εκείνοι που θέλουν να το βλάψουν. Στρέφεται, έτσι, στις ουράνιες δυνάμεις, στον Θεό, και ζητά να ανοίξουν για χάρη της την πιο βαθιά άβυσσο, προκειμένου να γεννήσει στα κρυφά, μακριά από τους λύκους, μακριά από τους αδίστακτους ανθρώπους που θα θελήσουν να της στερήσουν την παρουσία και την ύπαρξη του παιδιού της.
Η μητέρα Παναγία, έστω κι αν γνωρίζει καλά το ιδιαίτερο της πορείας που πρόκειται να ακολουθήσει ο γιος της, δεν είναι διατεθειμένη να αποδεχτεί το γεγονός πως το παιδί που θα μεγαλώσει εκείνη με τόση αγάπη, θα το σταυρώσουν οι άνθρωποι για να απαλλαγούν από τα κηρύγματα της αγάπης και της δικαιοσύνης. Υποφέρει μ’ αυτή τη σκέψη και αναζητά τους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε να προφυλάξει το παιδί της από την οργή των ανθρώπων.

Σε κάθε στροφή του ποιήματος ο 1ος, ο 2ος και ο 4ος στίχος είναι δεκαεξασύλλαβοι και ομοιοκαταληκτούν μεταξύ τους, και αντίστοιχα, ο 3ος και ο 5ος που είναι δεκαπεντασύλλαβοι ομοιοκαταληκτούν μεταξύ τους. Το μέτρο όλων των στίχων είναι ιαμβικό, βασίζεται δηλαδή σε ζεύγη συλλαβών, στα οποία τονίζεται η δεύτερη.

Α / πό  / το / πρώ / το / ξά / φνια / σμα / της / ξυ / πνη / με / νης / νιό / της (15 συλλαβές)

Ερωτήσεις:
1. Στο μονόλογο της Παναγιάς υπάρχουν στίχοι που εκφράζουν τα πιο τρυφερά συναισθήματα και άλλοι που εκφράζουν τις πιο πικρές διαπιστώσεις: να τους εντοπίσετε στο απόσπασμα.

Τα τρυφερά συναισθήματα της Παναγίας εκφράζονται στους ακόλουθους στίχους:
- Που να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν οι κακοί

- Ξέρω, πως θα ‘χεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκή

- Συ θα ‘χεις μάτια γαλανά, θα ‘χεις κορμάκι τρυφερό,
θα σε φυλάω από ματιά κακή κι από κακόν καιρό,
από το πρώτο ξάφνιασμα της ξυπνημένης νιότης.

- Τη νύχτα θα σηκώνομαι κι αγάλια θα νυχοπατώ,
να σκύβω την ανάσα σου ν’ ακώ, πουλάκι μου ζεστό,
να σου τοιμάζω στη φωτιά γάλα και χαμομήλι
κι ύστερ’ απ’ το παράθυρο με καρδιοχτύπι θα κοιτώ
που θα πηγαίνεις στο σκολειό με πλάκα και κοντύλι...

Οι πικρές διαπιστώσεις, που σχετίζονται με τη δολιότητα και την κακία των ανθρώπων, εκφράζονται στους ακόλουθους στίχους:
- Δε θα σε μάθω να μιλάς και τ’ άδικο φωνάξεις.
Ξέρω, πως θα 'χεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο γλυκή,
που μες στα βρόχια της οργής ταχιά θενά σπαράξεις.

- Κι αν κάποτε τα φρένα σου το Δίκιο, φως της αστραπής,
κι η Αλήθεια σού χτυπήσουνε, παιδάκι μου, να μην τα πεις.
Θεριά οι άνθρωποι, δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν.
Δεν είναι αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής.
Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν.

- Βοηθάτε, ουράνιες δύναμες, κι ανοίχτε μου την πιο βαθιά
την άβυσσο, μακριά απ' τους λύκους να κρυφογεννήσω!

2. «Θεριά οι άνθρωποι... θα σε σταυρώσουν»: να σχολιάσετε το νόημα των τριών αυτών στίχων.

Η συμβουλή της Παναγίας απηχεί εδώ το γνωστό ρητό σχετικά με τη σιωπή, η οποία είναι χρυσός, εφόσον γλιτώνει το άτομο από το να προκαλεί εντάσεις και να έρχεται σε σύγκρουση με τους άλλους ανθρώπους. Η πιο χρυσή αλήθεια, άρα, είναι η αλήθεια της σιωπής, αφού είναι η μόνη που επιτρέπει στους ανθρώπους να ζουν φιλήσυχα και να μην στρέφουν εναντίον τους όλους εκείνους που θίγονται απ’ όσα θα μπορούσαν ενδεχομένως να λεχθούν.
Η Παναγία έχοντας πάντοτε κατά νου τη βασική της επιθυμία, την προφύλαξη δηλαδή του παιδιού της από την οργή των ανθρώπων, τον συμβουλεύει πως ακόμη κι όταν θα είναι σε θέση να αντιληφθεί το Δίκαιο και την Αλήθεια, να επιλέξει τη σιωπή. Καθώς, αν επιλέξει να μιλήσει γι’ αυτά κι αν επιλέξει να στραφεί ενάντια σ’ εκείνους που αδικούν και ψεύδονται τότε εκείνοι θα τον σταυρώσουν. Κατάληξη τόσο δεδομένη, ώστε η Παναγία δηλώνει στο γιο της πως και χίλιες φορές αν γεννηθεί, αν επιλέξει να μιλήσει για τις αρετές της Αλήθειας και του Δικαίου, και τις χίλιες φορές οι άλλοι άνθρωποι θα τον σταυρώσουν.
Η συμβουλή της Παναγίας στον Χριστό να επιλέξει τη χρυσή σιωπή, είναι φυσικά εντελώς αντίθετη με τον ιερό σκοπό που έχει εκείνος να επιτελέσει, αλλά είναι απολύτως λογική από την οπτική της μητέρας που θέλει με κάθε τρόπο να προστατεύσει το παιδί της.

3. Πώς κλιμακώνεται η αγωνία της Παναγιάς από την πρώτη ως την τελευταία στροφή του αποσπάσματος;

Η Παναγία εκφράζει τους φόβους και την αγωνία της για το παιδί της ήδη από την πρώτη στροφή, καθώς εμφανίζεται να αναζητά ένα μέρος για να γεννήσει μακριά από τους κακούς ανθρώπους. Η Παναγία γνωρίζει πως ο γιος της θα θελήσει να αποκαλύψει το άδικο που υπάρχει στον κόσμο και πως θα προκαλέσει έτσι την οργή των ανθρώπων, οι οποίοι και θα τον κάνουν να υποφέρει.
Στη δεύτερη στροφή η Παναγία, παρά το γεγονός ότι γνωρίζει καλά ποια είναι η ιερή αποστολή του γιου της, τον συμβουλεύει να γίνει ένας απλός νοικοκύρης και να μείνει μακριά από εκείνες τις μάχες και τους αγώνες που θα τον οδηγήσουν τελικά στον σταυρό.
Παρόμοιες συμβουλές του δίνει και στην τέταρτη στροφή, όπου του επισημαίνει πως οι άνθρωποι είναι θηρία και πως θα πρέπει να προτιμήσει στη ζωή του τη σιωπή, κι όχι τον αγώνα υπέρ του Δικαίου και της Αλήθειας, διότι, αν επιλέξει να μιλήσει για τις αγαθές αυτές έννοιες οι άνθρωποι θα τον σταυρώσουν. Κι είναι, μάλιστα, τόσο βέβαιη για την αλήθεια αυτής της διαπίστωσης, ώστε του δηλώνει εμφατικά πως αν ακολουθήσει αυτό το δρόμο, του να αγωνιστεί δηλαδή για το Δίκαιο, ακόμη κι αν γεννηθεί χίλιες φορές, άλλες τόσες θα τον οδηγήσουν στον σταυρό οι συνάνθρωποί του, αφού δεν αντέχουν το φως της αλήθειας και της δικαιοσύνης.
Η αγωνία της Παναγίας κορυφώνεται στην τελευταία στροφή του ποιήματος, όπου και εκφράζει την ένταση του πόνου που της προκαλεί η επίγνωση πως ο γιος της θα έχει ένα φρικτό τέλος. Νιώθει, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, σαν να της καρφώνουν την καρδιά με χίλια μαχαίρια και σπαθιά.

Κώστας Βάρναλης (1884-1974)


Ο ποιητής προέρχεται από τον απόδημο ελληνισμό. Γεννήθηκε στον Πύργο της Βουλγαρίας και σπούδασε φιλολογία στην Αθήνα. Υπηρέτησε στη Μέση Εκπαίδευση και αργότερα (1919-22), με κρατική υποτροφία, σπούδασε στο Παρίσι Νεοελληνική Φιλολογία και Αισθητική. Εκεί έζησε στο κλίμα της γενικής απογοήτευσης που προκάλεσε ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος. Στα ποιήματα της πρώτης περιόδου (προ του 1922) είναι έντονος ο αισθησιασμός και το βαθύ μουσικό αίσθημα. Επίσης φαίνονται εδώ και οι επιδράσεις που δέχτηκε από τον Παρνασσισμό. Η πολιτική του ιδεολογία επηρέασε την ποίηση, την πεζογραφία και τις κριτικές του μελέτες. Στα ποιήματα της δεύτερης περιόδου η σάτιρα και ο σαρκασμός εναλλάσσονται με τους λυρικούς τόνους ενώ ο ανθρώπινος πόνος είναι ένα από τα κυρίαρχα θέματά του. Έργα του: α) Ποίηση: Κηρήθρες (1905), Προσκυνητής (1919), Το φως που καίει (1922), Σκλάβοι πολιορκημένοι (1927), Ελεύθερος Κόσμος (1965), Οργή λαού (1975). β) Πεζά: Η αληθινή απολογία του Σωκράτη (1931), Ημερολόγιο της Πηνελόπης (1946) κ.ά. γ) Θέατρο: Άτταλος ο Γ' (1970). δ) Φιλολογικά - Κριτικά: Σολωμικά (1957), Αισθητικά - Κριτικά (1958) κ.ά.

Άγγελος Σικελιανός «Πνευματικό εμβατήριο»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Jc Findley

Άγγελος Σικελιανός «Πνευματικό εμβατήριο»

Το ποίημα είναι γραμμένο το 1945, τότε που η χώρα μας μόλις είχε βγει από τη δοκιμασία του πολέμου και της κατοχής. Ο λόγος του ποιητή, έκφραση της μεγάλης έγνοιας του για τη μοίρα του τόπου και του λαού, αποτελεί σάλπισμα αγωνιστικό για την ανόρθωση της Ελλάδας.

«Ομπρός· βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω απ’ την Ελλάδα·
ομπρός, βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από τον κόσμο!
Τι, ιδέτε εκόλλησεν η ρόδα του βαθιά στη λάσπη,
κι α, ιδέτε, χώθηκε τ’ αξόνι του βαθιά μες στο αίμα!
Ομπρός, παιδιά, και δε βολεί μονάχος του ν’ ανέβει ο ήλιος·
σπρώχτε με γόνα και με στήθος, να τον βγάλουμε απ’ το γαίμα.
Δέστε, ακουμπάμε απάνω του ομοαίματοι αδερφοί του!
Ομπρός, αδέρφια, και μας έζωσε με τη φωτιά του
ομπρός, ομπρός, κι η φλόγα του μας τύλιξε, αδερφοί μου!

Ομπρός, οι δημιουργοί!... Την αχθοφόρα ορμή Σας
στυλώστε με κεφάλια και με πόδια, μη βουλιάξει ο ήλιος!
Βοηθάτε με κι εμένανε, αδερφοί, να μη βουλιάξω αντάμα...
Τι πια είν’ απάνω μου και μέσα μου και γύρα,
τι πια γυρίζω σ’ έναν άγιον ίλιγγο μαζί του!...

Χίλια καπούλια ταύροι τού κρατάν τη βάση·
δικέφαλος αϊτός, κι απάνω μου τινάζει
τις φτερούγες του και βογγάει ο σάλαγός του
στην κεφαλή μου πλάι και μέσα στην ψυχή μου,
και το μακρά και το σιμά για με πια είν’ ένα!...
Πρωτάκουστες, βαριές με ζώνουν Αρμονίες! Ομπρός, συντρόφοι,
βοηθάτε να σκωθεί, να γίνει ο ήλιος Πνέμα!

Σιμώνει ο νέος ο Λόγος π’ όλα θα τα βάψει
στη νέα του φλόγα, νου και σώμα, ατόφιο ατσάλι...
Η γη μας αρκετά λιπάστηκε από σάρκα ανθρώπου...
Παχιά και καρπερά, να μην αφήσουμε τα χώματά μας
να ξεραθούν απ’ το βαθύ τούτο λουτρό του αιμάτου,
πιο πλούσιο, πιο βαθύ κι απ’ όποιο πρωτοβρόχι!
Αύριο να βγει ο καθένας μας με δώδεκα ζευγάρια βόδια
τη γην αυτή να οργώσει την αιματοποτισμένη...
Ν’ ανθίσει η δάφνη απάνω της και δέντρο ζωής να γένει,
και η Άμπελος μας ν’ απλωθεί ως στα πέρατα της Οικουμένης...

Ομπρός, παιδιά, και δε βολεί μονάχος του ν’ ανέβει ο ήλιος...
Σπρώχτε με γόνα και με στήθος, να τον βγάλουμε απ’ τη λάσπη·
σπρώχτε με στήθος και με γόνα, να τον βγάλουμε απ’ το γαίμα·
σπρώχτε με χέρια και κεφάλια, για ν’ αστράψει ο ήλιος Πνέμα!»

αχθοφόρος: αυτός που «φέρει άχθος», που κουβαλάει φορτίο.

Ο Άγγελος Σικελιανός δίνει το δικό του μήνυμα στους συγκαιρινούς του, μόλις τελειώνει η σκληρή δοκιμασία του πολέμου, θέλοντας να τους στηρίξει στην προσπάθειά τους να επουλώσουν τις πλείστες πληγές που τους άφησε η θηριωδία των Γερμανών.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τίτλος του ποιήματος, ο οποίος ενώ με τη λέξη εμβατήριο -ρυθμικό μουσικό κομμάτι, κατάλληλο για τον συγχρονισμό του βηματισμού ομάδας ανθρώπων στον ίδιο ρυθμό- παραπέμπει σε στρατιωτική δράση, με τον επιθετικό προσδιορισμό «πνευματικό» αποσαφηνίζει την πρόθεση του ποιητή να συνθέσει ένα κάλεσμα για συλλογική πνευματική δράση, προκειμένου οι πολίτες να βρουν την κατάλληλη καθοδήγηση και στήριξη.

Ομπρός∙ βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω απ’ την Ελλάδα∙
ομπρός, βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω από τον κόσμο!

Το κάλεσμα του ποιητή, που δίνεται με έντονα παραινετικό τρόπο, έχει ως πρώτο σημείο αναφοράς τον ήλιο, ο οποίος λαμβάνει εδώ τις διαστάσεις ενός πολυδύναμου συμβόλου. Ο ήλιος έρχεται να αποτελέσει την αντίθεση σε ό,τι συνιστούσε μέχρι εκείνη τη στιγμή το κυρίαρχο κλίμα στον εμπόλεμο κόσμο∙ αποτελεί το αντίβαρο στο σκοτάδι της βίας, των εκτελέσεων και δολοφονιών, των συγκρούσεων και της πείνας. Ο ήλιος είναι το σύμβολο της πνευματικότητας εκείνης που επιτρέπει στους ανθρώπους να κατανοήσουν τη ματαιότητα των βιαιοτήτων και να βρουν έναν πιο ουσιαστικό προσανατολισμό στη ζωή τους. Ο ήλιος είναι το σύμβολο της ειρήνης, μα και της διάθεσης για ένα νέο ξεκίνημα, σε βάσεις, βέβαια, ηθικότερες και αγνότερες.
Ο ποιητής, λοιπόν, καλεί τους ανθρώπους γύρω του, και ιδίως τους ανθρώπους του πνεύματος, να βοηθήσουν ώστε ο ήλιος, το σύμβολο της ειρήνης και της αναγεννητικής διάθεσης, να σηκωθεί πάνω από την Ελλάδα, αλλά και πάνω απ’ όλο τον κόσμο, μιας και στον πόλεμο που μόλις τελείωσε είχαν εμπλακεί πάρα πολλές χώρες. Το ενδιαφέρον του ποιητή στρέφεται, εύλογα, πρωτίστως στην Ελλάδα και στους Έλληνες, που γνώρισαν ανείπωτες απώλειες εξαιτίας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Εντούτοις, ο ποιητής δε λησμονεί πως το πνεύμα της ειρήνευσης, αλλά και η ριζική αλλαγή στον τρόπο θέασης των πραγμάτων αφορούν κι όλες τις υπόλοιπες χώρες, αφού ο πόλεμος αυτός είχε γεμίσει μίσος, διάθεση φονικού ανταγωνισμού, μα και πλήθος τραυμάτων, το σύνολο των ανθρώπων.
Η αλλαγή που πρέπει να προκύψει στον τρόπο που σκέφτονται και δρουν οι άνθρωποι αφορά όλους τους συμμετέχοντες στον πόλεμο είτε ανήκαν στην πλευρά των επιτιθέμενων είτε στην πλευρά των αμυνόμενων.
Ο ποιητής επιλέγει να χρησιμοποιήσει τον πιο λαϊκό τύπο του επιρρήματος «εμπρός» (ομπρός), μιας και οι άνθρωποι στους οποίους κυρίως απευθύνεται είναι απλοί πολίτες, που έχουν και την πραγματική δύναμη να αλλάξουν με την εργατικότητά τους το κλίμα στην Ελλάδα και να επιτύχουν την ανοικοδόμησή της.
Αξιοπρόσεχτη είναι και η χρήση του α΄ προσώπου (α΄ πληθυντικό), που αποσκοπεί στο να μεταδώσει την αίσθηση πως αυτή η προσπάθεια είναι συλλογική και τους αφορά όλους, όπως και τον ίδιο τον ποιητή που είναι μέλος κι αυτός της ελληνικής κοινωνίας. Ενώ, με το β΄ πληθυντικό πρόσωπο της προστακτικής, εκφράζεται το έντονα προτρεπτικό ύφος του εμβατηρίου.  

Τι, ιδέτε εκόλλησεν η ρόδα του βαθιά στη λάσπη,
κι α, ιδέτε, χώθηκε τ’ αξόνι του βαθιά μες στο αίμα!

Ο ποιητής ζητά τη βοήθεια όλων των ανθρώπων, διότι το άρμα που μεταφέρει τον ήλιο -εικόνα παρμένη από την αρχαιοελληνική παράδοση- έχει κολλήσει βαθιά μέσα στη λάσπη και το αίμα. Πρόκειται για μια συγκλονιστική εικόνα, η οποία, αν και κατά βάση μεταφορική, ενέχει και στοιχεία σκληρού ρεαλισμού, υπό την έννοια πως ο πόλεμος αυτός, πέρα από τις τεράστιες υλικές καταστροφές που προκάλεσε, είχε και ένα υπέρογκο κόστος σε ανθρώπινες ζωές. Υπολογίζεται πως οι νεκροί του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου -στρατιώτες και άμαχοι- ήταν σ’ όλο τον πλανήτη περισσότεροι από 60 εκατομμύρια.
Ο ήλιος δεν μπορεί να κινηθεί και το νέο ξεκίνημα που θέλει ο ποιητής δεν μπορεί να προχωρήσει, διότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να ξεχάσουν, να συγχωρήσουν και να προσπεράσουν όλα αυτά τα δεινά που βίωσαν. Η πνευματική και ηθική αναγέννηση που ζητά ο ποιητής συναντά μεγάλες δυσκολίες, αφού οι περισσότεροι άνθρωποι της εποχής είναι ακόμη -και θα είναι για καιρό- δοσμένοι στην οδύνη, αλλά και στο μίσος. Χρειάζεται, άλλωστε, μεγάλο ψυχικό σθένος για να μπορέσει κάποιος να αφήσει πίσω του μια τέτοια καταστροφική περίοδο και να συνεχίσει τη ζωή του χωρίς να αισθάνεται την αγανάκτηση να τον πνίγει. Ωστόσο, ακριβώς αυτό ζητά ο ποιητής από τους συνανθρώπους του να κάνουν. Τους ζητά να δώσουν όλοι μαζί ένα μήνυμα πνευματικής, ψυχικής και ηθικής ανάτασης, που θα σηματοδοτεί το πέρασμα σε μια περίοδο επούλωσης των τραυμάτων και συνάμα σε μια περίοδο αναγέννησης.

Ομπρός, παιδιά, και δε βολεί μονάχος του ν’ ανέβει ο ήλιος∙
σπρώχτε με γόνα και με στήθος, να τον βγάλουμε απ’ το γαίμα.

Ο ποιητής καλεί, επιτακτικά, όλους τους ανθρώπους να βοηθήσουν ώστε ο ήλιος να ακολουθήσει την ανοδική του πορεία. Το άρμα του που έχει κολλήσει στο αίμα χρειάζεται τη βοήθεια όλων για να ξεκολλήσει. Έτσι, όλοι οφείλουν να σπρώξουν με το γόνατο και το στήθος∙ εικόνα που παρουσιάζει μια έντονη σωματική προσπάθεια, θυμίζοντας πως, πέρα από την ανάγκη ψυχικής και ηθικής αναγέννησης, η επούλωση των τραυμάτων του πολέμου απαιτεί και σκληρή σωματική εργασία, εφόσον οι περισσότερες υποδομές της χώρας έχουν καταστραφεί.
Η προσφώνηση «παιδιά», που εκφράζει μια έντονη διάθεση οικειότητας και που αποκαλύπτει πως ο ποιητής αντικρίζει πλέον, λόγω ηλικίας, τους ανθρώπους γύρω του ως παιδιά, ενέχει κι ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο, την έμφαση που πρέπει να δοθεί στη δράση των νέων κυρίως ανθρώπων, αφού είναι εκείνοι που έχουν την αναγκαία ζωτικότητα και δύναμη για μια τόσο μεγάλη και απαιτητική προσπάθεια.

Δέστε, ακουμπάμε απάνω του ομοαίματοι αδερφοί του!
Ομπρός, αδέρφια, και μας έζωσε με τη φωτιά του
ομπρός, ομπρός, κι η φλόγα του μας τύλιξε, αδερφοί μου!

Σταδιακά ο ήλιος, το πολύπτυχο αυτό κεντρικό σύμβολο του ποιήματος, αποκτά μια διαφορετική σημασία, καθώς παρουσιάζεται από τον ποιητή ως αδερφός των ανθρώπων της ελληνικής γης∙ ως αδερφός με το ίδιο αίμα, πάνω στον οποίο ακουμπούν όλοι οι Έλληνες. Ο ήλιος αποκτά, άρα, τη σημασία της ιδιαίτερης εκείνης πολιτισμικής ελληνικής ταυτότητας∙ γίνεται έκφανση του ελληνικού πολιτισμού, ο οποίος βασιζόμενος στις έννοιες της δημοκρατίας, της ειρήνης και του ανθρωπισμού είχε κατορθώσει άλλοτε να φτάσει σε εκπληκτικές επιτεύξεις.
Αυτός ο ήλιος, τώρα, που βρίσκεται εγκλωβισμένος από συναισθήματα αγανάκτησης και μίσους, από τη βία και την άδικη αιματοχυσία, έχει πια κυκλώσει τους Έλληνες με τη φωτιά του, καθώς δεν μπορεί να παραμένει άλλο σ’ αυτή την κατάσταση ηθικής παρακμής. Ο ήλιος του ελληνικού πνεύματος και πολιτισμού θέλει να προχωρήσει γοργά στη νέα του ανοδική πορεία, προκειμένου να προσφέρει για άλλη μια φορά τα εξαίρετα οφέλη του στο σύνολο της ανθρωπότητας.
Η προσφώνηση «αδέρφια» υποδηλώνει την αγωνία του ποιητή να συναισθανθούν όλοι οι άνθρωποι πως αυτός ο αγώνας της ανοικοδόμησης της χώρας είναι απολύτως κοινός και πως αφορά όλους ανεξαιρέτως τους πολίτες.

Ομπρός, οι δημιουργοί!... Την αχθοφόρα ορμή Σας
στυλώστε με κεφάλια και με πόδια, μη βουλιάξει ο ήλιος!

Το κάλεσμα του ποιητή απευθύνεται εδώ πιο ειδικά στους δημιουργούς, στους πνευματικούς ανθρώπους του τόπου, οι οποίοι οφείλουν να χρησιμοποιήσουν τη δύναμή τους να κουβαλούν τα δύσκολα φορτία του πνεύματος, για να στηρίξουν τον ήλιο μη και βουλιάξει. Με κεφάλια και με πόδια θα πρέπει να στυλώσουν τον ήλιο, τον ελληνικό δηλαδή πολιτισμό και τις αρετές του, προκειμένου να μην υποχωρήσει υπό το βάρος όλων των φθοροποιών στοιχείων του πολέμου.
Οι άνθρωποι που έχουν τόσο βασανιστεί από τα δεινά του πολέμου κι έχουν δει όλες τους τις αξίες να καταρρέουν, χρειάζονται τη σταθερή εκείνη καθοδήγηση των πνευματικών ανθρώπων, προκειμένου να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη τους τόσο στις ίδιες τους τις δυνάμεις, όσο και στη δυνατότητα του κόσμου να αφήσει πίσω του τα πάθη του παρελθόντος και να προχωρήσει σε μια νέα αρμονική και δημιουργική συνύπαρξη. Κρίνεται, άρα, αναγκαία η συνδρομή των πνευματικών ανθρώπων, ώστε να ιδωθεί η όλη εμπειρία του πολέμου υπό το πρίσμα μιας εκλογικευτικής προσέγγισης που θα επιτρέψει την ταχύτερη επούλωση των επώδυνων ψυχικών και πνευματικών τραυμάτων.

Βοηθάτε με κι εμένανε, αδερφοί, να μη βουλιάξω αντάμα...
Τι πια είν’ απάνω μου και μέσα μου και γύρα,
τι πια γυρίζω σ’ έναν άγιον ίλιγγο μαζί του!...

Ο ποιητής ζητά τη βοήθεια των συνανθρώπων του, και ειδικότερα των πνευματικών ανθρώπων, προκειμένου να μη βουλιάξει κι εκείνος μαζί με τον ήλιο. Ο Σικελιανός αισθάνεται πως ταυτίζεται με τον ελληνικό πολιτισμό και νιώθει, έτσι, τον συμβολικό ήλιο να είναι επάνω του, μέσα του και γύρω του∙ νιώθει πως στροβιλίζεται μαζί του σ’ έναν άγιο ίλιγγο, μιας και δεν υπάρχουν πια τα σταθερά σημεία αναφοράς, που κάποτε κρατούσαν το ελληνικό πνεύμα ακλόνητο στη θέση του.
Εμφανής εδώ η ανάγκη που αισθάνεται ο ποιητής για τη συνδρομή και των άλλων πνευματικών ανθρώπων, αφού γνωρίζει πως μόνος του δεν είναι ικανός να κρατήσει και να ανορθώσει το πνεύμα και το ήθος των Ελλήνων. Τα πλήγματα που δέχτηκαν οι άνθρωποι κατά τη διάρκεια του πολέμου ήταν τέτοιας έκτασης και τέτοιας έντασης, ώστε οι συνέπειές τους δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν αν δεν υπάρξει συλλογική προσπάθεια και θέληση.

Χίλια καπούλια ταύροι τού κρατάν τη βάση∙
δικέφαλος αϊτός, κι απάνω μου τινάζει
τις φτερούγες του και βογγάει ο σάλαγός του
στην κεφαλή μου πλάι και μέσα στην ψυχή μου,
και το μακρά και το σιμά για με πια είν’ ένα!...

Ο Σικελιανός μ’ έναν έξοχο τρόπο συνδέει τη μακραίωνη παράδοση του ελληνικού πολιτισμού αναφερόμενος αφενός στους ταύρους, που αποτελούσαν βασικό σύμβολο του Μινωικού πολιτισμού κι αφετέρου τον δικέφαλο αϊτό, που ήταν το σύμβολο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ο ποιητής, μάλιστα, αναφέρει πως είναι τα καπούλια -τα νώτα- χιλίων ταύρων που κρατούν τη βάση αυτού του πολιτισμού, τονίζοντας έτσι τη μεγάλη αξία του αρχαιοελληνικού πνεύματος. Ενώ, συνάμα, ο ποιητής αισθάνεται τον δικέφαλο αϊτό να τινάζει τις φτερούγες του, κάνοντας μεγάλο θόρυβο, επάνω του, δίπλα στο κεφάλι του, αλλά και μέσα στην ψυχή του. Μια εξαίρετη ηχητική και κινητική εικόνα, που αποδίδει την ένταση με την οποία ο ελληνικός πολιτισμός, η ελληνική πνευματική δημιουργία, θέλει να οδηγηθεί και πάλι στην αναγέννησή της. Ο δικέφαλος αετός φτερουγίζει με δύναμη κι ο ποιητής δηλώνει πως και όσα βρίσκονται μακριά -αρχαίος ελληνικός πολιτισμός- και όσα είναι πιο κοντά -βυζαντινή παράδοση-, όλα γι’ αυτόν αποτελούν πια μια ενότητα.
Παρά τις μεγάλες χρονικές αποστάσεις που χωρίζουν την αρχαία Ελλάδα από τη Βυζαντινή αυτοκρατορία, αλλά και από την Ελλάδα της εποχής του Σικελιανού, δεν παύει να υπάρχει μεταξύ τους ένας τόσο ισχυρός συνεκτικός δεσμός, ώστε να δίνουν την εντύπωση μιας αδιάσπαστης ενότητας και συνέχειας.

Πρωτάκουστες, βαριές με ζώνουν Αρμονίες! Ομπρός, συντρόφοι,
βοηθάτε να σκωθεί, να γίνει ο ήλιος Πνέμα!

Ο ποιητής σε πείσμα της καταστροφικής λαίλαπας του πολέμου που έσπειρε τη διχόνοια και το μίσος ανάμεσα στους ανθρώπους, αισθάνεται να τον κυκλώνουν βαριές και στέρεες Αρμονίες, οι οποίες υπόσχονται μια νέα εποχή ειρηνικής συμβίωσης των πολιτών όλων των κρατών. Ο διχασμός και η εχθρότητα δεν θα μπορέσουν να κρατήσουν για πολύ ακόμα, αφού ήδη ακούγονται οι Αρμονίες ενός νέου, καλύτερου κόσμου. Γι’ αυτό, λοιπόν, ο ποιητής επαναλαμβάνει το κάλεσμά τους προς τους συνανθρώπους του, να βοηθήσουν να σηκωθεί ο ήλιος και να γίνει το Πνεύμα ενός καινούριου πολιτισμού∙ ενός πολιτισμού που θα κινηθεί πέρα από τις εντάσεις και τα μίση του παρελθόντος.

Σιμώνει ο νέος ο Λόγος π’ όλα θα τα βάψει
στη νέα του φλόγα, νου και σώμα, ατόφιο ατσάλι...

Πλησιάζει ο νέος Λόγος, η νέα λογική, που όλα θα τα βάψει, όλα θα τα χρωματίσει στην ένταση της φλόγας της, ώστε τόσο η σκέψη όσο και το σώμα των ανθρώπων ν’ αποκτήσουν την ισχύ που έχει το ατόφιο ατσάλι. Ο νέος Λόγος, που έχει την έννοια ενός νέου τρόπου κατανόησης και προσέγγισης της πραγματικότητας, ενός νέου τρόπου σκέψης, θα έχει απαλλαγεί από τα λάθη και τα ελαττώματα του παρελθόντος, και θα βασίζεται σε ακλόνητες και απολύτως στέρεες αρχές. Ο ανθρωπισμός, η ειρήνη, η φιλανθρωπία και ο αλληλοσεβασμός θα είναι έννοιες που θα διατρέχουν και θα συνέχουν την ανθρώπινη σκέψη.
Η φλόγα του νέου Λόγου, που θα ατσαλώσει όλες αυτές τις αρετές, έχει ήδη αντληθεί μέσα από τα οδυνηρά βιώματα του πολέμου. Έτσι, οι άνθρωποι που γνώρισαν τι σημαίνει να ζεις έναν τόσο βίαιο και φονικό πόλεμο, δεν θα επιτρέψουν ποτέ ξανά να βρεθεί η ανθρωπότητα σε μια τέτοια φρικτή κατάσταση.

Η γη μας αρκετά λιπάστηκε από σάρκα ανθρώπου...
Παχιά και καρπερά, να μην αφήσουμε τα χώματά μας
να ξεραθούν απ’ το βαθύ τούτο λουτρό του αιμάτου,
πιο πλούσιο, πιο βαθύ κι απ’ όποιο πρωτοβρόχι!

Ο ποιητής θεωρεί πως είναι αδιαπραγμάτευτο χρέος όλων των ανθρώπων και όλων των κρατών να δικαιώσουν τη θυσία των συνανθρώπων τους. Η γη έχει δεχτεί ως «λίπασμα» τη σάρκα χιλιάδων νεκρών κι έχει ποτιστεί βαθιά από το φρικτό λουτρό αίματος που προκάλεσε αυτός ο πόλεμος, αποκτώντας έτσι μια πρωτόγνωρη γονιμότητα που κανένα πρωτοβρόχι δεν θα μπορούσε ποτέ να της προσφέρει. Μια γονιμότητα που θα επιτρέψει μια εκπληκτική αναγέννηση όλης της κοινωνίας, εφόσον τώρα οι άνθρωποι γνωρίζουν πιο είναι το τίμημα των πολεμικών ανταγωνισμών και ποιες είναι οι συνέπειες τους μίσους και της βίας. Τα χώματα των ανθρώπινων ψυχών είναι «παχιά και καρπερά», αφού έχουν πλέον να προχωρήσουν σε καίριες διαπιστώσεις που θα αλλάξουν δραστικά τον τρόπο λειτουργίας όλου του κόσμου.
Αποτελεί, λοιπόν, αδήριτη ανάγκη να αξιοποιηθεί αυτή η ευκαιρία, προκειμένου να γίνουν όλες εκείνες οι απαραίτητες αλλαγές στις αντιλήψεις και στις επιδιώξεις των ανθρώπων, ώστε να μην επαναληφθεί ποτέ ξανά η φρίκη ενός τέτοιου πολέμου. Θα είναι, άλλωστε, εγκληματικό να αφεθεί ανεκμετάλλευτη η θυσία τόσων ανθρώπων, με την επιστροφή στον παλιό τρόπο σκέψης και στην επανάληψη ανάλογων συμπεριφορών, που έφεραν τελικά τον κόσμο αντιμέτωπο σε μια τόσο φονική αναμέτρηση.  

Αύριο να βγει ο καθένας μας με δώδεκα ζευγάρια βόδια
τη γην αυτή να οργώσει την αιματοποτισμένη...
Ν’ ανθίσει η δάφνη απάνω της και δέντρο ζωής να γένει,
και η Άμπελος μας ν’ απλωθεί ως στα πέρατα της Οικουμένης...

Ο ποιητής ακολουθώντας μια αλληγορική προσέγγιση παρουσιάζει την ανάγκη να εργαστούν οι άνθρωποι σε πνευματικό και ψυχολογικό επίπεδο, προκειμένου να επέλθει η επιθυμητή αλλαγή, ως εργασία σωματική που θα αποσκοπεί στο όργωμα της γης που έχει ποτιστεί με το αίμα των νεκρών του πολέμου.
Το κάλεσμα να βγουν αύριο κιόλας με δώδεκα ζευγάρια βόδια ο καθένας, για να ξεκινήσει το όργωμα της γης, υποδεικνύει την αξία που έχει η προσπάθεια των ανθρώπων τόσο σε συλλογικό όσο και σε ατομικό επίπεδο. Μέσα, μάλιστα, από την καλλιέργεια της γης θα ανθίσει αφενός η δάφνη -φυτό συσχετισμένο με τον Απόλλωνα-, που θα γίνει το δέντρο της ζωής, θα γίνει δηλαδή η αρχή μιας νέας γενιάς που θα είναι απαλλαγμένη από τα βιώματα του μίσους, κι αφετέρου ώστε η Άμπελος του ελληνικού πνεύματος να απλωθεί μέχρι την άκρη της Οικουμένης. Το μήνυμα, δηλαδή, της πνευματικής αναγέννησης, που θα επαναφέρει τις πανανθρώπινες αξίες του ανθρωπισμού, της ειρήνης και της δημοκρατίας, θα περάσει, για μια ακόμη φορά από την ελληνική γη που τις πρωτογέννησε, σε όλες τις υπόλοιπες χώρες του κόσμου.
Η Άμπελος έχει ιδιαίτερο διττό συμβολισμό, καθώς σχετίζεται τόσο με το θεό Διόνυσο όσο και με το Χριστό, ενώνοντας έτσι δύο διαφορετικές πτυχές του ελληνικού πολιτισμού.

Ομπρός, παιδιά, και δε βολεί μονάχος του ν’ ανέβει ο ήλιος...
Σπρώχτε με γόνα και με στήθος, να τον βγάλουμε απ’ τη λάσπη∙
σπρώχτε με στήθος και με γόνα, να τον βγάλουμε απ’ το γαίμα∙
σπρώχτε με χέρια και κεφάλια, για ν’ αστράψει ο ήλιος Πνέμα!

Ο ποιητής στην καταληκτική στροφή επαναφέρει το επιτακτικό του κάλεσμα προς του συνανθρώπους του για τη συλλογική και εντατική εκείνη προσπάθεια που θα πάρει τη θυσία των νεκρών και θα της δώσει μια πραγματική και διαρκή αξία. Το βίωμα του πολέμου δεν πρέπει να περάσει χωρίς να σταθεί αφορμή για μια δραστική αλλαγή στον τρόπο που οι άνθρωποι σκέφτονται και λειτουργούν∙ δεν πρέπει να περάσει χωρίς να αλλαχθούν όλες εκείνες οι πολιτικές που οδήγησαν στο ξέσπασμά του και προκάλεσαν τόσες και τέτοιες καταστροφές.
Η επανάληψη των κελευσμάτων που ακούστηκαν και προηγουμένως στο ποίημα αποσκοπεί στο να φανεί με εναργή έμφαση η αξία τους. Όλοι οι Έλληνες πρέπει να αγωνιστούν με συνέπεια και ομόνοια, ώστε ο ήλιος να καταφέρει να ανέβει ξανά, ξεκολλώντας το πύρινο άρμα του από τη λάσπη και το αίμα.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει το χιαστό σχήμα «με γόνα και με στήθος / με στήθος και με γόνα», που καθιστά εμφανή τη μέριμνα του ποιητή για τη λυρικότητα και τη μουσικότητα των στίχων του, έστω κι αν έχει εγκαταλείψει άλλα στοιχεία της παραδοσιακής ποίησης, όπως είναι η ομοιοκαταληξία και ο ίδιος αριθμός συλλαβών σε κάθε στίχο. 
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...