Mikael Aldo
Κωνσταντίνος
Καβάφης «Μεγάλη Εορτή στου Σωσιβίου»
Ωραίον ήτο το απόγευμά μου, λίαν
ωραίον. Την Aλεξανδρινή θάλασσαν ηδέως
λείαν
αγγίζει ελαφρότατα, θωπεύει η κώπη.
Χρειάζεται μια τέτοια ανάπαυσις: είναι
βαρείς οι κόποι.
Να βλέπουμε κι αθώα κάποτε τα πράγματα,
και ήπια.
Βράδυασεν όμως, δυστυχώς. Νά, και τον
οίνον όλον ήπια,
δεν έμεινε μες στην φιάλη μου μια
στάλα.
Είν’ η ώρα να στραφούμεν, οίμοι!, στ’
άλλα.
Ένδοξος οίκος (ο περιφανής Σωσίβιος κ’
η καλή
συμβία του· έτσι να λέμε) εις εορτήν
του μας καλεί.
Στες ραδιουργίες μας πρέπει να πάμε
πάλι—
να ξαναπιάσουμε την ανιαρά πολιτική μας
πάλη.
Κατά τα χρόνια της βασιλείας του
ράθυμου και έκλυτου Πτολεμαίου Δ΄ Φιλοπάτορος η εξουσία βρισκόταν επί της
ουσίας στα χέρια ενός ελληνικής καταγωγής Αλεξανδρινού, του Σωσιβίου, του
οποίου ο πατέρας ονομαζόταν Διοσκουρίδης. Ο Σωσίβιος είναι εκείνος που
συμβούλεψε τον Πτολεμαίο Δ΄ να εκτελέσει τα μέλη της οικογένειάς του, ώστε να
είναι απαλλαγμένος από τον έλεγχό τους, καθώς και από πιθανούς διεκδικητές του
θρόνου. Έτσι, εκτελέστηκαν ο θείος του Πτολεμαίου, Λυσίμαχος, η μητέρα του,
Βερενίκη Β΄ της Αιγύπτου, που δηλητηριάστηκε, αλλά και ο αδερφός του Μάγας,
στον οποίο έριξαν καυτό νερό την ώρα που πλενόταν. Αποτέλεσμα της βίαιης αυτής
ενέργειας ήταν να ξεσπάσει πολιτική κρίση, να εξασθενήσει η άμυνα της χώρας και
ο Αντίοχος Γ΄ να ανακαταλάβει την Σελεύκεια (άνοιξη 219 π.Χ.). Ενώ οι διοικητές
της Τύρου και της Πτολεμαΐδας παρέδιδαν ύστερα από στάση στον Αντίοχο τις
πόλεις, ο Σωσίβιος μετέδιδε την πληροφορία πως ο στρατός του Πτολεμαίου
συγκεντρωνόταν στο Πηλούσιο. Η είδηση δεν ήταν αληθινή, αλλά κατόρθωσε να
σταματήσει την προέλαση του Αντιόχου και να συνάψει τετράμηνη ανακωχή
(φθινόπωρο του 219 π.Χ.).
Κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων
τον χειμώνα του 219/218 π.Χ., ο Σωσίβιος φρόντισε ν’ αυξηθεί σημαντικά ο
στρατός με Έλληνες και ντόπιους μισθοφόρους και όταν άρχισαν οι εχθροπραξίες
ανέλαβε ο ίδιος την διοίκηση. Παρά τις αρχικές επιτυχίες του Αντιόχου, ο
Πτολεμαίος επικράτησε τελικά στην μάχη της Ραφίας (217 π.Χ.). Παρ’ όλο που ο
Αντίοχος στράφηκε στις ανατολικές επαρχίες από το 212 έως το 205 π.Χ., ο
Σωσίβιος δεν κατόρθωσε να βελτιώσει την οικονομική κατάσταση της χώρας του.
Θύματα του Σωσιβίου υπήρξαν, επίσης, ο
βασιλιάς της Σπάρτης Κλεομένης Γ΄, ο οποίος είχε βρει καταφύγιο στην Αίγυπτο
-ήδη από τα χρόνια της βασιλείας του Πτολεμαίου Γ΄- όταν ήρθε αντιμέτωπος με
τον βασιλιά της Μακεδονίας Αντίγονο Γ΄, καθώς κι η γυναίκα και τα παιδιά του
(219 π.Χ.). Ο Κλεομένης και μερικοί ακόμη Σπαρτιάτες ακόλουθοί του εξωθήθηκαν
σε ηρωική αυτοκτονία -σκοτώνοντας ο ένας τον άλλον- όταν διαπίστωσαν πως είναι
πλέον αιχμάλωτοι και όχι φιλοξενούμενοι, ενώ τα παιδιά κι η σύζυγος του
Κλεομένη θανατώθηκαν ύστερα από υπόδειξη του Σωσιβίου. Ό,τι προκαλούσε ανησυχία
στον Σωσίβιο και ήθελε να απαλλαχθεί από την παρουσία του Κλεομένη ήταν ο
θαυμασμός που προκαλούσε ο Σπαρτιάτης βασιλιάς στους μισθοφόρους της Αιγύπτου,
πολλοί εκ των οποίων ήταν Σπαρτιάτες και Κρητικοί.
Μαζί με τον Σωσίβιο μεγάλη επιρροή στον
Πτολεμαίο Δ΄ ασκούσαν ο Αγαθοκλής, ένας όμορφος νεαρός διεφθαρμένου χαρακτήρα
κι η εξίσου όμορφη αδερφή του Αγαθόκλεια. Επρόκειτο για μια ομάδα άθλιων
συμβούλων που κατόρθωσαν πολύ σύντομα να καταρρακώσουν πλήρως τη φήμη της
Αιγύπτου, οδηγώντας τους άλλοτε συμμάχους της να μην την υπολογίζουν πλέον στη
βοήθειά της.
Ο Δ΄ Συριακός πόλεμος (219-217 π.Χ.)
ήταν η τελευταία προσπάθεια των Πτολεμαίων να διατηρήσουν τη θέση τους ως της
μεγαλύτερης ελληνιστικής δύναμης. Κατά τα υπόλοιπα έτη της βασιλείας του
Φιλοπάτορος όλο το δυναμικό του κράτους του -μειωμένο άλλωστε εξαιτίας των
πληγμάτων που δέχθηκε το εμπόριο από τον Β΄ Καρχηδονιακό πόλεμο και τις
ελληνικές προεκτάσεις του- απορροφήθηκε για την καταστολή των εξεγέρσεων που
εκδηλώθηκαν στην Αίγυπτο μετά τον εξοπλισμό και τη συμμετοχή των ιθαγενών στη
μάχη της Ραφίας (217 π.Χ.). Άμεσο αποτέλεσμα της εσωτερικής κρίσης ήταν η
παραμέληση του στόλου, του κυριότερου όπλου της πτολεμαϊκής εξωτερικής
πολιτικής.
Όταν πέθανε ο Πτολεμαίος Δ΄ ο
Φιλοπάτωρ, ο Σωσίβιος με τον Αγαθοκλή απέφυγαν να ανακοινώσουν τον θάνατό του
και διέταξαν την δολοφονία της βασίλισσας Αρσινόης, γιατί ήθελαν να γίνουν
σύμβουλοι του νέου βασιλιά Πτολεμαίου Ε΄. Η δολοφονία της βασιλομήτορος
προκάλεσε στρατιωτικό πραξικόπημα, αλλά ο Σωσίβιος με την συκοφαντική του
δύναμη κατόρθωσε να επιβληθεί και οι αξιωματικοί δέχτηκαν τον 6χρονο βασιλιά
(204 π.Χ.). Λίγους μήνες όμως αργότερα πέθανε ο Σωσίβιος, γεγονός που οφείλεται
μάλλον σε ενέργειες του Αγαθοκλή, ο οποίος έκτοτε ασκούσε μόνος του την
εξουσία.
Ωραίον ήτο το απόγευμά μου, λίαν
ωραίον. Την Aλεξανδρινή θάλασσαν ηδέως
λείαν
αγγίζει ελαφρότατα, θωπεύει η κώπη.
Χρειάζεται μια τέτοια ανάπαυσις: είναι
βαρείς οι κόποι.
Οι πρώτοι στίχοι του ποιήματος
αποδίδουν ένα κλίμα ευφορίας και ξεγνοιασιάς· μια ανάπαυλα ηρεμίας, που έρχεται
σε πλήρη αντίθεση με τη συνήθη καθημερινότητα του ποιητικού υποκειμένου. Ως
ένας από τους ανθρώπους του Σωσίβιου, ο ανώνυμος ήρωας του ποιήματος βρίσκεται
σε συνεχή ένταση και ανασφάλεια, εφόσον επιδίδεται διαρκώς σε παρασκηνιακές
ραδιουργίες, σε διάδοση συκοφαντιών και σε φονικές δολοπλοκίες που αποσκοπούν
σ’ έναν και μόνο στόχο, στη διατήρηση της εξουσίας.
Ο ήρωας έχει περάσει ένα πολύ ωραίο
απόγευμα -επανάληψη του επιθέτου «ωραίον» για λόγους έμφασης- πάνω σ’ ένα
πλοιάριο που ταξιδεύει στην αλεξανδρινή θάλασσα. Τα κουπιά αγγίζουν ελαφρά σα
να χαϊδεύουν τη θάλασσα, δημιουργώντας μια αίσθηση αργής και ράθυμης
μετακίνησης, όπως ακριβώς ταιριάζει σε μια περιήγηση αναψυχής. Ο ποιητής επιτυγχάνει
εδώ να αποδώσει με ιδιαίτερη αποτελεσματικότητα την απαλή κίνηση του πλοιαρίου
και να μεταφέρει τον αναγνώστη νοερά στο κλίμα απόλυτης ηρεμίας που βρίσκεται ο
ήρωας του ποιήματος. Το γαλήνιο αυτό διάλειμμα είναι αναγκαίο στον ήρωα, καθώς
η συνήθης πραγματικότητά του χαρακτηρίζεται από ένταση και κοπιώδη προσπάθεια.
Να βλέπουμε κι αθώα κάποτε τα πράγματα,
και ήπια.
Βράδυασεν όμως, δυστυχώς. Νά, και τον
οίνον όλον ήπια,
δεν έμεινε μες στην φιάλη μου μια
στάλα.
Είν’ η ώρα να στραφούμεν, οίμοι!, στ’ άλλα.
Ο ήρωας αν και μετέχει στον κύκλο
εξουσίας του Σωσιβίου, δεν συμφωνεί ωστόσο πλήρως με τις δόλιες μεθόδους του. Η
δική του σκέψη είναι πως θα πρέπει οι άνθρωποι να μπορούν ν’ αντικρίζουν κάποτε
την πραγματικότητα και με αθωότητα, χωρίς να βλέπουν παντού εχθρούς και
πιθανούς κινδύνους. Η διαρκής ανασφάλεια κι η διαρκής καχυποψία που συνοδεύει
τη ζωή εκείνων που θέλουν με κάθε τρόπο να κρατηθούν σε μια εξουσία που δεν
τους ανήκει, είναι εξουθενωτική. Θα ήθελε, έτσι, ο ήρωας να μπορεί να
αντιμετωπίζει κάποιες καταστάσεις με ηπιότητα, χωρίς να πρέπει πάντοτε να
στρέφεται στις δολοπλοκίες και τις συνωμοσίες, ώστε να διατηρήσει μέρος έστω
της ανθρωπιάς του. Η πραγματικότητά του, όμως, είναι εντελώς διαφορετική.
Τώρα που η μέρα πέρασε κι η γαλήνια
εκδρομή του στην αλεξανδρινή θάλασσα τελείωσε, είναι αναγκασμένος δυστυχώς να
επιστρέψει στα άλλα, στα δύσκολα του πολιτικού του ρόλου. Είναι αναγκασμένος να
αφήσει τη γαλήνη και την αθωότητα της φύσης και να επιστρέψει στο κλίμα
παρακμής και ηθικής εξαχρείωσης της ανθρώπινης απληστίας. Είναι αναγκασμένος να
υιοθετήσει για μια ακόμη φορά το ρόλο του αμείλικτου συμβούλου που μηχανεύεται
νέους τρόπους εξόντωσης των πολιτικών αντιπάλων.
Ένδοξος οίκος (ο περιφανής Σωσίβιος κ’
η καλή
συμβία του· έτσι να λέμε) εις εορτήν
του μας καλεί.
Στες ραδιουργίες μας πρέπει να πάμε
πάλι—
να ξαναπιάσουμε την ανιαρά πολιτική μας
πάλη.
Ο «ένδοξος οίκος» του Σωσιβίου διοργανώνει
γιορτή και καλεί όλα τα πρόσωπα που μετέχουν στον κύκλο του. Μια γιορτή που θα λειτουργήσει
επί της ουσίας ως ευκαιρία για να επιδοθούν εκ νέου στις συνήθεις ραδιουργίες
τους, αφού η παραμονή τους στην εξουσία είναι πάντοτε επισφαλής και απαιτεί
αδιάκοπη πάλη για να διασφαλιστεί. Η αδυναμία, άλλωστε, του Σωσιβίου να
βελτιώσει την οικονομική κατάσταση της χώρας και να προσφέρει κατ’ αυτό τον
τρόπο κάτι ουσιαστικό στους πολίτες, τον οδηγεί στο να χρησιμοποιεί τη
συκοφαντία και τις λοιπές δόλιες τακτικές ως τα μόνα μέσα για να διατηρεί τον
έλεγχο.
Ο ήρωας, βέβαια, αντιλαμβάνεται το
ανήθικο αυτής της κατάστασης, βρίσκεται όμως πια αναπόδραστα εγκλωβισμένος σ’
αυτή. Έτσι, παρά το γεγονός ότι δεν έχει καμία απολύτως εκτίμηση για τον
Σωσίβιο και τη γυναίκα του, γνωρίζει εντούτοις ότι οφείλει να τους επαινεί,
καθώς κι η παραμικρή υπόνοια πως δεν είναι πλήρως αφοσιωμένος σ’ εκείνον θα
μπορούσε να σημάνει το βίαιο τέλος του, όπως ακριβώς συνέβη ήδη σε τόσους
αντιπάλους του Σωσιβίου.
Η φαυλότητα της πολιτικής τακτικής του
Σωσιβίου κι η αρνητική θέση που λαμβάνει ο ποιητής απέναντι στα πρόσωπα που
επιδίδονται σε συκοφαντίες και δολοπλοκίες προκειμένου να κρατήσουν την εξουσία
εκφράζεται τόσο μέσα από τα σχόλια του ποιητικού υποκειμένου (Είν’ η ώρα να
στραφούμεν, οίμοι!, στ’ άλλα. / ο περιφανής Σωσίβιος κ’ η καλή συμβία του· έτσι
να λέμε), όσο και μέσα από την ομοιοκαταληξία των στίχων, η οποία λειτουργεί ως
μηχανισμός ειρωνείας που υπονομεύει δραστικά το περιεχόμενο των λεγομένων του
ήρωα. Ο ποιητής περιφρονεί ξεκάθαρα εκείνους που διψούν για εξουσία.