Andrew King
Κωνσταντίνος
Καβάφης «Ιγνατίου Τάφος»
Εδώ δεν είμαι ο Κλέων που ακούσθηκα
στην Αλεξάνδρεια (όπου δύσκολα
ξιπάζονται)
για τα λαμπρά μου σπίτια, για τους
κήπους,
για τ’ άλογα και για τ’ αμάξια μου,
για τα διαμαντικά και τα μετάξια που
φορούσα.
Άπαγε· εδώ δεν είμαι ο Κλέων εκείνος·
τα εικοσιοκτώ του χρόνια να σβυσθούν.
Είμ’ ο Ιγνάτιος, αναγνώστης, που πολύ
αργά
συνήλθα· αλλ’ όμως κ’ έτσι δέκα μήνες
έζησα ευτυχείς
μες στην γαλήνη και μες στην ασφάλεια
του Χριστού.
Ιστορικοφανές ποίημα. Ο Ιγνάτιος/Κλέων
είναι φανταστικό πρόσωπο. Η μεταβολή του κοσμικού ονόματος (εδώ, Κλέων) είναι
κανόνας ιδίως για όσους ασπάζονται το μοναχικό σχήμα.
Ο Καβάφης στο ποίημα «Ιγνατίου Τάφος»
προσεγγίζει το θέμα της υστεροφημίας, και ειδικότερα της επιθυμίας των ανθρώπων
να διαμορφώνουν οι ίδιοι τον τρόπο με τον οποίο θα τους θυμούνται οι άλλοι
άνθρωποι. Υπ’ αυτή την έννοια ο Ιγνάτιος αποκηρύσσει το παρελθόν του και τον
νεανικό τρόπο ζωής του και δηλώνει απερίφραστα πως η πραγματική του ζωή
ξεκίνησε μόνο όταν γνώρισε τον χριστιανισμό.
Εδώ δεν είμαι ο Κλέων που ακούσθηκα
στην Αλεξάνδρεια (όπου δύσκολα
ξιπάζονται)
για τα λαμπρά μου σπίτια, για τους
κήπους,
για τ’ άλογα και για τ’ αμάξια μου,
για τα διαμαντικά και τα μετάξια που
φορούσα.
Το ποίημα είναι ένα είδος επιτύμβιου
που έρχεται να συνοψίσει τη ζωή του ανθρώπου που έχει πια πεθάνει και βρίσκεται
ενταφιασμένος «εδώ», όπως υποδηλώνει η πρώτη λέξη του ποιήματος. Σ’ αυτόν τον
Τάφο, λοιπόν, δεν βρίσκεται ο Κλέων που απέκτησε μεγάλη φήμη στην Αλεξάνδρεια -στην
πλούσια Αλεξάνδρεια, όπου οι άνθρωποι δύσκολα αποκτούν μεγάλη ιδέα για τον
εαυτό τους και δύσκολα γίνονται υπερόπτες, εφόσον οι περισσότεροι απολαμβάνουν
πολυτελή διαβίωση-, για τα λαμπρά του σπίτια, τους κήπους, τα άλογα και τ’
αμάξια του, για τα διαμαντικά και τα μετάξια που φορούσε.
Εδώ, δεν είναι ενταφιασμένος ο
εξαιρετικά πλούσιος Κλέων που συνήθιζε να ντύνεται με πολυτελέστατα ενδύματα
και να απολαμβάνει έναν βίο αφιερωμένο στα υλικά αγαθά και στη χλιδή.
Άπαγε∙ εδώ δεν είμαι ο Κλέων εκείνος∙
τα εικοσιοκτώ του χρόνια να σβυσθούν.
Σήκω φύγε, δηλώνει με αγανάκτηση ο
ήρωας του ποιήματος, και δηλώνει πως εδώ δεν είναι πια εκείνος ο Κλεων∙ κι
ακόμη περισσότερο ζητά τα 28 του χρόνια να σβησθούν και να ξεχαστούν. Τα 28
χρόνια που έζησε ως Κλέων και τα αφιέρωσε στα πλούτη και στις απολαύσεις, δεν
είναι, σε καμία περίπτωση, ενδεικτικά της προσωπικότητάς του και της αληθινής
ταυτότητάς του.
Είμ’ ο Ιγνάτιος, αναγνώστης, που πολύ
αργά
συνήλθα∙ αλλ’ όμως κ’ έτσι δέκα μήνες
έζησα ευτυχείς
μες στην γαλήνη και μες στην ασφάλεια
του Χριστού.
Είμαι ο Ιγνάτιος, δηλώνει η αφηγηματική
φωνή, και μας παρουσιάζει έτσι το χριστιανικό όνομα που έλαβε όταν έγινε «αναγνώστης»,
μισοκληρικός δηλαδή, κι αποφάσισε να αφοσιωθεί στη λατρεία του Θεού, ζώντας
μακριά από την τρυφή του κοσμικού βίου. Ο Ιγνάτιος/Κλέων, βέβαια, «συνήλθε»
πολύ αργά, εφόσον πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του μακριά από τις αρχές
του χριστιανισμού, δοσμένος στην κενότητα του υλικού πλούτου. Καίριας σημασίας
το ρήμα «συνήλθα», μιας και φανερώνει πως ο Ιγνάτιος εκλαμβάνει τα χρόνια που
πέρασε ως εθνικός ή έστω ως μη χριστιανός, σαν μια περίοδο κατά την οποία ήταν
δοσμένος σε μια πλάνη, χωρίς να έχει πλήρη συνείδηση του εαυτού του και της δράσης
του.
Ο Ιγνάτιος αργεί να συνέλθει από το
δέλεαρ της ανέφελης ζωής του πλούτου και περνά έτσι μόλις δέκα μήνες ως
χριστιανός. Ένα σύντομο διάστημα, το οποίο όμως είναι πολύ σημαντικό για τον
ίδιο, εφόσον αυτοί οι δέκα μήνες ήταν μια περίοδος πραγματικής ευτυχίας, αφού τους
πέρασε μέσα στη γαλήνη και στην ασφάλεια που του παρείχε ο Χριστός.
Προσέχουμε πως παρά το γεγονός ότι ο
Καβάφης δεν ήταν ένας αφοσιωμένος χριστιανός, εντούτοις δεν παύει να εκφράζει
την εκτίμησή του για την ψυχική εκείνη γαλήνη που προσφέρει η θρησκεία αυτή στους
πιστούς της. Η αίσθηση ασφάλειας που προσφέρει ο Χριστιανισμός μέσα από τη
διαβεβαίωση πως υπάρχει η προοπτική μιας αιώνιας ζωής μετά το θάνατο∙ η αίσθηση
ασφάλειας που προκύπτει από την επίγνωση πως μια ανώτερη δύναμη βρίσκεται εκεί
για να προφυλάξει τους ανθρώπους, όπως κι η ευκαιρία συνειδητοποίησης πως δεν
έχουν ανάγκη τα υλικά αγαθά και τις λοιπές εκφάνσεις της ματαιότητας είναι
στοιχεία που συγκινούν τον ποιητή.