Arthur Braginsky
Ντίνος Χριστιανόπουλος
Εργοβιογραφικά στοιχεία
Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος, ψευδώνυμο του Κωνσταντίνου Δημητριάδη, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1931. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Α.Π.Θ. και εργάστηκε ως βιβλιοθηκάριος στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης και ως διορθωτής τυπογραφικών δοκιμίων. Ίδρυσε το λογοτεχνικό περιοδικό Διαγώνιος, τις εκδόσεις Διαγωνίου και τη Μικρή Πινακοθήκη Διαγώνιος. Πέρα από την ποίηση ασχολήθηκε με την πεζογραφία, τη μετάφραση, το δοκίμιο, το τραγούδι, τη λογοτεχνική κριτική και έγραψε πολλές μελέτες φιλολογικές και μη, μελέτες, για το ρεμπέτικο τραγούδι κ.ά. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1949 με το ποίημα «Βιογραφία». Η πρώτη σειρά ποιημάτων του με τίτλο Εποχή των ισχνών αγελάδων (1950) περιλαμβάνει δώδεκα ποιήματα των ετών 1950-51, Ξένα γόνατα (1954), Ανυπεράσπιστος καημός (1960), Το κορμί και το σαράκι (1962), Προάστια (1969), Το κορμί και το μεράκι (1970), Μικρά ποιήματα (1975), Ιστορίες του γλυκού νερού (1980), Νέα ποιήματα (1981). Έγιναν αλλεπάλληλες εκδόσεις με προσθήκες στη συνολική έκδοση των ποιημάτων του με τον τίτλο Ποιήματα (1950-55, 1949-60, 1949-64, 1949-70). Επίσης έγραψε τα: Πεζά ποιήματα (1984), Το αιώνιο παράπονο (1981), Δώδεκα τραγούδια (1984), Ποιήματα, συμπληρωμένη έκδοση (1998), Ενός λεπτού σιγή-Όλο και πιο πολύ, (1995), Νεκρή πιάτσα (1990-1996), Η πιο βαθιά πληγή (1998), Η κάτω βόλτα (διηγήματα 2004) κ.ά.
Η ποίηση του Ν. Χριστιανόπουλου, πέρα από την εξομολογητική και υπόκωφα λυρική διάθεση, χαρακτηρίζεται από ωμότητα, δραματικότητα, από την πρόθεση για κοινωνική κριτική και από την αίσθηση της μοναξιάς. Στο έργο του ανιχνεύονται καβαφικές και ελιοτικές επιδράσεις και τα προσωπεία του τα αναζητά στην ελληνική και χριστιανική μυθολογία (Μαγδαληνή, Μαρία, Δημάς, Αυνάν, Αντιγόνη κ.ά.).
Η κριτική για το έργο του
«Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος παιδεύεται και ο παιδεμός του γίνεται ποίημα. Η έκφρασή του, ο λόγος του ο ποιητικός είναι απλός και άμεσος, απογυμνωμένος από τερτίπια και στολίδια. Αγκαλιάζει τα πράγματα, απλά και γνήσια όπως είναι, πολλές φορές επώδυνα και καταστροφικά, με μια αξιοζήλευτη λιτότητα. Κυρίως, όμως ο έρωτας είναι γι’ αυτόν ένας εκούσιος αυτοεξευτελισμός, που, ωθημένος στα άκρα, συνιστά μιαν ύστατη επιλογή, αλλά και πράξη ελευθερίας κοινωνικών διαστάσεων».
(Παπαγεωργίου Κ., Η Ελληνική ποίηση, Ανθολογία-Γραμματολογία, Σοκόλης, Στ΄, Αθήνα, 2002, σελ.77)
«Ο μυθικός χώρος της πόλης των λαϊκών συνοικιών και των ανθρώπων ‘μεταφέρει’ ένα κράμα ασκητισμού, λιτότητας και ερωτισμού στη γλώσσα της ποίησης του Χριστιανόπουλου[…]. Και αυτή η επιγραμματικότητα δεν είναι μόνο αποτέλεσμα της θητείας στην καβαφική τεχνική. Μαρτυρεί εξίσου τη θητεία του Χριστιανόπουλου στη λαϊκή εκφραστική, όπως και στη λαϊκή μουσική και στιχουργική».
(Αλέξης Ζήρας, Η Ελληνική ποίηση, Ανθολογία-Γραμματολογία, Σοκόλης, Στ΄, Αθήνα, 2002, σελ.113)
«Μάλιστα οι αναχρονισμοί στην προκείμενη περίπτωση διαδραματίζουν σημαντικότατο ρόλο, καθώς χάρη σ’ αυτούς γεφυρώνεται η εποχή του μύθου με την εποχή του παρόντος, γεγονός που επιτρέπει στον ποιητή να μιλήσει για τους δικούς του καημούς και τις τύψεις που πηγάζουν από το μοίρασμα ανάμεσα στην πίστη του Χριστού και τις ερωτικές ανάγκες του σώματος.
[…]. Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος είναι ποιητής της έντασης και του πάθους. Ανεπιφύλακτα εξομολογητικός, εκφράζει την απόγνωση του ερωτικά στερημένου, που αναζητά την τρυφερότητα και βρίσκει τη συναλλαγή και την κακομεταχείριση».
(Θ. Ε. Μαρκόπουλος, Ματιές Ενόλω, Σοκόλης, Αθήνα, 2003, σελ.96, 108)