Michal Bednarek
Κωνσταντίνος
Καβάφης «Η Τράπεζα του Μέλλοντος»
Την δύσκολη ζωή μου ασφαλή να κάνω
εγώ στην Τράπεζα του Μέλλοντος επάνω
πολύ ολίγα συναλλάγματα θα βγάλω.
Κεφάλαια μεγάλ’ αν έχει αμφιβάλλω.
Κι άρχισα να φοβούμαι μη στην πρώτη κρίσι
εξαφνικά τας πληρωμάς της σταματήσει.
Το σύντομο αλληγορικό αυτό ποίημα του
Κωνσταντίνου Καβάφη έρχεται ν’ αποδώσει τις ανησυχίες του ποιητή σχετικά με την
τάση των ανθρώπων να εναποθέτουν τις ελπίδες τους σ’ ένα καλύτερο μέλλον,
φτάνοντας τελικά στο σημείο να προσδοκούν πολύ περισσότερα απ’ όσα έχει στην
πραγματικότητα το μέλλον να τους προσφέρει.
Την δύσκολη ζωή μου ασφαλή να κάνω
εγώ στην Τράπεζα του Μέλλοντος επάνω
πολύ ολίγα συναλλάγματα θα βγάλω.
Σε πρώτο πρόσωπο ο ποιητής δηλώνει πως
σκοπεύει να βγάλει ελάχιστες συναλλαγματικές στην Τράπεζα του Μέλλοντος,
προκειμένου να καταστήσει έτσι ασφαλέστερη την ήδη δύσκολη ζωή του. Δεν έχει,
δηλαδή, την πρόθεση να επενδύσει πολλές ελπίδες σε όσα έχει να του φέρει το
μέλλον, διότι δεν επιθυμεί να γνωρίσει κατόπιν την επώδυνη διάψευση. Ο ποιητής
προτιμά να παλέψει τις δυσκολίες του παρόντος και να βιώσει το σήμερα, με όσες
δυσχέρειες κι αν έχει αυτό, χωρίς να εναποθέτει τις ελπίδες του σ’ ένα
υποτιθέμενα καλύτερο μέλλον, γεγονός που θα τον αποσπούσε από τον αγώνα που
έχει να δώσει σήμερα κι από τις προσπάθειες που οφείλει να καταβάλει τώρα.
Οι επενδύσεις στην Τράπεζα του
Μέλλοντος είναι αφενός επισφαλείς κι αφετέρου τείνουν να υπονομεύουν το πείσμα
και την αποφασιστικότητα των ανθρώπων απέναντι στα τωρινά τους προβλήματα, αφού
δημιουργούν την πλασματική αίσθηση πως ό,τι έρχεται θα είναι καλύτερο απ’ ό,τι
βρίσκεται ήδη εδώ.
Κεφάλαια μεγάλ’ αν έχει αμφιβάλλω.
Κι άρχισα να φοβούμαι μη στην πρώτη
κρίσι
εξαφνικά τας πληρωμάς της σταματήσει.
Ο ποιητής αμφιβάλλει για το κατά πόσο η
Τράπεζα του Μέλλοντος έχει μεγάλα κεφάλαια, και άρα ικανά να καλύψουν τις τόσες
επενδύσεις των ανθρώπων του παρόντος. Έχει, μάλιστα, αρχίσει να φοβάται πως
στην πρώτη κρίση η Τράπεζα αυτή θα σταματήσει ξαφνικά τις πληρωμές, αφήνοντας
έκθετους όλους εκείνους τους ανθρώπους που επένδυσαν σε αυτή τις ελπίδες της
ζωής τους, περιμένοντας μια καλύτερη εκδοχή της πραγματικότητας∙ περιμένοντας
την εκπλήρωση των προσδοκιών και των ονείρων τους.
Ο ποιητής στέκει με απαισιοδοξία
απέναντι στο ενδεχόμενο να είναι το μέλλον καλύτερο από το παρόν. Φοβάται πως
αν επενδύσει πολλά σε αυτό θα βρεθεί κατά πάσα πιθανότητα να απογοητεύεται
οικτρά, εφόσον δεν χρειάζεται παρά μια περίοδος κρίσης για να καταρρεύσουν όλες
οι προσδοκίες και να φανερώσει η πραγματικότητα το σκληρό της πρόσωπο. Η δική
του στάση, επομένως, που μοιάζει αρκετά συνετή, είναι να μην περιμένει πολλά από
το μέλλον. Δεν θέλει ν’ αρχίσει να φαντάζεται και να προσδοκά ένα ιδανικό και
ωραιοποιημένο μέλλον, μόνο και μόνο για να βρεθεί αντιμέτωπος με μια περίοδο
ακόμη μεγαλύτερων δυσκολιών, έχοντας ήδη θυσιάσει στην αναμονή τις μέρες του
παρόντος∙ τις μέρες που θα μπορούσε να αφιερώσει τις δυνάμεις του για ν’
αντιπαλέψει τις δυσκολίες και τα προβλήματα που είχε μπροστά του. Η εικόνα,
άλλωστε, του παρόντος και των δικών του δυσχερειών, δεν μπορεί παρά να είναι
αρκετά ενδεικτική για το πώς θα είναι το μέλλον∙ αν, βέβαια, αυτό δεν καταλήξει
να είναι ακόμη χειρότερο.
Η επιλογή του ποιητή να αξιοποιήσει στο
πλαίσιο της αλληγορίας του το τραπεζικό σύστημα και την «εμπιστοσύνη» που
δείχνουν οι άνθρωποι στις τράπεζες σε ό,τι αφορά τις καταθέσεις και τις επενδύσεις
τους εν γένει, επιτρέπει κάποτε και την κυριολεκτική ανάγνωση του ποιήματος,
μιας και κάπως παράδοξα μοιάζει να αποτυπώνεται σε αυτό η πραγματικότητα της
τρέχουσας οικονομικής κρίσης. Ο Καβάφης, βέβαια, δεν προέβλεψε την κρίση της εποχής
μας, καθώς το 1897 που συνέθεσε το ποίημά του είχε προφανώς κατά νου την πρόσφατη
πτώχευση της Ελλάδας (1893) και τις σχετικές επιπλοκές στο τραπεζικό σύστημα.
Παρά το γεγονός, πάντως, πως το ποίημα δεν αποτελεί κάποιου είδους πρόβλεψη,
αξιοποιεί με ιδιαίτερα επιτυχή τρόπο τον παραλληλισμό με το τραπεζικό σύστημα,
μιας και αντιπαραθέτει το πλήθος των αστάθμητων παραγόντων στην κάποτε αφελή
τάση των ανθρώπων να στηρίζουν πολλές -ή τουλάχιστον περισσότερες από το
θεμιτό- ελπίδες στο μέλλον και στις υποτιθέμενες ευλογίες που έχει αυτό να
φέρει.
Ο Καβάφης προτιμά να αναμένει λίγα από
το μέλλον και να επενδύει ακόμη λιγότερα σε αυτό, φοβούμενος ακριβώς το
ενδεχόμενο ενός οποιουδήποτε απρόβλεπτου κινδύνου ή μιας μη αναμενόμενης
ανατροπής, που μπορεί εύκολα να καταστήσει τις μέρες του μέλλοντος ακόμη
δυσχερέστερες από αυτές του παρόντος.