Αριστοτέλης, Πολιτικά, 1.12, 1253a29-39 (Η συγκρότηση της πόλεως)
Φύσει μὲν οὖν ἡ ὁρμὴ ἐν πᾶσιν ἐπὶ τὴν τοιαύτην κοινωνίαν [: την πόλιν]· ὁ δὲ πρῶτος συστήσας μεγίστων ἀγαθῶν αἴτιος. Ὥσπερ γὰρ καὶ τελεωθεὶς βέλτιστον τῶν ζῴων ἄνθρωπός ἐστιν, οὕτω καὶ χωρισθεὶς νόμου καὶ δίκης χείριστον πάντων. Χαλεπωτάτη γὰρ ἀδικία ἔχουσα ὅπλα· ὁ δὲ ἄνθρωπος ὅπλα ἔχων φύεται φρονήσει καὶ ἀρετῇ, οἷς ἐπὶ τἀναντία ἔστι χρῆσθαι μάλιστα. Διὸ ἀνοσιώτατον καὶ ἀγριώτατον ἄνευ ἀρετῆς, καὶ πρὸς ἀφροδίσια καὶ ἐδωδὴν χείριστον. Ἡ δὲ δικαιοσύνη πολιτικόν· ἡ γὰρ δίκη πολιτικῆς κοινωνίας τάξις ἐστίν, ἡ δὲ δικαιοσύνη τοῦ δικαίου κρίσις.
Η διασφάλιση της δικαιοσύνης, βέβαια, δεν προκύπτει αυτόματα ή μέσω της απλής προαίρεσης των πολιτών. Κάθε κοινωνία ορίζει συγκεκριμένους νόμους και κανόνες, οι οποίοι σε συνδυασμό με το άγραφο δίκαιο της κάθε επιμέρους κοινωνίας καθοδηγούν και εθίζουν τους πολίτες στην κοινωνικώς αρμόζουσα και αποδεκτή συμπεριφορά.
«Βλέπουμε λοιπόν ότι όλοι οι άνθρωποι λέγοντας «δικαιοσύνη» εννοούν εκείνη την έξη που α) τους κάνει να έχουν την τάση και την ικανότητα να πράττουν ό,τι είναι δίκαιο, β) χάρη στην οποία πράττουν το δίκαιο, και γ) χάρη στην οποία θέλουν ό,τι είναι δίκαιο.»
Η με αυτό λοιπόν το νόημα δικαιοσύνη δεν είναι ένα μέρος της αρετής, αλλά ολόκληρη η αρετή. Και πάλι: το αντίθετό της, η αδικία, δεν είναι ένα μέρος της κακίας, αλλά ολόκληρη η κακία.»
Μετάφραση: Δ. Λυπουρλής
Ο Αριστοτέλης δηλώνει με τον όρο τέλος τον λόγο μιας σειράς ενεργειών ή την ολοκληρωμένη μορφή προς την πραγμάτωση της οποίας τείνει ένα ον. Έτσι, το τέλος λειτουργεί ως πρωθύστερο αίτιο και αρχή· δεν είναι αποτελείωμα αλλά τελείωση, η ορθή ολοκλήρωση μιας συγκεκριμένης διαδικασίας. Γι’ αυτό και το πραγματικό τέλος ενός όντος είναι να κατακτήσει το κορυφαίο για το ίδιο αγαθό και να ολοκληρώσει τη φύση του. Το πραγματικό τέλος για τον άνθρωπο -η επίτευξη της πληρότητας των δυνατοτήτων του- συνιστά μια διαδικασία, η οποία επιτελείται στο πλαίσιο της κοινωνίας, εφόσον ο άνθρωπος είναι από τη φύση του φτιαγμένος για να ζει σε οργανωμένες κοινωνίας.
- ὁ δὲ πρῶτος συστήσας μεγίστων ἀγαθῶν αἴτιος.
- Ὥσπερ γὰρ καὶ τελεωθεὶς βέλτιστον τῶν ζῴων ἄνθρωπός ἐστιν, οὕτω καὶ χωρισθεὶς νόμου καὶ δίκης χείριστον πάντων.
- Χαλεπωτάτη γὰρ ἀδικία ἔχουσα ὅπλα·
- Διὸ ἀνοσιώτατον καὶ ἀγριώτατον ἄνευ ἀρετῆς, καὶ πρὸς ἀφροδίσια καὶ ἐδωδὴν χείριστον.
- Ἡ δὲ δικαιοσύνη πολιτικόν· ἡ γὰρ δίκη πολιτικῆς κοινωνίας τάξις ἐστίν, ἡ δὲ δικαιοσύνη τοῦ δικαίου κρίσις.
Ο Ιταλός συγγραφέας και πολιτικός Niccolò Machiavelli (1469-1527), σε ένα από τα πιο διάσημα έργα της παγκόσμιας γραμματείας, τον Ηγεμόνα (γραμμένο το 1513), δίνει συμβουλές στον επίδοξο πολιτικό ηγέτη. Σε μια τέτοια ρεαλιστική πολιτική τέχνη δεν έχουν θέση όσα έγραψαν, αρχαίοι και μεσαιωνικοί συγγραφείς, για ιδανικές πολιτείες και για τον καθορισμό της πολιτικής από την ηθική.
(μετάφραση Ζ. Ζωγραφίδου)
Ο Χομπς στο έργο του Περί του πολίτη ή Φιλοσοφικά στοιχεία για την κυβέρνηση και την πολιτική κοινωνία (1651) εκθέτει την πολιτική του σκέψη, προσπαθώντας να θεμελιώσει θεωρητικά το νεότερο αστικό κράτος και τη νομιμότητα της κρατικής εξουσίας πάνω σε μια νέα σύλληψη του δικαίου. Σε αντίθεση με την παραδοσιακή αντίληψη, περιγράφει συχνά τον άνθρωπο σαν ένα εγωιστικό πλάσμα που χαρακτηρίζεται από έλλειψη κοινωνικότητας, συμπόνοιας και αλτρουιστικής διάθεσης.
Ο Άγγλος φιλόσοφος John Locke (1632-1704), πατέρας του πολιτικού φιλελευθερισμού, εισηγήθηκε μία θεωρία κοινωνικού συμβολαίου. Στη Δεύτερη πραγματεία περί κυβερνήσεως: Δοκίμιο με θέμα την αληθινή αρχή, την έκταση και τον σκοπό της πολιτικής εξουσίας (1689) εκτιμά ότι, παρόλο που η ανθρώπινη φύση είναι έλλογη και ανεκτική, ο φυσικός νόμος δεν επαρκεί για την προστασία της περιουσίας και της ελευθερίας των ατόμων και έτσι προκύπτει η ανάγκη για τη συγκρότηση της πολιτικής κοινωνίας. Εισερχόμενο σε αυτήν, το άτομο αποδέχεται να συμμορφωθεί προς τους κανόνες και τις αποφάσεις της πλειοψηφίας, η οποία πρέπει να κυριαρχεί, για πρακτικούς λόγους.
(μετάφραση Π. Kιτρομηλίδης)
Τα παραπάνω κείμενα ασκούν κριτική στη θεωρία του Αριστοτέλη ότι ο άνθρωπος είναι από τη φύση του πολιτικό ον. Αφού τα μελετήσετε προσεκτικά, να παρουσιάσετε συνοπτικά τις παραπάνω απόψεις και να διατυπώσετε τη γνώμη σας σχετικά με την κριτική αυτή.
Η άποψη αυτή του Μακιαβέλι είναι αμιγώς κυνική, καθώς αρνείται στους ανθρώπους την ικανότητα να αναγνωρίσουν την αξία μιας αποτελεσματικής διοίκησης και, κατ’ επέκταση, να συμμορφωθούν με τις επιταγές της. Μια δημοκρατία, ωστόσο, δεν μπορεί να λειτουργήσει ορθά αν οι έχοντες την εξουσία είναι ανήθικοι και «κακοί». Οι πολίτες, άλλωστε, δεν πρόκειται να τους εμπιστευτούν εκ νέου την εξουσία, αφού θα έχουν διαπιστώσει την κακή ποιότητα του ήθους τους.
Ο Χομπς αμφισβητεί με πιο άμεσο τρόπο τη θεωρία του Αριστοτέλη ισχυριζόμενος πως είναι λανθασμένη και πως έχει προκύψει από «επιπόλαιη» μελέτη της ανθρώπινης φύσης. Ο Χομπς θεωρεί πως οι άνθρωποι δεν συγκεντρώνονται μεταξύ τους επειδή εκ φύσεως αποζητούν την κοινωνικότητα, αλλά από σύμπτωση. Προκειμένου, μάλιστα, να αποδείξει πως η θεωρία του Αριστοτέλη είναι λανθασμένη επικαλείται το γεγονός πως οι άνθρωποι δεν αγαπούν και δεν εκτιμούν εξίσου όλους τους συνανθρώπους τους -όπως θα συνέβαινε αν ήταν εκ φύσεως κοινωνικά όντα-, αλλά επιλεκτικά εκείνους μόνο από τους οποίους μπορούν να αποκομίσουν κάποιο όφελος ή τιμή.
Ο Χομπς αξιοποιεί μια συνήθη διαπίστωση, την τάση των ανθρώπων να επιδιώκουν οφέλη μέσα από τον κύκλο γνωριμιών τους, για να αμφισβητήσει συνολικά τη θεωρία του Αριστοτέλη. Ο Αριστοτέλης, ωστόσο, δεν αρνήθηκε το γεγονός πως οι άνθρωποι ενδέχεται να αποκομίζουν οφέλη από τη μεταξύ τους συναναστροφή και συνεργασία. Αντίκρισε, όμως, καθαρότερα τους ανθρώπους, εφόσον αντιλήφθηκε πως ακόμη κι αν δεν υπάρχει κάποιο απτό όφελος εκείνοι συνεχίζουν να επιζητούν τη συναναστροφή και τη συνύπαρξη με άλλους ακολουθώντας τη φυσική τους επιθυμία για κοινωνικότητα.
Ο Λοκ εξετάζοντας τη συγκρότηση κοινωνιών εκλαμβάνει ως βασικά κίνητρα την επίτευξη μιας ασφαλέστερης διαβίωσης για τα μέλη τους, την προστασία των περιουσιών τους και τη συνολικά πιο άνετη ζωή. Θεωρεί, δηλαδή, πως πίσω από τη συγκρότηση κοινωνιών βρίσκονται είτε ο φόβος της ανασφάλειας είτε η επιδίωξη του συμφέροντος, μιας και κάθε άνθρωπος που μετέχει σε αυτές πληρώνει το τίμημα του να θυσιάσει την ελευθερία και την ανεξαρτησία του. Πρόκειται, βέβαια, για μια θέαση της πραγματικότητας εν μέρει σωστής, εφόσον πράγματι οι άνθρωποι συνεργάζονται μεταξύ τους προκειμένου να αντιμετωπίζουν από κοινού τις επιμέρους δυσκολίες. Η άποψη αυτή, ωστόσο, δεν αναιρεί την έμφυτη κοινωνικότητα των ανθρώπων, χωρίς την οποία η συγκρότηση κοινωνιών θα ήταν εξαιρετικά δυσχερής αν όχι ανέφικτη.