Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Αρχαία Ελληνικά: Παραθετικά επιθέτων & επιρρημάτων

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Michael Tompsett

Αρχαία Ελληνικά: Παραθετικά επιθέτων & επιρρημάτων 

Οι βαθμοί των επιθέτων είναι τρεις:
1) Όταν το επίθετο φανερώνει απλώς μια ιδιότητα ή ποιότητα ενός όντος, χωρίς σύγκριση προς άλλο, λέγεται επίθετο θετικού βαθμού ή απλώς θετικό:  δίκαιος νήρ.
2) Όταν το επίθετο φανερώνει ότι ένα ον έχει μια ιδιότητα ή ποιότητα σε βαθμό ανώτερο συγκριτικά προς ένα άλλο ή προς πολλά άλλα που λογαριάζονται σαν ένα, λέγεται επίθετο συγκριτικού βαθμού, ή απλώς συγκριτικό: οτός στι δικαιότερος κείνου – χρυσς κρείσσων πολλν χρημάτων.
3) Όταν το επίθετο φανερώνει ότι ένα ον έχει μια ιδιότητα ή ποιότητα σε πολύ μεγάλο βαθμό ανώτερο από όλα τα άλλα του ίδιου είδους, λέγεται επίθετο υπερθετικού βαθμού ή απλώς υπερθετικό· και:
α) το υπερθετικό που φανερώνει ότι ένα ον έχει μια ιδιότητα ή ποιότητα σε πολύ μεγάλο βαθμό, απόλυτα, χωρίς να γίνεται σύγκριση προς άλλα, λέγεται υπερθετικό απόλυτο: οτός στι δικαιότατος·
β) το υπερθετικό που φανερώνει ότι ένα ον έχει μια ιδιότητα ή ποιότητα στον πιο μεγάλο βαθμό συγκριτικά προς όλα τα άλλα του ίδιου είδους μαζί λέγεται υπερθετικό σχετικό: ριστείδης ν δικαιότατος πάντων τν θηναίων.
 
- Το συγκριτικό και το υπερθετικό ενός επιθέτου μαζί λέγονται μ’ ένα όνομα παραθετικά του επιθέτου.
 
- Όπως στη νέα ελληνική, έτσι και στην αρχαία, τα παραθετικά των επιθέτων σχηματίζονται ή με μία λέξη (και τότε λέγονται μονολεκτικά) ή με δύο λέξεις (και τότε λέγονται περιφραστικά).
 
Κανονικός σχηματισμός μονολεκτικών παραθετικών
Τα μονολεκτικά παραθετικά των επιθέτων στην αρχαία ελληνική, όπως και στη νέα, σχηματίζονται κανονικά από το θετικό, αφού στο θέμα (του αρσεν. γένους) προστεθούν ορισμένες καταλήξεις που λέγονται παραθετικές καταλήξεις. Οι πιο συνηθισμένες παραθετικές καταλήξεις είναι:
για το συγκριτικό: -τερος, -τέρα, -τερον·
για το υπερθετικό: -τατος, -τάτη, -τατον.
Έτσι τα παραθετικά που σχηματίζονται με τις παραπάνω καταλήξεις είναι δευτερόκλιτα επίθετα, τρικατάληκτα με τρία γένη. Π.χ.
 
Παραθετικά με τις καταλήξεις αυτές σχηματίζουν τα επίθετα της β΄ κλίσης:
 
1. Τρικατάληκτα με 3 γένη (σε -ος, -η, -ον και -ος, -α, -ον)
πτωχός-ή-όν:          Συγκριτικός: πτωχότερος, πτωχοτέρα, πτωχότερον
                                    Υπερθετικός: πτωχότατος, πτωχοτάτη, πτωχότατον
 
ψηλός-ή-όν:         Συγκριτικός: ψηλότερος, ψηλοτέρα, ψηλότερον
                                    Υπερθετικός: ψηλότατος, ψηλοτάτη, ψηλότατον
 
σεμνός-ή-όν:          Συγκριτικός: σεμνότερος, σεμνοτέρα, σεμνότερον
                                    Υπερθετικός: σεμνότατος, σεμνοτάτη, σεμνότατον
 
πονηρός-ά-όν:       Συγκριτικός: πονηρότερος, πονηροτέρα, πονηρότερον
                                    Υπερθετικός: πονηρότατος, πονηροτάτη, πονηρότατον
 
νδρεος-εία- εον: Συγκριτικός: νδρειότερος, νδρειοτέρα, νδρειότερον
                                    Υπερθετικός: νδρειότατος, νδρειοτάτη, νδρειότατον
 
γενναος-αία-αον: Συγκριτικός: γενναιότερος, γενναιοτέρα, γενναιότερον
                                    Υπερθετικός: γενναιότατος, γενναιοτάτη, γενναιότατον
 
πιτήδειος-εία-ειον: Συγκριτικός: πιτηδειότερος, πιτηδειοτέρα, πιτηδειότερον
                                      Υπερθετικός: πιτηδειότατος, πιτηδειοτάτη, πιτηδειότατον
 
ρχαος-αία-αον: Συγκριτικός: ρχαιότερος, ρχαιοτέρα, ρχαιότερον
                                    Υπερθετικός: ρχαιότατος, ρχαιοτάτη, ρχαιότατον
 
2. Δικατάληκτα με τρία γένη (σε -ος, -ον)
διάσημος-ος-ον:   Συγκριτικός: διασημότερος, διασημοτέρα, διασημότερον
                                    Υπερθετικός: διασημότατος, διασημοτάτη, διασημότατον
 
νδοξος-ος-ον:      Συγκριτικός: νδοξότερος, νδοξοτέρα, νδοξότερον
                                    Υπερθετικός: νδοξότατος, νδοξοτάτη, νδοξότατον
 
βάναυσος-ος-ον: Συγκριτικός: βαναυσότερος, βαναυσοτέρα, βαναυσότερον
                                  Υπερθετικός: βαναυσότατος, βαναυσοτάτη, βαναυσότατον
 
Παραθετικά με τις καταλήξεις αυτές σχηματίζουν τα επίθετα της γ΄ κλίσης:
 
1. Τρικατάληκτα φωνηεντόληκτα (σε -υς, -εια, -υ)
βαρύς-εα-ύ:           Συγκριτικός: βαρύτερος, βαρυτέρα, βαρύτερον
                                    Υπερθετικός: βαρύτατος, βαρυτάτη, βαρύτατον
 
βαθύς-εα-ύ:           Συγκριτικός: βαθύτερος, βαθυτέρα, βαθύτερον
                                    Υπερθετικός: βαθύτατος, βαθυτάτη, βαθύτατον
 
ερύς-εα-ύ:            Συγκριτικός: ερύτερος, ερυτέρα, ερύτερον
                                    Υπερθετικός: ερύτατος, ερυτάτη, ερύτατον
 
θρασύς-εα-ύ:        Συγκριτικός: θρασύτερος, θρασυτέρα, θρασύτερον
                                    Υπερθετικός: θρασύτατος, θρασυτάτη, θρασύτατον
 
ξύς-εα-ύ:               Συγκριτικός: ξύτερος, ξυτέρα, ξύτερον
                                    Υπερθετικός: ξύτατος, ξυτάτη, ξύτατον
 
2. Σιγμόληκτα δικατάληκτα (αρσ. και θηλ. σε -ης, ουδ. σε -ες)
ληθής-ής-ές:         Συγκριτικός: ληθέστερος, ληθεστέρα, ληθέστερον
                                    Υπερθετικός: ληθέστατος, ληθεστάτη, ληθέστατον
 
γενής-ής-ές:         Συγκριτικός: γενέστερος, γενεστέρα, γενέστερον
                                    Υπερθετικός: γενέστατος, γενεστάτη, γενέστατον
 
σαφής-ής-ές:         Συγκριτικός: σαφέστερος, σαφεστέρα, σαφέστερον
                                    Υπερθετικός: σαφέστατος, σαφεστάτη, σαφέστατον
 
πιμελής-ής-ές:     Συγκριτικός: πιμελέστερος, πιμελεστέρα, πιμελέστερον
                                  Υπερθετικός: πιμελέστατος, πιμελεστάτη, πιμελέστατον
 
εσεβής-ής-ές:       Συγκριτικός: εσεβέστερος, εσεβεστέρα, εσεβέστερον
                                    Υπερθετικός: εσεβέστατος, εσεβεστάτη, εσεβέστατον
 
κριβής-ής-ές:       Συγκριτικός: κριβέστερος, κριβεστέρα, κριβέστερον
                                    Υπερθετικός: κριβέστατος, κριβεστάτη, κριβέστατον
 
3. Τρικατάληκτα ενρινόληκτα
μέλας-αινα-ας:      Συγκριτικός: μελάντερος, μελαντέρα, μελάντερον
(μαύρος)                    Υπερθετικός: μελάντατος, μελαντάτη, μελάντατον
 
τάλας-αινα-ας:      Συγκριτικός: ταλάντερος, ταλαντέρα, ταλάντερον
(δυστυχής)                Υπερθετικός: ταλάντατος, ταλαντάτη, ταλάντατον
 
4. Τρικατάληκτα αφωνόληκτα σε -εις, -εσσα, -εν
χαρίεις-εσσα-εν:       Συγκριτικός: χαριέστερος, χαριεστέρα, χαριέστερον
(θ. χαριετ)                 Υπερθετικός: χαριέστατος, χαριεστάτη, χαριέστατον
 
5. Δικατάληκτα αφωνόληκτα σε -ις, -ι
χαρις-ις-ι:              Συγκριτικός: χαρίστερος, χαριστέρα, χαρίστερον
                                    Υπερθετικός: χαρίστατος, χαριστάτη, χαρίστατον
 
εχαρις-ις-ι:            Συγκριτικός: εχαρίστερος, εχαριστέρα, εχαρίστερον
                                    Υπερθετικός: εχαρίστατος, εχαριστάτη, εχαρίστατον
 
1. Τα παραθετικά σε -ότερος, -ότατος 
Τα παραθετικά των δευτερόκλιτων επιθέτων διατηρούν το χαρακτήρα του θετικού ο, αν προηγείται συλλαβή φύσει ή θέσει μακρόχρονη.
α) φύσει μακρόχρονη ή απλώς μακρόχρονη, αν έχει μακρόχρονο φωνήεν ή δίφθογγο:
η – ω – οι – ει – αι – ου – υι – αυ – ευ – ηυ.  
β) θέσει μακρόχρονη, αν έχει βραχύχρονο φωνήεν, αλλά ύστερα από αυτό ακολουθούν στην ίδια λέξη δύο ή περισσότερα σύμφωνα ή ένα διπλό (ζ, ξ, ψ):
θερ-μός, -χθρός·
 
ξηρός-ά-όν:            Συγκριτικός: ξηρότερος, ξηροτέρα, ξηρότερον
                                    Υπερθετικός: ξηρότατος, ξηροτάτη, ξηρότατον
 
πτωχός-ή-όν:          Συγκριτικός: πτωχότερος, πτωχοτέρα, πτωχότερον
                                    Υπερθετικός: πτωχότατος, πτωχοτάτη, πτωχότατον
 
γενναος-αία-αον: Συγκριτικός: γενναιότερος, γενναιοτέρα, γενναιότερον
                                    Υπερθετικός: γενναιότατος, γενναιοτάτη, γενναιότατον
 
θερμός-ή-όν:          Συγκριτικός: θερμότερος, θερμοτέρα, θερμότερον
                                    Υπερθετικός: θερμότατος, θερμοτάτη, θερμότατον
 
νδοξος-ος-ον:      Συγκριτικός: νδοξότερος, νδοξοτέρα, νδοξότερον
                                    Υπερθετικός: νδοξότατος, νδοξοτάτη, νδοξότατον
 
Παραθετικά σε -ότερος, -ότατος σχηματίζουν επίσης:
α) Όσα επίθετα έχουν ως δεύτερο συνθετικό τις λέξεις: θυμός, κρος, λύπη, νίκη, τιμή, κίνδυνος, ψυχή
π.χ. γκυρος, εθυμος, φιλόνικος, κίνδυνος, πικίνδυνος, εψυχος, ντιμος, λυπος.
 
εθυμος-ος-ον:      Συγκριτικός: εθυμότερος, εθυμοτέρα, εθυμότερον
                                    Υπερθετικός: εθυμότατος, εθυμοτάτη, εθυμότατον
 
ντιμος-ος-ον:        Συγκριτικός: ντιμότερος, ντιμοτέρα, ντιμότερον
                                    Υπερθετικός: ντιμότατος, ντιμοτάτη, ντιμότατον
 
β) Τα επίθετα των οποίων το δίχρονο είναι μακρόχρονο: νιαρός, σχυρός, ψιλός, προς, λιτός, φλύαρος. Καθώς και τα: κενός, στενός, ξένος, τα οποία προήλθαν από τους τύπους: κεινός, στεινός, ξενος.
νιαρός-ά-όν:        Συγκριτικός: νιαρότερος, νιαροτέρα, νιαρότερον
(ενοχλητικός)           Υπερθετικός: νιαρότατος, νιαροτάτη, νιαρότατον
 
στενός-ή-όν:           Συγκριτικός: στενότερος, στενοτέρα, στενότερον
                                    Υπερθετικός: στενότατος, στενοτάτη, στενότατον
 
σχυρός-ά-όν:        Συγκριτικός: σχυρότερος, σχυροτέρα, σχυρότερον
                                    Υπερθετικός: σχυρότατος, σχυροτάτη, σχυρότατον
 
2. Τα παραθετικά σε -ώτερος, -ώτατος
Εκτείνουν το χαρακτήρα του θετικού σε ω  και σχηματίζουν παραθετικά σε -ώτερος, -ώτατος αν προηγείται συλλαβή βραχύχρονη:
 
νέος-α-ον:               Συγκριτικός: νεώτερος, νεωτέρα, νεώτερον
                                    Υπερθετικός: νεώτατος, νεωτάτη, νεώτατον
 
σοφός-ή-όν:           Συγκριτικός: σοφώτερος, σοφωτέρα, σοφώτερον
                                    Υπερθετικός: σοφώτατος, σοφωτάτη, σοφώτατον
 
 
Παραθετικά σε -ώτερος / -ώτατος σχηματίζουν επίσης, τα ακόλουθα επίθετα των οποίων το δίχρονο φωνήεν μπροστά από το «ο» είναι βραχύχρονο:  
α) Όσα επίθετα λήγουν σε: -ιος, -ιμος, -ικος, ινος
π.χ. δόκιμος, πλούσιος, ξιος, τίμιος, χρήσιμος, νόμιμος, τραγικός, βασιλικός, πρωινός, ληθινός, ρχικός, θικός, θετικός, λογικός, σωματικός, φυσικός, ψυχικός· αρινός, νυκτερινός, πεδινός, χειμερινός.
 
πλούσιος-α-ον:      Συγκριτικός: πλουσιώτερος, πλουσιωτέρα, πλουσιώτερον
                                    Υπερθετικός: πλουσιώτατος, πλουσιωτάτη, πλουσιώτατον
 
ξιος-ξία-ξιον:       Συγκριτικός: ξιώτερος, ξιωτέρα, ξιώτερον
                                    Υπερθετικός: ξιώτατος, ξιωτάτη, ξιώτατον
 
θικός-ή-όν:           Συγκριτικός: θικώτερος, θικωτέρα, θικώτερον
                                    Υπερθετικός: θικώτατος, θικωτάτη, θικώτατον
 
τίμιος-α-ον:            Συγκριτικός: τιμιώτερος, τιμιωτέρα, τιμιώτερον
                                    Υπερθετικός: τιμιώτατος, τιμιωτάτη, τιμιώτατον
 
β) Όσα επίθετα λήγουν σε: -αλος, -ανος, -αρος, -άκος, -άτος
π.χ. μαλός, παλός, οδαλός, κανός, πιθανός, βάρβαρος, νεαρός, σοβαρός, μαλθακός, δυνατός. (Εξαιρείται το νιαρός)
 
δυνατός-ή-όν:        Συγκριτικός: δυνατώτερος, δυνατωτέρα, δυνατώτερον
                                    Υπερθετικός: δυνατώτατος, δυνατωτάτη, δυνατώτατον
 
παλός-ή-όν:          Συγκριτικός: παλώτερος, παλωτέρα, παλώτερον
                                    Υπερθετικός: παλώτατος, παλωτάτη, παλώτατον
 
κανός-ή-όν:           Συγκριτικός: κανώτερος, κανωτέρα, κανώτερον
                                    Υπερθετικός: κανώτατος, κανωτάτη, κανώτατον
 
σοβαρός-ά-όν:      Συγκριτικός: σοβαρώτερος, σοβαρωτέρα, σοβαρώτερον
                                    Υπερθετικός: σοβαρώτατος, σοβαρωτάτη, σοβαρώτατον
 
γ) Όσα επίθετα λήγουν σε: -υρος, -χος, -άρος
π.χ. συχος, χυρός, βλοσυρός, καθαρός.
 
 συχος-ος-ον:       Συγκριτικός: συχώτερος, συχωτέρα, συχώτερον
                                    Υπερθετικός: συχώτατος, συχωτάτη, συχώτατον
 
χυρός-ά-όν:          Συγκριτικός: χυρώτερος, χυρωτέρα, χυρώτερον
                                    Υπερθετικός: χυρώτατος, χυρωτάτη, χυρώτατον
 
καθαρός-ά-όν:      Συγκριτικός: καθαρώτερος, καθαρωτέρα, καθαρώτερον
                                    Υπερθετικός: καθαρώτατος, καθαρωτάτη, καθαρώτατον
 
Παραδείγματα κλίσης συγκριτικού και υπερθετικού βαθμού
Συγκριτικός βαθμός:
 σοφώτερος - το σοφωτέρου - τ σοφωτέρ - τόν σοφώτερον - () σοφώτερε
ο σοφώτεροι - τν σοφωτέρων - τος σοφωτέροις - τούς σοφωτέρους - () σοφώτεροι
 
 σοφωτέρα - τς σοφωτέρας - τ σοφωτέρ - τήν σοφωτέραν - () σοφωτέρα
α σοφώτεραι - τν σοφωτέρων - τας σοφωτέραις - τάς σοφωτέρας - () σοφώτεραι
 
τό σοφώτερον - το σοφωτέρου - τ σοφωτέρ - τό σοφώτερον - () σοφώτερον
τά σοφώτερα - τν σοφωτέρων - τος σοφωτέροις - τά σοφώτερα - () σοφώτερα
 
Υπερθετικός βαθμός:
 σοφώτατος - το σοφωτάτου - τ σοφωτάτ - τόν σοφώτατον - () σοφώτατε
ο σοφώτατοι - τν σοφωτάτων - τος σοφωτάτοις - τούς σοφωτάτους - () σοφώτατοι
 
 σοφωτάτη - τς σοφωτάτης - τ σοφωτάτ - τήν σοφωτάτην - () σοφωτάτη
α σοφώταται - τν σοφωτάτων - τας σοφωτάταις - τάς σοφωτάτας - () σοφώταται
 
τό σοφώτατον - το σοφωτάτου - τ σοφωτάτ - τό σοφώτατον - () σοφώτατον
τά σοφώτατα - τν σοφωτάτων - τος σοφωτάτοις - τά σοφώτατα - () σοφώτατα
 
Συγκριτικός βαθμός:
 σεμνότερος - το σεμνοτέρου - τ σεμνοτέρ - τόν σεμνότερον - () σεμνότερε
ο σεμνότεροι - τν σεμνοτέρων - τος σεμνοτέροις - τούς σεμνοτέρους - () σεμνότεροι
 
 σεμνοτέρα - τς σεμνοτέρας - τ σεμνοτέρ - τήν σεμνοτέραν - () σεμνοτέρα
α σεμνότεραι - τν σεμνοτέρων - τας σεμνοτέραις - τάς σεμνοτέρας - () σεμνότεραι
 
τό σεμνότερον - το σεμνοτέρου - τ σεμνοτέρ - τό σεμνότερον - () σεμνότερον
τά σεμνότερα - τν σεμνοτέρων - τος σεμνοτέροις - τά σεμνότερα - () σεμνότερα
 
Υπερθετικός βαθμός:
 σεμνότατος - το σεμνοτάτου - τ σεμνοτάτ - τόν σεμνότατον - () σεμνότατε
ο σεμνότατοι - τν σεμνοτάτων - τος σεμνοτάτοις - τούς σεμνοτάτους - () σεμνότατοι
 
 σεμνοτάτη - τς σεμνοτάτης - τ σεμνοτάτ - τήν σεμνοτάτην - () σεμνοτάτη
α σεμνόταται - τν σεμνοτάτων - τας σεμνοτάταις - τάς σεμνοτάτας - () σεμνόταται
 
τό σεμνότατον - το σεμνοτάτου - τ σεμνοτάτ - τό σεμνότατον - () σεμνότατον
τά σεμνότατα - τν σεμνοτάτων - τος σεμνοτάτοις - τά σεμνότατα - () σεμνότατα
 
Αναλογικός σχηματισμός παραθετικών
Τα παραθετικά μερικών επιθέτων της αρχαίας ελληνικής δε σχηματίζονται κανονικά με την απλή προσθήκη των παραθετικών καταλήξεων -τερος, -τατος στο θέμα τους, παρά διαμορφώνονται από αναλογία προς τα παραθετικά άλλων επιθέτων και λήγουν όπως αυτά (πβ. τα νεοελ.: ελαφρός — ελαφρύτερος όπως το βαρύτερος, χοντρός — χοντρύτερος όπως το παχύτερος, αντί για τα κανονικά ελαφρότερος, χοντρότερος).
Έτσι διαμορφώνονται οι ακόλουθες αναλογικές παραθετικές καταλήξεις:
 
α) -έστερος, -έστατος
Κατά τα παραθετικά των σιγμόληκτων επιθέτων σε -ης, -ες (ληθής, ληθέσ-τερος, ληθέσ-τατος) σχηματίζουν τα παραθετικά τους τα τριτόκλιτα επίθετα σε -ων, -ον (γεν. -ονος) , εσχήμων, τ εσχημον· , λεήμων, τ λεμον·, καθώς και τα επίθετα κρατος (=αυτός που δεν έχει ανακατευτεί με άλλον, ανόθευτος), σμενος (= ευχαριστημένος), ρρωμένος (= δυνατός) και πένης:
 
σώφρων-ον: Συγκριτικός: σωφρονέστερος, σωφρονεστέρα, σωφρονέστερον
                      Υπερθετικός: σωφρονέστατος, σωφρονεστάτη, σωφρονέστατον
 
εδαίμων-ον: Συγκριτικός: εδαιμονέστερος, εδαιμονεστέρα, εδαιμονέστερον
                        Υπερθετικός: εδαιμονέστατος, εδαιμονεστάτη, εδαιμονέστατον
 
νοήμων-ον: Συγκριτικός: νοημονέστερος, νοημονεστέρα, νοημονέστερον
                        Υπερθετικός: νοημονέστατος, νοημονεστάτη, νοημονέστατον  
 
κρατος-ον:            Συγκριτικός: κρατέστερος, κρατεστέρα, κρατέστερον
(ανόθευτος)  Υπερθετικός: κρατέστατος, κρατεστάτη, κρατέστατον &
                        Υπερθετικός: κρατότατος, κρατοτάτη, κρατότατον
 
σμενος-η-ον:        Συγκριτικός: σμενέστερος, σμενεστέρα, σμενέστερον
(χαρούμενος)       Υπερθετικός: σμενέστατος, σμενεστάτη, σμενέστατον &
                                    Συγκριτικός:  σμενώτερος, σμενωτέρα, σμενώτερον
                                    Υπερθετικός: σμενώτατος, σμενωτάτη, σμενώτατον
 
ρρωμένος-η-ον: Συγκριτικός: ρρωμενέστερος, ρρωμενεστέρα, ρρωμενέστερον
(δυνατός)      Υπερθετικός: ρρωμενέστατος, ρρωμενεστάτη, ρρωμενέστατον
 
πένης-ητος:            Συγκριτικός: πενέστερος, πενεστέρα, πενέστερον
(φτωχός)                   Υπερθετικός: πενέστατος, πενεστάτη, πενέστατον
 
β) -ούστερος, -ούστατος
Το επίθετο πλος και τα συνηρημένα επίθετα της β΄ κλίσης με β΄ συνθ. το όνομα νος σχηματίζουν τα παραθετικά τους σε -ούστερος, -ούστατος (κατά τα παραθετικά σε -έστερος, -έστατος με συναίρεση):
 
πλος--ον:         Συγκριτικός: πλούστερος, πλουστέρα, πλούστερον
                                    Υπερθετικός: πλούστατος, πλουστάτη, πλούστατον
 
ενους-η-ουν:        Συγκριτικός: ενούστερος, ενουστέρα, ενούστερον
(ευμενής)                   Υπερθετικός: ενούστατος, ενουστάτη, ενούστατον
 
γ) -ίστερος, -ίστατος
Τα μονοκατάληκτα επίθετα  ρπαξ, βλάξ, λάλος (φλύαρος),  κλέπτης, πλεονέκτης σχηματίζουν τα παραθετικά τους σε -ίστερος, -ίστατος (κατά τα παραθετικά του χαρις: χαρίστερος, χαρίστατος·):
 
ρπαξ:                       Συγκριτικός: ρπαγστερος, ρπαγιστέρα, ρπαγστερον
                                    Υπερθετικός: ρπαγστατος, ρπαγιστάτη, ρπαγστατον
 
βλξ:                          Συγκριτικός: βλακστερος, βλακιστέρα, βλακστερον
                                    Υπερθετικός: βλακστατος, βλακιστάτη, βλακστατον
 
λλος:                        Συγκριτικός: λαλστερος, λαλιστέρα, λαλστερον
                                    Υπερθετικός: λαλστατος, λαλιστάτη, λαλστατον
 
κλέπτης:                   Συγκριτικός: κλεπτστερος, κλεπτιστέρα, κλεπτστερον
                                    Υπερθετικός: κλεπτστατος, κλεπτιστάτη, κλεπτστατον
 
πλεονέκτης:Συγκριτικός: πλεονεκτστερος, πλεονεκτιστέρα, πλεονεκτστερον
                       Υπερθετικός: πλεονεκτστατος, πλεονεκτιστάτη, πλεονεκτστατον
 
δ) -αίτερος, -αίτατος
Το επίθ. παλαιός σχηματίζει τα παραθετικά του με θέμα το επίρρ. πάλαι σε -αίτερος, -αίτατος:
 
παλαις, -η, -ον:    Συγκριτικός: παλατερος, παλαιτέρα, παλατερον
                                    Υπερθετικός: παλατατος, παλαιτάτη, παλατατον
 
Ανάλογα προς αυτό σχηματίστηκαν τα παραθετικά:
 
γεραις, -α, -ον:                Συγκριτικός: γεραίτερος, γεραιτέρα, γεραίτερον
(= γέροντας, σεβαστός)      Υπερθετικός: γεραίτατος, γεραιτάτη, γεραίτατον
 
σχολαος, -α, -ον: Συγκριτικός: σχολαίτερος, σχολαιτέρα, σχολαίτερον
(= αργοκίνητος)       Υπερθετικός: σχολαίτατος, σχολαιτάτη, σχολαίτατον
 
Από αυτά αποσπάστηκε η κατάληξη -αίτερος, -αίτατος, με την οποία σχηματίζουν τα παραθετικά τους ορισμένα επίθετα σε -ος:
 
σος-η-ον:    Συγκριτικός: σαίτερος, σαιτέρα, σαίτερον
                        Υπερθετικός: σαίτατος, σαιτάτη, σαίτατον
 
ψιος-η-ον:  Συγκριτικός: ψιαίτερος, ψιαιτέρα, ψιαίτερον
(= όψιμος)     Υπερθετικός: ψιαίτατος, ψιαιτάτη, ψιαίτατον
 
πλησίος-α-ον: Συγκριτικός: πλησιαίτερος, πλησιαιτέρα, πλησιαίτερον
                             Υπερθετικός: πλησιαίτατος, πλησιαιτάτη, πλησιαίτατον
 
προς-α-ον:  Συγκριτικός:  πρατερος, πραιτέρα, πρατερον
(= πρωινός)   Υπερθετικός: πρατατος, πραιτάτη, πρατατον
 
εδιος-α-ον: Συγκριτικός: εδιαίτερος, εδιαιτέρα, εδιαίτερον
(γαλήνιος)     Υπερθετικός: εδιαίτατος, εδιαιτάτη, εδιαίτατον &
                        Συγκριτικός: εδιέστερος, εδιεστέρα, εδιέστερον
                        Υπερθετικός: εδιέστατος, εδιεστάτη, εδιέστατον
 
συχος -η-ον: Συγκριτικός: συχαίτερος, συχαιτέρα, συχαίτερον
                        Υπερθετικός: συχαίτατος, συχαιτάτη, συχαίτατον &
                        Συγκριτικός: συχώτερος, συχωτέρα, συχώτερον
                        Υπερθετικός: συχώτατος, συχωτάτη, συχώτατον
 
διος-α-ον:  Συγκριτικός: διαίτερος, διαιτέρα, διαίτερον
(ιδιωτικός)    Υπερθετικός: διαίτατος, διαιτάτη, διαίτατον &
                        Συγκριτικός: διώτερος, διωτέρα, διώτερον
                        Υπερθετικός: διώτατος, διωτάτη, διώτατον
 
φίλος-η-ον: Συγκριτικός: φιλαίτερος, φιλαιτέρα, φιλαίτερον
                        Υπερθετικός: φιλαίτατος, φιλαιτάτη, φιλαίτατον &
                        Συγκριτικός: φίλτερος, φιλτέρα, φίλτερον
                        Υπερθετικός: φίλτατος, φιλτάτη, φίλτατον &
                        Συγκριτικός: φιλίων, φιλίων, φίλιον
 
Ανώμαλα παραθετικά (σε -ίων, -ιστος)
Μερικά επίθετα της αρχαίας ελληνικής δε σχηματίζουν τα παραθετικά τους με τις παραθετικές καταλήξεις -τερος, -τατος, παρά παίρνουν στο συγκριτικό την κατάληξη -ίων (αρσ. και θηλ.), -ιον (ουδέτ.) και στον υπερθετικό την κατάληξη -ιστος, -ίστη, -ιστον. Επειδή τα παραθετικά αυτά σχηματίζονται πολλές φορές με διάφορες φθογγικές παθήσεις ή και με θέμα διαφορετικό από το θέμα του θετικού, λέγονται ανώμαλα παραθετικά. Τα επίθετα αυτά είναι:
 
1ασχρός, ασχρά, ασχρόν (= επονείδιστος, κακοήθης, απρεπής, φαύλος)
Συγκριτικός:  ασχίων, τ ασχιον
Υπερθετικός: ασχιστος, ασχίστη, ασχιστον
 
2. χθρός, χθρά, χθρόν (= εχθρός, μισητός, απεχθής)
Συγκριτικός: , χθίων, τ χθιον, και ομαλά: χθρότερος, χθροτέρα, τό χθρότερον
Υπερθετικός: χθιστος, χθίστη, τό χθιστον,  και ομαλά: χθρότατος, χθροτάτη, τό χθρότατον
 
3δύςδεα, δύ (= γλυκός, ευχάριστος, (μτφρ) προσφιλής, ευπρόσδεκτος)
Συγκριτικός:  δίων, τ διον
Υπερθετικός:  διστος δίστη, τό διστον
 
4καλός, καλή, καλόν (= ωραίος, όμορφος, δίκαιος, έντιμος, ευγενής)
Συγκριτικός:  καλλίων, τ κάλλιον
Υπερθετικός:  κάλλιστος καλλίστη, τό κάλλιστον
 
5μέγας, μεγάλη, μέγα (= μεγάλος, υψηλός, ισχυρός, σπουδαίος, ορμητικός)
Συγκριτικός:  μείζων, τ μεζον
Υπερθετικός:  μέγιστος μεγίστη, τό μέγιστον
 
6ῥᾴδιοςῥᾳδία, ῥᾴδιον &  ῥᾴδιος, τό ῥᾴδιον (= εύκολος, πρόθυμος, απερίσκεπτος)
Συγκριτικός:  ῥᾴων, τ ῥᾷον
Υπερθετικός:  ῥᾷστος ῥᾴστη, τό ῥᾷστον
 
7ταχύς, ταχεα, ταχύ (= γρήγορος, αιφνίδιος) 
Συγκριτικός:  θάττων, τ θττον
Υπερθετικός: τάχιστος, ταχίστη, τάχιστον
 
8γαθόςγαθή, γαθόν (= καλός, γενναίος, ευγενής, ενάρετος)
Συγκριτικός:  μείνων, τ μεινον / Υπερθ: ριστοςρίστη, ριστον
Συγκριτικός:  βελτίων, τ βέλτιον / Υπερθ:  βέλτιστος βελτίστη, τό βέλτιστον
Συγκριτικός:  κρείττων, τ κρεττον / Υπερθ: κράτιστος, κρατίστη, κράτιστον
Συγκριτικός:  λων, τ λον / Υπερθ: λστος, λστη, λστον
 
9κακός, κακή, κακόν (= κακός, ανάξιος, άθλιος, οδυνηρός)
Συγκριτικός:  κακίων, τ κάκιον / Υπερθ:  κάκιστος κακίστη, τό κάκιστον
Συγκριτικός:  χείρων, τ χερον / Υπερθ:  χείριστος χειρίστη, τό χείριστον
 
10μακρός, μακρά, μακρόν (= μακρύς, μακρινός, μακροχρόνιος)
Συγκριτικός:  μακρότερος μακροτέρα, τό μακρότερον
Υπερθετικός:  μακρότατος μακροτάτη, τό μακρότατον
Υπερθετικός:  μήκιστος μηκίστη, τό μήκιστον
 
11μικρός, μικρά, μικρόν (= μικρός, λίγος, μηδαμινός, ασήμαντος)
Συγκριτικός:  μικρότερος μικροτέρα, τό μικρότερον
Υπερθετικός:  μικρότατος μικροτάτη, τό μικρότατον
Συγκριτικός: , λάττων, τ λαττον / Υπερθ: λάχιστος, λαχίστη, τό λάχιστον
Συγκριτικός:  ττων, τ ττον / Υπερθ:  κιστος κίστη, τό κιστον
Το κιστα (πληθυντικό ουδετέρου, υπερθετικού) σε επιρρηματική χρήση: = ελάχιστα
 
12λίγοςλίγη, λίγον (= πολύ λίγος, μικρός)
Συγκριτικός:  μείων, τ μεον / Υπερθ:  λίγιστος λιγίστη, τό λίγιστον
 
13πολύς, πολλή, πολύ (= πολύς, ισχυρός, πυκνός, σπουδαίος)
Συγκριτικός:  πλείων, τ πλέον / Υπερθ:  πλεστος πλείστη, τό πλεστον
 
Κλίση συγκριτικών σε -ίων, -ιον (και -ων, -ον)
 
Ενικός
 ασχίων, το ασχίονος, τ ασχίονι, τόν ασχίονα / ασχίω, () ασχιον
 ασχίων, τς ασχίονος, τ ασχίονι, τήν ασχίονα / ασχίω, () ασχιον
τό ασχιον, το ασχίονος, τ ασχίονι, τό ασχιον, () ασχιον
 
Πληθυντικός
ο ασχίονες /ασχίους, τν ασχιόνων, τος ασχίοσι(ν), τούς ασχίονας /ασχίους,  () ασχίονες /ασχίους
α ασχίονες /ασχίους, τν ασχιόνων, τας ασχίοσι(ν), τάς ασχίονας /ασχίους,  () ασχίονες /ασχίους
τά ασχίονα /ασχίω, τν ασχιόνων, τος ασχίοσι(ν), τά ασχίονα /ασχίω, () ασχίονα /ασχίω
 
Ενικός
 δίων, το δίονος, τ δίονι, τόν δίονα /δίω, (διον
 δίων, τς δίονος, τ δίονι, τήν δίονα /δίω, (διον
τό διον, το δίονος, τ δίονι, τό διον, (διον
 
Πληθυντικός
ο δίονες /δίους, τν διόνων, τος δίοσι(ν), τούς δίονας /δίους, (δίονες /δίους
α δίονες /δίους, τν διόνων, τας δίοσι(ν), τάς δίονας /δίους, (δίονες /δίους
τά δίονα /δίω, τν διόνων, τος δίοσι(ν), τά δίονα /δίω, (δίονα /δίω
 
Ενικός
 ῥᾴων, το ῥᾴονος, τ ῥᾴονι, τόν ῥᾴονα /ῥᾴω, (ῥᾷον
 ῥᾴων , τς ῥᾴονος, τ ῥᾴονι, τήν ῥᾴονα /ῥᾴω, (ῥᾷον
τό ῥᾷον, το ῥᾴονος, τ ῥᾴονι, τό ῥᾷον, (ῥᾷον
 
Πληθυντικός
ο ῥᾴονες /ῥᾴους, τν ῥᾳόνων, τος ῥᾴοσι(ν), τούς ῥᾴονας /ῥᾴους, (ῥᾴονες /ῥᾴους
α ῥᾴονες /ῥᾴους, τν ῥᾳόνων, τας ῥᾴοσι(ν), τάς ῥᾴονας /ῥᾴους, (ῥᾴονες /ῥᾴους
τά ῥᾴονα /ῥᾴω, τν ῥᾳόνων, τος ῥᾴοσι(ν), τά ῥᾴονα /ῥᾴω, (ῥᾴονα /ῥᾴω
 
Ενικός
 μείνων, το μείνονος, τ μείνονι, τόν μείνονα /μείνω, (μεινον
 μείνων, τς μείνονος, τ μείνονι, τήν μείνονα /μείνω, (μεινον
τό μεινον, το μείνονος, τ μείνονι, τό μεινον, (μεινον
 
Πληθυντικός
ο μείνονες /μείνους, τν μεινόνων, τος μείνοσι(ν), τούς μείνονας /μείνους, (μείνονες /μείνους
α μείνονες /μείνους, τν μεινόνων, τας μείνοσι(ν), τάς μείνονας /μείνους, (μείνονες /μείνους
τά μείνονα /μείνω, τν μεινόνων, τος μείνοσι(ν), τά μείνονα /μείνω, (μείνονα /μείνω

Ενικός
 χθίων, το χθίονος, τ χθίονι, τόν χθίονα /χθίω, (χθιον

 χθίων, τς χθίονος, τ χθίονι, τήν χθίονα /χθίω, (χθιον
τό χθιον, το χθίονος, τ χθίονι, τό χθιον, (χθιον

Πληθυντικός
ο
 χθίονες /χθίους, τν χθιόνων, τος χθίοσι(ν), τούς χθίονας /χθίους, (χθίονες /χθίους

α χθίονες /χθίους, τν χθιόνων, τας χθίοσι(ν), τάς χθίονας /χθίους, (χθίονες /χθίους
τά χθίονα /χθίω, τν χθιόνων, τος χθίοσι(ν), τά χθίονα /χθίω, (χθίονα /χθίω 

Ενικός
 καλλίων, το καλλίονος, τ καλλίονι, τόν καλλίονα /καλλίω, () κάλλιον

 καλλίων, τς καλλίονος, τ καλλίονι, τήν καλλίονα /καλλίω, () κάλλιον
τό κάλλιον, το καλλίονος, τ καλλίονι, τό κάλλιον, () κάλλιον 

Πληθυντικός
ο καλλίονες /καλλίους, τν καλλιόνων, τος καλλίοσι(ν), τούς καλλίονας /καλλίους, () καλλίονες /καλλίους
α καλλίονες /καλλίους, τν καλλιόνων, τας καλλίοσι(ν), τάς καλλίονας /καλλίους, () καλλίονες /καλλίους
τά καλλίονα /καλλίω, τν καλλιόνων, τος καλλίοσι(ν), τά καλλίονα /καλλίω, () καλλίονα /καλλίω 

Ενικός
 βελτίων, το βελτίονος, τ βελτίονι, τόν βελτίονα /βελτίω, () βέλτιον
 βελτίων, τς βελτίονος, τ βελτίονι, τήν βελτίονα /βελτίω, () βέλτιον
τό βέλτιον, το βελτίονος, τ βελτίονι, τό βέλτιον, () βέλτιον

Πληθυντικός
ο βελτίονες /βελτίους, τν βελτιόνων, τος βελτίοσι(ν), τούς βελτίονας /βελτίους, () βελτίονες /βελτίους
α βελτίονες /βελτίους, τν βελτιόνων, τας βελτίοσι(ν), τάς βελτίονας /βελτίους, () βελτίονες /βελτίους
τά βελτίονα /βελτίω, τν βελτιόνων, τος βελτίοσι(ν), τά βελτίονα /βελτίω, () βελτίονα /βελτίω

Ενικός
 κρείττων, το κρείττονος, τ κρείττονι, τόν κρείττονα /κρείττω, () κρεττον
 κρείττων, τς κρείττονος, τ κρείττονι, τήν κρείττονα /κρείττω, () κρεττον
τό κρεττον, το κρείττονος, τ κρείττονι, τό κρεττον, () κρεττον

Πληθυντικός
ο
 κρείττονες /κρείττους, τν κρειττόνων, τος κρείττοσι(ν), τούς κρείττονας /κρείττους, () κρείττονες /κρείττους

α κρείττονες /κρείττους, τν κρειττόνων, τας κρείττοσι(ν), τάς κρείττονας /κρείττους, () κρείττονες /κρείττους
τά κρείττονα /κρείττω, τν κρειττόνων, τος κρείττοσι(ν), τά κρείττονα /κρείττω, () κρείττονα /κρείττω
 
Παραδείγματα κλίσης υπερθετικού βαθμού
 
Ενικός
 χθιστος, το χθίστου, τ χθίστ, τόν χθιστον, (χθιστε
 χθίστη, τς χθίστης, τ χθίστ, τήν χθίστην, (χθίστη
τό χθιστον, το χθίστου, τ χθίστ, τό χθιστον, (χθιστον
 
Πληθυντικός
ο χθιστοι, τν χθίστων, τος χθίστοις, τούς χθίστους, (χθιστοι
α χθισται, τν χθίστων, τας χθίσταις, τάς χθίστας, (χθισται
τά χθιστα, τν χθίστων, τος χθίστοις, τά χθιστα, (χθιστα
 
Ενικός
 ῥᾷστος, το ῥᾴστου, τ ῥᾴστ, τόν ῥᾷστον, (ῥᾷστε
 ῥᾴστη, τς ῥᾴστης, τ ῥᾴστ, τήν ῥᾴστην, (ῥᾴστη
τό ῥᾷστον, το ῥᾴστου, τ ῥᾴστ, τό ῥᾷστον, (ῥᾷστον
 
Πληθυντικός
ο ῥᾷστοι, τν ῥᾴστων, τος ῥᾴστοις, τούς ῥᾴστους, (ῥᾷστοι
α ῥᾷσται, τν ῥᾴστων, τας ῥᾴσταις, τάς ῥᾴστας, (ῥᾷσται
τά ῥᾷστα, τν ῥᾴστων, τος ῥᾴστοις, τά ῥᾷστα, (ῥᾷστα
 
Ενικός
 πλεστος, το πλείστου, τ πλείστ, τόν πλεστον, () πλεστε
 πλείστη, τς πλείστης, τ πλείστ, τήν πλείστην, () πλείστη
τό πλεστον, το πλείστου, τ πλείστ, τό πλεστον, () πλεστον
 
Πληθυντικός
ο πλεστοι, τν πλείστων, τος πλείστοις, τούς πλείστους, () πλεστοι
α πλεσται, τν πλείστων, τας πλείσταις, τάς πλείστας, () πλεσται
τά πλεστα, τν πλείστων, τος πλείστοις, τά πλεστα, () πλεστα

Ενικός
 κάλλιστος, το καλλίστου, τ καλλίστ, τόν κάλλιστον, () κάλλιστε
 καλλίστη, τς καλλίστης, τ καλλίστ, τήν καλλίστην, () καλλίστη
τό κάλλιστον, το καλλίστου, τ καλλίστ, τό κάλλιστον, () κάλλιστον 

Πληθυντικός
ο κάλλιστοι, τν καλλίστων, τος καλλίστοις, τούς καλλίστους, () κάλλιστοι
α κάλλισται, τν καλλίστων, τας καλλίσταις, τάς καλλίστας, () κάλλισται
τά κάλλιστα, τν καλλίστων, τος καλλίστοις, τά κάλλιστα, () κάλλιστα

Ενικός

 βέλτιστος, το βελτίστου, τ βελτίστ, τόν βέλτιστον, () βέλτιστε
 βελτίστη, τς βελτίστης, τ βελτίστ, τήν βελτίστην, () βελτίστη
τό βέλτιστον, το βελτίστου, τ βελτίστ, τό βέλτιστον, () βέλτιστον

Πληθυντικός
ο
 βέλτιστοι, τν βελτίστων, τος βελτίστοις, τούς βελτίστους, () βέλτιστοι

α βέλτισται, τν βελτίστων, τας βελτίσταις, τάς βελτίστας, () βέλτισται
τά βέλτιστα, τν βελτίστων, τος βελτίστοις, τά βέλτιστα, () βέλτιστα
 
Ενικός
 κράτιστος, το κρατίστου, τ κρατίστ, τόν κράτιστον, () κράτιστε
 κρατίστη, τς κρατίστης, τ κρατίστ, τήν κρατίστην, () κρατίστη
τό κράτιστον, το κρατίστου, τ κρατίστ, τό κράτιστον, () κράτιστον

Πληθυντικός
ο
 κράτιστοι, τν κρατίστων, τος κρατίστοις, τούς κρατίστους, () κράτιστοι

α κράτισται, τν κρατίστων, τας κρατίσταις, τάς κρατίστας, () κράτισται
τά κράτιστα, τν κρατίστων, τος κρατίστοις, τά κράτιστα, () κράτιστα
 
Περιφραστικά παραθετικά. Παραθετικά μετοχών
 
Τα περιφραστικά παραθετικά σχηματίζονται στην αρχαία ελληνική, όπως και στη νέα, με το θετικό του επιθέτου και με ορισμένο ποσοτικό επίρρημα εμπρός από αυτό. Έτσι ο συγκριτικός βαθμός σχηματίζεται με το επίρρ. μλλον και ο υπερθ. με το επίρρ. μάλιστα εμπρός από το θετικό:
 
θετ. πιμελς             συγκρ. μλλον πιμελς      υπερθ. μάλιστα πιμελς
 
(πβ. τα νεοελλ.: μικρός — πιο μικρός — ο πιο μικρός ή πολύ μικρός).
 
Όλα τα επίθετα που σχηματίζουν μονολεκτικά παραθετικά μπορούν να σχηματίσουν παράλληλα και περιφραστικά παραθετικά.
Σχηματίζουν τα παραθετικά τους μόνο περιφραστικά οι μετοχές και μερικά μονοκατάληκτα επίθετα που χρησιμοποιούνται και ως ουσιαστικά.
 
1. Μετοχές: δυνάμενος – μλλον δυνάμενος – μάλιστα δυνάμενος· συμφέρων – μλλον συμφέρων – μάλιστα συμφέρων· φελν – μλλον φελν – μάλιστα φελν κ.ά. (πβ. τα νεοελλ.: αντρειωμένος – πιο αντρειωμένος – ο πιο αντρειωμένος ή πολύ άντρειωμένος).
 
2. Μονοκατάληκτα επίθετα: ερων – μλλον ερων – μάλιστα ερων· νδακρυς – μλλον νδακρυς – μάλιστα νδακρυς. Έτσι και τα εελπις, κόλαξ, βριστής, φιλόγελως κ.ά.
 
Ελλειπτικά παραθετικά
Σε μερικά επίθετα λείπει ο θετικός βαθμός ή και ένας από τους δύο άλλους βαθμούς. Τα παραθετικά των επιθέτων αυτών λέγονται ελλειπτικά παραθετικά.
Τα περισσότερα ελλειπτικά παραθετικά παράγονται από επιρρήματα, προθέσεις ή μετοχές:
 
1. (νω)                      ντερος                   ντατος
2. (κάτω)                   κατώτερος                 κατώτατος
3. (προ)                      πρότερος                   πρτος
4. (πρ)                    πρτερος                  πρτατος
5. πικρατν             πικρατστερος         ---
6. πρωτιμώμενος      προτιμότερος            ---
7. ---                           στερος                      στατος
8. ---                           ---                               πατος
9. ---                           ---                               σχατος                     
             
Μερικά επίθετα δε σχηματίζουν παραθετικά, γιατί φανερώνουν ιδιότητα, ποιότητα ή κατάσταση που δεν παρουσιάζει βαθμούς. Τέτοια επίθετα είναι:
1. Όσα φανερώνουν ύληλίθινος, ργυρος, γήινος· τοπική ή χρονική σχέσηχερσαος, θαλάσσιος, θερινός, μερήσιος· μέτροσταδιαος, πηχυαος· καταγωγή, συγγένειαπατρος, μητρικός· μόνιμη κατάστασηθνητός, νεκρς κ.ά.
2. Μερικά σύνθετα με α΄ συνθετικό το στερητικό -θάνατος, υλος, υπνος, ψυχος κ.ά.
3. Μερικά σύνθετα με α΄ συνθετικό το επίθετο πς ή την πρόθ. πρ (που έχουν μόνα τους υπερθετική σημασία): πάνσοφος, πάντιμος, πάγκαλος – περμεγέθης, πέρλαμπρος κ.ά.
 
Παραθετικά επιρρημάτων
Πολλά επιρρήματα της αρχαίας επιδέχονται σύγκριση και γι’ αυτό σχηματίζουν παραθετικά (όπως και στη νέα: ωραία – ωραιότερα ή πιο ωραία – ωραιότατα ή πάρα πολύ ωραία).
 
Σχηματίζουν έτσι παραθετικά στην αρχαία ελληνική:
1. Επιρρήματα σε -ως που παράγονται από επίθετα. Τα επιρρήματα αυτά στον συγκριτικό έχουν τύπο όμοιο με την ενική αιτιατ. του ουδετ. του συγκριτικού επιθέτου και στον υπερθετικό έχουν τύπο όμοιο με την πληθυντική αιτιατ. του ουδετέρου του υπερθετικού επιθέτου:
 
(δίκαιος):      δικαίως          δικαιότερον               δικαιότατα
(σοφός):        σοφς            σοφώτερον                σοφώτατα
(ληθς):       ληθς           ληθέστερον             ληθέστατα
(σώφρων):     σωφρόνως     σωφρονέστερον        σωφρονέστατα
(δύς):           δέως             διον                          διστα
(καλός):         καλς             κάλλιον                      κάλλιστα
 
2. Τα επιρρήματα ε (αντίστοιχο του επιθέτου γαθός), λίγον και πολύ:
ε μεινον – ριστα και βέλτιον – βέλτιστα και κρεττον – κράτιστα.
λίγον – μεον – λίγιστα και λαττον – λάχιστα και ττον – κιστα.
πολύ – πλέον – πλεστα (ή πλεστον).
 
3. Το επίρρ. μάλα (= πολύ), που οι τρεις βαθμοί του είναι:
θετ. μάλα – συγκριτ. μλλον – υπερθ. μάλιστα.
 
4. Μερικά τοπικά επιρρήματα που παίρνουν παραθετικές καταλήξεις -τέρω, -τάτω:
 
νω:               νωτρω                     νωττω
πωθεν:        πωτρω                    πωττω
(= μακριά)
γγς:             γγυτρω                   γγυττω
(=κοντά)        γγτερον                 γγτατα
                         γγιον                        γγιστα
 
ξω:                ξωτρω                     ξωττω
σωσω):   σωτρω                     σωττω
κάτω:            κατωτέρω                  κατωτάτω
πόρρω:         πορρωτέρω                πορρωτάτω
πέρα:             περαιτέρω                 ---
 
5. Μερικά χρονικά επιρρήματα με παραθετικές καταλήξεις -(αί)τερον, -(αί)τατα 
 
πάλαι:           παλαίτερον                παλαίτατα
πρωί:             πρωιαίτερον              πρωιαίτατα &
                        πρατερον               πρατατα
ψ:                ψιατερον                ψιατατα
(= αργά)
 
Και τα παραθετικά των επιρρημάτων, όπως και των επιθέτων, εκφέρονται κάποτε περιφραστικά με το μλλον, μάλιστα και το θετικό· π.χ.
 
σοφς            μλλον σοφς                       μάλιστα σοφς
δως              μλλον δως                        μλιστα δως
 

Νεοελληνική Γλώσσα Γ΄ Λυκείου: «Το δράμα της λήψης αποφάσεων» [Κριτήριο]

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
 Todd Klassy

Νεοελληνική Γλώσσα Γ΄ Λυκείου: «Το δράμα της λήψης αποφάσεων» [Κριτήριο]

Κείμενο I: Το δράμα της λήψης αποφάσεων
 
     Κάθε χρόνο εκατομμύρια νέοι πρέπει να αποφασίσουν τι θα σπουδάσουν στο πανεπιστήμιο. Πρόκειται για μια πολύ σημαντική και πολύ δύσκολη απόφαση. Δέχεσαι πιέσεις από τους γονείς, τους φίλους και τους καθηγητές σου, οι οποίοι έχουν διαφορετικές απόψεις και συμφέροντα. Έχεις επίσης να αντιμετωπίσεις τους φόβους και τις φαντασιώσεις σου. Η κρίση σου συσκοτίζεται και χειραγωγείται από χολιγουντιανές ταινίες, μυθιστορήματα της σειράς και εκλεπτυσμένες διαφημιστικές καμπάνιες. Είναι πολύ δύσκολο να κάνεις μια σωστή επιλογή γιατί δεν ξέρεις τι χρειάζεται για να πετύχεις σε κάθε επάγγελμα και δεν είναι σίγουρο πως έχεις μια ρεαλιστική εικόνα για τις δυνάμεις και τις αδυναμίες σου. Τι χρειάζεται για να πετύχεις ως δικηγόρος; Πώς λειτουργώ υπό πίεση; Είμαι καλός στην ομαδική δουλειά;
     Μια φοιτήτρια μπορεί να πάει στη νομική επειδή έχει ανακριβή εικόνα για τις ικανότητές της και μια ακόμα πιο στρεβλή άποψη για την πραγματική δουλειά του δικηγόρου (δεν εκφωνείς δραματικούς λόγους και φωνάζεις όλη μέρα «Ένσταση, κύριε πρόεδρε!»). Στο μεταξύ, η φίλη της αποφασίζει να εκπληρώσει το παιδικό της όνειρο και να κάνει σπουδές επαγγελματικού χορού, παρότι δεν έχει την απαραίτητη σωματοδομή και πειθαρχία. Χρόνια αργότερα μετανιώνουν κι οι δυο πικρά για τις επιλογές τους. Στο μέλλον θα μπορούμε να βασιζόμαστε στην Google για τέτοιου είδους επιλογές. Η Google θα μπορεί να μου πει ότι θα έχανα το χρόνο μου στη νομική ή στη σχολή μπαλέτου – αλλά ότι θα γινόμουν ένας θαυμάσιος (και πολύ ευτυχισμένος) ψυχολόγος ή υδραυλικός.
     Όταν η τεχνητή νοημοσύνη θα αρχίσει να παίρνει καλύτερες αποφάσεις για τη σταδιοδρομία και ίσως και για τις σχέσεις μας, η αντίληψή μας για την ανθρωπότητα και για τη ζωή αναγκαστικά θα αλλάξει. Οι άνθρωποι σκέφτονται τη ζωή σαν ένα δράμα που αφορά τη λήψη αποφάσεων. Η φιλελεύθερη δημοκρατία και ο καπιταλισμός της ελεύθερης αγοράς βλέπουν το άτομο σαν έναν αυτόνομο φορέα που κάνει διαρκώς επιλογές σχετικά με τον κόσμο. Τα έργα τέχνης -είτε πρόκειται για θεατρικά του Σαίξπηρ, μυθιστορήματα της Τζέιν Όστεν ή φτηνιάρικες κωμωδίες του Χόλιγουντ- συνήθως περιστρέφονται γύρω από κάποια κρίσιμη απόφαση που πρέπει να πάρει ο ήρωας. Να ζει κανείς ή να μη ζει; Να παντρευτώ τον κ. Κόλινς ή τον κ. Ντάρσι;
     Τι θα απογίνει αυτή η άποψη για τη ζωή καθώς θα βασιζόμαστε για τις επιλογές μας όλο και περισσότερο στην τεχνητή νοημοσύνη; Για την ώρα εμπιστευόμαστε το Netflix για να μας προτείνει ταινίες και τους Χάρτες Google για να διαλέξουν αν θα στρίψουμε δεξιά ή αριστερά. Όταν όμως θα αρχίσουμε να βασιζόμαστε στην τεχνητή νοημοσύνη για να αποφασίσουμε τι θα σπουδάσουμε, πού θα εργαστούμε και ποιον να παντρευτούμε, η ανθρώπινη ζωή θα πάψει να είναι ένα δράμα αποφάσεων. Οι δημοκρατικές εκλογές και οι ελεύθερες αγορές δεν θα έχουν πια πολύ νόημα. Το ίδιο και οι θρησκείες και τα έργα τέχνης. Φανταστείτε την Άννα Καρένινα να βγάζει το κινητό της και να ρωτάει τον αλγόριθμο του Facebook αν πρέπει να μείνει παντρεμένη με τον Καρένιν ή να κλεφτεί με τον γοητευτικό κόμη Βρόνσκι.
     Καθώς η αυθεντία θα περνάει από τους ανθρώπους στους αλγόριθμους μπορεί να πάψουμε να βλέπουμε τον κόσμο σαν πεδίο αυτόνομων ατόμων που αγωνίζονται να κάνουν τις σωστές επιλογές.
 
Yuval Noah Harari, 21 μαθήματα για τον 21ο αιώνα, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια
 
Κείμενο II: Η ποίηση και η ζωή
 
Δεν τελειώνει η ποίηση, όπως
κι ο ουρανός δεν τελειώνει, οι ανταύγειες της ζωής
διατηρούνε το σχήμα της μέσα στην ποίηση. Όσο
θα πηγαίνει και θα ‘ρχεται η θάλασσα, όσο
θα γεννιούνται λουλούδια και χρώματα, όσο
θα δίνουν οι άνθρωποι ο ένας στον άλλο το χέρι τους,
θα υπάρχει και η ποίηση. Η ποίηση γεννιέται
μαζί με τα πράγματα, μαζί με τον έρωτα,
μαζί με τον πόνο. Παραδείγματος χάρη,
πολλών μου σελίδων η ποίηση γεννήθηκε μαζί με τα μάτια σου.
 
Νικηφόρος Βρεττάκος «Οδοιπορία», Τόμος Β΄
 
ΘΕΜΑ Α
Να αποδώσετε συνοπτικά (60-70 λέξεις) το περιεχόμενο των τριών πρώτων παραγράφων του Κειμένου I.
Μονάδες 15
 
ΘΕΜΑ Β
Β1. Να αξιολογήσετε:
α. την επικοινωνιακή αποτελεσματικότητα του τίτλου του Κειμένου I (μονάδες 5)
β. τη σχέση του τίτλου αυτού με το θέμα του κειμένου και τη θέση που φαίνεται να παίρνει για αυτό ο αρθρογράφος. (μονάδες 10)
Μονάδες 15
 
Β2.
Να εξηγήσετε σε τι αποσκοπεί η εναλλαγή εγκλίσεων στο πλαίσιο της δεύτερης παραγράφου του Κειμένου I.
Μονάδες 15
 
Β3.
Πώς τεκμηριώνει ο συγγραφέας (Κείμενο I) στην 4η παράγραφο τη διαπίστωσή του πως η ζωή: «θα πάψει να είναι ένα δράμα αποφάσεων». Θεωρείτε την τεκμηρίωσή του πειστική;
Μονάδες 10
 
ΘΕΜΑ Γ
Ποιο είναι, κατά τη γνώμη σας, το κύριο θέμα του ποιήματος (Κείμενο II); Να τεκμηριώσετε την άποψή σας αξιοποιώντας τους κατάλληλους κειμενικούς δείκτες. (150-200 λέξεις)
Μονάδες 15
 
ΘΕΜΑ Δ
Πρόκειται να συμμετάσχετε με ομιλία 300-350 λέξεων σε συζήτηση που γίνεται στο σχολείο σας σχετικά με τον επαγγελματικό προσανατολισμό. Έχοντας διαβάσει το κείμενο και με την ιδιότητά σας ως μαθητή/μαθήτριας της Γ΄ Λυκείου, αποφασίζετε στην ομιλία σας να εξηγήσετε γιατί η επιλογή αντικειμένου σπουδών αποτελεί μια «πολύ δύσκολη απόφαση».
Μονάδες 30
 
Ενδεικτικές απαντήσεις
 
ΘΕΜΑ Α
Ο συγγραφέας αναφέρεται στη θεώρηση της ζωής από τους ανθρώπους ως ενός «δράματος» σχετικά με τη λήψη αποφάσεων. Η επιλογή αντικειμένου σπουδών, για παράδειγμα, από τους νέους συνιστά μια τέτοια κρίσιμη και δύσκολη απόφαση. Υπό την πίεση οικείων και φίλων, αγνοώντας τις πραγματικές απαιτήσεις κάθε επαγγέλματος, αλλά και τις δικές τους δυνατότητες, οι νέοι καλούνται να κάνουν τη «σωστή» επιλογή. Η αντίληψη αυτή, ωστόσο, ενδέχεται να αλλάξει δραστικά, όταν ανάλογες επιλογές θα λαμβάνονται με τη συνδρομή της τεχνητής νοημοσύνης.
 
ΘΕΜΑ Β
Β1.α. Η αξιοποίηση της ονοματοποίησης στο πλαίσιο του αρηματικού αυτού τίτλου, ενισχύει τη νοηματική του πυκνότητα και κατ’ επέκταση την αποτελεσματική δήλωση του κεντρικού του μηνύματος. Η μεταφορική χρήση, άλλωστε, της λέξης «δράμα», η οποία λειτουργεί ως σχόλιο σε ό,τι αφορά τη «λήψη αποφάσεων» προσδίδει μια χιουμοριστική χροιά στον τίτλο και κεντρίζει το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Συνάμα, ο διαπιστωτικός χαρακτήρας του τίτλου έχει περαιτέρω αντίκτυπο στον αναγνώστη, εφόσον αναφέρεται σε μία κατάσταση οικεία στους περισσότερους ανθρώπους. Επιτυγχάνει, υπ’ αυτή την έννοια, να επηρεάσει και συναισθηματικά τον αποδέκτη, καθώς προσεγγίζει ένα συχνό του βίωμα.
 
Β1.β. Στον τίτλο του κειμένου επισημαίνεται η δυσκολία που συνοδεύει τη λήψη αποφάσεων για τους ανθρώπους και υποδηλώνεται το πόσο αυτή η κατάσταση τους ταλαιπωρεί. Πρόκειται για ένα θέμα το οποίο ο συντάκτης προσεγγίζει κυρίως με την παρουσίαση σχετικών παραδειγμάτων. Εκτενέστερα παρουσιάζονται οι διάφορες  παράμετροι που καθιστούν για τους νέους εξαιρετικά δύσκολη την επιλογή αντικειμένου σπουδών, ενώ ακολουθούν και συντομότερες αναφορές για άλλες κρίσιμες αποφάσεις, όπως είναι η επιλογή συζύγου ή η επιλογή χώρου εργασίας. Ο συγγραφέας τονίζει, μάλιστα, όχι μόνο τη δυσκολία λήψης αυτών των αποφάσεων, αλλά και την πιθανότητα αυτές να είναι λανθασμένες.
Σε ό,τι αφορά το θέμα αυτό η άποψη του συγγραφέα είναι πως στο μέλλον οι άνθρωποι θα πάψουν να βλέπουν τη ζωή «σαν ένα δράμα» που σχετίζεται με τη λήψη αποφάσεων, διότι θα μπορούν να λαμβάνουν βοήθεια από τους αλγόριθμους και την τεχνητή νοημοσύνη. Δημοφιλείς εφαρμογές, όπως είναι η Google και το Facebook, θα μπορούν να αξιοποιούν το πλήθος των δεδομένων που διαθέτουν για κάθε χρήστη παρέχοντάς του εξατομικευμένη καθοδήγηση.
 
Β2. Στο πλαίσιο της δεύτερης παραγράφου ο συγγραφέας καταφεύγει σε εναλλαγές μεταξύ υποτακτικής και οριστικής έγκλισης, προκειμένου να υποδείξει ποια στοιχεία του παραδείγματος που καταγράφει κινούνται στην κατεύθυνση του ενδεχόμενου ή του επιθυμητού και ποια συνιστούν μια πραγματική και βέβαιη κατάσταση. Ειδικότερα, όταν αναφέρεται στις πιθανές επιλογές σπουδών των δύο φοιτητριών αξιοποιεί την υποτακτική για να δηλώσει το ενδεχόμενο (μπορεί να πάει στη νομική) και το επιθυμητό (αποφασίζει να εκπληρώσει το παιδικό της όνειρο). Όταν, όμως, επεξηγεί γιατί οι επιλογές αυτές είναι λανθασμένες χρησιμοποιεί την οριστική προκειμένου να τονίσει πως οι αιτίες αυτές αποτελούν μια δεδομένη πραγματικότητα για πολλούς νέους ανθρώπους. Υπ’ αυτή την έννοια, η άγνοια των ικανοτήτων είναι κάτι το πραγματικό (επειδή έχει ανακριβή εικόνα για τις ικανότητές της / παρότι δεν έχει την απαραίτητη σωματοδομή και πειθαρχία), όπως και η ελλιπής πληροφόρηση για τις απαιτήσεις των επαγγελμάτων (-επειδή έχει- μια ακόμη πιο στρεβλή άποψη για την πραγματική δουλειά του δικηγόρου). Αντιστοίχως η προοπτική να μετανιώσουν για τις λανθασμένες τους επιλογές συνιστά μια βέβαιη κατάσταση (χρόνια αργότερα μετανιώνουν κι οι δυο πικρά).
Ακολούθως, ο συγγραφέας χρησιμοποιεί την υποτακτική έγκλιση για να δηλώσει κάτι που είναι δυνατό να συμβεί με την αξιοποίηση της τεχνολογίας (θα μπορούμε να βασιζόμαστε στην Google / θα μπορεί να μου πει), καθώς και την οριστική για να υποδηλώσει την εγκυρότητα των σχετικών συμβουλών (ότι θα έχανα το χρόνο μου / ότι θα γινόμουν ένας θαυμάσιος ψυχολόγος ή υδραυλικός).
 
Β3. Ο συγγραφέας ισχυρίζεται πως οι άνθρωποι θα πάψουν να βλέπουν τη ζωή σαν ένα δράμα αποφάσεων, όταν θα αρχίσουν να βασίζονται στην τεχνητή νοημοσύνη για να λαμβάνουν κρίσιμες αποφάσεις. Στο πλαίσιο του συλλογισμού αυτού το τελικό, θετικό αποτέλεσμα για τους ανθρώπους, ότι, δηλαδή, δεν θα αγωνιούν πια σχετικά με τη λήψη κρίσιμων αποφάσεων, θα προκύψει όταν στη διαδικασία αυτή αξιοποιηθούν οι ισχυρές δυνατότητες των αλγορίθμων να επεξεργάζονται πλήθος δεδομένων προκειμένου να οδηγούνται σε αξιόπιστα συμπεράσματα. Το επιχείρημα αυτό λαμβάνει περαιτέρω τεκμηρίωση με τη χρήση οικείων παραδειγμάτων από την καθημερινή ζωή. Όπως, δηλαδή, οι άνθρωποι εμπιστεύονται τους Χάρτες της Google για να τους κατευθύνουν στον επιθυμητό προορισμό ή όπως εμπιστεύονται το Netflix για να τους προτείνει ταινίες, με βάση τις συνήθεις επιλογές τους, κατά τρόπο παρόμοιο, οι αλγόριθμοι επεξεργαζόμενοι τις πληροφορίες που διαθέτουν για κάθε άτομο θα μπορούν να του παρέχουν καθοδήγηση και για πιο σύνθετες και κρίσιμες αποφάσεις.
Η τεκμηρίωση της διαπίστωσης του συγγραφέα είναι πειστική, εφόσον η προϋπόθεση που θέτει, η αξιοποίηση, δηλαδή, της τεχνητής νοημοσύνης, έχει ήδη υπαρκτό συμβουλευτικό ρόλο στη ζωή των ανθρώπων. Η ενίσχυση, επομένως, της ήδη υπάρχουσας εμπιστοσύνης των ανθρώπων στην αξιοπιστία των πορισμάτων της τεχνητής νοημοσύνης μοιάζει εύλογη και πολύ πιθανή. Υπ’ αυτή την έννοια και με δεδομένο πως το πέρασμα σε αυτή τη διαδικασία θα γίνει σταδιακά, η διαπίστωση του συγγραφέα εμφανίζεται επαρκώς τεκμηριωμένη.
[Η τεκμηρίωση του συγγραφέα μπορεί να θεωρηθεί ανεπαρκής, αν ληφθεί υπόψη πως προχωρά σε μια εικασία για ένα μελλοντικό γεγονός, βασιζόμενος σε παραδείγματα χρήσης της τεχνητής νοημοσύνης, τα οποία σχετίζονται με αποφάσεις σαφώς υποδεέστερης σημασίας. Η επιλογή ταινιών ή η οδήγηση με τη βοήθεια του GPS δεν μπορούν να συγκριθούν με την επιλογή αντικειμένου σπουδών ή την επιλογή συντρόφου, που λαμβάνονται με τον συνυπολογισμό πολλών επιμέρους παραγόντων.]
 
ΘΕΜΑ Γ
Κύριο, κατά τη γνώμη μου, θέμα του ποιήματος είναι η διαρκής και στενή σχέση ανάμεσα στην ποιητική τέχνη και τον ανθρώπινο βίο, όπως αυτό δηλώνεται ήδη από τον τίτλο (Η ποίηση και η ζωή). Με τη χρήση μιας αναλογίας (Δεν τελειώνει η ποίηση, όπως κι ο ουρανός), καθώς και χρονικών προτάσεων δοσμένων με ασύνδετο σχήμα (όσο θα πηγαίνει…, όσο θα γεννιούνται…, όσο θα δίνουν…) το ποιητικό υποκείμενο επιχειρεί να αναδείξει τόσο το αέναο της ποίησης, όσο και τα ποικίλα ερεθίσματα που τροφοδοτούν τη δημιουργία της. Η ποίηση, άλλωστε, όπως αυτό φανερώνεται με τη χρήση μιας μεταφοράς (οι ανταύγειες της ζωής διατηρούνε το σχήμα της) κι ενός ακόμη ασύνδετου σχήματος (μαζί με τα πράγματα, μαζί με τον έρωτα, μαζί με τον πόνο) έχει τη δυνατότητα να αποτυπώνει, να διαφυλάττει και να διαιωνίζει κάθε συναίσθημα και κάθε έκφανση του φυσικού ή ψυχικού κάλλους, γι’ αυτό και διατηρεί σταθερή τη θέση της πλάι στους ανθρώπους. Το ποιητικό υποκείμενο, μάλιστα, καταφεύγει σ’ ένα παράδειγμα από τη δική του ζωή, προκειμένου να καταστήσει εμφανέστερη την επαφή της ποιητικής τέχνης με τον ανθρώπινο βίο (πολλών μου σελίδων η ποίηση γεννήθηκε μαζί με τα μάτια σου).
Προσωπικά θεωρώ πως η συνεχής παρουσία της ποίησης στη ζωή των ανθρώπων είναι εύλογη, εφόσον μέσω της ιδιαίτερης αυτής τέχνης οι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα να μοιράζονται μεταξύ τους τις εμπειρίες, τα συναισθήματα, τους φόβους αλλά και τις ελπίδες τους. 
 
ΘΕΜΑ Δ
Αξιότιμοι κύριοι καθηγητές, αγαπητοί συμμαθητές
 
     Στην ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα αυτή συζήτηση που διενεργείται στο σχολείο μας σχετικά με τον επαγγελματικό προσανατολισμό, θα ήθελα να συνεισφέρω, ως μαθητής της Γ΄ Λυκείου, κατευθύνοντας την προσοχή σας σε μια κρίσιμη πτυχή του θέματος αυτού. Στις παραμέτρους που καθιστούν για εμάς τους νέους εξαιρετικά δύσκολη την επιλογή αντικειμένου σπουδών.
     Ένα πρώτο κρίσιμο στοιχείο είναι το γεγονός πως δεν έχουμε πάντοτε μια ξεκάθαρη εικόνα των δυνατοτήτων, όπως και των αδυναμιών μας, εφόσον κινούμαστε συνήθως σ’ ένα οικείο πλαίσιο μαθητικών δραστηριοτήτων. Μη έχοντας έρθει αντιμέτωποι με την ευκαιρία ή την πρόκληση να αξιοποιήσουμε τις ικανότητές μας σ’ ένα επαγγελματικό περιβάλλον ή σ’ ένα πλαίσιο που θα χρειαστεί να λειτουργήσουμε τελείως αυτόνομα, ώστε να διαπιστώσουμε το πώς ανταποκρινόμαστε, περισσότερο εικάζουμε το ποιες είναι οι δυνατότητές μας παρά τις γνωρίζουμε.
     Κατά τρόπο αντίστοιχο, βέβαια, δεν έχουμε σαφή εικόνα μήτε των ειδικότερων απαιτήσεων που έχουν οι επιμέρους πανεπιστημιακές σχολές, μήτε, πολύ περισσότερο, τα διάφορα επαγγέλματα. Χωρίς τη διάθεση να φανώ υπερβολικός, στο μεγαλύτερο βαθμό διαμορφώνουμε μια μερική εικόνα για τις σχολές και τα επαγγέλματα που μας ενδιαφέρουν από πληροφορίες που συλλέγουμε τυχαία και αποσπασματικά. Η αναλυτική, ειλικρινής και έγκυρη ενημέρωση που θα θέλαμε να λαμβάνουμε για τα κρίσιμα αυτά ζητήματα απουσιάζει τόσο από τον χώρο του σχολείου όσο και από την τοπική μας κοινωνία.
      Μόνοι οδηγοί μας σε ό,τι θα έπρεπε να συνιστά μια προσεκτική αξιολόγηση και συνεκτίμηση δεδομένων είναι οι γονείς, οι καθηγητές και οι φίλοι μας. Το ζήτημα, ωστόσο, είναι πως, αν και δοσμένες με αγαθές προθέσεις, οι συμβουλές των γονιών μας, όπως και των ανθρώπων του περιβάλλοντός μας, εμπεριέχουν -συγκαλυμμένες κάποτε- δικές τους προσδοκίες ή είναι βασισμένες σε κριτήρια που δεν ανταποκρίνονται κατ’ ανάγκη σε ό,τι επιζητούμε εμείς. Μια τόσο σημαντική επιλογή, όμως, όπως είναι η επιλογή αντικειμένου σπουδών δεν μπορεί να γίνει με γνώμονα το τι μοιάζει επαγγελματικά αξιοποιήσιμο στους γονείς μας, ούτε με βάση το τι θέλουν να σπουδάσουν οι φίλοι μας.
     Προκειμένου να προχωρήσουμε στην κρίσιμη αυτή απόφαση με αίσθηση επαρκούς βεβαιότητας, χρειαζόμαστε αφενός ευκαιρίες να γνωρίσουμε καλύτερα το εύρος των δυνατοτήτων και των αδυναμιών μας, κι αφετέρου ουσιαστική πληροφόρηση για τις διαθέσιμες επιλογές. Ζητούμενα στα οποία θα μπορούσε να δώσει, ως ένα βαθμό, απάντηση το ίδιο το σχολείο, τόσο με την υιοθέτηση περισσότερων δραστηριοτήτων αυτενέργειας, όσο και με τη συστηματικότερη παρουσίαση των ποικίλων επαγγελματικών επιλογών.
 
Σας ευχαριστώ θερμά για την προσοχή σας!
 
 

Ιστορία Προσανατολισμού: Το αγροτικό ζήτημα [Επεξεργασία πηγών]

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Marcel Rebro

Ιστορία Προσανατολισμού: Το αγροτικό ζήτημα [Επεξεργασία πηγών]
 
Με βάση τις ιστορικές σας γνώσεις και αντλώντας στοιχεία από τα παρακάτω κείμενα που σας δίνονται, να αναφερθείτε στις νομοθετικές ρυθμίσεις του 1870-1871 και του 1917 για την επίλυση του αγροτικού ζητήματος στην Ελλάδα, και ειδικότερα:
α. στους στόχους και το περιεχόμενο των ρυθμίσεων (μονάδες 15)
β. στην υλοποίησή τους (μονάδες 10).
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Α
Οι λόγοι που ωθούν την κυβέρνηση Κουμουνδούρου στη σημαντική αυτή θεσμική μεταβολή είναι πολλαπλοί.
α) Λόγοι οικονομικοί: Με την αγροτική μεταρρύθμιση του 1871 το κράτος επιχειρεί να επαυξήσει τα δικά του έσοδα από τα ποσά της εξαγοράς, όπως και των τραπεζών και των εμπορικών ομάδων, καθώς έρχεται να ενισχύσει τις φυτείες και το μικρό ή μεσαίο οικογενειακό κλήρο. Με την επέκταση των εξαγωγών του αγροτικού προϊόντος των φυτειών, οι εμπορικές ομάδες θα δουν μια ταχεία ανάπτυξή τους, ενώ ταυτόχρονα θα ενισχυθεί ο ρόλος τους στη δανειοδότηση των τρεχουσών αναγκών των νέων τώρα μικροπαραγωγών.
Με την παραχώρηση της δημόσιας γης, το κράτος θα στερηθεί το 25% της ακαθάριστης παραγωγής, αλλά θα αποκτήσει νέες πηγές εσόδων, τους φόρους και τους δασμούς, που θα επιβληθούν στο αυξημένο τώρα αγροτικό προϊόν των φυτειών, καθώς θα έχουμε μια επέκταση της επιχειρηματικής δραστηριότητας και αύξηση της παραγωγής.
β) Λόγοι κοινωνικοί: Αν και δεν υπάρχει κάποιο συγκροτημένο κίνημα ακτημόνων, οι καταπατήσεις των εθνικών και εκκλησιαστικών γαιών εκ μέρους μη κληρούχων ή μικροϊδιοκτητών σε διάφορες περιοχές της χώρας, ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο, που δημιουργούν εστίες εντάσεων, συνηγορούν για την προικοδότηση αυτών των κοινωνικών ομάδων με «λαχίδια»* εθνικής γης. […]
Το όλο εγχείρημα μπορούμε να το δούμε ως ένα μέρος της όλης προσπάθειας του Α. Κουμουνδούρου, που αγκαλιάζει την περίοδο 1860- 1880 και αποσκοπεί με την ανάπτυξη της γεωργίας […] στην προώθηση της εκβιομηχάνισης στην Ελλάδα.
* λαχίδια: τεμάχια γης.
 
Θ. Καλαφάτης, «Η αγροτική οικονομία. Όψεις της αγροτικής ανάπτυξης», Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000, τ.5, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2003, σ. 72.
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Β
Πρόθεση των Φιλελευθέρων ήταν να ενισχύσουν το εθνικό φρόνημα των χωρικών, βασικής πηγής οπλιτών για τους επερχόμενους πολέμους, αλλά και να ενισχύσουν την έλξη που ασκούσε το ελληνικό εθνικό πρόγραμμα μεταξύ των ποικίλων χριστιανικών πληθυσμών της Βόρειας Ελλάδας. Η ρητή υπόσχεση μιας εκτεταμένης αγροτικής μεταρρύθμισης εντάσσεται στην πολιτική αυτή, η οποία είχε άμεσα θετικά αποτελέσματα και προς τις δύο κατευθύνσεις. Αρχικά, η απαλλοτρίωση των τσιφλικιών (ειδικώς βεβαίως των χριστιανών γαιοκτημόνων) προβλεπόταν να γίνει εκουσίως, με διάφορα προγράμματα χρηματοδότησης των ακτημόνων αγοραστών και με αργούς ρυθμούς. Η όξυνση, όμως, των ενδοαστικών συγκρούσεων και ο Διχασμός του πολιτικού κόσμου έσπρωξε την Κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης να υιοθετήσει ένα πιο ριζοσπαστικό πρόγραμμα υποχρεωτικής απαλλοτρίωσης.
 
Σ. Δ. Πετμεζάς, «Αγροτική oικονομία. Tα όρια του μοντέλου αγροτικής ανάπτυξης του 19ου αιώνα», στο Χ. Χατζηιωσήφ (επιμ.), Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα. Όψεις πολιτικής και οικονομικής ιστορίας 1900-1940, Αθήνα, Βιβλιόραμα, 2009, σ. 219.
 
ΚΕΙΜΕΝΟ Γ
Η λύση που επελέγη ήταν η αναπαραγωγή, στη Βόρειο Ελλάδα, του νοτιοελλαδικού κοινωνικού προτύπου, το οποίο στηριζόταν στη μικρή ιδιοκτησία και την οικογενειακή αγροτική εκμετάλλευση. Το πρότυπο αυτό είχε αποδειχτεί αρκετά επιτυχημένο, αν όχι από οικονομική οπωσδήποτε από πολιτική άποψη, καθώς είχε συμβάλει [...] στη σταθεροποίηση της κρατικής εξουσίας και του πολιτεύματος.
Η διανομή γης ήταν το κυριότερο όπλο που διέθετε το ελληνικό κράτος προκειμένου να νομιμοποιήσει την κυριαρχία του στη Βόρειο Ελλάδα. […]
Η αγροτική μεταρρύθμιση άρχισε τελικά να υλοποιείται από το 1923 και ύστερα […]. Η γη που διένειμε τότε το κράτος ανήκε προηγουμένως κυρίως σε Τούρκους και Βουλγάρους που είχαν αποχωρήσει, στο πλαίσιο της ανταλλαγής των πληθυσμών, αλλά και σε έλληνες μεγαλογαιοκτήμονες.
 
Α. Φραγκιάδης, Ελληνική οικονομία 19ος – 20ός αιώνας. Από τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση της Ευρώπης, Αθήνα, Νεφέλη 2007, σσ. 130-131.
 
Ενδεικτική απάντηση
α) Η οριστική αντιμετώπιση του προβλήματος της διανομής των «εθνικών γαιών» έγινε με νομοθετικές ρυθμίσεις κατά την περίοδο 1870-1871. Ρυθμίσεις, όπως σχολιάζεται στο Κείμενο Α, που εντάσσονταν στη γενικότερη προσπάθεια της κυβέρνησης Κουμουνδούρου κατά την περίοδο 1860-1880 να προωθήσει την εκβιομηχάνιση της χώρας μέσω της ανάπτυξης της γεωργίας. Στόχος των νομοθετημάτων ήταν να εξασφαλιστούν κατά προτεραιότητα οι ακτήμονες χωρικοί, με την παροχή γης, απαραίτητης για την επιβίωσή τους. Ταυτόχρονα, το κράτος προσπαθούσε να εξασφαλίσει, μέσα από τη διαδικασία της εκποίησης, τα μεγαλύτερα δυνατά έσοδα, που θα έδιναν μια ανάσα στο διαρκές δημοσιονομικό αδιέξοδο. Σε ό,τι αφορά το οικονομικό σκέλος των στοχεύσεων της κυβέρνησης, όπως πληροφορούμαστε από το Κείμενο Α, το κράτος αποσκοπούσε όχι μόνο στην αύξηση των δικών του εσόδων, αλλά και στη στήριξη των τραπεζών και των εμπορικών ομάδων, μέσα από την ενίσχυση της αγροτικής παραγωγής τόσο των φυτειών, όσο και των μικρών ή μεσαίων οικογενειακών κλήρων. Περαιτέρω, η κυβέρνηση Κουμουνδούρου είχε και λόγους κοινωνικής υφής, που θέλησε να εξυπηρετήσει, όπως προκύπτει από το Κείμενο Α. Ειδικότερα, το να παραχωρηθούν κομμάτια γης στους ακτήμονες χωρικούς έμοιαζε επιβεβλημένο λόγω των εντάσεων που προκαλούνταν από τις καταπατήσεις είτε εθνικών κτημάτων είτε εκκλησιαστικών, από ακτήμονες ή μικροϊδιοκτήτες σε διάφορες περιοχές της χώρας και ιδίως στην Πελοπόννησο. Η κυβέρνηση, μάλιστα, το θεωρούσε αυτό αναγκαίο, έστω κι αν δεν υπήρχε κάποιο συγκροτημένο κίνημα ακτημόνων που να το διεκδικεί.  Σύμφωνα, λοιπόν, με τις σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις, οι δικαιούχοι αγρότες μπορούσαν να αγοράσουν όση γη ήθελαν, με ανώτατο όριο τα 80 στρέμματα για ξηρικά εδάφη και τα 40 στρέμματα για αρδευόμενα. Οι στόχοι που έθετε η κυβέρνηση Κουμουνδούροι ήταν αντιφατικοί και στην πραγματικότητα μόνο ο πρώτος, δηλαδή η αποκατάσταση των ακτημόνων χωρικών, επιτεύχθηκε σε ικανοποιητικό βαθμό.
Το αποφασιστικό βήμα προς την ολοκλήρωση της αγροτικής μεταρρύθμισης έγινε στα ταραγμένα χρόνια του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου και του «εθνικού διχασμού». Το 1917 η κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη αποφάσισε την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης. Ο στόχος ήταν διπλός: αφενός η στήριξη και ο πολλαπλασιασμός των ελληνικών ιδιοκτησιών γης στις νεοαποκτηθείσες περιοχές και αφετέρου η αποκατάσταση των προσφύγων και η πρόληψη κοινωνικών εντάσεων στον αγροτικό χώρο. Σχετικά με τον στόχο της στήριξης των ελληνικών ιδιοκτησιών στις περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, στο Κείμενο Γ επισημαίνεται πως επιλέχθηκε η αξιοποίηση και στην περιοχή εκείνη του κοινωνικού προτύπου των νότιων περιοχών της χώρας, το οποίο έδινε έμφαση στις μικρές ιδιοκτησίες και στην οικογενειακής μορφής εκμετάλλευση της αγροτικής γης. Το μοντέλο αυτό, αν και δεν είχε κατ’ ανάγκη σημαντική απόδοση σε οικονομικό επίπεδο, ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματικό από πολιτική άποψη, εφόσον υποβοηθούσε τη σταθεροποίηση της κρατικής εξουσίας, καθώς και του πολιτεύματος. Η δυνατότητα, άλλωστε, του ελληνικού κράτους να διανείμει την εκεί γη αποτελούσε το πιο δραστικό μέσο που είχε στη διάθεσή του για να νομιμοποιήσει την κυριαρχία του στις περιοχές της Βόρειας Ελλάδας. Συμπληρωματικές ως προς την προσπάθεια αυτή της κυβέρνησης Βενιζέλου είναι οι πληροφορίες του Κειμένου Β, σύμφωνα με τις οποίες πρόθεση του κόμματος του Βενιζέλου ήταν αφενός να ενισχυθεί μέσω της διανομής κτημάτων το εθνικό φρόνημα των χωρικών, καθώς από αυτούς θα αντλούνταν οι απαιτούμενοι οπλίτες για τις επικείμενες πολεμικές ενέργειες της χώρας, κι αφετέρου να προσελκυστεί το ενδιαφέρον όχι μόνο των ντόπιων Ελλήνων, αλλά και των άλλων χριστιανικών πληθυσμών της Βόρειας Ελλάδας για το εθνικό πρόγραμμα διανομής. Τονίζεται, μάλιστα, πως η σαφής δέσμευση της κυβέρνησης να προχωρήσει σε μια εκτεταμένη αγροτική μεταρρύθμιση είχε άμεσο και θετικό αντίκτυπο στις δύο αυτές επιμέρους επιδιώξεις.
Με βάση αυτά τα νομοθετήματα η απαλλοτρίωση των μεγάλων αγροτικών ιδιοκτησιών έγινε δυνατή στα αμέσως μετά τον πόλεμο χρόνια, όταν η ανάγκη αποκατάστασης των προσφύγων βρέθηκε στο επίκεντρο του κρατικού ενδιαφέροντος.
 
β) Από το 1870 ως το 1911 διανεμήθηκαν 2.650.000 στρέμματα με 370.000 παραχωρητήρια, πράγμα που δείχνει ότι οι φιλοδοξίες ή οι δυνατότητες των αγροτών για απόκτηση καλλιεργήσιμης έκτασης ήταν περιορισμένες αλλά και ο πολυτεμαχισμός της γης ήδη μεγάλος. Πρέπει να επισημανθεί ότι για τις περιοχές που χαρακτηρίζονταν ως φυτείες, ελαιόδεντρα και αμπέλια, ο μέσος όρος έκτασης των ιδιοκτησιών ήταν σαφώς μικρότερος εκείνων που προορίζονταν για καλλιέργεια δημητριακών.
Επρόκειτο όμως για σημαντική διανομή καλλιεργήσιμων γαιών, ιδιαίτερα αν συγκριθεί με τα 600.000 στρέμματα εθνικών γαιών που είχαν διανεμηθεί τα προηγούμενα χρόνια, από το 1833 μέχρι το 1870. Ωστόσο, μόνο το 50% περίπου του αντιτίμου των παραχωρούμενων γαιών πληρώθηκε τελικά στο κράτος από τους αγοραστές της εθνικής αυτής ιδιοκτησίας. Πέρα από την οικονομική αυτή απώλεια, όπως συμπληρωματικά αναφέρεται στο Κείμενο Α, το κράτος παραχωρώντας τα δημόσια κτήματα έχασε επιπροσθέτως το 25% της ακαθάριστης παραγωγής. Απέκτησε, ωστόσο, άλλες πηγές εσόδων και ειδικότερα τους φόρους και τους δασμούς που επιβάλλονταν στην αυξημένη πια αγροτική παραγωγή, εφόσον χάρη στη διανομή της γης προέκυψε ενίσχυση της επιχειρηματικής δραστηριοποίησης και, ως εκ τούτου, αύξηση της παραγωγής. Επιπροσθέτως, η μεγαλύτερη απόδοση των φυτειών οδήγησε σε επέκταση τις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων και κατ’ επέκταση σε ενίσχυση των εμπορικών ομάδων, οι οποίες άρχισαν να λειτουργούν παράλληλα και ως δανειοδότες των νέων μικροπαραγωγών.
Αργότερα, η αναδιανομή που έγινε, με βάση τα νομοθετήματα της κυβέρνησης Βενιζέλου, έφτασε στο 85% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων στη Μακεδονία και στο 68% στη Θεσσαλία. Στο σύνολο της καλλιεργήσιμης γης της χώρας το ποσοστό αυτό ανήλθε σε 40%. Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Κειμένου Β, στο πρώτο στάδιο εφαρμογής των μέτρων της αγροτικής μεταρρύθμισης, η απαλλοτρίωση των τσιφλικιών που ανήκαν σε χριστιανούς θα γινόταν σε εκούσια βάση και θα συνδυαζόταν με προγράμματα χρηματοδότησης των ακτημόνων, ώστε σταδιακά να γίνει η εξαγορά της διαθέσιμης γης. Στην πορεία, ωστόσο, η ένταση τόσο των ενδοαστικών συγκρούσεων όσο και του Διχασμού, οδήγησε την κυβέρνηση Βενιζέλου στην εφαρμογή ενός δραστικότερου προγράμματος, το οποίο βασιζόταν πια στην υποχρεωτική απαλλοτρίωση. Μετά από λίγα χρόνια, άλλωστε, κάτω από την πίεση του προσφυγικού προβλήματος, η αγροτική μεταρρύθμιση ολοκληρώθηκε και οδήγησε την αγροτική οικονομία της χώρας σε καθεστώς μικροϊδιοκτησίας. Όπως μάλιστα διευκρινίζεται στο Κείμενο Γ, η πραγματοποίηση της αγροτικής μεταρρύθμισης ξεκίνησε ουσιαστικά από το 1923 και μετά. Στο πλαίσιό της, η γη που διανεμήθηκε από το κράτος βρισκόταν προηγουμένως κυρίως στα χέρια Τούρκων και Βουλγάρων, οι οποίοι απομακρύνθηκαν από τη χώρα κατά τη διαδικασία ανταλλαγής πληθυσμών. Κάποιες εκτάσεις από αυτές που διανεμήθηκαν, πάντως, ανήκαν και σε Έλληνες μεγαλογαιοκτήμονες. Με τη σειρά της, βέβαια, η νέα κατάσταση δημιούργησε νέα προβλήματα. Οι μικροκαλλιεργητές δυσκολεύονταν να εμπορευματοποιήσουν την παραγωγή τους και έπεφταν συχνά θύματα των εμπόρων. Για να αντιμετωπιστεί αυτή η κατάσταση προωθήθηκε η ίδρυση της Αγροτικής Τράπεζας, κρατικών οργανισμών παρέμβασης και παραγωγικών συνεταιρισμών. Το αγροτικό ζήτημα απέκτησε έτσι νέο περιεχόμενο, χωρίς να προκαλέσει τις εντάσεις που γνώρισαν άλλα κράτη της Ευρώπης (Ισπανία, Βουλγαρία, Ρουμανία κ.λπ.).
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...