Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «ἀποδημέω- ἀποδημῶ»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «ποδημέω- ποδημ»
 
ποδημ = ταξιδεύω, λείπω από την πατρίδα, απουσιάζω
 
Ενεστώτας
Οριστική
ποδημ, ποδημες, ποδημε, ποδημομεν, ποδημετε, ποδημοσι(ν)
Υποτακτική
ποδημ, ποδημς, ποδημ, ποδημμεν, ποδημτε, ποδημσι(ν)
Ευκτική
ποδημομι, ποδημος, ποδημοποδημοίην, ποδημοίης, ποδημοίη), ποδημομεν, ποδημοτε, ποδημοεν
Προστακτική
---, ποδήμει, ποδημείτω, ---, ποδημετε, ποδημούντων ή ποδημείτωσαν
Απαρέμφατο
ποδημεν
Μετοχή
ποδημν, ποδημοσα, ποδημον
 
Παρατατικός
Οριστική
πεδήμουν, πεδήμεις, πεδήμει, πεδημομεν, πεδημετε, πεδήμουν
 
Μέλλοντας
Οριστική
ποδημήσω, ποδημήσεις, ποδημήσει, ποδημήσομεν, ποδημήσετε, ποδημήσουσι(ν)
Ευκτική
ποδημήσοιμι, ποδημήσοις, ποδημήσοι, ποδημήσοιμεν, ποδημήσοιτε, ποδημήσοιεν
Απαρέμφατο
ποδημήσειν
Μετοχή
ποδημήσων, ποδημήσουσα, ποδημσον
 
Αόριστος
Οριστική
πεδήμησα, πεδήμησας, πεδήμησε(ν), πεδημήσαμεν, πεδημήσατε, πεδήμησαν
Υποτακτική
ποδημήσω, ποδημήσς, ποδημήσ, ποδημήσωμεν, ποδημήσητε, ποδημήσωσι(ν)
Ευκτική
ποδημήσαιμι, ποδημήσαις ή ποδημήσειας, ποδημήσαι ή ποδημήσειε(ν), ποδημήσαιμεν, ποδημήσαιτε, ποδημήσαιεν ή ποδημήσειαν
Προστακτική
---, ποδήμησον, ποδημησάτω, ---, ποδημήσατε, ποδημησάντων (ή ποδημησάτωσαν)
Απαρέμφατο
ποδημσαι
Μετοχή
ποδημήσας, ποδημήσασα, ποδημσαν
 
Παρακείμενος
Οριστική
ποδεδήμηκα, ποδεδήμηκας, ποδεδήμηκε, ποδεδημήκαμεν, ποδεδημήκατε, ποδεδημήκασι(ν)
 
Υποτακτική
ποδεδημηκώς- ποδεδημηκυα- ποδεδημηκός
ποδεδημηκώς- ποδεδημηκυα- ποδεδημηκός ς
ποδεδημηκώς- ποδεδημηκυα- ποδεδημηκός
ποδεδημηκότες- ποδεδημηκυαι- ποδεδημηκότα μεν
ποδεδημηκότες- ποδεδημηκυαι- ποδεδημηκότα τε
ποδεδημηκότες- ποδεδημηκυαι- ποδεδημηκότα σι
 
Ευκτική
ποδεδημηκώς- ποδεδημηκυα- ποδεδημηκός εην
ποδεδημηκώς- ποδεδημηκυα- ποδεδημηκός εης
ποδεδημηκώς- ποδεδημηκυα- ποδεδημηκός εη
ποδεδημηκότες- ποδεδημηκυαι- ποδεδημηκότα εημεν (εμεν)
ποδεδημηκότες- ποδεδημηκυαι- ποδεδημηκότα εητε (ετε)
ποδεδημηκότες- ποδεδημηκυαι- ποδεδημηκότα εησαν (εεν)
 
Προστακτική
---
ποδεδημηκώς- ποδεδημηκυα- ποδεδημηκός σθι
ποδεδημηκώς- ποδεδημηκυα- ποδεδημηκός στω
---
ποδεδημηκότες- ποδεδημηκυαι- ποδεδημηκότα στε
ποδεδημηκότες- ποδεδημηκυαι- ποδεδημηκότα στων
 
Απαρέμφατο
ποδεδημηκέναι
Μετοχή
ποδεδημηκώς- ποδεδημηκυα- ποδεδημηκός

Υπερσυντέλικος
Οριστική
ποδεδημήκειν, ποδεδημήκεις, ποδεδημήκει, ποδεδημήκεμεν, ποδεδημήκετε, ποδεδημήκεσαν

Αρχαία Ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «διψήω / διψῶ»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
 
Αρχαία Ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «διψήω / διψ»
 
Ενεστώτας
Οριστική
διψ, διψς, διψ, διψμεν, διψτε, διψσι(ν)
Υποτακτική
διψ, διψς, διψ, διψμεν, διψτε, διψσι(ν)
Ευκτική
διψμι, διψς, διψ ή διψην, διψης, διψη, διψμεν, διψτε, διψεν
Προστακτική
---, δίψη, διψήτω, ---, διψτε, διψώντων
Απαρέμφατο
διψν
Μετοχή
διψν, διψσα, διψν
 
Παρατατικός
δίψων, δίψης, δίψη, διψμεν, διψτε, δίψων
 
Αόριστος
Οριστική
δίψησα, δίψησας, δίψησε(ν), διψήσαμεν, διψήσατε, δίψησαν
Υποτακτική
διψήσω, διψήσς, διψήσ, διψήσωμεν, διψήσητε, διψήσωσι(ν)
Ευκτική
διψήσαιμι, διψήσαις ή διψήσειας, διψήσαι ή διψήσειε(ν), διψήσαιμεν, διψήσαιτε, διψήσαιεν ή διψήσειαν
Προστακτική
---, δίψησον, διψησάτω, ---, διψήσατε, διψησάντων (ή διψησάτωσαν)
Απαρέμφατο
διψσαι
Μετοχή
διψήσας, διψήσασα, διψσαν

Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «ἀποδιδράσκω»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
 
Αρχαία ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «ποδιδράσκω»
 
ποδιδράσκω = δραπετεύω
 
Ενεστώτας
Οριστική
ποδιδράσκω, ποδιδράσκεις, ποδιδράσκει, ποδιδράσκομεν, ποδιδράσκετε, ποδιδράσκουσι(ν)
Υποτακτική
ποδιδράσκω, ποδιδράσκς, ποδιδράσκ, ποδιδράσκωμεν, ποδιδράσκητε, ποδιδράσκωσι(ν)
Ευκτική
ποδιδράσκοιμι, ποδιδράσκοις, ποδιδράσκοι, ποδιδράσκοιμεν, ποδιδράσκοιτε, ποδιδράσκοιεν
Προστακτική
---, ποδίδρασκε, ποδιδρασκέτω, ---, ποδιδράσκετε, ποδιδρασκόντων (ή ποδιδρασκέτωσαν)
Απαρέμφατο
ποδιδράσκειν
Μετοχή
ποδιδράσκων, ποδιδράσκουσα, ποδίδρασκον
 
Παρατατικός
Οριστική
πεδίδρασκον, πεδίδρασκες, πεδίδρασκε, πεδιδράσκομεν, πεδιδράσκετε, πεδίδρασκον
 
Μέλλοντας
Οριστική
ποδράσομαι, ποδράσ ή ποδράσει, ποδράσεται, ποδρασόμεθα, ποδράσεσθε, ποδράσονται
Ευκτική
ποδρασοίμην, ποδράσοιο, ποδράσοιτο, ποδρασοίμεθα, ποδράσοισθε, ποδράσοιντο
Απαρέμφατο
ποδράσεσθαι
Μετοχή
ποδρασόμενος
ποδρασομένη
ποδρασόμενον
 
Αόριστος
Οριστική
πέδραν, πέδρας, πέδρα, πέδραμεν, πέδρατε, πέδρασαν
Υποτακτική
ποδρ, ποδρς, ποδρ, ποδρμεν, ποδρτε, ποδρσι(ν)
Ευκτική
ποδραίην, ποδραίης, ποδραίη, ποδραμεν, ποδρατε, ποδραεν
Προστακτική
---, πόδραθι, ποδράτω, ---, ποδρτε, ποδράντων (ή ποδράτωσαν)
Απαρέμφατο
ποδρναι
Μετοχή
ποδράς, ποδρσα, ποδράν
 
Παρακείμενος
Οριστική
ποδέδρακα, ποδέδρακας, ποδέδρακε, ποδεδράκαμεν, ποδεδράκατε, ποδεδράκασι(ν)
 
Υποτακτική
ποδεδρακώς- ποδεδρακυα- ποδεδρακός
ποδεδρακώς- ποδεδρακυα- ποδεδρακός ς
ποδεδρακώς- ποδεδρακυα- ποδεδρακός
ποδεδρακότες- ποδεδρακυαι- ποδεδρακότα μεν
ποδεδρακότες- ποδεδρακυαι- ποδεδρακότα τε
ποδεδρακότες- ποδεδρακυαι- ποδεδρακότα σι(ν)
 
Ευκτική
ποδεδρακώς- ποδεδρακυα- ποδεδρακός εην
ποδεδρακώς- ποδεδρακυα- ποδεδρακός εης
ποδεδρακώς- ποδεδρακυα- ποδεδρακός εη
ποδεδρακότες- ποδεδρακυαι- ποδεδρακότα εημεν/ εμεν
ποδεδρακότες- ποδεδρακυαι- ποδεδρακότα εητε/ ετε
ποδεδρακότες- ποδεδρακυαι- ποδεδρακότα εησαν/ εεν
 
Προστακτική
---
ποδεδρακώς- ποδεδρακυα- ποδεδρακός σθι
ποδεδρακώς- ποδεδρακυα- ποδεδρακός στω
---
ποδεδρακότες- ποδεδρακυαι- ποδεδρακότα στε
ποδεδρακότες- ποδεδρακυαι- ποδεδρακότα στων
 
Απαρέμφατο
ποδεδρακέναι
 
Μετοχή
ποδεδρακώς- ποδεδρακυα- ποδεδρακός
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
πεδεδράκειν, πεδεδράκεις, πεδεδράκει, πεδεδράκεμεν, πεδεράκετε, πεδεδράκεσαν
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...