Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκθεση Β΄ Λυκείου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκθεση Β΄ Λυκείου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Αυτοκριτική

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Frank Robert Dixon

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Αυτοκριτική

Αυτοκριτική ονομάζεται η κριτική που ασκεί κανείς στο εαυτό του∙ η διαδικασία αυτοελέγχου, κατά την οποία επιχειρείται η αποτίμηση πράξεων, συμπεριφορών και επιλογών. Μέσω της αυτοκριτικής, λοιπόν, το άτομο θέτει υπό -αυστηρό- έλεγχο τον ίδιο του τον εαυτό προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσο η προσωπικότητά του, οι μέχρι τότε δράσεις του κι η ταυτότητά του εν γένει βρίσκονται σε αρμονία με τις πραγματικές του επιθυμίες και επιδιώξεις.

Η αξία της αυτοκριτικής
Η αυτοκριτική αποτελεί μια ιδιαίτερα απαιτητική διαδικασία, καθώς το άτομο χρειάζεται να αντικρίσει και να αξιολογήσει με απόλυτη ειλικρίνεια τον εαυτό του και τις πράξεις του, αν πραγματικά θέλει να βελτιώσει τη ζωή του και να ολοκληρώσει την προσωπικότητά του. Είναι, συνάμα, μια επίπονη διαδικασία, αφού το άτομο οφείλει να έρθει αντιμέτωπο με τις ελλείψεις και τις αδυναμίες του, χωρίς να επιχειρεί να δικαιολογήσει τον εαυτό του για όσα μπορούσε, αλλά απέφυγε να κάνει.

- Μέσω της αυτοκριτικής το άτομο έχει τη δυνατότητα να συνειδητοποιήσει τις πραγματικές κλίσεις και δεξιότητές του, τις αρέσκειες και τις απαρέσκειες, καθώς και τα τυχόν μειονεκτήματά του. Πρόκειται για μια διερεύνηση καίριας σημασίας, ιδίως κατά τα εφηβικά χρόνια, οπότε το άτομο καλείται να επιλέξει τον επαγγελματικό του προσανατολισμό. Είναι σαφές πως ένας ειλικρινής αυτοέλεγχος θα προφυλάξει τον νέο από μια λανθασμένη επαγγελματική επιλογή που θα έχει βασιστεί σε μια υπερεκτίμηση ή υποτίμηση των δυνατοτήτων του. Αντιστοίχως, θα τον αποτρέψει από το να κάνει μια επαγγελματική επιλογή που δεν ανταποκρίνεται σε όσα πραγματικά τον εκφράζουν και του κινούν το ενδιαφέρον.

- Η αυτοκριτική οδηγεί το άτομο στην αυτογνωσία, και άρα στη συνειδητοποίηση των πραγματικών επιθυμιών και επιδιώξεών του, επιτρέποντάς του να κατευθύνει τη ζωή του προς τις επιλογές εκείνες που ανταποκρίνονται και ικανοποιούν τις αληθινές προσδοκίες του. Καθίσταται, έτσι, εφικτή η πάντοτε ζητούμενη κατάσταση της εσωτερικής ισορροπίας, και η αποφυγή των απωθημένων εκείνων που υπονομεύουν την αίσθηση ευτυχίας και ηρεμίας του ατόμου.
Συνάμα, το άτομο εντοπίζοντας τα πραγματικά του προτερήματα και τις πραγματικές του δυνατότητες, κατορθώνει στην πορεία να φτάσει στην αυτοπραγμάτωση, στην κατάσταση εκείνη κατά την οποία θα έχει αναπτύξει πλήρως ολόκληρο το δυναμικό του. Η αυτοπραγμάτωση, βέβαια, προϋποθέτει μια παράλληλη συνειδητή προσπάθεια βελτιστοποίησης του ατόμου, ιδίως στους τομείς που ήδη γνωρίζει πως μπορεί να επιτύχει αξιόλογα αποτελέσματα.

- Η αυτοκριτική αποτελεί ένα πολύ σημαντικό βήμα προς την ηθικοποίηση του ατόμου, αφού θέτει σε έλεγχο τη συμπεριφορά του και φυσικά τη στάση του απέναντι στους άλλους ανθρώπους. Του προσφέρει, άλλωστε, την ευκαιρία να γνωρίσει πραγματικά τον εαυτό του και να φτάσει έτσι -εύκολα ή δύσκολα- στην αποδοχή της αληθινής του ταυτότητας∙ κι είναι αυτή ακριβώς η αποδοχή που εξισορροπεί εσωτερικά το άτομο και του επιτρέπει να έχει πολύ πιο αρμονικές σχέσεις με τους γύρω του.
Είναι δίχως άλλο δεδομένο πως ένας άνθρωπος που δεν αποδέχεται ο ίδιος τον εαυτό του -με όλες τις ελλείψεις και τα προτερήματά του- δεν μπορεί να δημιουργήσει ποιοτικές και ισόρροπες σχέσεις με τους άλλους, αφού η εσωτερική του συγκρουσιακή κατάσταση και απογοήτευση προβάλλεται στους άλλους, προκαλώντας διαρκώς ανώφελες εντάσεις. Το άτομο τείνει να αποδίδει στους άλλους την απόρριψη που αισθάνεται το ίδιο για τον εαυτό του, ματαιώνοντας κάθε πιθανότητα να δημιουργήσει σχέσεις αρραγούς εμπιστοσύνης και ασφάλειας.

- Η αυτοκριτική λειτουργεί αφυπνιστικά για το άτομο και το ωθεί σε μια συνεχή προσπάθεια να βελτιώσει τις πτυχές εκείνες της προσωπικότητας, αλλά και της ζωής του, που δεν βρίσκονται στα επιθυμητά επίπεδα.
Οι άνθρωποι, άλλωστε, και ιδίως οι νέοι, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους πως η διαδικασία βελτιστοποίησης του εαυτού τους δεν περιορίζεται -ούτε αφορά μόνο- τα εφηβικά χρόνια. Είναι μια ακατάπαυστη διαδικασία που δεν επιτρέπει ούτε τον εφησυχασμό ούτε την εγκατάλειψη των προσπαθειών. Απαιτεί αυστηρή αυτοπειθαρχία και διαρκή επαφή με τους επιθυμητούς στόχους και επιδιώξεις. Έννοιες, όπως η δια βίου μάθηση και ο επαναπροσδιορισμός των βλέψεων του ατόμου, βασίζονται ακριβώς στην επίγνωση πως ο άνθρωπος έχει πάντοτε τη δυνατότητα να αλλάξει προς το καλύτερο τη ζωή του -και τον εαυτό του.

- Επιπλέον, χάρη στην αυτοκριτική το άτομο μπορεί να ξεκαθαρίσει στη σκέψη του τις απόψεις και τις αντιλήψεις που το εκφράζουν πληρέστερα, ώστε να διαμορφώσει την προσωπική του κοσμοθεωρία. Προφυλάσσεται, έτσι, από τα έτοιμα νοητικά σχήματα -στερεότυπα- που του έχουν μεταδώσει τα προηγούμενα χρόνια και συνειδητοποιεί ποια πραγματικά είναι η δική του θέση απέναντι στα διάφορα κοινωνικά, πολιτικά, αλλά και προσωπικά ζητήματα. Πρόκειται για ένα ακόμη σημαντικό βήμα στο χτίσιμο μιας αυτόνομης προσωπικότητας, με ατομική θέληση και στάση.

Αίτια που οδηγούν στην απουσία ή την αναποτελεσματικότητα της αυτοκριτικής
Η αυτοκριτική ενέχει εγγενείς δυσκολίες δεδομένου ότι το ίδιο το άτομο καλείται να κρίνει και να αξιολογήσει τον εαυτό του, γεγονός που καθιστά δυσεπίτευκτη τη ζητούμενη αντικειμενικότητα. Συνάμα, όμως, η διαδικασία της αυτοκριτικής δυσχεραίνεται και από την επικρατούσα κοινωνική κατάσταση, όπου η πλειονότητα των ανθρώπων παρασύρεται από τα έξωθεν επιβεβλημένα πρότυπα -καταναλωτισμού, προσωπικής ανάδειξης κ.ά.- και αδυνατεί να προχωρήσει στον προσδιορισμό ενός ατομικού πλαισίου αξιών και επιδιώξεων.
Ειδικότερα:

- Ο υλισμός, ο καταναλωτισμός κι η επίδραση των μαζικών προτύπων
Η σύγχρονη κοινωνία υπό την επίδραση του καπιταλιστικού προτύπου, όπου η κατοχή υλικών αγαθών, ο καταναλωτισμός και η οικονομική επιτυχία αποτελούν τα βασικά κριτήρια για την αναγνώριση και την αποδοχή του ατόμου, επηρεάζουν βαθύτατα τους περισσότερους ανθρώπους. Το άτομο αδυνατεί να ξεφύγει από τη συλλογική αυτή πίεση για την επίτευξη αποτελεσμάτων που θα του διασφαλίσουν αμιγώς οικονομικό κέρδος. Έτσι, βασικές έννοιες όπως είναι η ηθικότητα, η αυτοπραγμάτωση κι η βίωση της ζωής σε αρμονία με τις πραγματικές επιθυμίες του ατόμου περνούν σε δεύτερη μοίρα και παραγνωρίζονται.
Το άτομο καταλήγει, επομένως, να ασχολείται μόνο με το πόσα έχει και πόσα μπορεί να αποκτήσει, κι όχι με την αυτογνωσία και τη βελτίωση του εαυτού του σε προσωπικό, ηθικό και διανοητικό επίπεδο. Τα υλικά αγαθά ξεπερνούν σε σημασία τις εσωτερικές ποιότητες του ατόμου.

- Έλλειψη χρόνου
Οι γοργοί ρυθμοί της σύγχρονης ζωής, οι πολλαπλές επαγγελματικές απαιτήσεις, αλλά και η πληθώρα ενημέρωσης -με ουσιαστικές, αλλά και ανούσιες ειδήσεις- μειώνουν δραματικά τον ελεύθερο χρόνο του ατόμου, όπως και τη δυνατότητά του να αποδεσμευτεί απ’ όλα αυτά τα εξωτερικά ερεθίσματα και να αφιερώσει τον αναγκαίο απερίσπαστο χρόνο που απαιτεί η διαδικασία της αυτοκριτικής.

- Ελαττώματα και αδυναμίες του ατόμου
Η διαδικασία της αυτοκριτικής απαιτεί αυστηρή ειλικρίνεια, αλλά και διάθεση παραδοχής των προσωπικών σφαλμάτων και ελλείψεων, στοιχεία που την καθιστούν εξαιρετικά δύσκολη για τους περισσότερους ανθρώπους, αφού από εγωισμό και από απροθυμία ανάληψης της αναλογούσας σε αυτούς ευθύνης, είτε αποφεύγουν πλήρως την αυτοκριτική είτε επιλέγουν να εθελοτυφλούν μπροστά στα λάθη και στις παραλείψεις τους.
Είναι, άλλωστε, πραγματικά δύσκολο για έναν άνθρωπο να παραδεχτεί πως έχει αδρανήσει απέναντι σε βασικά ζητούμενα της ζωής του και πως θα μπορούσε να έχει χειριστεί πολύ διαφορετικά ποικίλες καταστάσεις, καθώς μια τέτοια συνειδητοποίηση θέτει σε δοκιμασία την αυτοπεποίθησή του και κλονίζει την εμπιστοσύνη στην προσωπική του αντίληψη και κριτική ικανότητα. Ενώ, παράλληλα, μια εύστοχη και αποτελεσματική αυτοκριτική απαιτεί από το άτομο μια ουσιαστική εμβάθυνση στην προσωπικότητα και στις επιλογές του∙ εμβάθυνση ανέφικτη για άτομα που έχουν συνηθίσει στην επιφανειακή προσέγγιση, στις αστόχαστες αποφάσεις και στο να ακολουθούν απλώς τις επικρατούσες τάσεις.

- Οι δεδομένες δυσκολίες της αυτοκριτικής
Όπως είναι δεδομένα δύσκολο για έναν άνθρωπο να δεχτεί κριτική από άλλους, κι εξωθείται σε μια προσπάθεια δικαιολόγησης των πράξεων και των επιλογών του, καθώς αισθάνεται πως αδικείται, εξίσου δύσκολο του είναι και να κρίνει ο ίδιος τον εαυτό του, αφού σχεδόν ασυνείδητα επιχειρεί να παραβλέψει τα πιο επώδυνα κι εν τέλει τα πιο ουσιώδη τρωτά σημεία της ζωής και της προσωπικότητάς του.
Συνάμα, ενώ για έναν εξωτερικό παρατηρητή είναι ευκολότερη μια αποστασιοποιημένη, και άρα αντικειμενική, εκτίμηση και αξιολόγηση της συμπεριφοράς και των επιλογών ενός άλλου ανθρώπου, όταν το άτομο επιχειρεί να κάνει το ίδιο για τον εαυτό του η αντικειμενικότητα μοιάζει σχεδόν ανέφικτη. Προκύπτει, έτσι, μια ενδεχομένως επιεικής και επιλεκτική εξέταση ορισμένων μόνο πτυχών, που καταλήγει σε ελλιπή συμπεράσματα.

Η ανάγκη του ατόμου, άλλωστε, για κοινωνική αποδοχή και διάκριση, το εξωθούν συχνά να εκλαμβάνει τις κοινωνικές επιταγές και τις ευρύτερα αποδεκτές επιλογές, ως γνήσια δικές του επιθυμίες. Το γεγονός αυτό δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο τη διερεύνηση και τον εντοπισμό της αληθινής φύσης του ατόμου, αφού η εγχάραξη των κοινωνικών προτύπων επιτυγχάνεται ήδη από πολύ μικρή ηλικία. 

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Κριτική έργων τέχνης

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Charles Martin Hardie

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Κριτική έργων τέχνης

Κριτική: Η τεκμηριωμένη αξιολόγηση ενός έργου και των συντελεστών του, η θετική ή αρνητική αποτίμησή του με βάση συγκεκριμένα κριτήρια.
Κριτικός: Πρόσωπο που σχολιάζει και αξιολογεί καλλιτεχνικά έργα.

Τα έργα τέχνης -όπως και κάθε άλλη ανθρώπινη πράξη και δημιουργία- τίθενται υπό κριτικό και αξιολογικό έλεγχο, προκειμένου να διαγνωστεί η ιδιαίτερη αξία τους, αλλά και να επισημανθούν τυχόν ελλείψεις ή μειονεκτήματα. Η κριτική των έργων τέχνης πραγματοποιείται από άτομα που έχουν εξειδικευμένες γνώσεις, μεγάλη εμπειρία στο χώρο που δραστηριοποιούνται και αυξημένη ευαισθησία, καθώς η τέχνη δεν μπορεί να προσεγγίζεται μόνο με τεχνικά κριτήρια.
Τα έργα τέχνης, βέβαια, κρίνονται υπό μία έννοια και από το κοινό στο οποίο απευθύνονται, αλλά η κρίση αυτή περιορίζεται συνήθως στο επίπεδο της αρέσκειας και της απαρέσκειας. Η κριτική ανταπόκριση του κοινού είναι ενδεικτική της απήχησης που έχει τη δεδομένη στιγμή το έργο τέχνης, αδυνατεί όμως να εντοπίσει και να αξιολογήσει την ιδιαίτερη εκείνη ποιότητα του έργου, που ενδεχομένως να το καθιστά μη δημοφιλές κατά το χρόνο εμφάνισής του, αλλά να του διασφαλίζει μια θετικότερη αποτίμηση στο μέλλον. Έργο του ειδικευμένου κριτικού, λοιπόν, είναι να αποδεσμεύεται, ως ένα βαθμό, από τις τρέχουσες τάσεις και να αποζητά τα στοιχεία εκείνα του έργου που τείνουν προς τη διαχρονικότητα, και μπορούν ίσως να εγγυηθούν μια μεταγενέστερη αναγνώριση της πραγματικής αξίας του.

Προϋποθέσεις για την ορθή κριτική έργων τέχνης
Ο ρόλος που αναλαμβάνει ο κριτικός τέχνης έχει ιδιαίτερη βαρύτητα καθώς η γνώμη του επηρεάζει σημαντικά τόσο το κοινό, και άρα το βαθμό αποδοχής του κρινόμενου έργου, όσο και τον καλλιτέχνη που δέχεται την κριτική. Θα πρέπει, άλλωστε, να λαμβάνεται υπόψη πως ο δημιουργός είναι ένα μεμονωμένο άτομο με τις προσωπικές του ανησυχίες και ανασφάλειες, που επιλέγει μεν να δημοσιοποιήσει την ατομική του καλλιτεχνική δημιουργία, αλλά δεν παύει να είναι ευάλωτος απέναντι στην αρνητική κριτική, που μπορεί ακόμη και να τον αποτρέψει από την περαιτέρω ενασχόληση με την τέχνη του. Πρέπει, επομένως, να γίνεται πάντοτε σεβαστή εκείνη η λεπτή διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στην αυστηρή, αλλά εποικοδομητική κριτική και την απορριπτικά αυστηρή κριτική, που μπορεί να ζημιώσει αντί να ωφελήσει τον δημιουργό.
Ο κριτικός έργων τέχνης θα πρέπει, λοιπόν, να έχει ορισμένα χαρακτηριστικά και ατομικές ποιότητες, που θα διασφαλίζουν την ορθή άσκηση του ιδιαίτερου έργου του. Ειδικότερα:

- Υψηλή κατάρτιση και άρτια γνώση του αντικειμένου
Η άσκηση καλλιτεχνικής κριτικής απαιτεί βαθιά γνώση της κρινόμενης καλλιτεχνικής έκφανσης, αλλά και των γενικότερων ζητημάτων της τέχνης, ώστε το άτομο που ασκεί την κριτική να έχει υπόψη του το ιστορικό σύνολο της αντίστοιχης καλλιτεχνικής δημιουργίας, όπως και γνώση των σύγχρονων τάσεων στον χώρο. Ένα έργο τέχνης, άλλωστε, θα πρέπει να εξετάζεται τόσο σε σχέση με τα αντίστοιχα του παρελθόντος όσο και σε σχέση με τις αντίστοιχες σύγχρονες δημιουργίες, για να είναι εφικτή και η αναγνώριση της πιθανής συνομιλίας με το παρελθόν, αλλά και η ενδεχόμενη πρωτοπορία του.
Συνάμα, ο κριτικός θα πρέπει να έχει πολύχρονη εμπειρία στο χώρο της τέχνης, διότι πρόκειται για μια μορφή της ανθρώπινης δημιουργίας που δεν μπορεί να εκτιμηθεί σε όλο της το εύρος και δεν αποκαλύπτει πλήρως την αξία και τις σημασιολογικές τις προεκτάσεις, αν δεν υπάρξει ικανός χρόνος ωρίμανσης στη σκέψη και στα συναισθήματα του δέκτη. Σαφές παράδειγμα ως προς αυτό αποτελούν οι ποικίλες αναγνώσεις ενός έργου που μπορούν να γίνουν ανάλογα με την ηλικία του δέκτη, καθώς και το βάθος κατανόησης στο οποίο φτάνει σταδιακά το άτομο όσο ωριμάζει και συνειδητοποιεί πτυχές του ίδιου έργου που δεν τις είχε αντιληφθεί σε νεότερη ηλικία.

- Αυξημένη ευαισθησία του κριτικού
Παρά το γεγονός ότι κάθε μορφή τέχνης έχει τους δικούς της τεχνικούς κανόνες και τα δικά της κριτήρια ποιότητας, που ο κριτικός τέχνης τα μαθαίνει κατά τη διάρκεια των σπουδών και της ενασχόλησής του με την τέχνη, δεν παύει να υπάρχει κι εκείνη η καίρια πτυχή της τέχνης που δεν μπορεί να κριθεί με τέτοιου είδους συγκεκριμένα ή τυποποιημένα κριτήρια. Πρόκειται, βέβαια, για την ανθρώπινη διάσταση της τέχνης, για το βαθμό στον οποίο μεταφέρεται στο έργο και μέσω του έργου μέρος της αλήθειας του δημιουργού. Ας μην παραγνωρίζουμε, άλλωστε, πως ένα έργο τέχνης μπορεί να συγκινεί βαθύτατα τους αποδέκτες του, ακόμη κι αν δεν είναι τεχνικώς άρτιο, ακριβώς διότι κατορθώνει να μεταφέρει συναισθηματικά βιώματα και ψυχικές διεργασίες του δημιουργού, που βρίσκουν το ανάλογό τους στην ψυχή και στον εσωτερικό κόσμο των αποδεκτών.
Η ευαισθησία του κριτικού χρειάζεται, λοιπόν, για να μπορεί να αναγνωρίζει τη συγκινησιακή αξία και τα στοιχεία εκείνα του έργου που λειτουργούν πέρα από τους κανόνες και τα τεχνικώς αναμενόμενα. Ενώ, κρίνεται εξίσου αναγκαία και για τη διασφάλιση του ζητούμενου σεβασμού απέναντι στον καλλιτέχνη και το έργο του.

- Ηθική αρτιότητα και πνευματική αυτονομία
Ο κριτικός έργων τέχνης οφείλει να στοχεύει πάντοτε στην αντικειμενικότητα και όχι στην εξυπηρέτηση προσωπικών συμφερόντων μέσα από τη στήριξη προσώπων ή εταιρειών που μπορούν να του προσφέρουν οικονομικά ή άλλα ανταλλάγματα. Ζητούμενο για τον κριτικό είναι να αναδείξει και να ενισχύσει τις πραγματικά αξιόλογες προσπάθειες, μένοντας μακριά από προσωπικές συμπάθειες ή εμπάθειες. Έργο του, άλλωστε, είναι η αντικειμενική αποτίμηση της αξίας ενός καλλιτεχνήματος και όχι η προώθηση εκείνων που έχουν τη στήριξη ή την έγκριση εμπορικών παραγόντων.
Είναι, βέβαια, προφανές πως ο κριτικός θα έρθει συχνά αντιμέτωπος μ’ εκείνους τους δημιουργούς που βρίσκουν σημαντική εμπορική απήχηση, χωρίς να έχουν απαραίτητα την καλλιτεχνική εκείνη ποιότητα που προσφέρει σ’ ένα έργο διαχρονική διάρκεια και καθολική εκτίμηση. Θα είναι τότε εξαιρετικά σημαντικό να μπορέσει ο κριτικός να αντισταθεί τόσο στα τυχόν οικονομικά ανταλλάγματα που ίσως του προσφερθούν για μια δική του θετική κριτική, όσο και στην τρέχουσα αισθητική που επηρεασμένη από τη δημοτικότητα του δημιουργού αδυνατεί να αναγνωρίσει τις καλλιτεχνικές αδυναμίες του έργου.
Θα πρέπει, επομένως, ο κριτικός να μπορεί να αντικρίσει κάθε έργο ανεπηρέαστος από τις τρέχουσες αρέσκειες του κοινού, καθώς και να έχει το σθένος να εκφράσει την άποψή του, ακόμη κι αν αυτή είναι αντίθετη ή διαφορετική από την κρίση της πλειονότητας.

- Διαλλακτικότητα και σεβασμός απέναντι στον καλλιτέχνη
Ο κριτικός έργων τέχνης, παρά τις γνώσεις και την εμπειρία του, θα πρέπει πάντοτε να έχει υπόψη του πως υπάρχει το ενδεχόμενο η άποψή του να μην είναι απολύτως ορθή ή δίκαιη σε σχέση με την αξία του έργου. Μια τέτοια επίγνωση θα τον προφυλάξει από τη διατύπωση απόλυτων κρίσεων, που πιθανώς να διαψευσθούν στην πορεία ή ακόμη και να αναθεωρηθούν από τον ίδιο, ύστερα από μια πιο ψύχραιμη θεώρηση του κρινόμενου έργου.
Η κριτική έργων τέχνης δεν μπορεί να γίνεται με δογματικούς ή απόλυτους όρους, μιας και η τέχνη έχει συχνά την ικανότητα να δημιουργεί νέου είδους ευαισθησίες ή να διαφοροποιεί εκ βάθρων την έννοια της καλαισθησίας και του καλλιτεχνικώς άρτιου. Είναι εκείνη η τέχνη που θέτει σε δοκιμασία τα μέχρι τότε δεδομένα και σταδιακά με την πρωτοτυπία και την τολμηρή πρόσληψη της πραγματικότητας που επιτυγχάνει ανανεώνει πλήρως τις επικρατούσες καλλιτεχνικές απόψεις και τάσεις.
Υπό αυτή την έννοια, κι έχοντας συνάμα κατά νου τον αντίκτυπο που έχει η κριτική στην ψυχοσύνθεση του δημιουργού, ο κριτικός τέχνης θα πρέπει να αντιμετωπίζει πάντοτε με σεβασμό τον καλλιτέχνη που κρίνει. Είναι, δίχως άλλο, ανεπιθύμητη η πρόκληση βαθιάς απογοήτευσης σ’ έναν νέο δημιουργό, που, αν λάμβανε τη σωστή στήριξη, θα μπορούσε να προσφέρει κάτι το ουσιαστικά καινοτόμο στην τέχνη του. Η κριτική, άρα, θα πρέπει να γίνεται χωρίς ακρότητες και υπερβολική αυστηρότητα, αλλά με τεκμηρίωση και σεβασμό απέναντι στον δημιουργό.
Αντιστοίχως, βέβαια, προκειμένου η κριτική να είναι εποικοδομητική, δεν θα πρέπει να είναι υπερβολικά επιεικής, διότι ο δημιουργός ενδέχεται να μην αντιληφθεί εγκαίρως τις τυχόν ελλείψεις ή αδυναμίες του έργου του.

Η αξία και η προσφορά της κριτικής έργων τέχνης
Ο κριτικός έργων τέχνης λειτουργεί ως προνομιακός δέκτης του καλλιτεχνικού δημιουργήματος χάρη στην κατάρτιση και την εμπειρία του∙ είναι σε θέση δηλαδή να κατανοήσει σε βάθος τις νοηματικές προεκτάσεις του εξεταζόμενου έργου και με την κριτική του τοποθέτηση να ωφελήσει τόσο τον καλλιτέχνη όσο και το κοινό. Ο κριτικός, άλλωστε, μπορεί να αντιληφθεί την αξία του δημιουργήματος και των μηνυμάτων που αυτό επιχειρεί να περάσει προς τους δέκτες του, κατά τρόπο πολλαπλώς πληρέστερο απ’ ό,τι το ευρύ κοινό που έρχεται σ’ επαφή με το έργο.    
Μέσα, λοιπόν, από την κριτική του έργου τέχνης, προκύπτουν οφέλη και για τον ίδιο τον δημιουργό, αλλά και για το κοινό. Ειδικότερα:

- Ο δημιουργός έχει την ευκαιρία να γνωρίσει πώς γίνεται αντιληπτό το έργο του από έναν έμπειρο και με υψηλή κατάρτιση δέκτη. Μια πρόσληψη που του φανερώνει σε ποιο βαθμό εκπληρώνονται οι επιδιώξεις που είχε θέσει ο ίδιος, αλλά και σε ποιο βαθμό παραμένουν αφανείς πτυχές του έργου που είχε θεωρήσει πως θα γίνουν αντιληπτές από το κοινό.
Αντιστοίχως, βέβαια, μέσα από την κριτική προσέγγιση του έργου έρχονται στην επιφάνεια στοιχεία του έργου και επιδράσεις που ασκεί αυτό, οι οποίες μπορεί να μην ήταν καν στις προθέσεις του δημιουργού, αλλά επικυρώνουν την ικανότητα της τέχνης να λαμβάνει μια νέα μορφή στα μάτια κάθε δέκτη, και να του μεταδίδει μηνύματα ανάλογα με τις ευαισθησίες και τις προσλαμβάνουσες του. Είναι προφανές, άλλωστε, πως η ανάγνωση και η πρόσληψη των έργων τέχνης επηρεάζεται από την καλλιέργεια, τα βιώματα και τις προσδοκίες του εκάστοτε δέκτη, ξεπερνώντας συχνά τις επιδιώξεις του ίδιου του δημιουργού τους.

- Ο δημιουργός, επίσης, έχει την ευκαιρία να γνωρίσει πώς αποτιμάται το έργο του και ποια θέση λαμβάνει δίπλα στα έργα των ομοτέχνων του. Μαθαίνει, δηλαδή, αν η δημιουργία του αποτιμάται θετικά ή όχι, κι αναλόγως μαθαίνει ποια στοιχεία κρίνονται ως αδύναμα και ποια ως ποιοτικώς άρτια. Πρόκειται για μια πολύ σημαντική διαδικασία που επιτρέπει στον καλλιτέχνη να βελτιώσει την τεχνική του, να αποφύγει πιθανά σφάλματα και να δώσει στην πορεία έργα ανώτερης ποιότητας και αξίας.

- Σε ό,τι αφορά το κοινό, η κριτική έργων τέχνης αποτελεί έναν καίριο φορέα καλλιτεχνικής αγωγής, καθώς μέσα από την οπτική ενός έμπειρου γνώστη, αντλούνται σημαντικές πληροφορίες και διαπιστώσεις σχετικά με το ποια έργα πληρούν τα αναγκαία κριτήρια ποιότητας και ποια καταφεύγουν σε εμπορικές κοινοτοπίες προκειμένου να ικανοποιούν ευρύτερα αισθητικά κριτήρια.
Το κοινό έχει την ευκαιρία να διακρίνει μέσα στην πληθωρική καλλιτεχνική δημιουργία της εποχής μας ποιοι είναι εκείνοι οι καλλιτέχνες που σέβονται την τέχνη τους και προσφέρουν αυθεντικά και πρωτότυπα δημιουργήματα, χωρίς να συμβιβάζονται με τις εμπορικές αξιώσεις, και ποιοι όχι. Έχει, συνάμα, την ευκαιρία να μάθει πώς γίνεται η αξιολογική αποτίμηση ενός έργου και ποιοι είναι οι δείκτες ποιότητας που θα πρέπει να ελέγχει στο μέλλον, ώστε να ξεχωρίσει εγκαίρως τη γνήσια καλλιτεχνική δημιουργία από την στοχεύουσα στο εμπορικό όφελος παραγωγή.

- Το κοινό αποκτά, έτσι, όχι μόνο αισθητική παιδεία, αλλά αρχίζει να αντιλαμβάνεται το πλήθος των στοιχείων που λαμβάνονται υπόψη σ’ ένα έργο τέχνης, καθώς και τις ποικίλες προεκτάσεις που λαμβάνει αυτό σε επίπεδο νοητικής και συναισθηματικής συγκίνησης. Ευαισθητοποιείται, άρα, απέναντι στα έργα τέχνης και παρακολουθεί πλέον με πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον τις νέες καλλιτεχνικές δημιουργίες, χωρίς να παρασύρεται -εύκολα- από τα εμπορικώς δημοφιλή έργα, που δεν έχουν να προσφέρουν πραγματική καλλιτεχνική συγκίνηση.

- Η αγωγή που προσφέρει ο έμπειρος κριτικός τέχνης αφορά, βέβαια, όχι μόνο το κοινό, αλλά και τους δημιουργούς, οι οποίοι δεν έχουν κατ’ ανάγκη την ευρύτητα παιδείας και τις γνώσεις που έχει τη δεδομένη στιγμή ένας καταξιωμένος κριτικός έργων τέχνης.

Η στάση του δημιουργού απέναντι στην κριτική
Ο δημιουργός, παρά τη δεδομένη και εύλογη συναισθηματική εμπλοκή του με το κρινόμενο έργο τέχνης, θα πρέπει να αντικρίζει την κριτική ως μια πολύτιμη ευκαιρία για τη βελτιστοποίηση των καλλιτεχνικών του δεξιοτήτων. Ακόμη κι αν η κριτική που δέχεται είναι κυρίως αρνητική, δεν θα πρέπει να απογοητεύεται ή να τη δέχεται ως προσωπική επίθεση∙ αντιθέτως, θα πρέπει να διερευνά με προσοχή τις υποδείξεις του κριτικού και να τις λαμβάνει υπόψη του.
Ο δημιουργός εννοείται πως δεν καλείται να ακολουθήσει κατά γράμμα τις υποδείξεις του κριτικού, ούτε και να θεωρήσει πως ο κριτικός είναι αλάνθαστος∙ καλείται, ωστόσο, να δεχτεί πως το έργο του δεν κατόρθωσε να συγκινήσει ή να ικανοποιήσει αισθητικά τους αποδέκτες του. Μια συνειδητοποίηση που μπορεί και πρέπει να λειτουργήσει ως κινητήριο ερέθισμα για μια ανώτερη επόμενη δημιουργία.

Ο κριτικός, άλλωστε, μέσα από τη δική του προσέγγιση λειτουργεί ως ένας αντικειμενικός και αποστασιοποιημένος δέκτης που μπορεί πιο ψύχραιμα να εντοπίσει τις αδυναμίες του έργου, αλλά και να αναγνωρίσει εκείνες τις πτυχές του έργου που ενέχουν υψηλή αισθητική και συγκινησιακή αξία. Είναι, υπό μία έννοια, ένας «νέος» δημιουργός, που μέσα από τη δική του ματιά ανασυνθέτει το εξεταζόμενο έργο και προσφέρει μια διαφορετική -κάποτε απροσδόκητη- θέασή του, που υποδεικνύει και φανερώνει τις κορυφώσεις, αλλά και τις ελλείψεις.    

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Κοινωνική και Πολιτική Κριτική

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Mario Sanchez Nevado

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Κοινωνική και Πολιτική Κριτική

Κριτική: Η τεκμηριωμένη αξιολόγηση ενός έργου, μιας πράξης, μιας κατάστασης ή ενός προσώπου, κι η θετική ή αρνητική αποτίμησή του με βάση συγκεκριμένα κριτήρια.
Η κριτική με την έννοια της έκφρασης γνώμης για κάτι και του εντοπισμού θετικών και αρνητικών στοιχείων, διατρέχει το σύνολο της ανθρώπινης δράσης, καθώς επί της ουσίας κάθε πράξη και κάθε άτομο βρίσκονται υπό διαρκή έλεγχο από τους άλλους ανθρώπους. Πρόκειται για μια διαδικασία ιδιαίτερης αξίας τόσο για την προώθηση των συλλογικών επιτευγμάτων όσο και για τη βελτίωση της δράσης μεμονωμένων ατόμων.
Κοινωνική κριτική: Η κοινωνική κριτική αφορά την αξιολόγηση και την αποτίμηση κοινωνικών καταστάσεων, φαινομένων και συμπεριφορών, και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο εφόσον επικεντρώνεται σε ζητήματα που επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό το σύνολο σχεδόν των πολιτών.
Πολιτική κριτική: Η πολιτική κριτική στοχεύει κατά κύριο λόγο στις ενέργειες των πολιτικών προσώπων και στις αποφάσεις των πολιτικών παρατάξεων, με ιδιαίτερη βέβαια έμφαση στο έργο του κυβερνώντος κόμματος. Αποτελεί καίριο στοιχείο κάθε δημοκρατικής κοινωνίας, καθώς αφενός ελέγχει την πολιτική εξουσία και αφετέρου υποδεικνύει επιτυχέστερες επιλογές εκεί όπου οι παρούσες αποτυγχάνουν ή δεν αποδίδουν τα αναμενόμενα.
Η κριτική ασκείται από πρόσωπα της πολιτικής, από δημοσιογράφους, αλλά και από κάθε ενεργό πολίτη που παρακολουθεί τα κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα. 

Η σημασία της κριτικής
Η κριτική σε κάθε της έκφανση ενέχει ιδιαίτερη αξία, καθώς αποτελεί στοιχείο ώθησης προς τη βελτιστοποίηση. Ιδίως, όμως, στον κοινωνικό και πολιτικό τομέα θεωρείται όχι απλώς σημαντική, μα και απολύτως αναγκαία, εφόσον κατορθώνει να προφυλάσσει τους πολίτες από αποφάσεις και από φαινόμενα τα οποία πλήττουν το συλλογικά ωφέλιμο και την αρμονική συνύπαρξη.
Ειδικότερα, στα οφέλη της κριτικής -κοινωνικής και πολιτικής- καταγράφονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

- Διασφάλιση της ορθής δημοκρατικής λειτουργίας
Μέσω της πολιτικής κριτικής τα άτομα που ασκούν εξουσία ελέγχονται κατά τρόπο αποτελεσματικό, ώστε να αποφεύγουν πράξεις που παρεκκλίνουν προς την πολιτική αυθαιρεσία και τη διαφθορά. Εξαναγκάζονται, έτσι, -αν δεν έχουν οι ίδιοι αυστηρό πλαίσιο ηθικών αρχών- να τηρούν τους νόμους και να σέβονται το σημαντικό ρόλο που τους έχει ανατεθεί.
Αντιστοίχως, ελέγχεται συνεχώς η αποτελεσματικότητα και η ορθότητα των αποφάσεών τους, προκειμένου το κυβερνητικό έργο να είναι αποδοτικό και συμβατό με τα συμφέροντα του συνόλου των πολιτών. Είναι, άλλωστε, σύνηθες φαινόμενο στην πολιτική ζωή του τόπου, οι πολιτικοί να λαμβάνουν αποφάσεις που εξυπηρετούν τα συμφέροντα των ισχυρών ή τις επιδιώξεις εκείνων που τους στήριξαν προεκλογικά.
Η άσκηση κριτικής συνιστά, συνάμα, καίρια έκφανση της δημοκρατικότητας, αφού φέρνει τους πολιτικούς σ’ έναν διαρκή διάλογο, όπου καλούνται να παρουσιάσουν αναλυτικά το σκεπτικό των αποφάσεών τους, να τεκμηριώσουν την ορθότητα αυτών των αποφάσεων, αλλά και να λάβουν υπόψη τους τις αντίθετες ή τις εναλλακτικές προτάσεις, που υποστηρίζονται από τους συνομιλητές τους.   

- Ωθεί στην αντιμετώπιση αρνητικών κοινωνικών φαινομένων
Η άσκηση κοινωνικής κριτικής δίνει το έναυσμα για μια ουσιαστική ευαισθητοποίηση απέναντι στα κακώς κείμενα της κοινωνικής πραγματικότητας και, συχνά, αποκαλύπτει στοιχεία και καταστάσεις, των οποίων η έκταση δεν ήταν πλήρως γνωστή σε όλους τους πολίτες. Ωθεί κατ’ αυτό τον τρόπο τους πολίτες και την πολιτεία σε εγρήγορση για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των αρνητικών φαινομένων και των συνεπειών τους.
Αν, μάλιστα, η κριτική ασκείται με ψύχραιμο και αναλυτικό τρόπο, παρέχεται η ευκαιρία μιας σε βάθος διερεύνησης των αιτιών και των παραγόντων εν γένει που συντείνουν στην εμφάνιση αρνητικών κοινωνικών φαινομένων. Η συζήτηση, επομένως, που προκύπτει μέσω μιας τέτοιας κριτικής επιτρέπει την πραγματική κατανόηση των υπό έλεγχο καταστάσεων και απομακρύνει τις παρανοήσεις και τις εύκολες προσεγγίσεις που δυσκολεύουν τον εντοπισμό των αληθινών γενεσιουργών αιτιών.
Κατ’ επέκταση η κοινωνική κριτική καθιστά εφικτή τη βελτίωση του κοινωνικού γίγνεσθαι και τη διαρκή ανανέωση της κοινωνικής πραγματικότητας, ώστε να βρίσκεται σε ανταπόκριση προς τις γοργές αλλαγές που φέρνει η παγκοσμιοποίηση, η τεχνολογία και η ρήξη με τις παθογένειες του παρελθόντος.

- Συνιστά παράγοντα ωρίμανσης της πολιτικής συνείδησης και σκέψης
Μέσα από την τεκμηριωμένη πολιτική και κοινωνική κριτική οι πολίτες αντιλαμβάνονται το πλήθος των παραγόντων και το βάθος των αιτιών που επηρεάζουν την εκάστοτε πολιτική και κοινωνική κατάσταση. Προκύπτει, άρα, η εύλογη συνειδητοποίηση πως για την κατανόηση της παρούσας πολιτικής πραγματικότητας δεν αρκούν οι επιφανειακές και πρόχειρες αναγνώσεις, αλλά είναι αναγκαία η ουσιαστική εμβάθυνση.
Συντελεί, επομένως, η κριτική στην αφύπνιση των πολιτών και στη μύησή τους στην άρτια επεξεργασία των δεδομένων της πραγματικότητας. Οι πολίτες κατανοούν πλέον πως οφείλουν να εξετάζουν με μεγάλη προσοχή όσα τους παρουσιάζονται ως ακέραιες αλήθειες ή ως δεδομένα και ακριβή στοιχεία. Η πολιτική τους σκέψη λαμβάνει, άρα, ένα σημαντικό ερέθισμα, ώστε να προχωρά σε προσεκτική και τεκμηριωμένη κάθε φορά ανάλυση των καταστάσεων, και όχι στην αποδοχή όποιας έτοιμης άποψης τους προσφέρεται από τα ΜΜΕ και τους πολιτικούς αναλυτές.
Οι πολίτες αντιλαμβάνονται πως οφείλουν να διαμορφώνουν τη δική τους άποψη, αποφεύγοντας τις συχνά προκατειλημμένες και σκόπιμα παραποιημένες ερμηνείες που διατυπώνονται από πολιτικούς ή δημοσιογράφους, που έχουν δικά τους συμφέροντα να εξυπηρετήσουν. Κατανοούν πως με μόνο ασφαλές κριτήριο της δική τους αντικειμενικότητα οφείλουν να αναζητούν ποικίλες πηγές ενημέρωσης και να παραμένουν πάντοτε σε επιφυλακή απέναντι σ’ εκείνους που επιχειρούν να κατευθύνουν τη γνώμη και την άποψή τους. Η παραπληροφόρηση, ο δογματισμός, ο φανατισμός και η υποκρισία, αποκτούν πλέον ορατά ίχνη στις μεροληπτικά παρουσιασμένες ειδήσεις και στις ομιλίες των πολιτικών, και ο πολίτης αποκτά μια πραγματικά κριτική στάση απέναντι στους φορείς διαμόρφωσης της κοινής γνώμης.  

- Η κοινωνική κριτική συμβάλλει στην ηθικοποίηση των πολιτών. Με δεδομένο το γεγονός ότι σκοπός της κοινωνικής κριτικής είναι η αντιμετώπιση αρνητικών κοινωνικών φαινομένων, και άρα η διασφάλιση των συνθηκών εκείνων που θα επιτρέπουν την αρμονική συνύπαρξη των μελών της κοινωνίας, καθίσταται σαφές πως προβάλλει με συνέπεια θετικά πρότυπα κοινωνικής συμπεριφοράς. Το δίκαιο, ο σεβασμός του άλλου ανθρώπου, η διάθεση αποδοχής, η καλοσύνη, η αίσθηση ευθύνης και η τιμιότητα, αναδεικνύονται μέσω της κοινωνικής κριτικής ως ζητούμενες αρετές για τους πολίτες προκειμένου η κοινή πορεία στο πλαίσιο της πολιτείας να βρει το ιδανικό της πλαίσιο.

Προϋποθέσεις για την άσκηση ορθής κριτικής
Η άσκηση κριτικής, αν και αποτελεί δικαίωμα κάθε πολίτη, δεν μπορεί να προσφέρει ουσιαστικά αποτελέσματα αν δεν γίνεται υπό ορισμένες πολύ σημαντικές προϋποθέσεις που διασφαλίζουν τον εποικοδομητικό της χαρακτήρα.

- Το άτομο που ασκεί κριτική οφείλει να έχει ουσιαστική γνώση του αντικειμένου και του θέματος επί του οποίου σκοπεύει να εκφέρει άποψη. Απαιτείται, δηλαδή, πραγματική και εκτεταμένη μελέτη του ζητήματος, ώστε τα συμπεράσματα στα οποία θα φτάσει να αντικατοπτρίζουν μια σε βάθος κατανόηση, και όχι μια εσφαλμένη και βιαστική παρανόηση.  

- Η κριτική θα πρέπει να είναι απολύτως τεκμηριωμένη και με αναλυτική παρουσίαση, ώστε να είναι σαφές πως το άτομο που την ασκεί έχει αφενός γνώση του θέματος και αφετέρου τη δυνατότητα να επιχειρηματολογεί με επάρκεια και σαφήνεια, συνεισφέροντας έτσι ουσιαστικά στη συνολική συζήτηση του θέματος, κι όχι μηρυκάζοντας κοινότοπες και επιφανειακές θέσεις.

- Το άτομο που ασκεί κριτική οφείλει να είναι απόλυτα αντικειμενικό και όχι φανατικά προσηλωμένο στις δικές του απόψεις. Η κριτική δεν είναι επωφελής αν αποτελεί την προσπάθεια ενός δογματικού να παρουσιάσει τα πράγματα από τη δική του οπτική, θέλοντας μόνο και μόνο να επηρεάσει την κοινή γνώμη κατά τρόπο που να εξυπηρετεί τις δικές του αντιλήψεις.
Αντιστοίχως, εκείνος που ασκεί πολιτική κριτική δεν θα πρέπει να εμπλέκεται ο ίδιος ή κάποιος οικείος του στο υπό εξέταση ζήτημα, καθώς θα υπάρχει εύλογα η σκέψη πως επιχειρεί απλώς να στηρίξει ατομικά συμφέροντα.

-  Είναι αναγκαία η παρουσίαση κάποιας αντιπρότασης ή εναλλακτικής λύσης, όταν το περιεχόμενο της κριτικής είναι απορριπτικό. Σε περίπτωση, λοιπόν, που κάποιος ασκεί κριτική σ’ ένα πολιτικό ζήτημα, δεν μπορεί να ακολουθεί μια μηδενιστική προσέγγιση, απορρίπτοντας κάθε υπάρχουσα πρόταση, χωρίς να παρουσιάζει μια εναλλακτική λύση. Το ζητούμενο της άσκησης κριτικής δεν είναι να οδηγούνται τα πράγματα σε αδιέξοδο, ούτε η έκφραση αντιρρήσεων και αρνητικής διάθεσης απέναντι στα πολιτικά πρόσωπα. Το ζητούμενο είναι να προσφέρεται σε κάθε πιθανή άρνηση και μια διαφορετική πρόταση, ώστε να καθίσταται εφικτή η λύση του προβλήματος.

- Κρίνεται αναγκαία η συναισθηματική αποστασιοποίηση του κρίνοντος, ώστε η άσκηση κριτικής να μην τρέπεται σε μια διαδικασία επίθεσης ή σε μια συναισθηματικά φορτισμένη παρουσίαση από την οποία θα απουσιάζει η αντικειμενικότητα και άρα η καθαρή σκέψη και θέαση των πραγμάτων.
Το άτομο που κρίνει, επομένως, δεν θα πρέπει να αφήνει τα συναισθήματά του ή την κρισιμότητα των καταστάσεων να επηρεάζουν την κρίση του, διότι το αποτέλεσμα δεν πρόκειται να είναι ούτε επωφελές, μα ούτε και εποικοδομητικό. Αντιστοίχως, θα πρέπει να αποφεύγει στη στάση του τόσο την υπερβολική αυστηρότητα όσο και την υπερβολική επιείκεια, καθώς και στις δύο περιπτώσεις δεν θα μπορέσει να ασκήσει κριτική κατά τρόπο αμερόληπτο.  

- Σημαντική, επίσης, προϋπόθεση είναι η εν γένει αγαθή προαίρεση του κρίνοντος, υπό την έννοια πως, αν είναι σαφές ότι αυτός που ασκεί κριτική το κάνει χωρίς να έχει ιδιοτελείς επιδιώξεις ή συμφέροντα, τότε η γνώμη του θα ακουστεί με μεγαλύτερη προσοχή και με λιγότερες επιφυλάξεις.
Αν, λοιπόν, αυτός που κρίνει δεν έχει ως κίνητρο την επιθυμία να λάβει κάποιου είδους προσωπική αναγνώριση ή αντιστοίχως να βλάψει κάποιον προσωπικό του αντίπαλο∙ αν στόχος της κριτικής δεν είναι ούτε η από εμπάθεια προσπάθεια υπονόμευσης κάποιου άλλου, ούτε η από φιλία προσπάθεια ενίσχυσης κάποιου άλλου, αλλά καταφεύγει στην άσκηση κριτικής από ανάγκη να αντικρίσει, ως πολίτης, μια ουσιαστική βελτίωση στην πολιτική κατάσταση του τόπου του, τότε το περιεχόμενο της κριτικής θα είναι σαφώς αντικειμενικό και άξιο προσοχής.

Γενικότερες προϋποθέσεις:
Προκειμένου να είναι εφικτή η άσκηση πολιτικής και κοινωνικής κριτικής θα πρέπει να υπάρχουν και ορισμένες προϋποθέσεις που δεν σχετίζονται με το άτομο που επιχειρεί να ασκήσει κριτική.

- Δημοκρατικό πολίτευμα. Η άσκηση πραγματικής κριτικής μπορεί να υπάρξει μόνο σε μια δημοκρατική κοινωνία, καθώς μόνο υπό τη σκέπη της δημοκρατίας έχει το άτομο τη δυνατότητα να εκφράσει ελεύθερα την άποψή του, δίχως να έχει το φόβο πως η πράξη του αυτή θα επιφέρει κάποια τιμωρία ή δίωξη.
Σε μια δημοκρατική κοινωνία οι πολίτες έχουν από νωρίς εξοικειωθεί με τη βασική αρχή του αντίλογου και της αντίθετης άποψης, κι έχουν υιοθετήσει την αναγκαία διάθεση ανεκτικότητας και αποδοχής, ώστε είναι πάντοτε διατεθειμένοι να ακούσουν και να αποδεχτούν μια διαφορετική από τη δική τους τοποθέτηση.
Είναι εύλογο, ωστόσο, πως παρά το γεγονός ότι το δημοκρατικό ήθος των ανθρώπων θεωρείται αναμενόμενο, δεν μπορεί να εκληφθεί ως δεδομένο, διότι ακόμη και σε μια δημοκρατική κοινωνία υπάρχουν τα άτομα εκείνα που δεν είναι δεκτικά στην άσκηση κριτικής.
Προκειμένου, επομένως, να μπορεί να ασκηθεί πραγματική και εποικοδομητική κριτική, θα πρέπει οι αποδέκτες της κριτικής να έχουν την αναγκαία πνευματική ωριμότητα, ώστε να μπορούν να αποδεχτούν τη διαφορετική θέαση, και φυσικά να μπορούν να αποδεχτούν ότι έχουν ενδεχομένως σφάλλει στην αρχική τους προσέγγιση.


Έκθεση Β΄ Λυκείου: Διαφήμιση

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Διαφήμιση

Διαφήμιση είναι η δημοσιοποίηση και η προβολή των ιδιοτήτων ενός προϊόντος ή προσώπου με σκοπό οικονομικά ή άλλα οφέλη, καθώς και η προβολή μηνυμάτων για κοινωφελείς σκοπούς, την προστασία των πολιτών κ.λπ.
Η διαφήμιση αποτελεί τομέα και τεχνική της εμπορικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας για τη διάδοση πληροφοριών (για προϊόντα, κόμματα, ιδέες κ.ά.), που απευθύνονται σε ομάδα ανθρώπων (υποψήφιοι καταναλωτές), με σκοπό να επηρεάσουν την καταναλωτική συμπεριφορά.

Μορφές διαφήμισης: Η διαφήμιση πραγματώνεται με ποικίλους τρόπους, και όχι πάντοτε με το διακριτό τρόπο ενός διαφημιστικού μηνύματος (τηλεοπτικού /ραδιοφωνικού /διαδικτυακού) ή μιας διαφημιστικής καταχώρισης. Συχνή είναι, για παράδειγμα, η χρησιμοποίηση διασημοτήτων για την έμμεση προβολή προϊόντων -με την παράλληλη αξιοποίηση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης- ή η λεγόμενη γκρίζα διαφήμιση, η συγκεκαλυμμένη, δηλαδή, διαφήμιση, με την προβολή ενός προϊόντος όχι στον προβλεπόμενο διαφημιστικό χώρο ή χρόνο, αλλά κατά τη διάρκεια της κανονικής ροής ενός προγράμματος ως στοιχείο του σκηνικού ή του σεναρίου.

Μέσα διαφήμισης: Η διαφήμιση αξιοποιεί για την επίτευξη των στόχων της διάφορες τεχνικές, που συχνά προκύπτουν από τα πορίσματα ψυχολόγων σχετικά με την πιθανή ανταπόκριση των υποψήφιων καταναλωτών. Βασική αρχή της διαφήμισης είναι πως, αν βρεθεί ο κατάλληλος τρόπος διατύπωσης του μηνύματος, είναι εφικτή η υποβολή μια συγκεκριμένης άποψης, και ειδικότερα μιας καταναλωτικής άποψης, στην πλειονότητα των ανθρώπων. Έτσι, με μηνύματα που απευθύνονται σε βασικές ανθρώπινες ανάγκες και επιθυμίες (έρωτας, προβολή, κοινωνική αποδοχή κ.ά.), οι διαφημιστές κατορθώνουν να δημιουργήσουν θετικές συσχετίσεις στη σκέψη των καταναλωτών για το προωθούμενο προϊόν.
Η διαφήμιση -ειδικά για τις σημαντικές εταιρείες- είναι μια πολυδάπανη επένδυση μακροπρόθεσμου σχεδιασμού, που επιδιώκει να καταστήσει την επωνυμία της εταιρείας αναγνωρίσιμη στους εν δυνάμει καταναλωτές από τη νεαρή τους ήδη ηλικία, ώστε με το πέρασμα των χρόνων να τη θεωρούν μέρος της πραγματικότητάς τους, και άρα μια εγγυημένη και αξιόπιστη επιλογή. Πολλές εταιρείες, άλλωστε, επιχειρούν -και επιτυγχάνουν- να ταυτίσουν, στη σκέψη των πολιτών, την επωνυμία τους με το υψηλό κοινωνικό κύρος, την οικονομική επιτυχία ή/και με τη νεανικότητα, το δυναμισμό, τη γοητεία και γενικότερα την «καλή ζωή».
Προκειμένου, μάλιστα, να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των καταναλωτών και να επιτύχουν τις επιζητούμενες θετικές συσχετίσεις, οι διαφημιστές επιδιώκουν την οπτική καλαισθησία και τη γλωσσική πρωτοτυπία· με την πάντοτε υπονοούμενη υπόσχεση πως η απόκτηση του διαφημιζόμενου προϊόντος θα ενισχύσει το κύρος, την αποδοχή και την ευζωία του αγοραστή.

Θετική συνεισφορά της διαφήμισης  

Ενημέρωση καταναλωτών και στήριξη εμπορικής δραστηριότητας: Η κύρια λειτουργία της διαφήμισης είναι σαφώς η ενημέρωση των καταναλωτών για νέα ή παλαιότερα προϊόντα και υπηρεσίες, ώστε αφενός να γνωρίζουν τις πιθανές επιλογές και αφετέρου να λαμβάνουν βασικές πληροφορίες για τα οφέλη και πλεονεκτήματα κάθε επιλογής.
Η δυνατότητα αυτής της ενημέρωσης κινεί, μάλιστα, σε σημαντικό βαθμό την εμπορική δραστηριότητα, καθώς η κυκλοφορία κάθε διαφημιζόμενου προϊόντος γίνεται γρήγορα γνωστή σ’ ένα εξαιρετικά ευρύ καταναλωτικό κοινό. Αποτελεί, επομένως, ένα σημαντικό παράγοντα της οικονομικής δραστηριότητας, καθώς η αύξηση των πωλήσεων που διασφαλίζει, ενισχύει και στηρίζει τις υπάρχουσες εμπορικές εταιρείες. Ενώ, συνάμα, η επίγνωση πως κάθε νέα εταιρεία έχει τη δυνατότητα να γνωστοποιήσει ταχύτατα τη δραστηριότητά της, συνιστά ενθαρρυντικό κίνητρο για τις νεοσυσταθείσες.
Μέσω της αύξησης των πωλήσεων και της ζήτησης υπηρεσιών, η διαφήμιση επιτυγχάνει, λοιπόν, να στηρίξει, όχι μόνο τη λειτουργία, αλλά και την επέκταση των εταιρειών, με αποτέλεσμα τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Ενώ, παράλληλα, ο ίδιος ο χώρος της διαφήμισης απασχολεί ποικίλες ειδικότητες (κειμενογράφους, γραφίστες, διαφημιστές, ηθοποιούς κ.λπ.), προσφέροντας εργασία σε πολλούς υπαλλήλους.

Ενίσχυση ανταγωνισμού προς όφελος των καταναλωτών: Η διαφήμιση, και άρα η γνωστοποίηση στο κοινό, των ιδιοτήτων κάθε προϊόντος, καθώς και της κοστολόγησής τους, καθιστά εφικτή την άμεση σύγκριση μεταξύ ανταγωνιστικών προϊόντων (ή υπηρεσιών), γεγονός που εξαναγκάζει τις εταιρείες να αποζητούν τη διαρκή βελτίωση των παρεχόμενων προϊόντων και υπηρεσιών, με την παράλληλη μείωση των τιμών, προκειμένου να προσελκύσουν καταναλωτές.

Διάδοση κοινωφελών μηνυμάτων και στήριξη φιλανθρωπικών σκοπών: Πέρα από την προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών, η διαφήμιση αποτελεί καίριο εργαλείο στη διάθεση της πολιτείας για την έγκαιρη ευαισθητοποίηση των πολιτών σχετικά με ζητήματα που αφορούν τη δημόσια υγεία και ασφάλεια, καθώς και τους πιθανούς τρόπους ενίσχυσης σημαντικών προσπαθειών στον τομέα της φιλανθρωπίας και της υποστήριξης ατόμων και κοινωνικών ομάδων, που χρειάζονται τη βοήθεια των πολιτών (αιμοδοσία, ορφανοτροφεία κ.λπ.).

Διάδοση πολιτιστικού έργου: Με τη συνδρομή της διαφήμισης καθίσταται, επίσης, εφικτή η προώθηση πολιτιστικών εκδηλώσεων, λογοτεχνικών εκδόσεων, συναυλιών, θεατρικών παραστάσεων κ.ά., γεγονός που ενισχύει την καλλιτεχνική δημιουργία, αλλά και το ενδιαφέρον του κοινού.

Στήριξη λειτουργίας των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης: Για τα περισσότερα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης τα έσοδα από τις διαφημίσεις αποτελούν το μόνο ή το βασικό τους έσοδο. Επομένως, η διαφήμιση επιτρέπει σε αυτά να λειτουργούν χωρίς να καταφεύγουν στη στήριξη πολιτικών, κομματικών ή άλλων συμφερόντων, και να παρέχουν έτσι αδέσμευτη και ανεπηρέαστη ενημέρωση. Διασφαλίζεται, άρα, τόσο η δυνατότητα παροχής ενημέρωσης από ιδιωτικούς φορείς, όσο και η εργασία των δημοσιογράφων, των τεχνικών και των υπαλλήλων που απασχολούνται σε ειδησεογραφικά (τηλεοπτικά ή έντυπα) μέσα ενημέρωσης.

Αρνητικές επιπτώσεις της διαφήμισης

Το πλήθος των διαφημιστικών μηνυμάτων, στο οποίο εκτίθενται οι περισσότεροι πολίτες από μικρή ηλικία, και κυρίως η διαρκής παρότρυνση για την απόκτηση υλικών αγαθών, μέσω της εξιδανικευμένης εικόνας ενός αμιγώς υλιστικού προτύπου ζωής, επιφέρει σημαντικές επιπτώσεις στην ψυχολογία, καθώς και στον τρόπο σκέψης των ανθρώπων.
Παρατηρείται, έτσι, η επίταση αρνητικών ψυχολογικών φαινομένων, καθώς μεγάλο μέρος των πολιτών βιώνει μια συνεχή αίσθηση διάψευσης, εφόσον δεν είναι σε θέση να εκπληρώσει τις ολοένα αυξανόμενες καταναλωτικές επιθυμίες και ανάγκες. Παρά τη γενική βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, πολλοί είναι εκείνοι, που έχοντας επηρεαστεί από τη στρεβλή και επίπλαστη πραγματικότητα των διαφημιστικών μηνυμάτων θεωρούν ελλιπή τη ζωή τους, και αδυνατούν να βιώσουν πραγματικά αισθήματα ικανοποίησης και πληρότητας.
Θεωρείται, άλλωστε, δεδομένη η υπονόμευση της πνευματικής αυτονομίας των σύγχρονων ανθρώπων, οι οποίοι, υπό την αδιάκοπη πίεση των διαφημιστικών μηνυμάτων, έχουν χάσει τη δυνατότητά τους να κρίνουν και να ιεραρχούν τις πραγματικές τους ανάγκες. Πολλοί άνθρωποι, πλέον, κινούνται με βάση τις έντεχνες υποδείξεις των διαφημιστών, διεκδικώντας στη ζωή τους, όχι ό,τι πραγματικά επιθυμούν οι ίδιοι, αλλά ό,τι τους έχει υποβληθεί ως ζητούμενο και ως αναγκαιότητα μέσω των διαφημίσεων.
Το πόσο σημαντική είναι η επιρροή της διαφήμισης, προκύπτει το δίχως άλλο κι από το γεγονός ότι την αξιοποιούν ακόμη και οι πολιτικοί κατά τη διάρκεια των προεκλογικών περιόδων προκειμένου να διασφαλίσουν την εκλογή ή την επανεκλογή τους. Είναι, άρα, σαφές πως ο τρόπος με τον οποίο κατανοούν και διαχειρίζονται την πραγματικότητα οι άνθρωποι μπορεί να επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό μέσω των διαφημιστικών μηνυμάτων.

Ηθική διαφθορά των ανθρώπων: Υπό την επίδραση της διαφήμισης (είτε αυτή πραγματώνεται άμεσα με διαφημιστικά μηνύματα είτε έμμεσα μέσω τηλεοπτικών και κινηματογραφικών παραγωγών), οι άνθρωποι έχουν πάψει να θέτουν ως πρώτη και αδιαπραγμάτευτη αξία το σεβασμό στη ζωή και στα συναισθήματα των συνανθρώπων τους, κι έχουν αρχίσει να θεωρούν πως μέτρο όλων είναι οι προσωπικές τους ανάγκες και επιθυμίες, που μπορούν να υλοποιηθούν μόνο μέσω της πρόσκτησης περισσότερων χρημάτων. Έχει προκύψει, έτσι, μια ουσιαστική αλλαγή στον τρόπο που αντιμετωπίζουν τα πράγματα, με εμφανή την αλλοίωση των ηθικών τους αξιών, προς όφελος πάντα του υλισμού και της κενής περιεχομένου αυτοπροβολής.

Οικονομική εκμετάλλευση των πολιτών: Η συνεχής ενίσχυση των πλασματικών αναγκών του σύγχρονου ανθρώπου οδηγεί σε μια αδιέξοδη προσήλωση στην απόκτηση ολοένα και περισσότερων προϊόντων, με αποτέλεσμα οι πολίτες πλέον να εργάζονται κυρίως για να μπορούν να καταναλώνουν. Μια άκρως ανησυχητική εξέλιξη, η οποία, αν και εξυπηρετεί τις επιχειρήσεις, -και κυρίως τους πολυεθνικούς γίγαντες, που ωφελούνται περισσότερο από τις δυνατότητες της διαφήμισης-, επιφέρει σημαντική επιδείνωση τόσο στον τρόπο ζωής, όσο και στην οικονομική κατάσταση πολλών ανθρώπων. Είναι γνωστός, άλλωστε, ο παραλογισμός των προηγούμενων χρόνων με τους αλλεπάλληλους δανεισμούς προκειμένου να ικανοποιηθούν, περιττές στην ουσία τους, καταναλωτικές ανάγκες.  

Κοινωνική και πολιτική αδρανοποίηση των πολιτών: Η λανθασμένη ιεράρχηση αξιών και επιδιώξεων έχει ως αρνητικό απότοκο και την τάση των πολιτών να απέχουν από οτιδήποτε δεν τους αποδίδει άμεσο ή εμφανές οικονομικό όφελος. Αδιαφορούν, λοιπόν, για την κοινωνική τους ευθύνη απέναντι στους συνανθρώπους τους, παραμελούν ή αποφεύγουν οποιαδήποτε συλλογική δράση, και αντιστοίχως μένουν αμέτοχοι θεατές των πολιτικών δρώμενων, καθώς είναι αφοσιωμένοι στις προσωπικές τους -καταναλωτικές- ανάγκες, οι οποίες αίφνης έχουν αποκτήσει πολύ μεγαλύτερη σημασία από κάθε πιθανή κοινωνική ή πολιτική δράση -και αντίδραση.
Ενώ, παράλληλα, η αίσθηση πως η προσωπική τους ικανοποίηση είναι σημαντικότερη από την ομαλή κοινωνική συνύπαρξη, οδηγεί συχνά σε άνομες πράξεις, όπως είναι, για παράδειγμα, η προσπάθεια αποφυγής φορολογικών υποχρεώσεων, προκειμένου να έχουν στη διάθεσή τους περισσότερα χρήματα προς κατανάλωση.

Τρόποι αντίδρασης στην αρνητική επίδραση των διαφημίσεων

Με δεδομένο το γεγονός πως η χρησιμότητα των διαφημίσεων είναι τέτοια, ώστε δεν πρόκειται να πάψουν να αποτελούν μέρος της καθημερινότητας των πολιτών, κρίνεται αναγκαία η έγκαιρη, με τη βοήθεια των φορέων αγωγής, προετοιμασία των νέων ανθρώπων, προκειμένου να αποφεύγεται, όσο το δυνατόν, ο επηρεασμός τους από αυτές.
Βασικό ζητούμενο αποτελεί η ενίσχυση της κριτικής ικανότητας των νέων, ώστε να μπορούν από νωρίς να αξιολογούν και να διαχωρίζουν τις πραγματικές τους ανάγκες, από εκείνες που σκοπίμως και εντέχνως επιχειρούν να τους δημιουργήσουν οι εμπορικές επιχειρήσεις μέσω των διαφημίσεων. Είναι σημαντικό, άρα, να γίνει έγκαιρα αντιληπτό από τους νέους πως η πραγματική αξία της ζωής, και κατ’ επέκταση η δυνατότητα βίωσης της ευτυχίας, δεν προκύπτει με την αγορά καταναλωτικών αγαθών, αλλά με την ορθή εκτίμηση πολύ σημαντικότερων πτυχών του ανθρώπινου βίου, όπως είναι η φιλία, η οικογένεια, η πνευματική καλλιέργεια, η τέχνη, ο αθλητισμός, και εν γένει κάθε πράξη και συναίσθημα, που κινείται ανεξάρτητα από τα χρήματα και τα υλικά αγαθά.

Η οικογένεια και το σχολείο: Οι βασικοί φορείς αγωγής οφείλουν να ενισχύσουν μέσω του διαλόγου την ικανότητα του νέου να αντιλαμβάνεται τις προθέσεις των διαφημιστών, αλλά και τη δυνατότητα να διαμορφώσει μια ουσιαστική καταναλωτική συμπεριφορά, που θα έχει ως γνώμονα τις πραγματικές του ανάγκες.
Καίρια είναι, επομένως, η προσπάθεια στήριξης της κριτικής θέασης του τηλεοπτικού και διαδικτυακού κόσμου, κατά τρόπο τέτοιο, ώστε ο νέος να μπορεί να αξιοποιεί τα μέσα αυτά προς όφελός του, χωρίς να παρασύρεται από τα αδιάκοπα κελεύσματα των διαφημιστικών μηνυμάτων.

Η πολιτεία: Παράλληλα με τις προσπάθειες των φορέων αγωγής να ευαισθητοποιήσουν τους νέους απέναντι στους κινδύνους του καταναλωτικού προτύπου ζωής, θα πρέπει να κινηθεί και η πολιτεία, προκειμένου να διασφαλιστεί η λειτουργία και η πραγμάτωση της διαφήμισης σύμφωνα με τον σχετικό κώδικα δεοντολογίας.
Θα πρέπει η πολιτεία να φροντίζει ώστε τα διαφημιστικά μηνύματα να μην επιχειρούν την παραπλάνηση των πολιτών, να σέβονται τη νοημοσύνη και την αισθητική του κοινού, αλλά και να μην κατακυριεύουν οι διαφημιστές την τηλεοπτική πραγματικότητα με την προβολή μεγάλου αριθμού διαφημίσεων.

Απόσπασμα από τον Ελληνικό Κώδικα Διαφήμισης – Επικοινωνίας

 Άρθρο 1 - Βασικές Αρχές
α. Όλες οι διαφημίσεις πρέπει να είναι νόμιμες, ευπρεπείς, έντιμες και να λένε την αλήθεια.
β. Όλες οι διαφημίσεις πρέπει να δημιουργούνται με πνεύμα κοινωνικής ευθύνης και να είναι σύμφωνες με τις αρχές του θεμιτού ανταγωνισμού, όπως είναι γενικά παραδεκτός στις συναλλαγές.
γ. Καμία διαφήμιση δεν πρέπει να κλονίζει την εμπιστοσύνη του κοινού στην διαφημιστική λειτουργία.

Άρθρο 2 – Ευπρέπεια
Οι διαφημίσεις δεν πρέπει να περιέχουν δηλώσεις ή οπτικές/ακουστικές παραστάσεις που προσβάλλουν τα ήθη και τις επικρατούσες αντιλήψεις ευπρέπειας.

Άρθρο 3 – Τιμιότητα
α. Η διατύπωση των διαφημίσεων πρέπει να είναι τέτοια, ώστε να μην κάνει κατάχρηση της εμπιστοσύνης του καταναλωτή και να μην εκμεταλλεύεται την έλλειψη πείρας ή γνώσεων του.
β. Επί μέρους στοιχεία που μπορεί να επηρεάσουν την τελική απόφαση του καταναλωτή πρέπει να επικοινωνούνται με σαφήνεια, ώστε να γίνονται αντιληπτά.

Άρθρο 4 - Κοινωνική Ευθύνη
α. Οι διαφημίσεις πρέπει να σέβονται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, και δεν πρέπει να περιέχουν ή να υπαινίσσονται καμιά μορφή διάκρισης, όπως μεταξύ άλλων τη φυλή, την εθνικότητα, την καταγωγή, τη θρησκεία, το φύλο, την ηλικία, την αναπηρία ή τη σεξουαλική ταυτότητα.
β. Οι διαφημίσεις δεν πρέπει χωρίς να συντρέχει σοβαρός λόγος να εκμεταλλεύονται τους φόβους, τη δυστυχία ή τον πόνο των ανθρώπων.
γ. Οι διαφημίσεις δεν πρέπει να περιέχουν ή να υπαινίσσονται στοιχεία που μπορεί να οδηγήσουν σε βίαιη, παράνομη ή αντικοινωνική συμπεριφορά.
δ. Οι διαφημίσεις δεν πρέπει να εκμεταλλεύονται τις προλήψεις και τις δεισιδαιμονίες των ανθρώπων.

Άρθρο 5 – Αλήθεια
1. Οι διαφημίσεις πρέπει να λένε την αλήθεια και να μην είναι παραπλανητικές.
2. Οι διαφημίσεις δεν πρέπει να περιέχουν δηλώσεις ή οπτικές παραστάσεις, που είτε άμεσα είτε έμμεσα, με υπονοούμενα, με παραλείψεις, με διφορούμενα ή με υπερβολικούς ισχυρισμούς, μπορούν να παραπλανήσουν τον καταναλωτή, ειδικότερα σε ότι αφορά:
α. τις ιδιότητες του προϊόντος, όπως: είδος, σύνθεση, μέθοδος και χρόνος κατασκευής, καταλληλότητα για τον σκοπό για τον οποίο προορίζεται, ποικιλία χρήσεων, ποσότητα, εμπορική ή γεωγραφική προέλευση, επιπτώσεις από τη χρήση του στο περιβάλλον
β. την αξία του προϊόντος και την πραγματική συνολική τιμή του
γ. τους όρους παράδοσης, ανταλλαγής, επιστροφής, επισκευής και συντήρησης του προϊόντος
δ. τους όρους εγγύησης του προϊόντος
ε. την πνευματική ιδιοκτησία και τα δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας, όπως: πατέντες, κατατεθειμένα εμπορικά σήματα, σχέδια και πρότυπα, εμπορικές επωνυμίες στ. τη συμμόρφωση με τις απαιτούμενες προδιαγραφές
ζ. την επίσημη αναγνώριση ή έγκριση του προϊόντος, όπως διακρίσεις με μετάλλια, βραβεία και διπλώματα
η. το βαθμό συνεισφοράς από την αγορά του προϊόντος σε φιλανθρωπικούς σκοπούς

Άρθρο 6 - Χρήση Τεχνικών /Επιστημονικών Στοιχείων και Ορολογίας
Οι διαφημίσεις δεν πρέπει
α. να κάνουν κακή χρήση τεχνικών στοιχείων, όπως αποτελέσματα ερευνών ή περικοπές από τεχνικά και επιστημονικά δημοσιεύματα
β. να χρησιμοποιούν στατιστικά στοιχεία με τρόπο ώστε να αποδίδονται υπερβολικοί ισχυρισμοί στο διαφημιζόμενο προϊόν
γ. να χρησιμοποιούν επιστημονική ορολογία και επιστημονικούς ιδιωματισμούς με σκοπό να παρουσιάσουν τους διαφημιστικούς ισχυρισμούς, ως βασισμένους σε επιστημονικά δεδομένα, που στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν

Άρθρο 7 – Χρήση των Όρων "Δωρεάν" και "Με Εγγύηση"
Ο όρος «δωρεάν» π.χ. «δώρο», «δωρεάν προσφορά», πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο
- όταν η προσφορά δεν προϋποθέτει καμία υποχρέωση, ή - όταν η μόνη υποχρέωση είναι η πληρωμή για την αποστολή, το κόστος της οποίας δεν πρέπει να είναι υψηλότερο αυτού, που θα προέκυπτε από την αγορά του προσφερόμενου προϊόντος, ή - όταν η προσφορά δίνεται σε συνδυασμό με την αγορά ενός άλλου προϊόντος, εφόσον η τιμή αυτού δεν έχει αυξηθεί προκειμένου για καλύψει μέρος ή το συνολικό κόστος του προσφερόμενου προϊόντος.
Οι διαφημίσεις δεν πρέπει να δηλώνουν ή να υπονοούν ότι η «Εγγύηση», ή οποιαδήποτε άλλη παραπλήσια έννοια, προσφέρει στον καταναλωτή μεγαλύτερη εξασφάλιση από αυτή που προβλέπει ο νόμος, όταν στην πραγματικότητα αυτό δεν ισχύει. Οι όροι της εγγύησης καθώς και τα στοιχεία του εγγυητή πρέπει να είναι άμεσα διαθέσιμα στον καταναλωτή και τυχόν περιορισμοί, εφόσον επιτρέπονται από το νόμο, πρέπει να είναι διατυπωμένοι με σαφήνεια.

Άρθρο 8 – Τεκμηρίωση
Περιγραφές, ισχυρισμοί και απεικονίσεις που χρησιμοποιούνται στις διαφημίσεις πρέπει να μπορούν να τεκμηριωθούν. Η τεκμηρίωση πρέπει να είναι διαθέσιμη χωρίς καθυστέρηση μόλις ζητηθεί από τα όργανα αυτοδέσμευσης και αυτοελέγχου, που είναι υπεύθυνα για την εφαρμογή του Κώδικα.

Άρθρο 9 – Αναγνώριση Διαφημίσεων
α. Οι διαφημίσεις πρέπει να διακρίνονται ως διαφημίσεις, οποιαδήποτε μορφή κι αν έχουν και οποιοδήποτε μέσο κι αν χρησιμοποιούν. Σε περίπτωση που εμφανίζονται σε μέσο που περιέχει ειδήσεις ή άλλη αρθρογραφία, πρέπει να παρουσιάζονται με τέτοιο τρόπο, ώστε να αναγνωρίζονται εύκολα ως διαφημίσεις και η ταυτότητα του διαφημιζόμενου πρέπει να είναι εμφανής.
β. Οι διαφημίσεις δεν πρέπει να παραπλανούν ως προς τον πραγματικό τους στόχο. Δεν πρέπει να παρουσιάζονται π.χ. σαν έρευνα αγοράς ή έρευνα καταναλωτών όταν ο στόχος τους είναι εμπορικός, όπως η πώληση ενός προϊόντος.

Άρθρο 10 – Ταυτότητα Διαφημιζόμενου
Η ταυτότητα του διαφημιζόμενου πρέπει να είναι εμφανής. Αυτό δεν ισχύει για διαφημίσεις με μοναδικό στόχο την προσέλκυση του ενδιαφέροντος σε μελλοντικές επικοινωνιακές ενέργειες (teaser).
Όπου είναι εφικτό, οι διαφημίσεις πρέπει να περιλαμβάνουν στοιχεία επικοινωνίας με την εταιρεία, ώστε ο καταναλωτής να μπορεί να έλθει εύκολα σε επαφή μαζί της.

Άρθρο 11 - Συγκρίσεις
Οι διαφημίσεις που περιέχουν συγκρίσεις πρέπει να σχεδιάζονται με τέτοιο τρόπο, ώστε η σύγκριση αυτή να μην παραπλανά και να υπόκειται στις αρχές του θεμιτού ανταγωνισμού. Τα στοιχεία σύγκρισης πρέπει να βασίζονται σε δεδομένα που μπορούν να αποδειχθούν και δεν πρέπει να επιλέγονται κακόπιστα και μεροληπτικά.

Άρθρο 12 – Δυσφήμιση
Οι διαφημίσεις δεν πρέπει να δυσφημούν, να υποβαθμίζουν ή να επιδιώκουν να γελοιοποιήσουν κανένα άτομο ή ομάδα ατόμων, άλλους διαφημιζόμενους, εταιρεία, οργάνωση, βιομηχανική ή εμπορική δραστηριότητα, επάγγελμα ή προϊόν.

Άρθρο 13 – Επώνυμες Μαρτυρίες (Testimonials)
Οι διαφημίσεις δεν πρέπει να περιέχουν ή να αναφέρονται σε ενυπόγραφες μαρτυρίες ή επιδοκιμαστικές βεβαιώσεις, εκτός αν αυτές είναι γνήσιες και αυθεντικές και βασίζονται σε προσωπική εμπειρία του μάρτυρα. Μαρτυρίες και βεβαιώσεις που έχουν εκ των πραγμάτων ξεπεραστεί, ή που δεν ισχύουν πια, δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται.

Άρθρο 14 – Αναφορά σε Πρόσωπα και Ιδιωτικά Περιουσιακά Στοιχεία
α. Οι διαφημίσεις δεν πρέπει να εμφανίζουν ή να αναφέρονται επωνύμως σε πρόσωπα εκτός εάν έχει δοθεί άδεια από τα πρόσωπα αυτά εκ των προτέρων.
β. Οι διαφημίσεις δεν πρέπει, χωρίς τη σχετική άδεια, να παρουσιάζουν ή να αναφέρονται σε ιδιωτικά περιουσιακά στοιχεία δημιουργώντας την εντύπωση προσωπικής αναγνώρισης και επιδοκιμασίας από τον ιδιοκτήτη, του προϊόντος ή της επιχείρησης που διαφημίζεται.

Άρθρο 15 – Εκμετάλλευση Φήμης
Οι διαφημίσεις δεν πρέπει να κάνουν αδικαιολόγητα χρήση του ονόματος ή των αρχικών, λογότυπου άλλης εταιρείας, επιχείρησης, οίκου, ιδρύματος ή οργανισμού. Οι διαφημίσεις δεν πρέπει με κανένα τρόπο να εκμεταλλεύονται την καλή φήμη άλλης εταιρείας, προϊόντος, ατόμου ή οργανισμού, όπως αυτή εμπεριέχεται στο όνομα, στις μάρκες, ή άλλη πνευματική ιδιοκτησία, και δεν πρέπει να εκμεταλλεύονται τις ευνοϊκές εντυπώσεις που δημιούργησε άλλη διαφημιστική εκστρατεία, δίχως προηγούμενη έγκριση.

Άρθρο 16 – Μίμηση
Οι διαφημίσεις δεν πρέπει να μιμούνται τη γενική εμφάνιση, το κείμενο, τα συνθήματα, τις οπτικές παραστάσεις, τη μουσική, τους ήχους κ.λπ. άλλων διαφημίσεων, με τρόπο που μπορεί να παραπλανήσει ή να δημιουργήσει σύγχυση. Όταν ένας διαφημιζόμενος, με πολυεθνική δραστηριότητα, έχει καθιερώσει ένα προϊόν του με ορισμένη διαφήμιση σε μια ή περισσότερες χώρες, δεν επιτρέπεται για εύλογο χρονικό διάστημα, άλλοι διαφημιζόμενοι να μιμούνται αθέμιτα τις διαφημίσεις του στις υπόλοιπες χώρες, όπου ο πρώτος πιθανόν να δραστηριοποιηθεί, εμποδίζοντας τον έτσι να χρησιμοποιήσει τη διαφήμιση του στις χώρες αυτές.

Άρθρο 17 – Ασφάλεια και Υγεία
Οι διαφημίσεις δεν πρέπει χωρίς να συντρέχουν λόγοι εκπαιδευτικής ή κοινωνικής ωφέλειας, να περιέχουν οπτικές παραστάσεις ή περιγραφές επικίνδυνων δραστηριοτήτων, ή καταστάσεων που δείχνουν αδιαφορία για την ασφάλεια και την υγεία του ατόμου. Οι οδηγίες χρήσης του προϊόντος πρέπει να περιλαμβάνουν προειδοποιήσεις ασφαλούς χρήσης αυτού και, όπου απαιτείται, διευκρινίσεις. Όταν στη χρήση του προϊόντος υπάρχουν κίνδυνοι, τα παιδιά πρέπει παρουσιάζονται υπό την επιτήρηση ενηλίκων.
Οι πληροφορίες που συνοδεύουν το προϊόν πρέπει να περιλαμβάνουν σωστές οδηγίες χρήσης, οι οποίες να καλύπτουν όλα τα θέματα υγείας και ασφάλειας. Η ενημέρωση για τα θέματα αυτά πρέπει να είναι σαφής με την χρήση εικόνων, κειμένων η συνδυασμού αυτών.

Άρθρο 18 – Παιδιά και νέοι
Οι παρακάτω διατάξεις αφορούν σε διαφημίσεις που απευθύνονται σε παιδιά και νέους, όπως ορίζονται από την εθνική νομοθεσία.
Ιδιαίτερη μέριμνα απαιτείται σε διαφημίσεις που απευθύνονται ή χρησιμοποιούν παιδιά η νέους. Αυτές οι διαφημίσεις δεν πρέπει να υποβαθμίζουν την κοινωνικά αποδεκτή συμπεριφορά και τις καθιερωμένες συνήθειες και τρόπο ζωής.
Προϊόντα ακατάλληλα για παιδιά ή νέους δεν πρέπει να διαφημίζονται σε μέσα τα οποία απευθύνονται σε αυτά, και διαφημίσεις που απευθύνονται σε παιδιά ή νέους δεν πρέπει να εμφανίζονται σε μέσα των οποίων η γενικότερη θεματολογία είναι ακατάλληλη για αυτά. Υλικό ακατάλληλο για παιδιά πρέπει να ορίζεται σαφώς ως τέτοιο.

1. Απειρία και ευπιστία
Οι διαφημίσεις δεν πρέπει να εκμεταλλεύονται την έλλειψη πείρας ή τη φυσική ευπιστία των παιδιών κυρίως όσον αφορά τα παρακάτω:
α. Όταν στις διαφημίσεις επιδεικνύεται η χρήση του προϊόντος δεν πρέπει:
- Να υποβαθμίζεται η ηλικία ή η ικανότητα που απαιτείται από το χρήστη προκειμένου να συναρμολογήσει και να χρησιμοποιήσει το διαφημιζόμενο προϊόν
- Να δημιουργούνται υπερβολικές εντυπώσεις ως προς το πραγματικό μέγεθος, την αξία, τη φύση, τη διάρκεια ζωής, τη χρήση, και τη λειτουργία του προϊόντος
- Να αποκρύπτεται η ανάγκη για τυχόν πρόσθετες αγορές, όπως εξαρτημάτων, και άλλων υλικών, που απαιτούνται ώστε το προϊόν να μπορεί να χρησιμοποιηθεί όπως παρουσιάζεται στη διαφήμιση.
β. Παρότι η χρήση στοιχείων φαντασίας αρμόζει στις διαφημίσεις που απευθύνονται σε παιδιά, θα πρέπει να γίνεται με τέτοιο τρόπο ώστε να μην τους προκαλεί σύγχυση ως προς την πραγματικότητα.
γ. Διαφημίσεις οι οποίες απευθύνονται σε παιδιά πρέπει να είναι αντιληπτές από αυτά ως διαφημίσεις.

2. Αποφυγή Βλάβης
Οι διαφημίσεις δεν πρέπει να περιέχουν εκφράσεις, στοιχεία ή οπτικές παραστάσεις, που θα μπορούσαν να βλάψουν τα παιδιά και τους νέους πνευματικά, ηθικά ή σωματικά. Οι διαφημίσεις δεν πρέπει να παρουσιάζουν ή να ενθαρρύνουν παιδιά και νέους σε επικίνδυνες καταστάσεις και συμπεριφορές καθώς και σε πράξεις που μπορεί να βλάψουν τους εαυτούς τους ή άλλους.

3. Κοινωνικές Αξίες
Οι διαφημίσεις δεν πρέπει να κάνουν τα παιδιά και τους νέους να πιστεύουν ότι η απόκτηση ή χρήση του διαφημιζόμενου προϊόντος θα τα κάνει να υπερτερούν κοινωνικά, ψυχολογικά ή σωματικά έναντι των άλλων, ή και το αντίθετο.
Οι διαφημίσεις δεν πρέπει να υποσκάπτουν το κύρος και την υπευθυνότητα των γονέων, ούτε να αμφισβητούν την κρίση ή τις επιλογές τους.
Οι διαφημίσεις δεν πρέπει να περιέχουν προτροπή στα παιδιά και τους νέους να πιέσουν τους γονείς τους ή άλλους ενήλικες να τους αγοράσουν το διαφημιζόμενο προϊόν.
Οι τιμές δεν πρέπει να παρουσιάζονται με τρόπο που θα δημιουργήσει στα παιδιά και τους νέους λανθασμένη εντύπωση για το συνολικό κόστος και την αξία του προϊόντος.
Οι διαφημίσεις δεν πρέπει να αφήνουν να εννοηθεί ότι το διαφημιζόμενο προϊόν μπορεί να αποκτηθεί από κάθε οικογένεια, ανεξαρτήτως εισοδήματος.
Οι διαφημίσεις που καλούν παιδιά και νέους να επικοινωνήσουν με την εταιρεία, πρέπει να τους ενθαρρύνουν να ζητούν την άδεια ενήλικα, όταν αυτή τους η ενέργεια συνεπάγεται κόστος, ακόμα και μόνο αυτό της επικοινωνίας.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...