Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Οδηγίες Διδασκαλίας & Αξιολόγησης: Έκθεσης, Περίληψης, Ερμηνευτικού σχολίου (2019-2020)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips


Αξιολόγηση Έκθεσης, Περίληψης, Ερμηνευτικού σχολίου (2019-2020)

4ο ΘΕΜΑ (Παραγωγή γραπτού λόγου)

Περιεχόμενο (1-12)

12-11-10
- Πολύ καλή επίτευξη επικοινωνιακού στόχου και ανταπόκριση στο επικοινωνιακό πλαίσιο
- Πολύ καλή κάλυψη προδιαγραφών (κειμενικό είδος, θέμα, αριθμός λέξεων, αξιοποίηση πληροφοριών και βασικών εννοιών κειμένου/-ων αναφοράς)

9-8-7
- Καλή επίτευξη επικοινωνιακού στόχου και ανταπόκριση στο επικοινωνιακό πλαίσιο
- Καλή κάλυψη των περισσότερων προδιαγραφών (κειμενικό είδος, θέμα, αριθμός λέξεων, αξιοποίηση πληροφοριών και βασικών εννοιών κειμένου/-ων αναφοράς)

6-5-4
- Επαρκής επίτευξη επικοινωνιακού στόχου και μερική ανταπόκριση στο επικοινωνιακό πλαίσιο
- Κάλυψη των περισσότερων προδιαγραφών (κειμενικό είδος, θέμα, αριθμός λέξεων, αξιοποίηση πληροφοριών και βασικών εννοιών κειμένου/-ων αναφοράς)

3-2-1
- Ανεπαρκής επίτευξη επικοινωνιακού στόχου (ο αναγνώστης δυσκολεύεται να παρακολουθήσει το κείμενο) και ανταπόκριση στο επικοινωνιακό πλαίσιο
- Μη κάλυψη των περισσότερων προδιαγραφών (κειμενικό είδος, θέμα, αριθμός λέξεων, αξιοποίηση πληροφοριών και βασικών εννοιών κειμένου/-ων αναφοράς)

Οργάνωση (1-10)

10-9
- Πολύ καλή οργάνωση κειμένου (παράγραφοι, συνοχή κ.λπ.)
- Πολύ καλή παρουσίαση ιδεών και λογική ανάπτυξη επιχειρημάτων (χρήση κατάλληλου κειμενικού είδους, συνεκτικότητα, μετασχηματισμός ιδεών κειμένου/-ων αναφοράς)
- Συνεπής χρήση γένους λόγου – ύφους σε όλο το κείμενο

8-7
- Καλή οργάνωση κειμένου (παράγραφοι, συνοχή κ.λπ.)
- Καλή παρουσίαση ιδεών και λογική ανάπτυξη επιχειρημάτων (χρήση κατάλληλου κειμενικού είδους, συνεκτικότητα, μετασχηματισμός ιδεών κειμένου/-ων αναφοράς)
- Συνεπής χρήση γένους λόγου – ύφους στο μεγαλύτερο μέρος του κειμένου

6-5-4
- Επαρκής οργάνωση κειμένου (παράγραφοι, συνοχή κ.λπ.)
- Επαρκής παρουσίαση των περισσότερων ιδεών και επιχειρημάτων (χρήση κατάλληλου κειμενικού είδους, συνεκτικότητα, μετασχηματισμός ιδεών κειμένου/-ων αναφοράς)
- Επαρκής χρήση γένους λόγου – ύφους

3-2-1
- Περιορισμένη ή ανεπαρκής οργάνωση κειμένου (παράγραφοι, συνοχή κ.λπ.)
- Έλλειψη συνεκτικότητας και λογικής ανάπτυξης των περισσότερων ιδεών και επιχειρημάτων
- Ακατάλληλη χρήση γένους λόγου – ύφους

Γλώσσα (1-8)

8-7
- Μεγάλο εύρος και ακρίβεια γραμματικοσυντακτικών φαινομένων που ανταποκρίνονται στο θέμα
- Μεγάλο εύρος και ακρίβεια σημασιολογικών στοιχείων που ανταποκρίνονται στο θέμα
- Εξαιρετική ορθογραφία και στίξη
- Μηδενική επίπτωση τυχόν λαθών στην κατανόηση/ επικοινωνιακό στόχο

6-5
- Κατάλληλο εύρος και ακρίβεια γραμματικοσυντακτικών φαινομένων που ανταποκρίνονται στο θέμα (μη συστηματικά λάθη)
- Κατάλληλο εύρος και ακρίβεια σημασιολογικών στοιχείων που ανταποκρίνονται στο θέμα (χωρίς συχνή επανάληψη)
- Καλή ορθογραφία και στίξη
- Μικρή επίπτωση τυχόν λαθών στην κατανόηση / επικοινωνιακό στόχο

4-3
- Επαρκής ακρίβεια γραμματικοσυντακτικών φαινομένων που ανταποκρίνονται στο θέμα, περιορισμένο εύρος
- Επαρκής ακρίβεια σημασιολογικών στοιχείων που ανταποκρίνονται στο θέμα, περιορισμένο εύρος
- Επαρκής ορθογραφία και στίξη
- Τα λάθη δυσχεραίνουν εν μέρει την κατανόηση / επικοινωνιακό στόχο

2-1
- Ανεπάρκεια στη χρήση γραμματικοσυντακτικών φαινομένων
- Ανεπάρκεια στη χρήση σημασιολογικών στοιχείων
- Ελλιπής ορθογραφία και στίξη
- Τα λάθη δυσχεραίνουν την κατανόηση / επικοινωνιακό στόχο

3ο Θέμα: Ερμηνευτικό σχόλιο

Αξιολογείται ως προς τα εξής:
Κατανόηση και ερμηνεία του λογοτεχνικού κειμένου
- Βαθμός κατανόησης των ιδεών και του συναισθηματικού κλίματος του κειμένου
- Βαθμός υποστήριξης της απάντησης με αναφορές- παραπομπές στο κείμενο

Κειμενικοί δείκτες και στοιχεία συγκειμένου (του λογοτεχνικού κειμένου)
- Βαθμός κατανόησης των επιλογών του συγγραφέα (κειμενικοί δείκτες, συγκείμενο), σχετικά με την οργάνωση και τη δομή (π.χ. γλώσσα, τεχνική, ύφος, εκφραστικά σχήματα κ.λπ.) με παραδείγματα από το κείμενο

Οργάνωση και γλωσσική έκφραση ερμηνευτικού σχολίου
- Αλληλουχία και συνοχή του ερμηνευτικού σχολίου
- Επίπτωση γραμματικοσυντακτικών λαθών στην κατανόηση της ερμηνευτικής εκδοχής
- Κατάλληλο λεξιλόγιο-ορολογία

13-15
Κατανόηση και ερμηνεία του λογοτεχνικού κειμένου
- Πολύ καλό επίπεδο κατανόησης των ιδεών και του συναισθηματικού κλίματος του κειμένου.
- Πολύ καλή τεκμηρίωση της απάντησης με αναφορές-παραπομπές στο κείμενο.

Κειμενικοί δείκτες και στοιχεία συγκειμένου (του λογοτεχνικού κειμένου)
- Πολύ καλή αναγνώριση συγγραφικών επιλογών
- Πλούσιες αναφορές παραδειγμάτων από το κείμενο και σε διαφορετικά πεδία των συγγραφικών επιλογών (σχετικά με τη γλώσσα, την τεχνική, το ύφος, τα εκφραστικά σχήματα κ.λπ.)

Οργάνωση και γλωσσική έκφραση ερμηνευτικού σχολίου
- Πολύ καλή παρουσίαση της ερμηνευτικής εκδοχής με την απαραίτητη αλληλουχία και συνοχή
- Ακρίβεια στη χρήση γραμματικοσυντακτικών φαινομένων
- Πλούσιο λεξιλόγιο

9-12
Κατανόηση και ερμηνεία του λογοτεχνικού κειμένου
- Καλό επίπεδο κατανόησης των ιδεών και του συναισθηματικού κλίματος του κειμένου.
- Καλός βαθμός τεκμηρίωσης της απάντησης με αναφορές-παραπομπές στο κείμενο.

Κειμενικοί δείκτες και στοιχεία συγκειμένου (του λογοτεχνικού κειμένου)
- Καλή αναγνώριση συγγραφικών επιλογών
- Αρκετές αναφορές παραδειγμάτων από το κείμενο και σε διαφορετικά πεδία των επιλογών αυτών (σχετικά με τη γλώσσα, την τεχνική, το ύφος, τα εκφραστικά σχήματα κ.λπ.)

Οργάνωση και γλωσσική έκφραση ερμηνευτικού σχολίου
- Καλή παρουσίαση της ερμηνευτικής εκδοχής με αλληλουχία και συνοχή
- Καλή χρήση γραμματικοσυντακτικών φαινομένων
- Καλό λεξιλόγιο
- Τα όποια λάθη δε δυσχεραίνουν την κατανόηση της ερμηνευτικής προσέγγισης

5-8
Κατανόηση και ερμηνεία του λογοτεχνικού κειμένου
- Επαρκής κατανόηση, επαρκής προσπάθεια ερμηνευτικής προσέγγισης.
- Επαρκείς αναφορές τεκμηρίωσης με παραπομπές στο κείμενο.

Κειμενικοί δείκτες και στοιχεία συγκειμένου (του λογοτεχνικού κειμένου)
- Επαρκής αναγνώριση συγγραφικών επιλογών
- Επιλεκτική αναφορά παραδειγμάτων από το κείμενο π.χ. σχετικά με τη γλώσσα, την τεχνική, το ύφος, τα εκφραστικά σχήματα κ.λπ.

Οργάνωση και γλωσσική έκφραση ερμηνευτικού σχολίου
- Επαρκής παρουσίαση της ερμηνευτικής εκδοχής
- Επαρκής χρήση γραμματικοσυντακτικών φαινομένων
- Επαρκές λεξιλόγιο
- Τα λάθη δυσχεραίνουν εν μέρει την κατανόηση της ερμηνευτικής προσέγγισης

1-4
Κατανόηση και ερμηνεία του λογοτεχνικού κειμένου
- Έλλειψη κατανόησης, παρανόηση.
- Μηδενική ή ακατάλληλη αναφορά παραδειγμάτων από το κείμενο

Κειμενικοί δείκτες και στοιχεία συγκειμένου (του λογοτεχνικού κειμένου)
- Έλλειψη αναφορών ή ασύμβατες αναφορές στις συγγραφικές επιλογές, ή ελλειπτική αναφορά σε επί μέρους πλευρές.

Οργάνωση και γλωσσική έκφραση ερμηνευτικού σχολίου
- Ανεπαρκής παρουσίαση της ερμηνευτικής εκδοχής
- Ακατάλληλη ή λανθασμένη χρήση γραμματικοσυντακτικών φαινομένων
- Ακατάλληλη ή λανθασμένη χρήση λεξιλογίου
- Τα λάθη δυσχεραίνουν την κατανόηση της ερμηνευτικής προσέγγισης

1ο ΘΕΜΑ (Συνοπτική απόδοση – περίληψη)

Περιεχόμενο (1-9)

9-7
- Παρουσιάζονται όλες οι κύριες έννοιες
- Περιλαμβάνονται σημαντικές συμπληρωματικές πληροφορίες
- Μεταφέρεται πειστικά η άποψη του συγγραφέα

6-5
- Παρουσιάζονται οι περισσότερες κύριες έννοιες
- Περιλαμβάνονται κάποιες συμπληρωματικές πληροφορίες
- Μεταφέρεται εν μέρει η άποψη του συγγραφέα

3-2
- Παρουσιάζεται το θέμα, αλλά όχι οι κύριες έννοιες
- Περιλαμβάνονται λίγες συμπληρωματικές πληροφορίες
- Δε μεταφέρεται η άποψη του συγγραφέα

1
- Αστοχία στην παρουσίαση του θέματος
- Δε μεταφέρεται η άποψη του συγγραφέα

Οργάνωση (1-7)

7
- Χρησιμοποιούνται κατάλληλα τεχνικές πύκνωσης ή/και παράφρασης για τη συνοπτική νοηματική απόδοση
- Οι πληροφορίες παρουσιάζονται λογικά, με συνοχή και συνεκτικότητα

5-3
- Χρησιμοποιούνται ως επί το πλείστον κατάλληλα τεχνικές πύκνωσης ή/και παράφρασης για τη συνοπτική νοηματική απόδοση
- Οι περισσότερες πληροφορίες παρουσιάζονται λογικά, με σχετική συνοχή και συνεκτικότητα

2-1
- Δε χρησιμοποιούνται τεχνικές πύκνωσης ή/και παράφρασης (πλήρης ή μεγάλης έκτασης αντιγραφή από το κείμενο) και το νόημα δεν αποδίδεται (συνοπτικά)
- Οι πληροφορίες παρουσιάζονται χωρίς συνοχή και συνεκτικότητα

Γλώσσα (1-4)

4
- Κατάλληλη χρήση γλωσσικών συμβάσεων (γραμματικοσυντακτικά και σημασιολογικά στοιχεία)
- Μηδενική επίπτωση τυχόν λαθών στην κατανόηση / επικοινωνιακό στόχο

2
- Επαρκής χρήση γλωσσικών συμβάσεων (γραμματικοσυντακτικά και σημασιολογικά στοιχεία)
- Μικρή επίπτωση τυχόν λαθών στην κατανόηση / επικοινωνιακό στόχο

1
- Ανεπαρκής χρήση γλωσσικών συμβάσεων (γραμματικοσυντακτικά και σημασιολογικά στοιχεία)
- Τα λάθη δυσχεραίνουν την κατανόηση / επικοινωνιακό στόχο

[Οδηγίες για τη διδασκαλία της Νεοελληνικής Γλώσσας και Λογοτεχνίας  στη Γ΄ τάξη Ημερήσιου Γενικού Λυκείου, 16-09-2019]

Διευκρινίσεις & Οδηγίες ΙΕΠ για τη διδασκαλία του μαθήματος (& ενδεικτικές ερωτήσεις)

Για τη Νεοελληνική Γλώσσα
Για τον τρόπο αξιολόγησης του μαθήματος διευκρινίζουμε τα εξής:
1. Για τη «συνοπτική νοηματική απόδοση» (το πρώτο θέμα κατά τον «τρόπο εξέτασης…») επισημαίνονται τα εξής:
αΖητείται από τους μαθητές να αποδώσουν περιληπτικά μέρος του κειμένου ή να παρουσιάσουν συνοπτικά συγκεκριμένες απόψεις του/της συγγραφέα.
β) Τα ερωτήματα που τίθενται στο πρώτο θέμα καλούν τους μαθητές και τις μαθήτριες να εντοπίσουν τις σχετικές πληροφορίες στο κείμενο, να τις παραφράσουν και να τις παρουσιάσουν συνοπτικά. Γι’ αυτό οι ερωτήσεις πρέπει να είναι πληροφοριακές.

Ενδεικτικές εκφωνήσεις:
1. «Να παρουσιάσετε συνοπτικά, σε 60 λέξεις, το περιεχόμενο των τριών πρώτων παραγράφων του κειμένου».
2. «Να παρουσιάσετε περιληπτικά τις απόψεις του συγγραφέα σχετικά με την ευθύνη της Πολιτείας για την έξαρση του φαινομένου». (80 -90 λέξεις)
3. «Ποιοι είναι οι λόγοι/ ποιοι παράγοντες συμβάλλουν/ ποια είναι τα αποτελέσματα/ ποιες είναι οι μορφές του φαινομένου σύμφωνα με τον συγγραφέα/το κείμενο; Να απαντήσετε συνοπτικά (σε 60 λέξεις περίπου) βασιζόμενοι π.χ. στις τρεις τελευταίες παραγράφους».
4. Να παρουσιάσετε συνοπτικά, σε 50-60 λέξεις, τις αντιλήψεις και πρακτικές που είναι αναγκαίο να ληφθούν υπόψη για την οικονομική ανάπτυξη προς όφελος ολόκληρης της ανθρωπότητας, σύμφωνα με τη συγγραφέα του κειμένου.

βΤα ερωτήματα που τίθενται στο πρώτο θέμα καλούν τους μαθητές και τις μαθήτριες να εντοπίσουν τις σχετικές πληροφορίες στο κείμενο, να τις παραφράσουν και να τις παρουσιάσουν συνοπτικά. Γι’ αυτό οι ερωτήσεις πρέπει να είναι πληροφοριακές. (βλ. Οδηγίες, Εκπαιδευτικό υλικό από Παιδαγωγικό Ινστιτούτο της Κύπρου για τον σχεδιασμό της διδασκαλίας, «Κατανόηση– Παραγωγή Προφορικού και Γραπτού Λόγου: Διδακτικά εργαλεία για το μάθημα των Ελληνικών» σελ.11 και 24-25. Διδακτικά εργαλεία)

Για το δεύτερο θέμα διευκρινίζονται τα εξής:
αΜε τα ερωτήματα που περιέχονται στο δεύτερο θέμα οι μαθητές και οι μαθήτριες καλούνται να εντοπίσουν, να συσχετίσουν, να ερμηνεύσουν ή και να αξιολογήσουν κειμενικούς δείκτες, στοιχεία του κειμένου (περιεχόμενο-νόημα, δομή και ύφος/γλώσσα), στη μεταξύ τους συνάφεια και στη σχέση τους με το περικείμενο (εισαγωγικό σημείωμα του κειμένου, τίτλο, συγγραφέα, χρόνο έκδοσης κ.λπ.), την επικοινωνιακή περίσταση και το συγκείμενο του/της συγγραφέα και του/της αναγνώστη/τριας. (βλ. Διδακτικά εργαλεία σελ.20-24).

β. Δε δίνονται ερωτήματα που στηρίζονται σε μεταγλωσσικούς όρους ή ζητούν την αναπαραγωγή τους (π.χ. τρόποι ανάπτυξης παραγράφου, χαρακτηρισμοί συλλογισμών ως προς τη μορφή ή τη συλλογιστική πορεία, χαρακτηριστικά κειμενικού είδους, τροπικότητα, ονοματοποίηση κ.ά). Αυτό δε σημαίνει ότι δε διδάσκονται οι μεταγλωσσικοί όροι, όπως και βασικές λεξικογραμματικές γνώσεις, τις οποίες οι μαθητές και οι μαθήτριες ήδη γνωρίζουν από προηγούμενες τάξεις και τις αξιοποιούν με σκοπό αφενός να διαβάζουν (κατανοούν, ερμηνεύουν, κρίνουν) και αφετέρου να παράγουν αποτελεσματικά κείμενα. Οι μαθητές και οι μαθήτριες χρήσιμο είναι να εξοικειωθούν με τις γνώσεις που περιέχονται στο γλωσσάρι, να τις χρησιμοποιούν λειτουργικά ως εργαλεία ανάλυσης των κειμένων, προκειμένου να αντιλαμβάνονται τον ρόλο που έχουν στη διαμόρφωση του νοήματος. Υπ’ αυτή την έννοια οι μαθητές και οι μαθήτριες μπορούν να αξιοποιούν -δυνητικά και όχι αποκλειστικά- τους μεταγλωσσικούς όρους που τους/τις βοηθούν στη σαφέστερη διατύπωση της απάντησής τους.

γΤο γλωσσάρι όρων δεν είναι αντικείμενο εξέτασης αλλά αξιοποιείται διδακτικά.
- Το γλωσσάρι όρων περιέχει βασικές λεξικογραμματικές γνώσεις, τις οποίες οι μαθητές και οι μαθήτριες ήδη γνωρίζουν από προηγούμενες τάξεις και τις αξιοποιούν με σκοπό αφενός να διαβάζουν (κατανοούν, ερμηνεύουν, κρίνουν) και αφετέρου να παράγουν αποτελεσματικά κείμενα. Οι μαθητές και οι μαθήτριες χρήσιμο είναι να εξοικειωθούν με τις γνώσεις που περιέχονται στο γλωσσάρι, να τις χρησιμοποιούν λειτουργικά ως εργαλεία ανάλυσης των κειμένων, προκειμένου να αντιλαμβάνονται τον ρόλο που έχουν στη διαμόρφωση του νοήματος.

Για παράδειγμα στην ερώτηση: «Με ποιους τρόπους νομίζετε ότι ο συγγραφέας επιχειρεί να πείσει ή να επηρεάσει τους αναγνώστες του;», δεν απαιτείται οι μαθητές και οι μαθήτριες να αναφερθούν ονομαστικά μόνο στους τρόπους και τα μέσα πειθούς (ανακαλώντας μόνο τυπικά τη σχετική ορολογία), αλλά να αποδείξουν πώς ο συγγραφέας χρησιμοποιεί επιχειρήματα, στατιστικές, μελέτες, παραδείγματα, απόψεις ειδικών, περιγραφή και αφήγηση γεγονότων ή/και κατάλληλες γλωσσικές επιλογές, προκειμένου να πληροφορήσει/ να συγκινήσει/ να προβληματίσει/ να διαμαρτυρηθεί κ.ά., αντλώντας στοιχεία και παραπέμποντας στο κείμενο.
Τα παραπάνω ισχύουν και για τη γλώσσα του κειμένου. Είναι δυνατή η συσχέτιση της λειτουργίας μιας ή περισσότερων λέξεων ενός κειμένου ως προς το επικοινωνιακό αποτέλεσμα που δημιουργούν στον αποδέκτη (μαθητή/-ήτρια). Επίσης, με την αναζήτηση συνώνυμων λέξεων ή φράσεων μπορεί να γίνει ο μετασχηματισμός των χωρίων στο ίδιο ή διαφορετικό υφολογικό επίπεδο.
Παράδειγμα: Να δικαιολογήσεις την επανάληψη της λέξης «αγωνιζόμαστε» στο τέλος του κειμένου σε σχέση με το θέμα του και την πρόθεση αυτών που υπογράφουν τη Διακήρυξη και να την αντικαταστήσεις με μια συνώνυμη λέξη που θα υπηρετούσε πιο αποτελεσματικά την πρόθεση αυτών που την υπογράφουν.

Ως προς τα κειμενικά είδη είναι σημαντικό να αντιληφθούν οι μαθητές και οι μαθήτριες ότι τα κείμενα, σε όποια μορφή κι αν είναι, αποτελούν κοινωνικές πρακτικές/διαδικασίες, με τις οποίες κάποιος/-α/-οι/-ες επιλέγει/-ουν σε συγκεκριμένο χρόνο και τόπο να επικοινωνήσουν με κάποιους/-ες για συγκεκριμένο σκοπό (επικοινωνιακή περίσταση). Οι πρακτικές/διαδικασίες αυτές καθορίζονται από ιστορικές, κοινωνικές, πολιτισμικές συνθήκες (συγκείμενο). Οι μαθητές και οι μαθήτριες καλούνται να διακρίνουν στη μορφή των κειμένων (περιεχόμενο, δομή, ύφος) τον τρόπο με τον οποίο αποτυπώνονται τα παραπάνω επίπεδα (επικοινωνιακή περίσταση και συγκείμενο).

Ενδεικτικές εκφωνήσεις ερωτημάτων για το δεύτερο θέμα στο παραπάνω πλαίσιο είναι:
1. Ποιες από τις παρακάτω προτάσεις αποδίδουν ορθά απόψεις του συγγραφέα του κειμένου; (Σ ή Λ). Να τεκμηριώσεις την απάντησή σου παραθέτοντας σχετικά αποσπάσματα από το κείμενο.
2. Στη 2η παράγραφο η συγγραφέας φαίνεται ότι θέλει να π.χ καταγγείλει. Να επιλέξετε στο κείμενο τρεις (3) κειμενικούς δείκτες που υποστηρίζουν αυτή την επιδίωξη και να εξηγήσετε την επιλογή σας.
3. Αν ο σκοπός του συγγραφέα είναι να ευαισθητοποιήσει τον/την αναγνώστη/τριά του για το πρόβλημα, πώς το επιτυγχάνει; Για την απάντησή σας να παρατηρήσετε τα σημεία στίξης και τα σχήματα λόγου στη σημασία των λέξεων που επιλέγει ο συγγραφέας. Για να τεκμηριώσετε την απάντησή σας να αναφερθείτε με δύο (2) παραδείγματα από το κείμενο στα σημεία στίξης και με τρία (3) παραδείγματα στα σχήματα λόγου που υποστηρίζουν τον σκοπό του συγγραφέα.
4. Να ξαναγράψεις το συγκεκριμένο απόσπασμα του κειμένου, αντικαθιστώντας τις υπογραμμισμένες λέξεις / φράσεις με άλλες, που να καθιστούν το ύφος περισσότερο οικείο.
5. Ο συγγραφέας ισχυρίζεται στη 2η παράγραφο: «......». Να καταγράψεις όλους τους τρόπους πειθούς που αξιοποιεί. Θεωρείς ότι τελικά καταφέρνει να σε πείσει; Να δικαιολογήσεις την απάντησή σου αξιολογώντας την πειστικότητα καθενός από τους τρόπους πειθούς που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας.
6. Να παρουσιάσεις τον τρόπο με τον οποίο οργανώνει η συγγραφέας το επιχείρημά της στην 1η παράγραφο; (π.χ. Ισχυρίζεται ….. και στηρίζει τον ισχυρισμό της με τη χρήση ενός παραδείγματος/ και στη συνέχεια αιτιολογεί τον ισχυρισμό της…..)
7. Στο παρακάτω απόσπασμα χρησιμοποιεί ο συγγραφέας το α΄ ενικό πρόσωπο. Να μετασχηματίσετε το κείμενο χρησιμοποιώντας το γ΄ ενικό πρόσωπο. Τι αλλάζει ως προς το ύφος;
8. Τι πετυχαίνει η αρθρογράφος με τη χρήση του ερωτήματος στην 3η παράγραφο ως προς την οργάνωση του κειμένου και ως προς την αντίδραση του αναγνώστη;
9. Ο ομιλητής εμφανίζεται πολύ βέβαιος για τις απόψεις του. Με ποιες εγκλίσεις, με ποια σχήματα λόγου, με ποιες επιλογές στο λεξιλόγιο δείχνει τη βεβαιότητά του; Να αναφέρετε από ένα παράδειγμα μέσα από το κείμενο για κάθε μια από τις παραπάνω γλωσσικές επιλογές του συγγραφέα. Συμμερίζεστε τη βεβαιότητά του; Δικαιολογήστε την απάντησή σας.
 10. Τι εννοεί με τη φράση «……» η συγγραφέας; Να αναπτύξετε τη σκέψη της σε 40-50 λέξεις.
11. Το κείμενο χαρακτηρίζεται για τη μεταφορική χρήση του λόγου και το προσωπικό ύφος, όπως ταιριάζει σ’ ένα στοχαστικό δοκίμιο. Να μετατρέψετε το συγκεκριμένο απόσπασμα αξιοποιώντας την κυριολεκτική χρήση του λόγου, κάνοντας το ύφος πιο επίσημο. Υποθέστε ότι το κείμενο σας αποτελεί μέρος μιας εισήγησης σε μια ημερίδα του σχολείου.
12. Στο συγκεκριμένο απόσπασμα η συγγραφέας πιθανολογεί για την εξέλιξη της τεχνολογίας. Για ποιον λόγο, κατά τη γνώμη σου, έκανε αυτή την επιλογή;
13. Στην 4η παράγραφο ο συγγραφέας διατυπώνει ένα ακόμη επιχείρημα για την υποστήριξη της θέσης του. Πόσο πειστικό είναι το επιχείρημά του; Δικαιολογήστε την απάντησή σας.
14. Ποια νομίζετε ότι είναι η πρόθεση του συγγραφέα στη συγκεκριμένη παράγραφο του κειμένου; Πώς ο τρόπος με τον οποίο επέλεξε να την αναπτύξει υπηρετεί την πρόθεση αυτή;
15. Να δείξετε τη νοηματική σχέση που έχει ο τίτλος με το υπόλοιπο κείμενο.
16. Να ξαναγράψετε ολόκληρη την τέταρτη (4η) παράγραφο του άρθρου μεταφέροντας σε πλάγιο λόγο τα λόγια της Χ που βρίσκονται σε ευθύ λόγο. Τι κερδίζει ή τι χάνει το κείμενο με την αλλαγή αυτή ως προς την πειστικότητά του;
17. Πόσο βέβαιη δείχνει η συγγραφέας του άρθρου για αυτά που παρουσιάζει; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας κάνοντας αναφορά στους τρόπους και τα μέσα πειθούς που αξιοποιεί και στις γλωσσικές επιλογές. Να παρουσιάσετε από ένα παράδειγμα μέσα από το κείμενο για κάθε ένα από τα παραπάνω.
18. Σχετικά με την κατάσταση που παρουσιάζει η δημοσιογράφος στην 4η παράγραφο, πώς θα μπορούσε κάποιος να αμφισβητήσει το άρθρο;
19. Βρες δύο γλωσσικές επιλογές στην τέταρτη παράγραφο με τις οποίες ο συντάκτης επιδιώκει να κάνει τον δέκτη να προσέξει το παράδειγμα που παραθέτει. Πώς το παράδειγμα αυτό συνδέεται με το θέμα του κειμένου και την πρόθεσή του;
20. Ποια στάση φαίνεται να έχει ο συντάκτης του κειμένου απέναντι στην παράδοση; Εντόπισε δύο χωρία στα οποία το ύφος του λόγου του είναι ειρωνικό και διερεύνησε αν αυτή του η επιλογή συνδέεται με τη θέση που εκφράζει στο σύνολο του κειμένου.
21. Νομίζεις ότι ο τίτλος του κειμένου είναι κατάλληλος, για να αποδώσει το περιεχόμενό του;
22. Ποιο επικοινωνιακό αποτέλεσμα δημιουργεί, κατά τη γνώμη σου, η επανάληψη της λέξης ... στη δεύτερη παράγραφο του κειμένου και ποια η σχέση της με το θέμα του κειμένου και την πρόθεση του συντάκτη του;

3. Για το τέταρτο θέμα (παραγωγή λόγου) διευκρινίζεται ότι:

- Το Θέμα Δ σχετίζεται με τα μη λογοτεχνικά κείμενα και αφορά τη γραπτή παραγωγή κριτικού λόγου 300 έως 400 λέξεων (ανάλογα με τη βαρύτητα του θέματος).

- Υπηρετεί συγκεκριμένο επικοινωνιακό πλαίσιο (σκοπό, πομπό, αποδέκτες, κειμενικό είδος).

- Σε αυτό ζητείται από τους/τις μαθητές/-ήτριες η ανάπτυξη τεκμηριωμένης προσωπικής γνώμης ως προς τη συμφωνία ή τη διαφωνία τους με προβλήματα, θέσεις, στάσεις, στερεότυπα, προκαταλήψεις κ.ά. που θέτει το κείμενο / θέτουν τα κείμενα αναφοράς.

- Όταν γίνεται λόγος για «αξιοποίηση πληροφοριών και βασικών εννοιών του κειμένου αναφοράς», επισημαίνεται η αξιολόγηση της κρίσης του/της μαθητή/- ήτριας, στον βαθμό που λαμβάνει υπόψη ή αγνοεί σημαντικές πτυχές του προβληματισμού, όπως αυτές προβάλλονται στο κείμενο (ή στα κείμενα) αναφοράς.

- Αυτό δεν σημαίνει την αντιγραφή ιδεών των κειμένων αναφοράς, την αυτούσια αναπαραγωγή και τον σχολιασμό τους.

- Αποτιμάται η δημιουργική αφομοίωση και η αξιοποίηση του περιεχομένου ή των απόψεων που περιλαμβάνονται σε αυτά, για την παραγωγή τεκμηριωμένης θέσης, για τη συγκρότηση της στάσης του/της μαθητή/-ήτριας, της συμφωνίας ή διαφωνίας ως προς το ζητούμενο.

- Οι μαθητές/-ήτριες, δηλαδή, λαμβάνουν υπόψη τα κείμενα αναφοράς με σκοπό να τοποθετηθούν κριτικά με βάση τα προσωπικά τους βιώματα, να πάρουν δηλαδή θέση απέναντι σε ένα θέμα ή ερώτημα που τίθεται ως ζητούμενο. Γι' αυτό και τα κείμενα αναφοράς πρέπει να κινητοποιούν τη σκέψη των μαθητών/-τριών και να τους προκαλούν να πάρουν θέση.

- Τα ερωτήματα που τίθενται σε κάθε θέμα πρέπει να είναι τόσα και τέτοια ώστε να μπορούν να απαντηθούν με σαφήνεια και επάρκεια στο όριο των λέξεων που έχει τεθεί.

Ενδεικτικές εκφωνήσεις θεμάτων παραγωγής λόγου:

- Αξιοποιώντας δημιουργικά τις πληροφορίες (π.χ. επιχειρήματα, ιδέες, εκφράσεις κ.ά.) από το κείμενο ή τα κείμενα αναφοράς με την ιδιότητά σας ως μαθητές/μαθήτριες να αναπτύξετε τις απόψεις σας σχετικά .... Το κείμενό σας να έχει τη μορφή άρθρου το οποίο θα δημοσιευτεί στο περιοδικό του σχολείου σας (γύρω στις 350 λέξεις).

- Ο αρθρογράφος υποστηρίζει τη θέση ότι .... Εσείς συμφωνείτε ή διαφωνείτε με τη θέση αυτή; Να υποστηρίξετε τη γνώμη σας σε ένα κείμενο 350 λέξεων, το οποίο θα έχει τη μορφή διαδικτυακής επιστολής προς αυτόν.

- Στο κείμενο παρουσιάζονται κάποια προβλήματα που έχει το σύγχρονο σχολείο. Ποιο από τα προβλήματα αυτά θεωρείτε ως το πιο σημαντικό; Να εξηγήσετε την άποψή σας και να προτείνετε τεκμηριωμένα κάποιους ενδεικτικούς τρόπους επίλυσής του αξιοποιώντας τη δική σας μαθητική εμπειρία. Το κείμενό σας να έχει τη μορφή και το ύφος της ομιλίας σε μια εκδήλωση στο σχολείο σας (γύρω στις 350 λέξεις).

- Λαμβάνοντας υπόψη τη θέση του αρθρογράφου στο κείμενο αναφοράς Ι, καλείστε να τοποθετηθείτε στο εξής ερώτημα: Θεωρείτε ότι....

Είδος κειμένου: Άρθρο
Πομπός: Μαθητής/Μαθήτρια
Μέσο: Εφημερίδα πανελλαδικής κυκλοφορίας Αποδέκτης: Ευρύ αναγνωστικό κοινό
Όριο λέξεων: 350 λέξεις

- Ποια η γνώμη σου σχετικά με την άποψη που διατυπώνεται από πολλούς σήμερα ότι ο άνθρωπος είναι όσο ποτέ άλλοτε ελεύθερος να αποφασίζει και να επιλέγει στη ζωή του όσα ο ίδιος επιθυμεί;

Είδος κειμένου: Επιχειρηματολογικό
Περίσταση επικοινωνίας: Αγώνας επιχειρηματολογίας Ιδιότητα: Μαθητής/-ήτρια

- Υπόθεσε ότι συμμετέχεις σε συζήτηση σε γνωστή σελίδα κοινωνικής δικτύωσης με θέμα την κοινωνική συμπεριφορά των ανθρώπων. Να εκθέσεις σε 300-400 λέξεις την προσωπική σου γνώμη σχετικά με το αν η ευγένεια είναι έμφυτη ή επίκτητη ιδιότητα. Για την οργάνωση του κειμένου σου μπορείς να αξιοποιήσεις στοιχεία από τα κείμενα αναφοράς.

4. Ο αριθμός των κειμένων που θα διδαχθούν στη Νεοελληνική Γλώσσα στη διάρκεια της σχολικής χρονιάς, κατά τη διδασκαλία στην τάξη, και θα γίνουν αντικείμενο επεξεργασίας με δραστηριότητες κατανόησης και παραγωγής λόγου να είναι τουλάχιστον 15. Τα κείμενα που επιλέγουν οι εκπαιδευτικοί πρέπει να καλύπτουν όλους τους θεματικούς άξονες και να ανήκουν σε ποικίλα είδη.

5. Στο «βιβλίο ύλης» οι εκπαιδευτικοί να γράφουν α) την ταυτότητα του κειμένου που επιλέγουν για επεξεργασία: τίτλος κειμένου, συγγραφέας, προέλευση κειμένου (π.χ σχολικό εγχειρίδιο, φάκελος υλικού, άλλο...) κειμενικό είδος (π.χ. άρθρο, δοκίμιο κ.λπ.) και β) τις δραστηριότητες κατανόησης και παραγωγής λόγου που συνοδεύουν την επεξεργασία του κειμένου.

6. Για την παρακολούθηση της πορείας της διδασκαλίας στα «Πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα», στις συγκεκριμένες φόρμες, οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να καταγράφουν τον αριθμό των κειμένων των οποίων έχουν ολοκληρώσει την επεξεργασία.

Για τη Λογοτεχνία (Ως προς το ερμηνευτικό σχόλιο)
1Σύνδεση ερμηνευτικού σχολίου με ερμηνευτικό διάλογο. (Βλ. Π.Σ.)
Προτεινόμενη διδακτική μεθοδολογία (σύμφωνα με το Π.Σ.) για την προσέγγιση των λογοτεχνικών κειμένων είναι ο «ερμηνευτικός διάλογος»: «Ο ερμηνευτικός διάλογος είναι μια διαδικασία ελεύθερης και μαζί τιθασευμένης από τους κειμενικούς δείκτες διασταύρωσης των φωνών των μαθητών/-τριών πάνω στο κείμενο[…] Βασικές παράμετροι του ερμηνευτικού διαλόγου είναι: i) η απόδοση νοήματος στα κείμενα και η ανάδυση ερωτημάτων ή θεμάτων για συζήτηση ii) η κατάθεση ποικίλων υποθέσεων για το νόημα και τα ερωτήματα/θέματα που αναδείχθηκαν, υποθέσεων που προκύπτουν από τους μηχανισμούς [κειμενικούς δείκτες] του κειμένου.» (Για τα βασικά σημεία-βήματα της διαλογικής διαδικασίας στην τάξη βλ. αναλυτικά στο ΠΣ).
Οι μαθητές/-τριες μέσω του ερμηνευτικού διαλόγου τοποθετούνται στο ερώτημα/ θέμα, καθώς στρέφονται στο κείμενο, για να στηρίξουν τις ανταποκρίσεις, τις υποθέσεις και τις απόψεις τους. Αυτό, κατά κύριο λόγο, αποτυπώνεται γραπτά στη σύνθεση ενός «ερμηνευτικού σχολίου». Το «ερμηνευτικό σχόλιο» αποτελεί ατομική εργασία, την οποία αναλαμβάνουν οι μαθητές/τριες στο τέλος της διδασκαλίας κάθε κειμένου, με σκοπό να ανασυνθέσουν στοιχεία του ερμηνευτικού διαλόγου που προηγήθηκε, στην προοπτική που υπαγορεύει η προσωπική τους προσληπτική κλίση, η δική τους εμπειρία του κειμένου και της αναγνωστικής διαδικασίας, και η τελική άποψη που διαμόρφωσαν οι ίδιοι/ες.

Σύμφωνα με το ΦΕΚ 4441/3.12.2019 οι μαθητές/-ήτριες ερμηνεύουν το λογοτεχνικό κείμενο ανιχνεύοντας το ερώτημα/ θέμα, αφού λάβουν υπόψη τους κειμενικούς δείκτες ή και το συγκείμενο.

Ειδικότερα:
- Οι εκπαιδευτικοί κατά τη διδακτική πράξη καλούνται να δίνουν βαρύτητα στο κείμενο και στον τρόπο πρόσληψής του από τους/τις μαθητές/-ήτριες, χωρίς να επιμένουν σε «περικειμενικό υλικό».
- Η λογική της παραδοσιακής φιλολογικής ανάλυσης, η οποία έδινε έμφαση στον/στην συγγραφέα και την ιστορική περίοδο και όχι στο κείμενο ή στον αποδέκτη του, δεν έχει θέση στην προσέγγιση των κειμένων.
- Στο τέλος της διαδικασίας της ερμηνείας του λογοτεχνικού κειμένου οι μαθητές/-ήτριες διατυπώνουν ερμηνευτικό σχόλιο. Το «ερμηνευτικό σχόλιο» αποτελεί προσωπική εργασία, την οποία αναλαμβάνουν οι μαθητές/-ήτριες με σκοπό να ανασυνθέσουν στοιχεία από τη διδασκαλία ή την ανάγνωση που προηγήθηκε.
Ενδιαφέρει και αξιολογείται η προσωπική τους ανταπόκριση στο κείμενο.

2Σχετικά με την παραγωγή «ερμηνευτικού σχολίου» σε γραπτές εξετάσεις:
Το «ερμηνευτικό σχόλιο» στις γραπτές εξετάσεις αποτελεί σχόλιο, περιορισμένης έκτασης (π.χ. 100-150 λέξεις ή 150-200 λέξεις), που περιλαμβάνει την ανάπτυξη αφενός του βασικού, για τους/τις μαθητές/τριες, ερωτήματος/θέματος του κειμένου και αφετέρου της ανταπόκρισής τους σε αυτό. Στο ερμηνευτικό σχόλιο, ο/η μαθητής/-τρια δεν περιορίζεται στο «τι λέει το κείμενο» αλλά επεκτείνεται στο «τι σημαίνει για τον/την ίδιον/-α». Είναι δηλαδή η ανάπτυξη και η αναγνωστική ανταπόκριση στο «Ερώτημα/Θέμα». Στην εκφώνηση του ερωτήματος είτε γίνεται αναφορά σε κειμενικούς δείκτες είτε όχι, οι μαθητές/-ήτριες, κατά τη διδασκαλία, ασκούνται συστηματικά, για να είναι σε θέση να τεκμηριώνουν την ερμηνεία τους με στοιχεία του κειμένου. Επομένως, το ερώτημα «πώς το λέει» το κείμενο δεν μπορεί να αγνοείται.

Με το «ερμηνευτικό σχόλιο» στις γραπτές εξετάσεις αποτιμάται κατά πόσον οι μαθητές και οι μαθήτριες έχουν εσωτερικεύσει στρατηγικές και πρακτικές που αξιοποίησαν στον «ερμηνευτικό διάλογο».
Ενδεικτική πορεία για τη συγγραφή του ερμηνευτικού σχολίου που μπορεί να ακολουθήσει ένας μαθητής ή μια μαθήτρια είναι, μετά την ανάγνωση του κειμένου και πριν ξεκινήσει να γράψει το «σχόλιό» του/της, να εντοπίσει ποιο είναι, κατά τη γνώμη του/της, το θέμα του κειμένου και να καταγράψει στη συνέχεια το ερώτημα ή τα ερωτήματα που απορρέει/-ουν από τον τρόπο που χειρίζεται ο/η συγγραφέας το θέμα του/της. Τέλος, να αξιολογήσει ποιο από τα ερωτήματα παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον, στο οποίο θα στηρίξει το ερμηνευτικό του σχόλιο. Στη συνέχεια, κατά τη συγγραφή του σχολίου οι μαθητές και οι μαθήτριες οφείλουν να τεκμηριώνουν με αναφορές στο κείμενο ή σε συγκεκριμένους κειμενικούς δείκτες τις απαντήσεις που, κατά τη δική τους κρίση, δίνονται στο κείμενο. Επίσης, η δική τους απάντηση/τοποθέτηση στο ερώτημα του κειμένου πρέπει να συνδέεται με το κείμενο.

3Αξιολόγηση του ερμηνευτικού σχολίου
Κατά την αξιολόγηση του ερμηνευτικού σχολίου λαμβάνονται υπόψη η ποιότητα της διατύπωσης του βασικού θέματος/ερωτήματος από τον/την μαθητή/-ήτρια, η υποστήριξη με στοιχεία του κειμένου και η οργάνωση και γλώσσα που χρησιμοποιείται.

α. Σχετικά με την κατανόηση και την ερμηνεία του λογοτεχνικού κειμένου αξιολογείται: η σαφήνεια της διατύπωσης του ερωτήματος/θέματος, το οποίο σχετίζεται με τον βαθμό κατανόησης των ιδεών και του συναισθηματικού κλίματος του κειμένου και η αναγνωστική ανταπόκριση των μαθητών και μαθητριών στο ερώτημα/θέμα με την επαρκή τεκμηρίωση/υποστήριξη της απάντησης με αναφορές-παραπομπές στο κείμενο.
β. Σχετικά με τους κειμενικούς δείκτες: Οι κειμενικοί δείκτες δε διδάσκονται αυτοτελώς, ενδιαφέρουν μόνο στον βαθμό που βοηθούν να αποδοθεί νόημα στο κείμενο. (Βλ. και Γραμματική Χατζησαββίδη, Πέμπτο κεφάλαιο). Οι αναφορές στο κείμενο ή σε συγκεκριμένους κειμενικούς δείκτες αξιολογούνται στον βαθμό που υποστηρίζουν επιτυχώς την ερμηνευτική προσέγγιση του μαθητή ή της μαθήτριας.
γ. Σχετικά με την οργάνωση και τη γλωσσική έκφραση του ερμηνευτικού σχολίου αξιολογείται: η αλληλουχία και η συνοχή του ερμηνευτικού σχολίου ως παραγόμενου
κειμένου, η χρήση του κατάλληλου λεξιλογίου και η επίπτωση τυχόν γραμματικοσυντακτικών λαθών στην ερμηνευτική εκδοχή του μαθητή/της μαθήτριας.
δΕπιδιώκεται το ερμηνευτικό σχόλιο να αξιολογείται συνολικά ως προς τα παραπάνω κριτήρια και να είναι εμφανής σ’ αυτό η κατανόηση/ερμηνεία του λογοτεχνικού κειμένου, καθώς και η τεκμηριωμένη ανταπόκριση του μαθητή/τριας απέναντι στο ερώτημα/θέμα που διατυπώνει.

4Ενδεικτικές εκφωνήσεις του θέματος του ερμηνευτικού σχολίου:
α. Να διατυπώσετε το ερμηνευτικό σας σχόλιο για το ποίημα/αφήγημα κ.λπ.
β. Να σχολιάσεις εκείνο το θέμα, από όσα θέτει το κείμενο, που κρίνεις πιο σημαντικό. Τεκμηρίωσε τη θέση σου.
γ. Ποιο είναι το ερώτημα που, κατά τη γνώμη σας, θέτει το κείμενο; Ποια είναι η απάντηση του κειμένου/ του ήρωα κ.λπ.; Ποια είναι η δική σας απάντηση;
δ. Ποιο είναι το ερώτημα που, κατά τη γνώμη σας, θέτει το κείμενο “mal du depart” του Νίκου Καββαδία; Ποια είναι η απάντηση του ποιητικού υποκειμένου σ’ αυτό; Ποια είναι η δική σας απάντηση;
ε. «Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ. Χ.»: Ποιο είναι το ερώτημα που προκύπτει, κατά τη γνώμη σας, από τους στίχους 15 και 17 του ποιήματος; Αυτό το θέμα τι σημαίνει για εσάς;
στ. «Ένα παιδί μετράει τα άστρα»: Να παρουσιάσεις τη συναισθηματική κατάσταση του δασκάλου, όπως αυτή εμφανίζεται στο απόσπασμα. Εννοείται ότι η γνώμη σου είναι ανάγκη να στηριχθεί σε δείκτες του κειμένου.

Το λογοτεχνικό κείμενο μπορεί να συνοδεύεται από εισαγωγικό σημείωμα, στο οποίο θα αναφέρονται πληροφορίες (χωρίς ερμηνευτικά σχόλια) που κρίνονται απαραίτητες για την κατανόησή του.
Επίσης, μπορεί να δίνεται με τη μορφή υποσημείωσης η σημασία μιας λέξης που δεν είναι γνωστή.

4. Τα κείμενα που θα διδαχθούν στη Λογοτεχνία στη διάρκεια της σχολικής χρονιάς, κατά τη διδασκαλία στην τάξη, και θα γίνονται αντικείμενο ερμηνευτικής προσέγγισης θα πρέπει να επιλέγονται από ποικίλες κατηγορίες και να είναι τουλάχιστον 15.

5. Στο «βιβλίο ύλης» οι εκπαιδευτικοί οφείλουν να γράφουν την ταυτότητα του κειμένου που επιλέγουν για επεξεργασία: Τίτλος κειμένου, Συγγραφέας, Προέλευση κειμένου (π.χ σχολικό εγχειρίδιο, φάκελος υλικού, άλλο...), Κειμενικό είδος (π.χ. ποίημα, διήγημα κ.λπ.) Για την παρακολούθηση της πορείας της διδασκαλίας στα «Πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα» στις αντίστοιχες φόρμες οι εκπαιδευτικοί να καταγράφουν τον αριθμό των κειμένων των οποίων έχουν ολοκληρώσει την ερμηνευτική προσέγγιση. Παράλληλα, να σημειώνουν για κάθε κείμενο τον τίτλο και τον συγγραφέα.

Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Πραγματολογία & Κειμενογλωσσολογία

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Vanessa Bates

Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Πραγματολογία & Κειμενογλωσσολογία

Σύμφωνα με τις Οδηγίες για τη διδασκαλία του μαθήματος: Νεοελληνική Γλώσσα & Λογοτεχνία της Γ΄ Λυκείου (16-9-2019) τα κριτήρια με τα οποία αποτιμάται η πληρότητα των απαντήσεων των μαθητών και των μαθητριών είναι: α) η ποιότητα (αλήθεια και ακρίβεια των δεδομένων), β) η ποσότητα (η επάρκεια των στοιχείων), γ) η συνάφεια του περιεχομένου με τον επικοινωνιακό στόχο και δ) η σαφήνεια σε επίπεδο έκφρασης και διατύπωσης του περιεχομένου (περισσότερα βλ. Γραμματική Νέας Ελληνικής Γλώσσας -Σωφρόνης Χατζησαββίδης – Αθανασία Χατζησαββίδου-, Κεφάλαιο Πέμπτο, Ενότητα 1 «Πραγματολογία»).

Στη συνέχεια παρατίθεται το κεφάλαιο της Πραγματολογίας από τη Γραμματική της Νέας Ελληνικής Γλώσσας και επικουρικά το εισαγωγικό μέρος του κεφαλαίου της Κειμενογλωσσολογίας, προκειμένου να διευκολυνθεί η εξοικείωση των μαθητών με σημαντικούς για την κατανόηση και προσέγγιση κειμένων όρους.

Η ΠΡΑΓΜΑΤΟΛΟΓΙΑ

Η Πραγματολογία αποτελεί ένα επίπεδο ανάλυσης της γλώσσας το οποίο εξετάζει τη σχέση του εκφωνήματος με την περίσταση στην οποία χρησιμοποιείται. Ενώ δηλαδή σε όλα τα άλλα επίπεδα ανάλυσης, από τη Φωνητική έως και το Λεξιλόγιο, εξετάζεται το παραγόμενο γλωσσικό προϊόν, ανεξάρτητα από τον παραγωγό του και τις συνθήκες μέσα στις οποίες παράγεται, στην Πραγματολογία αυτό που ενδιαφέρει είναι τα νοήματα και οι σημασίες που παίρνουν τα εκφωνήματα ανάλογα με τον χρόνο, τον χώρο, την κοινωνική θέση, τον ρόλο των ομιλητών, τον στόχο που επιδιώκεται και τα γλωσσικά και άλλα εξωγλωσσικά συμφραζόμενα.
Στην Πραγματολογία, λοιπόν, η γλώσσα εξετάζεται ως πράξη που επιτελείται από κάποιον ομιλητή και επηρεάζει τους συνομιλητές. Άλλωστε, η Πραγματολογία ως επίπεδο ανάλυσης της γλώσσας γεννήθηκε ουσιαστικά από την ανάπτυξη της θεωρίας των λεκτικών πράξεων που διατυπώθηκε από τους φιλοσόφους John Austin, Paul Grice και John Searle κατά τις δεκαετίες 1960 και 1970. Βασική θέση της θεωρίας αυτής είναι ότι, κάθε φορά που λέμε ή γράφουμε κάτι στο πλαίσιο της επικοινωνίας, πράττουμε κάτι, π.χ. εκφωνώντας τη φράση Ξεκίνα για το σχολείο ζητώ από τον συνομιλητή μου να πάει στο σχολείο, να κάνει δηλαδή μια πράξη. Αντίθετα, αν η φράση Ξεκίνα για το σχολείο ήταν μια φράση που έπρεπε να τη μάθω απέξω ή να την εκφωνήσω για να μάθω, για παράδειγμα, πώς σχηματίζεται η προστακτική στο β΄ πρόσωπο του ρήματος ξεκινώ, δε θα αποτελούσε η εκφώνησή της λεκτική πράξη.
Η θεωρία των λεκτικών πράξεων έστρεψε το ενδιαφέρον της Γλωσσολογίας από την εξέταση και την περιγραφή του συστήματος της γλώσσας στην εξέταση και περιγραφή εκφωνημάτων στο πλαίσιο της επικοινωνίας, όπου κάθε εκφώνημα αποκτά σημασία ανάλογα με τους παράγοντες που συμμετέχουν σε αυτήν, δηλαδή τις συνθήκες επικοινωνίας (πομπός, δέκτης, κανάλι, θέμα, σκοπός κτλ.). Στο πλαίσιο της επικοινωνίας, λοιπόν, προφορικής ή γραπτής, ο άνθρωπος, όταν παράγει λόγο, ταυτόχρονα επιτελεί και μια πράξη, η οποία μπορεί να είναι μια δήλωση, μια παράκληση, μια απειλή κ.ο.κ. Βασική μονάδα, λοιπόν, της Πραγματολογίας είναι η λεκτική πράξη, η οποία, σύμφωνα με τη θεωρία που ανέπτυξε ο Austin, περιέχει τρεις διαφορετικές πράξεις:

α) Την πράξη της εκφώνησης, η οποία, αναφέρεται στην εκφώνηση μιας φράσης μέσω του συνδυασμού ήχων ή γραφημάτων και λέξεων. Πρόκειται δηλαδή για την απλή εκφορά λέξεων και προτάσεων.

β)   Την προσλεκτική πράξη, η οποία αναφέρεται στην πράξη που επιτελεί ο ομιλητής. Σ’ αυτήν συνδέονται σε ένα εκφώνημα το πρόσωπο στο οποίο γίνεται αναφορά με το ρήμα που πραγματώνει την πρόθεση του αναφερόμενου. Μπορεί να έχει τη μορφή μιας παράκλησης, μιας ερώτησης, μιας ανακοίνωσης, μιας προσφοράς κ.ο.κ. Πρόκειται στην ουσία για την πράξη με την οποία ο ομιλητής προσδιορίζει τον τρόπο με τον οποίο θα καταλάβει ο ακροατής την πρόθεσή του.

γ)  Την πράξη επιτέλεσης, η οποία αναφέρεται στο αποτέλεσμα που επιδιώκει ο ομιλητής να έχει ένα εκφώνημα στον αποδέκτη.

Παράδειγμα
Αν δε μου δώσεις το βιβλίο, δε θα σου ξαναμιλήσω. (1)
Μου δίνεις, σε παρακαλώ, το βιβλίο; (2)
Είπες ότι θα μου δώσεις το βιβλίο. (3)
Θα μου δώσεις το βιβλίο; (4)
Δώσε μου αμέσως το βιβλίο. (5)

Υποθέτουμε ότι οι πέντε παραπάνω φράσεις εκφωνούνται από το ίδιο άτομο (π.χ. έναν/μια μαθητή/-τρια) και έχουν τον ίδιο αποδέκτη (π.χ. έναν/μια συμμαθητή/-τριά του/της). Και οι πέντε φράσεις περιέχουν τον ίδιο συνδυασμό αντικειμένου αναφοράς (βιβλίο) και ρήματος (δίνω). Καθεμιά όμως από αυτές τις φράσεις διαφέρει και ως προς την πράξη εκφώνησης και ως προς την προσλεκτική πράξη. Η (1) εκφράζει απειλή, η (2) παράκληση, η (3) αποτελεί μια ανακοίνωση, η (4) είναι ερώτηση και η (5) εκφράζει προσταγή.

Η παραπάνω θεωρία των λεκτικών πράξεων οδήγησε τους θεωρητικούς στην προσπάθεια ταξινόμησής τους. Σύμφωνα λοιπόν με την κατάταξη του Searle οι κατηγορίες των λεκτικών πράξεων είναι οι εξής:

α) Δηλωτικές, με τις οποίες δηλώνεται από τον ομιλητή η αλήθεια του περιεχομένου του εκφωνήματός του, π.χ. Η κ. Παπαδοπούλου βρίσκεται στο γραφείο της.

β) Κατευθυντικές, με τις οποίες ο ομιλητής επιχειρεί να πείσει ή να κατευθύνει τον ακροατή, π.χ. Άνοιξέ μου, σε παρακαλώ, την πόρτα.

γ) Δεσμευτικές, με τις οποίες ο ομιλητής δεσμεύεται να πραγματοποιήσει αυτό που λέει, π.χ. Θα σου δώσω αύριο τα κλειδιά του σπιτιού.

δ) Εκφραστικές, με τις οποίες ο ομιλητής εκφράζει την ψυχική του κατάσταση απέναντι στο περιεχόμενο του εκφωνήματος, π.χ. Χαίρομαι πολύ για την επιτυχία σου.

ε) Διακηρυκτικές, με τις οποίες ο ομιλητής επιτελεί άμεσα μια πράξη, π.χ. Σε αναγορεύω διδάκτορα Φιλοσοφίας.

Η ταξινόμηση αυτή δεν είναι και ούτε μπορεί να είναι απόλυτη, αφού μπορεί ένα εκφώνημα να ανήκει στη μια ή στην άλλη κατηγορία, π.χ. η φράση Χαίρομαι πολύ για την επιτυχία σου μπορεί να είναι είτε εκφραστική είτε δηλωτική λεκτική πράξη. Εξαρτάται από τη συνθήκη επικοινωνίας και από τα συμφραζόμενα.

Η συσχέτιση μιας πράξης εκφώνησης με την προσλεκτική πράξη και την πράξη επιτέλεσης από τον παραγωγό ενός εκφωνήματος αποτελεί διαδικασία η οποία διέπεται από ορισμένες αρχές που ισχύουν για κάθε είδος αλληλεπίδρασης στον γραπτό και στον προφορικό λόγο. Η κυριότερη από αυτές τις αρχές, που διατύπωσε ο φιλόσοφος Grice, είναι η αρχή της συνεργασίας, η οποία αφορά την επιθυμία των επικοινωνούντων να συνεργαστούν και μέσω της οποίας εξελίσσεται ο διάλογος μεταξύ των συνομιλητών. Η αρχή της συνεργασίας αποτελείται, σύμφωνα πάντα με τον Grice, από τα εξής τέσσερα αξιώματα, τα οποία είναι κανόνες που ρυθμίζουν την επικοινωνία:

α) Το αξίωμα της ποιότητας, το οποίο αφορά την επιθυμία μετάδοσης της αλήθειας από τους επικοινωνούντες.

β) Το αξίωμα της ποσότητας, το οποίο αφορά την ποσότητα των στοιχείων που μεταδίδονται από τους επικοινωνούντες, η οποία θα πρέπει να είναι επαρκής.

γ) Το αξίωμα της συνάφειας, το οποίο αφορά τη συνάφεια του υπό συζήτηση θέματος με τον σκοπό της επικοινωνίας, τα οποία θα πρέπει να συνδέονται μεταξύ τους στενά.

δ) Το αξίωμα του τρόπου, το οποίο αφορά τη σαφήνεια του λόγου και τη συνάφεια που πρέπει να έχουν μεταξύ τους τα νοήματα που μεταδίδουν οι επικοινωνούντες

Οι αρχές αυτές συχνά παραβιάζονται από τους επικοινωνούντες με σκοπό να δηλωθούν κάποια υπονοήματα.
Με την έννοια που δόθηκε και δίνεται στην Πραγματολογία, αυτή σχετίζεται και με τη Σημασιολογία, αφού εξετάζει σημασίες, αλλά και με τον κλάδο που εξετάζει τη διάρθρωση των εκφωνημάτων σε κείμενα, δηλαδή την Κειμενογλωσσολογία ή Κειμενολογία. Γι’ αυτό, στο παρόν κεφάλαιο θα γίνει λόγος για στοιχεία που έχουν σχέση με το κείμενο, τη διάρθρωσή του, τα είδη του, την υφή και την ποικιλότητά του, στοιχεία δηλαδή που σχετίζονται με τη χρήση της γλώσσας σε πραγματικές επικοινωνιακές συνθήκες.

Η ΚΕΙΜΕΝΟΓΛΩΣΣΟΛΟΓΙΑ

Το κείμενο και η έννοιά του
Είναι γνωστό ότι η επικοινωνία μεταξύ των ατόμων γίνεται με διάφορα συστήματα σημείων (χειρονομίες, διάφορα σήματα, εικόνες κτλ.). Το πιο σημαντικό από αυτά τα συστήματα είναι η γλώσσα, μέσω της οποίας μπορούν να αποδοθούν λεπτές αποχρώσεις της πραγματικότητας. Όταν λέμε ότι η επικοινωνία διεξάγεται μέσω της γλώσσας, δεν εννοoύμε ότι γίνεται μέσω φθόγγων ή γραμμάτων ή μεμονωμένων λέξεων, αλλά με συνδυασμό αυτών των μονάδων, οι οποίες κατά την επικοινωνία συγκροτούν αυτό που ονομάζουμε κείμενο. Για να χαρακτηριστεί μια γλωσσική ενότητα κείμενο, είναι απαραίτητες κάποιες προϋποθέσεις:

α) Να έχει καθορισμένα όρια, αναγνωρίσιμα από τους συμμετέχοντες στην επικοινωνία, π.χ. μια διάλεξη για ένα συγκεκριμένο θέμα έχει μια αρχή και ένα τέλος που τα αναγνωρίζουν όλοι οι συμμετέχοντες. Πριν και μετά από τη διάλεξη αυτήν ο ομιλητής μπορεί να παράγει λόγο, αλλά ο λόγος αυτός συγκροτεί άλλα κείμενα.
β) Να έχει εσωτερική συνοχή, να αναφέρεται δηλαδή σε κάποια εξωγλωσσική πραγματικότητα, η οποία μπορεί να αποτελέσει μια ολότητα, π.χ. σε μια τηλεφωνική επικοινωνία, αν το ένα άτομο μιλά για τον καιρό, χωρίς να δίνει σημασία στο τι λέει ο άλλος, και αν ο άλλος μιλά για τις εξετάσεις που έχει την επόμενη ημέρα, η επικοινωνία αυτή δεν έχει συνοχή και δεν αποτελεί μια ολότητα, άρα δεν είναι ενιαίο κείμενο. Αντίθετα, αν και τα δύο άτομα αναφέρονται στην ίδια εξωγλωσσική πραγματικότητα, για παράδειγμα στον καιρό ή στις εξετάσεις, αυτή η τηλεφωνική επικοινωνία έχει συνοχή, αποτελεί μια ολότητα και χαρακτηρίζεται κείμενο.
γ) Να συνδέεται με την πράξη της επικοινωνίας, πράγμα που σημαίνει ότι θα είναι αναγνωρίσιμες από τους συμμετέχοντες στην επικοινωνία οι προθέσεις του παραγωγού του λόγου και οι καταστάσεις για τις οποίες γίνεται λόγος, π.χ. η εκφώνηση της παροιμίας «Κάλλιο αργά παρά ποτέ» αποτελεί κείμενο, αν ειπωθεί από έναν ομιλητή με πρόθεση να συνοψίσει και να συμβολοποιήσει κάποιες καταστάσεις που παρουσιάζονται ή που περιέγραψε ο ίδιος ή κάποιος συνομιλητής του. Αλλιώς η ξερή εκφώνηση, χωρίς πρόθεση και χωρίς αναφορά σε κάποια κατάσταση, δεν την καθιστά κείμενο.
δ) Να έχει νόημα, να είναι δηλαδή τα νοήματα που περιέχει η γλωσσική ενότητα αναγνωρίσιμα όχι μόνο από σημασιολογική άποψη, αλλά και από την άποψη των νοημάτων που αναδύονται από τους παράγοντες που συμμετέχουν στην επικοινωνιακή συνθήκη στην οποία εντάσσεται το κείμενο, π.χ. η λέξη ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ως τίτλος εφημερίδας έχει μια σημασία, αλλά ταυτόχρονα αναδύεται από τους επικοινωνιακούς παράγοντες (θέση τίτλου, έντυπο κτλ.) ένα ιδιαίτερο νόημα που την απομακρύνει από την κυριολεκτική σημασία της λέξης και δίνει το νόημά της.

Με βάση αυτές τις προϋποθέσεις ορίζουμε το κείμενο ως μια γλωσσική ενότητα που έχει καθορισμένα όρια, εσωτερική συνοχή και φέρνει τόσο στοιχεία από τις προθέσεις του δημιουργού όσο και νοήματα που συνδέονται με εξωγλωσσικές καταστάσεις και επικοινωνιακές συνθήκες.

Παρατηρώ και… καταλαβαίνω…

1. ΦΩΤΙΑ
Ας πάρουμε για παράδειγμα τη λέξη φωτιά. Η λέξη αυτή, είτε στον προφορικό είτε στον γραπτό λόγο, αποτελεί απλώς έναν συνδυασμό γραμμάτων (φθόγγων) με κάποια αρχή και τέλος και με μια εσωτερική συνοχή, αλλά δεν αναφέρεται σε καμιά αναγνωρίσιμη από τον ακροατή ή αναγνώστη κατάσταση, ούτε γίνονται γνωστές οι προθέσεις του παραγωγού αυτής της λέξης ούτε οι επικοινωνιακές συνθήκες κάτω από τις οποίες έχει παραχθεί. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η λέξη φωτιά δεν αποτελεί σε καμιά περίπτωση κείμενο. Αν όμως η λέξη φωτιά εκφωνηθεί με δυνατή και αγωνιώδη φωνή από ένα άτομο προς άλλα άτομα σε χώρο που υπάρχουν οι προϋποθέσεις να ανάψει φωτιά (κτίριο, δάσος κτλ.), τότε αποτελεί κείμενο, γιατί συγκροτεί μια γλωσσική ενότητα που έχει όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις να γίνει αντιληπτή ως κείμενο (όρια, εσωτερική συνοχή, προθετικότητα, επικοινωνιακές συνθήκες).

2. Παρατηρήστε την παρακάτω πινακίδα:
ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ
Η ΕΙΣΟΔΟΣ
ΣΤΟΥΣ ΜΗ ΕΧΟΝΤΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑ
Οι σημασίες που μπορεί θεωρητικά να έχει είναι πολλές:
 α) Απαγορεύεται η είσοδος σε όσους είναι άνεργοι.
β) Απαγορεύεται η είσοδος σε όσους δεν εργάζονται αυτή τη στιγμή κτλ.

Αν η πινακίδα αυτή αναρτηθεί έξω από ένα εργοτάξιο, χώρο έξω από τον οποίο συνήθως τη βλέπουμε, παίρνει το εξής νόημα: «Απαγορεύεται να μπαίνουν στον χώρο του εργοταξίου όσοι δε δουλεύουν σε αυτό και δεν έχουν σχέση με αυτό». Το νόημα αυτό το δίνει η ύπαρξη της περίστασης επικοινωνίας μαζί με τις άλλες προϋποθέσεις που την κάνουν κείμενο (όρια, εσωτερική συνοχή, προθετικότητα, επικοινωνιακές συνθήκες).

3. Το ίδιο μπορεί να παρατηρήσει κανείς στο παρακάτω εκφώνημα:
ΤΖΑΜΙΑ ΔΙΠΛΑ
Η φράση αυτή, γραμμένη με κεφαλαία, μπορεί να διαβαστεί με δύο τρόπους:
 α) τζάμια δίπλα,
β) τζάμια διπλά.

Τη λύση θα τη δώσει η επικοινωνιακή συνθήκη. Η πινακίδα αυτή, γραμμένη έξω από ένα κατάστημα που πουλάει τζάμια, θα διαβαστεί «Τζάμια διπλά». Αν όμως βρίσκεται στο διπλανό κατάστημα που πουλάει πιθανόν καθρέφτες ή είδη οικιακής χρήσης, θα διαβαστεί «Τζάμια δίπλα».
Επαρκής επικοινωνία μεταξύ δύο ή περισσότερων ατόμων υπάρχει μόνον, όταν οι συμμετέχοντες σε αυτήν είναι σε θέση να αντιληφθούν όλες τις παραπάνω παραμέτρους που συνθέτουν αυτό που ορίσαμε ως κείμενο. Το κείμενο λοιπόν αποτελεί τη βασική μονάδα επικοινωνίας και γι’ αυτό η παρουσία του στη ζωή του ανθρώπου είναι ουσιώδης και σημαντική. Ο λόγος αυτός οδήγησε στα νεότερα χρόνια πολλούς επιστήμονες από διαφορετικές επιστημονικές περιοχές να ασχοληθούν θεωρητικά και πρακτικά με αυτό και την ανάλυσή του. Στον χώρο της Γλωσσολογίας ο κλάδος που ασχολείται με το κείμενο και την ανάλυσή του είναι η Κειμενογλωσσολογία.
Η Κειμενογλωσσολογία φαίνεται να συγκροτείται ως ιδιαίτερη επιστημονική περιοχή το τελευταίο τέταρτο του 20ού αι.
Τα πρώτα ίχνη της Κειμενογλωσσολογίας βρίσκονται στη Ρητορική των Αρχαίων Ελλήνων, που στόχευε στην ανάδειξη των λεκτικών στοιχείων και των μηχανισμών με τα οποία διαμορφώνονται τα κείμενα πειθούς. Θεωρητικός της Ρητορικής στην ελληνική αρχαιότητα του 4ου αι. π.Χ. είναι ο Αριστοτέλης.
Από τα τέλη του 19ου αι., και ιδίως μέσα στον 20ό αι., η έννοια του κειμένου θεωρητικοποιείται αρκετά και διαμορφώνονται ορισμένες τάσεις και σχολές. Ορισμένες από αυτές τις τάσεις θεωρούν το κείμενο ένα στατικό προϊόν, μέσα στο οποίο αποτυπώνονται τα δεδομένα και οι προσωπικές καταστάσεις ενός ατόμου, του συγγραφέα, και τα στοιχεία του κοινωνικού και ιδεολογικού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο παράγεται. Άλλες τάσεις πάλι θεωρούν το κείμενο ένα δυναμικό προϊόν, που δίνει τη δυνατότητα επικοινωνίας ανάμεσα στον πομπό και τον δέκτη.
Στα νεότερα χρόνια το κείμενο θεωρείται γενικά ένα πολυεπίπεδο νοηματικά προϊόν και έχει αποκτήσει τη σημασία που αναλύθηκε προηγουμένως (σσ. 172-173).

Κειμενικά είδη

Στο προηγούμενο κεφάλαιο αναφέραμε ότι η γλώσσα αποκτά νόημα μόνο μέσα στο κείμενο. Τα κείμενα παρουσιάζονται πάντοτε μέσα σε κοινωνικές συνθήκες και κατασκευάζονται πάντοτε για κάποιους σκοπούς: να πληροφορήσουν, να διασκεδάσουν, να διαφημίσουν κτλ. Οι κοινωνικές συνθήκες κάτω από τις οποίες παράγονται τα κείμενα ασκούν μεγάλη επίδραση σε αυτά, τόσο στη μορφή όσο και στο περιεχόμενό τους. Αυτό σημαίνει ότι κάθε κείμενο φέρνει μαζί του ορισμένα από τα χαρακτηριστικά των συνθηκών και ιδίως των περιστάσεων που προκάλεσαν την παραγωγή του. Πολλές από αυτές τις συνθήκες και τις περιστάσεις είναι εντελώς τελετουργικές, με αυστηρή σειρά στους λόγους και στις πράξεις, όπως για παράδειγμα είναι η βάπτιση, η συνεδρίαση της Βουλής, ένας αθλητικός αγώνας κτλ. Άλλες πάλι είναι λιγότερο τελετουργικές, όπως οι συζητήσεις ανθρώπων που δε γνωρίζονται καλά, μια γραπτή ανακοίνωση κτλ.
Τα κειμενικά είδη, λοιπόν, ή «τα είδη λόγου», είναι συμβατικές μορφές κειμένων που περιέχουν ορισμένα κειμενικά χαρακτηριστικά ως προς τη δομή, τη μορφή και  το περιεχόμενο. Τα χαρακτηριστικά αυτά αντικατοπτρίζουν τις κοινωνικές περιστάσεις μέσα στις οποίες παράγονται τα κείμενα. Έτσι, μια συνέντευξη ανήκει σε ένα κειμενικό είδος με ορισμένα χαρακτηριστικά, τα οποία αντιπροσωπεύουν την κοινωνική περίσταση της συνέντευξης, τη συζήτηση δηλαδή δύο ανθρώπων, κατά την οποία ο ένας ρωτά και ο άλλος απαντά, με σκοπό αυτή η συζήτηση (συνέντευξη) να δημοσιοποιηθεί σε τρίτα πρόσωπα. Μια διαφήμιση ανήκει σε ένα κειμενικό είδος που έχει ορισμένα κειμενικά χαρακτηριστικά και στη δομή και στη μορφή και στο περιεχόμενο (σύντομο κείμενο, περιεκτικό, ελκυστικό κτλ.), που αντικατοπτρίζουν την κοινωνική περίσταση της διαφήμισης.
Με την έννοια που δόθηκε προηγουμένως στα κειμενικά είδη, γίνεται αντιληπτό ότι αυτά είναι πάρα πολλά σε αριθμό. Γι’ αυτό έχουν γίνει προσπάθειες να κατηγοριοποιηθούν με βάση ορισμένα κριτήρια (δομικά, περιεχομένου, γλωσσικά κ.ά.), να ομαδοποιηθούν σε μεγάλες κατηγορίες και να ταξινομηθούν. Σήμερα υφίστανται στη βιβλιογραφία ορισμένες προτάσεις κατηγοριοποίησης και ταξινόμησης, οι οποίες, χωρίς να συμφωνούν μεταξύ τους, υποδεικνύουν πολύ γενικές κατηγορίες ομοειδών κειμένων, που ονομάζονται «γένη». Μία από αυτές τις προτάσεις διακρίνει τρεις μεγάλες γενικές κατηγορίες κειμένων: τα περιγραφικά (περιγραφή) και τα  αφηγηματικά  (αφήγηση), τα οποία εντάσσονται στον  αναφορικό λόγο, και τα επιχειρηματολογικά (επιχειρηματολογία), τα οποία εντάσσονται στον κατευθυντικό λόγο.

Περιγραφικά κείμενα: αναπαριστούν γλωσσικά πρόσωπα, χώρους, αντικείμενα και καταστάσεις της εμπειρίας του ομιλητή-συντάκτη και διακρίνονται σε αντικειμενικά και υποκειμενικά. Στα πρώτα χρησιμοποιείται συνήθως γ΄ πρόσωπο, παθητική σύνταξη και απουσιάζει ο μεταφορικός λόγος. Στα δεύτερα χρησιμοποιούνται κυρίως το α΄ πρόσωπο και αρκετές μεταφορές. Τα συχνότερα μορφοσυντακτικά στοιχεία τα οποία χρησιμοποιούνται στα περιγραφικά κείμενα είναι τα επίθετα, τα επιρρήματα, ο ενεστώτας και τα βοηθητικά ρήματα. Τα περιγραφικά κείμενα χαρακτηρίζονται συνήθως από σαφήνεια, ακρίβεια και παραστατικότητα.

Αφηγηματικά κείμενα: αναπαριστούν γλωσσικά εξιστορήσεις με μιαν ορισμένη σειρά πραγματικών ή φανταστικών συμβάντων, πράξεων και ενεργειών, που συνέβησαν ή κατασκευάστηκαν από τα συμμετέχοντα στην αφήγηση πρόσωπα. Διακρίνονται σε μυθοπλαστικά, που ανήκουν στη λογοτεχνία και έχουν περιεχόμενο μη πραγματικό, σε ιστορικά, όπου εξιστορούνται γεγονότα του παρελθόντος, και ρεαλιστικά, όπου εξιστορούνται γεγονότα σύγχρονα με τον χρόνο του αφηγητή. Εξελίσσονται πάνω σε δομικά σχήματα συμβάντων, τα οποία συνδέονται συνήθως μεταξύ τους χρονικά. Κυριαρχεί ο αόριστος χρόνος και το συνοπτικό ποιόν ενέργειας, ενώ πολύ συχνά χρησιμοποιούνται χρονικά επιρρήματα. Τα αφηγηματικά κείμενα περιέχουν συνδετικές λέξεις και φράσεις που δείχνουν τη χρονική σειρά των γεγονότων.

Επιχειρηματολογικά κείμενα: περιέχουν γλωσσικά στοιχεία με τα οποία ο ομιλητής-συντάκτης επιχειρεί να επηρεάσει τον αποδέκτη του κειμένου, με σκοπό την αλλαγή της άποψης και της στάσης του. Εξελίσσονται πάνω σε δομικά σχήματα συμβάντων και καταστάσεων, που οδηγούν σε μια έκβαση την οποία ο ομιλητής (ή ο συγγραφέας) προαποφάσισε. Από τα πιο συνηθισμένα γλωσσικά στοιχεία που  χρησιμοποιούνται είναι τα σχήματα λόγου (ρητορικές ερωτήσεις, επαναλήψεις, ελλείψεις κ.ά.), σύνδεσμοι και επιρρήματα που εξασφαλίζουν τη στενή σύνδεση των νοημάτων (και, αλλά, βέβαια, φυσικά, λοιπόν κ.ά.) και εκφράσεις που δηλώνουν το πιθανό (μπορεί, υποθέτω, κατά τη γνώμη μου κ.ά.) και το αναγκαίο (πρέπει, χρειάζεται κ.ά.).

Μια ανάλογη αλλά πιο γενική κατηγοριοποίηση των κειμένων είναι αυτή που τα διακρίνει σε προφορικά και σε γραπτά.

Τα προφορικά κείμενα διέπονται από τα χαρακτηριστικά του προφορικού λόγου, ο οποίος είναι οικείος, απροσχεδίαστος, αυθόρμητος, άμεσος και εφήμερος. Γι’ αυτό τα προφορικά κείμενα περιέχουν γλωσσικά στοιχεία που αποτελούν απόρροια αυτών των χαρακτηριστικών, όπως η παρατακτική σύνταξη, η ενεργητική σύνταξη, οι ελλείψεις, οι επανεκκινήσεις, οι επαναλήψεις, συχνά οι ασυνταξίες κ.ά.

Τα γραπτά κείμενα διέπονται από τα χαρακτηριστικά του γραπτού λόγου, ο οποίος είναι προσχεδιασμένος, έμμεσος και έχει διάρκεια. Απόρροια αυτών των χαρακτηριστικών είναι τα γλωσσικά στοιχεία των γραπτών κειμένων, που είναι συνήθως η υποτακτική σύνταξη, ο μεγάλος αριθμός ονοματικών φράσεων, η παθητική σύνταξη κ.ά.
Ανάμεσα σε αυτές τις κατηγορίες κειμένων, οι οποίες, όπως περιγράφηκαν, αποτελούν τα δύο άκρα ενός συνεχούς, βρίσκονται προφορικά κείμενα, άλλα με περισσότερα και άλλα με λιγότερα στοιχεία των γραπτών κειμένων, και γραπτά με περισσότερα ή λιγότερα στοιχεία των προφορικών.

Λένα Καλλέργη «Σκαρί»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Presniakov Oleksandr

Λένα Καλλέργη «Σκαρί»

Το κορμί
πάντα μπαίνει
σε μανίκια στενά
σε φόδρες αλύγιστες
σε κουμπιά που κοντεύουν να σπάσουν.

Δεν χωρά
στα δοσμένα μεγέθη να πάλλεται
και γυμνό δεν μπορεί να πηγαίνει.
Έτσι λέει η ιστορία του.

Τι να το έντυνα
ώστε όταν φυσάει
να μην μένουν επάνω του
οι εποχές και τα κρίματα.

Κι όταν βρέχει να στέκεται
να θυμάται τη δίψα του
να επιστρέφει στον ήλιο
με ολάνθιστο δέρμα.

Δεν έχω παρά
ένα σώμα φωνή
όλο αλάτι στην άρθρωση.

Αν όμως είχα
ένα πανί.

Καλλέργη, Λ. (2016). Περισσεύει ένα πλοίο, Αθήνα: Γαβριηλίδης.

Στο επίκεντρο του ποιήματος τίθενται οι περιορισμοί που συνοδεύουν το ανθρώπινο σώμα είτε αυτοί σχετίζονται με την κοινωνική του υπόσταση είτε με την ίδια του τη φύση. Η ελευθερία του περιορίζεται από τις κοινωνικές συμβάσεις, αλλά κι αυτό με τη σειρά του θέτει όρια στην επιθυμία του ανθρώπου να βιώνει μια διαρκή αίσθηση ελευθερίας και ευδαιμονίας, αφού είναι δέσμιο της φθοράς και της κούρασης.

«Το κορμί
πάντα μπαίνει
σε μανίκια στενά
σε φόδρες αλύγιστες
σε κουμπιά που κοντεύουν να σπάσουν.»

Το ποιητικό υποκείμενο αντιμετωπίζει την υποχρέωση που έχουν οι άνθρωποι να φορούν ρούχα ως πηγή καταπίεσης για το κορμί, αφού πάντοτε το σώμα καταλήγει να μπαίνει σε ρούχα που το στενεύουν και του προκαλούν ασφυξία. Τα μανίκια των ρούχων του έρχονται στενά κι οι φόδρες των ενδυμάτων είναι αλύγιστες, μη επιτρέποντας στο σώμα να κινηθεί με πλήρη ελευθερία. Πολύ συχνά, μάλιστα, τα ρούχα το σφίγγουν σε τέτοιο βαθμό, ώστε τα κουμπιά τους μοιάζουν έτοιμα να σπάσουν. Το κορμί αδυνατεί, έτσι, να βρει την ελευθερία κίνησης και ύπαρξης που του αναλογεί.
Η ενδυμασία δεν είναι ιδωμένη εδώ ως μέσο προφύλαξης του σώματος από τα καιρικά φαινόμενα, μήτε ως εύλογα επιβεβλημένη απόκρυψη της γύμνιας ως ένδειξη σεβασμού προς τους άλλους, αλλά και προς τον ίδιο μας τον εαυτό. Ελέγχεται ως μέσο ανεπιθύμητου περιορισμού της ελευθερίας που έχει ανάγκη το σώμα και αποτελεί σύμβολο των ευρύτερων περιορισμών που οφείλει να αποδεχτεί ένα άτομο προκειμένου να ενταχθεί σε ένα κοινωνικό σύνολο.

«Δεν χωρά
στα δοσμένα μεγέθη να πάλλεται
και γυμνό δεν μπορεί να πηγαίνει.
Έτσι λέει η ιστορία του.»

Το ανθρώπινο σώμα δεν βρίσκει μέσα στα ενδύματα που του επιβάλλονται τον αναγκαίο για τη ζωτικότητά του χώρο, μα δεν έχει και τη δυνατότητα να κινείται γυμνό. Έτσι, τουλάχιστον, έχει δείξει η ιστορία του. Το κορμί αναγκάζεται, επομένως, να υποταχθεί στις κοινωνικώς επιβεβλημένες συμβάσεις, έστω κι αν καταπιέζεται, αφού η γυμνότητά του δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.

«Τι να το έντυνα
ώστε όταν φυσάει
να μην μένουν επάνω του
οι εποχές και τα κρίματα.»

Με τι θα μπορούσα να ντύσω το κορμί μου, αναρωτιέται το ποιητικό υποκείμενο, ώστε όταν φυσάει να απομακρύνονται από αυτό οι επιπτώσεις τόσο του χρόνου που περνά, όσο και των λαθών που διέπραξε κατά το προηγούμενο διάστημα. Με το ερώτημα αυτό το ενδιαφέρον μετατοπίζεται από τους περιορισμούς που επιβάλλει η κοινωνία στο κορμί, σ’ αυτούς που προκύπτουν απ’ την ίδια του τη φύση. Το σώμα φθείρεται με το πέρασμα του χρόνου, αλλά και εξαιτίας των λανθασμένων επιλογών του ατόμου. Κάθε κατάχρηση και κάθε υπερβολή αφήνουν τα σημάδια τους στο σώμα, το οποίο δεν «ξεχνά» και δεν «συγχωρεί» κανένα από τα συνήθη αμαρτήματα των ανθρώπων. Το κάπνισμα, το αλκοόλ, η παρατεταμένη κούραση και κάθε άλλη υπερβολή που γίνεται στο όνομα της ευχαρίστησης του ατόμου, έχουν τον δικό τους αντίκτυπο στο ευάλωτο ανθρώπινο κορμί.

«Κι όταν βρέχει να στέκεται
να θυμάται τη δίψα του
να επιστρέφει στον ήλιο
με ολάνθιστο δέρμα.»

Η ποιήτρια θα ήθελε, συνάμα, να επαναφέρει στο κορμί της την επίγνωση του πόσο άμεσα συνδεδεμένο είναι με τη φύση. Έτσι, αντί να το καλύπτει με ρούχα που θα του παρέχουν προφύλαξη από τη βροχή, θα προτιμούσε να βρει ένα τρόπο να του υπενθυμίζει τη δίψα του, ώστε κάθε φορά που βρέχει, αυτό να στέκεται και να δέχεται τη ζωοποιό δύναμη του νερού. Η άμεση και άφοβη επαφή με τη βροχή θα το ανανέωνε και θα του επέτρεπε να επιστρέφει κατόπιν στον ήλιο με το δέρμα του δροσερό και ολάνθιστο. Η ποιήτρια δανείζεται εδώ μια ιδιότητα διαρκούς ανανέωσης από τον κόσμο της φύσης, η οποία δεν μπορεί εντούτοις να βρει εφαρμογή στο ανθρώπινο σώμα, υπό την έννοια πως η δική του πορεία είναι μια πορεία φθοράς.
Η επιθυμία της ποιήτριας να αποκτήσει το ανθρώπινο σώμα τη δυνατότητας μιας αέναης ανανέωσης είναι εξίσου ανέφικτη με το ενδεχόμενο να βρεθεί ένας τρόπος να απαλλάσσεται αυτό από τη φθορά που του προκαλούν ο χρόνος κι οι πιθανές καταχρήσεις ή λανθασμένες επιλογές. Το σώμα παραμένει δέσμιο των δικών του περιορισμών που το θέλουν να ακολουθεί μια πορεία φθοράς.

«Δεν έχω παρά
ένα σώμα φωνή
όλο αλάτι στην άρθρωση.»

Η ποιήτρια οδηγείται στην παραδοχή πως παρά τις επιθυμίες της, το μόνο που έχει στη διάθεσή της είναι ένα σώμα έτοιμο να διαμαρτυρηθεί για το καθετί ένα σώμα με τη δική του φωνή, που δεν παύει να της θυμίζει πόσο ευάλωτο είναι στην πάροδο του χρόνου. Οι αρθρώσεις του είναι γεμάτες αλάτι (αρθρίτιδα), γεγονός που της προκαλεί όχι μόνο συνεχείς ενοχλήσεις, αλλά και της υπενθυμίζει πως δεν μπορεί να παραβλέψει, όσο κι αν το θέλει, τους φυσικούς περιορισμούς του. Το κορμί δεν μπορεί να ανανεώνεται αέναα, μήτε να καταπονείται χωρίς τίμημα.  

«Αν όμως είχα
ένα πανί.»

Το ποιητικό υποκείμενο αναρωτιέται πόσο διαφορετική θα ήταν η κατάσταση αν αντί για ένα θνητό κορμί διέθετε ένα πανί που θα τη μετέτρεπε σ’ ένα καλοτάξιδο «σκαρί». Ένα πανί θα της έδινε την απεριόριστη εκείνη ελευθερία που αποζητά και θα την απάλλασσε απ’ το πλήθος των περιορισμών που της θέτει το ανθρώπινο κορμί της. Ένα πανί θα αποτελούσε το μέσο για την πραγματοποίηση πολλών και συνεχών ταξιδιών, χωρίς να έχει να αναλογιστεί την κούραση και την καταπόνηση του κορμιού της. Το πανί δεν θα διαμαρτυρόταν, μήτε θα της θύμιζε πόσο φθοροποιό είναι το πέρασμα του χρόνου. Θα την ταξίδευε αδιάκοπα, προσφέροντάς της νέες πρωτόγνωρες συγκινήσεις.
Με τους καταληκτικούς στίχους του ποιήματος γίνεται παράλληλα αντιληπτό το νόημα του τίτλου που έχει επιλεχθεί για το ποίημα. Η διττή έννοια που μπορεί να λάβει η λέξη «σκαρί», πλεούμενο, αλλά κι η κατάσταση του ανθρώπινου σώματος, επιτρέπει στην ποιήτρια να δημιουργήσει μια υποθετική σύνδεση μεταξύ των δύο. Το πέρασμα από το θνητό και ευάλωτο σώμα σ’ ένα γερό κι ευκίνητο πλεούμενο θα μπορούσε να αποτελέσει την απάντηση στην ανάγκη της ποιήτριας για περισσότερη ελευθερία, όπως και για μια ύπαρξη που δεν θα βρίσκεται υπό τον έλεγχο του χρόνου και της φθοράς.

Ερμηνευτικό σχόλιο
Κύριο, κατά τη γνώμη μου, θέμα του κειμένου είναι οι περιορισμοί που βιώνουν οι άνθρωποι, τόσο στο πλαίσιο της κοινωνικής συμβίωσης, όσο και εξαιτίας της ίδιας τους της θνητότητας. Το ποιητικό υποκείμενο αναδεικνύει αρχικά την καταπιεστική διάσταση των κοινωνικών περιορισμών μέσα από τη συμβολική τους παρουσίαση ως στενών και αλύγιστων ρούχων που παγιδεύουν το ανθρώπινο σώμα («σε μανίκια στενά / σε φόδρες αλύγιστες»). Παραδέχεται, ωστόσο, πως παρά την καταπίεση που υφίσταται το ανθρώπινο κορμί, δεν έχει δυνατότητα επιλογής, εφόσον δεν μπορεί να κινείται γυμνό και, κατ’ επέκταση, δεν μπορεί να υπάρχει μακριά από τους άλλους ανθρώπους. Την ίδια στιγμή, βέβαια, οι άνθρωποι είναι δέσμιοι και της ίδιας τους της φύσης, η οποία ακολουθεί μια αναπόφευκτη πορεία φθοράς. Μια επίγνωση που γεννά στο ποιητικό υποκείμενο την επιθυμία ύπαρξης κάποιου ιδιαίτερου ενδύματος χάρη στο οποίο να απαλλάσσεται το σώμα από τη φθοροποιό επίδραση του χρόνου, αλλά και των λανθασμένων επιλογών του ίδιου του ατόμου, όπως αυτό δηλώνεται με τη χρήση μεταφορικού λόγου «να μην μένουν επάνω του / οι εποχές και τα κρίματα». Με τη χρήση μεταφοράς, άλλωστε, εκφράζει και την πρόσθετη επιθυμία μιας συνεχούς ανανέωσης του ανθρώπινου σώματος, όπως αυτή συναντάται στη φύση («να επιστρέφει στον ήλιο / με ολάνθιστο δέρμα»).
Οι ανέφικτες αυτές επιθυμίες του ποιητικού υποκειμένου φανερώνουν το αναπόδραστο αφενός του συμβιβασμού με τις κοινωνικές επιταγές και αφετέρου με το ευάλωτο της ανθρώπινης φύσης. Έτσι, όσο κι αν μοιάζει επιθυμητή μια απόλυτη μορφή ελευθερίας («Αν όμως είχα / ένα πανί»), δεν μπορεί επί της ουσίας να υπάρξει.  
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...