Σχήματα λόγου στον Κρητικό του Σολωμού
Έκοίταα, κι ήτανε μακριά ακόμη τα’ ακρογιάλι·
Παρήχηση του «α», η οποία ενισχύει ηχητικά την αίσθηση της απόστασης του ακρογιαλιού.
Αστροπελέκι μου καλό, για ξαναφέξε πάλι!
Προσωποποίηση του αστροπελεκιού
Αποστροφή στο Αστροπελέκι (ο ομιλητής διακόπτει τη ροή του λόγου του και στρέφεται προς συγκεκριμένο πρόσωπο, σε προσωποποιημένο αντικείμενο ή σε αφηρημένη ιδέα). Ο ήρωας, μιλά στο αστροπελέκι, και το αποκαλεί καλό, σε μια προσπάθεια εξευμενισμού, ώστε να μπορέσει να αξιοποιήσει τη δύναμη της φύσης προς όφελός του.
Προσφώνηση: Αστροπελέκι μου καλό
Οξύμωρο: Αστροπελέκι μου καλό (Παρόλο που η αστραπή είναι ένα έντονο και άρα επικίνδυνο φαινόμενο, στις συγκεκριμένη περίσταση μπορεί να λειτουργήσει θετικά για τον ήρωα)
Πλεονασμός: ξαναφέξε πάλι (Με τον πλεονασμό που προκύπτει ξανά- /πάλι, εκφράζεται εντονότερα η αγωνία του ήρωα)
Επίκληση: για ξαναφέξε πάλι
Τρία αστροπελέκια επέσανε, ένα ξοπίσω στ' άλλο
Παρήχηση των συμφώνων τ & ρ, που ενισχύει την ακουστική/ηχητική πτυχή της δημιουργούμενης εικόνας
Τα πέλαγα στην αστραπή κι ό ουρανός αντήχαν,
Υπερβατό μεταξύ του ρήματος (αντήχαν) και του υποκειμένου (τα πέλαγα). (Ανάμεσα σε δύο όρους μιας πρότασης, οι οποίοι έχουν μεταξύ τους στενή λογική και συντακτική σχέση και θα έπρεπε να βρίσκονται ο ένας δίπλα στον άλλο, παρεμβάλλεται μια λέξη ή φράση και τους αποχωρίζει). Το υπερβατό σχήμα δίνει με μεγαλύτερη έμφαση την αίσθηση της ταραχής του φυσικού περιβάλλοντος.
Τα πέλαγα στην αστραπή κι ό ουρανός αντήχαν,
Οι ακρογιαλιές και τα βουνά μ’ όσες φωνές κι αν είχαν.
Η ομοιοκαταληξία αντήχαν – είχαν, μιμείται τον αντίλαλο των ήχων
Προσωποποιήσεις: τα πέλαγα, ο ουρανός, οι ακρογιαλιές και τα βουνά προσωποποιούνται, και δίνεται έτσι η αίσθηση πως συμμετέχουν εξίσου στην αγωνία των θνητών ηρώων
Πιστέψετε π’ ό,τι θα πω είν’ ακριβή αλήθεια
Μεταφορά: ακριβή αλήθεια
Αποστροφή προς τους ακροατές των λόγων του: Πιστέψετε
Μα τες πολλές λαβωματιές πού μόφαγαν τα στήθια
Μεταφορά: που μόφαγαν τα στήθια (Το ηρωικό ήθος του Κρητικού γίνεται προφανές από τις πολλές πληγές που δέχτηκε κατά τη διάρκεια των μαχών με τους Τούρκους)
Μα τους συντρόφους πόπεσαν στην Κρήτη πολεμώντας
Μεταφορά: πόπεσαν στην Κρήτη (Ο ηρωισμός και η συντροφικότητα στη μάχη είναι δύο από τα ιδανικά του ήρωα)
Μα την ψυχή πού μ' έκαψε τον κόσμο άπαρατώντας
Μεταφορά: την ψυχή που μ’ έκαψε (Δίνεται με ιδιαίτερη έμφαση ο πόνος του ήρωα για την απώλεια της αγαπημένης του)
Περίφραση: τον κόσμο απαρατώντας (Προκειμένου να δηλωθεί ο θάνατος της κόρης)
(Λάλησε, Σάλπιγγα! κι' εγώ το σάβανο τινάζω,
Και σχίζω δρόμο και τς αχνούς αναστημένους κράζω
Προσωποποίηση της Σάλπιγγας
Αποστροφή προς τη σάλπιγγα
Προσφώνηση: Λάλησε, Σάλπιγγα
Παρήχηση του «λ»: λάλησε σάλπιγγα
Πολυσύνδετο: κι – και – και
Μεταφορά: σχίζω δρόμο (Εμφανής η αγωνία και η ανυπομονησία του ήρωα να μεταβεί στο χώρο της Έσχατης Κρίσης, και κατ' επέκταση στον Παράδεισο, προκειμένου να αναζητήσει την αγαπημένη του)
«Μην είδετε την ομορφιά που την Κοιλάδα αγιάζει;
—Ψηλά την είδαμε πρωί· της τρέμαν τα λουλούδια
Σχήμα κατεξοχήν: την ομορφιά (την αρραβωνιαστικιά του) [Η σημασία μιας λέξης στενεύει και ενώ αυτή φανέρωνε αρχικά σύνολο ομοειδών όντων, καταλήγει να φανερώνει ένα μόνο από αυτά, ξεχωρίζοντάς το εξαιρετικά.] Η ομορφιά της αγαπημένης του ήρωα τονίζεται με εμφατικό τρόπο.
Μεταφορά: της τρέμαν τα λουλούδια (Συνήθης μεταφορά στην ποίηση του Σολωμού, για να δηλωθεί η αγνότητα)
Υποφορά – ανθυποφορά: Μην είδετε – την είδαμε
Ο Ουρανός ολόκληρος αγρίκαε σαστισμένος
Προσωποποίηση του ουρανού. Η προσωποποίηση στοιχείων της φύσης, δημιουργεί την αίσθηση πως όλη η φύση μετέχει στην αγωνία των νεκρών, καθώς αναμένουν την Κρίση και την εν σαρκί ανάστασή τους.
Κι ή θάλασσα, πού σκίρτησε σαν το χοχλό πού βράζει
Μεταφορά: η θάλασσα που σκίρτησε
Παρομοίωση: σαν το χοχλό
Ησύχασε και έγινε όλο ησυχία και πάστρα
Επανάληψη: ησύχασε – ησυχία. Η επανάληψη χρησιμοποιείται για να δοθεί με έμφαση η θαυμαστή ησυχία που επικράτησε στη φύση.
Μεταφορά: ησύχασε (εννοεί η θάλασσα)
Σαν περιβόλι ευώδησε κι εδέχτηκε όλα τα’ αστρα
Παρομοίωση: σαν περιβόλι
Μεταφορές: ευώδησε – εδέχτηκε
Ούτε όσο κάνει στον ανθό η μέλισσα περνώντας
Παρομοίωση: όσο κάνει στον ανθό η μέλισσα
Όμως κοντά στην κορασιά, πού μ’ έσφιξε κι εχάρη
Πρωθύστερο: εχάρη κι μ’ έσφιξε (Από δύο σχετικές ενέργειες ή έννοιες τοποθετείται στη σειρά του λόγου πρώτη εκείνη που είναι χρονικά και λογικά δεύτερη.)
Κι ομπρός μου ιδού πού βρέθηκε μία φεγγαροντυμένη
Μεταφορά: φεγγαροντυμένη
Έτρεμε το δροσάτο φως στη θεϊκιά θωριά της,
Στα μάτια της τα ολόμαυρα και στα χρυσά μαλλιά της
Συναισθησία: δροσάτο φως (συμφύρονται δύο διαφορετικές αισθήσεις)
Οξύμωρο: δροσάτο φως (αν ληφθεί υπόψη ότι το φως αποτελεί πηγή θερμότητας)
Μεταφορές: θεϊκιά θωριά – χρυσά μαλλιά
Αντίθεση: μάτια ολόμαυρα – χρυσά μαλλιά
Εκοίταξε τα’ αστέρια, κι εκείνα αναγάλλιασαν,
Και την αχτινοβόλησαν και δεν την εσκεπάσαν·
Κι από το πέλαο, που πατεί χωρίς να το σουφρώνει
Προσωποποίηση: τα αστέρια
Μεταφορές: εσκεπάσαν – σουφρώνει
Πολυσύνδετο: κι – και – και
Κυπαρισσένιο ανάερα τα’ ανάστημα σηκώνει
Μεταφορές: κυπαρισσένιο – σηκώνει
Κι ανεί τς αγκάλες μ’ έρωτα και με ταπεινοσύνη,
Κι έδειξε πάσαν ομορφιά και πάσαν καλοσύνη
Τότε από φως μεσημερνό ή νύχτα πλημμυρίζει,
Κι η χτίσις έγινε ναός πού ολούθε λαμπυρίζει
Πολυσύνδετο: κι – και – κι – και – κι
Αντίθεση: φως μεσημερνό – νύχτα
Μεταφορά: η νύχτα πλημμυρίζει
Υπερβολή: από φως μεσημερνό η νύχτα πλημμυρίζει. Η υπερβολή αυτή αντιστοιχεί στο σχήμα του αδυνάτου των δημοτικών τραγουδιών, με το οποίο ο ποιητής τονίζει εμφατικά τη θαυμαστή επενέργεια της Φεγγαροντυμένης στη φύση.
Παρομοίωση: έγινε ναός που ολούθε λαμπυρίζει
Καταπώς στέκει στο Βοριά η πετροκαλαμήθρα
Παρομοίωση: Καταπώς...
Όχι στην κόρη, αλλά σ’ εμέ την κεφαλή της κλίνει
Σχήμα άρσης και θέσης: όχι στην κόρη, αλλά σ’ εμέ (Πρώτα λέγεται τι δεν είναι κάτι (ή τι δε συμβαίνει) και αμέσως μετά τι είναι (ή τι συμβαίνει) – πρώτα αίρεται κάτι και στη συνέχεια τίθεται.)
Την κοίταζα ό βαριόμοιρος, μ’ έκοίταζε κι εκείνη
Επανάληψη: κοίταζα – εκοίταζε
Καν σε ναό ζωγραφιστή με θαυμασμό περίσσο,
Κάνε την είχε ερωτικά ποιήσει ο λογισμός μου,
Καν τα’ όνειρο, όταν μ’ έθρεφε το γάλα της μητρός μου
Επανάληψη: καν – κάνε – καν
Ήτανε μνήμη παλαιή, γλυκιά κι αστοχισμένη
Μεταφορά: γλυκιά
Σαν το νερό που το θωρεί το μάτι ν’ αναβρύζη
Παρομοίωση: σαν το νερό
Συνεκδοχή: που το θωρεί το μάτι (το μάτι ενν. ο άνθρωπος) [Οι λέξεις δε χρησιμοποιούνται με την αρχική τους σημασία, αλλά με διαφορετική, που έχει βέβαια κάποια σχέση με την αρχική. Έτσι δηλώνεται: το ένα αντί για τα πολλά ομοειδή, το μέρος ενός συνόλου αντί για το σύνολο, η ύλη αντί για εκείνο που είναι κατασκευασμένο από αυτή, το όργανο αντί για την ενέργεια που παράγεται ή γίνεται με αυτό.]
Βρύση έγινε το μάτι μου κι ομπρός του δεν εθώρα
Μεταφορά: βρύση έγινε το μάτι
Που ετρέμαν και δε μ’ άφηναν να βγάλω τη μιλιά μου
Μεταφορά: που ετρέμαν (τα μάτια)
Προσωποποίηση: δε μ’ άφηναν (τα μάτια)
Κι ένιωθα πως μου διάβαζε καλύτερα το νου μου
Πάρεξ αν ήθελε της πω με θλίψη του χειλιού μου
Μεταφορά: διάβαζε
Συνεκδοχή: θλίψη του χειλιού μου
Κοίτα με μες στα σωθικά, που φύτρωσαν οι πόνοι
Μεταφορά: φύτρωσαν οι πόνοι
Όμως εξεχειλίσανε τα βάθη της καρδιάς μου
Μεταφορές: εξεχειλίσανε – τα βάθη της καρδιάς
Βόηθα, Θεά, το τρυφερό κλωνάρι μόνο να ‘χω
Περίφραση: τρυφερό κλωνάρι (ενν. η αρραβωνιαστικιά). Η περίφραση αυτή τονίζει τη νεότητα της κοπέλας και την αγνότητά της.
Εχαμογέλασε γλυκά στον πόνο της ψυχής μου,
Κι εδάκρυσαν τα μάτια της, κι έμοιαζαν της καλής μου.
Εχάθη, αλιά μου! αλλ’ άκουσα του δακρύου της ραντίδα
Αντίθεση: γλυκά στον πόνο
Μεταφορά: εχαμογέλασε γλυκά
Παρομοίωση: κι εμοιάζαν της καλής μου
Επιφώνημα: αλιά μου
Επανάληψη: εδάκρυσαν – δακρύου
Εγώ από κείνη τη στιγμή δεν έχω πλια το χέρι,
Π’ αγνάντευεν Αγαρηνό κι εγύρευε μαχαίρι·
Χαρά δεν του ‘ναι ο πόλεμος· τ’ απλώνω του διαβάτη
Προσωποποίηση: το χέρι: π’ αγνάντευεν - κι εγύρευε μαχαίρι
Συνεκδοχή: το χέρι (αντί για το άτομο συνολικά): αγνάντευεν – κι εγύρευε
Άρση και θέση: δεν έχω πλια το χέρι – τ’ απλώνω του διαβάτη. Στο σχήμα αυτό γίνεται έκδηλη η πλήρης μεταστροφή που επιτελείται στον χαρακτήρα του ήρωα.
Ψωμοζητώντας, κι έρχεται με δακρυσμένο μάτι
Συνεκδοχή: έρχεται με δακρυσμένο μάτι
Κι όταν χορτάτα δυστυχιά τα μάτια μου ζαλεύουν
Αργά, κι ονείρατα σκληρά την ξαναζωντανεύουν,
Και μέσα στ’ άγριο πέλαγο τ' αστροπελέκι σκάει,
Κι η θάλασσα να καταπιή την κόρη αναζητάει
Προσωποποιήσεις: τα μάτια: χορτάτα δυστυχιά – η θάλασσα να καταπιή την κόρη αναζητάει
Μεταφορές: χορτάτα δυστυχιά – ονείρατα σκληρά – την ξαναζωντανεύουν – άγριο πέλαγο
Πολυσύνδετο: κι – κι – και – κι
Ξυπνώ φρενίτης, κάθομαι, κι ο νους μου κινδυνεύει,
Και βάνω την παλάμη μου, κι αμέσως γαληνεύει
Πολυσύνδετο: κι – και – κι
Τα κύματα έσχιζα μ’ αυτό, τ’ άγρια και μυρωδάτα
Μεταφορές: έσχιζα – άγρια – μυρωδάτα
Με δύναμη πού δεν είχα μήτε στα πρώτα νιάτα,
Μήτε όταν εκροτούσαμε, πετώντας τα θηκάρια,
Μάχη στενή με τους πολλούς ολίγα παλληκάρια,
Μήτε όταν τον μπομπο - Ίσούφ και τς άλλους δύο βαρούσα.
Σύρριζα στη Λαβύρινθο π’ αλαίμαργα πατούσα.
Επανάληψη: μήτε – μήτε – μήτε
Αντίθεση: πολλούς – ολίγα
Μεταφορές: μάχη στενή – αλαίμαργα πατούσα
Αλλά το πλέξιμ’ άργουνε και μου τ’ αποκοιμούσε
Ηχός, γλυκύτατος ηχός, οπού με προβοδούσε
Μεταφορές: αποκοιμούσε – γλυκύτατος – προβοδούσε
Προσωποποίηση: ο ήχος: προβοδούσε
Αναδίπλωση: ήχος – γλυκύτατος ήχος (η αναδίπλωση είναι ένα σχήμα λόγου (ή ένας εκφραστικός τρόπος), σύμφωνα με το οποίο μια λέξη (ή και μια φράση) τίθεται στο λόγο μια φορά και αμέσως μετά επαναλαμβάνεται.)
Δεν είναι κορασιάς φωνή στα δάση που φουντώνουν,
Και βγαίνει τ’ άστρο του βραδιού και τα νερά θολώνουν,
Και τον κρυφό της έρωτα της φύσης τραγουδάει,
Του δέντρου και του λουλουδιού πού ανοίγει και λυγάει
Παρομοίωση: δεν είναι κορασιάς φωνή
Περίφραση: τ’ άστρο του βραδιού (το φεγγάρι)
Πολυσύνδετο: και – και – και – και – και
Χιαστό:
Του δέντρου και του λουλουδιού
πού ανοίγει και λυγάει
[το δέντρο: λυγάει, και το λουλούδι: ανοίγει]
Δεν είν’ αηδόνι κρητικό, που σέρνει τη λαλιά του
Παρομοίωση: δεν είν’ αηδόνι
Μεταφορά: σέρνει τη λαλιά
Κι αντιβουίζει ολονυχτίς από πολλή γλυκάδα
Η θάλασσα πολύ μακριά, πολύ μακριά η πεδιάδα
Μεταφορά: αντιβουίζει η θάλασσα
Υπερβολή: αντιβουίζει η θάλασσα πολύ μακριά και η πεδιάδα
Χιαστό:
Η θάλασσα πολύ μακριά,
πολύ μακριά η πεδιάδα
[πολύ μακριά – πολύ μακριά και θάλασσα – πεδιάδα]
Ώστε που πρόβαλε η αυγή και έλιωσαν τ’ αστέρια,
Κι ακούει κι αυτή και πέφτουν της τα ρόδα από τα χέρια
Προσωποποίηση: η αυγή ακούει
Μεταφορά: έλιωσαν τ’ αστέρια
Δεν είν’ φιαμπόλι το γλυκό, οπού τα’ αγρίκαα μόνος
Παρομοίωση: δεν ειν’ φιαμπόλι
Μεταφορά: φιαμπόλι το γλυκό
Κι έβλεπα τ’ άστρο τ’ ουρανού μεσουρανίς να λάμπει
Και του γελούσαν τα βουνά, τα πέλαγα κι οι κάμποι·
Κι ετάραζε τα σπλάχνα μου ελευθερίας ελπίδα
Κι' έφώναζα: «ώ θεϊκιά κι όλη αίματα Πατρίδα!»
Κι άπλωνα κλαίοντας κατ’ αυτή τα χέρια με καμάρι
Πολυσύνδετο: κι – και – κι – κι – κι
Περίφραση: τ’ άστρο τ’ ουρανού (ο ήλιος)
Προσωποποιήσεις: γελούσαν τα βουνά, τα πέλαγα, οι κάμποι – θεϊκιά κι όλη αίματα Πατρίδα
Συνεκδοχή: ετάραζε τα σπλάχνα μου [το μέρος αντί για το όλο]
Μεταφορά: θεϊκή πατρίδα
Καλή ‘ν’ η μαύρη πέτρα της και το ξερό χορτάρι
Μεταφορά: μαύρη πέτρα
Δεν είναι λόγια· ήχος λεπτός ... ...
Δεν ήθελε τον ξαναπεί ο αντίλαλος κοντά του
Μεταφορά: ήχος λεπτός
Προσωποποίηση: δεν ήθελε τον ξαναπεί ο αντίλαλος (προσωποποιείται ο αντίλαλος). Ο αντίλαλος προσωποποιείται και του αποδίδεται απροθυμία να επαναλάβει τον γλυκύτατο ήχο, σα να γνωρίζει ότι δε θα μπορέσει να τον επαναλάβει με την αρχική του ομορφιά.
Υπερβατό: μεταξύ ρήματος (ήθελε) και υποκειμένου (ο αντίλαλος)
Σαν του Μαϊού τες ευωδιές γιόμιζαν τον αέρα,
Γλυκύτατοι, ανεκδιήγητοι ... ...
Μόλις είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο Χάρος
Παρομοιώσεις: σαν του Μαϊού – μόλις είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο Χάρος
Υπερβολή: μόλις είν’ έτσι δυνατός ο Έρωτας και ο Χάρος. Το σχήμα της υπερβολής, που λειτουργεί παράλληλα και ως σύγκριση του ήχου με τις δυνάμεις του Έρωτα και του Χάρου, εκφράζει τη μεγαλύτερη δυνατή έμφαση, τη δύναμη που ασκούσε στην ψυχή του ήρωα.
Μ’ άδραχνεν όλη την ψυχή, και να ‘μπει δεν ημπόρει
Ο ουρανός, κι η θάλασσα, κι η ακρογιαλιά, κι η κόρη
Με άδραχνε, και μ’ έκανε συχνά ν’ αναζητήσω
Πολυσύνδετο: και – κι – κι – και
Προσωποποίηση: ο ήχος: μ’ άδραχνεν. Ο ήχος λαμβάνει τις διαστάσεις προσώπου, σα να έχει δική του βούληση, στοιχείο που ενισχύει τη δύναμη της ενέργειάς του. Ο ήχος αρπάζει τον ήρωα.
Μεταφορές: μ’ άδραχνεν – να ‘μπει
Τη σάρκα μου να χωρισθώ για να τον ακλουθήσω
Συνεκδοχή: τη σάρκα μου (το μέρος αντί για το όλο –το σώμα). Με τη λέξη σάρκα, αισθητοποιείται εναργέστερα η επιθυμία του ήρωα να εξαρθεί από τη σωματική του υπόσταση.
Έπαψε τέλος, κι άδειασεν η φύσις κι η ψυχή μου·
Πού εστέναξε κι εγιόμισεν ευθύς οχ την καλή μου
Αντίθεση: άδειασεν – εγιόμισεν. Με την αντίθεση γίνεται σαφέστερο το αίσθημα πληρότητας που προσέφερε ο ήχος στον ήρωα, που μόνο με το σταμάτημα του ήχου, επαναφέρει στη σκέψη του την αγαπημένη του.
Δείτε επίσης: