Meirion
Matthias
Ιστορία Προσανατολισμού: Διανομή εθνικών γαιών 1870-1871 (πηγή)
Οι λόγοι που ωθούν την κυβέρνηση Κουμουνδούρου στη σημαντική αυτή θεσμική μεταβολή είναι πολλαπλοί.
α) Λόγοι οικονομικοί: Με την αγροτική μεταρρύθμιση του 1871 το κράτος επιχειρεί να επαυξήσει τα δικά του έσοδα από τα ποσά της εξαγοράς, όπως και των τραπεζών και των εμπορικών ομάδων, καθώς έρχεται να ενισχύσει τις φυτείες και το μικρό ή μεσαίο οικογενειακό κλήρο. Με την επέκταση των εξαγωγών του αγροτικού προϊόντος των φυτειών, οι εμπορικές ομάδες θα δουν μια ταχεία ανάπτυξή τους, ενώ ταυτόχρονα θα ενισχυθεί ο ρόλος τους στη δανειοδότηση των τρεχουσών αναγκών των νέων τώρα μικροπαραγωγών.
Με την παραχώρηση της δημόσιας γης, το κράτος θα στερηθεί το 25% της ακαθάριστης παραγωγής, αλλά θα αποκτήσει νέες πηγές εσόδων, τους φόρους και τους δασμούς, που θα επιβληθούν στο αυξημένο τώρα αγροτικό προϊόν των φυτειών, καθώς θα έχουμε μια επέκταση της επιχειρηματικής δραστηριότητας και αύξηση της παραγωγής.
β) Λόγοι κοινωνικοί: Αν και δεν υπάρχει κάποιο συγκροτημένο κίνημα ακτημόνων, οι καταπατήσεις των εθνικών και εκκλησιαστικών γαιών εκ μέρους μη κληρούχων ή μικροϊδιοκτητών σε διάφορες περιοχές της χώρας, ιδιαίτερα στην Πελοπόννησο, που δημιουργούν εστίες εντάσεων, συνηγορούν για την προικοδότηση αυτών των κοινωνικών ομάδων με «λαχίδια»* εθνικής γης. [...]
Το όλο εγχείρημα μπορούμε να το δούμε ως ένα μέρος της όλης προσπάθειας του Α. Κουμουνδούρου, που αγκαλιάζει την περίοδο 1860- 1880 και αποσκοπεί με την ανάπτυξη της γεωργίας [...] στην προώθηση της εκβιομηχάνισης στην Ελλάδα.
α) Η οριστική αντιμετώπιση του προβλήματος των εθνικών γαιών έγινε με νομοθετικές ρυθμίσεις κατά την περίοδο 1870-1871. Στόχος των νομοθετημάτων ήταν να εξασφαλιστούν κατά προτεραιότητα οι ακτήμονες χωρικοί, με την παροχή γης, απαραίτητης για την επιβίωσή τους. Όπως, μάλιστα, επισημαίνει ο Θ. Καλαφάτης, η κυβέρνηση αναγνώριζε την ανάγκη παροχής καλλιεργήσιμης γης στους ακτήμονες, έστω κι αν αυτοί δεν είχαν οργανωθεί για να διεκδικήσουν κάτι τέτοιο, καθώς οι καταπατήσεις τόσο εθνικών όσο και εκκλησιαστικών γαιών κυρίως από ακτήμονες, αλλά και από μικροϊδιοκτήτες, αφενός προκαλούσε εντάσεις, κυρίως στην Πελοπόννησο, κι αφετέρου φανέρωνε την κρισιμότητα της σχετικής παροχής. Ταυτόχρονα, το κράτος προσπαθούσε να εξασφαλίσει, μέσα από τη διαδικασία της εκποίησης, τα μεγαλύτερα δυνατά έσοδα, που θα έδιναν μια ανάσα στο διαρκές δημοσιονομικό αδιέξοδο. Η επιδίωξη αυτή επιβεβαιώνεται από τον Θ. Καλαφάτη, ο οποίος διευκρινίζει περαιτέρω πως η σχετική διανομή θα ήταν συνάμα επωφελής τόσο για τις τράπεζες όσο και για τους εμπόρους, εφόσον αναμενόταν μέσω αυτής να ενισχυθεί η καλλιέργεια φυτειών -και κατ’ επέκταση οι εξαγωγές- και εν γένει οι μικρομεσαίες αγροτικές κτήσεις με θετική επίδραση στο εμπόριο. Άλλωστε, σύμφωνα πάντοτε με τον Θ. Καλαφάτη οι κυβερνήσεις του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου κατά την περίοδο 1860 -1880 επιδίωκαν την ενίσχυση της γεωργικής παραγωγής, καθώς και της βιομηχανικής δραστηριότητας. Οι στόχοι ήταν αντιφατικοί και στην πραγματικότητα μόνο ο πρώτος επιτεύχθηκε σε ικανοποιητικό βαθμό. Σύμφωνα με τις σχετικές νομοθετικές ρυθμίσεις, οι δικαιούχοι αγρότες μπορούσαν να αγοράσουν όση γη ήθελαν, με ανώτατο όριο τα 80 στρέμματα για ξηρικά εδάφη και τα 40 στρέμματα για αρδευόμενα.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου