Jackson McGoldrick
Κωνσταντίνος
Καβάφης «La Jeunesse blanche»
Η φιλτάτη, η άσπρη μας νεότης,
α η άσπρη μας, η
κάτασπρη νεότης,
που είν’ απέραντη, κ’ είναι
πολύ ολίγη,
σαν αρχαγγέλου άνω μας πτερά
ανοίγει!...
Όλο εξαντλείται, όλο
αγαπάει·
και λιώνει και λιγοθυμά εις τους
ορίζοντας τους άσπρους.
A πάει εκεί και χάνεται εις τους
ορίζοντας τους άσπρους,
για πάντα πάει.
Για πάντα, όχι. Θα
ξαναγυρίσει,
θα επιστρέψει, θα
ξαναγυρίσει.
Με τα λευκά της μέλη, την λευκή
της χάρι,
θα έλθ’ η άσπρη μας νεότης να
μας πάρει.
Με τα λευκά της χέρια
θα μας πιάσει,
και μ’ ένα σάβανο λεπτό απ’ την ασπράδα
της βγαλμένο,
με κάτασπρο ένα σάβανο απ’ την ασπράδα
της βγαλμένο
θα μας
σκεπάσει.
[1895]
Ο Κωνσταντίνος Καβάφης αντικρίζει τη
νεότητα ως την πλέον σημαντική περίοδο της ζωής των ανθρώπων, καθώς είναι
εκείνη που προσφέρει την ευδαιμονική αίσθηση των άπειρων προοπτικών και
δυνατοτήτων. Κάθε νέος έχει την ευκαιρία να θέσει στη ζωή του όσους και όποιους
στόχους επιθυμεί, χωρίς να αισθάνεται την πίεση του χρόνου ή την ύπαρξη
περιορισμών. Η αγαθή και αγνή νεότητα φροντίζει να του διασφαλίζει όλες τις
αναγκαίες συνθήκες, προκειμένου να αφήνεται εκείνος απερίσπαστος στην επιδίωξη
των ονείρων του. Του επιτρέπει, άλλωστε, να δοκιμάζει ξανά και ξανά νέες και
διαφορετικές κατευθύνσεις στη ζωή του, μέχρι να νιώσει πως έχει επιλέξει εκείνη
που του ταιριάζει περισσότερο.
Η φιλτάτη, η άσπρη μας νεότης,
α η άσπρη μας, η
κάτασπρη νεότης,
που είν’ απέραντη, κ’ είναι
πολύ ολίγη,
σαν αρχαγγέλου άνω μας πτερά
ανοίγει!...
Ο Καβάφης αποκαλεί με έμφαση τη νεότητα
άσπρη (άσπρη – κάτασπρη), καθώς επιδιώκει αφενός να τονίσει το στοιχείο της
αγνότητας που τη χαρακτηρίζει κι αφετέρου να επισημάνει πως η νεότητα μοιάζει μ’
ένα άγραφο λευκό χαρτί, στο οποίο κάθε νέος μπορεί να γράψει τη δική του
ιστορία, όπως ο ίδιος την επιθυμεί, χωρίς να παρεμποδίζεται από λάθη του
παρελθόντος ή από επώδυνες μνήμες. Η νεότητα είναι αγνή, αφού η ψυχή των νέων
δεν έχει γνωρίσει ακόμη την αλλοίωση εκείνη που επιφέρει ο χρόνος κι η ανάγκη.
Οι πράξεις κάθε νέου έχουν ακόμη το χαρακτήρα του αθώου πειραματισμού και δεν
είναι δόλια προσχεδιασμένες, όπως συχνά συμβαίνει στον κόσμο των ενηλίκων. Η νεότητα
είναι κάτασπρη, αφού ο νέος άνθρωπος δεν έχει ακόμη διανύσει πολλά βήματα στο
βίο του, κι έχει τέτοιο πλήθος επιλογών μπροστά του, ώστε δεν έχει ακόμα
καθοριστεί αμετάκλητα η πορεία του.
Η νεότητα μοιάζει να είναι απέραντη, ή
τουλάχιστον έτσι τη βλέπουν οι ίδιοι οι νέοι, που έχουν για καιρό την αίσθηση
πως τα περιθώρια χρόνου που τους παρέχονται είναι άπλετα, κι είναι ταυτόχρονα
πολύ λίγη, αφού είναι τόση η ομορφιά της ζωής και τόσα εκείνα που μπορεί να
βιώσει και να πετύχει κανείς στη ζωή του, ώστε μοιάζει να μην επαρκεί το
διάστημα των νεανικών χρόνων.
Η αγαπημένη αυτή, άσπρη νεότητα ανοίγει
τα φτερά της πάνω από τους νέους ανθρώπους σαν να είναι αρχάγγελος που θέλει να
τους προστατέψει. Προφυλάσσει, άλλωστε, τους νέους από τον φόβο που νιώθουν οι
ηλικιωμένοι, καθώς βλέπουν τα χρονικά τους περιθώρια να εξαντλούνται· τους
προφυλάσσει κι από το φρικτό πρόσωπο της ζωής, όταν η αθωότητα των ανθρώπων
υποχωρεί και δίνει τη θέση της στην απληστία, το φθόνο και το μίσος· τους
προφυλάσσει κι από την οδυνηρή επίγνωση πως η διάρκειά της δεν είναι τόσο
μεγάλη όσο φαντάζει στη σκέψη τους.
Όλο εξαντλείται, όλο αγαπάει·
και λιώνει και λιγοθυμά εις τους
ορίζοντας τους άσπρους.
A πάει εκεί και χάνεται εις τους
ορίζοντας τους άσπρους,
για πάντα πάει.
Η νεότητα, δοσμένη στο πάθος της για
ζωή, διαρκώς εξαντλείται από τους ευτυχισμένους κόπους μιας ακατάπαυστης
εσωτερικής έντασης, κι όλο αφήνεται στο παιχνίδι της αγάπης· λιώνει από πόθο
και επιθυμία, και λιγοθυμά μπροστά στη θέα των όλο και περισσότερων δυνατοτήτων
που ανοίγονται μπροστά της. Παρασύρεται από κάθε της νέα επιδίωξη, και
συνεχίζει αδιάκοπα την πορεία της αναζητώντας έναν νέο κάθε φορά ενθουσιασμό ή
μια νέα πρόκληση, μέχρι που, χωρίς κι ίδια να το συνειδητοποιήσει, χάνεται μέσα
στους άσπρους ορίζοντες των τόσων ευκαιριών που έβλεπε μπροστά της.
Για πάντα, όχι. Θα
ξαναγυρίσει,
θα επιστρέψει, θα
ξαναγυρίσει.
Με τα λευκά της μέλη, την λευκή
της χάρι,
θα έλθ’ η άσπρη μας νεότης να
μας πάρει.
Με τα λευκά της χέρια
θα μας πιάσει,
και μ’ ένα σάβανο λεπτό απ’ την ασπράδα
της βγαλμένο,
με κάτασπρο ένα σάβανο απ’ την ασπράδα
της βγαλμένο
θα μας
σκεπάσει.
Η νεότητα αναλώνεται άθελά της στο
κυνήγι μιας νέας κάθε φορά επιθυμίας ή αγάπης, μέχρι που χάνεται για πάντα, ή,
όπως διορθώνει ο ποιητής, χάνεται μέχρι να έρθει η στιγμή που τελειώνει η ζωή
του κάθε ανθρώπου, οπότε κι εκείνη επιστρέφει για να διεκδικήσει εκ νέου τα
αλλοτινά παιδιά της και να τους προσφέρει τις ύστατες περιποιήσεις.
Με τα λευκά -αγνά- της χέρια, η νεότητα
πιάνει κάθε άνθρωπο που πεθαίνει και τον τυλίγει η ίδια μ’ ένα κάτασπρο σάβανο,
βγαλμένο από την ίδια της την ασπράδα. Η νεότητα επιστρέφει για να συλλέξει ένα
προς ένα τα παιδιά της και να τα καθαγιάσει εκ νέου με τη δική της αγνότητα,
όπως αγνά τα είχε κάποτε αφήσει. Η νεότητα γνωρίζει καλά τα λάθη που έκανε κάθε
παιδί της· γνωρίζει τους συμβιβασμούς, τις υποχωρήσεις, τις αποτυχίες, γνωρίζει
και τη μοχθηρότητα ή και το μίσος που κάθε ένα τους αισθάνθηκε, μα δεν τους
καταλογίζει καμία ευθύνη. Η νεότητα γνωρίζει τις συνθήκες της ζωής και γνωρίζει
πως τα παιδιά της ήρθαν αντιμέτωπα με την ανάγκη και τον πόνο· γνωρίζει πως
αναγκάστηκαν να χάσουν την αγνότητά τους και να γίνουν σκληρά για να
επιβιώσουν. Η νεότητα γνωρίζει ακόμη τα όνειρα και τις προσδοκίες που είχε κάθε
παιδί της, και ξέρει καλά πόσο τα πόνεσαν οι διαψεύσεις κι οι ματαιώσεις. Έχει
νιώσει τον πόνο τους και τα έχει συγχωρέσει, γι’ αυτό και επιστρέφει να τα
σκεπάσει με το άσπρο της σάβανο, αναγνωρίζοντας πως είναι καιρός να επανέλθουν
στην πρότερη αγνότητά τους, απαλλαγμένα πια από τις οδύνες και τις δυσκολίες της
ζωής.
©Κωνσταντίνος Μάντης
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου