Fabien Bravin
Τίτος Πατρίκιος «Η γλώσσα μου»
να τη φυλάξω
ανάμεσα σε γλώσσες που πήγαιναν να
την καταβροχθίσουν
όμως στη γλώσσα μου συνέχιζα πάντα
να μετράω
στη γλώσσα μου έφερνα τον χρόνο στα
μέτρα του κορμιού
στη γλώσσα μου πολλαπλασίαζα την
ηδονή ως το άπειρο
μ’ αυτή ξανάφερνα στον νου μου ένα
παιδί
με άσπρο σημάδι από πετριά στο κου-
ρεμένο του κεφάλι.
Πάσχιζα να μη χάσω ούτε μια της
λέξη
γιατί σ’ αυτή τη γλώσσα μου μιλούσαν
κι οι νεκροί.
Με
την ποιητική του σύνθεση ο Τίτος Πατρίκιος παρουσιάζει την εξέχουσα σημασία που
έχει για κάθε άτομο η μητρική του γλώσσα, ιδίως, μάλιστα, όταν πρόκειται για
γλώσσα ομιλούμενη από μικρή πληθυσμιακή ομάδα, με αποτέλεσμα να είναι ευάλωτη στις
πιέσεις που ασκούν οι πληθυσμιακά ισχυρότερες γλώσσες. Η αίσθηση πως απειλείται
η μητρική γλώσσα συνιστά πηγή οδύνης για το άτομο, εφόσον το σύνολο της ταυτότητάς
του, οι σκέψεις και οι μνήμες του είναι άρρηκτα δεμένες με εκείνη.
«Τη
γλώσσα μου δεν ήταν εύκολο
να τη φυλάξω
ανάμεσα σε γλώσσες που πήγαιναν να
την καταβροχθίσουν»
Σε
πρώτο πρόσωπο το ποιητικό υποκείμενο δηλώνει πως η διαφύλαξη της μητρικής του
γλώσσας ήταν δύσκολη (με σχήμα λιτότητας «δεν ήταν εύκολο»), διότι υπήρχαν γύρω
τις άλλες ισχυρότερες γλώσσες, οι οποίες επιχειρούσαν να την αφανίσουν. Οι
προσωποποιημένες έτερες γλώσσες έχουν απειλητικές διαθέσεις («να την
καταβροχθίσουν») απέναντι στη μητρική γλώσσα του ποιητικού υποκειμένου, καθώς
λόγω της εμπορικής χρήσης τους, της συνεχούς διάδοσής τους σε διεθνές επίπεδο
και του ήδη μεγάλου πληθυσμού που τις χρησιμοποιεί είναι σε θέση να εκτοπίσουν τις
μικρότερες γλώσσες, να τις θέσουν στο περιθώριο και σταδιακά να τις οδηγήσουν
στην αχρησία. Το ποιητικό υποκείμενο, ως εκ τούτου, αναγκάζεται να αγωνιστεί
για την υπεράσπιση της γλώσσας του, καθώς ένιωθε πως ήταν αναγκαία η συμβολή κάθε
προσώπου που μιλούσε τη μητρική αυτή γλώσσα.
«όμως
στη γλώσσα μου συνέχιζα πάντα
να μετράω
στη γλώσσα μου έφερνα τον χρόνο στα
μέτρα του κορμιού»
Η
προσπάθεια του ποιητικού υποκειμένου να σώσει τη μητρική του γλώσσα δεν
εκκινούσε από κάποιο αίσθημα πατριωτικού εγωισμού ή από κάποιο αίσθημα
ανταγωνισμού. Η θέλησή του αυτή αποτελούσε φανέρωμα μιας βαθιάς ανάγκης να
διαφυλάξει τη γλώσσα που έδινε ζωή σε κάθε σκέψη και σε κάθε συναίσθημά του. Τη
μητρική του γλώσσα χρησιμοποιούσε το ποιητικό υποκείμενο για να μετράει (τον
χρόνο, τις πληγές, τις ήττες, μα και τις χαρές). Με τη μητρική του γλώσσα
κατόρθωνε να εκλογικεύσει και να θέσει υπό έλεγχο τις αξιώσεις που είχε από τον
εαυτό του, ώστε ο απαιτούμενος γι’ αυτές χρόνος να ανταποκρίνεται στις πραγματικές
του δυνατότητες. Με τη γλώσσα, συνάμα, είχε τη δυνατότητα να τιθασεύει τον
δίχως όρια χρόνο, για να τον φέρει στα μέτρα του πεπερασμένου ανθρώπινου βίου,
χωρίς να σαστίζει σκεπτόμενος τις αχανείς διαστάσεις του.
«στη
γλώσσα μου πολλαπλασίαζα την
ηδονή ως το άπειρο»
Αξιοποιώντας,
μάλιστα, τη μητρική του γλώσσα το ποιητικό υποκείμενο κατόρθωνε να πολλαπλασιάζει,
να ενισχύει και να καθιστά άπειρα διαρκέστερες τις στιγμές της ηδονής και της ευδαιμονίας.
Με τη δύναμη της περιγραφής, της επαναξιολόγησης και της -λεκτικής πια-
αναβίωσης οι ηδονικές στιγμές ζούσαν ξανά και ξανά, καθιστώντας εμφανή τη
δυνατότητα της γλώσσας όχι μόνο να προσδίδει διαχρονικότητα στο επίκαιρο, αλλά
και να αντικρίζει από πολλαπλές οπτικές το μεμονωμένο για να αντλεί από αυτό
άπειρα περισσότερο χρόνο απόλαυσης.
«μ’
αυτή ξανάφερνα στον νου μου ένα
παιδί
με άσπρο σημάδι από πετριά στο κου-
ρεμένο του κεφάλι.»
Η
μητρική γλώσσα συνδέει, συνάμα, το ποιητικό υποκείμενο με τις μνήμες του παρελθόντος,
επιτρέποντάς του να θυμάται κάθε τραυματικό γεγονός και κάθε πικρή στιγμή που
έζησε ή αντίκρισε. Το σημάδι από πετριά στο κουρεμένο κεφάλι ενός παιδιού δεν
είναι μόνο μια εικόνα που έχει χαραχτεί στη μνήμη του ποιητικού υποκειμένου
είναι το σύμβολο μιας ολόκληρης ηλικίας που, παρά την οδύνη της, είναι απολύτως
σημαντικό το να διαφυλαχτεί. Το ποιητικό υποκείμενο δεν θέλει να ξεχάσει, θέλει
να θυμάται καθετί από το παρελθόν του, διότι μόνο έτσι μπορεί να αναγνωρίζει
την πορεία που τον οδήγησε στη σημερινή του ταυτότητα. Κι οι πολύτιμες μνήμες
του παρελθόντος μπορούν να διασωθούν μόνο με τη συνδρομή της γλώσσας που φέρει ακέραιο
το βάρος των τότε εμπειριών και συναισθημάτων.
«Πάσχιζα
να μη χάσω ούτε μια της
λέξη
γιατί σ’ αυτή τη γλώσσα μου μιλούσαν
κι οι νεκροί.»
Η
μητρική γλώσσα είναι πολύτιμη όχι μόνο γιατί επιτρέπει στο ποιητικό υποκείμενο
να καθορίζει τα όρια του παρόντος, να διαφυλάττει τις μνήμες του παρελθόντος
και να βιώνει πληρέστερα τις στιγμές της ευδαιμονίας, αλλά πολύ περισσότερο
γιατί μόνο μέσω αυτής του μιλούν οι νεκροί του. Εύλογα, επομένως, δηλώνει πως πάσχιζε
για να μη χάσει ούτε μία λέξη της, όσο παλιά ή σπάνια κι αν ήταν αυτή, διότι μόνο
με τη μητρική του γλώσσα είχε τη δυνατότητα να κατανοεί τα όσα του έλεγαν οι
νεκροί -οικείοι, φίλοι, συνοδοιπόροι των πρότερων χρόνων. Ένας πολύτιμος
συνεκτικός δεσμός με το παρελθόν, η απώλεια του οποίου θα σήμαινε τη διακοπή της
επικοινωνίας και τη διάσπαση μιας μακράς συνέχειας, με υψηλό τίμημα‧ συναισθηματικό και πνευματικό.
Μέσω
της μητρικής γλώσσας το ποιητικό υποκείμενο διατηρεί την επαφή με το παρελθόν,
μελετά το παρόν και προετοιμάζει το μέλλον, γι’ αυτό και δεν δίστασε να
επιδοθεί στον αναγκαίο για τη διαφύλαξή της αγώνα.
να τη φυλάξω
ανάμεσα σε γλώσσες που πήγαιναν να
την καταβροχθίσουν»
να μετράω
στη γλώσσα μου έφερνα τον χρόνο στα
μέτρα του κορμιού»
ηδονή ως το άπειρο»
παιδί
με άσπρο σημάδι από πετριά στο κου-
ρεμένο του κεφάλι.»
λέξη
γιατί σ’ αυτή τη γλώσσα μου μιλούσαν
κι οι νεκροί.»