Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Διαγώνισμα Προσομοίωσης Πανελλαδικών Εξετάσεων

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips


Amy Haselhurst 

Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Διαγώνισμα Προσομοίωσης Πανελλαδικών Εξετάσεων

Τα παρακάτω αποσπάσματα (ΚΕΙΜΕΝΟ 1 ΚΑΙ ΚΕΙΜΕΝΟ 2) προέρχονται από το βιβλίο του Fernando Savater «Μιλώντας στον γιο μου για την ηθική και την ελευθερία». Στο πρώτο απόσπασμα (ΚΕΙΜΕΝΟ 1) ο συγγραφέας ασχολείται με την «ηλιθιότητα»1 δίνοντας άλλη σημασία από τη συνηθισμένη, ενώ στο δεύτερο απόσπασμα (ΚΕΙΜΕΝΟ 2), από τον επίλογο του βιβλίου, ολοκληρώνει την πραγματεία του με τις τελευταίες συμβουλές προς τον γιο του.

ΚΕΙΜΕΝΟ 1
Ο ηλίθιος κουτσαίνει πνευματικά: είναι το πνεύμα του χωλό2 και ασθενές, παρόλο που το σώμα του φέρνει βόλτες στον αέρα. Υπάρχουν ηλίθιοι διαφόρων τύπων, να διαλέξεις:

α) Αυτός που πιστεύει ότι δε θέλει τίποτα, αυτός που λέει ότι όλα το ίδιο του κάνουν, αυτός που ζει με ένα διαρκές χασμουρητό ή σε μόνιμη σιέστα3, παρόλο που έχει τα μάτια ανοιχτά και δε ροχαλίζει.

β) Αυτός που πιστεύει ότι τα θέλει όλα, το πρώτο που βρίσκει μπροστά του αλλά και το εντελώς αντίθετο:  να φύγει και να μείνει, να χορέψει και να παραμείνει καθισμένος, να μασήσει σκόρδα και να δώσει υπέροχα φιλιά, όλα συγχρόνως.

γ) Αυτός που δεν ξέρει τι θέλει και δεν μπαίνει στον κόπο να ψάξει να το βρει. Μιμείται τα θέλω των γύρω του ή τους πάει κόντρα, γιατί, ό,τι κάνει, υπαγορεύεται από την πλειοψηφική γνώμη αυτών που τον περιβάλλουν. είναι κομφορμιστήςχωρίς στοχασμό ή επαναστάτης χωρίς αιτία.

δ) Αυτός που ξέρει τι θέλει και ξέρει αυτό που θέλει γιατί το θέλει, αλλά το θέλει χαλαρά, με φόβο ή αδύναμα. Στο τέλος, καταλήγει να κάνει πάντα αυτό που δε θέλει και να αφήνει αυτό που θέλει για την επόμενη, μήπως τότε έχει περισσότερο θάρρος.

ε) Αυτός που θέλει με δύναμη, με σφοδρότητα, σχεδόν με βαρβαρότητα, αλλά γελιέται, δεν ξέρει ποια είναι η πραγματικότητα που επιθυμεί, πλανιέται αξιολύπητα και καταλήγει να μπερδεύει το καλό με αυτό που θα τον καταστρέψει.

Όλοι αυτοί οι τύποι ηλιθίων χρειάζονται δεκανίκια, δηλαδή χρειάζονται άλλα, ξένα στηρίγματα, που δεν έχουν καμία σχέση, με την προσωπική ελευθερία και σκέψη. […]

Και λυπάμαι πιο πολύ ακόμα που οφείλω να σε πληροφορήσω για συμπτώματα ηλιθιότητας που συνηθίζουμε να έχουμε σχεδόν όλοι… Συμπέρασμα: Συναγερμός! Στη σκοπιά! Η ηλιθιότητα παραμονεύει και δε συγχωρεί!

1. α) μειωμένη διανοητική ανάπτυξη, β) (συνεκδοχικά) ο αστόχαστος λόγος ή πράξη, ανοησία (Μπαμπινιώτης, Λεξικό για το σχολείο και το γραφείο)
2. ελλαττωματικό, ελλιπές
3. η μεσημεριανή ανάπαυση
4. αυτός που συμβιβάζεται

ΚΕΙΜΕΝΟ 2

Η ζωή δεν είναι σαν τα φάρμακα, που όλα κυκλοφορούν με τις οδηγίες χρήσης τους, όπου εξηγούνται οι αντενδείξεις του προϊόντος και αναγράφεται λεπτομερώς η δοσολογία και ο τρόπος με τον οποίο πρέπει να λαμβάνεται. Τη ζωή μάς τη δίνουν χωρίς συνταγογράφηση και χωρίς οδηγίες χρήσης. Η ηθική δεν μπορεί να αναπληρώσει εντελώς αυτό το έλλειμμα, γιατί δεν είναι τίποτα περισσότερο από το χρονικό των προσπαθειών που κάνουν οι άνθρωποι για να το διορθώσουν. […]

Γι’ αυτό αρνήθηκα να σου δώσω μια σειρά οδηγιών για συγκεκριμένα ζητήματα: για την άμβλωση, για την αντίρρηση συνείδησης, για το ένα και για το άλλο. Ούτε φυσικά είχα την τόλμη να σου κάνω κήρυγμα σε ύφος παραπονεμένου ή ενοχλημένου για τα «κακά» του αιώνα μας: τον καταναλωτισμό, αχ! Την έλλειψη αλληλεγγύης, εχ! Τη μανία του χρήματος, οχ! Τη βία, ουχ! Την κρίση των αξιών, αχ, εχ, οχ, ουχ! Έχω τις απόψεις μου και γι’ αυτά και γι’ άλλα, αλλά εγώ δεν είμαι «η ηθική»·  είμαι απλώς μπαμπάς. Μέσω εμού, το μόνο που μπορεί να σου πει η ηθική είναι να ψάχνεις και να σκέφτεσαι μόνος σου, ελεύθερα, υπεύθυνα, χωρίς να πέφτεις σε παγίδες. Προσπάθησα να σου μάθω τρόπους να βαδίζεις, αλλά ούτε εγώ ούτε κανένας άλλος έχει το δικαίωμα να σε κουβαλήσει στους ώμους του.

Ωστόσο, να τελειώσω με μια συμβουλή; Μια και πρόκειται στη ζωή σου να επιλέγεις, φρόντιζε να κάνεις πάντα τις επιλογές εκείνες που θα σου επιτρέπουν κατόπιν μεγαλύτερο αριθμό άλλων πιθανών επιλογών, όχι αυτές που οδηγούν σε αδιέξοδο. Επίλεξε αυτό που σε κάνει να είναι ανοιχτός στους άλλους, σε νέες εμπειρίες, σε διαφορετικές χαρές. Απόφευγε ό,τι σε κλείνει και ό,τι σε χαντακώνει. Κατά τα άλλα, καλή τύχη και εμπιστοσύνη στον εαυτό σου!

Fernando Savater, 2013, Μιλώντας στον γιο μου για την ηθική και την ελευθερία.
Αθήνα: Εκδ. Πατάκη, σελ. 106-107 και 194-195 (Διασκευή)

ΚΕΙΜΕΝΟ 3 (λογοτεχνικό κείμενο)
Το ποίημα «Το μαχαίρι» του Τάσου Πορφύρη (γεν. 1931) δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Μανδραγόρας, τχ. 60/ Απρίλιος 2019, σελ 45.

ΤΟ ΜΑΧΑΙΡΙ
Τούτο το μαχαίρι είναι γερά μπηγμένο
Στα πλευρά  μου ανάμεσα
Καμπουριάζω απ’ τον πόνο
Παραμιλώ απ’ τον πόνο
Δεν μπορώ να ρίξω ένα ρούχο πάνω μου
Δεν μπορώ να βγάλω το μαχαίρι ή
Να το σπρώξω βαθύτερα
Βολεύτηκα επί πλέον προσέχω
Πώς κάθομαι πού στέκω πώς
Κοιμάμαι μα ποιος ενδιαφέρεται;
Ο καθένας αγκαλιά με την πληγή του.

5 Υπενθυμίζεται ότι το λογοτεχνικό κείμενο  δεν έχει απαραίτητα νοηματική συνάφεια με τα μη-λογοτεχνικά κείμενα.

ΘΕΜΑ Α΄ (15 μονάδες)
Με συνοπτικό τρόπο να αποδώσεις το νοηματικό περιεχόμενο που αποδίδει ο συγγραφέας στον όρο «ηλίθιος», με βάση το παρακάτω απόσπασμα του Κειμένου 1: «α) αυτός που πιστεύει ότι δεν θέλει τίποτα…. καταλήγει να μπερδεύει το καλό με αυτό που θα τον καταστρέψει». (70-80 λέξεις)

ΘΕΜΑ Β΄
1ο ερώτημα (15 μονάδες)
Να γράψεις δίπλα από κάθε γράμμα τη λέξη Σωστό ή Λάθος, ανάλογα με το αν νομίζεις ότι η πρόταση αποδίδει ορθά το νόημα του Κειμένου 2. Στη συνέχεια να τεκμηριώσεις την απάντησή σου, παραθέτοντας τα αντίστοιχα χωρία από το κείμενο.

α. Είναι αυστηρά προδιαγεγραμμένη η πορεία που ακολουθούμε στη ζωή μας.
β. Ο συγγραφέας θέλει να δείξει στο παιδί του τρόπους να πορεύεται στη ζωή του και όχι να τον χειραγωγήσει.
γ. Ο συγγραφέας δε νιώθει ικανός να συμβουλέψει το παιδί του, γιατί ο ίδιος δεν έχει σχέση με την ηθική.
δ. Η ηθική υπαγορεύει την ακηδεμόνευτη σκέψη.
ε. Ο συγγραφέας τον παροτρύνει να είναι επικοινωνιακός και ανοιχτόμυαλος.

2ο  ερώτημα (10 μονάδες)
Στο κείμενο 2 ο συγγραφέας θέλει να επικοινωνήσει με τον γιο του και να τον συμβουλεύσει. Να καταγράψεις τρεις γλωσσικές επιλογές με τις οποίες προσπαθεί να επιτύχει τον παραπάνω στόχο. (10 μονάδες)

3ο  ερώτημα (15 μονάδες)
. «Ούτε φυσικά είχα την τόλμη…είμαι απλώς μπαμπάς»:
Με βάση το παραπάνω απόσπασμα από το Κείμενο 2
α) να επιλέξεις μια από τις παρακάτω προτάσεις που κατά την άποψή σου αποδίδει το νόημά του και
β) να τεκμηριώσεις την απάντησή σου με αναφορές στο νοηματικό περιεχόμενο και σε γλωσσικές επιλογές του αποσπάσματος. (5 μονάδες)

i. Ο συγγραφέας ειρωνεύεται τη διαφορετική στάση που κρατούν άλλοι ενήλικοι ως προς τον συμβουλευτικό τους ρόλο απέναντι στους νέους.
ii. Ο συγγραφέας εκφράζει τη συμπάθειά του σε όσους κρατούν διαφορετική στάση από αυτόν ως προς τον συμβουλευτικό τους ρόλο απέναντι στους νέους.

3β. «Προσπάθησα να σου μάθω τρόπους να βαδίζεις, αλλά ούτε εγώ ούτε κανένας άλλος έχει το δικαίωμα να σε κουβαλήσει στους ώμους του»:

Να μεταφέρεις το παραπάνω απόσπασμα σε πλάγιο λόγο και να χρησιμοποιήσεις συνώνυμες φράσεις και λέξεις με τις οποίες να διαμορφώσεις ύφος επίσημο. (10 μονάδες)

Εναλλακτικά:
. Να επιλέξετε ποιος από τους επόμενους είναι ο κυρίαρχος τρόπος με τον οποίο οργανώνεται η σκέψη του συγγραφέα στο Κείμενο 1.
α. Αιτιολογική ανάλυση με καταγραφή επιχειρημάτων
β. Ορισμό και διαίρεση
γ. Περιγραφή και οδηγίες

Να αιτιολογήσετε πώς συμβάλλει ο τρόπος στην αποτελεσματικότητα ή όχι έκφρασης των απόψεών του. (10 μονάδες)  

ΘΕΜΑ Γ΄ (15 μονάδες)
Ποιο είναι το θέμα του ποιήματος (Κείμενο 3); Ποια είναι η άποψή σου για τον τρόπο που το αντιμετωπίζει το ποιητικό υποκείμενο; (100-150 λέξεις)

ΘΕΜΑ Δ΄ (30 μονάδες)
Σε άρθρο σου, το οποίο θα αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του σχολείου σου, επιλέγεις να αναδείξεις ως το πιο σημαντικό για σένα και για τους /τις συμμαθητές/ τριές σου, στους οποίους απευθύνεσαι, ένα από τα συμπτώματα της «ηλιθιότητας» (κείμενο 1) και στη συνέχεια διατυπώνεις τη δική σου άποψη για τους τρόπους με τους οποίους αυτό μπορεί να αντιμετωπιστεί (300-350 λέξεις).

Ενδεικτικές Απαντήσεις Διαγωνίσματος

ΘΕΜΑ Α΄
Σύμφωνα με τον συγγραφέα ηλίθιος είναι εκείνος που παραμένει μονίμως αδρανής μη έχοντας εντοπίσει κάτι που να το επιθυμεί και να τον κινητοποιεί, όπως κι εκείνος που μη γνωρίζοντας τι θέλει, παρασύρεται από τους άλλους κάνοντας ό,τι κι εκείνοι ή αντιτιθέμενος άγονα σε αυτούς. Ηλίθιος, όμως, είναι κι εκείνος που γνωρίζει τι θέλει, αλλά δεν αγωνίζεται με δυναμισμό για να το πετύχει, όπως κι εκείνος που έχοντας πλανηθεί, επιδιώκει με μανία, όχι εκείνο που τον ωφελεί, αλλά κάτι που τον καταστρέφει.
[Λέξεις: 81]

ΘΕΜΑ Β΄

1ο Ερώτημα
α. Λάθος: «Τη ζωή μάς τη δίνουν χωρίς συνταγογράφηση και χωρίς οδηγίες χρήσης.»
β. Σωστό: «Προσπάθησα να σου μάθω τρόπους να βαδίζεις, αλλά ούτε εγώ ούτε κανένας άλλος έχει το δικαίωμα να σε κουβαλήσει στους ώμους του.»
γ. Σωστό: «Έχω τις απόψεις μου και γι’ αυτά και γι’ άλλα, αλλά εγώ δεν είμαι «η ηθική»·  είμαι απλώς μπαμπάς.»  
δ. Σωστό: «Μέσω εμού, το μόνο που μπορεί να σου πει η ηθική είναι να ψάχνεις και να σκέφτεσαι μόνος σου, ελεύθερα, υπεύθυνα, χωρίς να πέφτεις σε παγίδες.»
ε. Σωστό: «Επίλεξε αυτό που σε κάνει να είναι ανοιχτός στους άλλους, σε νέες εμπειρίες, σε διαφορετικές χαρές.»

2ο Ερώτημα
Προκειμένου ο συγγραφέας να περάσει στον γιο του το μήνυμα ότι η ζωή είναι κάτι το απρόβλεπτο για το οποίο δεν μπορούν να δοθούν συγκεκριμένες «οδηγίες», κάνει μια σύγκριση με τη χρήση μιας αρνητικής παρομοίωσης: «Η ζωή δεν είναι σαν τα φάρμακα». Μέσω αυτής της σύγκρισης διαφαίνεται πως σε αντίθεση με τα φάρμακα που μάς δίνονται με οδηγίες χρήσης και αντενδείξεις, για τη ζωή δεν υπάρχουν αντίστοιχες κατευθυντήριες οδηγίες.
Ακολούθως, ο συγγραφέας επιχειρεί να τονίσει την υποκρισία που κρύβεται πίσω από την τάση άλλων ενηλίκων να εκφράζουν τη δυσαρέσκεια και την ενόχλησή τους για τα «κακά» του αιώνα μας, αξιοποιώντας ένα ασύνδετο σχήμα στο πλαίσιο του οποίου παραθέτει μια σειρά προβλημάτων, τα οποία συνοδεύει με ποικίλα επιφωνήματα (λύπης, πόνου, δυσαρέσκειας).  
Τέλος, με τη χρήση ενός ρητορικού ερωτήματος ζητά από τον γιο του την άδεια προκειμένου να του προσφέρει μια βασική συμβουλή για τις επιλογές που θα κληθεί να κάνει στη ζωή του.

Επιπρόσθετες γλωσσικές επιλογές:
Χρήση α΄ ενικού προσώπου (αρνήθηκα / δώσω / έχω / είμαι), μέσω του οποίου γίνεται εμφανές πως τα όσα καταγράφονται αποτελούν τις προσωπικές απόψεις και επιλογές του γράφοντος.
Χρήση β΄ ενικού προσώπου (να επιλέγεις / να κάνεις / επίλεξε / να είσαι), μέσω του οποίου γίνεται εμφανές πως τα όσα αναφέρει ο συγγραφέας έχουν αποδέκτη ένα συγκεκριμένο πρόσωπο -στην προκειμένη περίπτωση τον γιο του.
Χρήση προτρεπτικής υποτακτικής (να ψάχνεις και να σκέφτεσαι) και προστακτικής έγκλισης (φρόντιζε, επίλεξε, απόφευγε), μέσω των οποίων εκφράζονται οι συμβουλές του συγγραφέα στον γιο του.

3ο Ερώτημα
3.α.  
i. Ο συγγραφέας ειρωνεύεται τη διαφορετική στάση που κρατούν άλλοι ενήλικοι ως προς τον συμβουλευτικό τους ρόλο απέναντι στους νέους.

i. Η ειρωνική διάθεση του συγγραφέα απέναντι στο πώς διαχειρίζονται οι άλλοι ενήλικες τον συμβουλευτικό τους ρόλο, γίνεται αντιληπτή από τη συνεχή χρήση επιφωνημάτων, μέσω των οποίων επιχειρεί να μιμηθεί την υποκριτική τους στάση, όταν δηλώνουν πόσο ενοχλημένοι είναι από τα δεινά του αιώνα μας.
Η ένσταση του συγγραφέα έγκειται στο γεγονός πως το να υποδεικνύει κανείς τα προφανή προβλήματα της κοινωνίας και να εκφράζει την ενόχλησή του γι’ αυτά, ενώ γνωρίζει πως πρόκειται για μη αντιμετωπίσιμες στην ουσία τους καταστάσεις, ενέχει σημαντικό βαθμό υποκρισίας. Αισθάνεται, δηλαδή, πως δεν συνιστά πραγματική καθοδήγηση το να κάνει κάποιος κήρυγμα στους νεότερους, ιδίως όταν αυτό αφορά ευρεία προβλήματα, τα οποία με τον έναν ή τον άλλον τρόπο είτε τα ενισχύουμε είτε τα έχουμε, έστω, αποδεχτεί όλοι ως παγιωμένα και, άρα, ως μη αντιμετωπίσιμα.
Με τη χρήση αρνητικών εκφράσεων (γι’ αυτό αρνήθηκα / ούτε φυσικά) ο συγγραφέας παρουσιάζει τη στάση που δε θεωρεί κατάλληλη. Με τη χρήση α΄ γραμματικού προσώπου (έχω τις απόψεις μου) υποδηλώνει τον υποκειμενικό χαρακτήρα της στάσης που επιλέγει να τηρήσει κι οποία τον φέρνει σε αντίθεση με τους άλλους ενήλικες.

3.β. Ο πατέρας ανέφερε ότι επιχείρησε να του διδάξει τρόπους να διαχειρίζεται τη ζωή του, αλλά πως ούτε εκείνος ούτε κανένας άλλος έχει το δικαίωμα να επωμιστεί το βάρος των δικών του επιλογών.

Εναλλακτικά:
3.β. Ο συγγραφέας στο Κείμενο 1 αξιοποιεί τον ορισμό και τη διαίρεση, εφόσον σε πρώτο επίπεδο ορίζει την έννοια της ηλιθιότητας και ακολούθως προχωρά σε διαίρεση, καταγράφοντας τις διάφορες κατηγορίες «ηλιθίων», με βάση το ιδιαίτερο νόημα που προσδίδει ο ίδιος στην έννοια αυτή.
Ο συγκεκριμένος τρόπος οργάνωσης των σκέψεων του συγγραφέα είναι ιδιαιτέρως αποτελεσματικός, καθώς παρουσιάζει με σαφήνεια τις ποικίλες εκφάνσεις που λαμβάνει στις μέρες μας η ηλιθιότητα. Ο αναγνώστης είναι σε θέση, έτσι, να αντιληφθεί πληρέστερα τις καίριες διαφοροποιήσεις που υπάρχουν μεταξύ εκείνων που αντιμετωπίζουν με λανθασμένο τρόπο τη ζωή τους, καθώς και το εύρος του προβλήματος αυτού. Χάρη στη συνοπτική, αλλά περιεκτική παρουσίαση των «συμπτωμάτων» που διακρίνει τη κάθε μορφή «ηλιθιότητας» ο διδακτικός σκοπός του γράφοντος εκπληρώνεται με τη ζητούμενη επάρκεια.

ΘΕΜΑ Γ΄
Θέμα του ποιήματος είναι η ύπαρξη σε κάθε άνθρωπο ενός προσωπικού τραύματος που καθιστά τη ζωή του δυσχερέστερη, εφόσον συνιστά πηγή συνεχούς πόνου. Το ψυχικό αυτό τραύμα ο ποιητής το παρουσιάζει μ’ ένα σχήμα συνεκδοχής χρησιμοποιώντας τον όρο «μαχαίρι» για να αποδώσει την έννοια της πληγής. Με ρήματα και εκφράσεις που δηλώνουν την έννοια της οδύνης (καμπουριάζω, παραμιλώ, δεν μπορώ να ρίξω ένα ρούχο πάνω μου), όπως και με μια επανάληψη (απ’ τον πόνο), ο ποιητής καθιστά εμφανές το πόσο επώδυνη είναι η κατάσταση που βιώνει. Η ύπαρξη αυτού του τραύματος οδηγεί τον ποιητή, ωστόσο, όχι στην αναζήτηση λύσης, αλλά σ’ έναν παράδοξο συμβιβασμό. Μαθαίνει να ζει με τον πόνο του και δεν προσπαθεί πια να απαλλαγεί από αυτόν. Θεωρεί, μάλιστα, επιβεβλημένη αυτή την επιλογή, αφού κανείς δεν ενδιαφέρεται για τον πόνο του άλλου, μιας κι ο καθένας έχει τη δική του «πληγή». Κατά τη γνώμη μου η επιλογή αυτή δεν είναι η κατάλληλη, καθώς ο συμβιβασμός μ’ ένα πρόβλημα σημαίνει και την παραίτηση από τις προσπάθειες για την επίλυσή του. Αν, βέβαια, δεν υπάρχει, όπως υποστηρίζει ο ποιητής, δυνατότητα ουσιαστικής αντιμετώπισης, είναι πάντοτε θεμιτό το να ζητά κανείς παρηγοριά με το να μοιράζεται τα προβλήματά του με τους κοντινούς του ανθρώπους.

ΘΕΜΑ Δ΄
Εμπιστευτείτε τη δική σας κρίση!

     Η ηλικιακή περίοδος που διανύουμε, αυτή της εφηβείας, εγείρει μια βασική αξίωση σε κάθε έναν από εμάς, να γνωρίσουμε όσο καλύτερα μπορούμε τον ίδιο μας τον εαυτό, ώστε να επιλέξουμε σωστά εκείνα που θέλουμε να πετύχουμε στη ζωή μας. Πρόκειται για κρίσιμες προσωπικές επιλογές, οι οποίες ατυχώς λαμβάνονται συχνά υπό την επίδραση των άλλων, καθώς αρκετοί συνομήλικοί μας δεν έχουν αναπτύξει ακόμη τη δική τους αυτόνομη κρίση.
     Πορεύονται στη ζωή τους, όχι με βάση εκείνο που επιθυμούν οι ίδιοι και γνωρίζουν πως ανταποκρίνεται πληρέστερα στις ανάγκες και στις ικανότητές τους, αλλά με βάση τα όσα επιλέγει ή προτιμά η πλειοψηφία. Μη έχοντας προχωρήσει στην απαιτητική εκείνη διαδικασία της αυτογνωσίας και του αυτοελέγχου, ώστε να διαπιστώσουν τι πραγματικά θέλουν οι ίδιοι, γίνονται έρμαια των τάσεων που βλέπουν να επικρατούν γύρω τους. Προτιμούν να ακολουθήσουν την πορεία των πολλών, αφού έχουν την λανθασμένη εντύπωση πως έτσι οδηγούνται σε κάτι σωστό, παρά να αναζητήσουν βαθύτερα και πιο ουσιαστικά τις προσωπικές τους επιθυμίες.
     Πρόκειται για ένα σύνηθες σύμπτωμα της εποχής μας, απότοκο αφενός της επιζήμιας παρεμβατικότητας των ενηλίκων, που θεωρούν ότι οφείλουν όχι να καθοδηγούν, αλλά να ελέγχουν διαρκώς τους νεότερους, κι αφετέρου της ελλιπούς προσπάθειας να καλλιεργηθεί εγκαίρως η αυτόνομη σκέψη και κρίση των νέων. Πρόκειται, άρα, για ένα πρόβλημα που προκειμένου να αντιμετωπιστεί, χρειάζεται να υπάρξει κατ’ αρχάς μια δραστική αλλαγή στον τρόπο που οι ενήλικες βλέπουν τον «προστατευτικό» τους ρόλο απέναντι στους νεότερους. Η σκέψη πως είναι ευθύνη των γονιών να λαμβάνουν κάθε πιθανή απόφαση για τα παιδιά τους, ώστε να τα προφυλάσσουν από τις όποιες κακοτοπιές, παύει από ένα σημείο και μετά να είναι επωφελής, καθώς τα καθιστά άβουλα και υπονομεύει την ικανότητά τους να σκέφτονται και να αποφασίζουν μόνα τους. Κατά παρόμοιο τρόπο η επικρατούσα στον εκπαιδευτικό χώρο αντίληψη πως αναγκαία παιδεία είναι η απορρόφηση γνώσεων κι όχι η κριτική αξιολόγηση και διαχείρισή τους, αποτυγχάνει να διαμορφώσει σκεπτόμενα άτομα.
     Αν ζητούμενο είναι να αποκτούν εγκαίρως οι νέοι την ικανότητα να στέκουν κριτικά απέναντι στις διάφορες καταστάσεις και να έχουν εμπιστοσύνη στη δική τους σκέψη, θα πρέπει να τους δοθεί από νωρίς το δικαίωμα στο λάθος και στην ενδεχόμενη αποτυχία. Μόνο, άλλωστε, μέσα από τις δοκιμές αυτές, θα αποκτήσουν σταδιακά αυξημένη αίσθηση ευθύνης και θα μελετούν διεξοδικότερα κάθε απόφασή τους.

Αντώνης Φωστιέρης «Η Αράχνη»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Carrie Ann Grippo-Pike

Αντώνης Φωστιέρης «Η Αράχνη»

Καθόμουν ώρες μες στην πλήξη μου και χάζευα
Όπως το κάνουν όλοι αυτοί που κουραστήκανε
Από τα τόσα που ελπίζουν ότι ζήσανε
Στο χλιαρό κενό τού να μη σκέφτομαι καθόμουνα
Παρατηρώντας μιαν αράχνη που αιωρείτο.
Εκείνη κάτι θα σκεφτότανε φαντάζομαι
Γιατί όλο ανέβαινε το σιχαμένο ιστό της
Έμενε ακίνητη συσπώντας τις κεραίες κι έπειτα
Ακάθεκτη ορμούσε στο κενό.
Μύγα ή ζωύφιο δεν πέρασε, όσο είδα.
Όμως η θήρα προχωρούσε δίχως θήραμα
Με τη σοφία εκείνου που γνωρίζει πως το ανύπαρκτο
Θέλει δραστήρια τέχνη να το αδράξεις.
Σοφία ωραία λιλιπούτειου τέρατος
Που σε κλωστούλα σάλιου παραμόνευε
Να παγιδέψει το άπιαστο
Και με χαψιές μεγάλες τέλος καταβρόχθισε
Τις ώρες μου, την πλήξη, το κενό.

Φωστιέρης, Α. (2000). Η σκέψη ανήκει στο πένθος, Αθήνα: Καστανιώτης

Ο ποιητής αξιοποιεί τις ώρες της αδράνειάς του παρατηρώντας την αδιάκοπη δράση μιας αράχνης. Η αντίθεση μεταξύ του παρατηρητή και του παρατηρούμενου, οδηγεί τον ποιητή σ’ έναν γόνιμο προβληματισμό, δεν καλύπτει, ωστόσο, την απουσία διαπροσωπικών επαφών ή αντικειμένου ενασχόλησης που δημιουργεί την πλήξη του.

«Καθόμουν ώρες μες στην πλήξη μου και χάζευα
Όπως το κάνουν όλοι αυτοί που κουραστήκανε
Από τα τόσα που ελπίζουν ότι ζήσανε»

Ο ποιητής παραμένει για ώρες σε κατάσταση αδράνειας και πλήξης, αφήνοντας το χρόνο του να περνά σκοπίμως χωρίς κάποια ουσιαστική ενασχόληση, καθώς αισθάνεται κουρασμένος και νιώθει πως χρειάζεται αυτό το διάστημα απαλλαγμένου από δραστηριότητες χρόνου. Αποδίδει την κούρασή του, ωστόσο, όχι σε όσα έχει επιτελέσει ή επιτύχει προηγουμένως, αλλά στα τόσα που «ελπίζει» ότι έζησε. Πρόκειται για μια δήλωση που φανερώνει την αμφιβολία του για το κατά πόσο τελικά τα όσα έχει κάνει στη ζωή του υπήρξαν όντως ουσιώδη και ικανά να του προσφέρουν την επιθυμητή αίσθηση πληρότητας.
Ίσως τα χρόνια που πέρασαν να μην ήταν τόσο γεμάτα ζωή, όσο θα το ήθελε ή όσο πιστεύει πως ήταν. Δεν είναι, εντούτοις, διατεθειμένος να ενδώσει σ’ αυτή τη διάθεση αυτοελέγχου και ανασκόπησης, εφόσον γνωρίζει πως κάτι τέτοιο ενδέχεται να τον οδηγήσει σε συμπεράσματα που θα τον δυσαρεστήσουν. Επιλέγει, έτσι, όπως το κάνουν κι άλλοι άνθρωποι, να διατηρεί την πεποίθησή του πως έχει ήδη ζήσει πολλά και πως τα χρόνια που πέρασαν ήταν γόνιμα και γεμάτα με αξιόλογες εμπειρίες.     

«Στο χλιαρό κενό τού να μη σκέφτομαι καθόμουνα
Παρατηρώντας μιαν αράχνη που αιωρείτο.»

Περνά, λοιπόν, το χρόνο του χωρίς να σκέφτεται και κυρίως χωρίς να μπαίνει στη διαδικασία της εξέτασης όσων έχουν προηγηθεί, προσφέροντας στον εαυτό του ένα αναγκαίο διάλειμμα ηρεμίας. Το κενό αυτό διάστημα χαρακτηρίζεται «χλιαρό» ακριβώς επειδή ο ποιητής δεν αφήνεται σε σκέψεις και απολογισμούς που θα μπορούσαν να διαταράξουν την ηρεμία του. Του φαίνεται προτιμότερο να στρέψει την προσοχή του σε μια αράχνη που εκείνη τη στιγμή αιωρείται στο κενό, έτοιμη να υλοποιήσει τα δικά της σχέδια.
Προσέχουμε πως ο τίτλος του ποιήματος («Η Αράχνη»), όπως και το κεφαλαίο γράμμα που επιλέγει να χρησιμοποιήσει ο ποιητής στη λέξη αράχνη, υποδεικνύουν πως πρωταγωνιστικό πρόσωπο δεν είναι ο ίδιος, αλλά εκείνη.   

«Εκείνη κάτι θα σκεφτότανε φαντάζομαι
Γιατί όλο ανέβαινε το σιχαμένο ιστό της
Έμενε ακίνητη συσπώντας τις κεραίες κι έπειτα
Ακάθεκτη ορμούσε στο κενό.»

Σε αντίθεση με την απουσία σκέψεων του ποιητικού υποκειμένου, η αράχνη προφανώς κάτι σκέφτεται και κάτι σχεδιάζει, εφόσον βρίσκεται σε διαρκή κίνηση. Η κύρια αντίθεση, πάντως, ανάμεσα στα «πρωταγωνιστικά» πρόσωπα εντοπίζεται στο γεγονός ότι ενώ το ποιητικό υποκείμενο παραμένει αδρανές και παρατηρεί την αράχνη, διότι πλήττει και δεν έχει διάθεση να κάνει κάτι άλλο, η αράχνη εργάζεται εντατικά, προκειμένου να διασφαλίσει την τροφή της. Η αντίθεση αυτή φέρνει στην επιφάνεια μια συνήθη διαφοροποίηση ανάμεσα στους ανθρώπους, καθώς πάντοτε υπάρχουν εκείνοι που αξιοποιούν το χρόνο τους, χωρίς να αφήνουν στιγμή ανεκμετάλλευτη, κι εκείνοι που αφήνονται σε μια αντιπαραγωγική κατάσταση ραθυμίας.
Το ποιητικό υποκείμενο, αν και παρατηρεί με επιμονή την αράχνη, δεν παύει να νιώθει απέχθεια για την παγίδα θανάτου που ετοιμάζει για τα θύματά της. Ο ιστός της χαρακτηρίζεται, έτσι, «σιχαμένος», καθώς είναι ο χώρος στον οποίο θα βρουν τραγικό τέλος τα άτυχα έντομα που θα παγιδευτούν σ’ αυτόν.
Το ποιητικό υποκείμενο εντυπωσιάζεται, ωστόσο, απ’ την αποφασιστικότητα της αράχνης, η οποία χωρίς κανένα δισταγμό ορμά «ακάθεκτη» στο κενό. Μια πτώση που θα δημιουργούσε εύλογα φόβο αντιμετωπίζεται απ’ την αράχνη ως κάτι το απλό, εφόσον η ίδια διαθέτει την ικανότητα και τα μέσα, ώστε να μην κινδυνεύει.

«Μύγα ή ζωύφιο δεν πέρασε, όσο είδα.
Όμως η θήρα προχωρούσε δίχως θήραμα
Με τη σοφία εκείνου που γνωρίζει πως το ανύπαρκτο
Θέλει δραστήρια τέχνη να το αδράξεις.»

Η αράχνη, αν και δεν έχει εντοπίσει κάπου το θήραμά της, δεν παύει να εργάζεται πυρετωδώς για την προετοιμασία του ιστού της, προκειμένου να είναι έτοιμη όταν εμφανιστεί η ευκαιρία. Κατά παρόμοιο τρόπο, αν κάποιος επιθυμεί να αδράξει τις μελλοντικές του ευκαιρίες, έστω κι αν προς το παρόν μοιάζουν ανύπαρκτες, οφείλει να προετοιμάζεται με συστηματικότητα. Μόνο, άλλωστε, αν είναι εκ των προτέρων έτοιμος, θα είναι σε θέση να προσελκύσει τις ευκαιρίες αυτές και να τις εκμεταλλευτεί. Ό,τι, επομένως, τώρα μοιάζει ανύπαρκτο, δεν σημαίνει πως δεν θα εμφανιστεί στο μέλλον.
Σ’ ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης η σύλληψη του «ανύπαρκτου» παραπέμπει στην ιδιαίτερη φύση της ποιητικής τέχνης, η οποία συχνά καλείται να αντλήσει το υλικό της από τα μη ορατά στους πολλούς ή από πηγές που θα έμοιαζαν στείρες στους περισσότερους. Ο ίδιος ο ποιητής, επομένως, έχει βρεθεί πολλές φορές στη θέση της αράχνης, εφόσον έχει κι εκείνος εργαστεί σκληρά προκειμένου να αδράξει και να δώσει μορφή σε ό,τι μέχρι πρότινος δεν υπήρχε. Γνωρίζει πώς είναι να δίνεις την εντύπωση στους άλλους ότι ματαιοπονείς αναζητώντας κάτι που οι άλλοι δεν βλέπουν να υπάρχει. Γνωρίζει πως είναι να προετοιμάζεσαι πυρετωδώς για μια «εργασία» που τελείται επί της ουσίας στο κενό, αφού η «σύλληψη» εκείνου που τόσο επίμονα επιζητάς ενδέχεται είναι να μη τελεσφορήσει είτε να επέλθει ύστερα από μεγάλη κι εναγώνια προσπάθεια.

«Σοφία ωραία λιλιπούτειου τέρατος
Που σε κλωστούλα σάλιου παραμόνευε
Να παγιδέψει το άπιαστο
Και με χαψιές μεγάλες τέλος καταβρόχθισε
Τις ώρες μου, την πλήξη, το κενό.»

Η αράχνη, κατά τρόπο οξύμωρο, αν και «τέρας», διαθέτει την «ωραία» σοφία εκείνου που γνωρίζει πως χρειάζεται συστηματική προεργασία για ένα μελλοντικό επιτυχές αποτέλεσμα. Η σοφία της αράχνης, αν και αξιοποιείται για να επιτευχθεί ένα απεχθές φονικό έργο, δεν παύει να αποτελεί ένα σημαντικό παράδειγμα για την αξία της ακατάπαυστης προσπάθειας.
Το ποιητικό υποκείμενο σχολιάζει πως αν κι η αράχνη -απ’ όσο είδε- δεν κατόρθωσε να βρει κάποιο θήραμα, κατάφερε ωστόσο να καταβροχθίσει τις δικές του ώρες και την πλήξη του. Η ειρωνεία των στίχων αυτών έγκειται στο γεγονός πως είτε υπήρξε επιτυχής είτε όχι η εργασία της αράχνης, αποτέλεσε εντούτοις ένα θέαμα ικανό να γεμίσει το κενό που βίωνε ο παρατηρητής της. Έτσι, ο χρόνος του ποιητή έφυγε παντελώς ανεκμετάλλευτος, αφού σπαταλήθηκε στο να παρατηρεί μια αράχνη. Διαπίστωση που λειτουργεί αφυπνιστικά για το ποιητικό υποκείμενο, εφόσον του υπενθυμίζει πόσο ελάχιστα εκτιμά την αξία του προσωπικού του χρόνου, αλλά και πόσο επιζήμιο είναι το να παραδίνεται στο αίσθημα της πλήξης.
«Να παγιδέψει το άπιαστο»: Με την αντίθεση αυτή καταγράφεται η εντύπωση του παρατηρητή πως η αράχνη παραμονεύει και στήνει τον ιστό της για να πιάσει κάτι το φαινομενικά «άπιαστο». Ό,τι εντούτοις μοιάζει ανέφικτο για εκείνον που μένει άπραγος, είναι εφικτό για εκείνον που προετοιμάζεται κατάλληλα.
Αξίζει να προσεχθεί πως στο σύντομο αυτό ποίημα υπάρχουν πολλά ρήματα δράσης (π.χ. ανέβαινε, ορμούσε, προχωρούσε, αδράξεις, παραμόνευε, παγιδέψει, καταβρόχθισε), τα οποία αποσκοπούν στο να καταστήσουν εμφανέστερη την αντίθεση ανάμεσα στη δραστηριότητα της αράχνης και την κατάσταση αδράνειας στην οποία βρίσκεται το ποιητικό υποκείμενο. Με όσο μεγαλύτερη ενάργεια παρουσιάζεται η συνεχής δράση της αράχνης, τόσο πιο σαφής γίνεται η πλήρης απραξία του ποιητικού υποκειμένου, και τόσο πιο εύλογα προκύπτει η απορία γιατί δεν αξιοποιεί το χρόνο του.

Ερμηνευτικό σχόλιο
Ποιο είναι, κατά τη γνώμη σας, το βασικό θέμα του κειμένου; Ποια είναι η δική σας άποψη σχετικά με αυτό; (150-200 λέξεις)

Βασικό θέμα του κειμένου, κατά τη γνώμη μου, είναι η επίμονη και συνεχής προετοιμασία που απαιτείται προκειμένου να καταστεί εφικτή η δημιουργία κατάλληλων ευκαιριών για το άτομο. Το θέμα αυτό αναδεικνύεται πρωτίστως μέσω της αντίθεσης ανάμεσα στο αδρανές ποιητικό υποκείμενο και τη σε διαρκή ετοιμότητα και δράση αράχνη. Με τη χρήση α΄ ενικού προσώπου (Καθόμουν), καθώς και μεταφορών (στο χλιαρό κενό τού να μη σκέφτομαι), το ποιητικό υποκείμενο τονίζει τη δική του αδράνεια, ενώ με τη χρήση ρημάτων δράσης (αιωρείτο, ανέβαινε, ορμούσε) καταγράφει την αδιάκοπη κινητικότητα της αράχνης. Η δική της δράση τού προκαλεί απορία, εφόσον εκείνος αδυνατεί να διακρίνει την ύπαρξη κάποιου πιθανού θηράματος, όπως το εκφράζει με μια αντίθεση (Όμως η θήρα προχωρούσε δίχως θήραμα). Η απουσία αυτή, ωστόσο, δεν πτοεί την αράχνη, αφού εκείνη γνωρίζει ενστικτωδώς πως ό,τι τώρα μοιάζει ανύπαρκτο, δεν σημαίνει πως δεν θα εμφανιστεί στο μέλλον. Πρόκειται για την «ωραία» σοφία του «λιλιπούτειου τέρατος» που δηλώνεται μέσω ενός οξύμωρου σχήματος: «το ανύπαρκτο / Θέλει δραστήρια τέχνη να το αδράξεις».

Προσωπικά θεωρώ πως η αφοσίωση της αράχνης, που δεν πτοείται μήτε στο ελάχιστο από την πρόσκαιρη απουσία πιθανού θηράματος, συνιστά ένα εξαίρετο παράδειγμα για την αξία της προεργασίας και της προετοιμασίας. Εκεί που οι αδρανείς άνθρωποι αντικρίζουν μόνο το κενό και την απουσία οποιασδήποτε δυνατότητας, οι εργατικοί άνθρωποι γνωρίζουν πως με αφοσίωση και μόχθο μπορούν να διαμορφώσουν για τον εαυτό τους τις κατάλληλες ευκαιρίες και να επιτύχουν τα όσα επιδιώκουν, έστω κι αν αυτά φαντάζουν ανέφικτα στους άλλους.

Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Ενδεικτικό Κριτήριο Αξιολόγησης [Ο μεγάλος χωρισμός]

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Kalina Mondzholovska

Έκθεση Γ΄ Λυκείου: Ενδεικτικό Κριτήριο Αξιολόγησης 

Κείμενο I: Ο μεγάλος χωρισμός
Στο παρελθόν, υπήρχαν πολλά πράγματα που μπορούσαν να τα κάνουν μόνο οι άνθρωποι. Σήμερα όμως τα ρομπότ και οι υπολογιστές κοντεύουν να φτάσουν τους ανθρώπους – και σύντομα μπορεί να τους ξεπεράσουν στις περισσότερες εργασίες. Είναι αλήθεια ότι οι υπολογιστές λειτουργούν πολύ διαφορετικά από τους ανθρώπους και φαίνεται απίθανο να εξανθρωπιστούν σύντομα. Πιο συγκεκριμένα, δεν φαίνεται ότι οι υπολογιστές πρόκειται να αποκτήσουν συνείδηση και να αρχίσουν να βιώνουν συναισθήματα και αισθήσεις. Τον τελευταίο μισό αιώνα έγινε τεράστια πρόοδος στη νοημοσύνη των υπολογιστών, αλλά καμία στη συνείδησή τους. Στο βαθμό που μπορούμε να γνωρίζουμε, οι υπολογιστές του 2016 δεν έχουν περισσότερη συνείδηση από τα πρωτότυπα της δεκαετίας του 1950. Ωστόσο, βρισκόμαστε στο χείλος μιας συνταρακτικής επανάστασης. Οι άνθρωποι κινδυνεύουν να χάσουν την οικονομική τους αξία επειδή η νοημοσύνη διαχωρίζεται από τη συνείδηση.
Μέχρι σήμερα, η υψηλή νοημοσύνη πήγαινε πάντα χέρι-χέρι με την ανεπτυγμένη συνείδηση. Μόνο τα ενσυνείδητα όντα μπορούσαν να εκτελέσουν εργασίες που απαιτούν μεγάλη νοημοσύνη, όπως να παίζουν σκάκι, να οδηγούν αυτοκίνητα, να κάνουν διάγνωση ασθενειών ή να εντοπίζουν τρομοκράτες. Ωστόσο, τώρα αναπτύσσουμε νέα είδη μη συνειδητής νοημοσύνης, τα οποία μπορούν να εκτελούν τέτοιες εργασίες πολύ καλύτερα από τους ανθρώπους. Γιατί όλες αυτές οι εργασίες βασίζονται στην αναγνώριση προτύπων, και οι μη συνειδητοί αλγόριθμοι μπορεί σύντομα να ξεπεράσουν τους ανθρώπους σε αυτό το πεδίο.
Οι ταινίες επιστημονικής φαντασίας υποθέτουν γενικά ότι, για να φτάσουν και να ξεπεράσουν οι υπολογιστές την ανθρώπινη νοημοσύνη, θα πρέπει να αναπτύξουν συνείδηση. Αλλά η πραγματική επιστήμη τα λέει αλλιώς. Μπορεί να υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί δρόμοι που οδηγούν στην υπερευφυία και μόνο κάποιοι από αυτούς περνούν από τα στενά της συνείδησης. Για εκατομμύρια χρόνια, η οργανική εξέλιξη ταξίδευε αργά στο δρόμο της συνείδησης. Η εξέλιξη μη οργανικών υπολογιστών μπορεί να παρακάμψει εντελώς αυτό το στενό πέρασμα, χαρτογραφώντας μια διαφορετική και πολύ συντομότερη διαδρομή για την υπερευφυία.
Αυτό γεννάει ένα καινοφανές ερώτημα: ποιο από τα δύο είναι πραγματικά σημαντικό, η συνείδηση ή η νοημοσύνη. Για όσο καιρό πήγαιναν χέρι-χέρι, η συζήτηση για τη σχετική τους αξία ήταν απλώς μία διασκεδαστική ασχολία για τους φιλοσόφους. Αλλά στον 21ο αιώνα μετατρέπεται σε επείγον πολιτικό και οικονομικό ζήτημα. Και είναι καλό να συνειδητοποιήσουμε ότι, τουλάχιστον για τους στρατούς και τις εταιρίες, η απάντηση είναι ξεκάθαρη: η νοημοσύνη είναι υποχρεωτική, αλλά η συνείδηση προαιρετική.
Οι στρατοί και οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς νοημοσύνη, αλλά δεν χρειάζονται τη συνείδηση και τις υποκειμενικές εμπειρίες. Οι συνειδητές εμπειρίες ενός ταξιτζή με σάρκα και οστά είναι απείρως πλουσιότερες από αυτές ενός αυτόνομου αυτοκινήτου, το οποίο δεν αισθάνεται τίποτα. Ο ταξιτζής μπορεί να ακούει μουσική ενώ οδηγεί στους πολυσύχναστους δρόμους της Σεούλ. Ο νους του μπορεί να γεμίζει με δέος καθώς κοιτάζει τον έναστρο ουρανό και συλλογίζεται τα μυστήρια του σύμπαντος. Τα μάτια του μπορεί να γεμίζουν δάκρυα όταν βλέπει την κορούλα του να κάνει τα πρώτα της βήματα. Αλλά το σύστημα δεν τα χρειάζεται όλα αυτά από τον ταξιτζή. Το μόνο που χρειάζεται πραγματικά από αυτόν είναι να πηγαίνει τους επιβάτες από το σημεία Α στο σημείο Β με τη μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα, ασφάλεια και οικονομία. Και το αυτόνομο αυτοκίνητο θα μπορεί σύντομα να τα κάνει όλα αυτά πολύ καλύτερα από έναν άνθρωπο, παρ’ ό,τι δεν μπορεί να ακούσει μουσική ή να νιώσει δέος για τη μαγεία της ύπαρξης. […]
Ορισμένοι οικονομολόγοι προβλέπουν ότι αργά ή γρήγορα οι μη αναβαθμισμένοι άνθρωποι θα είναι εντελώς άχρηστοι. Ρομπότ και τρισδιάστατοι εκτυπωτές αντικαθιστούν ήδη τους εργάτες σε χειρωνακτικές εργασίες όπως η παραγωγή ρούχων – και οι υψηλής νοημοσύνης αλγόριθμοι θα κάνουν το ίδιο στις δουλειές γραφείου.

Yuval Noah Harari, Homo Deus, μτφ. Μιχάλης Λαλιώτης, Αλεξάνδρεια, 2015

Κείμενο II: «Τα ρομπότ θα συμβιώνουν με τους ανθρώπους»

Ο καθηγητής κ. Τραχανιάς μίλησε για το μέλλον της ρομποτικής:
- Θα χαρακτηρίζατε την εξέλιξη της ρομποτικής στις μέρες μας ραγδαία;
«Ναι, η εξέλιξη είναι ραγδαία, αλλά το σημαντικό που πρέπει κανείς να τονίσει είναι πως δεν αφορά μόνο τη ρομποτική αλλά και πολλούς άλλους τεχνολογικούς τομείς, οι οποίοι επηρεάζουν αυτή και επηρεάζονται από αυτή.
Για παράδειγμα υπάρχει ραγδαία εξέλιξη στην τεχνολογία των αισθητήρων. Εφόσον όλα τα ρομποτικά συστήματα έχουν ανάγκη από αισθητήρες για να προχωρήσουν, είναι ευκόλως κατανοητό πως η εξέλιξη αυτή βοηθάει πάρα πολύ τη ρομποτική. Το ίδιο ισχύει και για τους επεξεργαστές. Τα ρομπότ για να κάνουν τη δουλειά τους, πρέπει να επεξεργάζονται γρήγορα την πληροφορία, οπότε κι αυτό βοηθάει πάρα πολύ στην ρομποτική. Η εξέλιξη της είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με όλους τους τομείς της τεχνολογίας και παρουσιάζουν ταυτόχρονη ραγδαία εξέλιξη».
- Ποια είναι τα πιο πρόσφατα επιτεύγματα της ρομποτικής;
«Υπάρχουν σημαντικά επιτεύγματα σε πολλές διαφορετικές πτυχές της ρομποτικής.
Για παράδειγμα ως επίτευγμα θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς την πολύ μεγάλη σμίκρυνση στα ρομποτικά συστήματα. […]
Άλλα επιτεύγματα στον τομέα των ρομποτικών συστημάτων είναι τα ρομποτικά συστήματα που αλληλεπιδρούν με τον άνθρωπο, συνεργάζονται μαζί του. Υπάρχουν για παράδειγμα ρομποτικά συστήματα τα οποία μπορούν να χειριστούν κάποιο μηχάνημα από κοινού με κάποιον άνθρωπο.
- Πού θα μπορούσαν αυτά να χρησιμοποιηθούν;
«Ένας απώτερος στόχος της ρομποτικής είναι τα συμβιωτικά ρομποτικά συστήματα. Ρομπότ ικανά να συμβιώνουν σε ανθρώπινες κοινωνίες. Συνεπώς θα πρέπει να είναι ικανό το ρομπότ να ακολουθήσει τον άνθρωπο είτε σε έναν περίπατο στο βουνό είτε σε ένα χωράφι, σε οποιοδήποτε κακοτράχαλο έδαφος. Πρέπει λοιπόν να είναι σε θέση να τρέξει, να βαδίσει όπως οι άνθρωποι. Τέτοια συστήματα δεν έχουν τεθεί σε εφαρμογή, και δεν αναμένεται να γίνει κάτι τέτοιο αύριο μεθαύριο. Το να τεθούν όμως είναι αποκλειστικά θέμα χρόνου».
- Πόσο απέχουν από την πραγματικότητα τα ρομπότ που αναφέρατε προηγουμένως τα οποία θα είναι ικανά να συμβιώνουν με ανθρώπους και να αναπτύσσουν σχέσεις; Σε ποιο στάδιο δηλαδή θα λέγαμε πως βρίσκεται σήμερα η τεχνητή νοημοσύνη;
«Η τεχνητή νοημοσύνη εμπλέκεται σίγουρα σε αυτού του είδους τα ρομποτικά συστήματα που αναφέρθηκαν. Για να καταφέρουν τα ρομπότ να αλληλεπιδρούν με όρους ανθρώπινους και όχι τεχνητούς, δηλαδή όπως εμείς επικοινωνούμε με τους άλλους, προφανώς απαιτείται ένα είδος τεχνητής νοημοσύνης. Δεν γίνεται διαφορετικά. Σε αντίθετη περίπτωση μιλάμε για συγκεκριμένου τύπου εντολές, πράγμα το οποίο δεν αποτελεί ιδιαίτερη εξέλιξη. Σκοπός των επιστημόνων είναι να φτάσουν τα ρομπότ στο σημείο να επικοινωνούν με τους ανθρώπους, όπως εμείς με τους συνανθρώπους μας. Αυτό συνεπάγεται πως το ρομποτικό σύστημα πρέπει το ίδιο να μπορεί να κατανοήσει τι λέμε, τι του δείχνουμε, τι το προστάζουμε να κάνει, άρα μιλάμε για τεχνητή νοημοσύνη. Αυτό θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι το σημείο που η ρομποτική έχει μείνει πίσω σε σχέση με άλλους τομείς. Υπάρχουν εξελίξεις αλλά είναι πολύ πιο αργές».
- Συνεπώς είναι πιθανό τα ρομπότ στο μέλλον να αντικαταστήσουν τον άνθρωπο;
«Ο όρος “αντικαταστήσει”, τουλάχιστον για σήμερα, νομίζω πως δεν είναι απλώς τραβηγμένος, ανήκει στη σφαίρα της φαντασίας. […]
Για να καταλάβετε όμως πόσο απέχουμε, αν κάποιος ήταν σε θέση να ποσοτικοποιήσει την ομοιότητα της σημερινής ρομποτικής νοημοσύνης με την ανθρώπινη, πράγμα αδύνατον κατά βάση, το ποσοστό της αντίληψης των ρομποτικών συστημάτων είναι 2% ή 3% κοντά στην ανθρώπινη, κι ίσως αυτό είναι ένα μεγάλο νούμερο. Ακόμα απέχουμε πάρα πολύ και οι ρυθμοί με τους οποίους σημειώνεται η πρόοδος στο συγκεκριμένο τομέα είναι πολύ χαμηλοί».

Μέρος της Συνέντευξης στη Νίκη Παπάζογλου του Πάνου Τραχανιά, καθηγητή του Πανεπιστημίου της Κρήτης και Επικεφαλής του Εργαστηρίου Υπολογιστικής Όρασης και Ρομποτικής του ΙΤΕ. (2014)  

Κείμενο III: Πρόσθεσις

Αν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω.
Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω —
που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ)
που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί
απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό
δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί.

Κ. Π. Καβάφης, Κρυμμένα Ποιήματα, Εκδόσεις Ίκαρος

ΘΕΜΑ Α
Να αποδώσετε με συνοπτικό τρόπο (70-90 λέξεις) τις απόψεις του συγγραφέα (Κείμενο I) σχετικά με το δίπολο εννοιών: νοημοσύνη-συνείδηση.
Μονάδες 15

ΘΕΜΑ Β
1ο Ερώτημα
1.α. Με ποιον τρόπο οργανώνει ο συγγραφέας του Κειμένου I το επιχείρημα της 2ης παραγράφου;
Μονάδες 5

1.β. Ποια απάντηση δίνει ο συγγραφέας (Κείμενο I) στο ερώτημα που θέτει στην 4η παράγραφο; Με ποιους τρόπους (γλωσσικές επιλογές, εκφραστικά μέσα κ.ά.) επιχειρεί να τονίσει τη σημασία αυτής της απάντησης στο πλαίσιο της 5ης παραγράφου;
Μονάδες 10

2ο Ερώτημα
Πώς υπηρετεί την οργάνωση του Κειμένου I η καταληκτική διαπίστωση της 1ης παραγράφου και τι αντίκτυπο έχει η διαπίστωση αυτή στον αναγνώστη;
Μονάδες 10

3ο Ερώτημα
Να συγκρίνετε τα Κείμενα I και II ως προς τις απόψεις που εκφράζουν σχετικά με τη νοημοσύνη και τις πιθανές δυνατότητες των ρομπότ/υπολογιστών.
Μονάδες 15

ΘΕΜΑ Γ
Ποιο είναι το θέμα του ποιήματος (Κείμενο III); Ποια είναι η δική σας άποψη σχετικά με αυτό; (150-200 λέξεις)
Μονάδες 15

ΘΕΜΑ Δ
Σε ένα άρθρο, το οποίο θα αναρτηθεί στην ιστοσελίδα του σχολείου σας, να παρουσιάσετε τις εξελίξεις σχετικά με τις δυνατότητες των ρομπότ/υπολογιστών (Κείμενο I) που ενδέχεται να επηρεάσουν τις εργασιακές προοπτικές των ανθρώπων. Ακολούθως να διατυπώσετε τη δική σας άποψη για το ποιες οφείλουν να είναι οι άμεσες ενέργειες κρατών και πολιτών, ώστε να ελαχιστοποιηθούν στο μέλλον οι όποιες αρνητικές επιπτώσεις των εξελίξεων αυτών. (350 λέξεις)
Μονάδες 30

Ενδεικτικές Απαντήσεις Κριτηρίου

ΘΕΜΑ Α

Μολονότι μέχρι σήμερα η συνείδηση θεωρούταν αναγκαίος όρος για την απόκτηση υψηλής νοημοσύνης, διασφαλίζοντας την υπεροχή των ανθρώπων σε απαιτητικούς εργασιακούς τομείς, τα δεδομένα έχουν πλέον αλλάξει. Η ανάπτυξη μη συνειδητής νοημοσύνης υποδεικνύει πως η επίτευξη της «υπερευφυίας» δεν συνδέεται κατ’ ανάγκη με τη συνείδηση. Είναι προφανές, άλλωστε, πως για την εκτέλεση αρκετών εργασιών αναγνώρισης προτύπων, είναι απαραίτητη μόνο η νοημοσύνη. Ως εκ τούτου, τα ρομπότ κι οι υπολογιστές, παρά το γεγονός ότι δεν έχουν συνειδητές εμπειρίες, μπορούν να ξεπεράσουν σε επαγγελματική ικανότητα τους ανθρώπους και, άρα, να τους αντικαταστήσουν.     

[Λέξεις: 90]

ΘΕΜΑ Β
1ο Ερώτημα
1.α. Ο συγγραφέας αρχικά καταγράφει τα δεδομένα που ίσχυαν «μέχρι σήμερα», τη στενή διασύνδεση, δηλαδή, της υψηλής νοημοσύνης με την ανεπτυγμένη συνείδηση, τεκμηριώνοντας τη σχετική αναφορά με παραδείγματα εργασιών που μπορούσαν να εκτελέσουν μόνο οι άνθρωποι, όπως το να παίζουν σκάκι, να οδηγούν αυτοκίνητα, να κάνουν διάγνωση ασθενειών ή να εντοπίζουν τρομοκράτες.
Ακολούθως παρουσιάζει την ανατροπή των δεδομένων που έχει προκύψει λόγω της ανάπτυξης νέων ειδών μη συνειδητής νοημοσύνης, και οδηγείται στο συμπέρασμα πως οι «μη συνειδητοί αλγόριθμοι» ενδέχεται να ξεπεράσουν σε αποτελεσματικότητα τους ανθρώπους.
Το συμπέρασμά του αυτό το αιτιολογεί με τη διαπίστωση πως τέτοιου είδους εργασίες βασίζονται στην αναγνώριση προτύπων, στην οποία οι μη συνειδητοί αλγόριθμοι υπερέχουν. 

1.β. Στο ερώτημα ποιο είναι επί της ουσίας σημαντικό, η συνείδηση ή η νοημοσύνη, ο συγγραφέας απαντά πως από την οπτική των στρατών και των εταιριών τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: «η νοημοσύνη είναι υποχρεωτική, αλλά η συνείδηση προαιρετική».
Στη συνέχεια, προκειμένου να καταστήσει σαφή τη σημασία του γεγονότος ότι πλέον η συνείδηση -το προνόμιο των ανθρώπων- δεν αποτελεί αναγκαίο στοιχείο για την εκτέλεση συγκεκριμένων εργασιών, προχωρά στη σύγκριση ενός ταξιτζή μ’ ένα αυτόνομο αυτοκίνητο. Με απώτερο στόχο να τονίσει πως η συντριπτική υπεροχή του ταξιτζή σε επίπεδο συνείδησης είναι εντελώς αδιάφορη, αφού το αυτόνομο αυτοκίνητο υπερέχει σε όσα έχουν πραγματική σημασία για το σύστημα (ταχύτητα, ασφάλεια, οικονομία) επιστρατεύει τη χρήση συγκινησιακής γλώσσας και αξιοποιεί στοιχεία περιγραφής και αφήγησης.
Ειδικότερα, με τη χρήση μεταφορών (ο νους του γεμίζει με δέος, μαγεία της ύπαρξης), περιγραφής (τα μάτια του γεμίζουν δάκρυα) και αφήγησης (βλέπει την κορούλα του να κάνει τα πρώτα της βήματα / ακούει μουσική ενώ οδηγεί στους πολυσύχναστους δρόμους της Σεούλ / καθώς κοιτάζει τον έναστρο ουρανό και συλλογίζεται τα μυστήρια του σύμπαντος), επιχειρεί να αναδείξει τα ιδιαίτερα εκείνα στοιχεία που συνιστούν την ανθρώπινη φύση και καθιστούν τον άνθρωπο ένα ασύγκριτα υπερέχον δημιούργημα, μόνο και μόνο για να δηλώσει μέσω μιας αντίθεσης πως όλα αυτά είναι τελικά ασήμαντα: «Αλλά το σύστημα δεν τα χρειάζεται όλα αυτά από τον ταξιτζή».
Η τελική υπεροχή του αυτόνομου αυτοκινήτου καταγράφεται μ’ ένα επιχείρημα, στο πλαίσιο του οποίου η κυριολεκτική χρήση της γλώσσας διαπλέκεται με τη μεταφορική μέσω μιας εναντίωσης: «Και το αυτόνομο αυτοκίνητο θα μπορεί σύντομα να τα κάνει όλα αυτά πολύ καλύτερα από έναν άνθρωπο, παρ’ ό,τι δεν μπορεί να ακούσει μουσική ή να νιώσει δέος για τη μαγεία της ύπαρξης.»

2ο Ερώτημα
Η καταληκτική διαπίστωση της 1ης παραγράφου: «Οι άνθρωποι κινδυνεύουν να χάσουν την οικονομική τους αξία επειδή η νοημοσύνη διαχωρίζεται από τη συνείδηση», προκαλεί εύλογη ανησυχία στον αναγνώστη, εφόσον αναφέρεται σε μια εξέλιξη ιδιαιτέρως αρνητική για τις επαγγελματικές προοπτικές των ανθρώπων. Κινητοποιεί κατ’ αυτό τον τρόπο το ενδιαφέρον τους, καθώς, εύλογα, επιθυμούν να κατανοήσουν πώς αιτιολογείται ο κίνδυνος αυτός.
Σε ό,τι αφορά τη συνολική οργάνωση του κειμένου η διαπίστωση αυτή αποτελεί την κύρια αποδεικτέα θέση και, άρα, το βασικό θέμα του κειμένου. Κατά συνέπεια οι παράγραφοι που ακολουθούν έχουν ως κύρια λειτουργία την τεκμηρίωση της διαπίστωσης αυτής. Γεγονός που διασφαλίζει την εσωτερική συνοχή του κειμένου, αφού κάθε επόμενο τεκμήριο και επιχείρημα συνδέεται με αυτόν τον ισχυρισμό του γράφοντος.

3ο Ερώτημα
Οι θέσεις που διατυπώνουν οι δύο συγγραφείς σχετικά με τη νοημοσύνη των ρομπότ/υπολογιστών και κατ’ επέκταση των πιθανών δυνατοτήτων τους είναι αντίθετες μεταξύ τους, κυρίως διότι εξετάζουν το ίδιο ζήτημα από διαφορετική οπτική. Έτσι, ενώ ο Πάνος Τραχανιάς συγκρίνοντας τη νοημοσύνη των ρομπότ με αυτή των ανθρώπων -στο βαθμό, όπως τονίζει, που μια τέτοια σύγκριση μπορεί να γίνει- επισημαίνει πως το ποσοστό αντίληψης των ρομπότ προσεγγίζει μόλις στο 2% ή 3% την ανθρώπινη αντίληψη, ο Yuval Noah Harari προδικάζει πως σύντομα, χάρη στο διαχωρισμό της νοημοσύνης από τη συνείδηση, τα ρομπότ θα ξεπεράσουν σε αποτελεσματικότητα τους ανθρώπους, οδηγούμενα στην υπερευφυία.
Αν κι οι δύο συγγραφείς συμφωνούν πως ο εξανθρωπισμός των ρομπότ είναι, αν όχι ανέφικτος, τουλάχιστον κάτι που θα αργήσει πάρα πολύ να συμβεί, εξετάζουν κατόπιν υπό διαφορετικό πρίσμα τη νοημοσύνη και τις δυνατότητές τους. Ειδικότερα, ο Yuval Noah Harari επισημαίνει πως σε ό,τι αφορά τις εργασίες εκείνες που βασίζονται στην αναγνώριση προτύπων, όπως είναι η οδήγηση ή η διάγνωση ασθενειών, οι μη συνειδητοί αλγόριθμοι θα είναι σύντομα σε θέση να ξεπεράσουν τους ανθρώπους. Άλλωστε, το ζητούμενο πλέον είναι η ανάπτυξη της μη συνειδητής νοημοσύνης, μιας κι υπάρχουν πολλοί τομείς στους οποίους η ικανότητα της συνείδησης κρίνεται περιττή. Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, ο Πάνος Τραχανιάς δίνει μεγαλύτερη σημασία στη δυνατότητά τους να επικοινωνούν αυτοτελώς με τους ανθρώπους, εξετάζει δηλαδή το κατά πόσο είναι σε θέση τα ρομπότ να «κατανοούν» τα όσα τους λένε οι άνθρωποι και να αντιδρούν κατά τρόπο αυτόνομο σε τέτοιου είδους ερεθίσματα, τονίζοντας πως ως προς αυτό το ζητούμενο τα ρομπότ βρίσκονται ακόμη σε πολύ μικρό επίπεδο εξέλιξης. Από τη δική του οπτική η ικανότητα των ρομπότ να εκτελούν συγκεκριμένες κάθε φορά εντολές δεν συνιστά κάποια αξιοσημείωτη εξέλιξη.

ΘΕΜΑ Γ
Το θέμα του κειμένου συνδέεται με τη συνειδητή προσπάθεια και ανάγκη ορισμένων ανθρώπων να διατηρήσουν ακέραια την αυτονομία της προσωπικότητάς τους, ώστε να μην προστεθούν κι εκείνοι στην απρόσωπη «μάζα» που τείνει να εξομοιώνεται και να υιοθετεί κοινά χαρακτηριστικά και αντιλήψεις. Η αλληγορική αυτή πρόσθεση των ανθρώπων, που τόσο μισεί το ποιητικό υποκείμενο, δεν είναι παρά η γεμάτη φόβο για το διαφορετικό και το καινοφανές προσπάθεια των περισσότερων κοινωνιών να οδηγούν τους πολίτες σε μια προκαθορισμένη και όσο γίνεται εξομοιωμένη θέαση των πραγμάτων. Το τίμημα, ωστόσο, της αυτόνομης πορείας και της με κάθε κόστος κατίσχυσης της προσωπικής επιλογής δεν είναι μικρό ή αμελητέο. Το ποιητικό υποκείμενο, πάντως, δεν εξετάζει το κατά πόσο είναι ευτυχής ή δυστυχής, αλλά το σθένος που επέδειξε κατά τη διάρκεια της ζωής του, ώστε να αποφύγει το να καταμετρηθεί κι εκείνος στη μεγάλη πρόσθεση, όπως εμφατικά την παρουσιάζει με τις εκφράζεις που δηλώνουν πλήθος («τόσους αριθμούς», «πολλές μονάδες»). Το ποιητικό υποκείμενο πιθανά δεν κατόρθωσε να γνωρίσει την ευτυχία εκείνη που προσφέρει στο άτομο η επίγνωση της αποδοχής από τους άλλους. Κατόρθωσε, όμως, να διατηρήσει την ανεξαρτησία του κι αυτό, όπως διαφαίνεται από τη σχετική επανάληψη, του παρέχει βαθιά ικανοποίηση («με χαράν», «αυτή η χαρά μ’ αρκεί»).
Κατά τη γνώμη μου η απόφαση ενός ατόμου να μην υποκύπτει στις πιέσεις της κοινωνικής νόρμας προκειμένου να ευχαριστήσει τους άλλους, συνιστά μια καίρια πράξη αυτοσεβασμού. Είναι, θεωρώ, σημαντικό να αντιστέκεται κανείς στο δέλεαρ της κοινωνικής αποδοχής, ώστε να αποφεύγει το σημαντικό κόστος του να ζει ανειλικρινώς και με συνεχείς συμβιβασμούς εις βάρος των προσωπικών του απόψεων και  αντιλήψεων.  

ΘΕΜΑ Δ

Εργασιακός στίβος… ολοένα και λιγότερο «ανθρώπινος»!

    Οι διαρκώς εξελισσόμενες δυνατότητες των ρομπότ και η επέκταση του αυτοματισμού στην παραγωγική διαδικασία προσφέρουν σημαντικές ευκαιρίες οικονομικής ανάπτυξης στις χώρες εκείνες που σπεύδουν να αξιοποιήσουν τα νέα τεχνολογικά επιτεύγματα. Συνάμα, όμως, αποτελούν δυσοίωνο προάγγελο για μια ενδεχόμενη αύξηση της ανεργίας, αν οι εργαζόμενοι δεν προσαρμοστούν γρήγορα στα νέα δεδομένα.
    Με την επιστήμη να στρέφει πλέον την προσοχή της στην τελειοποίηση των ρομποτικών συστημάτων σε τομείς που βασίζονται κυρίως στην αναγνώριση προτύπων, όπως είναι για παράδειγμα η οδήγηση ή ακόμη κι η διάγνωση ασθενειών, πολλά επαγγέλματα ενδέχεται να περάσουν σύντομα στη «δικαιοδοσία» των ρομπότ. Δοθέντος, άλλωστε, ότι αρκετές εργασίες μπορούν να εκτελεστούν ασφαλέστερα και ταχύτερα από ρομποτικά συστήματα, έστω κι αν αυτά δεν διαθέτουν ανθρώπινη συνείδηση, είναι πια θέμα χρόνου να αρχίσει η συστηματική τους εκμετάλλευση, ώστε να διασφαλιστεί τόσο η οικονομικότερη, όσο κι η πιο αποτελεσματική διεκπεραίωση ανάλογων εργασιών. Φαίνεται, μάλιστα, πως ακόμη κι επαγγέλματα που άλλοτε έμοιαζαν ασφαλή από την «επέλαση» των ρομπότ, ενδέχεται να βρεθούν στη διάθεση των νέων αλγόριθμων υψηλής νοημοσύνης.
    Η πραγματικότητα αυτή οφείλει να κινητοποιήσει τόσο τους κρατικούς φορείς, όσο και τους ίδιους τους πολίτες, προκειμένου να αποφευχθεί μια σημαντική κλιμάκωση της ανεργίας στο άμεσο μέλλον. Χρειάζεται αφενός έγκυρη ενημέρωση των νέων σχετικά με τα επαγγέλματα υψηλής μελλοντικής ζήτησης, όπως και για εκείνα που είναι πιο επισφαλή, ώστε μέσω των επιλογών τους να διασφαλίζουν μια -όσο γίνεται- ασφαλέστερη επαγγελματική αποκατάσταση, κι αφετέρου διαρκής επικαιροποίηση των προγραμμάτων σπουδών στα σχολεία, στα πανεπιστήμια και στα κέντρα επαγγελματικής κατάρτισης, προκειμένου οι νέοι να αποκτούν εγκαίρως τις πλέον σύγχρονες γνώσεις στους τομείς υψηλής ζήτησης. Είναι προφανές, άλλωστε, πως οι νέες αυτές τεχνολογίες θα δημιουργήσουν καινούριους τομείς απασχόλησης που θα σχετίζονται με τον έλεγχο, τη διαμόρφωση και τη συντήρησή τους.
    Επιπροσθέτως, η πολιτεία οφείλει να μεριμνά για την έγκαιρη ενημέρωση των πολιτών καθώς και για τη διασφάλιση των κατάλληλων συνθηκών κατάρτισης, προκειμένου οι εργαζόμενοι να μην αιφνιδιάζονται από τις αλλαγές στον επαγγελματικό τους τομέα. Επικουρικά ως προς αυτό θα λειτουργήσει κι η καλλιέργεια της προσαρμοστικότητας των νέων, ώστε να είναι ικανοί να επανασχεδιάζουν το μέλλον τους και  να προσαρμόζονται γρήγορα στις κάθε είδους αλλαγές.
    Οι αλλαγές, βέβαια, που θα προκύψουν από την επέκταση της αξιοποίησης των ρομποτικών συστημάτων, θα προσφέρουν μακροπρόθεσμα υψηλότερης ποιότητας υπηρεσίες στους πολίτες, βελτιώνοντας κατά πολύ την καθημερινότητά τους. Χρειάζεται, ωστόσο, η κατάλληλη προσοχή, ώστε να αποσοβηθεί το ενδεχόμενο μιας εργασιακής κρίσης μέχρι να επιτευχθεί εκ νέου η σχετική ισορροπία στους τομείς απασχόλησης.
[Λέξεις: 403]
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...