Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Διαγωνίσματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Διαγωνίσματα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Αρχαία Ελληνικά Α΄ Λυκείου: Διαγώνισμα (Ξενοφώντα Ελληνικά)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Koen Demuynck

Αρχαία Ελληνικά Α΄ Λυκείου

Πάλιν δὲ εἰσελθὼν εἶπεν· «Ἐγώ, ὦ βουλή, νομίζω προστάτου ἔργον
εἶναι οἵου δεῖ, ὃς ἂν ὁρῶν τοὺς φίλους ἐξαπατωμένους μὴ
ἐπιτρέπῃ. Καὶ ἐγὼ οὖν τοῦτο ποιήσω. Καὶ γὰρ οἵδε οἱ
ἐφεστηκότες οὔ φασιν ἡμῖν ἐπιτρέψειν, εἰ ἀνήσομεν ἄνδρα
τὸν φανερῶς τὴν ὀλιγαρχίαν λυμαινόμενον. στι δὲ ἐν
τοῖς καινοῖς νόμοις τῶν μὲν ἐν τοῖς τρισχιλίοις ὄντων
μηδένα ἀποθνῄσκειν ἄνευ τῆς ὑμετέρας ψήφου, τῶν δ’ ἔξω
τοῦ καταλόγου κυρίους εἶναι τοὺς τριάκοντα θανατοῦν. γὼ
οὖν, ἔφη, Θηραμένην τουτονὶ ἐξαλείφω ἐκ τοῦ καταλόγου,
συνδοκοῦν ἅπασιν ἡμῖν. Καὶ τοῦτον, ἔφη, ἡμεῖς θανατοῦμεν.»
κούσας ταῦτα ὁ Θηραμένης ἀνεπήδησεν ἐπὶ τὴν ἑστίαν καὶ
εἶπεν: «Ἐγὼ δ’, ἔφη, ὦ ἄνδρες, ἱκετεύω τὰ πάντων ἐν-
νομώτατα, μὴ ἐπὶ Κριτίᾳ εἶναι ἐξαλείφειν μήτε ἐμὲ μήτε
ὑμῶν ὃν ἂν βούληται, ἀλλ’ ὅνπερ νόμον οὗτοι ἔγραψαν περὶ
τῶν ἐν τῷ καταλόγῳ, κατὰ τοῦτον καὶ ὑμῖν καὶ ἐμοὶ τὴν
κρίσιν εἶναι. Καὶ τοῦτο μέν, ἔφη, μὰ τοὺς θεοὺς οὐκ ἀγνοῶ,
ὅτι οὐδέν μοι ἀρκέσει ὅδε ὁ βωμός, ἀλλὰ βούλομαι καὶ τοῦτο
ἐπιδεῖξαι, ὅτι οὗτοι οὐ μόνον εἰσὶ περὶ ἀνθρώπους ἀδικώ-
τατοι, ἀλλὰ καὶ περὶ θεοὺς ἀσεβέστατοι.»  

[Ξενοφών, Ελληνικά 2.3.51 – 2.3.53]

Ερωτήσεις:

1. Να μεταφράσετε στα νέα ελληνικά τις οκτώ πρώτες σειρές του αποσπάσματος, οι οποίες ολοκληρώνονται με τη λέξη θανατοῦν.                                           
[30 μονάδες]

2α. Με ποιο τρόπο κατορθώνει ο Κριτίας να παρακάμψει το νόμο που θέσπισαν οι Τριάκοντα και προέβλεπε πως μόνο η βουλή των πεντακοσίων μπορούσε να καταδικάσει σε θάνατο όποιον βρισκόταν στον κατάλογο των τριών χιλιάδων; Γιατί φτάνει στο σημείο να παρακάμψει ένα νόμο που είχε ο ίδιος ψηφίσει και τι υποδηλώνει αυτό για τον τρόπο που οι Τριάκοντα διαχειρίζονταν την εξουσία;
[10 μονάδες]

2β. Ποια είναι η αντίδραση του Θηραμένη, όταν ακούει την καταδικαστική γι’ αυτόν απόφαση; Πώς προσπαθεί να δείξει την ασέβεια των τριάκοντα απέναντι στους θεούς; Σε τι πιστεύετε πως αποσκοπεί αυτή του η προσπάθεια;                 
[10 μονάδες]

3. Να αναφέρετε σε ποιες κατηγορίες διακρίνονται τα έργα του Ξενοφώντα και να γράψετε τους τίτλους δύο έργων από κάθε κατηγορία.                              
[10 μονάδες]

4α. Να γίνουν χρονικές αντικαταστάσεις στους ακόλουθους ρηματικούς τύπους: ἐλέξατε, ἔπασχε(ν), ἐκελεύσω, ἐλήφθη, ἔχεις                                     
[5 μονάδες]

4β. Να κλιθούν στον ενικό αριθμό οι ακόλουθες λέξεις (ουσιαστικά, επίθετα, μετοχές): ὁ πέλεκυς, τό ἄστυ, ὁ εὒελπις, ὁ λυθείς, ἡ λυθεῖσα                       
[5 μονάδες]

5α. Στην περίοδο που ακολουθεί να χαρακτηριστούν συντακτικώς οι υπογραμμισμένες λέξεις και να αναγνωριστεί η δευτερεύουσα πρόταση (είδος και συντακτική λειτουργία).

Βούλομαι καὶ τοῦτο ἐπιδεῖξαι, ὅτι οὗτοι οὐ μόνον εἰσὶ περὶ ἀνθρώπους ἀδικώτατοι, ἀλλὰ καὶ περὶ θεοὺς ἀσεβέστατοι.                                                              
[5 μονάδες]

5β. Να αναγνωρίσετε το είδος των ακόλουθων δευτερευουσών προτάσεων:
- Κίνδυνός στι μή ο δυνηθμεν πρξαι τατα
- Οτοι λεγον τι Κύρος τέθνηκεν
- ριαος τύγχανε φ’ μάξης πορευόμενος, διότι τέτρωτο (είχε πληγωθεί)
- Πρωταγόρας ρωτ ε οκ ασχύνομαι
- Ἀβροκόμας τά πλοῖα κατέκαυσεν, ἵνα μή Κῦρος διαβῇ                       
[5 μονάδες]

6. Να γράψετε δύο ομόρριζα (ένα απλό και ένα σύνθετο) της νεοελληνικής γλώσσας για κάθε μία από τις ακόλουθες λέξεις: ποιήσω, βούλομαι, ἐπιδεῖξαι, ἐξαλείφειν, ἔγραψαν, ὁρῶν, φανερῶς, λυμαινόμενον, ἀποθνῄσκειν, ψήφου                 
[10 μονάδες]

7. Αφού διαβάσετε το ακόλουθο απόσπασμα να αναφερθείτε στις διαφορετικές απόψεις που είχαν ο Θηραμένης κι ο Κριτίας και να δώσετε την άποψή σας σχετικά με τις προθέσεις του Κριτία.                                                                        [10 μονάδες]

Τον πρώτο καιρό ο Κριτίας κι ο Θηραμένης ήταν ομοϊδεάτες και φίλοι. Ο Κριτίας όμως -που ανάμεσα στ’ άλλα είχε εξοριστή κιόλας από τους δημοκρατικούς- είχε διάθεση να σκοτώση πολύν κόσμο, ενώ ο Θηραμένης εναντιωνόταν, λέγοντας ότι δεν ήταν λογικό να θανατώνουν ανθρώπους για μόνο το λόγο ότι τους τιμούσε ο λαός, έστω κι αν δεν πείραζαν σε τίποτα την καλή τάξη. «Στο κάτω-κάτω», τούλεγε, «κ’ εγώ κ’ εσύ έχουμε πει και κάνει πολλά για ν’ αποχτήσουμε δημοτικότητα». Ο άλλος πάλι αποκρινόταν (γιατί φερόταν ακόμα φιλικά στο Θηραμένη) ότι όποιος θέλει να κυριαρχή είν’ υποχρεωμένος να βγάζη από τη μέση εκείνους που θα μπορούσαν να του σταθούν εμπόδιο: «Κι αν φαντάζεσαι ότι επειδή είμαστε τριάντα κι όχι ένας η εξουσία μας δε χρειάζεται τόση φροντίδα όσο και μια προσωπική τυραννία είσαι ανόητος».

Απαντήσεις:

1. Αφού μπήκε πάλι μέσα είπε: «Εγώ, βουλευτές, θεωρώ ότι υποχρέωση του ηγέτη που είναι τέτοιος όπως πρέπει να είναι (του σωστού ηγέτη), όταν βλέπει τους φίλους του να εξαπατώνται είναι να μην το επιτρέπει. Κι εγώ λοιπόν αυτό θα κάνω. Γιατί και αυτοί εδώ που έχουν σταθεί κοντά λένε ότι δε θα μας επιτρέψουν, αν αφήσουμε έναν άνδρα που φανερά καταστρέφει την ολιγαρχία. Προβλέπεται άλλωστε στους νέους νόμους πως απ’ όσους συμπεριλαμβάνονται στους τρισχιλίους κανείς να μη θανατώνεται χωρίς τη δική σας ψήφο, για όσους όμως είναι εκτός του καταλόγου να έχουν το δικαίωμα η τριάκοντα για τη θανάτωσή τους.»

2. Ο Κριτίας μόλις συνειδητοποιεί πως τα μέλη της Βουλής ανταποκρίνονται θετικά στο λόγο του Θηραμένη και άρα το πιθανότερο είναι να τον αθωώσουν, αποφασίζει να πάρει την κατάσταση στα χέρια του. Ενημερώνει, λοιπόν, τους βουλευτές πως εφόσον σύμφωνα με τους νέους νόμους δεν μπορεί να καταδικαστεί κανένας από τους τρισχιλίους του καταλόγου σε θάνατο, αν δεν ψηφιστεί αυτό από τη Βουλή, ενώ οι εκτός του καταλόγου μπορούν να καταδικαστούν απευθείας από τους Τριάντα,  εκείνος με τη σύμφωνη γνώμη και των υπόλοιπων Τριάντα διαγράφει το Θηραμένη από τον κατάλογο και τον καταδικάζει σε θάνατο.
Για να αιτιολογήσει την αιφνίδια αυτή απόφαση προφασίζεται τα εξής: αφενός πως ως σωστός ηγέτης δε θέλει να δει τους βουλευτές να παρασυρθούν σε μια λανθασμένη απόφαση, έχοντας ξεγελαστεί από τα λόγια ενός επιτήδειου, και αφετέρου πως δε θέλει να προκαλέσει την οργή των οπλισμένων νέων που βρίσκονταν ολόγυρα στο βουλευτήριο νέων που έχουν δηλώσει ξεκάθαρα πως δεν πρόκειται να δεχτούν την απαλλαγή ενός ανθρώπου που τόσο φανερά βλάπτει το ολιγαρχικό πολίτευμα της Αθήνας. Εύλογα, βέβαια, οι δικαιολογίες αυτές ειπώθηκαν για να δώσουν μια επίφαση νομιμότητας και λογικής στην απόφασή του. Η αναφορά μάλιστα στους οπλισμένους νέους ήταν μια συγκαλυμμένη απειλή στους Βουλευτές, ώστε κανείς τους να μη διανοηθεί να αντιδράσει στην απροκάλυπτη παρέμβασή του σε μια δίκη, η έκβαση της οποίας έπρεπε να εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από κρίση των βουλευτών.
Στην πραγματικότητα η παρέμβαση του Κριτία και η παραβίαση ενός νόμου που είχε ο ίδιος ψηφίσει, ήρθαν ως αποτέλεσμα της αγανάκτησής του, καθώς έβλεπε πως το σχέδιό του να δοθεί στο λαό η θανατική καταδίκη του Θηραμένη ως απόφαση της Βουλής, έπεφτε στο κενό. Ο Κριτίας είχε αποθρασυνθεί σε τέτοιο βαθμό ώστε θεωρούσε αδιανόητο να μη γίνονται τα πράγματα όπως τα ήθελε και τα είχε σχεδιάσει ο ίδιος. Η συνεχής κατάχρηση της εξουσίας του είχε δημιουργήσει μια στρεβλή αίσθηση παντοδυναμίας, που τον ωθούσε πλέον να μην κρατά ούτε καν το ελάχιστο πρόσχημα νομιμότητας στις πράξεις και τις αποφάσεις του.
Ο Κριτίας θεωρεί το Θηραμένη και την επιρροή που ενδεχομένως μπορεί να ασκήσει στα άλλα μέλη των Τριάκοντα επικίνδυνη για τα σχέδια του να συνεχίσει ως παντοδύναμος ηγέτης των Αθηνών. Είναι επομένως γι’ αυτόν επιβεβλημένη η δολοφονία του Θηραμένη και άρα απαράδεκτη μια δυνητική του αθώωση, η οποία το δίχως άλλο θα ενίσχυε σημαντικά την επιρροή και τη δύναμη του αντιπάλου του. Υπό αυτήν την έννοια ο Κριτίας δε διστάζει να παραβιάσει έναν πρόσφατο νόμο, που είχε μάλιστα ψηφιστεί από τον ίδιο και τους συνεργάτες του.
Η παραβίαση του νόμου αυτού, όπως και η γενικότερη διάθεση των Τριάκοντα να επιβάλουν τη θέλησή τους, χωρίς να υπολογίζουν καμία έννοια νομιμότητας, είχε καταστήσει από την αρχή της κυριαρχίας τους σαφές πως το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν το προσωπικό τους συμφέρον. Με τον Κριτία προεξάρχοντα οι Τριάντα τύραννοι δεν έλαβαν την εξουσία, όπως υποστήριζαν, για να εξυπηρετήσουν το κοινό καλό και τα κεκτημένα του Αθηναϊκού λαού, αλλά για να ενισχύσουν την προσωπική τους ισχύ και φυσικά για να διασφαλίσουν τα μεγαλύτερα δυνατά οικονομικά οφέλη. Η κατοχή, επομένως, της πολιτικής εξουσίας είχε διαφθείρει κι είχε φέρει σε τέτοιο βαθμό αναισχυντίας τους Τριάκοντα, ώστε δε είχαν πλέον καμία αίσθηση καθήκοντος απέναντι στους πολίτες της Αθήνας.

2. Ο Θηραμένης όταν ακούει από τον Κριτία την καταδικαστική γι’ αυτόν απόφαση σπεύδει να βρεθεί, ως ικέτης, στην ιερή εστία του βουλευτηρίου χωρίς βέβαια να έχει την ψευδαίσθηση πως η κίνησή του αυτή θα τον ωφελούσε σε κάτι. Από τη θέση του ικέτη, λοιπόν, ζητά από τους βουλευτές να μην επιτρέψουν στον Κριτία μια τόσο κατάφωρη παραβίαση του νόμου και να φροντίσουν την τήρησή του, ώστε σύμφωνα με αυτόν να γίνει η κρίση του Θηραμένη, αλλά και των ίδιων βουλευτών.
Το αίτημα του Θηραμένη για τήρηση του νόμου και φυσικά για τη μη αναγνώριση στον Κριτία του δικαιώματος να διαγράφει όποιον θέλει από τον κατάλογο των τρισχιλίων αποκτά σαφέστερα το νόημά του, όταν ο Θηραμένης διευκρινίζει πως μ’ αυτό το νόμο θα πρέπει να κρίνεται όχι μόνο ο ίδιος αλλά και οι βουλευτές. Η υπόνοια που αφήνει εδώ ο Θηραμένης είναι εύλογη αν οι βουλευτές επιτρέψουν στον Κριτία να διαγράφει απ’ τον κατάλογο όποιον θέλει, τότε επί της ουσίας ανοίγουν το δρόμο για τη δολοφονία οποιουδήποτε πολίτη, ακόμη και των ίδιων των βουλευτών. Το αίτημα του Θηραμένη έχει απόλυτα λογική βάση, καθώς δίνει στους βουλευτές να καταλάβουν πως αν προστατεύσουν εκείνον προστατεύουν παράλληλα και τον εαυτό τους.
Η δραματική αυτή έκκληση του Θηραμένη γίνεται ενόσω βρίσκεται ως ικέτης στην ιερή εστία. Ο Θηραμένης γνωρίζει εξαρχής πως η μανία του Κριτία είναι τέτοια ώστε δεν πρόκειται να σεβαστεί το ιερό έθιμο της ικεσίας και θα τον δολοφονήσει ούτως ή άλλως. Επιθυμεί, όμως, να δείξει με τον πλέον σαφή τρόπο στους βουλευτές σε τι σημείο έχει φτάσει ο Κριτίας από το πάθος του για εξουσία και πόσο τον έχει διαφθείρει η πλανερή αίσθηση παντοδυναμίας του, ώστε να μη θεωρεί πια πως δεσμεύεται από τους νόμους της πολιτείας ή τους ιερούς άγραφους νόμους. Επειδή, βέβαια, ο Θηραμένης αντιλαμβάνεται πως οι βουλευτές μπορεί να μην κατανοήσουν αμέσως πόσο κινδυνεύουν από τον Κριτία, θεωρώντας ίσως τον εαυτό τους διασφαλισμένο λόγω του αξιώματός τους, προσπέφτει ικέτης στην εστία, προκειμένου να αναγκάσει τον Κριτία να φανερώσει πλήρως το θράσος και την ασέβειά του.
Αν ο Κριτίας δε σεβαστεί το έθιμο της ικεσίας -όπως και συνέβη τελικά- τότε δε θα υπάρχει κανείς που να μην καταλάβει πως τόσο εκείνος όσο και οι υπόλοιποι Τριάκοντα έχουν ξεπεράσει πια κάθε όριο. Αν ο Κριτίας δε διστάζει καν μπροστά στο ενδεχόμενο πρόκλησης ύβρεως απέναντι στους θεούς, τότε σίγουρα δε θα έχει κανένα σεβασμό απέναντι στους ανθρώπους και πολύ περισσότερο κανέναν απολύτως ενδοιασμό να δολοφονήσει οποιονδήποτε και να καταλύσει κάθε αίσθηση νομιμότητας, πολιτικής και θρησκευτικής.

3. Τα έργα του Ξενοφώντα σε σχέση με το περιεχόμενό τους διακρίνονται σε ιστορικά, σωκρατικά και διδακτικά.
Ιστορικά: Κυρου νάβασις, Κύρου Παιδεία
Σωκρατικά: Ἀπολογία Σωκράτους, Συμπόσιον
Διδακτικά: Πόροι ή Περί προσόδων, Περί ππικς

4α.
ἐλέξατε: λέγετε - ἐλέγετε - λέξετε (ἐρεῖτε) - ἐλέξατε - εἴπετε - εἰρήκατε - εἰρήκετε

ἔπασχε(ν): πάσχει - πασχεν - πείσεται - παθε - πέπονθε - πεπόνθει

ἐκελεύσω: κελεύ (ει) - κελεύου - κελεύσ (ει) - κελεύσω - κελεύσθης - κεκέλευσαι

ἐλήφθη: λαμβάνεται - λαμβάνετο - ληφθήσεται - λάβετο - λήφθη - εληπται - εληπτο

ἔχεις:  χεις - εχες - ξεις - σχήσεις - σχες - σχηκας - σχήκεις 

4β.
πέλεκυς                    τό στυ                       εελπις                     λυθείς
το πελέκεως              το στεως                 το εέλπιδος             το λυθέντος
τῷ πελέκει                   τῷ ἄστει                      τῷ εὐέλπιδι                 τ λυθέντι
τόν πέλεκυν                 τό στυ                       τόν εελπιν                 τόν λυθέντα
πέλεκυ                     στυ                        εελπις                    λυθείς

λυθεσα
τς λυθείσης
τ λυθείσ
τήν λυθεσαν
λυθεσα

5α. Βούλομαι καὶ τοῦτο ἐπιδεῖξαι, ὅτι οὗτοι οὐ μόνον εἰσὶ περὶ ἀνθρώπους ἀδικώτατοι, ἀλλὰ καὶ περὶ θεοὺς ἀσεβέστατοι.

Βούλομαι = Ρήμα της κύριας πρότασης με Υποκείμενο την αντωνυμία εγώ

ἐπιδεῖξαι = Τελικό απαρέμφατο ως αντικείμενο του ρήματος βούλομαι. Το απαρέμφατο έχει το ίδιο υποκείμενο με το ρήμα (ταυτοπροσωπία)

τοῦτο = Αντικείμενο του απαρεμφάτου ἐπιδεῖξαι

εἰσὶ = Ρήμα της δευτερεύουσας πρότασης

οὗτοι = Υποκείμενο του ρήματος της δευτερεύουσας

ἀδικώτατοι - ἀσεβέστατοι = Κατηγορούμενα στο υποκείμενο της δευτερεύουσας μέσω του συνδετικού ρήματος

Η δευτερεύουσα πρόταση (ὅτι οὗτοι οὐ μόνον εἰσὶ περὶ ἀνθρώπους ἀδικώτατοι, ἀλλὰ καὶ περὶ θεοὺς ἀσεβέστατοι) είναι Ειδική και λειτουργεί ως επεξήγηση στην αντωνυμία τοῦτο

5β.
Κίνδυνός στι μή ο δυνηθμεν πρξαι τατα = Δευ/σα Ενδοιαστική

Οτοι λεγον τι Κύρος τέθνηκεν = Δευ/σα Ειδική

ριαος τύγχανε φ’ μάξης πορευόμενος, διότι τέτρωτο =   Δευ/σα Αιτιολογική

Πρωταγόρας ρωτ ε οκ ασχύνομαι = Δευ/σα Πλάγια Ερωτηματική

Ἀβροκόμας τά πλοῖα κατέκαυσεν, ἵνα μή Κῦρος διαβῇ = Δευ/σα Τελική                      

6.
ποιήσω: ποίημα - παραποίηση
βούλομαι: βούληση – άβουλος  
ἐπιδεῖξαι: δείκτης - ανάδειξη
ἐξαλείφειν: αλοιφή – απαλείφω
ἔγραψαν: γραμματική – διαγράφω
ὁρῶν: όραση - διορατικός
φανερῶς: φάσμα – απόφανση
λυμαινόμενον: λύμα – απολυμαίνω  
ἀποθνῄσκειν: θνητός – αθάνατος
ψήφου:  ψήφισμα - καταψηφίζω           

7. Στο πλαίσιο της τυραννίας των Τριάκοντα ο Θηραμένης και ο Κριτίας εκπροσωπούσαν δύο διαφορετικές προσεγγίσεις. Έτσι, ενώ ο Θηραμένης θεωρούσε πως θα έπρεπε να τηρούν μια μετριοπαθή στάση και να μην προκαλούν το κοινό αίσθημα σκοτώνοντας ανθρώπους που δεν προκαλούν κακό σε κανέναν και ιδίως  εκείνους που τους τιμούσε ο λαός, ο Κριτίας είχε εξαρχής τη διάθεση να σκοτώσει πολλούς. Για τον Κριτία ήταν όχι μόνο θέμα προσωπικής εκδίκησης απέναντι σ’ εκείνους που κάποτε τον εξόρισαν από την Αθήνα, αλλά και ζήτημα πολιτικής τακτικής καθώς πίστευε πως ο μόνος τρόπος για να διατηρηθούν στην εξουσία ήταν να βγάλουν απ’ τη μέση όσους είχαν με οποιονδήποτε τρόπο τη δυνατότητα να επηρεάσουν το λαό. Βασικός στόχος για τον Κριτία ήταν αφενός όλοι εκείνοι που είχαν κατά τα προηγούμενα χρόνια κερδίσει το σεβασμό των συμπολιτών τους και είχαν αναγνωρισμένο κύρος στην κοινωνία, κι αφετέρου οι εύποροι πολίτες που θα μπορούσαν με τα χρήματά τους να οργανώσουν κάποιου είδους αντίδραση απέναντι στους Τριάντα.
Εκεί που ο Θηραμένης έβλεπε την ευκαιρία μιας αναδιοργάνωσης της πολιτείας με σκοπό τη στήριξη του συλλογικού συμφέροντος και προσδοκούσε να βασίσει την προσωπική του ανάδειξη σ’ ένα ουσιαστικό έργο, ώστε να μην είναι τόσο προφανές στους πολίτες ότι βρισκόταν εκεί κυρίως για ίδια οφέλη, ο Κριτίας διέβλεπε τον κίνδυνο να δοθεί χρόνος στους αντιπάλους τους για ανασυγκρότηση. Ο Κριτίας, επομένως, μη θέλοντας να διακινδυνεύσει την εξουσία του και μη έχοντας κανένα απολύτως ενδιαφέρον για το κοινό καλό, θεωρούσε πολύ πιο ασφαλές μέσο για τη διασφάλιση της εξουσίας τη βία, τον εκφοβισμό και φυσικά τις δολοφονίες των πολιτικών τους αντιπάλων.
Ο Κριτίας θεωρούσε περιττό και ανώφελο το να διατηρούν έστω και κάποια επίφαση νομιμότητας απέναντι στους πολίτες, καθώς πίστευε πως θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό το να σκοτώσουν εγκαίρως οποιονδήποτε θα μπορούσε να αποτελέσει κίνδυνο για την εξουσία τους.  

Διαγώνισμα: Λογοτεχνία Γ΄ Λυκείου (Η Αποκριά)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Erik Johansson

Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Γ΄ Λυκείου

Μίλτος Σαχτούρης «Η Αποκριά»

Μακριά σ’ έν’ άλλο κόσμο γίνηκε αυτή
                                                η αποκριά
το γαϊδουράκι γύριζε μες στους έρημους δρόμους
όπου δεν ανέπνεε κανείς
πεθαμένα παιδιά ανέβαιναν ολοένα στον ουρανό
κατέβαιναν μια στιγμή να πάρουν τους αετούς τους
                                                που τους είχαν ξεχάσει
έπεφτε χιόνι
γυάλινος χαρτοπόλεμος
μάτωνε τις καρδιές
μια γυναίκα γονατισμένη
ανάστρεφε τα μάτια της σα νεκρή
μόνο περνούσαν φάλαγγες στρατιώτες εν δυο
εν δυο παγωμένα δόντια

Το βράδυ βγήκε το φεγγάρι
αποκριάτικο
γεμάτο μίσος
το δέσαν και το πέταξαν στη θάλασσα
μαχαιρωμένο
Μακριά σ’ έν’ άλλο κόσμο γίνηκε αυτή
                                                η αποκριά.

Ερωτήσεις:

1. Ο Μίλτος Σαχτούρης εντάσσεται στους μεταπολεμικούς υπερρεαλιστές (νεοϋπερρεαλιστές). Να εντοπίσετε δύο υπερρεαλιστικές εικόνες στο ποίημα και να δικαιολογήσετε για ποιο λόγο τις κρίνετε ως υπερρεαλιστικές.

2. Η τραγωδία του εμφύλιου πολέμου είναι η μία πραγματικότητα. Η άλλη είναι η Αποκριά. Με ποιον τρόπο συνδέονται στη μικρή ιστορία του ποιήματος;

3.  Σε κάποια συνομιλία του με άλλους λογοτέχνες, ο Μίλτος Σαχτούρης είπε: «Και άλλοτε έχω πει πως αν δεν ήμουν ποιητής θα ήθελα να είμαι ζωγράφος».Έχει κατά τη γνώμη σας σχέση το ποίημα που διαβάσατε μ’ αυτή την επιθυμία του;

4. «Το βράδυ βγήκε το φεγγάρι ............μαχαιρωμένο». Προσπαθήστε να σχολιάσετε τους προηγούμενους στίχους επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον σας κυρίως στο ρόλο του φεγγαριού. Ποια διαδικασία ολοκληρώνεται με το «πέταγμα» του φεγγαριού στη θάλασσα;

5. Στο ποίημα του Μίλτου Σαχτούρη «Όπως τα τριαντάφυλλα» παρουσιάζεται ο θάνατος μικρών παιδιών. Μπορείτε να διακρίνετε ομοιότητα στον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει το ίδιο θέμα ο ποιητής στο ποίημα «Η Αποκριά»; Γιατί πιστεύετε πως επιλέγει αυτόν τον τρόπο προσέγγισης;

Μίλτος Σαχτούρης «Όπως τα τριαντάφυλλα»

Δύσκολα χρόνια
τρομαγμένα παιδιά
σιάχνουν με χαρτί κοκοράκια
τα βάφουν μαύρα
σα σβησμένα κεριά
τα βάφουν κόκκινα
σα ματωμένα λουλούδια
κι απορούν οι μανάδες
που ύστερα έρχεται
ο μεγάλος φίλος
ο κατάμαυρος φίλος
με τα χρυσά χέρια

και τα παίρνει

Απαντήσεις:

1. Στο ποίημα του Σαχτούρη γίνεται εύκολα αντιληπτή η υπερρεαλιστική προσέγγιση των πραγμάτων, καθώς ο ποιητής συνθέτει εικόνες που παραβιάζουν τις συμβάσεις της πραγματικότητας. Παραδείγματα αυτής της υπερρεαλιστικής προσέγγισης είναι η εικόνα των παιδιών που ανεβαίνουν στον ουρανό κι επιστρέφουν για μια στιγμή να πάρουν τους αετούς τους, που τους έχουν ξεχάσει, αλλά και η κίνηση των ανθρώπων να δέσουν το φεγγάρι και να το πετάξουν στη θάλασσα μαχαιρωμένο.
Οι εικόνες αυτές επιχειρούν να δώσουν τις σκέψεις του ποιητή με τρόπο που να φανερώνει κυρίως μια συναισθηματική κατάσταση παρά μια ρεαλιστική αποτύπωση των όσων πραγματικά συνέβησαν. Έτσι, πίσω από την εικόνα των παιδιών που ανεβαίνουν στον ουρανό κρύβεται η απροθυμία του ποιητή να περιγράψει τα άψυχα σώματα των νεκρών παιδιών, ενώ το μαχαίρωμα του φεγγαριού λειτουργεί ως υπαινικτική αναφορά για την πλήρη επικράτηση του μίσους.

2. Ο συνδυασμός του εμφυλίου με το έθιμο της αποκριάς είναι ένας συμβολικός τρόπος για την απόδοση της εσωτερικής αλλαγής που είχε επέλθει στους ανθρώπους εκείνη την εποχή. Το μασκάρεμα του εθίμου υπονοεί την απώλεια της ανθρωπιάς και της λογικής που είχε μετατρέψει τους τότε Έλληνες από ανθρώπους μαχόμενους για την ελευθερία τους σε μια μάζα φανατισμένων που εκδήλωναν με κάθε τρόπο το μίσος και τη σκληρότητά τους. Η Αποκριά είναι σε συμβολικό επίπεδο η αλλοίωση του χαρακτήρα των Ελλήνων και το νέο φονικό πρόσωπο που παρουσίαζαν ο ένας στον άλλο.
Ο ποιητής κατορθώνει να συσχετίσει τις δύο πραγματικότητες χρησιμοποιώντας λέξεις ή στοιχεία που αφορούν την Αποκριά κατά την περιγραφή της πραγματικότητας του εμφυλίου. Παρατηρούμε, λοιπόν, πως τα αθώα θύματα του εμφυλίου, τα μικρά παιδιά, παρουσιάζονται να διακόπτουν την ανάβασή τους στον ουρανό για να πάρουν τους χαρταετούς τους. Οι χαρταετοί που αποτελούν βασικό γνώρισμα της αποκριάτικης περιόδου διαπλέκονται έτσι με το θάνατο των παιδιών. Συνάμα, το χιόνι που πέφτει και ματώνει τις καρδιές των ανθρώπων, το φονικό δηλαδή κρύο εκείνης της περιόδου, παρομοιάζεται με το χαρτοπόλεμο, το γνωστό παιχνίδι της αποκριάς. Ενώ, τέλος, το φεγγάρι που θα πέσει θύμα της μανίας των ανθρώπων χαρακτηρίζεται αποκριάτικο, λαμβάνοντας κι αυτό συμμετοχή στο γενικότερο κλίμα μασκαρέματος και μετάλλαξης της συνήθους φύσης των ανθρώπων.

3. Ο Μίλτος Σαχτούρης συνθέτει συνήθως τα ποιήματά του έχοντας ως βασικό δομικό στοιχείο του την εικόνα. Με εικόνες που είτε αποδίδουν πραγματικές παραστάσεις από τα βιώματα του παρελθόντος, αλλά και -συνηθέστερα- με υπερρεαλιστικές εικόνες που μοιάζουν να υπερβαίνουν τα όρια και τη λογική της πραγματικότητας, επιχειρεί να δημιουργήσει σύντομες ιστορίες. Οι εικόνες αυτές, που μοιάζουν με θραύσματα μιας επώδυνης πραγματικότητας, την οποία δε θέλει πάντοτε να παρουσιάζει σε όλη της τη σκληρότητα και ωμότητα, δίνουν υπό μία έννοια την αίσθηση μικρών ζωγραφικών παραστάσεων. Θα μπορούσε δηλαδή το ποίημα «Αποκριά» να αποδοθεί με μια σειρά πινάκων, όπου σε κάθε έναν θα αποτυπωνόταν και μια επιμέρους εικόνα του ποιήματος.
Αν εξαιρέσουμε, άλλωστε, τους εισαγωγικούς στίχους που επαναλαμβάνονται στο τέλος και αποτελούν ένα είδος χρονικού προσδιορισμού, όλο το υπόλοιπο ποίημα αποτελείται από διακριτές εικόνες. Σε αντίθεση με άλλους ποιητές που μέσω των στίχων τους αποδίδουν τους συλλογισμούς, τις ανησυχίες ή τα συναισθήματά τους, ο Σαχτούρης αφήνει τις εικόνες που παρουσιάζει να προβληματίσουν, να επηρεάσουν και να βάλουν σε σκέψεις τους αναγνώστες. Επομένως, η δήλωση του ποιητή πως θα ήθελε να είναι ζωγράφος, μοιάζει να βρίσκει τη δικαίωσή της μέσα απ’ το συγκεκριμένο ποίημα, καθώς ο αναγνώστης οδηγείται σ’ έναν κόσμο όπου βασικός κώδικας επικοινωνίας δεν είναι οι ιδέες ή οι συλλογισμοί, αλλά οι εικόνες, οι σύντομα σκιαγραφημένες εικόνες.

4. Η τελευταία στροφή του ποιήματος περιλαμβάνει την πιο σημαντική εικόνα του ποιήματος, η οποία αναδεικνύει με ιδιαίτερα παραστατικό τρόπο το μίσος που έχει τυφλώσει τους ανθρώπους. Μόλις βγαίνει στο νυχτερινό ουρανό το αποκριάτικο φεγγάρι, οι άνθρωποι το δένουν και το πετούν στη θάλασσα μαχαιρωμένο.
Το φεγγάρι, που με την επιβλητική παρουσία του στον ουρανό, αποτελεί μια καίρια υπενθύμιση της μηδαμινότητας των ανθρώπων και συνάμα της κοινής πορείας τους, δεν γίνεται ανεκτό πια. Οι άνθρωποι αδιαφορούν για όσα τους ενώνουν, αδιαφορούν απέναντι στο γεγονός πως επί της ουσίας είναι όλοι ίσοι κι εξίσου ασήμαντοι μπροστά στην απεραντοσύνη του σύμπαντος.
Το μίσος που κατακλύζει τις ψυχές τους, τους ωθεί να βλέπουν παντού εχθρούς, γι’ αυτό και αντικρίζοντας το φεγγάρι θεωρούν πως είναι εχθρικό, πως είναι γεμάτο μίσος γι’ αυτούς και φυσικά για τις επονείδιστες πράξεις τους. Ό,τι μπορούν μεταξύ τους να το αιτιολογούν και να το εκλογικεύουν, δε θα μπορούσαν ποτέ να το υποστηρίξουν απέναντι σ’ έναν αντικειμενικό παρατηρητή, απέναντι σε κάποιον που με φρίκη αντικρίζει τον παραλογισμό του εμφυλίου πολέμου. Έτσι, μαχαιρώνουν το φεγγάρι και το πετούν στη θάλασσα, μη επιτρέποντας την ύπαρξη κανενός κριτή και κανενός παρατηρητή για τις πράξεις τους.
Το φεγγάρι, που θα μπορούσε να είναι η έσχατη ευκαιρία για να συνειδητοποιήσουν οι άνθρωποι πόσο έχουν χάσει τον έλεγχο των πράξεών τους, πόσο έχουν αφήσει το μίσος να θολώσει την κρίση τους, φονεύεται, καθώς οι άνθρωποι προτιμούν να εθελοτυφλούν μπροστά στις αλήθειες της ζωής.

5. Ο Μίλτος Σαχτούρης, όπως κι οι σύγχρονοί του, είχε το επώδυνο προνόμιο να ζήσει σε πολύ δύσκολες για την Ελλάδα εποχές και να αντικρίσει σκηνές ολέθρου και πλήρους εξαθλίωσης. Τα σώματα των νεκρών συμπατριωτών του, θύματα του πολέμου, της πείνας, αλλά και της αδελφοκτόνου μανίας, αποτέλεσαν μια βασική εικόνα που στιγμάτισε την ψυχή του ποιητή. Μια εικόνα που πέρασε βέβαια στους στίχους του, συχνά σε όλο της το φρικτό μεγαλείο, μιας κι ο ποιητής δεν ήθελε να αφήσει αυτούς τους θανάτους να περάσουν αμνημόνευτοι ή να λησμονηθούν.
Εντούτοις, μέσα στα θύματα του πολέμου ήταν πολλές φορές και μικρά παιδιά, κάτι που προξενούσε έντονο πόνο στον ποιητή και τον ενοχλούσε σε τέτοιο βαθμό, ώστε δεν ήθελε να περιγράφει και να αποκαλύπτει το θλιβερό θέαμα, όπως ο ίδιος το είχε αντικρίσει. Έτσι, οι θάνατοι των παιδιών εξωραΐζονται και κάθε φορά που ο ποιητής αναφέρεται σ’ αυτό το θέμα δημιουργεί ιδιαίτερες, κυρίως υπερρεαλιστικές, εικόνες, που συγκαλύπτουν την πραγματική σκληρότητα του θεάματος. Στα ποιήματα του Σαχτούρη τα παιδιά είτε ταξιδεύουν στον ουρανό είτε κόβονται όπως τα λουλούδια απ’ το χέρι του χάρου.
Ενδεικτικά, ως προς την τάση του ποιητή να μη φανερώνει το θάνατο των παιδιών στην πραγματική του διάσταση, είναι τα δύο εξεταζόμενα ποιήματα. Στο πρώτο («Η Αποκριά») τα πεθαμένα παιδιά που ανεβαίνουν στον ουρανό, επιστρέφουν για λίγο να πάρουν τους χαρταετούς τους, που τους έχουν ξεχάσει. Με αυτή την αμιγώς υπερρεαλιστική εικόνα ο ποιητής αφενός διαφυλάττει για τα παιδιά το δικαίωμα να ανέλθουν στον ουρανό, αφού αυτά δεν είναι παρά τα απολύτως αθώα θύματα του πολέμου, όποιου πολέμου, κι αφετέρου διασώζει ακόμη και μες στο θάνατο την παιδικότητά τους και το αναφαίρετο δικαίωμά τους στο παιχνίδι και στην ανεμελιά. Μπροστά στο απάνθρωπο και τραγικά πρόωρο τέλος τους ο ποιητής αντιτάσσει την αθωότητά τους, που το δίχως άλλο θα τους επιτρέψει να συνεχίσουν την ευδαιμονική τους ύπαρξη στον ουρανό κι αφετέρου τους προσφέρει τη δυνατότητα να συνεχίσουν το παιχνίδι τους, χωρίς να νιώθουν πια φόβο και στεναχώρια από τις παράλογες πράξεις των ενηλίκων.
Αντίστοιχα, στο δεύτερο ποίημα («Όπως τα τριαντάφυλλα») ο θάνατος των παιδιών που ζουν σε μια περίοδο σκληρότητας και πολέμου δίνεται υπαινικτικά μέσα από την εικόνα του μεγάλου κατάμαυρου φίλου με τα χρυσά χέρια που έρχεται και τα παίρνει η εικόνα γίνεται σαφέστερη αν συσχετιστεί με τον τίτλο του ποιήματος, καθώς ο μαύρος φίλος ουσιαστικά θερίζει τα παιδιά, τα μαζεύει, όπως κάνει κάποιος που κόβει τα τριαντάφυλλα. Ο ποιητής επιλέγει εδώ να παρομοιάσει τα μικρά παιδιά με τα τριαντάφυλλα σε μια προσπάθεια να απαλύνει τη σκληρότητα που εύλογα περιέχει η αναφορά στο θάνατό τους.
Ενδιαφέρον έχει κι ο τρόπος που εξελίσσεται το ποίημα, καθώς τα στοιχεία που δίνονται στους εισαγωγικούς στίχους, ότι δηλαδή τα χρόνια είναι δύσκολα και τα παιδιά είναι τρομαγμένα, αποσαφηνίζονται μέσα από τις δημιουργίες των παιδιών. Τα παιδιά βάφουν τα χάρτινα κοκοράκια που φτιάχνουν είτε μαύρα σαν κεριά που έχουν σβηστεί είτε κόκκινα σα ματωμένα λουλούδια. Ο φόβος, επομένως, κι οι δυσκολίες που χαρακτηρίζουν εκείνη την εποχή αποτυπώνεται στα παιχνίδια των παιδιών, όπου γίνεται έκδηλη όλη η εσωτερική τους αναστάτωση απέναντι στο κλίμα θανάτου που τα περιβάλλει. Έτσι, η απορία των μανάδων, όταν έρχεται ο μεγάλος κατάμαυρος φίλος, ο θάνατος, και παίρνει τα παιδιά μοιάζει μάλλον άτοπη, εφόσον σε μια εποχή πολεμικού παροξυσμού (είτε πρόκειται για τα χρόνια της κατοχής είτε για τα χρόνια του εμφυλίου) είναι μάλλον αναμενόμενο πως θα υπάρξουν και αθώα θύματα. 

Λογοτεχνία Α΄ Λυκείου: Πρόχειρο Διαγώνισμα (Η γυναίκα της Ζάκυθος)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips


Koen Demuynck

Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Α΄ Λυκείου - Πρόχειρο Διαγώνισμα (Τεστ) 

Διονύσιος Σολωμός «Η Γυναίκα της Ζάκυθος»  

... Και όλες εμείνανε σιωπηλές και ακίνητες· αλλά μία είπε: «Αμ’ έχεις δίκιο. Είσαι στην πατρίδα σου και στο σπίτι σου, και εμείς είμαστε ξένες και όλο σπρώξιμο θέλουμε». Και ετότες η γυναίκα της Ζάκυθος την αντίσκοψε και αποκρίθηκε: «Κυρά δασκάλα, όλα τα χάσετε, αλλά από εκείνο που ακούω η γλώσσα σάς έμεινε. Είμαι στην πατρίδα μου και στο σπίτι μου; Και η αφεντιά σου δεν ήσουνα στην πατρίδα σου και στο σπίτι σου; Και τι σας έλειπε, και τι κακό είδετε από τον Τούρκο; Δε σας άφηνε φαητά, δούλους, περιβόλια, πλούτια; Και δόξα σοι ο Θεός είχετε περισσότερα από εκείνα που έχω εγώ. Σας είπα εγώ ίσως να χτυπήστε τον Τούρκο, που ερχόστενε τώρα σε με να μου γυρέψετε και να με βρίσετε; Ναίσκε! Εβγήκετε όξω να κάμετε παλικαριές. Οι γυναίκες επολεμούσετε (όμορφο πράμα που ήθελ’ ήστενε με τουφέκι και με βελέσι· ή εβάνετε και βρακί;). Και κάτι εκάμετε στην αρχή, γιατί επήρετε τα άτυχα παλικάρια της Τουρκιάς ξάφνου. Και πώς εμπόρειε ποτέ του να υποφτευτεί τέτοια προδοσία; Το ‘θελε ο Θεός; Δεν ανακατωνόστενε με δαύτον μέρα και νύχτα; Τόσο κάνει και εγώ να μπήξω το μαχαίρι μες στο ξημέρωμα στο λαιμό του αντρός μου (που να τονέ πάρει ο διάολος). Και τώρα που βλέπετε πως πάνε τα πράματά σας κακά, θέλετε να πέσει το βάρος απάνου μου. Καλή, μα την αλήθεια. Αύριο πέφτει το Μισολόγγι, βάνουνε σε τάξη την Ελλάδα τη ζουρλή οι βασιλιάδες εις τους οποίους έχω όλες μου τες ελπίδες. ... Εσείς δεν έχετε άλλη δουλειά παρά να ψωμοζητάτε. Και, να πούμε την αλήθεια, στοχάζουμαι πως θε να ‘ναι μία θαράπαψη για όποιον δεν ντρέπεται. Αλλά εγώ έχω δουλειά. Ακούστε; έχω δουλειά».

βελέσι: μάλλινο υφαντό μεσοφούστανο. / βρακί: παντελόνι.

Ερωτήσεις:

1. Ποια στάση κρατά η γυναίκα της Ζάκυθος απέναντι στις Μεσολογγίτισσες που έχουν αναγκαστεί να ζητιανεύουν για τους δικούς τους ανθρώπους;    

Η γυναίκα της Ζάκυθος, σε αντίθεση με τους συμπατριώτες της, αντιμετωπίζει με μεγάλη εχθρότητα της Μεσολογγίτισσες και όχι μόνο αρνείται να τις βοηθήσει, αλλά τις προσβάλλει κιόλας με πολύ άσχημο τρόπο. Αντί να δείξει κατανόηση στην έσχατη ανάγκη που έχει οδηγήσει τις γυναίκες αυτές να ζητούν βοήθεια προκειμένου να διασφαλίσουν χρήματα, φαγητό και άλλα αναγκαία πράγματα για τα παιδιά και τους συζύγους τους, εκείνη εκλαμβάνει την πράξη τους ως έκφραση θράσους και αναισχυντίας. Για τη γυναίκα της Ζάκυθος οι Μεσολογγίτες και οι Μεσολογγίτισσες θα έπρεπε να λάβουν πλήρη ευθύνη για την ανοησία τους να επαναστατήσουν ενάντια στους Τούρκους και να δεχτούν τις συνέπειες των πράξεών τους. Εφόσον δεν εκτίμησαν όσα είχαν τον καιρό που ζούσαν υπό τον έλεγχο των Τούρκων, τώρα θα πρέπει να υποφέρουν για να καταλάβουν το λάθος τους.
Συνάμα, η γυναίκα της Ζάκυθος ειρωνεύεται της Μεσολογγίτισσες για τη συμμετοχή τους στην επανάσταση, λέγοντάς τους πως θα πρέπει να ήταν πολύ ωραίο θέαμα με το τουφέκι στο χέρι, ιδίως αν είχαν φορέσει και παντελόνι. Κρίνοντας πως οι γυναίκες δεν έχουν καμία θέση στα του πολέμου, και μη δείχνοντας σεβασμό για τη δύναμη και το κουράγιο που επέδειξαν οι γυναίκες αυτές προκειμένου να υπερασπιστούν τα παιδιά τους και την πατρίδα, επιχειρεί να τις μειώσει με τα ειρωνικά της σχόλια. Μάλιστα, δεν περιορίζεται στα υποτιμητικά σχόλια για την προσπάθειά τους να βοηθήσουν έμπρακτα στην επανάσταση, της αντιμετωπίζει παράλληλα ως αργόσχολες ζητιάνες που δεν έχουν τίποτε άλλο να κάνουν πέρα από το να ενοχλούν τον τίμιο κόσμο με το παράλογο αίτημά τους για βοήθεια και συμπόνια. 
       
2. Ποιες απόψεις εκφράζει η γυναίκα της Ζάκυθος σχετικά με την επανάσταση των Ελλήνων και την προσπάθειά τους να απελευθερωθούν από τους Τούρκους;

Η γυναίκα της Ζάκυθος λαμβάνει απροκάλυπτα το μέρος των Τούρκων και κατηγορεί τους Έλληνες για αχαριστία απέναντι τους, παρόλο που εκείνοι τους προσέφεραν όλα τα αγαθά. Όσο οι Έλληνες δέχονταν την εξουσία των Τούρκων είχαν και φαγητό και δούλους και γη και κάθε δυνατό πλούτο, κι αντί να εκτιμήσουν τη μεγαλοψυχία τους και να συνεχίσουν να ζουν αρμονικά μαζί τους, εκείνοι θέλησαν επαναστατήσουν.
Θεωρεί πως οι Έλληνες υπήρξαν όχι μόνο αχάριστοι, αλλά και ανόητοι, καθώς δεν έχουν καμία ελπίδα να κερδίσουν αυτόν το μάταιο αγώνα που ξεκίνησαν. Ο μόνος λόγος, άλλωστε, που είχαν στην αρχή κάποιες επιτυχίες ήταν γιατί έπιασαν τα «άτυχα» παλικάρια της Τουρκίας εξ απροόπτου. Κανείς δεν περίμενε, κατά τη γνώμη της, μια τέτοια στάση από τη μεριά των Ελλήνων, γι’ αυτό κι οι Τούρκοι βρέθηκαν απροετοίμαστοι. Θα ήταν, όπως χαρακτηριστικά σχολιάζει, σα να έπαιρνε η ίδια ένα μαχαίρι τα ξημερώματα και να το έμπηγε στο λαιμό του άντρα της. Μα, η αρχική έκπληξη των Τούρκων δε διήρκησε πολύ και τώρα η επανάσταση των Ελλήνων έχει αρχίσει να καταρρέει.
Προκειμένου μάλιστα να ενισχύσει την άποψή της πως η επανάσταση των Ελλήνων ήταν τελείως αδικαιολόγητη αναφέρει πως ούτε ο ίδιος ο Θεός δεν ήθελε να συμβεί κάτι τέτοιο. Κι αυτό γιατί η επανάσταση των Ελλήνων δεν είναι ένας δίκαιος αγώνας, αλλά μια μεγάλη προδοσία απέναντι στους αγαθούς Τούρκους που ποτέ δεν τους έκαναν κανένα κακό. Η γυναίκα της Ζάκυθος δε βλέπει των αγώνα των Ελλήνων ως μια δίκαιη διεκδίκηση της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας τους∙ θεωρεί πως πρόκειται για μιαν άνανδρη, εντελώς απρόσμενη κίνηση, που αναδεικνύει την αχαριστία τους.
Συνάμα θεωρεί πως είναι άδικο για τους κατοίκους της Ζακύνθου και για την ίδια το να έρχονται τώρα οι Μεσολογγίτισσες και να τους ζητούν βοήθεια, αφού επρόκειτο καθαρά για μια δικής τους απόφαση. Αν δεν ήθελαν να πεθαίνουν απ’ την πείνα και να σκοτώνονται στις μάχες, δεν έπρεπε να ξεκινήσουν την επανάσταση. Άλλωστε, κατά τη γνώμη της, το γεγονός ότι πολλοί συμπολίτες της βοηθούν τους Μεσολογγίτες μπορεί να σταθεί αφορμή για να διαταραχθούν οι ειρηνικές σχέσεις της Ζακύνθου με τους Τούρκους και να διακινδυνεύσει έτσι και η δική τους ασφάλεια.
Η γυναίκα της Ζάκυθος, πάντως, παρηγορείται με τη σκέψη πως το Μεσολόγγι σύντομα θα πέσει και εναποθέτει τις ελπίδες της στους βασιλιάδες της Ευρώπης να βάλουν τα πράγματα στη θέση τους και να τερματίσουν μια και καλή τον παραλογισμό των Ελλήνων.

3. Υποθέστε πως κάποια απ’ τις Μεσολογγίτισσες απαντά σε όσα τους καταλογίζει η γυναίκα της Ζάκυθος και καταγράψτε την πιθανή αυτή απάντηση, δίνοντας τα κατάλληλα επιχειρήματα.
                         
Αν εσύ θεωρείς πως είναι λογικό να ζεις υπόδουλη και πιστεύεις πως το μόνο που έχει αξία είναι να μη στερηθείς τίποτα και να μην ταραχθεί η ησυχία σου, τότε δεν έχεις κανένα λόγο να μας βοηθήσεις. Εμείς, όμως, δε νοιαζόμαστε μόνο για το σήμερα και για τον εαυτό μας, εμείς θέλουμε να δώσουμε στα παιδιά μας την ευκαιρία να ζήσουν και να μεγαλώσουν σε μια χώρα ελεύθερη, με αξιοπρέπεια, χωρίς να έχουν τους Τούρκους για αφέντες.
Εμείς δε φοβόμαστε να κάνουμε θυσίες, δε φοβόμαστε ούτε καν για τη ζωή μας, γιατί ξέρουμε πως αυτός ο αγώνας γίνεται όχι για εμάς, αλλά για τα παιδιά μας και για την πατρίδα μας. Ναι, πράγματι, πήραμε κι εμείς οι γυναίκες όπλα στα χέρια μας και πολεμήσαμε κοντά στους άντρες, όχι γιατί θέλαμε να κάνουμε τα παλικάρια, όπως λες, αλλά γιατί ξέρουμε πως σ’ αυτόν τον αγώνα μπορούν και πρέπει να βοηθήσουν όλοι, γιατί αυτός ο αγώνας είναι ο πιο σημαντικός απ’ όλους.
Ίσως νομίζεις πως οι Τούρκοι δε μας έβλαψαν ποτέ κι ίσως νομίζεις πως μας προσέφεραν όλα τα αγαθά, μα προφανώς δεν καταλαβαίνεις πως είναι να ζεις γνωρίζοντας πως είσαι δούλος και πως η ζωή σου εξαρτάται πάντα από τη διάθεση ενός ξένου. Ό,τι εσύ το κρίνεις ως ασφαλή και πλούσια ζωή για εμάς είναι μια ανυπόφορη σκλαβιά που μας στερεί το πιο πολύτιμο, μας στερεί την ελευθερία μας και μας ντροπιάζει καθημερινά γιατί δεν είμαστε κύριοι του εαυτού μας.
Κι αν βρήκαμε το θάρρος να έρθουμε σε σας για να ζητήσουμε ψωμί για τα παιδιά μας, δεν το κάναμε για να σας ενοχλήσουμε ή για να σας ζημιώσουμε, το κάναμε γιατί είστε κι εσείς αδέλφια μας, γιατί είστε κι εσείς Έλληνες. Φτάνοντας στην πόρτα σου θαρρούσαμε πως ήρθαμε στο σπίτι ενός φίλου, στο σπίτι ενός Έλληνα. Μα εσύ έχεις ξεχάσει την ιστορία σου, έχεις ξεχάσει ποια είσαι κι έχεις ξεπουλήσει τον εαυτό σου μόνο και μόνο για να ζεις άνετα και δε σε νοιάζει που σε διαφεντεύουν ξένοι και που η πατρίδα σου βρίσκεται στα χέρια άλλων.
Αντί, λοιπόν, να κατηγορείς εμάς για αχαριστία, ίσως θα ήταν καλύτερο να σκεφτείς ποιο είναι το δικό σου χρέος. Αχάριστος δεν είναι εκείνος που ζητά και παλεύει για την ελευθερία τη δική του και της χώρας του, αλλά εκείνος που βάζει τον εαυτό του πάνω από την πατρίδα του. Όσο εσύ στεναχωριέσαι που σου χτυπήσαμε την πόρτα, οι Έλληνες, οι αδελφοί σου, σκοτώνονται για την κοινή μας πατρίδα και δε λογαριάζουν ούτε τον εαυτό τους, ούτε το μέλλον τους, το μόνο που σκέφτονται είναι το μέλλον των παιδιών τους.
Μπορεί πράγματι να πέσει το Μεσολόγγι και μπορεί πράγματι η επανάσταση να μην πηγαίνει τώρα καλά, μα πίστεψέ μας τίποτε δεν πρόκειται να τερματίσει τον αγώνα αυτό, ούτε οι Τούρκοι ούτε οι βασιλιάδες σου. Τώρα που οι Έλληνες κατάλαβαν πως με το αίμα τους μπορούν να κερδίσουν την ελευθερία τους, δεν πρόκειται να τους σταματήσει κανείς. Θα προτιμήσουν να πεθάνουν όλοι τους, μα στη σκλαβιά δε ξαναγυρίζουν. 


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...