Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «συμμετέχω» | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «συμμετέχω»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Flo Karp

 
Νέα ελληνικά: Αναλυτική κλίση ρήματος «συμμετέχω»
 
Ενεστώτας
Οριστική
συμμετέχω, συμμετέχεις, συμμετέχει, συμμετέχουμε, συμμετέχετε, συμμετέχουν (ή συμμετέχουνε)
Υποτακτική
να συμμετέχω, να συμμετέχεις, να συμμετέχει, να συμμετέχουμε, να συμμετέχετε, να συμμετέχουν (ή να συμμετέχουνε)
Προστακτική
β΄ ενικό: συμμέτεχε – β΄ πληθυντικό: συμμετέχετε
Μετοχή
συμμετέχοντας (& συμμετέχων, συμμετέχουσα, συμμετέχον)
 
Παρατατικός
Οριστική
συμμετείχα, συμμετείχες, συμμετείχε, συμμετείχαμε, συμμετείχατε, συμμετείχαν ή συμμετείχανε
 
Αόριστος
Οριστική
συμμετείχα, συμμετείχες, συμμετείχε, συμμετείχαμε, συμμετείχατε, συμμετείχαν ή συμμετείχανε
Υποτακτική
να συμμετάσχω, να συμμετάσχεις, να συμμετάσχει, να συμμετάσχουμε, να συμμετάσχετε, να συμμετάσχουν ή να συμμετάσχουνε
Προστακτική
β΄ πληθυντικό: συμμετάσχετε    
 
Εξακολουθητικός Μέλλοντας
Οριστική
θα συμμετέχω, θα συμμετέχεις, θα συμμετέχει, θα συμμετέχουμε, θα συμμετέχετε, θα συμμετέχουν (ή θα συμμετέχουνε)
 
Συνοπτικός Μέλλοντας
Οριστική
θα συμμετάσχω, θα συμμετάσχεις, θα συμμετάσχει, θα συμμετάσχουμε, θα συμμετάσχετε, θα συμμετάσχουν ή θα συμμετάσχουνε
 
Συντελεσμένος Μέλλοντας
Οριστική
θα έχω συμμετάσχει, θα έχεις συμμετάσχει, θα έχει συμμετάσχει, θα έχουμε συμμετάσχει, θα έχετε συμμετάσχει, θα έχουν(ε) συμμετάσχει
 
Παρακείμενος
Οριστική
έχω συμμετάσχει, έχεις συμμετάσχει, έχει συμμετάσχει, έχουμε συμμετάσχει, έχετε συμμετάσχει, έχουν(ε) συμμετάσχει
Υποτακτική
να έχω συμμετάσχει, να έχεις συμμετάσχει, να έχει συμμετάσχει, να έχουμε συμμετάσχει, να έχετε συμμετάσχει, να έχουν(ε) συμμετάσχει
 
Υπερσυντέλικος
Οριστική
είχα συμμετάσχει, είχες συμμετάσχει, είχε συμμετάσχει, είχαμε συμμετάσχει, είχατε συμμετάσχει, είχαν(ε) συμμετάσχει
 
Σημείωση: θα / να συμμετέχω – θα / να συμμετάσχω. Όλο και περισσότεροι ομιλητές της Ελληνικής αμελούν στον προφορικό τους λόγο τη διάκριση μεταξύ των «θα / να συμμετέχω» και «θα / να συμμετάσχω», προτιμώντας το συμμετέχω και στις δύο περιπτώσεις· λένε π.χ. σωστά: Καλό είναι οι μαθητές να συμμετέχουν ενεργά στις δραστηριότητες που έχει προγραμματίσει για φέτος το σχολείο, αλλά και λανθασμένα: Οι μαθητές θα συμμετέχουν (αντί: συμμετάσχουν) ενεργά στην εκπαιδευτική δραστηριότητα της επόμενης εβδομάδας.
Ωστόσο, το θα / να συμμετέχω δηλώνει διάρκεια ή επανάληψη, ότι κάποιος θα λαμβάνει μέρος σε κάτι τακτικά, συχνά, γενικά ή χωρίς καθορισμένο χρόνο στο μέλλον, ενώ το να / θα συμμετάσχω δηλώνει κάτι συνοπτικό, ασχέτως διάρκειας, με έμφαση στο γεγονός παρά στον χρόνο. Συνεπώς, σωστό είναι να πούμε: Αποφάσισα να συμμετάσχω στον διαγωνισμό (όχι να συμμετέχω, αφού ο διαγωνισμός θα διεξαχθεί συγκεκριμένη ημέρα και ώρα) – Πολλοί τραγουδιστές θα συμμετάσχουν στην αντιπολεμική συναυλία της ερχόμενης εβδομάδας – Θέλει να συμμετέχει στις εκδηλώσεις του σωματείου (γενικά, όποτε διοργανώνονται) – Μου αρέσει να συμμετέχω στους κοινωνικούς αγώνες (γενικά, όποτε γίνονται) κ.λπ.
Αντιστοίχως, ο παρακείμενος, ο υπερσυντέλικος και ο συντελεσμένος μέλλοντας σχηματίζονται με το συμμετάσχει: έχω / είχα / θα έχω συμμετάσχει (είναι λάθος το έχω *συμμετέχει).
Η διάκριση των δύο τύπων έχει καταστεί προβληματική, επειδή στο κλιτικό σύστημα της Νεοελληνικής το –σχω του ρήματος έχω συνιστά απόκλιση (είναι ανώμαλο ρήμα), κάτι που επηρεάζει τα σύνθετα μετέχω (μετάσχω), συμμετέχω (συμμετάσχω), κατέχω (κατάσχω). Επίσης, ο μορφολογικός σχηματισμός σε –σχω αποτελεί στοιχείο της λόγιας γλώσσας.
 
Πηγή σημειώσεων: Γ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό των δυσκολιών και των λαθών στη χρήση της ελληνικής, Κέντρο Λεξικολογίας.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...