Catf
Πλάτωνα «Πρωταγόρας» Κείμενο – Μετάφραση
Ενότητα 1η (318e-320c) - Μπορεί η αρετή
να γίνει αντικείμενο διδασκαλίας; [Ερωτήσεις Κ.Ε.Ε. 1ης ενότητας]
«Το μάθημα [το οποίο διδάσκω] είναι η εὐβουλία, η σωστή σκέψη και λήψη
αποφάσεων τόσο για τα θέματα που αφορούν τα οἰκεῖα, την ιδιωτική ζωή, πώς δηλαδή να
διευθετεί κανείς με τον καλύτερο τρόπο τα ζητήματα του οἴκου του, όσο και για τα θέματα που
αφορούν την πόλη, ώστε να είναι κανείς όσο γίνεται πιο ικανός να πράξει και να
μιλήσει για τα πολιτικά θέματα».
«Άραγε», είπα εγώ [δηλ. ο Σωκράτης, που
αφηγείται τη συζήτησή του με τον Πρωταγόρα σε τρίτο φίλο του], «παρακολουθώ
σωστά τα λεγόμενά σου; Γιατί απ’ ό,τι καταλαβαίνω, μιλάς για την πολιτική τέχνη
και εννοείς πως αναλαμβάνεις να κάνεις τους άνδρες αγαθούς πολίτες».
«Αυτό ακριβώς, Σωκράτη», είπε, «είναι
το μάθημα που ισχυρίζομαι πως διδάσκω».
«Μάλιστα, ωραία τέχνη κατέχεις λοιπόν,
αν βέβαια την κατέχεις πραγματικά», είπα εγώ. «Εγώ πάντως, θα σου πω αυτό που
σκέφτομαι. Γιατί εγώ δεν θεωρούσα, Πρωταγόρα, πως αυτό είναι κάτι που
διδάσκεται. Αφού όμως το λες εσύ, εγώ δεν μπορώ να το αμφισβητήσω. Αλλά το
σωστό εκ μέρους μου είναι να πω για ποιο λόγο νομίζω πως δεν πρόκειται για κάτι
που διδάσκεται και γιατί δεν μπορούν οι άνθρωποι να το μεταδώσουν σε άλλους
ανθρώπους. Εγώ λοιπόν θεωρώ, όπως και οι άλλοι Έλληνες, πως οι Αθηναίοι είναι
σοφοί. Και βλέπω ότι, όποτε συγκεντρωνόμαστε στην εκκλησία του δήμου, όταν η
πόλη πρόκειται να εκτελέσει κάποιο έργο οικοδομικό, καλούμε τους οικοδόμους ως
συμβούλους στην οικοδομία, κι όταν πάλι πρόκειται για ναυπηγικό έργο, καλούμε
τους ναυπηγούς, και με τον ίδιο τρόπο πράττουμε όταν πρόκειται για όλα τα αντίστοιχα
έργα, για όσα δηλαδή θεωρείται πως είναι διδακτά και μπορεί κάποιος να τα μάθει
με κατάλληλα μαθήματα. Εάν επιχειρήσει δε κάποιος άλλος να δώσει τη συμβουλή
του στον δήμο, κάποιος που οι άνθρωποι δεν τον θεωρούν τεχνίτη σχετικό, η
συνέλευση δεν τον αποδέχεται, ακόμα κι αν είναι και ωραίος και πλούσιος και από
μεγάλη οικογένεια. Αντίθετα, τον κοροϊδεύουν και του φωνάζουν, μέχρι αυτός που
τόλμησε να μιλήσει να φύγει μόνος του τρομοκρατημένος ή μέχρι να τον σύρουν οι
τοξότες και να τον βγάλουν σηκωτό, με διαταγή των πρυτάνεων. Για τα θέματα
λοιπόν που θεωρούν [οι Αθηναίοι] ότι εξαρτώνται από κάποια συγκεκριμένη
τεχνογνωσία, έτσι ενεργούν. Όταν όμως πρέπει να αποφασιστεί κάποιο ζήτημα που
αφορά τη διοίκηση της πόλεως, σηκώνεται και δίνει τις συμβουλές του γι’ αυτό
εξίσου και ο οικοδόμος, και ο σιδεράς, και ο έμπορος ή ο ναυτικός, και ο
πλούσιος, και ο φτωχός, και αυτός που είναι από μεγάλο γένος, και αυτός που δεν
είναι από κάποια γενιά σπουδαία. Και κανένας δεν τους ψέγει γι’ αυτό, όπως τους
προηγούμενους: γιατί εσύ, χωρίς να έχεις διδαχτεί από πουθενά αυτό το πράγμα
και χωρίς να έχεις δάσκαλο σ’ αυτό το θέμα, θέλεις τώρα να δώσεις και
συμβουλές. Άρα, είναι προφανές πως δεν θεωρούν ότι το πράγμα αυτό είναι κάτι
που διδάσκεται.
Αυτή τη στάση φυσικά δεν την έχει μόνο
η συνέλευση της πόλης μας, αλλά και στο ιδιωτικό επίπεδο [βλέπουμε ότι] οι πιο
σοφοί και οι άριστοι των πολιτών μας δεν μπορούν να μεταβιβάσουν αυτή την αρετή
που έχουν οι ίδιοι σε άλλους. Ο Περικλής, ας πούμε, ο πατέρας των νεαρών από
‘δω, τους μόρφωσε καλά στα θέματα που εξαρτώνται από τους δασκάλους. Αλλά στα
θέματα στα οποία ο ίδιος είναι σοφός, ούτε αυτός τους εκπαιδεύει ούτε σε άλλους
έδωσε τους γιους του να τους εκπαιδεύσουν. Κι αυτοί, τριγυρίζουν και βόσκουν,
σαν ζώα λυμένα, όπου τύχει να συναντήσουν από μόνοι τους την αρετή. Κι αν
θέλεις, δες και τον Κλεινία, τον μικρό αδελφό του Αλκιβιάδη από ‘δω. Αυτόν τον
είχε στην κηδεμονία του ο Περικλής και, φοβούμενος μήπως τον χαλάσει ο
Αλκιβιάδης, τον πήρε από αυτόν και ανέθεσε στον Αρίφρονα να τον μορφώσει. Και
πριν κλείσουν έξι μήνες, ο Αρίφρονας του τον έδωσε πίσω, μη ξέροντας τι να
κάνει μαζί του. Και άλλους πάμπολλους έχω να σου απαριθμήσω, οι οποίοι, ενώ
ήταν οι ίδιοι αγαθοί, δεν μπόρεσαν ποτέ τους να βελτιώσουν κανέναν ούτε από
τους συγγενείς τους ούτε από τους ξένους. Εγώ λοιπόν, Πρωταγόρα, έχοντας υπόψη
μου αυτά τα γεγονότα, δεν θεωρώ πως η αρετή είναι διδακτή. Επειδή όμως σε ακούω
να το υποστηρίζεις εσύ, κάμπτομαι και πιστεύω πως κάτι θα εννοείς, αφού θεωρώ
πως έχεις μεγάλη πείρα σε πολλά ζητήματα, και πολλά έχεις μάθει και πολλά
επίσης έχεις ανακαλύψει μόνος σου. Αν λοιπόν μπορείς να μας αναλύσεις με τρόπο
εναργέστερο γιατί η αρετή είναι διδακτή, μη μας αρνηθείς και κάνε το».
«Όχι, Σωκράτη», είπε, «δεν θα σας
αρνηθώ. Αλλά, τι προτιμάς από τα δύο; Να σας το αναλύσω με έναν μύθο, όπως
κάνουν οι γεροντότεροι στους νέους, ή να αναπτύξω το ζήτημα σε μια διάλεξη;»
Πολλοί από αυτούς που κάθονταν κοντά
είπαν αμέσως να αναπτύξει το θέμα με όποιον από τους δύο τρόπους θέλει.
«Εγώ νομίζω», είπε εκείνος, «πως είναι
πιο χαριτωμένο να σας πω έναν μύθο».
Ενότητα 2η (320d-321b5) - Η αρχή της
δημιουργίας του ανθρώπου
Ἦν γάρ ποτε χρόνος ὅτε θεοὶ μὲν ἦσαν, θνητὰ δὲ γένη οὐκ ἦν. Ἐπειδὴ δὲ καὶ τούτοις χρόνος ἦλθεν εἱμαρμένος γενέσεως, τυποῦσιν αὐτὰ θεοὶ γῆς ἔνδον ἐκ γῆς καὶ πυρὸς μείξαντες καὶ τῶν ὅσα πυρὶ καὶ γῇ κεράννυται. Ἐπειδὴ δ’ ἄγειν αὐτὰ πρὸς φῶς ἔμελλον,
προσέταξαν Προμηθεῖ καὶ Ἐπιμηθεῖ κοσμῆσαί τε καὶ νεῖμαι δυνάμεις ἑκάστοις ὡς πρέπει. Προμηθέα δὲ παραιτεῖται Ἐπιμηθεὺς αὐτὸς νεῖμαι, "Νείμαντος δέ μου," ἔφη, "ἐπίσκεψαι·" καὶ οὕτω πείσας
νέμει. Νέμων δὲ τοῖς μὲν ἰσχὺν ἄνευ τάχους
προσῆπτεν, τοὺς δ’ ἀσθενεστέρους τάχει ἐκόσμει· τοὺς δὲ ὥπλιζε, τοῖς δ’ ἄοπλον διδοὺς φύσιν ἄλλην τιν’ αὐτοῖς ἐμηχανᾶτο δύναμιν εἰς σωτηρίαν. Ἃ μὲν γὰρ αὐτῶν σμικρότητι ἤμπισχεν, πτηνὸν φυγὴν ἢ κατάγειον οἴκησιν ἔνεμεν· ἃ δὲ ηὖξε μεγέθει,
τῷδε αὐτῷ αὐτὰ ἔσῳζεν· καὶ τἆλλα οὕτως ἐπανισῶν ἔνεμεν. Ταῦτα δὲ ἐμηχανᾶτο εὐλάβειαν ἔχων μή τι
γένος ἀϊστωθείη· ἐπειδὴ δὲ αὐτοῖς ἀλληλοφθοριῶν διαφυγὰς ἐπήρκεσε, πρὸς τὰς ἐκ Διὸς ὥρας εὐμάρειαν ἐμηχανᾶτο ἀμφιεννὺς αὐτὰ πυκναῖς τε θριξὶν καὶ στερεοῖς δέρμασιν, ἱκανοῖς μὲν ἀμῦναι χειμῶνα, δυνατοῖς δὲ καὶ καύματα, καὶ εἰς εὐνὰς ἰοῦσιν ὅπως ὑπάρχοι τὰ αὐτὰ ταῦτα στρωμνὴ οἰκεία τε καὶ αὐτοφυὴς ἑκάστῳ· καὶ ὑποδῶν τὰ μὲν ὁπλαῖς, τὰ δὲ [θριξὶν καὶ] δέρμασιν στερεοῖς καὶ ἀναίμοις. Τοὐντεῦθεν τροφὰς ἄλλοις ἄλλας ἐξεπόριζεν, τοῖς μὲν ἐκ γῆς βοτάνην, ἄλλοις δὲ δένδρων καρπούς, τοῖς δὲ ῥίζας· ἔστι δ’ οἷς ἔδωκεν εἶναι τροφὴν ζῴων ἄλλων βοράν· καὶ τοῖς μὲν ὀλιγογονίαν προσῆψε, τοῖς δ’ ἀναλισκομένοις ὑπὸ τούτων
πολυγονίαν, σωτηρίαν τῷ γένει
πορίζων.
Μετάφραση
Ήταν λοιπόν κάποτε καιρός που υπήρχαν
θεοί, δεν υπήρχαν όμως θνητά όντα. Και όταν ήρθε και γι’ αυτά ο καθορισμένος
από τη μοίρα χρόνος για τη δημιουργία τους, οι θεοί τα πλάθουν στο εσωτερικό
της γης, αφού έκαναν μείγμα από χώμα και φωτιά και από όσα στοιχεία
αναμειγνύονται με φωτιά και με χώμα. Και, όταν επρόκειτο να φέρουν αυτά στο
φως, διέταξαν τον Προμηθέα και τον Επιμηθέα και να τα εφοδιάσουν και να
μοιράσουν στο καθένα ιδιότητες, όπως ταιριάζει. Ο Επιμηθέας όμως παρακαλεί τον
Προμηθέα να κάνει ο ίδιος τη μοιρασιά. «Και μόλις εγώ τελειώσω τη μοιρασιά»,
είπε, «κάνε εσύ τον έλεγχο». Και, αφού έτσι τον έπεισε, κάνει τη μοιρασιά.
Καθώς μοίραζε, λοιπόν, σε άλλα έδινε δύναμη χωρίς ταχύτητα, τα πιο αδύναμα όμως
τα εφοδίαζε με ταχύτητα˙ και σε άλλα έδινε όπλα και σε άλλα, επειδή έδινε φύση
χωρίς όπλα, επινοούσε γι’ αυτά κάποια άλλη ικανότητα για τη σωτηρία τους. Όσα
δηλαδή από αυτά τα έκανε μικρόσωμα, τους προίκιζε με φτερά για να πετούν ή με
υπόγεια κατοικία˙ και όσα έκανε μεγαλόσωμα, με την ίδια ακριβώς ιδιότητα
εξασφάλιζε τη σωτηρία τους˙ μοίραζε και τα άλλα χαρακτηριστικά, κάνοντάς τα με
αυτόν τον τρόπο ισοδύναμα. Και αυτά επινοούσε, γιατί πρόσεχε μήπως κάποιο γένος
αφανιστεί˙ και αφού τα εφοδίασε σε ικανοποιητικό βαθμό με τα μέσα αποφυγής της
αλληλοεξόντωσής τους, επινοούσε μέσα προστασίας για τις μεταβολές του καιρού
(που προέρχονται) από τον Δία, ντύνοντάς τα και με πυκνά τριχώματα και με γερά
δέρματα, ικανά να αντιμετωπίσουν την κακοκαιρία, αλλά κατάλληλα και για τις
ζέστες, και για να χρησιμεύουν αυτά τα ίδια (τα τριχώματα και τα δέρματα) στο
καθένα, όταν πηγαίνουν στις φωλιές τους, σαν στρώμα και σκέπασμα και ταιριαστό
και δοσμένο από τη φύση˙ και ακόμα βάζοντας για υποδήματα σε άλλα οπλές και σε
άλλα [τρίχωμα και] δέρμα σκληρό και χωρίς αίμα. Ύστερα από αυτό εξασφάλιζε
τροφές διαφορετικές για το κάθε είδος, δηλαδή για άλλα χορτάρι από τη γη, για
άλλα καρπούς δέντρων και για άλλα ρίζες˙ σε ορισμένα μάλιστα (από αυτά) επέτρεψε
να είναι τροφή τους η σάρκα άλλων ζώων˙ και σ’ αυτά έδωσε μικρή γονιμότητα, ενώ
σ’ εκείνα που τρώγονταν από αυτά έδωσε μεγάλη γονιμότητα, εξασφαλίζοντας
σωτηρία για το είδος τους.
Ενότητα 3η (321b6-322a) - Η κλοπή της
φωτιάς
Ἅτε δὴ οὖν οὐ πάνυ τι σοφὸς ὢν ὁ Ἐπιμηθεὺς ἔλαθεν αὑτὸν καταναλώσας τὰς δυνάμεις εἰς τὰ ἄλογα· λοιπὸν δὴ ἀκόσμητον ἔτι αὐτῷ ἦν τὸ ἀνθρώπων γένος, καὶ ἠπόρει ὅτι χρήσαιτο. Ἀποροῦντι δὲ αὐτῷ ἔρχεται
Προμηθεὺς ἐπισκεψόμενος
τὴν νομήν, καὶ ὁρᾷ τὰ μὲν ἄλλα ζῷα ἐμμελῶς πάντων ἔχοντα, τὸν δὲ ἄνθρωπον
γυμνόν τε καὶ ἀνυπόδητον καὶ ἄστρωτον καὶ ἄοπλον· ἤδη δὲ καὶ ἡ εἱμαρμένη ἡμέρα παρῆν, ἐν ᾗ ἔδει καὶ ἄνθρωπον ἐξιέναι ἐκ γῆς εἰς φῶς. Ἀπορίᾳ οὖν σχόμενος ὁ Προμηθεὺς ἥντινα σωτηρίαν τῷ ἀνθρώπῳ εὕροι, κλέπτει
Ἡφαίστου καὶ Ἀθηνᾶς τὴν ἔντεχνον σοφίαν σὺν πυρί—ἀμήχανον γὰρ ἦν ἄνευ πυρὸς αὐτὴν κτητήν τῳ ἢ χρησίμην
γενέσθαι—καὶ οὕτω δὴ δωρεῖται ἀνθρώπῳ. Τὴν μὲν οὖν περὶ τὸν βίον σοφίαν ἄνθρωπος ταύτῃ ἔσχεν, τὴν δὲ πολιτικὴν οὐκ εἶχεν· ἦν γὰρ παρὰ τῷ Διί. Τῷ δὲ Προμηθεῖ εἰς μὲν τὴν ἀκρόπολιν τὴν τοῦ Διὸς οἴκησιν οὐκέτι ἐνεχώρει εἰσελθεῖν—πρὸς δὲ καὶ αἱ Διὸς φυλακαὶ φοβεραὶ ἦσαν—εἰς δὲ τὸ τῆς Ἀθηνᾶς καὶ Ἡφαίστου οἴκημα τὸ κοινόν, ἐν ᾧ ἐφιλοτεχνείτην,
λαθὼν εἰσέρχεται, καὶ κλέψας τήν
τε ἔμπυρον τέχνην τὴν τοῦ Ἡφαίστου καὶ τὴν ἄλλην τὴν τῆς Ἀθηνᾶς δίδωσιν ἀνθρώπῳ, καὶ ἐκ τούτου εὐπορία μὲν ἀνθρώπῳ τοῦ βίου γίγνεται, Προμηθέα δὲ δι’ Ἐπιμηθέα ὕστερον, ᾗπερ λέγεται, κλοπῆς δίκη μετῆλθεν.
Μετάφραση
Επειδή λοιπόν ο Επιμηθέας δεν ήταν και
πολύ σοφός, ξόδεψε χωρίς να το καταλάβει (ή: διέφυγε της προσοχής του και
ξόδεψε) τις ιδιότητες στα άλογα όντα˙ του απέμενε μάλιστα χωρίς εφόδια ακόμη το
γένος των ανθρώπων και βρισκόταν σε αμηχανία τι να κάνει. Κι ενώ αυτός
βρισκόταν σε αμηχανία, έρχεται ο Προμηθέας για να επιθεωρήσει τη μοιρασιά και βλέπει
τα άλλα ζώα ότι ήταν εφοδιασμένα με όλα τα κατάλληλα μέσα, τον άνθρωπο όμως
γυμνό και ξυπόλητο και χωρίς στρωσίδια και χωρίς όπλα˙ και στο μεταξύ έφτανε
πια και η καθορισμένη από τη μοίρα μέρα, κατά την οποία έπρεπε και ο άνθρωπος
να βγει από τη γη στο φως. Επειδή λοιπόν ο Προμηθέας βρέθηκε σε δύσκολη θέση,
ποια λογής σωτηρία να βρει για τον άνθρωπο, αποφασίζει να κλέψει τις τεχνικές
γνώσεις του Ηφαίστου και της Αθηνάς μαζί με τη φωτιά –γιατί ήταν αδύνατο να
αποκτηθούν αυτές από κάποιον ή να χρησιμοποιηθούν χωρίς τη φωτιά– και με αυτόν
τον τρόπο λοιπόν τις δωρίζει στον άνθρωπο. Τις γνώσεις του λοιπόν για την
αντιμετώπιση των βιοτικών αναγκών έτσι τις απέκτησε ο άνθρωπος, την πολιτική
όμως τέχνη δεν την είχε˙ γιατί αυτή την κατείχε ο Δίας. Και ο Προμηθέας δεν
είχε πια τα χρονικά περιθώρια να μπει στην ακρόπολη, την κατοικία του Δία
–εκτός αυτού και οι φρουροί του Δία ήταν φοβεροί– μπαίνει όμως κρυφά στο κοινό
εργαστήρι της Αθηνάς και του Ηφαίστου, μέσα στο οποίο οι δυο τους ασκούσαν με
αγάπη τις τέχνες τους, και αφού έκλεψε και την τέχνη της φωτιάς του Ηφαίστου
και την άλλη της Αθηνάς, τις δίνει στον άνθρωπο. Και με τον τρόπο αυτόν
εξασφαλίζεται βέβαια για τον άνθρωπο αφθονία μέσων για τη ζωή του, ο Προμηθέας
όμως εξαιτίας του Επιμηθέα αργότερα, όπως λέγεται, διώχτηκε δικαστικά για κλοπή
(ή: καταδικάστηκε για κλοπή).
Ενότητα 4η (322a-323a) - Η πολιτική
αρετή, κοινό δώρο του Δία στους ανθρώπους, απαραίτητη ιδιότητα για τη
συγκρότηση κοινωνιών
Ἐπειδὴ δὲ ὁ ἄνθρωπος θείας μετέσχε μοίρας, πρῶτον μὲν διὰ τὴν τοῦ θεοῦ συγγένειαν ζῴων μόνον θεοὺς ἐνόμισεν, καὶ ἐπεχείρει
βωμούς τε ἱδρύεσθαι καὶ ἀγάλματα θεῶν· ἔπειτα φωνὴν καὶ ὀνόματα ταχὺ διηρθρώσατο τῇ τέχνῃ, καὶ οἰκήσεις καὶ ἐσθῆτας καὶ ὑποδέσεις καὶ στρωμνὰς καὶ τὰς ἐκ γῆς τροφὰς ηὕρετο. Οὕτω δὴ παρεσκευασμένοι κατ’ ἀρχὰς ἄνθρωποι ᾤκουν σποράδην, πόλεις δὲ οὐκ ἦσαν· ἀπώλλυντο οὖν ὑπὸ τῶν θηρίων διὰ τὸ πανταχῇ αὐτῶν ἀσθενέστεροι
εἶναι, καὶ ἡ δημιουργικὴ τέχνη αὐτοῖς πρὸς μὲν τροφὴν ἱκανὴ βοηθὸς ἦν, πρὸς δὲ τὸν τῶν θηρίων πόλεμον ἐνδεής
—πολιτικὴν γὰρ τέχνην οὔπω εἶχον, ἧς μέρος πολεμική— ἐζήτουν δὴ ἁθροίζεσθαι
καὶ σῴζεσθαι
κτίζοντες πόλεις· ὅτ’ οὖν ἁθροισθεῖεν, ἠδίκουν ἀλλήλους ἅτε οὐκ ἔχοντες τὴν πολιτικὴν τέχνην, ὥστε πάλιν
σκεδαννύμενοι διεφθείροντο. Ζεὺς οὖν δείσας περὶ τῷ γένει ἡμῶν μὴ ἀπόλοιτο πᾶν, Ἑρμῆν πέμπει ἄγοντα εἰς ἀνθρώπους αἰδῶ τε καὶ δίκην, ἵν’ εἶεν πόλεων κόσμοι τε καὶ δεσμοὶ φιλίας συναγωγοί. Ἐρωτᾷ οὖν Ἑρμῆς Δία τίνα οὖν τρόπον δοίη δίκην καὶ αἰδῶ ἀνθρώποις·
"Πότερον ὡς αἱ τέχναι νενέμηνται, οὕτω καὶ ταύτας νείμω; Νενέμηνται δὲ ὧδε· εἷς ἔχων ἰατρικὴν πολλοῖς ἱκανὸς ἰδιώταις, καὶ οἱ ἄλλοι δημιουργοί· καὶ δίκην δὴ καὶ αἰδῶ οὕτω θῶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις, ἢ ἐπὶ πάντας νείμω;" "Ἐπὶ
πάντας," ἔφη ο Ζεύς, "καὶ πάντες μετεχόντων· οὐ γὰρ ἂν γένοιντο πόλεις, εἰ ὀλίγοι αὐτῶν μετέχοιεν ὥσπερ ἄλλων τεχνῶν· καὶ νόμον γε θὲς παρ’ ἐμοῦ τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν κτείνειν ὡς νόσον πόλεως." Οὕτω δή, ὦ Σώκρατες, καὶ διὰ ταῦτα οἵ τε ἄλλοι καὶ Ἀθηναῖοι, ὅταν μὲν περὶ ἀρετῆς τεκτονικῆς ᾖ λόγος ἢ ἄλλης τινὸς δημιουργικῆς, ὀλίγοις οἴονται μετεῖναι συμβουλῆς, καὶ ἐάν τις ἐκτὸς ὤν τῶν ὀλίγων
συμβουλεύῃ, οὐκ ἀνέχονται, ὡς σὺ φῄς—εἰκότως, ὡς ἐγώ φημι—ὅταν δὲ εἰς συμβουλὴν πολιτικῆς ἀρετῆς ἴωσιν, ἣν δεῖ διὰ δικαιοσύνης πᾶσαν ἰέναι καὶ σωφροσύνης, εἰκότως ἅπαντος ἀνδρὸς ἀνέχονται, ὡς παντὶ προσῆκον ταύτης γε μετέχειν τῆς ἀρετῆς ἢ μὴ εἶναι πόλεις.
Αὕτη, ὦ Σώκρατες, τούτου αἰτία.
Μετάφραση
Επειδή λοιπόν ο άνθρωπος πήρε μερίδιο
από θεϊκά πράγματα, πρώτα πρώτα λόγω της συγγένειάς (του) με τον θεό, μόνος από
τα ζώα πίστεψε σε θεούς και επιχειρούσε να κατασκευάζει και βωμούς και (να
φιλοτεχνεί) αγάλματα θεών˙ έπειτα, γρήγορα άρθρωσε με την τέχνη του φθόγγους
και λέξεις και επινόησε κατοικίες και ρούχα και παπούτσια και στρωσίδια και τις
τροφές από τη γη. Με αυτά λοιπόν τα μέσα εφοδιασμένοι οι άνθρωποι κατοικούσαν
στην αρχή διασκορπισμένοι, πόλεις όμως δεν υπήρχαν˙ κατασπαράσσονταν λοιπόν από
τα θηρία, γιατί ήταν από κάθε άποψη πιο αδύναμοι από αυτά και οι τεχνικές
γνώσεις ήταν βέβαια βοηθός τους καλός για την ανεύρεση της τροφής, ανεπαρκής
όμως για τον πόλεμο με τα θηρία – γιατί δεν κατείχαν ακόμη την πολιτική τέχνη,
μέρος της οποίας είναι η πολεμική τέχνη – επιδίωκαν λοιπόν να συγκεντρώνονται
και να εξασφαλίζουν τη σωτηρία τους χτίζοντας πόλεις˙ κάθε φορά λοιπόν που
συγκεντρώνονταν, αδικούσαν ο ένας τον άλλον, επειδή δεν είχαν την πολιτική
τέχνη, με αποτέλεσμα να διασκορπίζονται και να απειλούνται με αφανισμό. Ο Δίας,
λοιπόν, επειδή φοβήθηκε για το γένος μας μήπως χαθεί ολότελα, στέλνει τον Ερμή
να φέρει στους ανθρώπους και τον σεβασμό στους άγραφους νόμους και την αντίληψη
περί του δικαίου, για να εξασφαλίζουν και την τάξη στις πόλεις και να αποτελούν
τους συνεκτικούς δεσμούς φιλίας ανάμεσα στους ανθρώπους. Ρωτάει λοιπόν ο Ερμής
τον Δία με ποιον άραγε τρόπο να δώσει τον σεβασμό και τη δικαιοσύνη στους
ανθρώπους˙ «Ποιο από τα δύο, όπως έχουν μοιραστεί οι τεχνικές γνώσεις, έτσι να
τα μοιράσω και αυτά; Έχουν μοιραστεί βέβαια με αυτόν τον τρόπο: ένας που
κατέχει την ιατρική είναι αρκετός για πολλούς μη ειδικούς πολίτες, το ίδιο και
οι άλλοι τεχνίτες˙ με τον ίδιο τρόπο λοιπόν να βάλω μέσα στους ανθρώπους και
τον σεβασμό και τη δικαιοσύνη ή να τα μοιράσω σε όλους;» «Σε όλους», είπε ο
Δίας «και να έχουν όλοι μερίδιο˙ γιατί δεν είναι δυνατόν να υπάρξουν πόλεις, αν
μετέχουν λίγοι σ’ αυτά, όπως ακριβώς (μετέχουν) σε άλλες τέχνες˙ και μάλιστα
θέσπισε νόμο από μέρους μου να σκοτώνουν σαν αρρώστια της πόλης αυτόν που δεν
μπορεί να μετέχει στον σεβασμό και στη δικαιοσύνη». Έτσι, λοιπόν, Σωκράτη, και
γι’ αυτούς τους λόγους και οι άλλοι και οι Αθηναίοι, όταν γίνεται λόγος για
ικανότητα στην οικοδομική ή σε κάποιον άλλον τεχνικό τομέα, νομίζουν ότι λίγοι
έχουν το δικαίωμα να δίνουν συμβουλές, και, εάν κάποιος, που είναι έξω από τους
λίγους, επιχειρεί να δίνει συμβουλές, δεν του το επιτρέπουν, όπως εσύ
υποστηρίζεις – εύλογα, όπως λέω εγώ. Όταν όμως έρχονται να συμβουλέψουν για
ζήτημα πολιτικής αρετής, η οποία πρέπει να διέπεται ολόκληρη από δικαιοσύνη και
σωφροσύνη, δικαιολογημένα δέχονται γενικά κάθε άντρα, με το σκεπτικό ότι
ταιριάζει στον καθένα να μετέχει βέβαια σ’ αυτή την αρετή, διαφορετικά, δεν
είναι δυνατόν, να υπάρχουν πόλεις. Αυτή, Σωκράτη, είναι η αιτία αυτού του
πράγματος.
Ενότητα 5η (323a-e) - Η πολιτική αρετή
ως κοινή και φυσική ιδιότητα όλων των ανθρώπων
Ἵνα δὲ μὴ οἴῃ ἀπατᾶσθαι ὡς τῷ ὄντι ἡγοῦνται πάντες ἄνθρωποι πάντα ἄνδρα μετέχειν δικαιοσύνης τε καὶ τῆς ἄλλης πολιτικῆς ἀρετῆς, τόδε αὖ λαβὲ τεκμήριον. Ἐν γὰρ ταῖς ἄλλαις ἀρεταῖς, ὥσπερ σὺ λέγεις, ἐάν τις φῇ ἀγαθὸς αὐλητὴς εἶναι, ἢ ἄλλην ἡντινοῦν τέχνην ἣν μή ἐστιν, ἢ καταγελῶσιν ἢ χαλεπαίνουσιν, καὶ οἱ οἰκεῖοι
προσιόντες νουθετοῦσιν ὡς μαινόμενον· ἐν δὲ δικαιοσύνῃ καὶ ἐν τῇ ἄλλῃ πολιτικῇ ἀρετῇ, ἐάν τινα καὶ εἰδῶσιν ὅτι ἄδικός ἐστιν, ἐὰν οὗτος αὐτὸς καθ' αὑτοῦ τἀληθῆ λέγῃ ἐναντίον πολλῶν, ὃ ἐκεῖ σωφροσύνην ἡγοῦντο εἶναι, τἀληθῆ λέγειν, ἐνταῦθα μανίαν, καί φασιν πάντας δεῖν φάναι εἶναι δικαίους, ἐάντε ὦσιν ἐάντε μή, ἢ μαίνεσθαι τὸν μὴ προσποιούμενον [δικαιοσύνην]· ὡς ἀναγκαῖον οὐδένα ὅντιν' οὐχὶ ἁμῶς γέ πως μετέχειν αὐτῆς, ἢ μὴ εἶναι ἐν ἀνθρώποις.
Ὅτι μὲν οὖν πάντ’ ἄνδρα εἰκότως ἀποδέχονται περὶ ταύτης τῆς ἀρετῆς σύμβουλον διὰ τὸ ἡγεῖσθαι παντὶ μετεῖναι αὐτῆς, ταῦτα λέγω· ὅτι δὲ αὐτὴν οὐ φύσει ἡγοῦνται εἶναι οὐδ’ ἀπὸ τοῦ αὐτομάτου, ἀλλὰ διδακτόν τε καὶ ἐξ ἐπιμελείας παραγίγνεσθαι ᾧ ἂν
παραγίγνηται, τοῦτό σοι μετὰ τοῦτο πειράσομαι ἀποδεῖξαι. Ὅσα γὰρ ἡγοῦνται ἀλλήλους κακὰ ἔχειν ἄνθρωποι φύσει ἢ τύχῃ, οὐδεὶς θυμοῦται οὐδὲ νουθετεῖ οὐδὲ διδάσκει οὐδὲ κολάζει τοὺς ταῦτα ἔχοντας, ἵνα μὴ τοιοῦτοι ὦσιν, ἀλλ’ ἐλεοῦσιν· οἷον τοὺς αἰσχροὺς ἢ σμικροὺς ἢ ἀσθενεῖς τίς οὕτως ἀνόητος ὥστε τι τούτων έπιχειρεῖν ποιεῖν; Ταῦτα μὲν γὰρ οἶμαι ἴσασιν ὅτι φύσει τε
καὶ τύχῃ τοῖς ἀνθρώποις
γίγνεται, τὰ καλὰ καὶ τἀναντία
τούτοις· ὅσα δὲ ἐξ ἐπιμελείας καὶ ἀσκήσεως καὶ διδαχῆς οἴονται γίγνεσθαι ἀγαθὰ ἀνθρώποις, ἐάν τις ταῦτα μὴ ἔχῃ, ἀλλὰ τἀναντία
τούτων κακά, ἐπὶ τούτοις που
οἵ τε θυμοὶ γίγνονται καὶ αἱ κολάσεις καὶ αἱ
νουθετήσεις. Ὧν ἐστιν ἓν καὶ ἡ ἀδικία καὶ ἡ ἀσέβεια καὶ συλλήβδην πᾶν τὸ ἐναντίον τῆς πολιτικῆς ἀρετῆς.
Μετάφραση
Και για να μη νομίζεις ότι εξαπατάσαι,
πάρε πάλι ως απόδειξη ότι πραγματικά όλοι οι άνθρωποι πιστεύουν πως κάθε άντρας
μετέχει και στη δικαιοσύνη και στην άλλη πολιτική αρετή, το εξής˙ στις άλλες
δηλαδή ικανότητες, όπως ακριβώς εσύ λες, εάν κάποιος ισχυρίζεται ότι είναι
ικανός αυλητής, ή (ικανός) σε οποιαδήποτε άλλη τέχνη, στην οποία δεν είναι, τον
περιγελούν ή αγανακτούν, και οι συγγενείς του τον πλησιάζουν και τον
συμβουλεύουν με τη σκέψη ότι είναι τρελός˙ στη δικαιοσύνη όμως και στην άλλη
πολιτική αρετή, και αν ακόμα γνωρίζουν για κάποιον ότι είναι άδικος, αν αυτός ο
ίδιος λέει την αλήθεια εναντίον του εαυτού του μπροστά σε πολλούς, πράγμα το
οποίο στην πρώτη περίπτωση θεωρούσαν ότι είναι σωφροσύνη, το να λέει δηλαδή
κανείς την αλήθεια, σ’ αυτή την περίπτωση (το θεωρούν) τρέλα, και ισχυρίζονται
ότι όλοι πρέπει να λένε ότι είναι δίκαιοι, είτε είναι είτε όχι, διαφορετικά
(ισχυρίζονται) ότι είναι τρελός αυτός που δεν προσποιείται ότι κατέχει τη
δικαιοσύνη˙ γιατί, κατά τη γνώμη τους, είναι αναγκαίο ο καθένας να μετέχει με
οποιονδήποτε τρόπο σ’ αυτή, διαφορετικά (είναι αναγκαίο) να μη συγκαταλέγεται
ανάμεσα στους ανθρώπους.
Ότι λοιπόν εύλογα δέχονται κάθε άνθρωπο
ως σύμβουλο γι’ αυτή την αρετή, επειδή πιστεύουν ότι όλοι μετέχουν σ’ αυτή,
αυτά φέρνω ως επιχειρήματα˙ ότι όμως νομίζουν ότι αυτή δεν είναι έμφυτη, ούτε
εμφανίζεται τυχαία, αλλά ότι μπορεί να διδαχθεί και ότι ύστερα από φροντίδα
γίνεται κτήμα, σε όποιον γίνεται κτήμα, αυτό θα προσπαθήσω στη συνέχεια να σου
αποδείξω. Γιατί για όσα κακά νομίζουν οι άνθρωποι, ο ένας για τον άλλο, ότι έχουν
από τη φύση τους ή από τύχη, κανείς δεν οργίζεται ούτε συμβουλεύει ούτε
διδάσκει ούτε τιμωρεί όσους τα έχουν, για να μην είναι τέτοιοι, αλλά τους
λυπούνται˙ για παράδειγμα, στους άσχημους ή μικρόσωμους ή ασθενικούς ποιος
είναι τόσο ανόητος, ώστε να προσπαθεί να (τους) κάνει κάτι από αυτά; Γιατί
γνωρίζουν, νομίζω, ότι αυτά υπάρχουν στους ανθρώπους από τη φύση και από την
τύχη, δηλαδή οι καλές ιδιότητες και οι αντίθετές τους˙ όσες όμως καλές
ιδιότητες νομίζουν ότι τις αποκτούν οι άνθρωποι με φροντίδα και άσκηση και
διδασκαλία, εάν κάποιος δεν έχει αυτές, αλλά τις αντίθετές τους κακές, σ’ αυτές
τις περιπτώσεις, υποθέτω, προκαλούνται και οι θυμοί και οι τιμωρίες και οι
συμβουλές˙ μία από αυτές (τις κακές ιδιότητες) είναι και η αδικία και η ασέβεια
και με έναν λόγο καθετί το αντίθετο στην πολιτική αρετή.
Ενότητα 6η (324a-c) - Η παιδευτική
σημασία της τιμωρίας ως απόδειξη του διδακτού της αρετής
Ἔνθα δὴ πᾶς παντὶ θυμοῦται καὶ νουθετεῖ, δῆλον ὅτι ὡς ἐξ ἐπιμελείας καὶ μαθήσεως κτητῆς οὔσης. Εἰ γὰρ ἐθέλεις ἐννοῆσαι τὸ κολάζειν, ὦ Σώκρατες, τοὺς ἀδικοῦντας τί ποτε δύναται, αὐτό σε διδάξει ὅτι οἵ γε ἄνθρωποι ἡγοῦνται παρασκευαστὸν εἶναι ἀρετήν. Οὐδεὶς γὰρ κολάζει τοὺς ἀδικοῦντας πρὸς τούτῳ τὸν νοῦν ἔχων καὶ τούτου ἕνεκα, ὅτι ἠδίκησεν, ὅστις μὴ ὥσπερ θηρίον ἀλογίστως τιμωρεῖται· ὁ δὲ μετὰ λόγου ἐπιχειρῶν κολάζειν οὐ τοῦ παρεληλυθότος ἕνεκα ἀδικήματος τιμωρεῖται—οὐ γὰρ ἂν τό γε
πραχθὲν ἀγένητον
θείη—ἀλλὰ τοῦ μέλλοντος χάριν, ἵνα μὴ αὖθις ἀδικήσῃ μήτε αὐτὸς οὗτος μήτε ἄλλος ὁ τοῦτον ἰδὼν
κολασθέντα. Καὶ τοιαύτην διάνοιαν ἔχων διανοεῖται παιδευτὴν εἶναι ἀρετήν· ἀποτροπῆς γοῦν ἕνεκα
κολάζει. Ταύτην οὖν τὴν δόξαν πάντες ἔχουσιν ὅσοιπερ τιμωροῦνται καὶ ἰδίᾳ καὶ δημοσίᾳ. Τιμωροῦνται δὲ καὶ κολάζονται οἵ τε ἄλλοι ἄνθρωποι οὓς ἂν οἴωνται ἀδικεῖν, καὶ οὐχ ἥκιστα Ἀθηναῖοι οἱ σοὶ πολῖται· ὥστε κατὰ τοῦτον τὸν λόγον καὶ Ἀθηναῖοί εἰσι τῶν ἡγουμένων παρασκευαστὸν εἶναι καὶ διδακτὸν ἀρετήν. Ὡς μὲν οὖν εἰκότως ἀποδέχονται οἱ σοὶ πολῖται καὶ χαλκέως καὶ σκυτοτόμου
συμβουλεύοντος τὰ πολιτικά, καὶ ὅτι διδακτὸν καὶ παρασκευαστὸν ἡγοῦνται ἀρετήν, ἀποδέδεικταί σοι, ὦ Σώκρατες, ἱκανῶς, ὥς γέ μοι φαίνεται.
Μετάφραση
Στην περίπτωση αυτή, λοιπόν, ο καθένας
θυμώνει με τον καθένα και τον συμβουλεύει, ολοφάνερα επειδή κατά τη γνώμη του
(η αρετή) μπορεί να αποκτηθεί με επιμέλεια και μάθηση˙ αν πράγματι θέλεις,
Σωκράτη, να καταλάβεις τι τέλος πάντων σημαίνει το να τιμωρεί κανείς αυτούς που
αδικούν, αυτό το ίδιο θα σου αποδείξει ότι οι άνθρωποι πράγματι πιστεύουν πως η
αρετή είναι κάτι που μπορεί να αποκτηθεί. Γιατί κανένας δεν τιμωρεί αυτούς που
αδικούν έχοντας αυτό στο νου του και εξαιτίας αυτού, επειδή δηλαδή διέπραξε ένα
αδίκημα, εκτός αν κάποιος εκδικείται ασυλλόγιστα, όπως ακριβώς ένα θηρίο˙
όποιος όμως επιχειρεί να τιμωρεί με σύνεση δεν παίρνει εκδίκηση για το αδίκημα
που έχει ήδη διαπραχθεί –γιατί δεν μπορεί βέβαια να κάνει αυτό που έγινε να μην
έχει γίνει– αλλά για χάρη του μέλλοντος, δηλαδή για να μην αδικήσει πάλι ούτε
αυτός ο ίδιος ούτε άλλος που είδε ότι αυτός τιμωρήθηκε. Και εφόσον σκέφτεται με
αυτόν τον τρόπο θεωρεί ότι είναι δυνατό να διδαχτεί η αρετή˙ επομένως τιμωρεί
για να αποτραπεί στο μέλλον επανάληψη της αδικίας. Αυτή λοιπόν τη γνώμη έχουν
όλοι, όσοι ακριβώς επιβάλλουν τιμωρίες και στην ιδιωτική και στη δημόσια ζωή.
Και τιμωρούν για εκδίκηση και για σωφρονισμό όποιους τυχόν νομίζουν ότι αδικούν
και οι άλλοι άνθρωποι και προπαντός οι Αθηναίοι, οι συμπολίτες σου˙ συνεπώς,
σύμφωνα μ’ αυτό τον συλλογισμό και οι Αθηναίοι είναι από αυτούς που πιστεύουν
ότι η αρετή μπορεί να αποκτηθεί και να διδαχτεί. Ότι δικαιολογημένα, λοιπόν,
δέχονται οι συμπολίτες σου και τον χαλκιά και τον τσαγκάρη να δίνει συμβουλές
για τα πολιτικά πράγματα (ή ζητήματα), και ότι νομίζουν πως η αρετή μπορεί να
διδαχτεί και να αποκτηθεί, σου το έχω αποδείξει, Σωκράτη, επαρκώς, όπως
τουλάχιστον μου φαίνεται.
Ενότητα 7η (324d-326e) - Η διδασκαλία
της αρετής από την οικογένεια και την κοινωνία
Υπάρχει ακόμη μια απορία, αυτή που
διατύπωσες σχετικά με τους αγαθούς άνδρες: για ποιον λόγο οἱ ἀγαθοὶ ἄνδρες, ενώ
διδάσκουν στους γιους τους όλα τα άλλα πράγματα που εξαρτώνται από τους
δασκάλους και τους κάνουν σοφούς, δεν είναι σε θέση να τους βελτιώσουν στην
αρετή στην οποία είναι και οι ίδιοι εξαίρετοι. Για το θέμα αυτό, Σωκράτη, δεν
θα σου πω μύθο, αλλά λόγο. Σκέψου λοιπόν, τι από τα δύο συμβαίνει: υπάρχει ένα
πράγμα στο οποίο είναι αναγκαίο να μετέχουν όλοι οι πολίτες, προκειμένου να
είναι δυνατή η ύπαρξη πόλεως, ή δεν υπάρχει; Έτσι μόνο μπορεί να λυθεί η απορία
που έχεις. Διότι, εάν μεν υπάρχει αυτό το ένα πράγμα και εάν αυτό το πράγμα δεν
είναι ούτε η οικοδομική ούτε η μεταλλουργία ούτε η κεραμική, αλλά η δικαιοσύνη
και η σωφροσύνη και το ὅσιον (και
αυτά τα ονομάζω όλα μαζί ἀνδρὸς ἀρετήν)· εάν
υπάρχει λοιπόν αυτό το πράγμα στο οποίο πρέπει να μετέχουν όλοι και σύμφωνα με
το οποίο πρέπει να ενεργεί κάθε άνδρας ξεχωριστά σε περίπτωση που θέλει να
μάθει ή να πράξει κάτι, και σε καμιά περίπτωση χωρίς αυτό· και εάν, σε
περίπτωση που κάποιος δεν μετέχει σ' αυτό, είτε παιδί είναι, είτε άνδρας είτε
γυναίκα, πρέπει να τον διδάσκουμε και να τον τιμωρούμε, μέχρι που, με την
τιμωρία, να βελτιωθεί· και εάν, σε διαφορετική περίπτωση, πρέπει να εκδιώκουμε
από την πόλη ή να σκοτώνουμε ως ανίατο όποιον δεν υπακούει σε αυτό το πράγμα
ακόμα και μετά τη διδασκαλία, ακόμα και μετά την τιμωρία· εάν λοιπόν έτσι έχουν
τα πράγματα, και εάν, παρόλο που αυτή είναι η φύση των πραγμάτων, οι αγαθοί
άνδρες, ενώ μορφώνουν τους γιους τους σε όλα τα άλλα, αυτό δεν τους το
διδάσκουν, τότε σκέψου τι περίεργα πλάσματα είναι αυτοί οι αγαθοί άνδρες! Ότι
το πράγμα αυτό το θεωρούν διδακτό και στο ιδιωτικό και στο δημόσιο επίπεδο, το
αποδείξαμε ήδη. Ενώ όμως είναι το πράγμα αυτό διδακτό, αφού είναι κάτι που
μπορεί να φροντίσει και να καλλιεργήσει κανείς, αυτοί διδάσκουν στους γιους
τους τα άλλα, των οποίων η άγνοια δεν πρόκειται να επιφέρει ως ποινή τον
θάνατο, αυτό όμως, την αρετή, που εάν τα αγόρια δεν τη μάθουν και δεν τη
φροντίσουν, μπορεί να υποστούν ως ποινή και τον θάνατο και την εξορία και τη
δήμευση της περιουσίας εκτός από τη θανάτωση και, με μια λέξη, τη συνολική
καταστροφή του οἴκου τους, αυτή δεν τη διδάσκουν και δεν
τη φροντίζουν με κάθε δυνατή επιμέλεια! Μπορούμε να πιστέψουμε κάτι τέτοιο,
Σωκράτη;
Στην πραγματικότητα, αρχίζουν από την
παιδική ηλικία να διδάσκουν και να νουθετούν, συνεχίζοντας για όλη τη ζωή.
Αμέσως μόλις αρχίσει να καταλαβαίνει ένα παιδί τι του λένε, και η παραμάνα του
και η μητέρα του και ο παιδαγωγός του και ο ίδιος ο πατέρας του αγωνίζονται γι'
αυτό το πράγμα, για το πώς δηλαδή θα βελτιωθεί το αγόρι, διδάσκοντάς το για
κάθε του πράξη και για κάθε του λόγο και εξηγώντας του ότι αυτό είναι δίκαιο
και το άλλο άδικο, και ότι αυτό είναι καλό και το άλλο αισχρό, και αυτό όσιο
και εκείνο ανόσιο, και ότι αυτά πρέπει να τα κάνεις και αυτά να μην τα κάνεις.
Κι όταν ακούει με τη θέλησή του, πάει καλά. Εάν όμως δεν υπακούει, τότε, με τις
απειλές και τα χτυπήματα το "ισιώνουν", σαν δέντρο που λυγίζει και
γέρνει. Κι ύστερα, όταν το στέλνουν στους δασκάλους, δίνουν εντολή να
επιμεληθεί ο δάσκαλος περισσότερο την εὐκοσμία των
παιδιών, παρά τα γράμματα και τη μουσική. Και οι δάσκαλοι άλλωστε γι' αυτό
φροντίζουν κυρίως. Και μόλις τα αγόρια μάθουν τα γράμματα και είναι σε θέση στο
εξής να καταλάβουν ένα γραπτό κείμενο, όπως μέχρι τώρα καταλάβαιναν τον
προφορικό λόγο, τα βάζουν, καθισμένα στα θρανία τους, να διαβάζουν δυνατά τα
ποιήματα των μεγάλων ποιητών και τα αναγκάζουν να μάθουν απέξω αυτά τα έργα,
στα οποία υπάρχουν πολλές συμβουλές, αλλά και αναλύσεις για τα πράγματα, και ἔπαινοι και ἐγκώμια για τους αρχαίους ήρωες,
προκειμένου το αγόρι να θελήσει να τους μιμηθεί και να έχει διάθεση να γίνει
παρόμοιος. [...]
Και όταν πια φύγουν αυτοί [δηλ. οι νέοι
άνδρες] από τους δασκάλους, η πόλη, με τη σειρά της, τους αναγκάζει να μάθουν
τους νόμους και να ζουν σύμφωνα με αυτούς, ώστε να μην ενεργούν από μόνοι τους
και όπως νομίζουν οι ίδιοι [...]. Έτσι, και η πόλη, υπογραμμίζοντας τους
νόμους, αυτά τα επινοήματα των καλών, παλαιῶν νομοθετῶν, αναγκάζει
και όσους ασκούν ένα αξίωμα και όσους άρχονται να συμμορφώνονται με αυτούς.
Εκείνος δε ο οποίος τους παραβαίνει, υφίσταται κυρώσεις και οι κυρώσεις αυτές
ονομάζονται, και σε σας εδώ [δηλ. στην Αθήνα] και σε πολλά άλλα μέρη, εὐθύνες, λες και η δικαιοσύνη ξαναβάζει
[τον παραβάτη] στην ευθεία. Ενώ λοιπόν είναι τόσο μεγάλη η προσπάθεια που
καταβάλλεται για την αρετή και στο ιδιωτικό και στο δημόσιο επίπεδο, εσύ
Σωκράτη εκπλήττεσαι και απορείς αν η αρετή είναι διδακτή; Το εκπληκτικό όμως θα
ήταν μάλλον το να μην μπορεί να διδαχθεί η αρετή.