Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκθεση Β΄ Λυκείου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκθεση Β΄ Λυκείου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Λακωνικότητα

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Giovanni Rapiti

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Λακωνικότητα

Με τον όρο λακωνικότητα αποδίδουμε την ικανότητα των ατόμων να εκφράζονται με συντομία και περιεκτικότητα. Πρόκειται για τη λιτή εκείνη έκφραση που κατορθώνει να καλύψει εύστοχα και με ακρίβεια τα ζητούμενα, χωρίς να καταφεύγει σε περιττολογίες.
Θα πρέπει, ωστόσο, να προσεχθεί πως η λακωνικότητα δεν ταυτίζεται με την απροθυμία επικοινωνίας ή με την αδυναμία διεξοδικότερης παρουσίασης. Η λακωνικότητα φανερώνει την ικανότητα ενός ατόμου να χειρίζεται με τέτοια ακρίβεια το λόγο, ώστε να διατυπώνει με συντομία μεν αλλά με χαρακτηριστική αποτελεσματικότητα τις απόψεις του.

Η ιδιαίτερη αξία της λακωνικότητας
Το να επιτευχθεί η δυνατότητα λακωνικής διατύπωσης, ώστε ο λόγος του ατόμου να είναι επιγραμματικός, σαφής και με εύστοχη ακρίβεια, προϋποθέτει συστηματική γλωσσική καλλιέργεια, εφόσον μόνο η άρτια γνώση της γλώσσας επιτρέπει την κατάλληλη κάθε φορά επιλογή λέξεων και εκφραστικών δομών. Προϋποθέτει, συνάμα, υψηλό επίπεδο αντίληψης προκειμένου να είναι εφικτή η διάκριση των ουσιωδών στοιχείων κάθε ζητήματος από τα επουσιώδη και τα λιγότερο σημαντικά.
Η λακωνικότητα έχει μια σειρά θετικών συνεπειών τόσο στην επικοινωνία όσο και στον τρόπο αντιμετώπισης της ζωής από τα άτομα. Ειδικότερα:

- Η λακωνικότητα επιτρέπει την αποτελεσματικότερη επικοινωνία μεταξύ των ατόμων τόσο σε διαπροσωπικό όσο και σε επαγγελματικό επίπεδο, εφόσον επικεντρώνει τη συζήτηση πάντοτε στα καίρια ζητήματα, χωρίς υπεκφυγές ή αμφίσημες διατυπώσεις. Έτσι, σε σύντομο χρονικό διάστημα τα άτομα συνεννοούνται με σαφήνεια, έχοντας αποφύγει τις περιττολογίες που συχνά προκαλούν παρανοήσεις ή θέτουν σε δεύτερη μοίρα πολύ πιο ουσιώδη σημεία του εκάστοτε ζητήματος.
Η λακωνικότητα άλλωστε, ιδίως στο εργασιακό περιβάλλον, παραπέμπει στον επιθυμητό εκείνον επαγγελματισμό, που αποσκοπεί στη ταχεία διεκπεραίωση των εργασιών και στην αποφυγή ανώφελων καθυστερήσεων.

- Η επιδίωξη της λακωνικότητας συνιστά έναν αποτελεσματικό τρόπο όξυνσης της αντιληπτικής ικανότητας του ατόμου, εφόσον το εξωθεί να αναζητά πάντοτε τα καίρια στοιχεία κάθε ζητήματος και στη διάκρισή τους από τα λιγότερο ουσιώδη. Το άτομο μαθαίνει, επομένως, να διατρέχει γρήγορα κάθε πληροφορία και κάθε στοιχείο που του παρουσιάζεται εντοπίζοντας και επιλέγοντας τα πιο σημαντικά σημεία.
Η ικανότητα αυτή που βρίσκει εφαρμογές σε ποικίλες εκφάνσεις της καθημερινότητας, όπως είναι η ενημέρωση του ατόμου, η προσέγγιση μιας μελέτης ή ενός βιβλίου, αλλά και η παρακολούθηση μιας ομιλίας, προσφέρει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να μην εγκλωβίζεται στις επουσιώδεις λεπτομέρειες και να επικεντρώνει την προσοχή του πάντοτε στο πιο σημαντικό, εξοικονομώντας έτσι πολύτιμο χρόνο.

- Η λακωνικότητα, άρα, μπορεί να λειτουργήσει ως γενικότερος τρόπος ζωής -ιδίως στη σύγχρονη εποχή με τις διαρκείς απαιτήσεις και τις ποικίλες υποχρεώσεις-, επιτρέποντας στο άτομο να ιεραρχεί τάχιστα τις διάφορες υποχρεώσεις του, να επιλέγει ορθά εκείνες που πραγματικά προέχουν και να είναι επομένως πιο αποτελεσματικός στην καθημερινότητά του.
Η αναζήτηση και η επιλογή του καίριου, οπότε, δεν αφορά μόνο τη λεκτική έκφραση του ατόμου, αλλά και τη γενικότερη οργάνωση της καθημερινότητάς του.

- Η λακωνικότητα αποτελεί σημαντικό ζητούμενο κυρίως στο χώρο της πολιτικής, υπό την έννοια πως από τους πολιτικούς απαιτούνται ουσιαστικές απαντήσεις για τα προβλήματα του τόπου και όχι φλύαρες απαντήσεις γεμάτες κενολογίες και γενικότητες. Η παγίωση, άρα, της λακωνικότητας στο χώρο της πολιτικής θα έδινε μια πιο καθαρή εικόνα στους πολίτες τόσο για τους πραγματικούς σχεδιασμούς των πολιτικών όσο -κι αυτό είναι σύνηθες- για την άγνοια που έχουν σε σχέση με την ορθή διαχείριση ορισμένων κρίσιμων καταστάσεων. 

- Η λακωνικότητα σε τομείς όπως είναι αυτός της ενημέρωσης των πολιτών αποκτά ιδιαίτερη σημασία στην εποχή μας, όπου η έλλειψη χρόνου καθιστά συχνά αναγκαία την καίρια και γοργή παροχή πληροφοριών για τα σημαντικότερα τρέχοντα ζητήματα.
Η πληρέστερη ενημέρωση, ωστόσο, θα απαιτεί πάντοτε τη διεξοδικότερη ερμηνευτική προσέγγιση των γεγονότων που δύσκολα μπορεί να αποκτήσει το χαρακτήρα μιας λακωνικής απόδοσης. Αν και σε πολλές περιπτώσεις η ερμηνευτική δημοσιογραφία τείνει να καταφεύγει στην παράθεση ακόμη και λιγότερο σημαντικών στοιχείων, τα οποία θα μπορούσαν προφανώς και να παραλείπονται.

- Η αξία της λακωνικότητας προκύπτει κι από την έμφαση που δίνεται σε αυτή στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης μέσα από την άσκηση της περιληπτικής απόδοσης ενός κειμένου. Οι μαθητές εξασκούνται αφενός στο να εντοπίζουν τα σημαντικότερα σημεία των σκέψεων ενός συγγραφέα, όπως αυτές παρατίθενται  σ’ ένα επιλεγμένο κείμενο, κι αφετέρου στη δυνατότητα επιγραμματικής αναδιατύπωσης των συλλογισμών αυτών που φέρουν το ιδιαίτερο νοηματικό βάρος κάθε κειμένου.
Η άσκηση αυτή ενισχύει την κριτική ικανότητα των μαθητών, αφού επιδιώκει να τους καταστήσει επαρκείς αναγνώστες κειμένων που αναφέρονται σε σύγχρονα κοινωνικά ζητήματα, και παράλληλα τους μυεί στη λακωνική διατύπωση, εφόσον η πύκνωση του αρχικού κειμένου απαιτεί λιτές και περιεκτικές εκφραστικές επιλογές.

- Η λακωνική έκφραση, σε μια εποχή που διακρίνεται για τους γοργούς ρυθμούς της και τη διαρκή ένταση, έχει αποτελέσει το βασικό μοτίβο λειτουργίας κι ενός δημοφιλούς μέσου κοινωνικής δικτύωσης, του Twitter, που επιτρέπει τη δημοσίευση σύντομων μηνυμάτων των 140 μόλις τυπογραφικών χαρακτήρων. Το μέσο αυτό καλεί, επομένως, τους χρήστες του να εκφράζονται με απόλυτη συντομία, σεβόμενοι προφανώς το χρόνο των αναγνωστών τους.
Τα αποτελέσματα που έχουν προκύψει είναι αρκετές φορές εντυπωσιακά, εφόσον οι περισσότεροι χρήστες έχουν κατορθώσει να καταγράφουν με απολύτως λακωνικό τρόπο τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους, φανερώνοντας πως τα πλέον ουσιαστικά ζητήματα μπορούν κάλλιστα να εκφραστούν με συντομία και ακρίβεια, χωρίς να ζημιώνεται η σαφήνεια του μεταδιδόμενου μηνύματος.

- Η λακωνική έκφραση στο πλαίσιο ενός διαλόγου προσδίδει στα λεγόμενα του κάθε ομιλητή σοβαρότητα και προφανή διάθεση εξαγωγής καίριων συμπερασμάτων. Καθίσταται, συνάμα, εμφανής η συγκρότηση του λόγου, η ουσιαστική σκέψη και μελέτη επί των ζητημάτων που έχει προηγηθεί, καθώς και ο σεβασμός του ομιλητή απέναντι στους συνομιλητές του, εφόσον δεν καταφεύγει σε περίπλοκες διατυπώσεις με στόχο τον εύκολο εντυπωσιασμό και την παραπλάνησή τους.
Με τη λακωνικότητα των διατυπώσεων, και άρα με τη σαφήνεια, την ακριβολογία και την καθαρή παρουσίαση των επιχειρημάτων, οι συνομιλητές μπορούν να παρακολουθούν απρόσκοπτα την ανάπτυξη των συλλογισμών και να κατανοούν πληρέστερα και σε βάθος τις εκφραζόμενες απόψεις.

- Η λακωνική διατύπωση αξιοποιείται και στο πλαίσιο της διδασκαλίας, καθώς οι μαθητές μπορούν να κατανοήσουν και να αφομοιώσουν καλύτερα τις μεταδιδόμενες γνώσεις, όταν η παρουσίασή τους γίνεται με τρόπο συνοπτικό και άρτια οργανωμένο. Ενώ, ακόμη και στο πλαίσιο του σχολικού διαλόγου, οι λακωνικές ερωταποκρίσεις επιτρέπουν την καλύτερη παρακολούθηση της εξέλιξης που ακολουθεί η συζήτηση.

Περιπτώσεις στις οποίες η λακωνικότητα δεν επαρκεί
Παρά το γεγονός ότι στις περισσότερες επικοινωνιακές περιπτώσεις ένας λόγος καθαρός, σύντομος και περιεκτικός είναι πολλαπλά ωφέλιμος, εφόσον εξοικονομεί χρόνο στους ανθρώπους και επιτυγχάνει την πλέον αποτελεσματική συνεννόηση, υπάρχουν ορισμένες περιπτώσεις κατά τις οποίες η λακωνική διατύπωση δεν είναι η καταλληλότερη.

- Η διαδικασία της διδασκαλίας απαιτεί αρκετές φορές τη διεξοδική και αναλυτική παρουσίαση μιας σύνθετης έννοιας, ενός φαινομένου ή ενός ιστορικού γεγονότος, προκειμένου οι μαθητές να μπορέσουν να το κατανοήσουν καλύτερα. Όπως είναι προφανές μια επιγραμματική προσέγγιση βασιζόμενη σε πυκνές διατυπώσεις, που αποτελεί χαρακτηριστικό του λακωνικού λόγου, αντί να αποσαφηνίσει το εξεταζόμενο αντικείμενο, θα το καταστήσει ακόμη πιο δυσνόητο.

- Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι αναγκαία η αφήγηση ενός γεγονότος κατά τρόπο αναλυτικό, μιας και κάθε του λεπτομέρεια μπορεί να φανεί σημαντική, ο ομιλητής δεν μπορεί να καταφύγει σε λακωνικές διατυπώσεις.

- Όταν ο ομιλητής θέλει να αποσαφηνίσει μια ιδέα ή μια θεωρία του, αναγκάζεται συχνά να προχωρήσει σε μια αναλυτική παρουσίαση, προκειμένου να γίνουν πλήρως κατανοητές όλες οι πτυχές και όλες οι παράμετροι της παρουσιαζόμενης ιδέας (άποψης, θεωρίας).

- Στην ερμηνευτική δημοσιογραφία, όπου στόχος είναι η ανάλυση των πολιτικών και οικονομικών καταστάσεων, κρίνεται συχνά αναγκαία μια διεξοδική παρουσίαση των δεδομένων, προκειμένου να καθίσταται σαφέστερη η πορεία που ακολουθούν τα πράγματα. Ο δημοσιογράφος, δηλαδή, οφείλει να παραθέσει με λεπτομέρεια όσα είναι ήδη γνωστά, να καταθέσει την άποψή του επ’ αυτών και κατόπιν να παρουσιάσει την εκτίμησή του για το πώς θα εξελιχθούν τα διάφορα οικονομικά και πολιτικά ζητήματα.

- Στο πλαίσιο της διαπροσωπικής επικοινωνίας, όταν το ζητούμενο είναι η καλύτερη γνωριμία μεταξύ των ατόμων, είναι συχνή η αναλυτική αφήγηση προσωπικών εμπειριών και παρελθοντικών γεγονότων∙ κάτι που θεωρείται θεμιτό, εφόσον σε μια τέτοια συζήτηση δεν τίθενται χρονικοί περιορισμοί, όπως, για παράδειγμα, σ’ έναν διάλογο που πραγματοποιείται σε επαγγελματικό πλαίσιο και επιδιώκει τη γοργή συνεννόηση μεταξύ των συνδιαλεγόμενων ατόμων.


Έκθεση Β΄ Λυκείου: Ελεύθερος χρόνος

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Greg Olsen

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Ελεύθερος χρόνος  

Ελεύθερος χρόνος είναι εκείνος που δεν αφιερώνεται σε βιοποριστική ή άλλη υποχρεωτική δραστηριότητα. Είναι, άρα, ο χρόνος τον οποίο το άτομο μπορεί να αξιοποιήσει ελεύθερα σύμφωνα με τη δική του βούληση.

Ψυχαγωγία είναι η ικανοποίηση της ψυχής μέσα από ποικίλες δραστηριότητες (θεάματα, χορό, μουσική, τραγούδι, αθλητισμό κ.ά.), η αναψυχή.

Διασκέδαση είναι η κατάσταση στην οποία αισθάνεται κανείς ευθυμία και περνάει ευχάριστα. Γενικότερα, η έννοια της απλής διασκέδασης προϋποθέτει την απόσταση του ανθρώπου από την υποχρεωτική ασχολία και τη στροφή του σε ευχάριστες απασχολήσεις.

Ψυχαγωγία – Διασκέδαση. Οι δύο λέξεις που είναι σήμερα σχεδόν συνώνυμες, διαφέρουν στη σημασιολογική τους απόχρωση και κυρίως στην ετυμολογική τους προέλευση. Η λέξη ψυχαγωγία δήλωσε «την αγωγή της ψυχής», την απαιτητική και διδακτική συγχρόνως απόλαυση που χαρίζουν έργα υψηλού στοχασμού (τραγωδία, απαιτητικό θέατρο, ποίηση). Αντιθέτως, το διασκέδαση δήλωσε τον διασκορπισμό των μεριμνών, την απομάκρυνση της έγνοιας και των προβλημάτων, που απασχολούν τον άνθρωπο. Άρα η διασκέδαση είναι ξόδεμα, απαλλαγή από έγνοιες, ενώ η ψυχαγωγία προϋποθέτει ευχαρίστηση από περισσότερο δημιουργική ενασχόληση.

Παρά το γεγονός ότι η εντυπωσιακή τεχνολογική εξέλιξη είχε δημιουργήσει την εντύπωση πως ο ελεύθερος χρόνος του ανθρώπου θα αυξηθεί, μιας και πλήθος χρονοβόρων δραστηριοτήτων του παρελθόντος μπορούσαν πλέον να διεκπεραιωθούν ταχύτατα, η σύγχρονη πραγματικότητα διέψευσε τις προσδοκίες. Οι περισσότεροι άνθρωποι, και κυρίως όσοι εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα, έρχονται αντιμέτωποι με εξαντλητικά ωράρια και ποικίλες υποχρεώσεις, που συρρικνώνουν τον ελεύθερο χρόνο τους.
Παραδόξως, αντιμέτωποι με την έλλειψη ελεύθερου χρόνου είναι και οι περισσότεροι έφηβοι της χώρας, λόγω της αδυναμίας του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος να αντεπεξέλθει επαρκώς στο ρόλο του. Έτσι, μιας και η ποιότητα των παρεχόμενων μαθημάτων στα δημόσια σχολεία δεν επαρκεί για να διασφαλίσει στους μαθητές την απόκτηση πιστοποιήσεων στις ξένες γλώσσες και στους υπολογιστές, και εφόσον το δημόσιο σχολείο αδυνατεί να διασφαλίσει την επιτυχία των μαθητών στις εξετάσεις που το ίδιο διενεργεί, οι μαθητές είναι υποχρεωμένοι να παρακολουθούν φροντιστηριακά μαθήματα ξένων γλωσσών, υπολογιστών, αλλά και μαθημάτων της μέσης εκπαίδευσης. Μια παθογένεια που αφενός εκμηδενίζει τον ελεύθερο χρόνο των μαθητών και αφετέρου επιβαρύνει σημαντικά τον οικονομικό προϋπολογισμό των γονιών, εξωθώντας τους σε επιπλέον εργασιακές υποχρεώσεις προκειμένου να καλύψουν τα έξοδα των φροντιστηριακών μαθημάτων.

Τα οφέλη από την ορθή αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου
Ο ελεύθερος χρόνος των σύγχρονων ανθρώπων είναι ιδιαίτερα σημαντικός, καθώς έρχεται να λειτουργήσει ως αντίβαρο στην ένταση και τις ποικίλες υποχρεώσεις της καθημερινότητας. Ενώ, αν αξιοποιηθεί σωστά, μπορεί να προσφέρει στους ανθρώπους τη δυνατότητα να βελτιώσουν τόσο την προσωπικότητά τους όσο και το βιοτικό τους επίπεδο. Ειδικότερα:

- Ο ελεύθερος χρόνος προσφέρει στο άτομο την αναγκαία πνευματική και σωματική ξεκούραση. Οι έντονοι ρυθμοί της καθημερινότητας και το πλήθος των υποχρεώσεων προκαλούν ιδιαίτερη συναισθηματική ένταση και άγχος στους ανθρώπους, γεγονός που καθιστά απαραίτητη την ξεκούραση προκειμένου να διασφαλίζεται η αποδοτικότητα στις εργασιακές τους δραστηριότητες. Αν το άτομο παραγνωρίσει την αξία της ξεκούρασης, ενδέχεται να βρεθεί αντιμέτωπο με τις δυσάρεστες συνέπειες μιας πλήρους σωματικής κατάρρευσης.

- Ο ελεύθερος χρόνος προσφέρει την ευκαιρία της εσωτερικής αναζήτησης. Μια σημαντική διαδικασία -κυρίως για τους εφήβους- είναι η διερεύνηση των προσωπικών τους επιδιώξεων και επιθυμιών∙ η προσπάθεια απόκτησης της αναγκαίας αυτογνωσίας, προκειμένου να οργανώσουν, σύμφωνα με τις ικανότητές τους, τους μελλοντικούς τους στόχους. Οι έφηβοι χρειάζονται, επομένως, διαστήματα ελεύθερου από άλλες δραστηριότητες χρόνου, ώστε να αφεθούν σε ό,τι για έναν εξωτερικό παρατηρητή μοιάζει με ανώφελη απραξία, μα στην πραγματικότητα συνιστά μια ουσιώδη συνομιλία με τον ίδιο τους τον εαυτό. Είναι, άλλωστε, τις στιγμές εκείνες κατά τις οποίες ο έφηβος βρίσκεται μόνος του, χωρίς φαινομενικά να κάνει τίποτε, που έχει την ευκαιρία να συλλογιστεί τι θέλει να πετύχει στη ζωή του.

- Ο ελεύθερος χρόνος προσφέρει την ευκαιρία για σωματική άθληση. Μια σημαντικότατη μέριμνα για όλους τους ανθρώπους είναι -ή πρέπει να είναι- η αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου για τη διασφάλιση της σωματικής υγείας και ευεξίας. Η άθληση είτε αυτή αφορά κάποια ήπια μορφή είτε κάποια εντονότερη σωματική δραστηριότητα, επιτρέπει όχι μόνο την άμεση εκτόνωση της πνευματικής έντασης αλλά και τη προάσπιση της καλής υγείας του ατόμου.

- Ο ελεύθερος χρόνος μπορεί να αξιοποιηθεί για την ενίσχυση των επαγγελματικών προσόντων. Με δεδομένη την ολοένα και εντονότερη όξυνση του ανταγωνισμού στην αγορά εργασίας, μια επωφελής αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου είναι η απόκτηση νέων δεξιοτήτων και γνώσεων, όπως είναι η εκμάθηση κάποιας ξένης γλώσσας, ενός νέου προγράμματος στους υπολογιστές, βασικών γνώσεων λογιστικής κ.λπ. Μέσα από αυτή τη διαδικασία το άτομο εξασφαλίζει τη δυνατότητα να παραμένει ανταγωνιστικό στον επαγγελματικό του χώρο ή την ευκαιρία να διεκδικήσει κάποια διαφορετική εργασιακή θέση.

- Ο ελεύθερος χρόνος μπορεί να αξιοποιηθεί για την πνευματική καλλιέργεια του ατόμου. Πέρα από την πρόσκτηση πρακτικών γνώσεων, το άτομο έχει την ευκαιρία να αφιερώσει χρόνο στην ενασχόληση με δραστηριότητες που θα επιτρέψουν τη βαθύτερη καλλιέργειά του, όπως είναι η μελέτη λογοτεχνικών ή άλλων βιβλίων, η παρακολούθηση θεατρικών παραστάσεων ή ποιοτικών κινηματογραφικών ταινιών, η επίσκεψη σε μουσεία ή σε εκθέσεις έργων τέχνης κ.λπ.
Οι ενασχολήσεις αυτές, που εντάσσονται σε ό,τι αποκαλούμε ψυχαγωγία, αποτελούν σημαντική πηγή πνευματικών και ψυχικών συγκινήσεων κι ερεθισμάτων, ικανών να διευρύνουν τόσο τη νοητική ικανότητα του ατόμου όσο και την ευαισθησία του. Το άτομο αποφεύγει, έτσι, την έμμονη ενασχόληση με το ένα γνωστικό αντικείμενο, που επιτάσσει η εξειδίκευση, και αποκτά την αναγκαία ευρύτητα ενδιαφερόντων, ώστε να είναι ένας ενεργός πολίτης με προβληματισμούς και κοινωνική ευαισθησία. Ενώ, έχει συνάμα την ευκαιρία να έρθει σ’ επαφή με έργα τέχνης που θα του προσφέρουν υψηλή αισθητική απόλαυση και γόνιμα ερεθίσματα σε σχέση με τις ποιότητες και τις αξίες που θα πρέπει να επιζητά στη ζωή του.

- Ο ελεύθερος χρόνος οφείλει να αξιοποιείται προς όφελος της κοινωνικότητας του ατόμου. Η κοινωνική ζωή κάθε ατόμου αποτελεί σημαντική πτυχή της ζωής του, καθώς μέσα από τις συναναστροφές με φίλους και φιλικά πρόσωπα έχει την ευκαιρία να μοιράζεται τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς του, να λαμβάνει τη σημαντική συναισθηματική στήριξη που προσφέρει η αποδοχή από ανθρώπους που εκτιμά, να βιώνει στιγμές ευτυχίας μέσα από κοινές δραστηριότητες και ενασχολήσεις, αλλά και να διαμορφώνει το πλαίσιο των γνωριμιών του που θα αποτελέσει μελλοντικά το πλαίσιο στήριξης στα πρώτα επαγγελματικά του βήματα.

- Ο ελεύθερος χρόνος επιτρέπει τη διαφυγή από τη ρουτίνα της καθημερινότητας. Ένας σημαντικός παράγοντας που οδηγεί στην ψυχική κούραση και εξάντληση είναι η διαρκής επανάληψη των ίδιων δραστηριοτήτων και υποχρεώσεων, που προσδίδει μια αίσθηση μονοτονίας στη ζωή του ανθρώπου. Μέσα, επομένως, από την κατάλληλη αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου το άτομο έχει την ευκαιρία να εμπλουτίζει την καθημερινότητά του με νέα ερεθίσματα και νέες παραστάσεις, αποδιώχνοντας τη φθοροποιό αίσθηση της ρουτίνας που δημιουργεί την επώδυνη αίσθηση πως η ζωή είναι μια αδιέξοδη επανάληψη των ίδιων πραγμάτων.

Προβλήματα σχετικά με την ορθή αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου
Παρά τα ποικίλα οφέλη που μπορούν να προκύψουν μέσα από την ορθή αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου, παρατηρείται συχνά η τάση των ανθρώπων να τον αφήνουν επί της ουσίας αναξιοποίητο, εφόσον επιδιώκουν κυρίως την εύκολη διασκέδαση και εκτόνωση μέσα από θεάματα και δραστηριότητες που δεν έχουν να τους προσφέρουν τίποτε περισσότερο πέρα από τη σπατάλη του χρόνου τους.

- Οι απαιτήσεις που εγείρει η ποιοτική ψυχολογία σε ό,τι αφορά τη διανοητική συμμετοχή του ατόμου, λειτουργούν αποτρεπτικά για πολλούς ανθρώπους, μιας και η δική τους επιδίωξη είναι να αδρανοποιούν πλήρως τη σκέψη τους∙ πιθανώς για να ξεχνούν τις εργασιακές ή άλλες υποχρεώσεις τους. Καταφεύγουν, έτσι, σε επιλογές διασκέδασης που τους προσφέρουν ένα έτοιμο θέαμα, χωρίς να χρειάζεται κανένας προβληματισμός ή διεξοδική σκέψη από τη μεριά τους.  

- Η δυτικότροπη διασκέδαση που έχει επιβληθεί από τα ΜΜΕ και τους εμπορευματοποιημένους κινηματογραφικούς χώρους, προωθεί ένα συγκεκριμένο πρότυπο στο οποίο κυριαρχεί ο κενός εντυπωσιασμός, η βιαιότητα και η καταιγιστική δράση, χωρίς να υπάρχει όμως κανένας ουσιαστικός προβληματισμός και καμία πρόθεση να προβληματιστεί ο θεατής. Κι είναι τέτοια η διάδοση των θεαμάτων αυτών, ώστε πολλοί νέοι άνθρωποι στερούμενοι ποιοτικότερων ερεθισμάτων παγιδεύονται σ’ αυτές της εύκολες επιλογές, μη έχοντας επί της ουσίας την ευκαιρία να γνωρίσουν τα πιο απαιτητικά έργα που θα μπορούσαν να τους προσφέρουν ευκαιρίες διανοητικής πρόκλησης και γόνιμης ευαισθητοποίησης.

- Οι θετικές επιλογές αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου, όπως είναι ο αθλητισμός, η μελέτη βιβλίων, η ενασχόληση με τη μουσική κ.λπ., εκλαμβάνονται συχνά ως πιεστικές από πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι ταυτίζουν τον ελεύθερο χρόνο είτε με την πλήρη απραξία είτε με την πολύωρη παρακολούθηση τηλεοπτικών προγραμμάτων. Θα πρέπει, ωστόσο, να καταστεί σαφές πως η ορθή αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου μπορεί να επιτευχθεί μόνο αν το άτομο αντιλαμβάνεται το χρόνο αυτό ως δικαίωμα και ως ευκαιρία για την άντληση ουσιαστικών διανοητικών και συναισθηματικών εμπειριών. Σε κάθε άλλη περίπτωση ο ελεύθερος χρόνος τρέπεται σε χρόνο αδράνειας που ενσωματώνεται στη μονοτονία της καθημερινότητας. 

- Η οικονομική κρίση των τελευταίων ετών έχει οδηγήσει πολλούς ανθρώπους στην αναζήτηση και μιας δεύτερης εργασίας προκειμένου να καλυφθούν τα αναγκαία έξοδα, με προφανή συνέπεια την πλήρη εκμηδένιση του ελεύθερου χρόνου τους.

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Άτομα με Αναπηρία (ΑμεΑ)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Cheryl Disque

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Άτομα με Αναπηρία (ΑμεΑ)

Ως άτομο με αναπηρία νοείται κάθε πρόσωπο που δεν είναι ικανό να αναλάβει μόνο του όλες ή μέρος των ατομικών και κοινωνικών φυσιολογικών αναγκών, λόγω μιας εκ γενετής ή μεταγενέστερης βλάβης των φυσικών ή διανοητικών του ικανοτήτων.
Υπ’ αυτή την έννοια ως άτομα με αναπηρία μπορούν να χαρακτηριστούν –ενδεικτικά: οι τυφλοί ή όσοι αντιμετωπίζουν σοβαρές διαταραχές στην όρασή τους, οι κωφοί ή όσοι αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα βαρηκοΐας, άτομα που έχουν σημαντικές κινητικές δυσκολίες, άτομα με νοητική υστέρηση, αλλά και άτομα που πάσχουν από κάποια σοβαρή ψυχική νόσο.
Στα άτομα, λοιπόν, με αναπηρίες περιλαμβάνονται εκείνα που έχουν μακροχρόνια σωματικά, διανοητικά, πνευματικά ή αισθητήρια εμπόδια, που, σε αλληλεπίδραση με διάφορα περιβαλλοντικά εμπόδια και εμπόδια συμπεριφοράς των άλλων ανθρώπων, μπορούν να παρεμποδίσουν την πλήρη και αποτελεσματική συμμετοχή τους στην κοινωνία, σε ίση βάση με τους άλλους.

Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία
Τα δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία που έχουν αναγνωριστεί παγκοσμίως χάρη στη σχετική διακήρυξη του Ο.Η.Ε. (1975) αποβλέπουν στο να διασφαλιστεί ο σεβασμός της εγγενούς αξιοπρέπειας, της ατομικής αυτονομίας, αλλά και της ελευθερίας των ατομικών επιλογών, η πλήρης και αποτελεσματική συμμετοχή και ένταξη στην κοινωνία, ο σεβασμός της διαφοράς και η αποδοχή των ατόμων με αναπηρίες, ως τμήματος της ανθρώπινης ποικιλομορφίας, η ισότητα ευκαιριών, η προσβασιμότητα, καθώς και ο σεβασμός των εξελισσόμενων ικανοτήτων των παιδιών με αναπηρίες και ο σεβασμός του δικαιώματος των παιδιών με αναπηρίες να διατηρήσουν την ταυτότητά τους. Ειδικότερα:

- Το δικαίωμα στην ισότητα και τη μη διάκριση. Όλα τα άτομα είναι ίσα ενώπιον και σύμφωνα με το νόμο και δικαιούνται, χωρίς οποιαδήποτε διάκριση, ίση προστασία και ίσα οφέλη από το νόμο. Για τη διασφάλιση, επομένως, του αντίστοιχου δικαιώματος των ατόμων με αναπηρία απαγορεύονται όλες διακρίσεις βάσει της αναπηρίας και εγγυάται στα άτομα με αναπηρίες η ίση και αποτελεσματική νομική προστασία κατά των διακρίσεων για οποιοδήποτε λόγο.

- Ειδική μέριμνα για τις γυναίκες με αναπηρία. Οι γυναίκες και τα κορίτσια με αναπηρίες υπόκεινται σε πολλαπλές διακρίσεις και θα πρέπει να λαμβάνονται μέτρα προκειμένου να διασφαλίζεται η πλήρης και ίση απόλαυση, από αυτά, όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών.

- Ειδική μέριμνα για τα παιδιά με αναπηρία. Τα παιδιά με αναπηρίες έχουν το δικαίωμα να εκφράζουν τις απόψεις τους ελεύθερα, σχετικά με όλα τα θέματα που έχουν επιπτώσεις σε αυτά, και θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι στις απόψεις τους δίδεται η οφειλόμενη βαρύτητα, σύμφωνα με την ηλικία και την ωριμότητά τους, σε ίση βάση με τα υπόλοιπα παιδιά και να τους παρέχεται βοήθεια σε σχέση με την αναπηρία τους και κατάλληλη για την ηλικία τους, ώστε να υλοποιήσουν αυτό το δικαίωμα.

- Το δικαίωμα της προσβασιμότητας. Προκειμένου να είναι εφικτό στα άτομα με αναπηρίες να ζουν ανεξάρτητα και να συμμετέχουν πλήρως σε όλες τις πτυχές της ζωής θα πρέπει οι πολιτείες να διασφαλίζουν στα άτομα με αναπηρίες την πρόσβαση, σε ίση βάση με τους άλλους, στο φυσικό περιβάλλον, τα μέσα μεταφοράς, την πληροφορία και τις επικοινωνίες, συμπεριλαμβανομένων και των τεχνολογιών και συστημάτων πληροφορίας και επικοινωνιών και σε άλλες εγκαταστάσεις και υπηρεσίες που είναι ανοικτές ή παρέχονται στο κοινό, τόσο στις αστικές όσο και στις αγροτικές περιοχές.
Η προσβασιμότητα σε κάθε επιμέρους χώρο που είναι ανοιχτός στο κοινό συνιστά αναγκαία διασφάλιση για τα άτομα με αναπηρίες και αφορά τα κτίρια, τους δρόμους, τις μεταφορές και λοιπές εσωτερικές και υπαίθριες εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων και των σχολείων, των κατοικιών, των ιατρικών εγκαταστάσεων και των εργασιακών χώρων.

- Το δικαίωμα στη ζωή. Κάθε άνθρωπος έχει το εγγενές δικαίωμα στη ζωή και  θα πρέπει να λαμβάνονται όλα τα απαιτούμενα μέτρα, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική απόλαυσή του από τα άτομα με αναπηρίες, σε ίση βάση με τους άλλους.

- Το δικαίωμα της ισότητας ενώπιον του νόμου. Θα πρέπει να γίνεται σεβαστό από τις πολιτείες το ίσο δικαίωμα των ατόμων με αναπηρίες να αποκτούν ή να κληρονομούν περιουσία, να ελέγχουν τις οικονομικές υποθέσεις τους και να έχουν ίση πρόσβαση σε τραπεζικά δάνεια, υποθήκες και άλλες μορφές οικονομικής πίστης και να διασφαλίζουν ότι τα άτομα με αναπηρίες δεν στερούνται αυθαίρετα την περιουσία τους.

- Το δικαίωμα προστασίας από την εκμετάλλευση, τη βία και την κακομεταχείριση. Οι πολιτείες θα πρέπει να λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να αποτρέψουν όλες τις μορφές εκμετάλλευσης, βίας και κακομεταχείρισης, διασφαλίζοντας, μεταξύ άλλων, τις κατάλληλες μορφές βοήθειας και υποστήριξης, για το φύλο και την ηλικία, για τα άτομα με αναπηρίες, τις οικογένειες και όσους τους παρέχουν φροντίδα, συμπεριλαμβανόμενης και της παροχής πληροφοριών και εκπαίδευσης για το πώς να αποφεύγουν, να αναγνωρίζουν και να αναφέρουν τις περιπτώσεις εκμετάλλευσης, βίας και κακομεταχείρισης.
Θα πρέπει, λοιπόν, να λαμβάνονται όλα τα μέτρα ώστε να προστατεύονται τα άτομα με αναπηρίες, τόσο εντός όσο και εκτός της κατοικίας, από όλες τις μορφές εκμετάλλευσης, βίας και κακομεταχείρισης, συμπεριλαμβανομένων και των πτυχών τους που βασίζονται στο φύλο.

- Το δικαίωμα στην ανεξάρτητη διαβίωση και της ένταξης στην κοινωνία. Οι πολιτείες θα πρέπει να αναγνωρίζουν το ίσο δικαίωμα όλων των ατόμων με αναπηρίες να ζουν στην κοινωνία, με επιλογές ίσες με τους άλλους ανθρώπους και  λαμβάνουν αποτελεσματικά και κατάλληλα μέτρα, προκειμένου να διευκολύνουν την πλήρη απόλαυση αυτού του δικαιώματος από τα άτομα με αναπηρίες και την πλήρη ένταξη και συμμετοχή τους στην κοινωνία.
Ειδικότερα, θα πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα ώστε τα άτομα με αναπηρίες να έχουν την ευκαιρία να επιλέξουν τον τόπο διαμονής τους και το πού και με ποιόν θα ζουν, σε ίση βάση με τους άλλους, χωρίς να είναι υποχρεωμένα να ζουν υπό ιδιαίτερες διευθετήσεις διαβίωσης.

- Το δικαίωμα στην κινητικότητα του ατόμου. Προκειμένου να διασφαλιστεί η μέγιστη δυνατή ανεξαρτησία στα άτομα με αναπηρίες θα πρέπει οι πολιτείες να φροντίζουν ώστε να διευκολύνεται η πρόσβαση των ατόμων με αναπηρίες σε ποιοτικά βοηθήματα κινητικότητας, συσκευές, υποβοηθητικές τεχνολογίες και μορφές συνεχούς βοήθειας και μεσάζοντες, συμπεριλαμβανόμενης και της διαθεσιμότητας τους με προσιτό κόστος.

- Ελευθερία της έκφρασης και της γνώμης και πρόσβαση στην πληροφορία. Οι πολιτείες θα πρέπει να λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίζουν ότι τα άτομα με αναπηρίες μπορούν να ασκούν το δικαίωμα τους στην ελευθερία της έκφρασης και της γνώμης, συμπεριλαμβανομένης και της ελευθερίας να αναζητούν, να δέχονται και να μεταδίδουν πληροφορίες και ιδέες, σε ίση βάση με τους άλλους ανθρώπους και μέσω όλων των μορφών επικοινωνίας της επιλογής τους.
Η παροχή πληροφοριών, για παράδειγμα, που προορίζονται για το ευρύ κοινό, θα πρέπει να καθίσταται διαθέσιμη και στα άτομα με αναπηρίες, με προσιτές μορφές και  τεχνολογίες, κατάλληλες για τα διαφορετικά είδη αναπηριών, κατά τρόπο έγκαιρο και χωρίς πρόσθετο κόστος.

- Σεβασμός της ιδιωτικής ζωής. Κανένα άτομο με αναπηρίες, ανεξάρτητα από τον τόπο διαμονής ή τις διευθετήσεις διαβίωσης, δεν  υπόκειται σε αυθαίρετη ή παράνομη παρενόχληση στην ιδιωτική του ζωή, την οικογένεια, την κατοικία ή την αλληλογραφία ή τις άλλες μορφές επικοινωνίας ή σε παράνομες επιθέσεις κατά της τιμής και της υπόληψής του. Τα άτομα με αναπηρίες έχουν  δικαίωμα προστασίας από το νόμο έναντι τέτοιων παρενοχλήσεων ή προσβολών.

- Το δικαίωμα στην εκπαίδευση. Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα άτομα με αναπηρίες έχουν ίσες ευκαιρίες πρόσβασης στην εκπαίδευση, οι πολιτείες θα πρέπει να μεριμνήσουν για τη διαμόρφωση ενός εκπαιδευτικούς συστήματος που να αποσκοπεί στην πλήρη ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού και του αισθήματος αξιοπρέπειας και αυτοεκτίμησης και την ενίσχυση του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, των θεμελιωδών ελευθεριών και της ανθρώπινης ποικιλομορφίας∙  στην ανάπτυξη, από τα άτομα με αναπηρίες, της προσωπικότητάς τους, των δεξιοτήτων και της δημιουργικότητάς τους, καθώς επίσης και των πνευματικών και φυσικών ικανοτήτων τους, στο μέγιστο δυναμικό τους.
Θα πρέπει, επομένως, να διασφαλίζεται ότι τα άτομα με αναπηρίες δεν αποκλείονται από το γενικό εκπαιδευτικό σύστημα βάσει της αναπηρίας και ότι τα παιδιά με αναπηρίες δεν αποκλείονται από την ελεύθερη και υποχρεωτική πρωτοβάθμια εκπαίδευση ή από τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, βάσει της αναπηρίας.
Τα άτομα με αναπηρίες θα πρέπει, οπότε, να λαμβάνουν την υποστήριξη που απαιτείται, μέσα στο γενικό εκπαιδευτικό σύστημα, προκειμένου να διευκολυνθεί η αποτελεσματική εκπαίδευσή τους, με την παροχή αποτελεσματικών εξατομικευμένων μέτρων υποστήριξης, σε περιβάλλοντα που μεγιστοποιούν την ακαδημαϊκή και κοινωνική ανάπτυξη, σύμφωνα με το στόχο της πλήρους ενσωμάτωσης.
Οι πολιτείες καλούνται να λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα, προκειμένου να προσλαμβάνουν εκπαιδευτικούς, συμπεριλαμβανομένων και των δασκάλων με αναπηρίες, που κατέχουν τα τυπικά προσόντα στη νοηματική γλώσσα και / ή στη Μπράιλ και να εκπαιδεύουν τους επαγγελματίες και το προσωπικό που απασχολούνται σε όλα τα επίπεδα εκπαίδευσης. Μια τέτοια κατάρτιση θα ενσωματώνει ευαισθητοποίηση για την αναπηρία και τη χρήση κατάλληλων βελτιωμένων και εναλλακτικών τρόπων, μέσων και μορφών επικοινωνίας, εκπαιδευτικών τεχνικών και υλικών, για να υποστηριχθούν τα άτομα με αναπηρίες.

- Το δικαίωμα στην υγεία. Οι πολιτείες θα πρέπει να αναγνωρίζουν το δικαίωμα απόλαυσης του υψηλότερου δυνατού επιπέδου υγείας των ατόμων με αναπηρίες, χωρίς διακρίσεις βάσει της αναπηρίας, και να λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα, για να διασφαλίζουν την πρόσβαση, για τα άτομα με αναπηρίες, σε υπηρεσίες υγείας που  να είναι προσαρμοσμένες στο φύλο, συμπεριλαμβανομένης και της σχετιζόμενης με την υγεία αποκατάστασης.

- Το δικαίωμα στην αποκατάσταση. Οι πολιτείες θα πρέπει να λαμβάνουν αποτελεσματικά και κατάλληλα μέτρα, και μέσω της υποστήριξης από άλλα άτομα με αναπηρίες, προκειμένου να επιτρέψουν στα άτομα με αναπηρίες να επιτύχουν και να διατηρήσουν τη μέγιστη ανεξαρτησία, πλήρη σωματική, πνευματική, κοινωνική και επαγγελματική ικανότητα και πλήρη ένταξη και συμμετοχή σε όλες τις πτυχές της ζωής. Με το στόχο αυτό, θα πρέπει να διοργανώνουν, ενισχύουν και επεκτείνουν  εκτενείς υπηρεσίες και προγράμματα αποκατάστασης και επανάκτησης, ιδιαίτερα στους τομείς της υγείας, της απασχόλησης, της εκπαίδευσης και των κοινωνικών υπηρεσιών.

- Το δικαίωμα στην εργασία και απασχόληση. Οι πολιτείες οφείλουν να αναγνωρίζουν το δικαίωμα στην εργασία των ατόμων με αναπηρίες, σε ίση βάση με τους άλλους. Αυτό συμπεριλαμβάνει το δικαίωμα στην ευκαιρία να ζουν από εργασία που επιλέγεται ελεύθερα ή είναι αποδεκτή σε μια αγοράς εργασίας και σε ένα εργασιακό περιβάλλον που είναι ανοικτό, ενιαίο και προσβάσιμο στα άτομα με αναπηρίες. Θα πρέπει, επομένως, να προστατεύουν και  διασφαλίζουν την άσκηση του δικαιώματος στην εργασία, περιλαμβανομένων και εκείνων που αποκτούν μια αναπηρία κατά τη διάρκεια της εργασίας τους.
Θα πρέπει, άρα, να απαγορεύουν τις διακρίσεις βάσει της αναπηρίας, σχετικά με όλα τα θέματα που σχετίζονται με όλες τις μορφές απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένων και των όρων πρόσληψης, μίσθωσης και απασχόλησης, συνέχισης της απασχόλησης, εξέλιξης της σταδιοδρομίας και ασφαλών και υγιών συνθηκών εργασίας. Επιπροσθέτως, να δίνουν τη δυνατότητα στα άτομα με αναπηρίες να έχουν αποτελεσματική πρόσβαση στα γενικά, τεχνικά προγράμματα και προγράμματα επαγγελματικού προσανατολισμού προγράμματα, τις υπηρεσίες διορισμού και την επαγγελματική και συνεχιζόμενη εκπαίδευση.

- Το δικαίωμα σε ένα ανεκτό βιοτικό επίπεδο. Τα κράτη θα πρέπει να αναγνωρίζουν το δικαίωμα των ατόμων με αναπηρίες για ένα βιοτικό επίπεδο ανεκτό, για τα ίδια και τις οικογένειές τους, συμπεριλαμβανομένης και της κατάλληλης διατροφής, ένδυσης και κατοικίας, και για συνεχή βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής τους και  λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να προστατεύουν και να προάγουν την εξασφάλιση του δικαιώματος αυτού, χωρίς διακρίσεις βάσει της αναπηρίας.

- Το δικαίωμα συμμετοχής στην πολιτική και δημόσια ζωή. Τα κράτη καλούνται να διασφαλίζουν ότι τα άτομα με αναπηρίες μπορούν να συμμετέχουν, αποτελεσματικά και πλήρως, στην πολιτική και δημόσια ζωή, σε ίση βάση με τους άλλους, άμεσα ή μέσω ελεύθερα εκλεγμένων αντιπροσώπων τους, συμπεριλαμβανομένου και του δικαιώματος και της ευκαιρίας, για τα άτομα με αναπηρίες, να ψηφίζουν και να εκλέγονται.

- Το δικαίωμα στην πολιτιστική ζωή, την αναψυχή, τον ελεύθερο χρόνο και τον αθλητισμό. Τα κράτη οφείλουν να αναγνωρίζουν το δικαίωμα των ατόμων με αναπηρίες να συμμετέχουν, σε ίση βάση με τους άλλους στην πολιτιστική ζωή και  λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίζουν ότι τα άτομα με αναπηρίες απολαμβάνουν την πρόσβαση στο πολιτιστικό υλικό, με προσβάσιμες μορφές, απολαμβάνουν την πρόσβαση σε τηλεοπτικά προγράμματα, ταινίες, θέατρο και σε άλλες πολιτιστικές δραστηριότητες, σε προσβάσιμες μορφές κι επιπλέον ότι απολαμβάνουν την πρόσβαση σε τόπους πολιτιστικών παραστάσεων ή υπηρεσιών, όπως θέατρα, μουσεία, κινηματογράφους, βιβλιοθήκες και τουριστικές υπηρεσίες και, κατά το δυνατόν περισσότερο, απολαμβάνουν την πρόσβαση σε μνημεία και περιοχές εθνικής πολιτιστικής σημασίας.
Θα πρέπει, συνάμα, να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να επιτρέψουν στα άτομα με αναπηρίες να έχουν την ευκαιρία να αναπτύξουν και να χρησιμοποιήσουν το δημιουργικό, καλλιτεχνικό και διανοητικό δυναμικό τους, όχι μόνο προς όφελός τους, αλλά και για τον εμπλουτισμό της κοινωνίας.
Με σκοπό τη διευκόλυνση των ατόμων με αναπηρίες να συμμετέχουν, σε ίση βάση με τους άλλους, σε ψυχαγωγικές,  δραστηριότητες ελεύθερου χρόνου και αθλητικές δραστηριότητες, τα κράτη οφείλουν να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να διασφαλίζουν ότι τα άτομα με αναπηρίες έχουν την ευκαιρία να διοργανώνουν, αναπτύσσουν και συμμετέχουν σε αθλητικές και ψυχαγωγικές δραστηριότητες ειδικά για άτομα με αναπηρίες και, για το σκοπό αυτό, να ενθαρρύνουν την παροχή, σε ίση βάση με τους άλλους, κατάλληλων οδηγιών, κατάρτισης και πόρων.

Πέρα από τη διασφάλιση των βασικών αυτών δικαιωμάτων για τα άτομα με αναπηρίες, τα κράτη οφείλουν να μεριμνήσουν για την ευαισθητοποίηση της κοινωνίας απέναντι σ’ αυτό το ευαίσθητο θέμα. Καίρια ζητούμενα, επομένως, για τα κράτη είναι να αυξήσουν την ευαισθητοποίηση σε όλη την κοινωνία, και στο οικογενειακό επίπεδο, σχετικά με τα άτομα με αναπηρίες και να ενθαρρύνουν το σεβασμό των δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας των ατόμων με αναπηρίες∙ να καταπολεμήσουν τα στερεότυπα, τις προκαταλήψεις και τις επιβλαβείς πρακτικές που αφορούν τα άτομα με αναπηρίες, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που βασίζονται στο φύλο και την ηλικία, σε όλους τους τομείς της ζωής, καθώς και να προάγουν την αναγνώριση των δεξιοτήτων, προσόντων και ικανοτήτων των ατόμων με αναπηρίες και της συνεισφοράς τους στον εργασιακό χώρο και την αγορά εργασίας. 

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Εξειδίκευση

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Leon Zernitsky

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Εξειδίκευση  

Ως εξειδίκευση ορίζουμε την απόκτηση επαγγελματικής ή/και επιστημονικής ειδίκευσης σε συγκεκριμένο αντικείμενο.

[Το εξειδικεύομαι δηλώνει μεγαλύτερο βαθμό ειδίκευσης∙ ωστόσο, στην κοινή χρήση, αποτελεί εμφατική χρήση του ειδικεύομαι, από το οποίο δεν διαφέρει σημασιολογικά. Το ίδιο και το εξειδίκευση έναντι του ειδίκευση∙ ωστόσο σε μια προσεκτική χρήση της γλώσσας, τα εξειδικεύομαι, εξειδίκευση μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να δηλώσουν μεγαλύτερο βαθμό ειδίκευσης, π.χ. ειδικεύτηκε στη γλωσσολογία και εξειδικεύθηκε στη χρήση πολυμέσων για τη διδασκαλία της γλώσσας.]

Λόγοι που οδηγούν στην εξειδίκευση και η προσφορά της

Η εξειδίκευση αποτελεί πλέον ένα ολοένα και σημαντικότερο ζητούμενο, καθώς τόσο η επαγγελματική αποκατάσταση όσο και η αποτελεσματικότερη εργασιακή και επιστημονική δράση απαιτούν μεγάλο βαθμό ειδικών γνώσεων και δεξιοτήτων. Ειδικότερα:

Η συνεχής εξέλιξη των επιστημών καθιστά αναγκαία την απόλυτη εξειδίκευση των επιστημόνων. Σε αντίθεση με το παρελθόν που οι γνώσεις των ανθρώπων ήταν αρκετά περιορισμένες σε κάθε επιμέρους αντικείμενο και ήταν εφικτή, ως ένα βαθμό, η ενασχόληση με πολλά επιστημονικά πεδία, πλέον οι γνώσεις και ο όγκος των πληροφοριών έχουν διευρυνθεί σε τέτοιο σημείο, ώστε κάθε επιστήμονας μπορεί να ασχοληθεί ουσιαστικά μ’ ένα συγκεκριμένο πεδίο του επιστημονικού του κλάδου, προκειμένου να το γνωρίσει σε βάθος και με πληρότητα.
Σε ό,τι αφορά, για παράδειγμα, την ιατρική επιστήμη, είναι πρακτικά αδύνατο για έναν άνθρωπο να γνωρίσει επαρκώς κάθε τομέα της, γι’ αυτό και κάθε γιατρός λαμβάνει συγκεκριμένη ειδίκευση. Αν, μάλιστα, λάβουμε υπόψη μας το επίπεδο γνώσεων που απαιτεί η αναζήτηση θεραπειών για τις διάφορες ασθένειες, κατανοούμε πόσο σημαντική είναι η πλήρης εξειδίκευση σε έναν και μόνο τομέα.
Η εξειδίκευση των επιστημόνων που έχει επιβληθεί από το χαώδες εύρος γνώσεων, οδηγεί σ’ έναν νέο τρόπο εργασίας στους τομείς της έρευνας, εφόσον πλέον η πρόοδος των ερευνών βασίζεται στη συνεργασία ατόμων που έχουν διαφορετική ο καθένας ειδίκευση. Εφόσον, λοιπόν, είναι ανέφικτο ένας ερευνητής να εμβαθύνει σε όλα τα επιμέρους ζητήματα της επιστήμης του, προέκυψε η ανάγκη συνύπαρξης και συνεχούς συνεργασίας μεταξύ των επιμέρους ειδικοτήτων, προκειμένου να διασφαλιστεί η δυνατότητα διασύνδεσης των ευρημάτων.

Η εξειδίκευση αποτελεί πλέον βασικό κριτήριο πρόσληψης. Η επαγγελματική αποκατάσταση έχει συνδεθεί πια άρρηκτα με το βαθμό εξειδίκευσης του κάθε ατόμου, εφόσον στις περισσότερες θέσεις εργασίας απαιτούνται πολύ συγκεκριμένες γνώσεις. Τόσο η εξέλιξη της τεχνολογίας όσο και η αύξηση του ανταγωνισμού, δεν αφήνουν περιθώρια για την απασχόληση υπαλλήλων που έχουν ελλιπή προσόντα ή μερική γνώση του εκάστοτε αντικειμένου.
Σύμφωνα, για παράδειγμα, με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Ενώσεων Επαγγελματιών Πληροφορικής, υπάρχουν αυτή τη στιγμή περισσότερες  από 500.000 κενές θέσεις εργασίας στους τομείς των τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών λόγω απουσίας των σχετικών προσόντων.
Είναι προφανές πως η απόκτηση ενός πτυχίου δεν καλύπτει επαρκώς τις ανάγκες εξειδίκευσης που απαιτεί η σύγχρονη αγορά εργασίας. Στο πλαίσιο των προπτυχιακών πανεπιστημιακών σπουδών, άλλωστε, δίνεται κυρίως έμφαση στην παροχή γενικών γνώσεων σε σχέση με τον υπό μελέτη επιστημονικό κλάδο∙ γνώσεων, δηλαδή, που δεν διασφαλίζουν σε καμία περίπτωση το επίπεδο κατάρτισης και ειδίκευσης που χρειάζεται για την αντιμετώπιση των εργασιακών υποχρεώσεων σε μια σύγχρονη εταιρεία.
Σύμφωνα, πάλι, με έρευνα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ενώσεων Επαγγελματικών Πληροφορικής  μόνο το 23% των συμμετεχόντων στην έρευνα, είχε τα αντίστοιχα προσόντα για τη θέση που κατείχε. Η έρευνα αφορούσε τις ικανότητες και την εξειδίκευση των εργαζομένων/στελεχών στις Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα της Ευρώπης. Πραγματοποιήθηκε δε, σε δείγμα άνω των 2.800 επαγγελματιών πληροφορικής. Από την έρευνα προέκυψε ότι η πιο δημοφιλής ειδίκευση στους επαγγελματίες ήταν το Project Management, αλλά όπως κατέδειξε η έρευνα, μόλις το 7% των αποκριθέντων σ’ αυτή την ειδίκευση είχαν τα κατάλληλα εφόδια και τις ικανότητες προκειμένου να ανταποκριθούν σε τέτοιου είδους ρόλους.
Η εντυπωσιακή εξέλιξη στους διάφορους τομείς της τεχνολογίας και ιδίως σε αυτόν της πληροφορικής, έχουν καταστήσει απολύτως αναγκαία την εξειδίκευση των υποψήφιων υπαλλήλων, εφόσον δεν θα έχουν διαφορετικά τις δυνατότητες να αντεπεξέλθουν στις απαιτήσεις του επαγγέλματός τους.

Η εξειδίκευση οδηγεί σε μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα. Η εξειδίκευση επιτρέπει την καλύτερη δυνατή απόδοση είτε πρόκειται για την ερευνητική εργασία ενός επιστήμονα είτε για την εργασιακή απόδοση ενός υπαλλήλου, καθώς προσφέρει το αναγκαίο επίπεδο κατάρτισης και γνώσεων, ώστε να μην προκύπτουν εμπόδια και καθυστερήσεις από την αδυναμία του ατόμου να διαχειριστεί όσα σχετίζονται με το αντικείμενό του.
Η αποτελεσματικότητα αυτή εκτιμάται ιδιαίτερα στο εξαιρετικά ανταγωνιστικό περιβάλλον της σύγχρονης εποχής, όπου ο χρόνος διεκπεραίωσης μιας εργασίας ή μιας έρευνας συνδέεται άμεσα με σημαντικά οικονομικά οφέλη. Ένα βασικό ζητούμενο, άλλωστε, στο χώρο των επιχειρήσεων είναι να καλυφθεί κάθε νέα αγοραστική ανάγκη -ή να δημιουργηθεί ένα καινοτόμο προϊόν που να προσφέρει νέες δυνατότητες στους ανθρώπους- γρηγορότερα απ’ ό,τι θα το επιτύχουν οι ανταγωνιστές.

Πιθανές αρνητικές συνέπειες της εξειδίκευσης
Παρά το γεγονός ότι το άτομο μέσω της εξειδίκευσης αποκτά τη δυνατότητα να αποδίδει πολύ καλύτερα στο αντικείμενό του και ενισχύει έτσι την αυτοπεποίθησή του, εφόσον αισθάνεται πως μπορεί να προσφέρει κάτι το ουσιαστικό, εντούτοις υπάρχουν και οι αρνητικές πτυχές αυτής της μονομερούς προσήλωσης σ’ ένα αντικείμενο. Ειδικότερα:

Η εξειδίκευση ενδέχεται να οδηγήσει το άτομο στην πνευματική μονομέρεια. Η ανάγκη για εξειδίκευση ενέχει τον κίνδυνο να αφοσιωθεί το άτομο κατά τρόπο απόλυτο στο αντικείμενό του, παραμερίζοντας όλες εκείνες τις πνευματικές ενασχολήσεις που προσφέρουν ευρύτερη και βαθύτερη καλλιέργεια, όπως είναι η τέχνη ή η μελέτη άλλων επιστημών. Ενώ, συνάμα, ενδέχεται το άτομο να απομακρυνθεί από άλλες πτυχές του ανθρώπινου βίου, που σχετίζονται με την κοινωνική και πολιτική δράση των πολιτών, και το καθιστούν ολοκληρωμένο πολίτη με ανησυχίες πέρα από τα αποκλειστικά του ενδιαφέροντα.
Είναι σαφές πως όσο σημαντικό κι αν κρίνεται το να αποδίδει ο κάθε άνθρωπος το μέγιστο δυνατό στο χώρο της εργασίας ή των ερευνών του, δεν μπορεί να θεωρηθεί σημαντικότερο από το να διαμορφώνει μια ολόπλευρα καλλιεργημένη προσωπικότητα με ενδιαφέροντα, δράσεις και πρωτοβουλίες που να κινούνται πέρα από το εργασιακό του αντικείμενο. Η διασφάλιση, άλλωστε, της ατομικής ευτυχίας δεν μπορεί να προκύψει μέσα από την έμμονη ενασχόληση με ένα αντικείμενο, χωρίς την ύπαρξη και άλλων δραστηριοτήτων που να πλουτίζουν τις εμπειρίες και τα πνευματικά ερεθίσματα του ατόμου.

Αποστερεί την εργασία από την αναγκαία αίσθηση δημιουργικότητας. Στο πλαίσιο της πλήρους εξειδίκευσης το άτομο καταλήγει να ασχολείται διαρκώς με το ένα και μόνο εργασιακό αντικείμενο, στο οποίο και έχει ειδικευτεί, με αποτέλεσμα να μην αντιλαμβάνεται το τελικό προϊόν ως δικό του δημιούργημα ή ως δική του ευθύνη. Επιπροσθέτως, το άτομο βιώνει σταδιακά μια ολοένα και πιο έντονη πλήξη, εφόσον καλείται να επαναλαμβάνει καθημερινά μια παρόμοια διαδικασία ή να ασχολείται συνεχώς με το ίδιο ακριβώς αντικείμενο, γεγονός που του φανερώνει πόσο περιορισμένη και πόσο συγκεκριμένη είναι η δική του συνεισφορά.
Δεν υπάρχει, επομένως, ούτε η αναγκαία επαφή του ατόμου με το τελικό προϊόν εργασίας, ώστε να λαμβάνει την ικανοποίηση πως δημιουργεί ο ίδιος κάτι ολοκληρωμένο, ούτε η αίσθηση της ποικιλίας και των νέων εργασιακών προκλήσεων, που θα διατηρούν αμείωτο το ενδιαφέρον του, εφόσον από ένα σημείο και μετά μπαίνει σε μια διαδικασία ψυχοφθόρας ρουτίνας.

Η εξειδίκευση τείνει να απομακρύνει τους ανθρώπους από τα ευρύτερα κοινωνικά ζητήματα. Ο εξειδικευμένος επιστήμονας ή υπάλληλος αρκείται πολλές φορές στο να απολαμβάνει την επιτυχία ή την άνεση που του προσφέρει η άριστη γνώση του αντικειμένου του, αδιαφορώντας επί της ουσίας για οτιδήποτε βρίσκεται πέρα από τις δικές του γνώσεις. Μια τέτοια στάση, όμως, σηματοδοτεί το ξεκίνημα μιας εποχής κατά την οποία οι άνθρωποι θα θέτουν μέσα σ’ εκείνα που καλούνται να χειριστούν οι ειδικοί και τα ζητήματα πολιτικής. Μια ιδιαίτερα δυσάρεστη εξέλιξη που θα επιτρέπει στους πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες να δρουν χωρίς ουσιαστικό έλεγχο και να διαμορφώνουν την κοινωνική πραγματικότητα κατά βούληση και κατά τρόπο που να εξυπηρετεί τα προσωπικά τους συμφέροντα.
Ας μη λησμονούμε, άλλωστε, μια πολύ βασική σκέψη της αρχαίας αθηναϊκής δημοκρατίας, πως κάθε πολίτης, όποιο κι αν είναι το επάγγελμά του, μπορεί και πρέπει να ασχολείται με τα πολιτικά ζητήματα.

Τρόποι αντιμετώπισης των αρνητικών συνεπειών της εξειδίκευσης

- Αποτελεί πάντοτε βασικό ζητούμενο της εκπαιδευτικής διαδικασίας και της πολιτείας η διασφάλιση των αναγκαίων προϋποθέσεων, ώστε οι νέοι να αποκτούν έγκαιρα εκείνα τα εχέγγυα που θα τους προφυλάξουν από την πνευματική μονομέρεια και την αδιαφορία για την κοινωνική τους παρουσία και δράση. Προκειμένου, επομένως, να διαφυλαχτεί η διάθεση ευρυμάθειας και ουσιαστικής καλλιέργειας των νέων, θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην ανθρωπιστική παιδεία, αλλά και να ληφθεί μέριμνα για μια ισόρροπη παροχή ειδίκευσης και γενικής παιδείας.
Αν το σχολείο επιτύχει να εμπνεύσει από νωρίς διάθεση φιλομάθειας στους νέους, όπως και την ανάγκη της προσωπικής έκφρασης και συμμετοχής στα κοινωνικά ζητήματα, τότε είναι πιθανό πως στο μέλλον θα έχουν τις αναγκαίες αντιστάσεις ώστε να μην αφεθούν στη μονόπλευρη και αποκλειστική ενασχόληση με ένα και μόνο γνωστικό αντικείμενο.

- Σημαντική, μάλιστα, κρίνεται η συνεισφορά του σχολείου και στην ορθή καθοδήγηση των νέων σχετικά με τη σημασία και την κατάλληλη αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου. Οι νέοι θα πρέπει να γνωρίσουν από νωρίς τα πολύτιμα οφέλη που μπορούν να προκύψουν σε σχέση τόσο με την ολοκλήρωση της προσωπικότητάς τους όσο και με την επίτευξη μιας ουσιαστικής κοινωνικής παρουσίας, αν αξιοποιούν τον ελεύθερο χρόνο τους για να διευρύνουν τις γνώσεις τους, να αποκομίζουν πνευματικά ερεθίσματα μέσα από την επαφή τους με την τέχνη και τον πολιτισμό, αλλά και να δράττουν ευκαιρίες για να συμμετέχουν σε κοινωνικές δραστηριότητες.
Χάρη στην τεχνολογία και το πλήθος γνώσεων και πληροφοριών που μπορούν να αποκτηθούν διαδικτυακά, το κάθε άτομο μπορεί να συνεχίσει να διευρύνει την πνευματική του καλλιέργεια ασχολούμενο με τομείς της γνώσης και της επιστήμης που δεν σχετίζονται με το αντικείμενο των σπουδών του. Πρόκειται για την επονομαζόμενη διαδικασία της δια βίου μάθησης, που αποτελεί καίρια απάντηση στους κινδύνους της πνευματικής μονομέρειας.
Ας μη λησμονούμε, άλλωστε, πως η τελική ευθύνη για την εξέλιξη της προσωπικότητας του ατόμου βαρύνει κυρίως το ίδιο. Θα πρέπει, επομένως, αυτοβούλως το κάθε άτομο να διεκδικεί για τον εαυτό του την πνευματική εκείνη εγρήγορση που θα το προφυλάξει από την έμμονη προσήλωση στο ένα αντικείμενο και θα του προσφέρει την αναγκαία ευρύτητα ενδιαφερόντων, ώστε να αποτελέσει μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα και έναν ενεργό πολίτη.

- Καίρια μπορεί να φανεί η δράση των πνευματικών ανθρώπων του τόπου, καθώς είναι σε θέση με το παράδειγμά τους και το ενδιαφέρον τους για τα ζητήματα της κοινωνίας και της πολιτικής να δείξουν πως παρά την εμβάθυνση σε διαφορετικούς ο καθένας τομείς διατηρούν αμείωτη τη διάθεσή τους να λειτουργούν ως ενεργοί πολίτες. 

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Εργασία – Επάγγελμα

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Thomas Zimmerman

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Εργασία – Επάγγελμα

Η λέξη επάγγελμα αναφέρεται συγκεκριμένα στη βιοποριστική απασχόληση κι έχει έτσι πιο περιορισμένο νοηματικό εύρος σε σχέση με την εργασία που αναφέρεται τόσο στο επάγγελμα όσο και γενικότερα στην καταβολή σωματικών και πνευματικών δυνάμεων για την παραγωγή επιθυμητού ή επιβεβλημένου έργου, το οποίο δεν σχετίζεται απαραίτητα με την επίτευξη οικονομικού κέρδους.  

Το δικαίωμα στην εργασία και στην επαγγελματική αποκατάσταση είναι θεμελιώδες για κάθε άνθρωπο, κι αυτό σηματοδοτείται κι από την ύπαρξη ειδικής διάταξης στο Σύνταγμα.
Άρθρο 22. Η εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το Κράτος, που μεριμνά για τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών και για την ηθική και υλική εξύψωση του εργαζόμενου αγροτικού και αστικού πληθυσμού.
Όλοι οι εργαζόμενοι, ανεξάρτητα από φύλο ή άλλη διάκριση, έχουν δικαίωμα ίσης αμοιβής για παρεχόμενη εργασία ίσης αξίας.

Αντιστοίχως, το δικαίωμα στην εργασία περιλαμβάνεται και στην Οικουμενική Διακήρυξη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (1948):
Άρθρο 23.
1. Καθένας έχει το δικαίωμα να εργάζεται και να επιλέγει ελεύθερα το επάγγελμά του, να έχει δίκαιες και ικανοποιητικές συνθήκες δουλειάς και να προστατεύεται από την ανεργία.
2. Όλοι, χωρίς καμία διάκριση, έχουν το δικαίωμα ίσης αμοιβής για ίση εργασία.
3. Κάθε εργαζόμενος έχει δικαίωμα δίκαιης και ικανοποιητικής αμοιβής, που να εξασφαλίζει σε αυτόν και την οικογένειά του συνθήκες ζωής άξιες στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Η αμοιβή της εργασίας, αν υπάρχει, πρέπει να συμπληρώνεται με άλλα μέσα κοινωνικής προστασίας.
4. Καθένας έχει το δικαίωμα να ιδρύει μαζί με άλλους συνδικάτα και να συμμετέχει σε συνδικάτα για την προάσπιση των συμφερόντων του.
Άρθρο 24
Καθένας έχει το δικαίωμα στην ανάπαυση, σε ελεύθερο χρόνο, και ιδιαίτερα, σε λογικό περιορισμό του χρόνου εργασίας και σε περιοδικές άδειες με πλήρεις αποδοχές.
Άρθρο 25
1. Καθένας έχει δικαίωμα σε ένα βιοτικό επίπεδο ικανό να εξασφαλίσει στον ίδιο και στην οικογένεια του υγεία και ευημερία, και ειδικότερα τροφή, ρουχισμό, κατοικία, ιατρική περίθαλψη όπως και τις απαραίτητες κοινωνικές υπηρεσίες. Έχει ακόμα δικαίωμα σε ασφάλιση για την ανεργία, την αρρώστια, την αναπηρία, τη χηρεία, τη γεροντική ηλικία, όπως και για όλες τις άλλες περιπτώσεις που στερείται τα μέσα της συντήρησής του, εξαιτίας περιστάσεων ανεξαρτήτων της θέλησης του.

Η αξία της εργασίας
Η εργασία αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα του ατόμου, διότι μόνο μέσω αυτής καθίσταται εφικτή η επιβίωση, αλλά και η περαιτέρω ανάδειξη του ατόμου, και άρα η καταξίωση της κοινωνικής του υπόστασης. Ενώ, παράλληλα, η εργασία συνιστά το μέσο για τη συλλογική ευημερία, καθώς χάρη σε αυτή επιτυγχάνεται η παραγωγή όλων εκείνων που κρίνονται αναγκαία για την κάλυψη των αναγκών του πληθυσμού.
Ειδικότερα:

- Διασφάλιση αξιοπρεπούς διαβίωσης. Μέσω της εργασίας το άτομο κατορθώνει αρχικά να εξασφαλίζει τα απαραίτητα για την επιβίωσή του και σταδιακά προχωρά στο να διασφαλίσει μια αξιοπρεπή διαβίωση∙ αναγκαίο ζητούμενο, ώστε να είναι σε θέση αφενός να απολαμβάνει τη ζωή του κι αφετέρου να μπορεί να προσεγγίσει την ολοκλήρωση της προσωπικότητάς του.
Το καθημερινό άγχος για την επιβίωση και οι συνεχείς οικονομικές ανάγκες φθείρουν δραστικά τον άνθρωπο και του αποστερούν τη δυνατότητα να εκπληρώσει τις πραγματικές του επιθυμίες και να διαμορφώσει τη ζωή του κατά τρόπο που να του προσφέρει ευτυχία. Προκύπτει, έτσι, η αδιαπραγμάτευτη ανάγκη να μπορεί μέσω της εργασίας του να διασφαλίζει επαρκείς οικονομικές απολαβές, με απώτερο στόχο την πλήρη οικονομική του ανεξαρτησία. Εντούτοις, οι σημερινές συνθήκες έχουν επιφέρει σημαντικές μειώσεις στους μισθούς, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι άνθρωποι να αδυνατούν να ανταποκριθούν στις οικονομικές τους ανάγκες.
Αν ένας εργαζόμενος -πλήρους απασχόλησης- δεν κατορθώνει με το μισθό του να καλύπτει πλήρως τις οικονομικές του υποχρεώσεις, τότε, όχι μόνο παραμένει σε διαρκή ανασφάλεια, αλλά δεν αντλεί από την εργασία του εκείνη την αίσθηση ικανοποίησης που θα του επιτρέψει να συνεχίσει να την πραγματοποιεί με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο. Ζητούμενο, επομένως, για κάθε άνθρωπο δεν είναι απλώς να έχει εργασία, αλλά να μπορεί μέσω αυτής να επιτυγχάνει τη διασφάλιση μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης.

- Λειτουργεί ως παράγοντας κοινωνικοποίησης. Το επάγγελμα του κάθε ανθρώπου δεν αποτελεί μόνο ή απλώς ένα μέσο για την εξασφάλιση οικονομικών εσόδων∙ είναι πολύ περισσότερο κομμάτι της ταυτότητάς του και επιτρέπει στο άτομο να αποκτά μια σεβαστή και αναγνωρίσιμη θέση στο κοινωνικό σύνολο.
Το κάθε άτομο έχει επίγνωση πως με το επάγγελμά του προσφέρει κάτι ουσιαστικό για τους συνανθρώπους του, γνωρίζει πως έχει απέναντί τους ευθύνη, και μέσω της παράλληλης συνειδητοποίησης πως και το ίδιο επωφελείται από την επαγγελματική δραστηριότητα των συνανθρώπων του, διαμορφώνεται και ενισχύεται η κοινωνική του συνείδηση.
Είναι, άρα, η ίδια η επαγγελματική ενασχόληση που επιτρέπει στο άτομο να αποκτήσει βαθύτερο σεβασμό και εκτίμηση για την προσφορά και την εργασία των συνανθρώπων του, αφού πλέον αντιλαμβάνεται πληρέστερα τις απαιτήσεις, την υπευθυνότητα και την κούραση που συνοδεύει κάθε επαγγελματική δραστηριότητα.

- Ισχυροποιεί και καλλιεργεί τις δεξιότητες του ατόμου. Με τη συστηματική επαγγελματική δραστηριότητα το άτομο έχει την ευκαιρία να αξιοποιήσει τις ήδη υπάρχουσες δυνατότητές του, αλλά και να βιώσει νέες επαγγελματικές εμπειρίες και απαιτήσεις που το ωθούν να διερευνήσει ακόμη περισσότερο τις ικανότητές του. Η εργασία, άλλωστε, τείνει να ενισχύει την εργατικότητα, την ανθεκτικότητα, καθώς και την αντίληψη του ατόμου, εφόσον δοκιμάζει διαρκώς τις αντοχές του, αλλά και καλείται να επιλύσει τάχιστα αναπάντεχα προβλήματα και δυσκολίες.
Το σύνολο αυτών των εμπειριών που σχετίζονται με την επαγγελματική δραστηριότητα επιτρέπουν στο άτομο να αποκτήσει αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη στις νοητικές και σωματικές του δυνατότητες, γεγονός που ισχυροποιεί το χαρακτήρα του.
Το άτομο, μάλιστα, γίνεται πολύ πιο αποτελεσματικό σε κάθε πτυχή της καθημερινότητάς του, αφού πλέον αντιλαμβάνεται πολύ καλύτερα τη σημασία της ορθής αξιοποίησης του χρόνου και βρίσκει τρόπους να τον εκμεταλλεύεται πληρέστερα. Ο επαγγελματισμός, η συνέπεια και η έγκαιρη οργάνωση, που του επιτρέπουν να αντεπεξέρχεται στις εργασιακές του υποχρεώσεις, βρίσκουν εφαρμογή και στις λοιπές δραστηριότητές του. Σαφές παράδειγμα, ως προς αυτό, αποτελούν οι εργαζόμενες μητέρες, οι οποίες κατορθώνουν να είναι αποτελεσματικές, όχι μόνο στον επαγγελματικό χώρο, αλλά και σε ό,τι αφορά τις ποικίλες υποχρεώσεις που καλείται να καλύψει ένας γονιός.  

- Συναισθηματική ικανοποίηση. Η επαγγελματική ενασχόληση, ιδίως και κυρίως όταν αυτή αφορά ένα επάγγελμα που βρίσκεται πλησιέστερα στις προσωπικές επιθυμίες του ατόμου, αποτελεί πηγή ουσιαστικής συναισθηματικής ικανοποίησης, καθώς καλύπτει την εσωτερική ανάγκη του ατόμου για δημιουργία και προσφορά. Λειτουργεί, συνάμα, ως στοιχείο ενίσχυσης της αυτοεκτίμησης του ατόμου, καθώς του δημιουργεί την αίσθηση της επίτευξης και της προσωπικής επιτυχίας.
Το άτομο αισθάνεται χρήσιμο, παραγωγικό και ικανό να πραγματοποιήσει τους προσωπικούς του στόχους, εφόσον έχει πλέον τη δυνατότητα να ρυθμίζει το ίδιο τη ζωή του και να διαχειρίζεται τα χρήματά του.
Συνάμα, μάλιστα, μέσω της επαγγελματικής ενασχόλησης κατορθώνει να γνωρίσει πληρέστερα τον ίδιο του τον εαυτό, καθώς διαπιστώνει σταδιακά τις ελλείψεις του, αλλά και τις δυνατότητές του.

Αίτια αλλοτρίωσης του ατόμου από την εργασία του
Η αδιαμφισβήτητη αξία της εργασίας υπονομεύεται τα τελευταία χρόνια σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα του ατόμου να αντλεί συναισθηματική ικανοποίηση από την άσκηση του επαγγέλματός του, γεγονός το οποίο σχετίζεται τόσο με τις επαγγελματικές συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στην εποχή μας, όσο και με την ποιότητα των επιλογών που συχνά εξαναγκάζεται να κάνει το άτομο.

- Τα υψηλά ποσοστά ανεργίας ωθούν συχνά τους νέους ανθρώπους να επιλέξουν ένα επάγγελμα το οποίο δε σχετίζεται με τις σπουδές και τα ενδιαφέροντά τους μόνο και μόνο για να μπορέσουν να διασφαλίσουν τα αναγκαία οικονομικά έσοδα. Το γεγονός, όμως, ότι καλούνται να εργαστούν σ’ έναν χώρο που δεν κινεί το ενδιαφέρον τους ούτε πιθανώς καλύπτει την εσωτερική τους ανάγκη και έκφραση και δημιουργία, αλλά ούτε και ανταποκρίνεται στις πραγματικές τους ικανότητες, αφαιρεί από την επαγγελματική τους ενασχόληση τη ζητούμενη αίσθηση ευχαρίστησης, ώστε να μπορούν να ασκήσουν για καιρό και με αποτελεσματικότητα το επάγγελμα αυτό.
Το ίδιο αρνητικό πλαίσιο, άλλωστε, διαμορφώνεται όταν το άτομο, αντί να επιλέξει το επάγγελμα που πραγματικά το ευχαριστεί, επιλέγει ένα άλλο με μόνο κριτήριο το οικονομικό κέρδος. Παρά τις ποικίλες δυνατότητες που προσφέρονται στο άτομο μέσω των αυξημένων οικονομικών εσόδων, δεν μπορεί να παραγνωριστεί το γεγονός ότι η επαγγελματική ενασχόληση καλύπτει ένα μεγάλο μέρος της καθημερινότητάς του, και αν δεν μπορεί να αντλήσει ικανοποίηση από αυτή την ενασχόληση, καταλήγει να αισθάνεται παγιδευμένο και απογοητευμένο από τη ζωή του.

- Σε αντίθεση με τις επαγγελματικές δραστηριότητες του παρελθόντος, όπου ο άνθρωπος είχε την ευκαιρία να αναλάβει τη δημιουργία ενός προϊόντος από την αρχή μέχρι την ολοκλήρωσή του, στη σύγχρονη εποχή της εξειδίκευσης και της βιομηχανοποίησης, κάθε υπάλληλος αναλαμβάνει μέρος μόνο της παραγωγικής διαδικασίας, με αποτέλεσμα να αποξενώνεται από το τελικό προϊόν, το οποίο δεν αισθάνεται ως δικό του δημιούργημα. Προκύπτει, έτσι, μια αίσθηση ρουτίνας και μονοτονίας, αφού επί της ουσίας στον κάθε εργαζόμενο αναλογεί μια συγκεκριμένη -η ίδια πάντα- δραστηριότητα.

- Οι σύγχρονες συνθήκες εργασίας που εξαναγκάζουν το άτομο να εργάζεται περισσότερες ώρες από το προβλεπόμενο, χωρίς μάλιστα να λαμβάνει οικονομική ανταμοιβή για τις υπερωρίες αυτές, η απουσία ασφάλισης ή η ελλιπής ασφάλιση, η διαρκής αίσθηση ανασφάλειας ως προς το αν θα μπορέσει να διατηρήσει τη θέση του, αλλά και η μείωση του τελικού μισθού, προκαλούν στο εργαζόμενο άτομο μια έντονα αρνητική διάθεση και μια διαρκώς αυξανόμενη απογοήτευση.
Η εργασία παύει να γίνεται αντιληπτή ως πηγή ευχαρίστησης και ως δικαίωμα, και αντικρίζεται ως προνόμιο, για χάρη του οποίου το άτομο εξαναγκάζεται να δεχτεί ποικίλες παραβιάσεις των εργατικών του δικαιωμάτων.

- Η οικονομική κρίση, άλλωστε, εντείνει σε τέτοιο βαθμό τη δυσκολία επιβίωσης στους περισσότερους επαγγελματικούς χώρους, ώστε παρατηρείται ενίσχυση του ανταγωνιστικού πνεύματος, στο πλαίσιο του οποίου κάθε εργαζόμενος καλείται να διατηρήσει με κάθε κόστος τη θέση του είτε δεχόμενος την υποτίμησή του από την εργοδοσία είτε ακόμη και υπονομεύοντας τους συναδέλφους του, προκειμένου να μην είναι εκείνος που θα απολυθεί.

Συνέπειες της αλλοτρίωσης του ατόμου από την εργασία του
Το άτομο που δεν αντλεί ικανοποίηση από την εργασία του και δεν λαμβάνει την αναγκαία οικονομική ανταμοιβή γι’ αυτή, παύει να είναι αποτελεσματικό. Πολύ περισσότερο, όμως, βιώνει έντονα συναισθήματα άγχους, απογοήτευσης και δυσαρέσκειας, τα οποία αντανακλώνται τόσο στην επαγγελματική του επίδοση, όσο και στη συναναστροφή του με τους υπόλοιπους εργαζόμενους ή τους εξυπηρετούμενους πελάτες. Το άτομο μη μπορώντας να αισθανθεί πως μέσα από την εργασία του προσφέρει κάτι το ουσιαστικό, την εκτελεί εντελώς τυπικά, ζημιώνοντας επί της ουσίας όχι μόνο τον εαυτό του, αλλά κι εκείνους που εξαρτώνται από τη δική του απόδοση.


Έκθεση Β΄ Λυκείου: Αξιολόγηση μαθητών

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Design Turnpike

Έκθεση Β΄ Λυκείου: Αξιολόγηση μαθητών

Αξιολόγηση: Η εκτίμηση της απόδοσης ή της αξίας κάποιου με συγκεκριμένα κριτήρια.

Η αξιολόγηση στο πλαίσιο της σχολικής εκπαίδευσης, και ειδικότερα η βαθμολόγηση της επίδοσης των μαθητών, αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της εκπαιδευτικής διαδικασίας, παρά το γεγονός ότι συχνά τίθεται σε αμφισβήτηση το κατά πόσο είναι αντικειμενική και το κατά πόσο αποτιμά επαρκώς τις δυνατότητες των αξιολογούμενων μαθητών.

Μορφές της εκπαιδευτικής αξιολόγησης
Η αξιολόγηση της σχολικής επίδοσης είναι μια πολύπλευρη διαδικασία που διατρέχει το σύνολο του εκπαιδευτικού έτους, βασίζεται σε συγκεκριμένη μεθοδολογία κι έρχεται να διαπιστώσει το βαθμό επίτευξης συγκεκριμένων εκπαιδευτικών στόχων, που έχουν τεθεί εξαρχής από τον διδάσκοντα.
Διαγνωστικά τεστ. Ένα πρώτο ζητούμενο της σχολικής αξιολόγησης είναι να αποτιμηθεί το γνωστικό επίπεδο των μαθητών στην αρχή του σχολικού έτους, ώστε ο εκπαιδευτικός να μπορεί να προγραμματίσει πληρέστερα την πορεία του μαθήματος, προκειμένου να καλύψει τυχόν ελλείψεις από την ύλη των προηγούμενων ετών. Η αποτίμηση αυτή μπορεί να επιτευχθεί, ως ένα βαθμό, με σύντομα διαγνωστικά τεστ, τα οποία δεν θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στην τελική βαθμολογία του μαθητή, καθώς βασικός τους στόχος είναι η αρχική εκτίμηση του γνωστικού επιπέδου στο εκάστοτε τμήμα.
Προφορική εξέταση. Η πρώτη βασική πηγή πληροφόρησης για τις επιδόσεις των μαθητών προσφέρεται στον διδάσκοντα από τη διαδικασία της προφορικής εξέτασης κατά τη διάρκεια του μαθήματος. Μέσω της σύντομης αυτής εξέτασης, που περιορίζεται σε λίγους κάθε φορά μαθητές, ο εκπαιδευτικός έχει τη δυνατότητα να αντιληφθεί αφενός σε ποιο βαθμό γίνεται κατανοητό το διδασκόμενο αντικείμενο και αφετέρου κατά πόσο οι μαθητές είναι συστηματικοί και συνεπής ως προς την καθημερινή τους μελέτη.
Αξίζει να σημειωθεί πως μέσω αυτής της εξέτασης ο εκπαιδευτικός μπορεί να ελέγχει από μάθημα σε μάθημα το βαθμό επίτευξης των εκπαιδευτικών στόχων που έχει θέσει, και φυσικά το βαθμό απόδοσης της διδακτικής μεθόδου που έχει επιλέξει. Αν, επομένως, αντιληφθεί πως οι μαθητές δεν έχουν την αναμενόμενη ανταπόκριση, έχει την ευκαιρία να αλλάξει έγκαιρα τη διδακτική του προσέγγιση, αλλά και να επιστρέψει εκ νέου σε σημεία της ύλης που δεν έγιναν επαρκώς κατανοητά.
Καθημερινή αλληλεπίδραση. Ο εκπαιδευτικός έχει, βέβαια, τη δυνατότητα να διερευνά τις δυνατότητες κάθε μαθητή και μέσα από τη συμμετοχή του κατά τη διάρκεια της διδακτικής ώρας. Η διατύπωση αποριών, οι απαντήσεις σε ερωτήματα του εκπαιδευτικού, η επίλυση ασκήσεων, οι εργασίες που του έχουν ανατεθεί, προσφέρουν σαφείς ενδείξεις για το αν ο μαθητής έχει κατανοήσει το διδασκόμενο αντικείμενο, αλλά και για την ποιότητα της καταβληθείσας προσπάθειας και μελέτης. 
Γραπτές εξετάσεις (διαγωνίσματα τετραμήνου).  Τα διαγωνίσματα τετραμήνου -για το Λύκειο- αποτελούν πολύ σημαντικό κριτήριο για τη βαθμολόγηση του μαθητή, καθώς αφορούν ευρύ και συγκεκριμένο τμήμα της ύλης, και η ημερομηνία διεξαγωγής τους είναι εκ των προτέρων γνωστή, οπότε η σχετική προετοιμασία του μαθητή θεωρείται δεδομένη. Με τα διαγωνίσματα αυτά ο εκπαιδευτικός ελέγχει το κατά πόσο έχει αφομοιωθεί ένα μεγάλο μέρος της ύλης, το κατά πόσο έχει προηγηθεί συστηματική μελέτη από την πλευρά των μαθητών, αλλά και το αν έχει αποδώσει επαρκώς η διδακτική του μέθοδος.
Αντίστοιχα συμπεράσματα προκύπτουν, φυσικά, και από τις γραπτές εξετάσεις στο τέλος του σχολικού έτους, οπότε ελέγχεται το σύνολο της εξεταστέας ύλης και το ολικό επίπεδο αφομοίωσης του εκάστοτε αντικειμένου.

Τα θετικά στοιχεία της αξιολόγησης
Η αξιολόγηση αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο για τον εκπαιδευτικό, ώστε να μπορεί να αποτιμήσει την πορεία του εκπαιδευτικού έργου, αλλά και για τον μαθητή, καθώς του επιτρέπει να εκτιμήσει την απόδοσή του σε κάθε εξεταζόμενο μάθημα.
Ειδικότερα:

- Παρέχει στον εκπαιδευτικό τη δυνατότητα να διαπιστώνει το γνωστικό επίπεδο των μαθητών, να ελέγχει την πορεία της μαθησιακής διαδικασίας και να επαναπροσδιορίζει τους επιμέρους διδακτικούς στόχους ανάλογα με την απόδοση των μαθητών του.
Επιπλέον, του επιτρέπει να αξιολογεί την αποτελεσματικότητα της διδακτικής του μεθόδου και να αναπροσαρμόζει κάθε φορά το ρυθμό του μαθήματος, προκειμένου να επιτύχει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Είναι, άρα, σημαντικό να γίνει αντιληπτό πως μέσω της αξιολόγησης των μαθητών ο εκπαιδευτικός αξιολογεί επί της ουσίας το δικό του έργο, και καλείται να αξιοποιήσει τα συμπεράσματα της αξιολόγησης, για να βελτιώσει τη δική του διδακτική προσέγγιση. Αν, επομένως, ένας εκπαιδευτικός παραμένει αδρανής απέναντι σε μια σημαντικά μειωμένη μαθητική απόδοση, τότε αδυνατεί να αντιληφθεί το μέρος της ευθύνης που του αναλογεί και αφήνει ανεκμετάλλευτα τα εμφανή μηνύματα που λαμβάνει από την αξιολόγηση.

- Επιτρέπει στον εκπαιδευτικό να αξιοποιεί τον αντίκτυπο που έχει η αξιολόγηση στους μαθητές, για να τους δώσει ένα σημαντικό έναυσμα να εντείνουν την προσπάθειά τους. Μπορεί, έτσι, να επιβραβεύσει έναν επιμελή μαθητή, αλλά και να δώσει κίνητρο σ’ έναν μαθητή που, αν και έχει δυνατότητες, δεν δείχνει την απαιτούμενη αφοσίωση στη μελέτη του.

- Η αξιολόγηση εξοικειώνει τους μαθητές με την έννοια της αξιοκρατίας και της αναγνώρισης της προσπάθειας, καθώς τείνει να επιβραβεύει εκείνους που είναι περισσότερο συνεπείς στα μαθητικά τους καθήκοντα.

- Μέσω της αξιολόγησης οι μαθητές έχουν την ευκαιρία να διαπιστώσουν ή και να επιβεβαιώσουν τις τυχόν ελλείψεις και αδυναμίες τους σε ορισμένα μαθήματα, και άρα να εντείνουν τη σχετική τους προσπάθεια.
Αντιστοίχως, έχουν τη δυνατότητα να διαπιστώσουν σε ποια μαθήματα έχουν ιδιαίτερα καλή απόδοση και να διερευνήσουν έτσι πιο αποτελεσματικά τις κλίσεις και τις δεξιότητές τους. Συχνά, άλλωστε, μέσα από αυτή τη διαδικασία οι νέοι συνειδητοποιούν ποιες επιστήμες και ποιες ασχολίες κινούν περισσότερο το ενδιαφέρον τους και λαμβάνουν μια σημαντική ανατροφοδότηση σχετικά με τον μελλοντικό τους επαγγελματικό προσανατολισμό.

- Η αξιολόγηση συνιστά κίνητρο ιδιαίτερης βαρύτητας -κάποτε, μάλιστα, το μόνο κίνητρο- για τη συστηματική ενασχόληση με τα σχολικά μαθήματα. Είναι προφανές πως αν απουσίαζε η διαδικασία της αξιολόγησης η πλειονότητα των μαθητών θα έπαυε να ασχολείται με τις μαθητικές υποχρεώσεις, καθώς θα δημιουργούταν η αίσθηση πως με ή χωρίς προσπάθεια το αποτέλεσμα είναι κοινό για όλους. Θα έπαυε, δηλαδή, να υπάρχει η προσδοκία της διάκρισης, της επιβράβευσης και της επίτευξης, αφού η εκπαιδευτική διαδικασία θα οδηγούσε σε πλήρη εξομοίωση ανεξάρτητα από τις ξεχωριστές δυνατότητες του κάθε μαθητή.

- Η αξιολόγηση ενισχύει, επιπλέον, την αίσθηση υπευθυνότητας των μαθητών, αφού τους επιτρέπει να αντιληφθούν τις συνέπειες και τα αποτελέσματα, όταν επιδεικνύουν αδιαφορία απέναντι σε κάποιο σχολικό μάθημα. Προκύπτει, έτσι, μια καίρια συνειδητοποίηση σχετικά με την ανάγκη ύπαρξης προγράμματος μελέτης και συνεπούς στάσης απέναντι στις μαθητικές υποχρεώσεις.
Προσφέρει, άρα, η αξιολόγηση μια πρόγευση της υπευθυνότητας και της συνέπειας που θα κληθούν να επιδεικνύουν στην ενήλικη ζωή τους οι μαθητές, όπου, βέβαια, η παραμέληση καθηκόντων και υποχρεώσεων έχει σαφώς σημαντικότερες επιπτώσεις.

Τα αρνητικά στοιχεία της αξιολόγησης
Παρά το γεγονός ότι η αξιολόγηση συνιστά αναγκαίο εργαλείο στην εκπαιδευτική διαδικασία, διατυπώνονται συχνά αμφισβητήσεις ως προς την πραγματική αξία της και φυσικά ως προς τα πιθανά οφέλη της, καθώς είναι σαφές πως δεν κατορθώνει πάντοτε να πληροί τους αναγκαίους όρους αντικειμενικότητας.
Ειδικότερα:

- Η αξιολόγηση τείνει να αντικατοπτρίζει σε μεγάλο βαθμό τις ειδικές κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες της οικογένειας των μαθητών, εφόσον είναι διαπιστωμένο πως η σχολική επίδοση συνδέεται αρκετά στενά με τις αντίστοιχες οικονομικές δυνατότητες. Ένας μαθητής, άλλωστε, που ζει σ’ ένα ασταθές οικογενειακό περιβάλλον, με οικονομικά προβλήματα και αδυναμία διασφάλισης εξωσχολικής στήριξης στα μαθήματά του, δεν μπορεί να έχει τις ίδιες επιδόσεις μ’ έναν συμμαθητή του που έχει οικονομική άνεση και συνεχή οικογενειακή στήριξη. Προκύπτει, έτσι, ένα είδος ταξικού διαχωρισμού μέσω της αξιολόγησης, που εντείνει τα αρνητικά συναισθήματα των λιγότερων ευνοημένων μαθητών και λειτουργεί ανασταλτικά στην πρόθεση δημιουργίας ενός σχολείου ίσων ευκαιριών, όπου οι μαθητές θα έχουν τη δυνατότητα να βιώνουν τη σχολική τους ζωή απαλλαγμένοι από οποιαδήποτε αίσθηση κοινωνικής ή άλλης διάκρισης.

- Η αξιολόγηση λειτουργεί -ιδίως στα χέρια αναποτελεσματικών εκπαιδευτικών- ως μέσο πίεσης, αν όχι τιμωρίας, απέναντι σ’ εκείνους τους μαθητές που αντιδρούν στην αδυναμία του ίδιου του εκπαιδευτικού να προσφέρει μια ποιοτική εκπαιδευτική εμπειρία. Θα πρέπει, άλλωστε, να είναι σαφές πως οι χαμηλές επιδόσεις των μαθητών δεν βαρύνουν ποτέ κατ’ αποκλειστικότητα τους μαθητές, καθώς συχνά υποδεικνύουν ακριβώς την απουσία ορθής παιδαγωγικής προσέγγισης από τη μεριά του εκπαιδευτικού.

- Η αξιολόγηση προσδίδει στην εκπαιδευτική διαδικασία μιαν εντελώς ανεπιθύμητη αίσθηση καταναγκασμού, που υπονομεύει δραστικά την ειλικρινή διάθεση των μαθητών για την απόκτηση γνώσεων. Οι μαθητές βιώνουν, έτσι, την εκπαιδευτική διαδικασία όχι ως ένα ερέθισμα στη δική τους αυτενέργεια και αυτόβουλη διάθεση, αλλά ως μια εξαναγκαστική εμπειρία, που αποκτά αρνητικό χαρακτήρα.

- Η αντικειμενικότητα της αξιολόγησης αμφισβητείται συνεχώς, διότι είναι πάντοτε υπαρκτή η εντύπωση πως ο κάθε καθηγητής βαθμολογεί -αυθαίρετα- ανάλογα με τις προσωπικές του εκπαιδευτικές πεποιθήσεις, αλλά και τις τυχόν συμπάθειες ή αντιπάθειες που έχει. Η αίσθηση, άλλωστε, πως η βαθμολόγηση ορισμένων καθηγητών διακρίνεται για την αυστηρότητα ή την επιείκειά της, προκύπτει εύλογα με μια απλή αντιπαράθεση των βαθμολογιών που έχει παραδώσει.
Συνάμα, το γεγονός ότι η αξιολόγηση δεν είναι περιγραφική, οπότε θα υπήρχε η δυνατότητα να συνεκτιμηθούν ποικίλες πτυχές της προσωπικότητας και των δυνατοτήτων του μαθητή, αλλά περιορίζεται σε μια βαθμολογική κατάταξη, δημιουργεί την αίσθηση της ανεπαρκούς αποτίμησης, που υποβαθμίζει το πολύπλευρο της προσωπικότητας του μαθητή.

- Η αξιολόγηση, και η συνεπαγόμενη διάκριση των μαθητών σε καλούς και κακούς, επενεργεί αρνητικά στην εφηβική ψυχοσύνθεσή τους, ιδίως εφόσον η αξιολόγηση αποτυγχάνει να αποτυπώσει τόσο τις ιδιαίτερες συνθήκες που οφείλει να αντιμετωπίσει κάθε μαθητής όσο και τις ξεχωριστές δεξιότητες που ενδεχομένως χαρακτηρίζουν το μαθητή (κοινωνικότητα, δημιουργικότητα, πρωτοτυπία στη σκέψη, αθλητικές διακρίσεις, εξωσχολικές πρωτοβουλίες και δράσεις), που δεν αναδεικνύονται μέσα από τα εξεταζόμενα μαθήματα -ή μέσα από τον τρόπο αξιολόγησης των συγκεκριμένων μαθημάτων.

- Η αξιολόγηση καθιστά συχνά τη βαθμολογική απόδοση των μαθητών κύριο ζητούμενο για τους ίδιους τους μαθητές και την οικογένειά τους, θέτοντας σε δεύτερη μοίρα την ουσιαστική αποστολή του σχολείου, που είναι η μετάδοση γνώσεων. Οι μαθητές τρέπονται σε βαθμοθήρες και προσεγγίζουν πλέον τα μαθήματα μόνο με τη λογική της επίτευξης ενός καλού βαθμού. Επικρατούν, έτσι, αρνητικά φαινόμενα, όπως είναι η στείρα αποστήθιση, αλλά και ο αυξημένος ανταγωνισμός μεταξύ των μαθητών.
Το σχολείο, ωστόσο, θα πρέπει να προωθεί τη διάθεση των μαθητών για ολόπλευρη προσέγγιση των μαθημάτων και για ουσιαστική εμβάθυνση σε αυτά, με προσωπική έρευνα, συνεργατικές εργασίες, αλλά και διαλογικές διερευνήσεις στο πλαίσιο της διδακτικής ώρας.

- Η υπερτίμηση της σημασίας των βαθμών σημαίνει τη συνακόλουθη τοποθέτηση των εξετάσεων σε κεντρικό πλάνο για τους μαθητές, καθιστώντας τελικά την εκπαιδευτική διαδικασία σε μια συνεχή δοκιμασία εξετάσεων, όπου η κατάκτηση του βαθμού αποτελεί το κύριο και βασικό μέλημα των μαθητών.

- Με την αξιολόγηση διαταράσσεται η παιδαγωγική σχέση ανάμεσα στον μαθητή και στον καθηγητή απ’ τη στιγμή που ο τελευταίος αναλαμβάνει τον ρόλο του βαθμολογητή. Ο βαθμός, άλλωστε, ερμηνεύεται ποικιλοτρόπως από το μαθητή, ο οποίος σε περίπτωση χαμηλής βαθμολόγησης τείνει να θεωρεί ότι ο καθηγητής του τον βλέπει με αρνητικό τρόπο και πως ίσως τον αδικεί ηθελημένα.

Τρόποι βελτίωσης της διαδικασίας αξιολόγησης
Η αξιολόγηση, παρά τα σημαντικά της μειονεκτήματα, αποτελεί αναγκαίο στοιχείο της εκπαιδευτικής διαδικασίας, καθώς λειτουργεί ως βασικός παράγοντας επιβράβευσης της συστηματικής προσπάθειας των μαθητών, κινητοποιεί εκείνους που δεν έχουν αυξημένο ενδιαφέρον για τα μαθήματα και εξοικειώνει εν γένει τους μαθητές με την έννοια της αξιοκρατίας. Προκειμένου, πάντως, η αξιολόγηση να γίνεται αποδεκτή με πιο θετικό τρόπο, θα πρέπει να υπάρξουν ουσιαστικές αλλαγές στον τρόπο που αυτή πραγματοποιείται.
Ειδικότερα:

- Ένα πρώτο βήμα οφείλει να είναι η σχετική εκπαίδευση του συνόλου των καθηγητών στη διαδικασία βαθμολόγησης γραπτών και αξιολόγησης της επίδοσης των μαθητών, προκειμένου να υπάρχει ένας κοινός τρόπος προσέγγισης του ζητήματος. Η αξιολόγηση δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι ερασιτεχνική, ούτε να τελείται με προσωπικά κριτήρια.
Η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών και ο ορισμός συγκεκριμένων και κοινών για όλους κριτηρίων, θα διασφαλίσει σε σημαντικό βαθμό την αντικειμενικότητα αυτού του θεσμού. Ενώ, κρίνεται καίριας σημασίας η αποδέσμευση της βαθμολόγησης από οποιαδήποτε υπόνοια προσωπικής συμπάθειας ή τιμωρίας. Οι μαθητές θα πρέπει να νιώθουν βέβαιοι πως η βαθμολόγησή τους είναι αντικειμενική και πως δεν έχει χαρακτήρα «αντεκδίκησης».  

-  Με δεδομένο το γεγονός ότι η βαθμολογική αξιολόγηση δεν μπορεί να αποτιμήσει επαρκώς τις δυνατότητες και την προσωπικότητα του μαθητή, θα πρέπει να υπάρξει μια συμπληρωματική διαδικασία περιγραφικής αξιολόγησης κατά την οποία θα παρουσιάζονται οι ελλείψεις, αλλά και οι δυνατότητες του μαθητή, ώστε μέσα από αυτή τη διαδικασία να αντιλαμβάνεται πληρέστερα που μειονεκτεί και που είναι περισσότερο αποδοτικός.
Συνάμα, θα πρέπει στο πλαίσιο της αξιολόγησης να λαμβάνεται υπόψη το σύνολο της δραστηριότητας του μαθητή, ώστε να τονίζονται με θετικό τρόπο εκείνες οι δεξιότητες και ικανότητές του που δεν καλύπτονται από κάποιο συγκεκριμένο μάθημα. Στοιχεία όπως είναι η δημιουργικότητα, η έφεση στη συγγραφή, ο αθλητισμός, ο εθελοντισμός, η συμμετοχή στα μαθητικά συμβούλια, καλλιτεχνικές δραστηριότητες κ.ά., θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στη γενικότερη αποτίμηση της παρουσίας του μαθητή στη σχολική ζωή.

- Οι καθηγητές θα πρέπει να προχωρούν σε λεπτομερή παρουσίαση των κριτηρίων και των τρόπων μέσω των οποίων πραγματοποιείται η αξιολόγηση, ώστε οι μαθητές να γνωρίζουν έγκαιρα και με σαφήνεια σε τι και ως προς τι αξιολογούνται.

- Οι καθηγητές οφείλουν να πραγματοποιούν την αξιολόγηση με τη μεγαλύτερη δυνατή αντικειμενικότητα, χωρίς να μεροληπτούν ή να δείχνουν περισσότερη επιείκεια σε ορισμένους μαθητές.

Αντιστοίχως, οι μαθητές θα πρέπει να αντιμετωπίζουν τους βαθμούς της αξιολόγησης ως δείκτες μιας συγκεκριμένης περιόδου, που σαφώς δεν προδικάζουν την μελλοντική εξέλιξη, εφόσον μια συστηματικότερη προσπάθεια μπορεί να αποδώσει πολύ υψηλότερους βαθμούς στην πορεία. Άλλωστε, οι βαθμοί δεν θα πρέπει να αποτελούν το κύριο μέλημα των μαθητών, εφόσον η εκπαιδευτική διαδικασία αποβλέπει σε πολύ πιο ουσιαστικούς στόχους. 
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...