Οδυσσέας Ελύτης «Οι κλεψύδρες του αγνώστου» [Ε΄] | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Οδυσσέας Ελύτης «Οι κλεψύδρες του αγνώστου» [Ε΄]

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Georgiana Romanovna

 
Οδυσσέας Ελύτης «Οι κλεψύδρες του αγνώστου» [Ε΄]
 
ε΄
 
Είναι κοντά η πτυχή του ανέμου που θροεί τον γαλάζιο της
        περιστερεώνα - η χυμώδης πτυχή
Που ζυγίζει στο χνούδι της ερεθισμένες αιώρες
Όταν τα γέλια μυτερά σπάνε τα τσόφλια της αυγής αγγέλνοντας
        το ηλιόβγαλμα
Κι όλο το πρόσωπο της γης λάμπει από μαργαρίτες
Όχι, δεν είναι σήμερα η στερνή μας λέξη, δεν τελειώνει ο κόσμος
Δε λιώνει σήμερα η ελπίδα μου, με χλωρά σπαρτά γεμίζει τις φωλιές
        των ήχων
 
Εύθυμα στόματα φίλησαν κορίτσια, στα κεράσια κρέμασαν
        την ηδονή
Δέντρα μεγάλα στάζουνε ήλιο είναι άκακα και σκέπτονται
        σαν ίσκιοι που τρέχουνε
Για κάτι ωραίο - σήμερα είναι ωραίο το προβαλλόμενο όραμα
 
Δροσερό μεσημέρι αφησμένο σαν βάρκα που έπλευσε όλο πάθος
Στοιβαγμένη τραγούδια και σινιάλα που τρέμουν σαν βουνοκορφές
Μακριά μακριά είναι οι μαρμάρινες επαύλεις των γυμνών γυναικών
Η καθεμιά τους ήτανε άλλοτε σταγόνα
Η καθεμιά τους είναι τώρα φως
Περνούνε το φουστάνι τους όπως περνά η μουσική στους λόφους
        το στεφάνι της
Και ζούνε μες στον ύπνο τους κισσούς που ζώνουν
Μακριά μακριά είναι οι καπνοί των λουλουδιών οι οριζόντιες λίμνες
        των ναρκίσσων
Τιμονιέρηδες κεφάτοι οδηγούν εκεί τα σκάφη των γοητειών
Γερμένοι στο ‘να τους πλευρό – τ’ άλλο τους είναι θαλερός τόπος
        ευωχιών
Τόσες δα μέλισσες και τόσες δα κλεψύδρες ιστορούνε κι υφαίνουνε
       το ανθρώπινο είδος
 
Σ’ ένα πελώριο διάστημα χύνεται το φως
Γεμίζει οράματα γλυπτά κι είδωλα φέγγους
Είναι τα μάτια πια που κυριαρχούν - η γη τους είναι απλή και
        κορυφαία
Καλοσύνης κοιτάσματα ένα ένα, σαν φλουριά κομμένα μες
        στον ήλιο
Μες στα χείλια, μες στα δόντια, ένα ένα τ’ αμαρτήματα
Της ζωής, αγαθά ξεφλουδισμένα.
 
Ο άνθρωπος, σύμφωνα με τον ποιητή, όπως είναι πλασμένος για να αισθάνεται και να βιώνει την οδύνη και τον πόνο, έχει εξίσου έμφυτη τη δυνατότητα να εντοπίζει γύρω του και να απολαμβάνει την ομορφιά της ζωής και την ευδαιμονία. Τα επώδυνα γεγονότα δεν έχουν τη δυνατότητα να σκεπάζουν την πηγαία ομορφιά του φυσικού περιβάλλοντος και την επιθυμία του ανθρώπου να αφεθεί στη γαλήνη μιας ευδαιμονικής ημέρας, αντικρίζοντας το «προβαλλόμενο όραμα» που δημιουργεί για εκείνον το θερινό φως και η ανθισμένη φύση.
 
«Είναι κοντά η πτυχή του ανέμου που θροεί τον γαλάζιο της
        περιστερεώνα - η χυμώδης πτυχή
Που ζυγίζει στο χνούδι της ερεθισμένες αιώρες
Όταν τα γέλια μυτερά σπάνε τα τσόφλια της αυγής αγγέλνοντας
        το ηλιόβγαλμα»
 
Με τους αρχικούς στίχους της 5ης ενότητας ο ποιητής διαμορφώνει ένα ευδαιμονικό και θελκτικό κλίμα, προκειμένου να παρουσιάσει τις θετικές όψεις της ζωής, η οποία εμπεριέχει την ευτυχία -ή τη δυνατότητα αυτής- σε κάθε πτυχή της. Μόλις αρχίζει το ξημέρωμα της νέας ημέρας, το οποίο αποδίδεται με παραστατικές ηχητικές και οπτικές εικόνες, πλησιάζει κι η στιγμή εκκίνησης του καταπραϋντικού ανέμου.
Η νέα ημέρα παρουσιάζεται να εκκολάπτεται στο τσόφλι της αυγής, το οποίο σπάει με τη συνδρομή «μυτερών γέλιων», τα οποία συνάμα αναγγέλλουν και τον ερχομό της ανατολής του ηλίου. Τα μυτερά -τα οξέα ως προς τον ήχο- γέλια υποδηλώνουν πως το ξεκίνημα της νέας ημέρας βρίσκει την υποδοχή του, αλλά και το έναυσμά του από τα γέλια ανθρώπων που είτε έχουν ήδη ξυπνήσει είτε δεν έχουν κοιμηθεί ακόμη. Τη νέα ημέρα, σε κάθε περίπτωση, την υποδέχεται η εύθυμη διάθεση των ανθρώπων, κάτι που αναδεικνύει την έμφυτη προδιάθεσή τους για τη βίωση της ευτυχίας.
Μετά την ανατολή του ηλίου είναι κοντά κι η στιγμή κατά την οποία θα αρχίσει να ακούγεται το θρόισμα του ανέμου, το οποίο ηχητικά μοιάζει με το φτερούγισμα περιστεριών πάνω στον ουρανό ή κοντά στη θάλασσα («γαλάζιο περιστερεώνα»). Πρόκειται, μάλιστα, για τη «χυμώδη» πτυχή του ανέμου, εκείνη που μπορεί να αισθανθεί πάνω στο χνούδι της την κίνηση που προκαλεί σε αιώρες έτοιμες να δεχτούν ανθρώπους. Ένας άνεμος αρκετά δυνατός, ώστε να θέσει σε κίνηση αντικείμενα, αλλά κατάλληλης θερμοκρασίας, ώστε να μην επηρεάζει τις ευδαιμονικές στιγμές ραθυμίας των ανθρώπων.
Με διαφορετική ανάγνωση οι στίχοι αυτοί («Που ζυγίζει στο χνούδι της ερεθισμένες αιώρες») θα μπορούσαν να ιδωθούν ως αναφορά στο πρωινό ρίγος που προκαλούν στους ανθρώπους και στο χνούδι που ανασηκώνεται στο δέρμα τους και πάλλεται χάρη στην απαλή κίνηση που του προκαλεί ο άνεμος.
 
«Κι όλο το πρόσωπο της γης λάμπει από μαργαρίτες
Όχι, δεν είναι σήμερα η στερνή μας λέξη, δεν τελειώνει ο κόσμος
Δε λιώνει σήμερα η ελπίδα μου, με χλωρά σπαρτά γεμίζει τις φωλιές
        των ήχων»
 
Η ευδαιμονική εικόνα της γης και της ζωής γίνεται αισθητή με τη χρήση προσωποποίησης και μεταφοράς∙ το πρόσωπο της γης λάμπει από τις μαργαρίτες που είναι διάσπαρτες σε αυτό και το φωτίζουν με τα έντονα χρώματά τους. Η σε αφθονία αυτή ομορφιά του κόσμου επιτρέπει στον ποιητή να δηλώσει πως εκείνη η μέρα δεν σηματοδοτεί το τέλος του κόσμου. Αντλεί δύναμη και τονίζει εμφατικά πως οι άνθρωποι δεν πρόκειται να πουν ακόμη την τελευταία τους λέξη. Υπάρχει σαφής προοπτική συνέχειας, γι’ αυτό και ο ποιητής δεν χάνει την ελπίδα του. Αντιθέτως, μάλιστα, το προσωποποιημένο αίσθημα της ελπίδας γεμίζει με φρέσκια σοδειά τις φωλιές των ήχων, ώστε μελλοντικά να προκύψει μια νέα συγκομιδή λέξεων, ιδεών και νοημάτων.
 
«Εύθυμα στόματα φίλησαν κορίτσια, στα κεράσια κρέμασαν
        την ηδονή
Δέντρα μεγάλα στάζουνε ήλιο είναι άκακα και σκέπτονται
        σαν ίσκιοι που τρέχουνε
Για κάτι ωραίο - σήμερα είναι ωραίο το προβαλλόμενο όραμα»
 
Στην κυρίαρχη ευδαιμονία συμβάλλει και το ερωτικό συναίσθημα, με τη σωματική ευχαρίστηση που το πλαισιώνει. Τα φιλιά που ανταλλάσσουν οι ερωτευμένοι καθιστούν εμφανή την ηδονική πτυχή της σωματικής επαφής, και ειδικότερα την απόλαυση που προσφέρει ένα φιλί στο στόμα. Τα κόκκινα χείλη καταγράφονται ως «κεράσια» και συνδέονται με την ηδονή.
Την ίδια στιγμή ακόμη και τα δέντρα συμμετέχουν με την ιδιότυπη κίνησή τους στο ευδαιμονικό κλίμα. Ο ήλιος που διαπερνά τα κλαδιά τους δημιουργεί στον ποιητή την αίσθηση πως ο ήλιος «στάζει» από αυτά, ενώ η μετακίνηση της σκιάς των δέντρων λόγω της μετατόπισης του ηλιακού φωτός διαμορφώνει μια ψευδαίσθηση κίνησης των ίδιων των δέντρων, αφού μοιάζουν σαν ίσκιοι που τρέχουν προς κάτι το όμορφο. Τα ακίνητα και από τη φύση τους αγαθά δέντρα μοιάζουν να παρασύρονται από τη θελκτική ατμόσφαιρα της ζωής, καθώς το όραμα που προβάλλεται εκείνη την ημέρα είναι καθολικά ωραίο και, ως εκ τούτου, επηρεάζει κάθε μέλος του φυσικού κόσμου.
 
«Δροσερό μεσημέρι αφησμένο σαν βάρκα που έπλευσε όλο πάθος
Στοιβαγμένη τραγούδια και σινιάλα που τρέμουν σαν βουνοκορφές
Μακριά μακριά είναι οι μαρμάρινες επαύλεις των γυμνών γυναικών
Η καθεμιά τους ήτανε άλλοτε σταγόνα
Η καθεμιά τους είναι τώρα φως
Περνούνε το φουστάνι τους όπως περνά η μουσική στους λόφους
        το στεφάνι της
Και ζούνε μες στον ύπνο τους κισσούς που ζώνουν»
 
Το μεσημέρι της ημέρας εκείνης έχει λάβει τις ιδιότητες μιας βάρκας που μετέφερε ανθρώπους στη θερινή θάλασσα ενός νησιού. Είναι δροσερό, όπως η βάρκα, η οποία είχε γεμίσει με ανθρώπους γεμάτους πάθος για ζωή, που τραγουδούσαν κι έκαναν σινιάλα στους ανθρώπους στην ακτή. Η κίνηση των ανθρώπων που σηκώνονταν πάνω στη βάρκα για να χαιρετήσουν είτε φίλους είτε αγνώστους έκανε τη βάρκα να τρέμει, όπως τρέμει μια βουνοκορφή, χωρίς, δηλαδή, τον κίνδυνο να πέσει ή να υποστεί κάποια ζημιά.
Σε μεγάλη απόσταση από τη βάρκα -τοπική-, αλλά και από το μεσημέρι -χρονική-, βρίσκονται οι γυμνές γυναίκες, το σώμα των οποίων μοιάζει ωραίο και σμιλεμένο σαν μαρμάρινη έπαυλη. Κάθε μία από τις γυναίκες αυτές ήταν κάποτε -στο ξεκίνημα της ζωής τους- μια απλή σταγόνα, μα τώρα έχει αποκτήσει τη λάμψη και τη γοητεία του φωτός. Με το σχήμα επαναφοράς («Η καθεμιά τους») ο ποιητής τονίζει εμφατικά τις ιδιότητες των γυμνών αυτών γυναικών, προκειμένου να γίνει αντιληπτή η ηδονική ευδαιμονία που συνδέεται με την εικόνα του σώματός τους. Οι γυναίκες αυτές περνούν το φουστάνι τους πάνω από το κεφάλι τους, για να το φορέσουν, όπως η μουσική τοποθετεί το στεφάνι της πάνω στους λόφους της∙ πάνω στις ηχητικές της κορυφώσεις. Τη νύχτα, μάλιστα, την ώρα που κοιμούνται «ζουν», βιώνουν τον αντίκτυπο που έχει η ομορφιά και η γοητεία τους στους άνδρες που τις κοιτούν με πόθο. Ο θελκτικός αυτός αντίκτυπος παρουσιάζεται ως κισσός που δένεται γύρω από κάποιο δέντρο ή αντικείμενο, εφόσον η ανάμνηση και μόνο του σωματικού τους κάλλους κρατά δέσμια τη σκέψη και τις επιθυμίες όσων τις αντίκρισαν.
 
«Μακριά μακριά είναι οι καπνοί των λουλουδιών οι οριζόντιες λίμνες
        των ναρκίσσων
Τιμονιέρηδες κεφάτοι οδηγούν εκεί τα σκάφη των γοητειών
Γερμένοι στο ‘να τους πλευρό – τ’ άλλο τους είναι θαλερός τόπος
        ευωχιών
Τόσες δα μέλισσες και τόσες δα κλεψύδρες ιστορούνε κι υφαίνουνε
       το ανθρώπινο είδος»
 
Μακριά από το μεσημέρι εκείνο βρίσκονται, επίσης, οι «καπνοί» των λουλουδιών∙ το γεμάτο γύρη φορτίο τους που υπόσχεται τη συνέχεια της ζωής και της ομορφιάς. Μακριά είναι και οι λίμνες οι οριζόντιες που μπορούν να λειτουργήσουν ως καθρέφτες για τους νάρκισσους, οι οποίοι τείνουν να παραμένουν εντυπωσιασμένοι από το ίδιο τους το κάλλος. Σ’ εκείνο το μέρος, άλλωστε, οδηγούν ευδιάθετοι τιμονιέρηδες τα σκάφη που μεταφέρουν τις γοητείες∙ τους όμορφους ανθρώπους που αναζητούν τις ομορφιές της φύσης κι έχουν τη διάθεση να τις αναζητήσουν σε κάθε μέρος που επισκέπτονται.
Οι τιμονιέρηδες των σκαφών είναι γερμένοι στο ένα τους πλευρό, την ώρα που εργάζονται, αλλά την ίδια στιγμή το άλλο τους πλευρό δεν παύει να είναι ένας τόπος γεμάτος με την ευδιαθεσία, το κέφι και την προθυμία να επιδοθεί στο γλέντι. Οι άνθρωποι, άλλωστε, δεν χάνουν ποτέ το διττό της φύσης τους, όσο προσηλωμένοι κι αν είναι στην εργασία τους, έχουν πάντοτε τη δυνατότητα να στραφούν στη διασκέδαση και να απολαύσουν κάθε λεπτό της ζωής τους. Πλήθος από κλεψύδρες μετρούν διαρκώς αντίστροφα το χρόνο για μια νέα εναλλαγή στη διάθεση και στις δραστηριότητες των ανθρώπων, όπως μπορούν να το πιστοποιήσουν και οι σκληρά εργαζόμενες μέλισσες, οι οποίες αδιάκοπα φροντίζουν για την ανθοφορία της γης και την αέναη επιστροφή της ομορφιάς που κοσμεί τον κόσμο και προσφέρει νέες συγκινήσεις στους ανθρώπους. Η ομορφιά και η ικανότητα εκτίμησης και απόλαυσής της είναι σταθερά συνυφασμένη με το ανθρώπινο είδος.
 
«Σ’ ένα πελώριο διάστημα χύνεται το φως
Γεμίζει οράματα γλυπτά κι είδωλα φέγγους
Είναι τα μάτια πια που κυριαρχούν - η γη τους είναι απλή και
        κορυφαία»
 
Το κάλλος του περιβάλλοντος αποτελεί διαρκή πηγή απόλαυσης για τους ανθρώπους, εφόσον το θερινό φως απλώνεται σε μια τεράστια έκταση καθιστώντας εφικτή τη θέαση πλήθους ωραίων εικόνων. Οι εικόνες αυτές, μάλιστα, άλλοτε αποτελούν εναργώς φωτισμένα γλυπτά οράματα και άλλοτε είδωλα που προκαλούνται από τις ανταύγειες του φωτός. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, η ομορφιά -είτε σαφώς υπαρκτή είτε απότοκο οφθαλμαπάτης- παρέχει συνεχή ερεθίσματα για τα ανθρώπινα μάτια, των οποίων η γη είναι απλή -μια αδιάκοπη σειρά εικόνων-, αλλά και κορυφαία, καθώς συντίθεται από εικόνες εξαιρετικής ομορφιάς.
 
«Καλοσύνης κοιτάσματα ένα ένα, σαν φλουριά κομμένα μες
        στον ήλιο
Μες στα χείλια, μες στα δόντια, ένα ένα τ’ αμαρτήματα
Της ζωής, αγαθά ξεφλουδισμένα.»
 
Σε αυτό το καλοκαιρινό ελληνικό τοπίο ο άνθρωπος μπορεί να αντικρίσει γύρω του πλήθος υπενθυμίσεων της αγαθότητας και της καλοσύνης τόσο της φύσης όσο και του ίδιου του ανθρώπου. Καθετί αποκτά μια δική του χωριστή οντότητα μέσα στο φως του ήλιου, σαν πολύτιμα νομίσματα που μπορεί καθένας να ευχαριστηθεί και να εξετάσει. Καθαγιάζει το ελληνικό φως κάθε πτυχή της ζωής, επιτρέποντας στους ανθρώπους να γευτούν κάθε ομορφιά της, ακόμη κι εκείνες που, υπό συνθήκες, μοιάζουν με αμαρτήματα -του πνεύματος ή της σαρκός-, μιας και όλα είναι δημιουργήματα της φύσης και, κατ’ επέκταση, εμπεριέχουν μια έμφυτη αγαθότητα. Όπως γεύεται ένα καρπό ο άνθρωπος και νιώθει την πλούσια γεύση του, έτσι μπορεί να ζήσει και να απολαύσει κάθε αγαθό της ζωής, αφού όλα είναι προορισμένα για εκείνον.  

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...