Έκθεση
Γ΄ Λυκείου: Βία & Εγκληματικότητα
Βία: η άσκηση σωματικής ή άλλης δύναμης ή
η χρησιμοποίηση απειλών με σκοπό την επιβολή της θέλησης κάποιου.
Εγκληματικότητα: η ροπή προς εγκληματικές πράξεις και
η διάπραξή τους. Το σύνολο των εγκληματικών πράξεων που διαπράττονται σε
συγκεκριμένο τόπο και χρόνο.
Δείκτης
εγκληματικότητας: ο
δείκτης που απεικονίζει τη σχέση μεταξύ του πληθυσμού μιας χώρας και του
αριθμού των εγκλημάτων που καταγράφονται επισήμως σε αυτήν σε ορισμένη χρονική
περίοδο.
Τα περιστατικά βίας και
εγκληματικότητας, όποια μορφή κι αν λαμβάνουν αυτά -σωματική ή ψυχολογική
κακοποίηση, δολοφονίες, βιασμοί, ενδοοικογενειακή βία, εκφοβισμός, διαδικτυακός
εκφοβισμός (Cyberbullying), κλοπές, βανδαλισμοί, εμπρησμοί, απαγωγές,
χουλιγκανισμός, οργανωμένο έγκλημα- συνιστούν ένα, εύλογα, κατακριτέο
φαινόμενο, το οποίο υπονομεύει τη δυνατότητα αρμονικής κοινωνικής συνύπαρξης
και επιφέρει σημαντικές ψυχολογικές επιπτώσεις στα άτομα που έρχονται
αντιμέτωπα με τις ποικίλες εκφάνσεις του ή τις συνέπειες αυτών, μιας κι η
άσκηση βίας σ’ ένα άτομο έχει αντίκτυπο και στα πρόσωπα του άμεσου
περιβάλλοντός του.
Αίτια
του φαινομένου
Όπως είναι λογικό η αφορμή που θα
οδηγήσει ένα άτομο σ’ ένα βίαιο ξέσπασμα ή τα βαθύτερα αίτια που θα το
εξωθήσουν στην υιοθέτηση συστηματικά βίαιης ή εγκληματικής συμπεριφοράς
ποικίλουν και, κάποτε, σχετίζονται με την ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση του
συγκεκριμένου ατόμου ή με πολύ προσωπικά του βιώματα. Μπορούμε, ωστόσο, να
διακρίνουμε ορισμένα γενεσιουργά αίτια του φαινομένου αυτού, τα οποία έχουν
γενικότερο εύρος και επηρεάζουν μεγάλο μέρος του πληθυσμού.
- Ανεργία
& Οικονομικά προβλήματα. Η έλλειψη σταθερής επαγγελματικής απασχόλησης,
όπως και γενικότερα τα οικονομικά προβλήματα είναι υπεύθυνα για τη δημιουργία άγχους
και εσωτερικής έντασης στα άτομα, με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι πιθανότητες
κάποιου βίαιου ξεσπάσματος ή της καταφυγής σε αναποτελεσματικές συμπεριφορές,
όπως είναι η συστηματική κατανάλωση αλκοόλ ή και ναρκωτικών ουσιών, ως τρόπος
περισπασμού από την ουσία των προβλημάτων∙ επιλογές που ευθύνονται με τη σειρά
τους για την περαιτέρω επιδείνωση της συμπεριφοράς του ατόμου.
Η απώλεια της εργασίας, τα οικονομικά
χρέη και εν γένει οι οικονομικές δυσκολίες βρίσκονται συχνά πίσω από
περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, καθώς οι δυσχέρειες στην αντιμετώπιση των
οικονομικών υποχρεώσεων προκαλούν ιδιαίτερη ένταση στις σχέσεις των μελών μιας
οικογένειας.
- Κοινωνικές
ανισότητες. Στο πλαίσιο της σύγχρονης κοινωνίας οι ανισότητες μεταξύ των
πλουσίων και των οικονομικά ασθενέστερων καθίστανται ιδιαιτέρως αισθητές, ιδίως
λόγω της συνεχούς προβολής από τα ΜΜΕ εικόνων πολυτελούς και σπάταλης διαβίωσης
από τη μεριά των εχόντων, γεγονός που προκαλεί αγανάκτηση και θυμό στα άτομα
που με δυσκολία διασφαλίζουν τα εντελώς αναγκαία για την επιβίωσή τους. Η
επίγνωση πως ορισμένοι άνθρωποι απολαμβάνουν μια υπέρμετρα προνομιακή διαβίωση,
τη στιγμή ακριβώς που άλλοι λιμοκτονούν, οδηγεί συχνά σε κοινωνικές ταραχές και
εκρήξεις βίας.
- Φανατισμός.
Η επικράτηση κάθε πιθανής έκφανσης του φανατισμού (ιδεολογικού, θρησκευτικού,
εθνικιστικού κ.ά.) υπονομεύει τη δυνατότητα αρμονικής κοινωνικής, αλλά και
διακρατικής συνύπαρξης και συνεργασίας, καθώς οδηγεί τα άτομα ή τις ομάδες που
κινούνται υπό το πνεύμα μισαλλόδοξων αντιλήψεων σε ακραίες πράξεις βίας ή έστω
σε επίμονη άρνηση ουσιαστικής επικοινωνίας. Ο φανατισμός, άλλωστε, ακόμη κι αν
δεν οδηγήσει άμεσα σε βιαιότητες, υποσκάπτει εντούτοις τα θεμέλια της κοινωνικής
συνοχής, με αποτέλεσμα να προετοιμάζει το έδαφος για μελλοντικές εντάσεις και
ακρότητες.
- Συνεχής
προβολή της βίας. Τα ΜΜΕ τόσο στο πλαίσιο των ενημερωτικών τους εκπομπών,
όσο και στις τηλεοπτικές τους παραγωγές, δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην παρουσίαση
σκηνών και επεισοδίων βίας, καθώς θεωρούν πως λειτουργούν ως δέλεαρ για τους
τηλεθεατές. Άποψη που ενισχύεται από την παράλληλη κυριαρχία της βίας τόσο στις
κινηματογραφικές παραγωγές, όσο και στα διάφορα ηλεκτρονικά και διαδικτυακά
παιχνίδια. Η βία προσελκύει το ενδιαφέρον των ανθρώπων, ιδίως νεαρής ηλικίας,
γι’ αυτό και παρατηρείται η διαρκής προβολή και αξιοποίησή της. Άμεσο
αποτέλεσμα αυτής της τακτικής είναι η έκθεση των ατόμων, από την παιδική τους
ήδη ηλικία, σε πλήθος τέτοιων ακραίων συμπεριφορών, και κατ’ επέκταση η
δημιουργία της λανθασμένης εντύπωσης πως η βία είναι αναπόσπαστο στοιχείο της
ανθρώπινης συμπεριφοράς. Οι νέοι καταλήγουν, έτσι, είτε να μιμούνται τις βίαιες
συμπεριφορές που παρακολουθούν στους τηλεοπτικούς τους δέκτες, είτε να
αντιμετωπίζουν με ανοχή ανάλογα περιστατικά στην καθημερινή τους ζωή, θεωρώντας,
ίσως, πως η βία συνιστά μια αποδεκτή μορφή εκτόνωσης του θυμού.
- Υπονόμευση
των ηθικών αξιών. Το υλιστικό πρότυπο της σύγχρονης εποχής, που παρουσιάζει
τη με κάθε πιθανό τρόπο επίτευξη της οικονομικής επιτυχίας ως βασικό στόχο στη
ζωή των ατόμων, έχει επιφέρει σημαντικό κλονισμό στις διαπροσωπικές σχέσεις. Οι
άνθρωποι ενδιαφέρονται πλέον μόνο για το οικονομικό τους συμφέρον και
αντιμετωπίζουν χρησιμοθηρικά τις σχέσεις τους με τους συνανθρώπους τους.
Αποδέχονται και δείχνουν σεβασμό μόνο σ’ εκείνους που διαθέτουν κοινωνική και
οικονομική ισχύ, ενώ αντιμετωπίζουν με περιφρόνηση εκείνους που δεν διαθέτουν
ικανή οικονομική επιφάνεια. Επιπλέον, προκειμένου να επιτύχουν γρηγορότερα τον
επιδιωκόμενο πλουτισμό δεν διστάζουν να καταφύγουν σε αθέμιτα μέσα, συχνά
εγκληματικής υφής, όπως είναι οι απάτες, η συστηματική εκμετάλλευση των άλλων
και η με αναξιοκρατικά μέσα προώθηση των δικών τους συμφερόντων.
- Καταναλωτισμός
και απουσία φιλεργατικής διάθεσης. Οι άνθρωποι παρασυρμένοι από τη δίνη του
καταναλωτικού πνεύματος και της κυρίαρχης τάσης για επίδειξη στους άλλους ενός
άνετου και γεμάτου διασκεδάσεις τρόπου ζωής, αδυνατούν να ιεραρχήσουν σωστά τις
πραγματικές αξίες της ζωής. Αδιαφορούν κατά συνέπεια για την προσωπική τους
πνευματική και ηθική καλλιέργεια και αναζητούν γρήγορους και μη κοπιώδεις
τρόπους εξοικονόμησης χρημάτων, μιας και κατά τρόπο παράδοξο στη σύγχρονη
κοινωνία η εργατικότητα αντιμετωπίζεται με περιφρόνηση. Αρκετοί άνθρωποι, έτσι,
καταφεύγουν τελικά σε εγκληματικές ή παράνομες πράξεις, εφόσον σύντομα
διαπιστώνουν πως δεν υπάρχουν «εύκολοι» τρόποι για τη διασφάλιση χρημάτων, πέρα
από τη συστηματική και συνεπή εργατικότητα.
- Άγχος
και έντονοι ρυθμοί ζωής. Οι πολλαπλές επαγγελματικές υποχρεώσεις και οι
εξοντωτικοί ρυθμοί εργασίας που επιβάλλονται στους ανθρώπους της εποχής μας,
αυξάνουν θεαματικά τα επίπεδα άγχους που βιώνουν, με αποτέλεσμα να τους
προκαλούνται συναισθήματα αγανάκτησης και έντασης. Η απουσία ψυχραιμίας και η
γοργή κλιμάκωση των ξεσπασμάτων οργής συνιστούν απόρροια ακριβώς της διαρκούς
αυτής πίεσης που βιώνουν οι άνθρωποι στην εποχή μας.
- Υπονόμευση
της αξίας του άλλου ανθρώπου. Ο ρατσισμός, η απουσία ισχυρών ανθρωπιστικών
ερεισμάτων, η ανασφάλεια για το μέλλον, η αποξένωση που χαρακτηρίζει τις
διαπροσωπικές σχέσεις στα μεγάλα αστικά κέντρα, ο φθόνος για την υποτιθέμενα
πιο προνομιακή ζωή των άλλων, η αίσθηση πως το άτομο δεν έχει πραγματικό έλεγχο
στην πορεία της ίδιας του της ζωής, δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα
καταπιεσμένης αγανάκτησης, που συχνά το μόνο που αναζητά για να ξεσπάσει είναι
μια ελάχιστη αφορμή κι έναν εύκολο και αδύναμο στόχο.
- Ελλιπής
παιδεία. Η καταφυγή του ατόμου στη βία και τον εκφοβισμό συχνά πηγάζει από
την αδυναμία του να διαχειριστεί με πιο αποτελεσματικούς τρόπους τις εντάσεις
που βιώνει και τις αντιπαραθέσεις του με τους ανθρώπους του περιβάλλοντός του. Αν
το άτομο δεν έχει καλλιεργηθεί επαρκώς, ώστε αφενός να έχει υιοθετήσει τα κελεύσματα
του ανθρωπισμού για πλήρη σεβασμό του άλλου ανθρώπου κι αφετέρου προκειμένου να
έχει αφομοιώσει την αποτελεσματική ισχύ του διαλόγου στην επίλυση των
διαπροσωπικών διαφορών, θεωρεί τα βίαια ξεσπάσματα ως μόνη επιλογή.
Συνέπειες
του φαινομένου σε ατομικό επίπεδο
Το άτομο που καταφεύγει σε βίαιες και
εγκληματικές πράξεις -είτε εξωθήθηκε σ’ αυτές από εξωγενείς παράγοντες, όπως
είναι η ανεργία, είτε προχώρησε σ’ αυτές διότι δεν έχει επαρκείς ηθικές και
πνευματικές αντιστάσεις-, βρίσκεται σύντομα αντιμέτωπο με τη συνειδητοποίηση
πως έχει χάσει την ανθρωπιά του∙ αδυνατεί να αναγνωρίσει τον ίδιο του τον εαυτό
και συχνά, αδύναμο να διαχειριστεί τα αρνητικά του συναισθήματα, παρασύρεται σε
μια οδυνηρή κλιμάκωση της εγκληματικής αυτής συμπεριφοράς.
Αξίζει, μάλιστα, να ληφθεί υπόψη πως
ενώ σε πολλές περιπτώσεις το άτομο καταφεύγει σε εγκληματικές ενέργειες επειδή
δεν έχει τη δυνατότητα να διασφαλίσει μέσω μιας νόμιμης εργασίας τους
αναγκαίους οικονομικούς πόρους, αντί να αντιμετωπιστεί από την πολιτεία και τα
μέλη της κοινωνίας ως θύμα μιας δυσχερούς οικονομικής πραγματικότητας,
στιγματίζεται και τιμωρείται ως βίαιος ή ανήθικος θύτης. Κατ’ αυτό τον τρόπο,
όμως, η πολιτεία μοιάζει να αποποιείται τις ευθύνες που της αναλογούν, εφόσον
είναι η δική της αναποτελεσματικότητα που έχει οδηγήσει πλήθος ανθρώπων στην
οικονομική ανέχεια και, άρα, πολύ πλησιέστερα στη διάπραξη κάποιου αδικήματος.
Συνέπειες
του φαινομένου σε κοινωνικό επίπεδο
- Επικράτηση
ανασφάλειας και φόβου. Οι πολίτες μιας κοινωνίας που γνωρίζει έξαρση της
εγκληματικότητας αδυνατούν να αισθανθούν ασφαλείς και γίνονται πολλαπλά
επιφυλακτικοί απέναντι στους συνανθρώπους τους. Επέρχεται, έτσι, διάρρηξη της κοινωνικής
συνοχής και κατ’ επέκταση καθίσταται λιγότερο αποτελεσματική η όποια προσπάθεια
αντιμετώπισης των γενεσιουργών αιτιών του φαινομένου. Ο φόβος, η καχυποψία κι η
αγανάκτηση παίρνουν τη θέση θετικότερων συναισθημάτων, όπως είναι η διάθεση
αλληλεγγύης και κατανόησης.
- Ευτελισμός
της ανθρώπινης ζωής και των ηθικών αξιών. Οι ακραίες εγκληματικές
ενέργειες, που με τη σειρά τους εξωθούν την πολιτεία στην υιοθέτηση
αυστηρότατων ποινών, οδηγούν σε δραστική υπονόμευση των ανθρωπιστικών ιδανικών,
εφόσον δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος βίας. Η πολιτεία απαντά με σκληρές ή
και απάνθρωπες κυρώσεις στα βίαια εγκλήματα, επιχειρώντας -συνήθως αναποτελεσματικά-
να κατασιγάσει τη βία με βία.
Τρόποι
αντιμετώπισης του φαινομένου
- Μείωση
της ανεργίας και οικονομικές παροχές στις ευάλωτες ομάδες. Εφόσον τα
οικονομικά προβλήματα και η απουσία απασχόλησης συνιστούν βασικά αίτια
πρόκλησης εντάσεων και εξώθησης σε εγκληματικές πράξεις, η διασφάλιση ενός
υγιέστερου οικονομικού κλίματος αποτελεί καίριο ζητούμενο. Η πολιτεία οφείλει
να στρέψει την προσοχή της στην εύρεση αποτελεσματικών τρόπων για τη μείωση της
ανεργίας, καθώς και στην ουσιαστική ενίσχυση των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων. Οι
πολίτες που έχουν ευκαιρίες εργασιακής απασχόλησης και δεν βιώνουν διαρκή ανασφάλεια,
είναι λιγότερο πιθανό να στραφούν στην εγκληματική δράση.
- Έμφαση
στις αξίες του ανθρωπισμού από τους φορείς αγωγής. Το σχολείο, τα ΜΜΕ και η
οικογένεια, οφείλουν να αναδεικνύουν με κάθε δυνατό τρόπο το αδιαπραγμάτευτο
των ανθρωπιστικών αξιών, καθώς και να δίνουν διαρκή παραδείγματα της
δυνατότητας του διαλόγου να οδηγεί στην επίλυση διενέξεων και διαφωνιών. Οι
νέοι θα πρέπει να κατανοούν εγκαίρως πως ο σεβασμός στην αξιοπρέπεια και στην
προσωπικότητα του άλλου ανθρώπου είναι απολύτως αναγκαία προϋπόθεση για την
επίτευξη της αρμονικής κοινωνικής συνύπαρξης.
- Καταπολέμηση
κοινωνικών παθογενειών, όπως είναι η διάδοση των ναρκωτικών. Φαινόμενα
εθισμού στα ναρκωτικά, στο αλκοόλ και στα τυχερά παιχνίδια που φανερώνουν τη
συνεχιζόμενη απογοήτευση των ανθρώπων από την κοινωνική και προσωπική τούς πραγματικότητα,
συνιστούν ουσιώδη «σήματα κινδύνου», τα οποία η πολιτεία δεν πρέπει να υποτιμά
ή να παραγνωρίζει. Τέτοιου είδους εξαρτήσεις συνδέονται σε πολλές περιπτώσεις
με τη διολίσθηση του ατόμου σε αναποτελεσματικές ή και εγκληματικές
συμπεριφορές, κάτι που σημαίνει πως η έγκαιρη αντιμετώπισή τους είναι κρίσιμης
σημασίας.
- Διασφάλιση
δημιουργικών τρόπων εκτόνωσης και έκφρασης για τους νέους. Η ύπαρξη χώρων
άθλησης, καθώς και καλλιτεχνικής έκφρασης, που θα προσφέρουν στους νέους τη
δυνατότητα να εκτονώνουν κατά τρόπο ωφέλιμο και δημιουργικό την ενεργητικότητά
τους αποτελεί αποτελεσματικό αντίβαρο προφύλαξης από τις επιζήμιες
εναλλακτικές. Η πολιτεία οφείλει να παρέχει κίνητρα στους νέους για να
στρέφονται στην άθληση και στην τέχνη, μέσα από την τακτική οργάνωση αντίστοιχων
τουρνουά ή διαγωνισμών και την προσφορά επιβραβεύσεων.
- Εξανθρωπισμός
του ποινικού συστήματος. Τόσο οι ποινές που επιβάλλονται στα άτομα που
έχουν διαπράξει κάποιο παράπτωμα ή και έγκλημα, όσο και οι συνθήκες κράτησης,
θα πρέπει να αποβλέπουν πάντοτε στη θετική αναμόρφωση των παραβατών και όχι
στην ψυχική και ηθική εξαθλίωσή τους. Οι υπερβολικά αυστηρές ποινές, όπως και η
ανυπαρξία ανθρώπινων υποδομών κράτησης, έχουν εντέλει αντίθετα από τα ζητούμενα
αποτελέσματα, εφόσον συντελούν στην περαιτέρω επιδείνωση της συμπεριφοράς των
κρατουμένων.
- Έγκαιρη
παροχή θετικών προτύπων στους νέους. Τη θέση του καταιγισμού σκηνών βίας
και εγκληματικής δράσης που προβάλλονται μέσω της τηλεόρασης και του κινηματογράφου,
θα πρέπει να λάβει η παρουσίαση υγιών προτύπων συμπεριφοράς, προκειμένου να
υπάρξει μια διαφοροποίηση στις συμπεριφορές που μιμούνται και ηρωοποιούν τα
παιδιά και οι έφηβοι. Η βία δεν μπορεί να εκλαμβάνεται ως αποδεκτός τρόπος
αντίδρασης, κι η σύννομη εργατικότητα δεν μπορεί να γίνεται αντιληπτή ως
αφέλεια.