Gus Cummins
Κωνσταντίνος Καβάφης «Μονοτονία»
Την μια μονότονην ημέραν άλλη
μονότονη, απαράλλακτη ακολουθεί. Θα γίνουν
τα ίδια πράγματα, θα ξαναγίνουν πάλι —
η όμοιες στιγμές μας βρίσκουνε και μας αφίνουν.
Μήνας περνά και φέρνει άλλον μήνα.
Aυτά που έρχονται κανείς εύκολα τα εικάζει·
είναι τα χθεσινά τα βαρετά εκείνα.
Και καταντά το αύριο πια σαν αύριο να μη μοιάζει.
μονότονη, απαράλλακτη ακολουθεί. Θα γίνουν
τα ίδια πράγματα, θα ξαναγίνουν πάλι —
η όμοιες στιγμές μας βρίσκουνε και μας αφίνουν.
Μήνας περνά και φέρνει άλλον μήνα.
Aυτά που έρχονται κανείς εύκολα τα εικάζει·
είναι τα χθεσινά τα βαρετά εκείνα.
Και καταντά το αύριο πια σαν αύριο να μη μοιάζει.
Το ποίημα «Μονοτονία» έχει έναν εμφανώς απαισιόδοξο τόνο, αλλά δεν αφορά όλους τους ανθρώπους, ούτε και ολόκληρη τη ζωή ενός ανθρώπου. Σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του ποιητή: «Το ποίημα δεν πραγματεύεται περίοδον βίου ολόκληρου, αλλά [...] περίοδον εν τω βίω», επίσης, «Το ποίημα είναι μερικόν. Δεν πρόκειται περί της τύχης, της μοίρας της ανθρωπότητος, αλλά περί της τύχης και μοίρας μερικών ανθρώπων».
Ο Καβάφης επιχειρεί να εκφράσει το συναίσθημα που κυριαρχεί κάποιες περιόδους της ζωής μας, όπου είναι σα να ζούμε ξανά και ξανά τα ίδια πράγματα. Συνεχόμενες μέρες που χαρακτηρίζονται από μηχανική σχεδόν επανάληψη των ίδιων ενεργειών και από την αναγκαστική εκπλήρωση των ίδιων εργασιακών υποχρεώσεων, με αποτέλεσμα να μας δημιουργείται μια πικρή αίσθηση παγίδευσης. Η ζωή μοιάζει να χάνει την ομορφιά της και όλα φαίνονται μονότονα και βαρετά, αφαιρώντας μας ολοένα και περισσότερο τη διάθεση να συνεχίσουμε την επαναλαμβανόμενη αυτή διαδικασία. Προτού καν ξεκινήσει η επόμενη ημέρα, γνωρίζουμε ήδη πως θα πρέπει να κάνουμε πάλι τα ίδια πράγματα, χωρίς να διαφαίνεται καν η προοπτική μιας ευχάριστης αλλαγής ή μιας ουσιαστικής βελτίωσης της κατάστασής μας. Το αύριο χάνει τη μοναδικότητά του και το στοιχείο του απρόοπτου, χάνει την ιδιαίτερη εκείνη υπόσχεση νέων προοπτικών και δυνατοτήτων, και καθίσταται αναμενόμενο και βαρετό.
Οι υποχρεώσεις, που με το πέρασμα των χρόνων αυξάνονται, καταλήγουν σταδιακά να δημιουργούν ένα ισχυρό πλέγμα, στο οποίο εγκλωβίζεται ο άνθρωπος κι αρχίζει να αισθάνεται τη ζωή του να τον βαραίνει. Ο ίδιος ο Καβάφης, για παράδειγμα, εργαζόταν για περισσότερα από 30 χρόνια στην Υπηρεσία Αρδεύσεων της Αλεξάνδρειας, κάνοντας μια δουλειά που του φαινόταν ανούσια και βαρετή, και η οποία του στερούσε πολύτιμες ώρες από την ενασχόλησή του με την Τέχνη του.
Ο Καβάφης, επομένως, γνωρίζει πολύ καλά πώς είναι να εγκλωβίζεσαι στην ίδια σου τη ζωή, γι’ αυτό και το συγκεκριμένο ποίημα αντλείται από την προσωπική του πείρα και η αλήθεια του το καθιστά διαχρονικό και επίκαιρο. Δεν εκφράζει, βέβαια, μια κατάσταση κοινή και δεδομένη για όλους τους ανθρώπους, αλλά παρουσιάζει με εξαιρετική ενάργεια ένα συναίσθημα που κατά καιρούς το έχουν βιώσει πολλοί άνθρωποι.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η χρήση της ομοιοκαταληξίας, την οποία ο ποιητής εντάσσει στο στίχο του για να μεταδώσει ακόμη πιο έντονα την αίσθηση της επανάληψης. Πέραν, δηλαδή, από τη λεκτική αναφορά στην επανάληψη των ίδιων πραγμάτων, ο ποιητής χρησιμοποιεί και την πλεχτή ομοιοκαταληξία, ώστε να ενισχύσει την εντύπωση της μονότονης επανάληψης.