Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Απαντήσεις στα θέματα των Πανελληνίων 2012: Νεοελληνική Γλώσσα

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Erik Johansson 

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2012

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

 Πανανθρώπινο μήνυμα τέχνης
Κάθε πολιτισμός έχει τα όρια και το στίγμα του στον ιστορικό χώρο και χρόνο. Μέσα ωστόσο στην ιστορία του κόσμου, το αρχαιοελληνικό αισθητικό επίτευγμα σημαδεύει την καταγωγή μιας τέχνης με πανανθρώπινο μήνυμα και με διαστάσεις παγκόσμιες, θα έλεγα σχεδόν εξωχρονικές. Πρώτη έκφραση της αποστασιοποίησης του ανθρώπου από την αναγκαιότητα της φύσης, χάρη στη μεταμόρφωση της ύλης σε πνεύμα, το ελληνικό πλαστικό κατόρθωμα δηλώνει την επίμονη και έλλογη προσπάθεια του καλλιτέχνη να δαμάσει το πάθος και τη μοίρα με τα έργα του νου και της καρδιάς, αυτά που φέρνουν τον άνθρωπο όλο και πιο κοντά στο Θεό, αυτά που τον οδηγούν δίπλα στο συνάνθρωπο.
Αποκρυστάλλωμα μιας ορθής και όρθιας σκέψης, το αρχαίο άγαλμα (μεμονωμένο ή ως αναπόσπαστο μέρος αρχιτεκτονικού συμπλέγματος) καθαγιάζει και αγλαΐζει1 τους χώρους της πόλης. Σήμα ανάτασης ψυχικής και ορόσημο πανάρχαιας μνήμης, θυμίζει στους πολίτες την αμέριστη ευθύνη τους για τη συνοχή της κοινωνικής ομάδας και ορθώνεται εγγυητής της ιστορικής αλληλεγγύης του συνόλου. Διαγράφει ο τεχνίτης τα πλαίσια μιας πάντα ευνομούμενης και ισορροπημένης πολιτείας, έτσι όπως την ονειρευόταν η νεογέννητη δημοκρατία και έτσι όπως την ορίζει η πλατιά ειρηνευτική κίνηση του θεϊκού βραχίονα στο αέτωμα του ολυμπιακού ναού. Κίνηση που αναδεικνύει τον Απόλλωνα ρυθμιστή στη διαμάχη του ανθρώπου με το ζώο, με το μυθικό Κένταυρο, στην Ολυμπία, και οργανωτή της ζωής μέσα στο φως του λόγου. Το πέρασμα από το μύθο στο λόγο έγινε, χάρη στην τέχνη, άγαλμα, θέαμα και θεωρία. […]
Το πέρασμα από το ζώο, την άγρια φύση και τους αγρούς, στο δομημένο άστυ και στην οργανωμένη πόλη, ας πούμε τη θεϊκή μετάβαση από την κυνηγέτιδα Άρτεμι στην πολιάδα Αθηνά, δηλώνει με κάθε της μορφή και σε κάθε της βήμα η αρχαία ελληνική τέχνη, πρώτη αυτή εγρήγορση του ανθρώπου στον κόσμο του ελεύθερου πνεύματος. Αυτό ίσως είναι το συνοπτικό μέγιστο μάθημα του αρχαιοελληνικού βιώματος, των ανθρώπων που πρώτοι σμίλευσαν στο ξύλο, στην πέτρα και στο μάρμαρο, τη μορφή της εσωτερικής ενατένισης, συνδυασμένη με την ιδεατή πληρότητα της φυσικής ομορφιάς. Μαρτυρεί για τα λεγόμενά μου το αινιγματώδες χαμόγελο του αρχαϊκού κούρου και η ανείπωτη έκπληξη στο βλέμμα της κόρης μέσα στην πολύπτυχη φορεσιά της.
Ιδού η απαρχή της προσπάθειας για γνώση και για αυτογνωσία, ιδού το πρώτο ερωτηματικό, το για πάντα αναπάντητο, ιδού η αυγή του μυστηρίου που οδήγησε τον άνθρωπο να γίνει πλάστης αθάνατου έργου, δημιουργός δηλαδή θεών. Δάμασε η ελληνική τέχνη το ζώο πριν ανακαλύψει τον τέλειο άνθρωπο. Το συντροφικό συναπάντημα του ανθρώπου με τους θεούς διδάσκει η αρχαία αισθητική, στην προσπάθειά της να αιχμαλωτίσει την τέλεια μορφή την πάντα μετέωρη και πάντα τεταμένη προς μια ιδεατή πληρότητα, προς ένα αέναο γίγνεσθαι. Να γιατί η αρχαία τέχνη θα μένει πάντα πρωτοποριακά επίκαιρη και ζωντανή: είναι η τέχνη πυξίδα και σταθερός προσανατολισμός, αυτή που δεν γνώρισε αμηχανίες και αγνοεί τα αδιέξοδα, γι’ αυτό και εμπνέει κάθε αναγέννηση, γι’ αυτό και μένει η βάση κάθε πνευματικής παλιννόστησης προς το ουσιώδες, δηλαδή τη δημιουργία ελευθερίας.
Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ
Πολιτισμός και Ελληνισμός
Προσεγγίσεις, Αθήνα 2007
(Διασκευή)

A1. Να γράψετε στο τετράδιό σας την περίληψη του κειμένου που σας δόθηκε (100-120 λέξεις).
Μονάδες 25

Β1. Η αρχαία τέχνη θα μένει πάντα πρωτοποριακά επίκαιρη και ζωντανή. Να αναπτύξετε το περιεχόμενο της φράσης σε μία παράγραφο (70-90 λέξεις).
Μονάδες 10

Β2. α) Να βρείτε τους δύο τρόπους πειθούς που χρησιμοποιεί η συγγραφέας στην τελευταία παράγραφο και να τεκμηριώσετε την απάντησή σας με μία αναφορά για κάθε τρόπο (μονάδες 6).
β) Να εντοπίσετε στο κείμενο τέσσερις λέξεις ή φράσεις με μεταφορική σημασία (μονάδες 4).
Μονάδες 10
Β3. α) επίτευγμα, δαμάσει, μετάβαση, πληρότητα, ουσιώδες: Να γράψετε από ένα συνώνυμο για καθεμιά από τις παραπάνω λέξεις (μονάδες 5).
β) έλλογη, κοντά, συνοπτικό, φυσικής, αιχμαλωτίσει: Να γράψετε από ένα αντώνυμο για καθεμιά από τις παραπάνω λέξεις (μονάδες 5).
Μονάδες 10

Β4. Να αναγνωρίσετε το είδος της σύνταξης στις παρακάτω φράσεις και να τις μετατρέψετε στο αντίθετο είδος:
Διαγράφει ο τεχνίτης τα πλαίσια μιας πάντα ευνομούμενης και ισορροπημένης πολιτείας (μονάδες 2).
Δάμασε η ελληνική τέχνη το ζώο πριν ανακαλύψει τον τέλειο άνθρωπο (μονάδες 3).
Μονάδες 5
Γ1. Σε ημερίδα του δήμου σου με θέμα «Τέχνη και Ζωή» συμμετέχεις ως εκπρόσωπος του σχολείου σου με εισήγηση 500-600 λέξεων. Στην εισήγηση αυτή αναφέρεσαι στην προσφορά της Τέχνης στους νέους σήμερα, καθώς και στους τρόπους με τους οποίους μπορεί το σχολείο να συμβάλλει στην ουσιαστική επαφή τους με αυτήν.
Μονάδες 40

Απαντήσεις:
Α1: Περίληψη
Η συγγραφέας αναφέρεται στο διαχρονικό και πανανθρώπινο μήνυμα της αρχαιοελληνικής τέχνης. Αρχικά επισημαίνει πως με την τέχνη επιχειρήθηκε μια πρώτη δήλωση αυτονομίας από τη δεσποτεία της φύσης, με τον άνθρωπο να διακηρύττει τον έλεγχό του επί των συναισθημάτων και της ζωής του εν γένει. Ενδεικτικό της ορθολογιστικής σκέψης το άγαλμα που με την ομορφιά του λειτουργεί ως διαρκής υπενθύμιση στους πολίτες για την ευθύνη και το ρόλο τους στην αρμονική λειτουργία της πολιτείας. Κατόπιν τονίζει πως η προσφορά της αρχαιοελληνικής τέχνης έγκειται στο γεγονός πως αποτελεί υπόμνηση της μετάβασης που επιτεύχθηκε από την απουσία πολιτισμού στην οργάνωση άρτιων κοινωνιών. Τέλος καταλήγει πως στην προσπάθεια των αρχαίων για την επίτευξη της τελειότητας βρίσκουμε την αρχή του αγώνα για την κατάκτηση της αυτογνωσίας.
[Λέξεις: 121]

Β1
Με την αρχαιοελληνική τέχνη μετουσιώθηκαν οι καίριες αγωνίες του ανθρώπου σε έργα που με την αρτιότητά τους ξεπερνούν τοπικούς και χρονικούς περιορισμούς. Έννοιες όπως η ελευθερία, η δυνατότητα του ανθρώπου να ορίζει τη μοίρα του, αλλά και η πρωτοκαθεδρία του πνεύματος, βρίσκουν την έκφρασή τους στην αρχαία τέχνη και τροφοδοτούν διαχρονικά τους καλλιτέχνες με όσα αποτελούν τις πιο ουσιαστικές αποζητήσεις του ανθρώπου. Έτσι, η αρχαία τέχνη μένει πάντοτε επίκαιρη και ικανή να γονιμοποιήσει τις ανησυχίες κάθε νέου καλλιτέχνη, μιας κι η ίδια έχει γεννηθεί απ’ την αλήθεια της ανθρώπινης ψυχής.
[Λέξεις: 90]

Β2
α)
Στην τελευταία παράγραφο η συγγραφέας χρησιμοποιεί ως τρόπους πειθούς τη «επίκληση στο συναίσθημα» και την «επίκληση στη λογική».
Επίκληση στο συναίσθημα: Η επίκληση αυτή επιτυγχάνεται με την ποιητική λειτουργία του λόγου, με επαναλήψεις, ελλειπτικές διατυπώσεις και λέξεις συναισθηματικά φορτισμένες (ιδού η απαρχή... ιδού το πρώτο... ιδού η αυγή... το για πάντα αναπάντητο, την πάντα μετέωρη και πάντα τεταμένη, ιδεατή πληρότητα, τέλειο άνθρωπο, τέλεια μορφή, αέναο γίγνεσθαι), όπου κυριαρχεί η μεταφορική -συνυποδηλωτική- χρήση του λόγου (ιδού η αυγή του μυστηρίου,  είναι η τέχνη πυξίδα, δάμασε η ελληνική τέχνη το ζώο). Επίσης, εντοπίζουμε στοιχεία αφήγησης (Δάμασε η ελληνική τέχνη το ζώο πριν ανακαλύψει τον τέλειο άνθρωπο), αλλά και περιγραφής (την τέλεια μορφή την πάντα μετέωρη και πάντα τεταμένη προς μια ιδεατή πληρότητα, προς ένα αέναο γίγνεσθαι).
Με την επίκληση στο συναίσθημα η συγγραφέας επιχειρεί να μεταδώσει στον αναγνώστη την αίσθηση θαυμασμού που προκαλεί η αρχαιοελληνική τέχνη, καθώς και να αποδώσει με την ποιητικότητα του λόγου την έμπνευση που προκαλεί η θέασή της.
Επίκληση στη λογική: Η επίκληση στη λογική επιτυγχάνεται με τη διατύπωση ενός επιχειρήματος, το συμπέρασμα του οποίου είναι πως «η αρχαία τέχνη θα μένει πάντα πρωτοποριακά επίκαιρη και ζωντανή». Οι ιδέες-προκείμενες που θεμελιώνουν αυτή τη θέση δίνονται στο κείμενο αμέσως μετά: «είναι η τέχνη πυξίδα και σταθερός προσανατολισμός... δηλαδή τη δημιουργία ελευθερίας.»

β)
«σημαδεύει την καταγωγή», «το φως του λόγου», «η αυγή του μυστηρίου», «να δαμάσει το πάθος και τη μοίρα».

Β3
α)
επίτευγμα = κατόρθωμα                     έλλογη = άλογη
δαμάσει = υποτάξει                             κοντά = μακριά
μετάβαση = πέρασμα                          συνοπτικό = αναλυτικό
πληρότητα = ολοκλήρωση                  φυσικής = τεχνητής
ουσιώδες = κύριο                                αιχμαλωτίσει = απελευθερώσει

Β4
Η σύνταξη στις προτάσεις αυτές είναι ενεργητική. Με παθητική σύνταξη οι προτάσεις θα είχαν ως εξής:
- Τα πλαίσια μιας πάντα ευνομούμενης και ισορροπημένης πολιτείας διαγράφονται από τον τεχνίτη.
- Το ζώο δαμάστηκε από την ελληνική τέχνη πριν ανακαλυφθεί ο τέλειος άνθρωπος.

Γ1
Αγαπητοί συμπολίτες,

Η πρωτοβουλία του δήμου μας να αφιερώσει τη σημερινή εκδήλωση στην Τέχνη, αποτελεί ιδανική ευκαιρία για να σταθούμε σε μια τόσο σημαντική έκφανση του δοκιμαζόμενου πολιτισμού μας. Η προσφορά της τέχνης στην κοινωνική ζωή είναι αναμφισβήτητη και είναι ιδιαιτέρως σημαντική για εμάς του νέους, γι’ αυτό και στη συζήτησή μας θα πρέπει να εξετάσουμε, όχι μόνο το τι προσφέρει η τέχνη στους νέους, αλλά και το πώς θα μπορέσει το σχολείο να διευρύνει την επαφή των μαθητών με την τέχνη.
Γέννημα της ανάγκης του ανθρώπου να εκφράσει τα συναισθήματα, τους φόβους και τις επιθυμίες του, η τέχνη λειτουργεί διαχρονικά ως ιδανικός τρόπος ψυχικής εκτόνωσης. Σε μια εποχή που οι νέοι βρίσκονται διαρκώς σε κατάσταση άγχους, σε μια εποχή που η ανασφάλεια και η απουσία ουσιαστικών προοπτικών θέτουν σε σκληρή δοκιμασία τις ψυχικές αντοχές τους, η τέχνη είναι περισσότερο αναγκαία από ποτέ. Οι νέοι χρειάζονται τη δημιουργική δίοδο της τέχνης για να εκφράσουν τους προβληματισμούς τους, για να διατυπώσουν την αγωνία τους και να εκτονώσουν τις συγκρουσιακές καταστάσεις που βιώνουν.
Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, πως πέρα από τις δυσκολίες που προβάλλει η σύγχρονη οικονομική συγκυρία, τα μαθητικά χρόνια είναι για τους νέους και μια περίοδος εσωτερικής αναζήτησης. Οι νέοι επιχειρούν να γνωρίσουν τον εαυτό τους, να κατανοήσουν τους άλλους και να βρουν εν τέλει τη δική τους θέση μέσα στην κοινωνία που ζουν. Η τέχνη, λοιπόν, έρχεται κι εδώ να προσφέρει την πολύτιμη αρωγή της, καθώς οι νέοι έχουν την ευκαιρία μέσα από την προσωπική δημιουργία και την έκφραση των πιο μύχιων σκέψεων και ανησυχιών τους να γνωρίσουν καλύτερα τον εαυτό τους. Ενώ συνάμα, μέσα από τα έργα άλλων ανθρώπων διακρίνουν, κατανοούν και μαθαίνουν να σέβονται τη διαφορετική οπτική, την άποψη και την προσωπικότητα του άλλου ανθρώπου.
Η ενασχόληση με την τέχνη, μάλιστα, λειτουργεί ευεργετικά και στην πνευματική εξέλιξη των νέων, καθώς ενεργοποιεί τη φαντασία και ενισχύει τη δημιουργική και πρωτότυπη σκέψη. Η τέχνη απελευθερώνει τους νέους από την κυριαρχία της αυθεντίας και των έτοιμων απόψεων, προσφέροντάς τους τα απαιτούμενα ερεθίσματα για να δοκιμάσουν καινούριους τρόπους σκέψης και να δώσουν νέα πνοή στη συλλογική θέαση της πραγματικότητας.
Εντούτοις, παρά τα πολλαπλά οφέλη που μπορεί να προσφέρει στους μαθητές η επαφή με την τέχνη, η αξιοποίησή της στο πλαίσιο του σχολικού βίου είναι ακόμη εξαιρετικά χαμηλή. Άρα, είναι σημαντικό να κινηθούμε προς την αναβάθμιση του ρόλου της τέχνης στην αγωγή των μαθητών τόσο σε σχέση με το πρόγραμμα μαθημάτων όσο και ως προς τις ενδοσχολικές δραστηριότητες. Ένα ουσιαστικό βήμα θα ήταν η δυνατότητα επιλογής μεταξύ διαφόρων καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων σε όλες τις τάξεις του Γυμνασίου και του Λυκείου, με την παράλληλη ενίσχυση των υποδομών κάθε σχολείου. Μ’ αυτόν τον τρόπο οι μαθητές θα έχουν τη δυνατότητα να διανθίζουν το καθημερινό τους πρόγραμμα με μαθήματα μουσικής, ζωγραφικής, θεάτρου, αλλά και χορού ή φωτογραφίας.
Συνάμα, θα αποτελούσε μια ιδανική επιλογή το να αποκτήσουν τα σχολεία ένα πιο σταθερό πρόγραμμα εκδηλώσεων, όπου οι μαθητές θα έχουν την ευκαιρία να οργανώνουν μουσικές και θεατρικές παραστάσεις ή εκθέσεις έργων ζωγραφικής. Οι δραστηριότητες αυτές θα λειτουργούσαν ως θετική ενίσχυση για τη δημιουργικότητα των νέων και θα μπορούσαν μάλιστα να λάβουν μεγαλύτερη ώθηση, αν διοργανώνονταν συνεργατικά με άλλα σχολεία. Ενώ, η αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών θα έδινε τη δυνατότητα στους μαθητές να δημοσιοποιήσουν τις δραστηριότητές τους, λαμβάνοντας αναγνώριση, αλλά και εποικοδομητική κριτική από μαθητές, όχι μόνο άλλων σχολείων, αλλά και άλλων χωρών.
Κλείνοντας την εισήγηση αυτή θα ήθελα να υπενθυμίσω πως παρέχοντας στους νέους την επιλογή της καλλιτεχνικής έκφρασης, τους προσφέρουμε τη δυνατότητα μιας πολύτιμης δημιουργικής εκτόνωσης, αλλά κι ένα βασικό εργαλείο για την εξέλιξη της προσωπικότητάς τους. Είναι, επομένως, απόλυτα σημαντική η συμβολή του σχολείου, ώστε η τέχνη να γίνει καθημερινό βίωμα όλων των μαθητών, σε όλα τα σχολεία της χώρας μας.

Σας ευχαριστώ.

[Λέξεις: 617]

Ηλίας Βενέζης «Το νούμερο 31328» (ερωτήσεις σχολικού)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips


Ηλίας Βενέζης «Το νούμερο 31328» (ερωτήσεις σχολικού)

Ηλίας Βενέζης ψευδώνυμο του Ηλία Μέλλου. Γεννήθηκε στο Αϊβαλί (Κυδωνιές) της Μικράς Ασίας και έζησε όλο το δράμα της μικρασιατικής καταστροφής. Ένα χρόνο αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου εργάστηκε ως υπάλληλος στην Τράπεζα, ενώ παράλληλα επιδόθηκε στη λογοτεχνία. Το πεζογραφικό του έργο, που διακρίνεται για την τρυφερότητα, τη νοσταλγία και το χαμηλόφωνο τόνο του, αναφέρεται κυρίως στη «χαμένη πατρίδα» και τις δυσκολίες των προσφύγων να προσαρμοστούν στην καινούρια πατρίδα τους.

Κεφάλαιο ΙΖ

Βρισκόμαστε στο 1922. Η μικρασιατική καταστροφή έχει συντελεστεί. Η ελληνική Ανατολή παραδόθηκε στο αίμα και στη φωτιά και οι Έλληνες έχασαν τις προαιώνιες εστίες τους. Όσοι γλίτωσαν από το θάνατο σύρθηκαν αιχμάλωτοι στα βάθη της Ασίας, για να δουλέψουν στα «εργατικά τάγματα».
Ανάμεσά τους είναι και ο ίδιος ο συγγραφέας αυτού του βιβλίου που για δεκατέσσερις μήνες έζησε τις δραματικές περιπέτειες που μας αφηγείται. Από το βιβλίο, μαζί με τη φρίκη και την καταδίκη της ανθρώπινης αγριότητας, βγαίνουν και εικόνες ζεστής ανθρωπιάς, συμπαράστασης και αλληλεγγύης. Πρωτοεκδόθηκε το 1931.

Αφηγηματικές Τεχνικές:

  • Ο αφηγητής της ιστορίας είναι δραματοποιημένος, συμμετέχει δηλαδή στα αφηγούμενα γεγονότα, και συνάμα αυτοδιηγητικός, καθώς αφηγείται περιστατικά στα οποία είτε πρωταγωνιστεί είτε τα παρακολουθεί ως αυτόπτης μάρτυρας.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τους αφηγηματικούς τύπους που ορίζει ο Genette, έχουμε έναν εξωδιηγητικό-ομοδιηγητικό τύπο αφηγητή. Πρόκειται δηλαδή για έναν αφηγητή πρώτου βαθμού (βασικός αφηγητής), ο οποίος διηγείται την ιστορία του. [Παράδειγμα αυτού του τύπου αποτελούν όλες οι αυτοβιογραφικές αφηγήσεις.]

  • Η αφήγηση δίνεται σε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο, με τον αφηγητή να εντάσσει τον εαυτό του στο σύνολο των Ελλήνων αιχμαλώτων που βιώνουν από κοινού τις ίδιες εμπειρίες. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση ενισχύει την αίσθηση πως τα αφηγούμενα γεγονότα αποτελούν προσωπικά βιώματα του αφηγητή και τους προσδίδει έτσι την αλήθεια της προσωπικής εμπειρίας.
  • Η διήγηση, αν και πρωτοπρόσωπη, οπότε θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μίμηση, εμπλουτίζεται και με τη χρήση διαλόγου, οπότε έχουμε μεικτό τρόπο αφήγησης.
  • Εκτός από τους διαλόγους, ο αφηγητής χρησιμοποιεί επίσης ελεύθερο πλάγιο λόγο. Στον ελεύθερο πλάγιο λόγο, οι λέξεις ή οι φράσεις ενός ήρωα μεταφέρονται από τον αφηγητή χωρίς την ύπαρξη κάποιου λεκτικού ρήματος που να τις εισάγει, χωρίς δηλαδή να υπάρχει ρήμα εξάρτησης, όπως στον πλάγιο λόγο.
Για παράδειγμα, όταν ο αφηγητής λέει «Δεν ξέραν με τι τρόπο να μας φχαριστήσουν για την ορμήνια», αποδίδει ουσιαστικά τα λόγια των Τούρκων, ενσωματώνοντας τα στην αφήγησή του, χωρίς να τα δώσει σε ευθύ λόγο ή να τα εξαρτήσει από κάποιο λεκτικό ρήμα.
Επίσης, όταν σχολιάζει την αντίδραση του Διοικητή: «Τόσα χρόνια μπίνμπασης δε θυμόταν κάτι παρόμοια φοβερό», εντάσσει στην αφήγησή του λόγια που ειπώθηκαν από το Διοικητή. [Το σημείο αυτό είναι ένα παράδειγμα πως ο ελεύθερος πλάγιος λόγος μπορεί να δημιουργήσει την εντύπωση ότι ο αφηγητής παραβιάζει την εσωτερική εστίαση, λειτουργώντας ως παντογνώστης. Στην πραγματικότητα, λοιπόν, ο αφηγητής δε γνωρίζει τις σκέψεις του άλλου προσώπου, απλώς μεταφέρει τα λόγια του, χωρίς όμως να χρησιμοποιήσει κάποιο ρήμα εξάρτησης που να δηλώνει ότι πρόκειται για μεταφορά πληροφορίας που εκφράστηκε λεκτικά από το άλλο πρόσωπο.]

  • Στην αφήγηση εντοπίζουμε επίσης και σχόλια του αφηγητή. Για παράδειγμα στη φράση: «Μονάχα ο αράπης- ε, αυτός ήταν μαύρος», ό,τι ακολουθεί μετά την παύλα αποτελεί σχόλιο του αφηγητή.
  • Η αφήγηση δίνεται με εσωτερική εστίαση, έχουμε δηλαδή περιορισμένη θέαση της πραγματικότητας και ο αφηγητής μας παρουσιάζει μόνο ό,τι αντιλήφθηκε και βίωσε ο ίδιος. Έτσι, στις διηγήσεις με εσωτερική εστίαση ο αφηγητής δε μπορεί να γνωρίζει τις μύχιες σκέψεις και τα συναισθήματα των άλλων προσώπων, όπως γίνεται στις διηγήσεις με μηδενική εστίαση, όπου ο αφηγητής είναι παντογνώστης.
  • Τα γεγονότα της ιστορίας δίνονται με τη σειρά που έγιναν (γραμμική αφήγηση), χωρίς να υπάρχουν αναχρονίες στην αφήγηση, χωρίς δηλαδή ο αφηγητής να κάνει αναδρομές στο παρελθόν ή αναφορές σε μελλοντικά γεγονότα (προλήψεις).
  • Οι χρονικοί προσδιορισμοί «Μια μέρα», «Την άλλη μέρα», «Το ίδιο βράδυ», αποκαλύπτουν πως τα κεντρικά γεγονότα της ιστορίας καλύπτουν ουσιαστικά ένα διάστημα δύο ημερών. Ενώ ο προσδιορισμός «με τον καιρό» υποδηλώνει την επιτάχυνση στην αφήγηση (την παράλειψη δηλαδή γεγονότων δευτερεύουσας σημασίας), καθώς ο αφηγητής συνοψίζει σε μερικές παραγράφους γεγονότα πολλών ημερών.
  • Ενώ στα γεγονότα των βασικών επεισοδίων της ιστορίας (το αίτημα των μαφαζάδων στο Διοικητή, το μαστίγωμά τους, το επεισόδιο με το σκοπό) έχουμε μοναδική αφήγηση (αφήγηση μια φορά αυτού που στην ιστορία συνέβη μια φορά), όταν ο αφηγητής συνοψίζει τα γεγονότα των επόμενων ημερών [Έτσι με τον καιρό, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, τυφλά αρχίσαμε, οι μαφαζάδες κι εμείς, να ερχόμαστε σιμά. Να πλησιάζουμε. Τα βράδια έρχουνται πιο τακτικά και κάνουν παρέα μαζί μας. Λέμε μαζί τα βάσανά μας. ...], έχουμε θαμιστική αφήγηση, καθώς ο αφηγητής αφηγείται μία φορά γεγονότα που συνέβησαν αρκετές φορές.


Ερωτήσεις:

1. Ο συγγραφέας λέει ότι κανονικά πρέπει να μισούν τους Τούρκους σκοπούς. Εντούτοις προσπαθούν να τους βοηθήσουν. Τι είναι αυτό που τους συνδέει;

Οι Έλληνες αιχμάλωτοι αισθάνονται εύλογα μίσος για τους Τούρκους, μιας κι είναι αυτοί που τους έχουν φέρει σε μια τόσο δεινή θέση. Το μίσος τους όμως είναι γενικευμένο και απρόσωπο, και φανερώνει περισσότερο τον πόνο που αισθάνονται για τις τρομερές απώλειες που τους προκάλεσε ο τουρκικός στρατός. Έτσι, όταν στα εργατικά τάγματα έρχονται σ’ επαφή με τους μαφαζάδες, με τους Τούρκους σκοπούς, που ζουν μαζί τους υπό άθλιες συνθήκες, παρόλο που ξέρουν ότι είναι κι αυτοί τμήμα του τουρκικού στρατού, τους είναι δύσκολο να τους μισήσουν πραγματικά.
Αν και νιώθουν πως πρέπει να τους κρατούν σε απόσταση και πως πρέπει να τους μισούν, εντούτοις βλέπουν πως κι εκείνοι βιώνουν μια δική τους σκλαβιά, αφού βρίσκονται εκεί παρά τη θέλησή τους, κι αντιλαμβάνονται σιγά-σιγά πως όσα τους ενώνουν είναι περισσότερα και ουσιαστικότερα από όσα τους χωρίζουν. Οι Τούρκοι φύλακες παύουν να είναι μέρος του απρόσωπου τουρκικού εχθρού, αποκτούν στα μάτια των Ελλήνων ανθρώπινη υπόσταση και γίνονται κομμάτι της καθημερινότητάς τους.
Έτσι, παρά το γεγονός πως αυτοί είναι οι αιχμάλωτοι κι εκείνοι είναι οι φύλακές τους, γίνεται από νωρίς σαφές πως βρίσκονται στην ίδια μοίρα και πως μαζί θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν καλύτερα τις δυσκολίες της κοινής «αιχμαλωσίας» τους. Οι Έλληνες επομένως βοηθούν τους Τούρκους σκοπούς, όχι γιατί έχουν δώσει άφεση στον εχθρό, αλλά γιατί αναγνωρίζουν πως οι άνθρωποι αυτοί βιώνουν μαζί τους την ίδια δυστυχία.

 2. Να επισημάνετε χωρία του κειμένου στα οποία ο συγγραφέας τονίζει τα κοινά σημεία που υπάρχουν ανάμεσα στους σκλάβους και τους φύλακες.

  • Οι Τούρκοι φύλακες, άνθρωποι μεγάλης ηλικίας, είναι εκείνοι που κατά τη διάρκεια του πολέμου το είχαν σκάσει στα βουνά για να μην πολεμήσουν και τους οποίους, με το πέρας των εχθροπραξιών, η τουρκική κυβέρνηση άρχισε να εντοπίζει προκειμένου να υπηρετήσουν μέρος της οφειλόμενης θητείας τους. Το γεγονός, λοιπόν, ότι οι Τούρκοι φύλακες δε βρίσκονται εκεί με τη θέλησή τους, αποτελεί έναν πρώτο κοινό σημείο με τους Έλληνες αιχμαλώτους.
«Στην αρχή τους είπαν πως θα υπηρετήσουν τρεις μήνες. Οι μήνες γίναν έξι, γίναν εφτά, οχτώ, κι αυτοί ολοένα μέναν μαζί μας και ζυμώνουνταν.»
  • Οι Τούρκοι φύλακες μαθαίνοντας πως η δική τους σειρά είχε απολυθεί απ’ το στρατό, ζητούν από τους Έλληνες συμβουλή για το τι πρέπει να κάνουν κι ακολουθώντας την υπόδειξή τους ζητούν από το Διοικητή το χαρτί της απόλυσης. Ο Διοικητής, που θα εξαγριωθεί από το θράσος των στρατιωτών του, θα τους τιμωρήσει μαζί με κάποιους Έλληνες τσαουσάδες, μαστιγώνοντάς τους. Η τιμωρία είναι κοινή για τους Τούρκους φύλακες και τους Έλληνες υπαξιωματικούς, τονίζοντας ακόμη περισσότερο την κοινή τους πορεία. Άλλωστε, μετά το μαστίγωμα ο Διοικητής δίνει την εντολή να εργαστούν οι μαφαζάδες δέκα μέρες μαζί με τους σκλάβους.
«- Σε τι λοιπόν ξεχωρίζανε αν ήταν Χριστιανοί για Τούρκοι; Σε τι ξεχωρίζανε; Εμείς ήμαστε γεσήρ, ήμαστε δεμένοι. Εμ αυτοί που ήταν λεύτεροι; Το αίμα αυλάκωσε και τα εννιά κορμιά -τι διαφορά είχε;»
  • Το επεισόδιο με το όπλο του σκοπού αναδεικνύει την αλληλεγγύη που έχει αναπτυχθεί ανάμεσα στους Τούρκους σκοπούς και τους Έλληνες.
  • Με το πέρασμα του χρόνου οι Τούρκοι σκοποί συγχρωτίζονται ολοένα και περισσότερο με τους Έλληνες αιχμαλώτους, περνούν μαζί τις δύσκολες ώρες της νοσταλγίας, βιώνουν από κοινού τις ίδιες στερήσεις και δείχνουν με κάθε τρόπο τη μεταξύ τους συμπαράσταση.
«Έτσι με τον καιρό, χωρίς να το καταλαβαίνουμε, τυφλά αρχίσαμε, οι μαφαζάδες κι εμείς, να ερχόμαστε σιμά. Να πλησιάζουμε. Τα βράδια έρχονται πιο τακτικά και κάνουν παρέα μαζί μας. Λέμε μαζί τα βάσανά μας. Και στην κουβέντα δε μας λεν πια “γεσήρ”. Με τη βαριά ανατολίτικη φωνή τους το πρεφέρνουν γεμάτο θερμότητα και καλοσύνη: - Αρκαντάς (σύντροφε).»
  • Ακόμη κι ο φόβος που έχουν οι μαφαζάδες για τους Έλληνες τσαουσάδες είναι ένα σημείο επαφής με τους Έλληνες αιχμαλώτους. Φύλακες κι αιχμάλωτοι μισούν και φοβούνται τους Έλληνες που με κάθε τρόπο προσπαθούν να είναι αρεστοί στην τουρκική διοίκηση.
«-Τι να κάνουμε, αρκαντάς; Ο θεός να μας λυπηθεί, κι εσάς κι εμάς. Να μας λυπηθεί. “Κι εσάς κι εμάς”. Το λεν πια σχεδόν μόνιμα. Άρχισαν να μη μπορούν να ξεχωρίσουν τις δυο μοίρες, τη δική τους και τη δική μας. Τρέμουν τους αξιωματικούς τους και τους τσαουσάδες τους δικούς μας. Αυτούς τους μισούμε κι εμείς. Ικετεύουν για το “μεμλεκέτ”, ένα καλύβι κάπου. Κι εμείς.»
  • Επιπλέον, οι στερήσεις είναι κοινές τόσο για τους Τούρκους φύλακες όσο και για τους Έλληνες.
«Όλοι τους είναι φουκαράδες. Μα πολύ. Δεν τους δίνουν τίποτα για χαρτζιλίκι. Φαίνεται τους κλέβουν οι αξιωματικοί. Υποφέρνουν απ’ όλες τις στερήσεις, ακόμα κι απ’ τον καπνό. Εμείς μαζεύουμε αποτσίγαρα λεύτερα –αυτοί, όσο να ‘ναι διστάζουν. Δε θέλουν να ταπεινωθούν τόσο. Μα, άμα δεν τους βλέπουμε...»

3. Τι συμπεράσματα μπορούμε να βγάλουμε α) από το επεισόδιο με την επιτροπή και β) από το επεισόδιο με το όπλο του σκοπού;

α)
  • Το επεισόδιο με την επιτροπή λειτουργεί ως η πρώτη ουσιαστική ένδειξη για τους Έλληνες αιχμαλώτους πως οι Τούρκοι φύλακες βρίσκονται στην ίδια μοίρα μ’ αυτούς. Η βάναυση τιμωρία που τους επιβάλλει ο Διοικητής και φυσικά η άρνησή του να τους αφήσει να επιστρέψουν στις ιδιαίτερες πατρίδες τους, καθιστά σαφές στους Έλληνες πως κι οι μαφαζάδες είναι αιχμάλωτοι και κρατούνται στο τάγμα εργασίας χωρίς να το θέλουν.
  • Παράλληλα, το γεγονός ότι οι Τούρκοι φύλακες στρέφονται στους Έλληνες για να ρωτήσουν πως θα πρέπει να διαχειριστούν το ζήτημα της απόλυσής τους, δείχνει την εμπιστοσύνη που έχουν στους αιχμαλώτους, τους οποίους προφανώς εμπιστεύονται περισσότερο από τους ομοεθνείς τους, αξιωματικούς.
  • Οι μαφαζάδες είναι άπειροι στα θέματα του στρατού και δέχονται με χαρά τη συμβουλή των Ελλήνων, η οποία όμως βασιζόταν στον τρόπο λειτουργίας του ελληνικού στρατού. Όπως θα φανεί από την αντίδραση του Διοικητή, ήταν ανήκουστο για τα τουρκικά δεδομένα να διατυπώνουν οι στρατιώτες αιτήματα: «Τόσα χρόνια μπίνμπασης δε θυμόταν κάτι παρόμοια φοβερό.»
  • Στον τουρκικό στρατό κυριαρχεί η λογική της απόλυτης υποταγής, με το Διοικητή να έχει κάθε εξουσία απέναντι στους στρατιώτες. Ο Διοικητής μπορεί να παρατείνει τη θητεία τους κατά βούληση, μπορεί να τους τιμωρεί με υπέρμετρη σκληρότητα και ουσιαστικά να παραβιάζει κάθε έννοια ανθρώπινου δικαιώματος. Το γεγονός, άλλωστε, ότι τους μαστιγώνει και κατόπιν δίνει την εντολή να εργαστούν μαζί με τους Έλληνες, δείχνει πως τους θεωρεί και τους αντιμετωπίζει ως σκλάβους.
  • Οι μαφαζάδες αισθάνονται -δικαιολογημένα- φόβο απέναντι στο Διοικητή και γι’ αυτό ομολογούν, χωρίς δεύτερη σκέψη, πως οι Έλληνες σκλάβοι ήταν εκείνοι που τους συμβούλευσαν να ζητήσουν την απόλυσή τους. Η ομολογία τους αυτή οφείλεται βέβαια στο φόβο τους, αλλά και στο γεγονός πως δεν αισθάνονται ότι έχουν κάποιο λόγο να προστατέψουν τους Έλληνες. Όσο κι αν οι δύο ομάδες έχουν έρθει κοντά, δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί μεταξύ τους ένας ικανός δεσμός αλληλεγγύης.

β)

Κατά τη διάρκεια της βάναυσης τιμωρίας των μαφαζάδων, ο Διοικητής βάζει έναν στρατιώτη, που είναι της ίδιας σειράς με τους μαφαζάδες, να συνεχίσει το μαστίγωμα. Ο στρατιώτης, όπως είναι φυσικό, υποφέρει με τον πόνο που προκαλεί στους συμπατριώτες και φίλους του. Έτσι, το ίδιο βράδυ, συντετριμμένος ψυχικά κι εξουθενωμένος από την επώδυνη αυτή εμπειρία, αν και έχει σκοπιά, αποκοιμιέται.
Ο επιλοχίας που κάνει τη νυχτερινή έφοδο και βλέπει το σκοπό να κοιμάται, παίρνει το όπλο του και το δίνει σ’ έναν υπηρέτη που βρισκόταν εκεί κοντά. Αμέσως μετά σπεύδει να ειδοποιήσει τον αξιωματικό, προκειμένου να τιμωρηθεί βαρύτατα ο Τούρκος σκοπός, που αποκοιμήθηκε εν ώρα υπηρεσίας.
Η άμεση επέμβαση των Ελλήνων στρατιωτών, που ξύπνησαν τον Τούρκο σκοπό και ανάγκασαν τον υπηρέτη να του δώσει πίσω το όπλο, συνετέλεσε ώστε ο Τούρκος σκοπός να γλιτώσει την τιμωρία.
Η επέμβαση αυτή των Ελλήνων υποδηλώνει πως τα αισθήματα αλληλεγγύης ανάμεσα στους Έλληνες και τους Τούρκους μαφαζάδες είχαν πια εδραιωθεί. Οι Έλληνες, έχοντας δει το μαστίγωμα των Τούρκων σκοπών, τους θεωρούν πια περισσότερο δικούς τους παρά εχθρούς. Έτσι, παρά το γεγονός ότι οι μαφαζάδες υπό τις απειλές του Διοικητή, είχαν αποκαλύψει πως το αίτημα για απόλυση προέκυψε ύστερα από συμβουλή των Ελλήνων, δεν τους κρατούν κακία και βοηθούν το σκοπό που κινδυνεύει.
Είναι εμφανή σ’ αυτό το περιστατικό τα συναισθήματα συμπόνιας, κατανόησης και αλληλεγγύης που διαπνέουν τις πράξεις των Ελλήνων αιχμαλώτων. Ενώ, μέσα από αυτό το επεισόδιο θα μπορέσουν πια κι οι Τούρκοι φύλακες να εμπιστευτούν πλήρως τους Έλληνες αιχμαλώτους. Η πράξη, επομένως, των Ελλήνων θα λειτουργήσει καταλυτικά, ώστε να εξαλειφθεί οποιαδήποτε καχυποψία να είχαν απέναντί τους οι Τούρκοι φύλακες.

4. Ποια είναι η συναισθηματική διάθεση που κυριαρχεί σ’ αυτό το κεφάλαιο του βιβλίου;

Σ’ ένα βιβλίο όπου ο συγγραφέας καταγράφει την αγριότητα του τουρκικού στρατού και τη φρίκη των ταγμάτων εργασίας, τα οποία είχαν ως στόχο την εξαθλίωση και την εξόντωση των Ελλήνων αιχμαλώτων, δε λείπουν και οι διηγήσεις που έρχονται να αναδείξουν τη δύναμη της ανθρώπινης ευαισθησίας και της αλληλεγγύης.
Ο συγγραφέας αφενός διαπνέεται από αντιμιλιταριστική διάθεση κι αφετέρου επιθυμεί να τονίσει πως η σκληρότητα του τουρκικού στρατού και της ανώτερης διοίκησης δεν εξέφραζε όλους τους Τούρκους. Ανεξάρτητα, δηλαδή, από τις σκοπιμότητες της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, οι απλοί άνθρωποι δεν ένιωθαν μίσος για τους Έλληνες, ούτε θεωρούσαν την εξόντωσή τους ως θεμιτή επιδίωξη.
Μέσα, λοιπόν, από τη συνύπαρξη των Ελλήνων αιχμαλώτων και των Τούρκων σκοπών, ο συγγραφέας επιχειρεί να αναδείξει τα κοινά στοιχεία των δύο λαών, τις κοινές επιθυμίες και ανάγκες τους, καταρρίπτοντας τη στερεότυπη άποψη που θέλει τους δύο λαούς να τρέφουν ασίγαστο μίσος μεταξύ τους.
Ο εχθρός για τους Έλληνες αιχμαλώτους και για τους μαφαζάδες, είναι κοινός και εντοπίζεται στο πρόσωπο του αδίσταχτου Διοικητή, αλλά και των Ελλήνων τσαουσάδων. Ο εχθρός των ανθρώπων δεν είναι ο αλλοεθνής, αλλά εκείνος που δεν τους σέβεται, εκείνος που τους κακομεταχειρίζεται και φυσικά εκείνος που επιχειρεί να τους εκμεταλλευτεί, για να πετύχει τις δικές του σκοπιμότητες.

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης "Όνειρο στο κύμα": Ερμηνείες του διηγήματος

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Alexandre Cabanel

Να  μελετήσετε τις διάφορες ερμηνείες που δίνονται για το Όνειρο στο κύμα (ηθικο-θρησκευτική,  φυσική,  αισθητική,  ψυχαναλυτική κ.ά.) και να τις παρουσιάσετε σύντομα στους συμμαθητές σας.

Το διήγημα σύμφωνα με την ηθικο-θρησκευτική ερμηνεία μπορεί να ιδωθεί ως μια αλληγορία που παρουσιάζει ουσιαστικά την πτώση του ανθρώπου από την αγνότητα της ζωής του Κήπου της Εδέμ, στη γεμάτη κόπο και δυστυχία ζωή μακριά από την άμεση εύνοια του Θεού. Ο νεαρός ήρωας, στα πλαίσια της αλληγορίας αντιστοιχεί στον Αδάμ, η ευδαιμονική ζωή στο νησί αντιστοιχεί στην ανέμελη ζωή στον Κήπο της Εδέμ, η Μοσχούλα εκπροσωπεί τον πειρασμό και φυσικά η ενήλικη ζωή του ήρωα, που δυστυχισμένος βιώνει την απομάκρυνση από το όμορφο νησί του, αντιστοιχεί στην εκδίωξη των πρωτόπλαστων από τον Κήπο της Εδέμ. Ακολουθώντας αυτή την ερμηνεία διαπιστώνουμε πως κάθε πειρασμός που παρουσιάζεται στους ανθρώπους, έρχεται με κάποιο τίμημα. Ο νεαρός ήρωας θα θαυμάσει το γυμνό σώμα της Μοσχούλας, αλλά θα πληρώσει το τίμημα με το θάνατο της αγαπημένης του κατσίκας.
Η ψυχαναλυτική ερμηνεία του διηγήματος στρέφει την προσοχή μας στο γεγονός ότι ο ήρωας, έχοντας βιώσει έντονα συναισθήματα για τη Μοσχούλα, έρχεται τόσο κοντά στην αγαπημένη του, αγγίζει το ερωτικό της σώμα, χωρίς όμως να εκπληρώσει τον πόθο του, γεγονός που δημιουργεί στον ήρωα μια κατάσταση εσωτερικής καταπίεσης και διάψευσης. Ο ήρωας δεν θα μπορέσει να ζήσει τον έρωτά του για τη Μοσχούλα στην πληρότητά του, εξιδανικεύοντάς την και θέτοντας έτσι ένα απροσέγγιστο μέτρο σύγκρισης για τις επόμενες γυναίκες, που εκ των πραγμάτων τον απογοητεύουν. Η ψυχαναλυτική ερμηνεία διαχωρίζει την ονειρική κατάσταση, την επιθυμία του ήρωα, από την πραγματικότητα, τη συνειδητοποίηση δηλαδή ότι ο ήρωας δεν μπορεί να έχει την κοπέλα. Η απογοήτευση, μάλιστα, της πραγματικότητας ωθεί τον νεαρό σε μια υποκατάσταση, ονομάζοντας την κατσίκα του Μοσχούλα, καθώς αντιλαμβάνεται πως η κοπέλα Μοσχούλα είναι γι’ αυτόν απρόσιτη. Ενδιαφέρον έχει έτσι η συμβολική συσχέτιση της πορείας του ήρωα με την κατσίκα Μοσχούλα, όπου όπως εκείνη είναι περιορισμένη με ένα κοντό σχοινί, έτσι και ο ήρωας κινείται με σημαντικούς περιορισμούς -οι ηθικές του αναστολές δεν του επιτρέπουν να επιδιώξει την πραγμάτωση του πόθου του- και τον καθιστούν και αυτόν δέσμιο ενός κοντού σχοινιού.
Στα πλαίσια της φυσικής ερμηνείας του κειμένου διακρίνουμε την αντίθεση που υπάρχει ανάμεσα στη ζωή του εφήβου κοντά στη φύση του νησιού και στη ζωή του ενήλικα στα ασφυκτικά όρια ενός γραφείου, την αντίθεση δηλαδή ανάμεσα στη φύση και στον πολιτισμό. Η αντίθεση αυτή έρχεται να αναδείξει την ευτυχία και την απόλυτη αίσθηση ελευθερίας που διακρίνει τη ζωή του εφήβου, ο οποίος σε απόλυτη αρμονία με το φυσικό του περιβάλλον γεύεται όλη την ομορφιά και τη βαθιά ικανοποίηση που του προσφέρει η επαφή με τη φύση και η απουσία περιττών περιορισμών και δεσμεύσεων. Στον αντίποδα, βέβαια, βρίσκουμε τη ζωή του ενήλικα στην Αθήνα, που εγκλωβισμένος σ’ ένα γραφείο, κι έχοντας στερηθεί την ελευθερία που πάντοτε δέσποζε στη ζωή του, καταπιέζεται κι αισθάνεται απόλυτα δυστυχισμένος.
Παραπλήσια είναι και η ερμηνεία που παρακολουθεί την αλλαγή του αγράμματου μα ευτυχισμένου βοσκού σ’ έναν εγγράμματο μα δυστυχισμένο δικηγόρο. Η ερμηνεία αυτή συναντάται με την προηγούμενη καθώς ειδοποιός διαφορά στις δύο καταστάσεις είναι η επαφή του νεαρού με τη φύση, η ελευθερία που αισθάνεται στα πλαίσια του φυσικού του περιβάλλοντος και η ασφυκτική διαβίωση που του επιβάλλεται στα πλαίσια του αστικού, «πολιτισμένου» περιβάλλοντος. Στα πλαίσια, πάντως, της ερμηνείας αυτής, στα πλαίσια δηλαδή του μετασχηματισμού του ήρωα, εντοπίζουμε και τις δραματικές επιπτώσεις που επέρχονται στον τρόπο που ο ήρωας αντικρίζει την πραγματικότητα. Η εντρύφησή του στα γράμματα, οι σπουδές του και η επαφή του με τις εκκλησιαστικές σχολές, του προσφέρει τη δυνατότητα να δει καθαρότερα τη φύση των ανθρώπων και να απολέσει έτσι την αγνότητα με την οποία ερμήνευε την πραγματικότητα γύρω του. Ο ήρωας δεν γίνεται απλώς ένας δικηγόρος, γίνεται ένας κυνικός άνθρωπος που έχει γνωρίσει πια την ηθική κατάπτωση που έχει επέλθει στους ανθρώπους.
«Μια ακόμη ερμηνεία είναι η αισθητική ή αισθησιακή προσέγγιση που βλέπει στο διήγημα μια αμφιταλάντευση ανάμεσα  στο υψηλό και το αισθησιακό, στην παραίσθηση και την υπερβατικότητα. Πρόκειται με τα λόγια του Ελύτη για μια διαρκή «μετατόπιση παλινδρομική ανάμεσα στην αίσθηση και στην καθαρότητα της αίσθησης, ένα είδος αντικατοπτρισμού στο ηθικό επίπεδο, που του είναι ήδη στο αισθητικό, προσφιλής». Ο ίδιος διακρίνει στο διήγημα τρία χαρακτηριστικά διαδοχικά στάδια: την «καθαρή αίσθηση» που γίνεται αρχικά μια στιγμή ευτυχίας και μετά μετασχηματίζεται σε «ιδανικό υψηλό» για να προβληθεί τελικά «στο επίπεδο το πέραν του θανάτου». Αν και μια τέτοια ερμηνεία στηρίζεται στην αισθητική μέθεξη και λιγότερο στην αναλυτική λογική, ωστόσο δεν πρέπει να παραγνωρισθεί.
Στο όνειρο στο κύμα ο Ελύτης διακρίνει τα εξής διαδοχικά στάδια: η καθαρή αίσθηση (όταν το βοσκόπουλο βλέπει τη Μοσχούλα γυμνή στο κύμα)· αυτή η καθαρή αίσθηση γίνεται μια στιγμή ευτυχίας (όταν αγγίζει με τα χέρια το ίδιο το όνειρό του)· αυτή η στιγμή ευτυχίας γίνεται ύστερα υψηλό ιδανικό. Ένα ιδανικό που παραμένει άπιαστο, αφού η Μοσχούλα αργότερα μεταβάλλεται σε μια γυναίκα συμβατική, ενώ, συμβολικά, τη στιγμή του ονείρου χάνεται το αγαπημένο του ζωάκι, η ευνοούμενή του κατσίκα που έχει το ίδιο όνομα με την κοπέλα.»
Δημήτρης Τζιόβας, Το Παλίμψηστο της Ελληνικής Αφήγησης: Από την Αφηγηματολογία στη Διαλογικότητα, Οδυσσέας, 1993


Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...