Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 1η. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 1η. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 1η: Αποδεικνύεται η θέση του Σωκράτη με το παράδειγμα του Κλεινία και των γιων του Περικλή;

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Jacub Gagnon

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 1η

Ο Σωκράτης για να αποδείξει ότι η πολιτική τέχνη δεν διδάσκεται φέρνει ως παράδειγμα τους γιους του Περικλή και τον Κλεινία, ανιψιό του μεγάλου πολιτικού και αδελφό του Αλκιβιάδη. Αποδεικνύεται με το παράδειγμα η θέση του Σωκράτη;

[Δεν αποδεικνύεται η θέση αυτή από ένα ή δύο παραδείγματα. Στην περίπτωση των γιων του Περικλή, και αν δεν λάβουμε υπόψη μας τη, γνωστή, διανοητική τους κατάσταση, το συμπέρασμα που εξάγεται είναι ότι η προσωπική κατάκτηση της αρετής δεν συμπίπτει υποχρεωτικά με την ικανότητα να τη διδάξει κανείς ή ότι οι μεγάλοι πολιτικοί (ως γονείς) δεν είναι καλοί δάσκαλοι της αρετής κτλ. Στο παράδειγμα του Κλεινία ο Σωκράτης έχει μετατοπιστεί από την πολιτική τέχνη στην ηθική, αφού δεν αναφέρεται στη διδασκαλία της πολιτικής τέχνης αλλά στη διάπλαση του χαρακτήρα του νεαρού, στην ηθική του διαπαιδαγώγηση. Επιπλέον, αν λάβουμε υπόψη μας ότι, όπως φαίνεται από τα λόγια του Σωκράτη, ο Κλεινίας ήταν ανεπίδεκτος μαθήσεως, αντιπροσωπεύει επομένως την εξαίρεση, τότε δεν μπορεί να εξαχθεί γενικό συμπέρασμα από το παράδειγμα.]

Ο Σωκράτης ξεκινά τη συζήτηση για το διδακτό της αρετής με απλά παραδείγματα που αντλεί από την παρατήρηση της καθημερινής πολιτικής ζωής των Αθηναίων, αλλά και από την προσωπική ζωή σημαντικών προσωπικοτήτων. Ο φιλόσοφος αποφεύγει να χρησιμοποιήσει κάποια περίπλοκη επιχειρηματολογία και αρκείται σε διαπιστώσεις που μπορούν να γίνουν εύκολα αντιληπτές από τους ακροατές του.
Έτσι, το δεύτερο επιχείρημα του Σωκράτη, βασίζεται στη διαπίστωση ότι ο Περικλής ούτε εκπαίδευσε τους γιους του στα θέματα της πολιτικής αρετής, στα οποία ο ίδιος διαπρέπει, ούτε τους έδωσε σε κάποιον άλλον να τους εκπαιδεύσει. Ενώ, παράλληλα, τον μικρό αδερφό του Αλκιβιάδη, τον Κλεινία, -την κηδεμονία του οποίου είχε ο Περικλής-, τον ανέθεσε στον Αρίφρονα για να τον μορφώσει, αλλά εκείνος πριν κλείσουν έξι μήνες τον γύρισε πίσω, μη ξέροντας πώς να τον αντιμετωπίσει. 
Με τα δύο αυτά παραδείγματα που σχετίζονται με τον Περικλή, ο Σωκράτης επιχειρεί να δείξει πως η αρετή δεν είναι διδακτή, ενώ παράλληλα θέτει και κάποια ενδιαφέροντα ζητήματα σχετικά με την εκπαιδευτική διαδικασία:
-          Η αδυναμία του Περικλή να μεταδώσει τις γνώσεις του στα παιδιά του, αποτελεί για τον Σωκράτη ικανή ένδειξη για το μη διδακτό της αρετής. Θα πρέπει, όμως, να ληφθεί υπόψη ότι ίσως ο Περικλής δεν κατόρθωσε να διδάξει στα παιδιά του την πολιτική αρετή είτε γιατί δεν είχε την απαιτούμενη μεταδοτικότητα ως δάσκαλος είτε γιατί τα παιδιά του δεν είχαν τις αναγκαίες δυνατότητες, ώστε να μπορέσουν να επωφεληθούν στο έπακρο από τα διδάγματα του πατέρα τους.
-          Το γεγονός ότι ο Περικλής δεν ανέθεσε σε κάποιον άλλον να διδάξει στα παιδιά του την πολιτική αρετή, αποτελεί για τον Σωκράτη ένδειξη ότι ο Περικλής δεν θεωρούσε ότι υπάρχει κάποιος που να είναι σε θέση να διδάξει την πολιτική αρετή. Με βάση δηλαδή το συλλογισμό του φιλοσόφου, αν υπήρχε κάποιος δάσκαλος τόσο ικανός, ώστε να διδάσκει ένα τόσο πολύτιμο μάθημα, ο Περικλής που ήταν ο πρώτος πολίτης της Αθήνας, σίγουρα θα τον γνώριζε και θα του εμπιστευόταν τα παιδιά του.
-          Με την αναφορά στον Κλεινία ο Σωκράτης μεταβαίνει από το θέμα της πολιτικής αρετής, στο θέμα της αρετής εν γένει. Ο νεαρός ανιψιός του πολιτικού παρουσιάζεται ανεπίδεκτος μαθήσεως, καθιστώντας τη διδασκαλία του αδύνατη, όχι πλέον σε θέματα πολιτικής αρετής, αλλά σε θέματα στοιχειώδους ηθικής βελτίωσης. Πέρα, δηλαδή, από τις πιθανές αδυναμίες των εκπαιδευτών, ο Σωκράτης θέτει στον Πρωταγόρα και το θέμα των μαθητών που δεν έχουν καμία διάθεση να εκπαιδευτούν.
-          Η αναφορά, βέβαια, στους γιους του Περικλή και στον ανιψιό του, αποτελούν μεμονωμένα παραδείγματα, που δεν σχηματίζουν ένα πειστικό επιχείρημα. Εντούτοις, η πρόθεση του Σωκράτη δεν είναι να πείσει, πέρα από κάθε αμφισβήτηση για το σωστό της άποψής του, αλλά να προβληματίσει ως προς τη φύση του μαθήματος, για το οποίο γίνεται η συζήτηση.
-          Η πολιτική αρετή, κατά τον φιλόσοφο, δεν είναι ένα απλό μάθημα που μπορεί οποιοσδήποτε δάσκαλος να το διδάξει. Ο Περικλής, όπως βλέπουμε, παρέχει στα παιδιά του τη μόρφωση εκείνη που εξαρτάται από τους δασκάλους, αλλά στο θέμα της πολιτικής αρετής τα αφήνει μόνα τους να επιδιώξουν την κατάκτησή της. Η πολιτική αρετή δεν αποκτάται μέσα από μια απλή διδασκαλία και μελέτη. Είναι η όξυνση της κρίσης, η δυνατότητα διαμόρφωσης άρτιων συλλογισμών και ορθής αξιολόγησης των δεδομένων της πραγματικότητας. Η πολιτική αρετή συνίσταται στην απελευθέρωση της σκέψης του ατόμου, στοιχείο που δεν μπορεί να δοθεί μέσα από τις τυπικές διαδικασίες μάθησης, αλλά πρέπει να επιδιωχθεί συνειδητά από το ίδιο το άτομο.
-          Ο Σωκράτης, επομένως, δεν επιχειρεί τόσο να πείσει για το μη διδακτό της αρετής, όσο να θέσει επιμέρους θέματα για το πώς και από ποιον μπορεί να διδαχτεί η πολιτική αρετή, αλλά και η αρετή γενικότερα.

Δείτε επίσης:

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 2η: Ο Πρωταγόρας αν και αγνωστικιστής αναφέρεται στους θεούς, υπάρχει αντίφαση σ' αυτό;




Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 1η: Οι αρχές δημοκρατικής λειτουργίας της αθηναϊκής πολιτείας.

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Jacub Gagnon

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 1η

Ποιες αρχές της δημοκρατικής λειτουργίας της αθηναϊκής πολιτείας επιβεβαιώνονται από το κείμενο; Να τις εντοπίσετε και να τις εξηγήσετε με συντομία.

Ο Σωκράτης, θέλοντας να υποστηρίξει τη σκέψη του για το μη διδακτό της αρετής, παρουσιάζει τις συνθήκες που επικρατούσαν στην Εκκλησία του Δήμου. Στις συζητήσεις που γίνονταν για τη λήψη αποφάσεων που αφορούσαν πολιτικά θέματα, οι αθηναίοι ήταν έτοιμοι να ακούσουν την άποψη κάθε συμπολίτη τους, ανεξάρτητα από το επάγγελμά του, την κοινωνική του θέση και τη γενιά του. Κάθε αθηναίος πολίτης, ακόμη κι αν είναι φτωχός και από ασήμαντη γενιά, έχει το δικαίωμα να εκφράσει την άποψή του για τα ζητήματα της πόλης και είναι εγγυημένο πως οι συμπολίτες του θα τον ακούσουν, χωρίς να επιχειρήσουν να του στερήσουν το δικαίωμα συμμετοχής στις δημοκρατικές διαδικασίες της πόλης.
Η αναφορά αυτή στην αμιγώς συμμετοχική δημοκρατία της Αθήνας του 5ου αιώνα, μας παραπέμπει στον Επιτάφιο του Περικλή, όπου ο μεγάλος πολιτικός της πόλης, παρουσιάζει με μοναδικό τρόπο την υπεροχή του αθηναϊκού πολιτεύματος απέναντι στις μη δημοκρατικές πόλεις της Ελλάδας.
«Μόνο εμείς κρίνουμε σωστά και κάνουμε προτάσεις για τα ζητήματα της πολιτείας, γιατί πιστεύουμε ότι ο λόγος δεν βλάπτει, αλλά πιο πολύ βλάπτει αν δεν έχουμε διαφωτιστεί νωρίτερα με το λόγο για όσα πρέπει να γίνουν. Μας διακρίνει επίσης κάτι το ξεχωριστό, ώστε να τολμάμε και να υπολογίζουμε με ακρίβεια τις συνέπειες αυτών που επιχειρούμε. Στους άλλους αντίθετα, η άγνοια προκαλεί υπερβολικό θάρρος και η γνώση οκνηρία.» [Μετάφραση: Φώτης Πέτρου]
Οι Αθηναίοι, επομένως, αποφασίζουν από κοινού για καθετί που αφορά την πόλη τους και δε διστάζουν να εξετάσουν λεπτομερώς τους κινδύνους που ενέχει κάθε επιλογή τους, ώστε να είναι προετοιμασμένοι καλύτερα. Σε αντίθεση με τις άλλες πόλεις που ακολουθούν απλώς τις εντολές των ηγετών τους, οι Αθηναίοι έχουν τη δυνατότητα να συζητούν τα θέματα και να εκφράζουν τις απόψεις τους, αποδεικνύοντας την πνευματική τους ανωτερότητα, μιας και είναι σε θέση να διατυπώνουν σωστές και ολοκληρωμένες κρίσεις για τα εκάστοτε ζητήματα.
Εντούτοις, θα πρέπει να σημειωθεί, πως η πλήρης συμμετοχή των αθηναίων πολιτών υφίσταται μόνο στις συζητήσεις που αφορούν τα πολιτικά θέματα της πόλης. Καθώς, όταν η συζήτηση γίνεται για θέματα που απαιτούν κάποια ειδική τεχνογνωσία, οι Αθηναίοι δεν ανέχονται τις απόψεις ανθρώπων που δεν έχουν τις απαιτούμενες γνώσεις. Η σκέψη ότι ο καθένας μπορεί να έχει άποψη επί παντός επιστητού δεν βρίσκει σύμφωνους τους Αθηναίους, οι οποίοι στις περιπτώσεις αυτές δίνουν λόγο μόνο σ’ εκείνους που είναι κατάλληλα εκπαιδευμένοι. Κι είναι τόσο απόλυτοι σ’ αυτή τους τη στάση, ώστε ακόμη κι αν κάποιος πλούσιος και όμορφος θελήσει να εκφέρει άποψη για κάποιο θέμα που δεν το γνωρίζει, τον αποδοκιμάζουν και τον απομακρύνουν από τη συνέλευση.

Δείτε επίσης:

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 2η: Οι αρχέγονες αντιλήψεις για τη Γη - Μητέρα και για τον αυτοχθονισμό.

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 1η: Ποια επιχειρήματα χρησιμοποιεί ο Σωκράτης για το μὴ διδακτόν της αρετής;

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Paul Bond 

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 1η

Ποια επιχειρήματα χρησιμοποιεί ο Σωκράτης για το μὴ διδακτόν της αρετής, από πού τα αντλεί και πόσο ισχυρά είναι;

[Χρησιμοποιεί δύο επιχειρήματα: ♦ α) Οι Αθηναίοι, άνθρωποι σοφοί, όταν πρόκειται να συζητήσουν για θέματα που εξαρτώνται από την τεχνογνωσία, συμβουλεύονται τους ειδικούς. Όταν πρόκειται να συζητήσουν για τη διοίκηση της πόλης, τότε μπορεί να μιλήσει ο καθένας, χωρίς να έχει μάθει την «τέχνη» αυτή από κανέναν. Άρα: Οι Αθηναίοι πιστεύουν ότι η «τέχνη» αυτή δεν διδάσκεται. ♦ β) Οι πιο σοφοί και οι άριστοι των συμπολιτών μας που έχουν αυτή την αρετή δεν είναι σε θέση να τη μεταδώσουν σε άλλους, παράδειγμα ο Περικλής με τους γιους του είτε με τον ανιψιό του Κλεινία και πάμπολλοι άλλοι αγαθοί, που δεν βελτίωσαν ποτέ κανέναν (οὐδένα πώποτε βελτίω ἐποίησαν). Άρα: η αρετή δεν διδάσκεται. ♦ Στο δεύτερο επιχείρημα μεταπηδά από το χώρο της πολιτικής σ’ αυτόν της ηθικής. ♦ Τα επιχειρήματα προέρχονται από την πολιτική πρακτική και την καθημερινή ζωή. Το δεύτερο ειδικά οδηγεί σε αμφισβητούμενο συμπέρασμα, αφού θα μπορούσε να συμπεράνει κανείς ότι η κατοχή της αρετής είναι κάτι διαφορετικό από τη μετάδοσή της κτλ. Το πρώτο χρειάζεται να αναλυθεί περισσότερο για να φανούν οι αδυναμίες του, π.χ. το γεγονός ότι ο αθηναϊκός λαός είναι σοφός, συνεπάγεται ότι η γνώμη του γίνεται δεκτή ως αληθινή, πράγμα που ο Σωκράτης δεν διατυπώνει, αλλά εξυπακούεται. Αυτό όμως μπορεί να ελεγχθεί ως προς την εγκυρότητά του. Η επιχειρηματολογία του ανήκει στην κατηγορία που ο Αριστοτέλης ονομάζει «ἐξ εἰκότων», δηλαδή πιθανολογική. Βλ. αναλυτικά, Κ. Ν. Πετρόπουλος, σσ.332-333, Σ. Γκίκας σσ. 48-60, Κ. Ν. Γραικός, σ. 116. Ο A. E. Taylor (σ. 287) επισημαίνει ότι ο Σωκράτης δε θα δεσμευτεί με κάποια από τις απόψεις που εκθέτει, για τις οποίες απλώς υποστηρίζει ότι δεν μπορούν να αγνοηθούν.]  

Η πειστικότητα των επιχειρημάτων του Σωκράτη τίθεται συχνά υπό αμφισβήτηση, υπό την έννοια πως ακόμη και σε μια πρώτη ανάγνωση μοιάζουν ανεπαρκή, πολλώ δε μάλλον αν ελεγχθούν περαιτέρω. Το γεγονός αυτό μας οδηγεί σε προβληματισμό σχετικά με τον λόγο που ωθεί τον φιλόσοφο να χρησιμοποιήσει αναποτελεσματική επιχειρηματολογία για την υποστήριξη της άποψής του ότι η πολιτική αρετή δεν είναι διδακτή.
Μια πιθανή εξήγηση για τη χρήση μη πειστικών επιχειρημάτων από τον Σωκράτη είναι η απουσία προκαθορισμένης θέσης στις απόψεις του. Ο Σωκράτης δεν σκοπεύει να παρουσιάσει από την αρχή της συζήτησης μια άρτια αιτιολογημένη άποψη, καθώς κάτι τέτοιο θα ήταν ενάντια στην πάγια τακτική του να αντλεί σταδιακά την αλήθεια από τον συνομιλητή του. Επιπροσθέτως, όπως θα προκύψει από τη συνέχεια της συζήτησης, ο Πλάτωνας δεν έχει ακόμη διαμορφώσει μια ολοκληρωμένη άποψη για το θέμα της αρετής, οπότε στα πλαίσια αυτού του διαλόγου γίνεται μια πρώτη προσέγγισή του.
Ο φιλόσοφος, άλλωστε, εμφανίζεται να διαφωνεί με τον σοφιστή, όχι γιατί πραγματικά δεν πιστεύει ότι η αρετή είναι διδακτή –ενδεικτική, ως προς αυτό, είναι η αντιστροφή των απόψεων των δύο ανδρών στο κλείσιμο του διαλόγου-, αλλά για να τον οδηγήσει σε μια πληρέστερη παρουσίαση και τεκμηρίωση των θέσεών του. Παρατηρούμε, δηλαδή, ότι ο Σωκράτης θέτει σε εφαρμογή τη διαλεκτική του μέθοδο, ωθώντας αρχικά τον συνομιλητή του στο να παρουσιάσει με σαφήνεια τη δική του επιχειρηματολογία, ώστε να μπορέσει στην πορεία ο φιλόσοφος να ελέγξει τη σταθερότητα και την εγκυρότητα των απόψεών του. Εφόσον ο Πρωταγόρας ισχυρίζεται ότι μπορεί να διδάξει την πολιτική αρετή, τότε θα πρέπει να αποδείξει με πληρότητα τον ισχυρισμό του αυτό. Επομένως, ο Σωκράτης εκφράζει τις αντιρρήσεις του, όχι για να πείσει πέρα από κάθε αμφισβήτηση, αλλά μόνο και μόνο για να δώσει στον Πρωταγόρα την αναγκαία αφορμή να προχωρήσει στην τεκμηρίωση της άποψής του.
Το πρώτο επιχείρημα του Σωκράτη είναι πως, στα πλαίσια της εκκλησίας του δήμου, οι Αθηναίοι δέχονται στα θέματα της πολιτικής την άποψη όλων των συμπολιτών τους, χωρίς να υπάρχει η απαίτηση να έχουν κάποια συγκεκριμένη γνώση επί του θέματος. Γεγονός που υποδηλώνει την πεποίθησή τους ότι η πολιτική τέχνη δεν διδάσκεται.
Το επιχείρημα αυτό που αντλείται από την πολιτική πρακτική της Αθήνας, αν ιδωθεί έχοντας υπόψη την αρνητική άποψη του Σωκράτη για τους συμπολίτες του, εμπεριέχει έναν αυστηρό υπαινιγμό για τη συνήθεια της πόλης του να δέχεται τη γνώμη όλων των πολιτών και να επιτρέπει σε άτομα με ανύπαρκτη πολιτική κρίση να εκφέρουν άποψη για κρίσιμα ζητήματα. Ο Σωκράτης -και μέσω αυτού ο Πλάτωνας- με την εμφανή ειρωνεία για τους σοφούς Αθηναίους, εγείρει ένα σημαντικό θέμα σχετικά με την οχλοκρατική πτυχή της δημοκρατίας.
Ακόμη, πάντως, κι αν αφήσουμε κατά μέρος την υπονοούμενη κριτική του επιχειρήματος, ο Σωκράτης μοιάζει να παραγνωρίζει τη συστηματική αγωγή των Αθηναίων πολιτών, οι οποίοι από μικρή ηλικία εκπαιδεύονταν σε θέματα πολιτικής, προετοιμαζόμενοι για τη συμμετοχή τους στις διαδικασίες της άμεσης δημοκρατίας. Αν σε άλλες πόλεις οι πολίτες εκπαιδεύονταν κατάλληλα, ώστε να υπακούν χωρίς αντιρρήσεις τις αποφάσεις των βασιλιάδων, στην Αθήνα οι πολίτες γνώριζαν από νωρίς ότι η άποψή τους έχει αξία, γι’ αυτό κι έπρεπε να είναι μάθουν πώς να εκφέρουν λόγο και να διαμορφώνουν σωστές απόψεις.
Το δεύτερο επιχείρημα του Σωκράτη είναι ότι σημαντικοί άντρες, όπως ο Περικλής, που κατέχουν την πολιτική αρετή, όχι μόνο αδυνατούν οι ίδιοι να τη μεταδώσουν στα παιδιά τους, αλλά ούτε καν αναθέτουν σε κάποιον άλλον να τους τη διδάξει. Η στάση, επομένως, των μεγάλων αυτών πολιτικών υποδεικνύει ότι δεν πιστεύουν πως μπορεί να διδαχτεί η πολιτική αρετή, ούτε από τους ίδιους, αλλά ούτε κι από κάποιον άλλον.
Εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο Σωκράτης και στα πλαίσια του πλατωνικού διαλόγου «Μένων» διατυπώνει την άποψη ότι ο Περικλής, ο Θεμιστοκλής αλλά και ο Θουκυδίδης δεν κατόρθωσαν να μεταδώσουν στα παιδιά τους την αρετή:
«Σωκράτης: ...Μα, αν προτιμάς, ξέρεις ότι ο Περικλής ο τόσο μεγαλόπρεπα σοφός άνδρας, ανάθρεψε δυο γιους, τον Πάραλο και τον Ξάνθιππο;
Άνυτος: Ναι βέβαια.
Σωκράτης: Αυτούς, όπως και συ ξέρεις, τους εδίδαξε την ιππική και τους έκαμε πρώτους μέσα στην Αθήνα, και στη μουσική, στην πάλη και στα άλλα όσα ανήκουν σε τέχνη τους επαίδευσε και τους έκαμε καλύτερους από όλους· αγαθούς άνδρες δεν ήθελε άραγε να τους κάμη; Εγώ, νομίζω, ήθελε, φοβούμαι όμως μήπως αυτό δεν είναι διδακτό πράγμα. Και για να μη νομίζης ότι αδύνατοι φάνηκαν σ' αυτό το πράγμα λίγοι Αθηναίοι και οι πιο ασήμαντοι, θυμήσου ακόμη, ότι ο Θουκυδίδης ανάθρεψε δυο γιους, τον Μελησία και τον Στέφανο· και στα άλλα τους επαίδευσε καλά, αλλά στην πάλη ξεπέρασαν όλους τους Αθηναίους· τον ένα τον εμπιστεύθηκε στον Ξανθία, τον άλλο στον Εύδωρο· περνούσαν τότε αυτοί για πρώτοι στην πάλη· ή δεν θυμάσαι;
Άνυτος: Ναι, ναι, έχω ακούσει.
Σωκράτης: Δεν είναι λοιπόν φανερό ότι ο Θουκυδίδης δεν θα εδίδασκε ποτέ τα παιδιά του όσα έπρεπε να δαπανά για να μάθουν, αλλά θα τους εδίδασκεν εκείνα, που χωρίς να πρέπει να ξοδέψη κανείς τίποτε, θα τους έκαναν αγαθούς άνδρες, αν βέβαια η αρετή ήταν διδακτό πράγμα; Ήταν, θάλεγε ίσως κανείς, ο Θουκυδίδης άσημος και δεν είχε πολλούς φίλους Αθηναίους και από τους συμμάχους; Και από μεγάλη οικογένεια ήταν και μεγάλη επιρροή είχε και στην πόλη μας και στους άλλους Έλληνες, ώστε, αν αυτό ήταν διδακτό, θα εύρισκεν εκείνον που θα έκανε αγαθούς τους γιους του, ή από τους εντόπιους ή από τους ξένους, αν στον ίδιο δεν έμενε καιρός από τις φροντίδες για την πόλη. Αλλά, φίλε Άνυτε, μήπως δεν είναι διδακτό πράγμα η αρετή.»
(Μετάφραση: Β. Τατάκης)

Ο Σωκράτης σ’ αυτό το επιχείρημα κρίνει το διδακτό της αρετής με βάση την αδυναμία του Περικλή να κάνει τους γιους του πετυχημένους πολιτικούς, όπως ήταν ο ίδιος. Η διαπίστωση αυτή όμως συγχέει την πολιτική με την ηθική διάσταση της αρετής, καθώς το γεγονός ότι οι γιοι του Περικλή δεν έγιναν σημαντικοί πολιτικοί δε σημαίνει πως υπήρξαν ανήθικοι άνθρωποι. Επιπλέον, η αδυναμία του Περικλή να μεταδώσει την πολιτική αρετή στους γιους του, δε συνεπάγεται το μη διδακτό της αρετής, υπό την έννοια πως ο μεγάλος αυτός πολιτικός ενδέχεται να μην είχε την απαιτούμενη μεταδοτικότητα ή τα παιδιά του να μην είχαν τις ικανότητες εκείνες που θα τους επέτρεπαν να διαπρέψουν στην πολιτική.
Το επιχείρημα αυτό παρουσιάζεται αρκετά αναποτελεσματικό ως προς την πειστικότητά του, καθώς ο φιλόσοφος παίρνει μια διαπίστωση από την ιδιωτική ζωή του Περικλή και της αποδίδει καθολικές διαστάσεις, χωρίς παράλληλα να λαμβάνει υπόψη του τις υπόλοιπες παραμέτρους που επηρεάζουν την εξέλιξη ενός μαθητή, έστω κι αν αυτός είναι γιος του Περικλή.
Τέλος, θα πρέπει να σημειωθεί μια ενδιαφέρουσα αντίφαση στην επιχειρηματολογία του Σωκράτη, ο οποίος ενώ στο πρώτο του επιχείρημα παρουσιάζει όλους τους Αθηναίους να κατέχουν την πολιτική αρετή, στο δεύτερο επιχείρημα εξαιρεί τους γιους του Περικλή, λέγοντας πως ο μεγάλος πολιτικός δεν κατόρθωσε να τους τη μεταδώσει.

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 1η: Νομίζετε ότι ο Σωκράτης μιλάει ειρωνικά, όταν αναφέρεται στη σοφία των Αθηναίων;

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Jacub Gagnon

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 1η

Εγώ λοιπόν θεωρώ, όπως και οι άλλοι Έλληνες, ότι οι Αθηναίοι είναι σοφοί: Νομίζετε ότι ο Σωκράτης μιλάει ειρωνικά; Να λάβετε υπόψη σας όσα αναφέρει στην Ἀπολογία του (κεφ. 6 - 8) για την εξέταση που έκανε στους Αθηναίους και να συσχετίσετε τις απόψεις αυτές με τη γνώμη του Πλάτωνα για την εκκλησία του δήμου (Πολιτεία 492 b-c).

[Ο Σωκράτης εκφράζει εδώ μία αντίληψη κοινή στους αρχαίους συγγραφείς. Πρβλ. το λόγο του Ιππία στον Πρωταγόρα (337 d), την αναφορά του Ηροδότου (Ι, 60) και του Θουκυδίδη (ΙΙ, 41). Ίσως όμως στη διατύπωση του Σωκράτη να υπάρχει κάποια δόση ειρωνείας, δεδομένου ότι αφενός είναι ο ίδιος Αθηναίος, αφετέρου είναι γνωστές οι απόψεις του για τους συμπατριώτες του.]
[- Ο Σωκράτης αναφέρει μία άποψη ευρύτερα αποδεκτή για την πνευματική ανωτερότητα των Αθηναίων. Ανάλογες διαπιστώσεις έχουν αναφερθεί από άλλες προσωπικότητες.
- Ο Ιππίας αποκαλεί την Αθήνα: "πρυτανείον τής σοφίας".
- Ο Ευριπίδης θεωρεί την Αθήνα: "῾Ελλάς ῾Ελλάδος".
- Ο Διόδωρος αναφέρει: "᾿Αθῆναι πάντων ἀνθρώπων κοινόν παιδευτήριον".
- Ο Θουκυδίδης γράφει: "λέγω τήν πᾶσαν πόλιν τῆς ῾Ελλάδος παίδευσιν εἶναι".
Ωστόσο ο Σωκράτης στη διατύπωση αυτή δεν είναι τόσο ειλικρινής, αφού γνωρίζουμε ότι στην "Απολογία" του, δεν έχει μιλήσει ιδιαίτερα κολακευτικά για τους Αθηναίους. Άρα, εδώ υπάρχει "ειρωνεία" ή προσπαθεί να οδηγήσει τον Πρωταγόρα εκεί που αυτός επιθυμεί.]

Ο Ιππίας στον Πρωταγόρα (337 d) λέει: «... είμαστε οι πιο σοφοί από τους Έλληνες και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο έχουμε μαζευτεί σ’ αυτό εδώ το πρυτανείο της σοφίας της Ελλάδας...»

Ο Ηρόδοτος (Ι, 60) σχολιάζει: «Μάλιστα μεταχειρίστηκαν το τέχνασμα αυτό εναντίον των Αθηναίων, οι οποίοι θεωρούνται οι εξυπνότεροι Έλληνες»

Ο Θουκυδίδης (ΙΙ, 41) στον Επιτάφιο του Περικλή γράφει: «Συνοψίζοντας λέω ότι η πόλη μας, σ’ όλες τις εκδηλώσεις της, αποτελεί το εκπαιδευτήριο της Ελλάδας...»

Ο Σωκράτης, παρά τη γενική εκτίμηση που υπήρχε στα χρόνια του για το πνευματικό επίπεδο των Αθηναίων, στην Απολογία του παρουσιάζεται να ελέγχει τις γνώσεις σοφιστών, πολιτικών και καταξιωμένων επαγγελματιών που δρούσαν στην πόλη του, καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως οι άνθρωποι εκείνοι θεωρούσαν τον εαυτό τους σοφό, χωρίς στην πραγματικότητα να έχουν τη βασική έστω κριτική ικανότητα, ώστε να αντιληφθούν την άγνοιά τους. Η δοκησισοφία των Αθηναίων δίνεται από το Σωκράτη ως ενδεικτικό στοιχείο της απόστασης που υπήρχε ανάμεσα στο πώς έβλεπαν οι Αθηναίοι τον εαυτό τους και ποια ήταν επί της ουσίας η πραγματικότητα των νοητικών τους ικανοτήτων.
Η αρνητική άποψη του Σωκράτη για τους Αθηναίους καθιστά σαφές πως όταν λέει στον Πρωταγόρα ότι θεωρεί τους συμπολίτες του σοφούς, μιλά ως ένα βαθμό ειρωνικά (η λέξη χρησιμοποιείται εδώ με τη γνωστή έννοια της λεκτικής ειρωνείας). Αφενός γιατί γνωρίζουμε ότι ουδέποτε ο φιλόσοφος αυτός δεν είχε ιδιαίτερη εκτίμηση για τη γνώμη των πολλών κι αφετέρου γιατί είναι και ο ίδιος Αθηναίος, οπότε θα ήταν άτοπο να θεωρήσουμε ότι ο Σωκράτης θα συμπεριελάμβανε τον εαυτό του στους σοφούς, χωρίς να υπονοείται μια ειρωνική χροιά στα λόγια του.
Η αναφορά, μάλιστα, στην εκκλησία του δήμου θα πρέπει να εξετάζεται έχοντας υπόψη και την αρνητική εικόνα του Πλάτωνα για τη λαϊκή συνέλευση, όπως αυτή εκφράζεται στην Πολιτεία, όπου ο φιλόσοφος αναφέρεται στην αρνητική επίδραση που ασκούν οι απόψεις της μάζας στην ελεύθερη αποτίμηση των δεδομένων από το άτομο και στη διαμόρφωση της δικής του άποψης. Ο Πλάτωνας, δηλαδή, θεωρεί πως η μάζα επηρεάζει καταλυτικά το άτομο, οδηγώντας το σε εξαναγκαστικές επί της ουσίας κρίσεις.
Με δεδομένη, επομένως, την άποψη του Σωκράτη για τους Αθηναίους, αλλά και την αρνητική αποτίμηση του Πλάτωνα για την εκκλησία του δήμου, προκύπτει το ζήτημα σχετικά με τις προθέσεις του Σωκράτη όταν επικαλείται τις πρακτικές των Αθηναίων, προκειμένου να στηρίξει τις απόψεις του. Είναι, δηλαδή, η συνήθεια των Αθηναίων να ακούν τις απόψεις όλων για τα θέματα της πολιτικής, απόδειξη για το μη διδακτό της πολιτικής αρετής ή αποτελεί απλώς ένα τέχνασμα του φιλοσόφου, για να οδηγήσει το συνομιλητή του σε μια τεκμηρίωση των θέσεών του; 


Δείτε επίσης:

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 2η: ῏Ην γάρ ποτε χρόνος: Ποια είναι η λειτουργία της φράσης στη δομή του λόγου;

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 1η: Η σημασία της παιδείας για τους Αθηναίους

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Jacub Gagnon

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 1η

Να επισημάνετε στο κείμενο και να αναλύσετε τα στοιχεία που αποδεικνύουν τη μεγάλη σημασία που είχε για τον πολίτη της αθηναϊκής δημοκρατίας η απόκτηση παιδείας.

Ο Σωκράτης καθώς επιχειρεί να στηρίξει την άποψή του πως η πολιτική αρετή δεν είναι διδακτή, μας παρέχει ενδιαφέροντα στοιχεία σχετικά με την ιδιαίτερη σημασία που είχε για τους αθηναίους η παιδεία. Εισαγωγικά, θα πρέπει να αναφερθεί πως η εκπαίδευση στην αρχαία Αθήνα περιλάμβανε τη διδασκαλία ανάγνωσης, γραφής, αριθμητικής και μελέτης σημαντικών λογοτεχνικών κειμένων (τα έπη του Ομήρου και του Ησιόδου) από τον γραμματιστή, διδασκαλία χορού και μουσικής από τον κιθαριστή και φυσικά υπήρχε μέριμνα για τη σωστή φυσική εξάσκηση από τους παιδοτρίβες. Με την πάροδο των χρόνων, βέβαια, οι Αθηναίοι επένδυαν όλο και περισσότερο στην ανώτερη εκπαίδευση των παιδιών τους με την εκμάθηση της πολιτικής τέχνης, της ρητορικής και της φιλοσοφίας, στέλνοντάς τα να μαθητεύσουν κοντά σε κάποιον σοφιστή. Η εκπαίδευση των παιδιών χρηματοδοτούνταν φυσικά από τους γονείς, γεγονός που ευνοούσε εξ ορισμού τις εύπορες οικογένειες, που είχαν τη δυνατότητα να διασφαλίσουν τους καλύτερους δασκάλους και παράλληλα να προσφέρουν στα παιδιά τους τα ακριβά μαθήματα των σοφιστών.
Η εκπαίδευση των νέων, πάντως, μπορούσε να συνεχιστεί με την εκμάθηση κάποιας τέχνης, όπως ήταν η οικοδομική και η ναυπηγική, με προσωπική μάλιστα φροντίδα των πατεράδων που συχνά μάθαιναν στα αγόρια της οικογένειας την τέχνη τους. Οι Αθηναίοι εκτιμούσαν, όπως μας αναφέρει ο Σωκράτης, τις γνώσεις των τεχνιτών και κάθε φορά που συζητούσαν στην εκκλησία του δήμου κάποιο θέμα που απαιτούσε ειδική τεχνογνωσία, έδιναν το λόγο μόνο σ’ εκείνους που κατείχαν τη συγκεκριμένη τέχνη.
Ο Σωκράτης παρόλο που δεν εκτιμούσε την κερδοσκοπική τακτική των σοφιστών, είχε εντούτοις ιδιαίτερη εκτίμηση στον Πρωταγόρα, η μεγάλη εμπειρία και γνώση του οποίου δεν μπορούσε να αμφισβητηθεί. Όταν, λοιπόν, ο Σωκράτης λέει στον Πρωταγόρα: «... θεωρώ πως έχεις μεγάλη πείρα σε πολλά ζητήματα, και πολλά έχεις μάθει και πολλά επίσης έχεις ανακαλύψει μόνος σου», μας αποκαλύπτει παράλληλα τις πηγές απ’ όπου μπορούσε να αντλήσει κάποιος γνώσεις. Έτσι, πέρα απ’ όσα μπορούσε κάποιος να μάθει μελετώντας, υπήρχαν επίσης εκείνα που μάθαινε κάποιος με τα χρόνια, από τις εμπειρίες της ζωής, αλλά κι εκείνα που μπορούσε να γνωρίσει με δική του προσωπική έρευνα και αναζήτηση. Ο Σωκράτης σέβεται τον σοφιστή και αποδέχεται πως ως σκεπτόμενο άτομο έχει προβληματιστεί πάνω στα θέματα της παιδείας κι έχει καταλήξει σε ουσιαστικά συμπεράσματα.
Το ζητούμενο, πάντως, της παιδείας ήταν η διαμόρφωση ενάρετων πολιτών και σ’ αυτό στόχευαν τα μαθήματα που παρείχαν στους μικρούς μαθητές, ιδίως μάλιστα η μελέτη των ομηρικών επών, με την προβολή σημαντικών ηρωικών και αγαθών προτύπων. Η διαβεβαίωση, επομένως, του Πρωταγόρα ότι μπορεί να διδάξει στους μαθητές του την πολιτική αρετή, καθιστώντας τους έτσι αγαθούς πολίτες, προκαλεί εντύπωση στον Σωκράτη, καθώς όσο κι αν αυτή η διδασκαλία θα ήταν πολύτιμη, μοιάζει συνάμα δυσεπίτευκτη.
Εκείνο που προβληματίζει τον Σωκράτη είναι το γεγονός ότι σημαντικές προσωπικότητες της εποχής που διέπρεπαν στον τομέα τους, αδυνατούσαν να μεταδώσουν τις γνώσεις τους και τις ικανότητές τους στα παιδιά τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούσε ο Περικλής, ο μεγάλος αυτός πολιτικός και στρατηγός, που προσέφερε βέβαια στα παιδιά του καλή μόρφωση σε ό,τι εξαρτιόταν από τους δασκάλους, αλλά τις δικές του αρετές δεν μπόρεσε να τους τις μεταδώσει. Ο Σωκράτης, επομένως, απορεί πως εκεί που απέτυχε ο Περικλής, θα μπορούσε να επιτύχει ο σοφιστής. Εγείροντας αφενός το θέμα του κατά πόσο μπορεί να διδαχτεί η αρετή κι αφετέρου αφήνοντας να εννοηθεί πως θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και οι περιορισμοί που τίθενται από τις δυνατότητες κάθε μαθητή. Όσο καλός κι αν είναι ο δάσκαλος, δεν γίνεται όλοι οι μαθητές να φτάσουν στο επίπεδο ενός Περικλή.

Δείτε επίσης:

Θέματα Έκθεσης στις Πανελλαδικές Εξετάσεις από το 2001 έως το 2011

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 1η: Σύνδεση πολιτικής και αρετής

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Μύκονος
Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 1η
(318e - 320c)
Ο Σωκράτης την «ευβουλία για τα ζητήματα του οίκου και τα θέματα της πόλης» (εὐβουλία περὶ τῶν οἰκείων καὶ περὶ τῶν τῆς πόλεως), που επαγγέλλεται ως στόχο της διδασκαλίας του ο Πρωταγόρας, την εξηγεί ως «πολιτική τέχνη», δηλαδή τέχνη με την οποία «κάνει τους άνδρες ἀγαθοὺς πολίτες» (ποιεῖν τοὺς ἄνδρας ἀγαθοὺς πολίτας). Ο Πρωταγόρας δέχεται ανεπιφύλακτα ότι αυτό ακριβώς διδάσκει. Να εξηγήσετε τη σύνδεση αυτή πολιτικής και αρετής με αναφορά στις πολιτικές αντιλήψεις και γενικά την πολιτική ζωή της αρχαίας Ελλάδας (ειδικά της Αθήνας).
[Για τους αρχαίους Έλληνες ο άνθρωπος ήταν πρώτα πρώτα πολιτικὸν ὄν και η ύπαρξή του ήταν αδιανόητη έξω από την πόλη στην οποία ήταν ενταγμένος. Σωκράτης και Πρωταγόρας συμφωνούν ότι άξονας της αγωγής των νέων είναι η αρετή, αν και δεν την εννοούν με τον ίδιο τρόπο. Ο Πρωταγόρας δίνει έμφαση στην κοινωνική λειτουργία και χρησιμότητα της αρετής (δεν ενδιαφέρεται για λεπτομερέστερες θεωρητικές αναλύσεις). Φαίνεται ότι ο Πρωταγόρας δέχεται (και ο Σωκράτης έμμεσα) ότι ο αγαθός άνδρας είναι αυτονόητα αγαθός πολίτης (γι’ αυτό και το μάθημα που διδάσκει είναι εὐβουλία περὶ τῶν οἰκείων καὶ περὶ τῶν τῆς πόλεως).]
Ο Πρωταγόρας διατείνεται πως η διδασκαλία του αποσκοπεί σε μια αμιγώς νοητική βελτίωση των μαθητών του, οι οποίοι θα καθίστανται ικανοί να κρίνουν σωστά καθετί που αφορά τις ιδιωτικές και δημόσιες υποθέσεις. Εντούτοις, τη νοητική αυτή βελτίωση ο Σωκράτης την ερμηνεύει ως διδασκαλία της πολιτικής τέχνης που στοχεύει στο να κάνει τους άνδρες αγαθούς πολίτες, δίνοντας έτσι ηθική χροιά στα μαθήματα του Πρωταγόρα. Η νοητική διάσταση της αρετής εμφανίζεται άρα αλληλένδετη με την ηθική, καθώς για τους αρχαίους Έλληνες ένας άνθρωπος δεν μπορούσε να θεωρηθεί ικανός πολίτης αν δεν ήταν ηθικά άρτιος. Η ηθική αρτιότητα, μάλιστα, λάμβανε την ιδανική της έκφραση μέσα από τη συμμετοχή του ατόμου στα κοινά, με σαφή πάντοτε διάθεση για προσφορά στο κοινωνικό σύνολο.
Η έννοια της αρετής ενέχει μια σειρά προτερημάτων, τα οποία σχετίζονται τόσο με τις νοητικές και γνωστικές ικανότητες του ατόμου, όσο και με την ηθική του υπόσταση. Όταν, επομένως, ο Πρωταγόρας κάνει λόγο για την εὐβουλία περὶ τῶν οἰκείων καὶ περὶ τῶν τῆς πόλεως, δεν περιορίζει το σκοπό της διδασκαλίας του στην ορθοφροσύνη, τη βελτίωση της κρίσης του ατόμου και στην ενίσχυση των εκφραστικών του ικανοτήτων, εννοεί παράλληλα και την ηθική τελείωση. Η νοητική εξέλιξη του ατόμου, είναι για τους αρχαίους Έλληνες άμεσα συνυφασμένη με την ηθική του ανάπτυξη.
Παράλληλα, διαπιστώνουμε ότι για τον Πρωταγόρα, όπως και για τον Σωκράτη, το να είναι κάποιος αγαθός άνδρας σημαίνει ταυτόχρονα πως είναι και αγαθός πολίτης, στοιχείο που τονίζει την πεποίθηση που επικρατούσε τότε πως η δράση του ατόμου στην προσωπική του ζωή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την παρουσία του στα πλαίσια της κοινωνίας. Ο Αθηναίος πολίτης μπορεί να αποζητήσει την προσωπική του δικαίωση και ευημερία, μόνο μέσα από τη συνολική ευημερία της πόλης, γι’ αυτό και οποιαδήποτε εκπαιδευτική προσπάθεια γίνεται για την προσωπική του βελτίωση, αποσκοπεί κατ’ ανάγκη και στα στοιχεία εκείνα που θα τον καταστήσουν ενεργό και αποτελεσματικό πολίτη. Για τους αρχαίους Αθηναίους είναι αυτονόητο πως ένας πολίτης είναι αγαθός όταν συνδυάζει τις πολιτικές του δεξιότητες με τις ηθικές εκείνες αρετές που θα τον ωθήσουν να θέσει τον εαυτό του στην υπηρεσία της πόλης.
Θα πρέπει να τονιστεί ότι ο Σωκράτης αναφερόμενος στην πολιτική τέχνη, διευκρινίζει πως αυτή κάνει τους άνδρες αγαθούς πολίτες, και όχι πολιτικούς, υπό την έννοια πως πρώτο μέλημα κάθε εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι η πνευματική και ηθική ολοκλήρωση που θα προσφέρει στην πόλη ενάρετους πολίτες, από τους οποίους θα προκύψουν στη συνέχεια και οι αγαθοί πολιτικοί. Για τον Σωκράτη δεν είναι θεμιτή η στάση των σοφιστών να εκπαιδεύουν τους μαθητές τους ειδικά για μια πολιτική σταδιοδρομία, καθώς η ουσιαστική τους φροντίδα θα έπρεπε να είναι η ενστάλαξη ηθικών αρχών στους μαθητές τους, ώστε να υπηρετήσουν άξια την πόλη έστω και ως απλοί πολίτες. Άλλωστε, στα πλαίσια της αθηναϊκής δημοκρατίας, κάθε πολίτης αναλάμβανε πολιτική δράση με τη συμμετοχή του στις συνελεύσεις και στα δικαστήρια, με τη συμμετοχή του στις πολεμικές δραστηριότητες της πόλης, αλλά και με την εκλογή του σε αξιώματα.
Η αναφορά του Σωκράτη σε αγαθούς πολίτες μας παραπέμπει στο πρότυπο του καλο κγαθο πολίτη, που συνδύαζε το σωματικό κάλλος και το καλογυμνασμένο σώμα, με τη σύνεση και τη σωφροσύνη που του επέτρεπε να συγκρατεί τον εαυτό του από τα πάθη. Ενός πολίτη που διακρινόταν παράλληλα για την ορθή του κρίση, αλλά και για την ικανότητά του να οδηγείται σε δράση, έχοντας πρώτα αναλύσει τις περιστάσεις και τα δεδομένα της πραγματικότητας με τη βοήθεια του λόγου.
Τέλος, δε θα πρέπει να μας διαφεύγει πως η προσέγγιση από τον Σωκράτη της ευβουλίας, -μιας νοητικής επί της ουσίας αρετής-, με ηθικούς όρους, -ο Σωκράτης αναφέρεται σε αγαθούς πολίτες-, έχει το ανάλογό της και στην επιχειρηματολογία του Πρωταγόρα, ο οποίος θέλοντας να πείσει για το διδακτό της αρετής θα καταφύγει σ’ έναν μύθο που αποδεικνύει πως η δίκη και η αιδώς -δύο ηθικές και όχι νοητικές αρετές- είναι έμφυτες στους ανθρώπους. Ακόμη, δηλαδή, και ο Πρωταγόρας όταν καλείται να πείσει ότι οι νοητικές αρετές που πρεσβεύει ότι διδάσκει, μπορούν να διδαχτούν, θα αναφερθεί σε ηθικές αρετές, -το επιχείρημά του είναι σε γενικές γραμμές πως εφόσον η δίκη και η αιδώς είναι έμφυτες στους ανθρώπους, τότε η αρετή εν γένει και η ευβουλία ειδικότερα, μπορεί να διδαχτεί- ενισχύοντας έτσι την αίσθηση πως για τους αρχαίους Έλληνες οι νοητικές και οι ηθικές αρετές είναι άρρηκτα συνδεδεμένες.

Δείτε επίσης:

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 2η: Να δείξετε ότι ο μύθος του Πρωταγόρα εξηγεί τελεολογικά το νόμο της αναπλήρωσης.


Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 1η: Το αντικείμενο διδασκαλίας του Πρωταγόρα

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Μύκονος

Ερωτήσεις ΚΕΕ Πρωταγόρας Ενότητα 1η
(318e - 320c)

α) Ποιο είναι το αντικείμενο της διδασκαλίας του Πρωταγόρα, όπως το ορίζει ο ίδιος;
β) Γιατί τονίζει ότι στόχος του εκπαιδευτικού του προγράμματος είναι να γίνει ο μαθητής του ικανός «να πράξει και να μιλήσει» (πράττειν καὶ λέγειν) για πολιτικά θέματα; Στην απάντησή σας, αξιοποιώντας τις γνώσεις που έχετε για την αρχαία κοινωνία και ειδικά για τη δημοκρατική Αθήνα, να αναφερθείτε στη σημασία που είχε ο συνδυασμός λόγων και έργων στην πολιτική ζωή.

α) Ο Πρωταγόρας αναφέρει πως το μάθημα που διδάσκει είναι η εὐβουλία, η σωστή σκέψη και λήψη αποφάσεων τόσο για τα θέματα που αφορούν τα οκεα, την ιδιωτική ζωή, πώς δηλαδή να διευθετεί κανείς με τον καλύτερο τρόπο τα ζητήματα του οκου του, όσο και για τα θέματα που αφορούν την πόλη, ώστε να είναι κανείς όσο γίνεται πιο ικανός να πράξει και να μιλήσει για πολιτικά θέματα.
Ο Πρωταγόρας, επομένως, ορίζει τη διδασκαλία του ως βελτίωση της ικανότητάς των μαθητών του να αντιλαμβάνονται σωστά τα δεδομένα που τους τίθενται κάθε φορά και με βάση αυτά να λαμβάνουν ορθές αποφάσεις. Η ικανότητά τους αυτή, μάλιστα, θα τους βοηθά τόσο στην αποτελεσματική διαχείριση του οίκου τους όσο και στην ενεργή συμμετοχή στα δημόσια ζητήματα.
οκεα: Το χαρακτηριστικό του οίκου στο ιδεολογικό επίπεδο, ήταν ότι είχε μια συνέχεια μέσα στο χρόνο, είχε παρελθόν (τους προγόνους) και μέλλον (τους απογόνους). Γι’ αυτό και ήταν υποχρέωση κάθε ενήλικου άνδρα να σεβαστεί το παρελθόν του οίκου του και να εξασφαλίσει τη συνέχειά του στο μέλλον. Άρα, η κοινωνική στάση και το ήθος κάθε άνδρα είχε συνέπειες όχι μόνο ατομικές, αλλά και ως προς τη συντήρηση και διατήρηση του κύρους του οίκου του. Τα οικεία είναι, επομένως, όλες οι υποθέσεις που σχετίζονταν με την οικονομική και κοινωνική ευμάρεια ενός οίκου και αποτελούσαν ένα από τα σημαντικότερα καθήκοντα του ενήλικου άνδρα.

β) Ο Πρωταγόρας αναφέρει πως καθιστά τους μαθητές του ικανούς να πράττουν και να μιλούν κατάλληλα για τις πολιτικές υποθέσεις, ανταποκρινόμενος έτσι στο αριστοκρατικό ιδανικό που επιδίωκαν εκείνοι που είχαν τα απαραίτητα χρήματα για να μαθητέψουν κοντά του. Η εικόνα του άριστου ανδρός για τις πλούσιες οικογένειες αντλούνταν από τα πρότυπα που διαμόρφωνε, μέσα από τις περιγραφές των ηρώων του, ο Όμηρος, ο οποίος έδινε ιδιαίτερη σημασία στη συνύπαρξη της γενναιότητας στις πράξεις με την ικανότητα του ορθού λόγου. Για παράδειγμα, στη Ι ραψωδία της Ιλιάδας όπου ο Φοίνικας, ο παιδαγωγός του Αχιλλέα, μιλά στον οργισμένο ήρωα για τις προσδοκίες του πατέρα του, του Πηλέα, λέει: «Γι’ αυτό μαζί σου μ’ έστειλε, για να σε δασκαλεύω πώς να μιλάς στις σύναξες, να πολεμάς στη μάχη» (μτφρ. Θ. Μαυρόπουλος).
«μύθων τε ῥητῆρ᾽ ἔμεναι πρηκτῆρά τε ἔργων»: Το ιδανικό, επομένως, για τους αθηναίους πολίτες είναι να συνδυάζουν αφενός την ικανότητα να μιλούν ορθά για τις δημόσιες υποθέσεις, στοιχείο που προϋποθέτει τόσο την καλή έκφραση και διατύπωση του λόγου τους όσο και τη δυνατότητα ορθής αντίληψης και επεξεργασίας των δεδομένων της πραγματικότητας κι αφετέρου την ικανότητα να προβαίνουν σε πράξεις, χωρίς να δειλιάζουν και φυσικά χωρίς να εμφανίζονται ασυνεπείς με τις απόψεις που εκφράζουν. Λογική σκέψη, καλά διατυπωμένος λόγος και αποφασιστικότητα στις πράξεις, αποτελούν άρα τα στοιχεία εκείνα που συνθέτουν έναν σωστά εκπαιδευμένο πολίτη.
Η έμφαση που δίνει ο Πρωταγόρας στο γεγονός ότι διδάσκει στους μαθητές του πώς να είναι όσο γίνεται πιο ικανοί στο να πράττουν και να μιλούν για τα πολιτικά θέματα, είναι λογική, καθώς ακριβώς αυτός ο συνδυασμός λόγου και πράξης είναι το ζητούμενο για τους αθηναίους πολίτες. Σε μια άμεση δημοκρατία όπου οι πολίτες όφειλαν να μετέχουν στις δημόσιες συζητήσεις και να συναποφασίζουν για καθετί που αφορούσε την κοινή τους πορεία, η δυνατότητα του ατόμου να μιλά ορθά και να πράττει με αποφασιστικότητα, αποτελεί πολύτιμο προσόν. Ο Πρωταγόρας, επομένως, γνωρίζοντας τις ανάγκες της δημοκρατικής Αθήνας και τις επιδιώξεις των πολιτών της, παρουσιάζει τη διδασκαλία του ως άριστα ενδεδειγμένη για να καλύψει τις ανάγκες των υποψήφιων μαθητών του.
Η αξία του συνδυασμού λόγου και πράξης, καθώς και η ανάγκη των πολιτών της Αθήνας να συμμετέχουν ενεργά στα πολιτικά ζητήματα, παρουσιάζεται και στον αριστουργηματικό Επιτάφιο του Περικλή:
«Εις την πόλιν μας, άλλωστε, εκείνοι που επιμελούνται τας προσωπικάς των υποθέσεις δεν αμελούν δια τούτο τας δημοσίας, και μολονότι άλλοι μεν είναι απησχολημένοι εις τούτο, άλλοι δε εις εκείνο το επιτήδευμα, όλοι εννοούν επαρκώς τα πολιτικά πράγματα. Διότι μόνοι ημείς εκείνον που δεν μετέχει εις αυτά θεωρούμεν όχι φιλήσυχον, αλλ’ άχρηστον πολίτην, και εφόσον δεν λαμβάνομεν οι ίδιοι την πρωτοβουλίαν των ληπτέων αποφάσεων, κρίνομεν τουλάχιστον ορθώς περί των μέτρων, τα οποία άλλοι εισηγούνται, πιστεύοντες, ότι τα έργα ζημιώνει όχι η συζήτησις, αλλά το να μη διαφωτισθή κανείς προηγουμένως δια της συζητήσεως, πριν έλθη η ώρα της δράσεως. Διότι και κατά τούτο διαφέρομεν τωόντι πολύ από τους άλλους, ότι είμεθα εξαιρετικώς τολμηροί εις την δράσιν και συγχρόνως μελετώμεν οι ίδιοι κατά βάθος όσα πρόκειται να επιχειρήσωμεν, ενώ εις τους άλλους αντιθέτως η μεν αμάθεια γεννά θράσος, η δε σκέψις ενδοιασμόν.»
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...