Θουκυδίδη, Επιτάφιος Περικλή, Κεφάλαιο 35
KEIMENO
[Θουκυδίδη Ιστορία, Β΄ 35-46]
35. «Οἱ μὲν πολλοὶ τῶν ἐνθάδε ἤδη εἰρηκότων ἐπαινοῦσι τὸν προσθέντα τῷ νόμῳ τὸν λόγον τόνδε, ὡς καλὸν ἐπὶ τοῖς ἐκ τῶν πολέμων θαπτομένοις ἀγορεύεσθαι αὐτόν. ἐμοὶ δὲ ἀρκοῦν ἂν ἐδόκει εἶναι ἀνδρῶν ἀγαθῶν ἔργῳ γενομένων ἔργῳ καὶ δηλοῦσθαι τὰς τιμάς, οἷα καὶ νῦν περὶ τὸν τάφον τόνδε δημοσίᾳ παρασκευασθέντα ὁρᾶτε, καὶ μὴ ἐν ἑνὶ ἀνδρὶ πολλῶν ἀρετὰς κινδυνεύεσθαι εὖ τε καὶ χεῖρον εἰπόντι πιστευθῆναι. χαλεπὸν γὰρ τὸ μετρίως εἰπεῖν ἐν ᾧ μόλις καὶ ἡ δόκησις τῆς ἀληθείας βεβαιοῦται. ὅ τε γὰρ ξυνειδὼς καὶ εὔνους ἀκροατὴς τάχ’ ἄν τι ἐνδεεστέρως πρὸς ἃ βούλεταί τε καὶ ἐπίσταται νομίσειε δηλοῦσθαι, ὅ τε ἄπειρος ἔστιν ἃ καὶ πλεονάζεσθαι, διὰ φθόνον, εἴ τι ὑπὲρ τὴν αὑτοῦ φύσιν ἀκούοι. μέχρι γὰρ τοῦδε ἀνεκτοὶ οἱ ἔπαινοί εἰσι περὶ ἑτέρων λεγόμενοι, ἐς ὅσον ἂν καὶ αὐτὸς ἕκαστος οἴηται ἱκανὸς εἶναι δρᾶσαί τι ὧν ἤκουσεν· τῷ δὲ ὑπερβάλλοντι αὐτῶν φθονοῦντες ἤδη καὶ ἀπιστοῦσιν. ἐπειδὴ δὲ τοῖς πάλαι οὕτως ἐδοκιμάσθη ταῦτα καλῶς ἔχειν, χρὴ καὶ ἐμὲ ἑπόμενον τῷ νόμῳ πειρᾶσθαι ὑμῶν τῆς ἑκάστου βουλήσεώς τε καὶ δόξης τυχεῖν ὡς ἐπὶ πλεῖστον».
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
[Ν. Σκουτερόπουλου]
35. «Οι περισσότεροι απ’ όσους έχουν μιλήσει ως τώρα απ’ αυτό το βήμα επαινούν τον νομοθέτη που συμπλήρωσε τη συνηθισμένη τελετή μ’ αυτό τον λόγο, με τη σκέψη ότι είναι ωραίο να εκφωνείται πάνω στον τάφο των νεκρών του πολέμου. Εγώ όμως θα ήμουν της γνώμης πως είναι αρκετό, για άντρες που αποδείχτηκαν γενναίοι με έργα, με έργα να τους αποδίδονται τιμές, σαν κι αυτές που βλέπετε να συνοδεύουν αυτή την ταφή, κι όχι να κρέμεται η αναγνώριση του ηρωισμού πολλών από έναν άντρα, που ο λόγος του μπορεί να είναι ωραίος, μπορεί και κατώτερος. Γιατί είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς μ’ επιτυχία, εκεί που με κόπο εξασφαλίζεται η εντύπωση ότι λέει την αλήθεια. Κι αυτό, γιατί ο ακροατής που ξέρει καλά τα γεγονότα και τ’ ακούει μ’ ευνοϊκή διάθεση, ίσως θα σχημάτιζε τη γνώμη ότι τα λεγόμενα είναι κάπως κατώτερα, σε σύγκριση μ’ αυτά που και θέλει ν’ ακούει και τα ξέρει καλά· όμως, αυτός που δεν τα γνώρισε, θα σχημάτιζε τη γνώμη πως πρόκειται για υπερβολές, επειδή νιώθει φθόνο, αν τυχόν ακούσει κάτι που ξεπερνά τη δική του δύναμη. Γιατί μόνο ως εκείνο το σημείο ανέχεται ο άνθρωπος ν’ ακούει επαίνους που λέγονται για άλλους, ως εκεί που κι ο καθείς πιστεύει ότι είναι ικανός να κατορθώσει κάτι απ’ όσα άκουσε· όμως, για καθετί που ξεπερνά τη δύναμη του, κυριεύεται απ’ την πρώτη στιγμή από φθόνο, κι έτσι δεν δίνει πίστη. Αλλά, επειδή οι παλιότεροι δοκίμασαν στην πράξη το έθιμο κι έκριναν ότι έχει καλώς, έχω κι εγώ την υποχρέωση να συμμορφωθώ με τον νόμο και ν’ ανταποκριθώ όσο γίνεται πιο πολύ στην επιθυμία και τις πεποιθήσεις του καθενός σας.
Ερµηνευτικές ερωτήσεις
1. Γιατί ο Περικλής διατυπώνει την αντίθεσή του προς τους καθιερωµένους επιταφίους λόγους σε παρόµοιες τελετές;
Ο Περικλής θεωρεί πως ο επιτάφιος λόγος είναι περιττός, αφού όταν πρόκειται να τιμηθούν άνδρες που έχουν αποδείξει τη γενναιότητά τους με έργα, τότε θα ήταν προτιμότερο οι οφειλόμενες τιμές να αποδίδονται με έργα και όχι με λόγια. Η έμπρακτη απόδοση τιμής είναι πιο αποτελεσματική και βέβαιη, σε αντίθεση με την εκφώνηση ενός τιμητικού λόγου μέσω του οποίου ένας ρήτορας καλείται να μιλήσει επάξια για τα ανδραγαθήματα πολλών, με τον κίνδυνο να αδικήσει τους νεκρούς, αν δεν κατορθώσει να αποδώσει με επάρκεια το εύρος της γενναιότητας και της θυσίας τους.
Επιπροσθέτως, ένας επιτάφιος λόγος κρίνεται ταυτόχρονα από διαφορετικούς ακροατές. Υπάρχουν από τη μία εκείνοι οι ακροατές που γνωρίζουν τα γεγονότα, διότι ήταν πιθανώς συμπολεμιστές των νεκρών, και οι οποίοι επιθυμούν να ακούσουν ιδιαιτέρως τιμητικά λόγια και ενδέχεται να απογοητευτούν αν ακούσουν κάτι υποδεέστερο. Υπάρχουν από την άλλη κι εκείνοι οι ακροατές που δεν έχουν γνώση των γεγονότων και οι οποίοι ενδέχεται να θεωρήσουν -από φθόνο- υπερβολικά τα όσα θα ειπωθούν. Κατ’ αυτό τον τρόπο ο ρήτορας καλείται να επιτύχει μια πολύ δύσκολη ισορροπία, εφόσον ο λόγος του δε θα πρέπει μήτε να απογοητεύσει εκείνους που αναμένουν έναν αντάξιο έπαινο των νεκρών, μήτε να προκαλέσει τον φθόνο εκείνων που θα ακούν με δυσπιστία τα ανδραγαθήματά τους.
2. Γιατί ο Περικλής εκφράζει το δισταγµό του για την αξία του λόγου;
Ο Περικλής στην προσπάθειά του να κερδίσει την επιείκεια των ακροατών του επισημαίνει πως είναι δύσκολο να αποδώσει κανείς με λόγια τον ηρωισμό και τα ανδραγαθήματα των αγωνιστών. Ο δισταγμός του, υπ’ αυτή την έννοια, δε σχετίζεται τόσο με την αξία του λόγου όσο με τη δυνατότητα του ενός ομιλητή να επαινέσει με επάρκεια τον ηρωισμό πολλών ανδρών. Πρόκειται, μάλιστα, για ένα εγχείρημα που καθίσταται ακόμη δυσκολότερο, αν ληφθεί υπόψη η ανομοιογένεια του ακροατηρίου, δοθέντος πως πλάι σε εκείνους που γνωρίζουν τα γεγονότα και αναμένουν να ακούσουν έναν αντάξιο των νεκρών έπαινο, υπάρχουν κι εκείνοι που δεν έχουν άμεση γνώση των γεγονότων και είναι πιθανό να θεωρήσουν υπερβολικά τα όσα λέγονται για τους νεκρούς, εξαιτίας του φθόνου που θα αισθανθούν. Ο ομιλητής, άρα, έρχεται αντιμέτωπος με το ενδεχόμενο αφενός να απογοητεύσει μέρος των ακροατών του, καθώς ο λόγος του θα φανεί υποδεέστερος της γενναιότητας των νεκρών, και αφετέρου να προκαλέσει τη δυσπιστία των υπόλοιπων ακροατών του, καθώς τα όσα πει θα εκληφθούν ως υπερβολές.
Ο συλλογισμός του Περικλή, επομένως, αποσκοπεί στην «captatio benevolentiae», στην ευμένεια, δηλαδή, των ακροατών του, και δε συνιστά πραγματική αμφισβήτηση της αξίας του λόγου.
3. Η αντίθεση του ρήτορα προς τους πολλούς θα µπορούσε να εκληφθεί ως υπεροπτική συµπεριφορά. Με ποιο τρόπο ο Περικλής το αποφεύγει;
Ο Περικλής από την αρχή κιόλας του λόγου του δήλωσε την αντίθεσή του προς τους πολλούς. Ασφαλώς αυτή του η δήλωση θα μπορούσε να εκληφθεί ως εγωιστική τοποθέτηση και γι’ αυτό θα χρησιμοποιήσει στη συνέχεια τη φράση «ἀρκοῦν ἄν ἐδόκει εἶναι» της οποίας το περιεχόμενο αμβλύνει το περιεχόμενο των φράσεων «οἱ μέν πολλοί ...», «ἐμοί δέ...» και υποδηλώνει μετριοφροσύνη.
Βλ. Ι. Θ. Κακριδής, Ερμηνευτικά σχόλια στον Επιτάφιο του Θουκυδίδη, Αθήνα, 61988, σ. 3. και Ι. Αχ. Μπάρμπα, Θουκυδίδη Περικλέους Επιτάφιος, εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1996, σ. 107.
4. «ἀνδρῶν ἀγαθῶν ἔργῳ γενοµένων ἔργῳ καί δηλοῦσθαι τάς τιµάς»: Με ποια σηµασία χρησιµοποιεί ο Θουκυδίδης τη λέξη «ἀγαθός»;
Η λέξη ἀγαθός λαμβάνει στο πλαίσιο του κειμένου πρωτίστως τη σημασία του γενναίου, εφόσον αναφέρεται σε άτομα που έλαβαν μέρος σε πολεμικές δραστηριότητες προς όφελος της πόλης τους. Πρόκειται, μάλιστα, για πολίτες που πολέμησαν με θάρρος, παρά το γεγονός πως γνώριζαν εκ των προτέρων τον υψηλό κίνδυνο που αντιμετώπιζαν, όπως θα δηλωθεί στο Κεφάλαιο 40. Παραλλήλως, όμως, εφόσον πρόκειται για πολίτες της δημοκρατικής Αθήνας, η λέξη εμπεριέχει και τη σημασία του ενάρετου και καλού πολίτη, εκείνου, δηλαδή, που διαπνέεται από τέτοιας έντασης αφοσίωσης για την πατρίδα του, ώστε δε διστάζει να θυσιαστεί για χάρη της.
5. Ποιες δυσκολίες επισηµαίνει ο ρήτορας για ένα επιτυχηµένο λόγο;
Ο Περικλής επισημαίνει πως είναι δύσκολο να συντεθεί ένας επιτυχημένος επιτάφιος λόγος, εφόσον ο έπαινος των νεκρών θα παρουσιαστεί απέναντι σε δύο κατηγορίες ακροατών που έχουν διαφορετικές μεταξύ τους προσδοκίες. Εκείνοι που γνωρίζουν τα γεγονότα έχουν ευνοϊκή διάθεση απέναντι στους νεκρούς και αναμένουν να ακούσουν έναν έπαινο αντάξιο των ανδραγαθημάτων τους, οπότε είναι πιθανό να απογοητευτούν, αν ο ρήτορας δεν κατορθώσει να αποδώσει με τα λόγια του το πόσο σημαντική υπήρξε η θυσία των τιμώμενων νεκρών. Εκείνοι, ωστόσο, που δεν γνωρίζουν τα γεγονότα και δεν αντιλαμβάνονται τη γενναιότητα των τιμωμένων, ενδέχεται να δυσανασχετήσουν με τα όσα ακούν λόγω του φθόνου που θα αισθανθούν. Οι άνθρωποι, άλλωστε, τείνουν να αποδέχονται τον έπαινο για τους άλλους μόνο μέχρι το σημείο που αισθάνονται πως είναι κι εκείνοι ικανοί να πετύχουν κάτι ανάλογο. Αν όμως τα όσα ειπωθούν ξεπερνούν τις δικές τους δυνατότητες, τότε αισθάνονται φθόνο και αρνούνται να πιστέψουν τα όσα ακούν.
Ως εκ τούτου ο ρήτορας είναι αναγκασμένος να ισορροπήσει το λόγο του κατά τέτοιο τρόπο ώστε από τη μία να ικανοποιήσει εκείνους που προσδοκούν να ακούσουν λόγια αντάξια της γενναιότητας των νεκρών και από την άλλη να μην προκαλέσει τον φθόνο εκείνων που αγνοούν τα ανδραγαθήματα των νεκρών.
6. Σε ποιες κατηγορίες χωρίζει τους ακροατές του ο Περικλής και από ποιους αποτελείται καθεµιά;
Ο Περικλής διακρίνει τους ακροατές του σε δύο κατηγορίες. Από τη μία πλευρά βρίσκονται οι ακροατές που γνωρίζουν καλά τα γεγονότα και ως εκ τούτου είναι ευνοϊκά διακείμενοι απέναντι στους νεκρούς («ὅ τε γὰρ ξυνειδὼς καὶ εὔνους ἀκροατὴς»), ενώ από την άλλη βρίσκονται οι ακροατές που αγνοούν τα γεγονότα («ὅ τε ἄπειρος») και με δυσκολία θα αποδεχτούν τον έπαινο για τους νεκρούς, αν τα όσα ακούσουν ξεπερνούν τις δικές τους δυνατότητες. Θεωρητικά στην πρώτη κατηγορία ανήκουν τα άτομα που έλαβαν μέρος στις ίδιες μάχες ή με κάποιο τρόπο ενημερώνονταν για την εξέλιξη των γεγονότων, ενώ στη δεύτερη τα άτομα που αφενός δεν πολέμησαν και αφετέρου παρέμειναν ανενημέρωτα για τους αγώνες της πατρίδας τους. Στην πραγματικότητα, όμως, η διάκριση δεν αφορά τόσο τον Περικλή όσο τον ιστορικό Θουκυδίδη, εφόσον εκείνοι που αγνοούν τα γεγονότα δεν είναι οι συγκαιρινοί του Περικλή, αλλά οι μεταγενέστεροι αναγνώστες του ιστορικού έργου, οι οποίοι εύλογα δε θα έχουν άμεση γνώση των όσων συνέβησαν εκείνα τα χρόνια.
Αν ο Περικλής καλείται να μιλήσει με
τρόπο αντάξιο για τους αγωνιστές της εποχής του απέναντι σε πολίτες που
γνωρίζουν καλά τις μάχες της πόλης τους, ο Θουκυδίδης καλείται να καταγράψει με
αντικειμενικότητα τα όσα συνέβησαν, εφόσον απευθύνεται σε ένα μεταγενέστερο
χρονικά κοινό, το οποίο εκ των πραγμάτων θα είναι λιγότερο δεκτικό απέναντι σε
επαίνους που ενδεχομένως θα τους φαίνονται πως ξεπερνούν το μέτρο, εφόσον δε θα
έχουν τη συναισθηματική εμπλοκή των ανθρώπων της εποχής του Περικλή.
7. Ποια στοιχεία χαρακτηρίζουν καθεµιά από τις κατηγορίες των ακροατών;
Οι «ξυνειδότες» που ήταν παρόντες στα γεγονότα και οι «ἄπειροι», η νέα γενιά των Αθηναίων που δεν πήρε μέρος στα γεγονότα. Οι πρώτοι δεν ικανοποιούνται από το «μετρίως εἰπεῖν», αλλά επιθυμούν να παρουσιαστεί η ανδρεία τους με τρόπο που θα εξυψωθούν οι ίδιοι όσο γίνεται περισσότερο. Επομένως παρασύρονται από το συναίσθημα και επιδεικνύουν μεροληπτική στάση. Οι δεύτεροι είναι διατεθειμένοι να αποδεχθούν από τα γεγονότα μόνο εκείνα που ανταποκρίνονται στις δικές τους δυνατότητες, ενώ αμφισβητούν όσα οι ίδιοι δεν μπορούν να κατορθώσουν.
Για το θέμα αυτό βλ. Ι. Θ. Κακριδή, ό.π., σ. 5 και Σωκράτη Γκίκα, Ο Επιτάφιος Θουκυδίδη - Περικλή, εκδ. Σαββάλα, Αθήνα 1993, σ. 33.
8. Για ποιους ακροατές η δυσκολία να πεισθούν είναι µεγαλύτερη και γιατί;
Από τους ακροατές του Περικλή, οι «ξυνειδότες» έχουν άμεση γνώση της πραγματικότητας, αφού και οι ίδιοι πήραν μέρος στις μάχες και είδαν με τα μάτια τους την ανδρεία που επέδειξαν οι προκείμενοι νεκροί στην προσπάθειά τους να αποκρούσουν τον εχθρό. Η επιφύλαξη που διατυπώνει ο Περικλής για το κατά πόσο θα πεισθούν αυτοί συνίσταται στην αδυναμία του λόγου να αποδώσει τα κατορθώματά τους με τρόπο που ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Τα κατορθώματα των νεκρών είναι πολύ μεγάλα και δύσκολα θα καταστεί δυνατόν να υμνηθούν με λόγο. Έτσι ο φόβος του ρήτορα για τον «ξυνειδότα» ακροατή είναι μήπως και αυτός «τάχ’ ἄν τι ἐνδεεστέρως νομίσειε δηλοῦσθαι». Ο φόβος του όμως γίνεται μεγαλύτερος, όταν σκέπτεται ότι απευθύνεται και σε «ἄπειρους» ακροατές. Αυτοί δεν έχουν άμεση επίγνωση των γεγονότων, αφού δεν πήραν μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις και είναι πολύ δύσκολο να πιστέψουν όσα ακούουν. Πολλά τα θεωρούν υπερβολικά (ἔστιν ἅ καί πλεονάζεσθαι). Αλλά η δυσπιστία τους, κατά το ρήτορα, εκπορεύεται από την ίδια τη φύση του ανθρώπου να φθονεί οτιδήποτε ξεπερνά τις δικές του δυνατότητες. Διαπιστώνουμε ότι ο Θουκυδίδης εκφράζει εδώ απόψεις σχετικές με τη συμπεριφορά των ανθρώπων ή μερικών κατηγοριών προσώπων.
Βλ. J. Romilly, Βάστα καρδιά μου – Η ανάπτυξη της ψυχολογίας στα αρχαία ελληνικά γράμματα, εκδ. ΤΟ ΑΣΤΥ, Αθήνα, 1997, σ. 140. Αξιοπρόσεκτες επίσης οι παρατηρήσεις στις ενότητες «Οι ψυχολογικοί νόμοι και οι υπεύθυνες δυνάμεις» και «Οι ψυχολογικές συγκρούσεις και τα μέρη της ψυχής», σσ. 141-163.
9. Τι υποδηλώνει το γεγονός ότι ο Περικλής, παρά τη διαφωνία του µε τη συνήθεια της εκφώνησης του λόγου, τελικά υποχωρεί;
Ο Περικλής στο ξεκίνημα του λόγου του εκφράζει τις δικές του, υποκειμενικές αντιρρήσεις («ἐμοὶ δὲ») σχετικά με τη χρησιμότητα του επιταφίου λόγου. Στο κλείσιμο όμως του κεφαλαίου αναγνωρίζει αφενός πως πρόκειται για μια συνήθεια -για ένα έθιμο- δοκιμασμένο στον χρόνο («τοῖς πάλαι οὕτως ἐδοκιμάσθη ταῦτα καλῶς ἔχειν»), και αφετέρου την υποχρέωση που έχει να συμβαδίσει με αυτό («χρὴ καὶ ἐμὲ ἑπόμενον τῷ νόμῳ»). Ο προσωπικός δισταγμός του Περικλή δεν μπορεί να υποσκελίσει τις προσδοκίες και την επιθυμία των πολλών -βασικό γνώρισμα του δημοκρατικού πολιτεύματος-, γι’ αυτό και ο Περικλής συμμορφώνεται με το έθιμο και δείχνει σεβασμό απέναντι στους ακροατές του.
10. Πώς δικαιολογείται η δυσπιστία του Περικλή για τη χρησιµότητα του Επιταφίου, αφού είναι γνωστό ότι οι Αθηναίοι γοητεύονταν από το ρητορικό λόγο;
Η δυσπιστία του Περικλή για τη χρησιμότητα του Επιταφίου λόγου συνιστά ρητορικό τέχνασμα, το οποίο αποσκοπεί στο να κερδίσει την εύνοια των ακροατών του, μιας και αναλαμβάνει ένα τόσο δύσκολο εγχείρημα, όπως είναι το να τιμήσει με τα λόγια του επάξια τους νεκρούς του πολέμου. Παραλλήλως, βέβαια, η δυσπιστία του Περικλή λειτουργεί ως προϊδεασμός για τις γενικότερες διαφοροποιήσεις του δικού του επιτάφιου λόγου, καθώς όπως θα φανεί στην πορεία ο πολιτικός ενδιαφέρεται περισσότερο να τιμήσει το δημοκρατικό πολίτευμα της Αθήνας παρά τους τιμώμενους νεκρούς. Το γεγονός, άλλωστε, πως ο Περικλής γνωρίζει την εκτίμηση που έχουν οι Αθηναίοι στο ρητορικό λόγο γίνεται αντιληπτό από το πλήθος των επιχειρημάτων που αξιοποιεί και από την αριστοτεχνική δόμηση του λόγου του.
11. Να εντοπίσετε τους αντιθετικούς συλλογισµούς του ρήτορα και να αιτιολογήσετε αυτόν τον τρόπο έκφρασης.
1ος αντιθετικός συλλογισμός: «Οἱ μέν πολλοί - ἐμοί δέ»
Σε αντίθεση με την άποψη των
προηγούμενων ομιλητών πως ο επιτάφιος λόγος συνιστά μια καλή προσθήκη στην
τελετή ενταφιασμού, εφόσον αποτελεί ευκαιρία να επαινεθούν οι νεκροί για τις
πράξεις τους, ο Περικλής θεωρεί πως θα ήταν προτιμότερο εκείνοι που διακρίθηκαν
για τις πράξεις και τα ανδραγαθήματά τους να τιμώνται με πράξεις και όχι με
λόγια. Στις πράξεις προς τιμήν των νεκρών στις οποίες αναφέρεται ο Περικλής
συγκαταλέγονται, μεταξύ άλλων, οι εξής: η διήμερη πρόθεση των νεκρών, οι
προσφορές των συγγενών, η νεκρική πομπή από την αγορά στον Κεραμεικό, ο
δημόσιος ενταφιασμός, η επιγραφή στην επιτύμβια στήλη, και η φροντίδα της πόλης
για τα παιδιά των νεκρών του πολέμου.
Αιτιολόγηση 1ης αντίθεσης: Σε πρώτο επίπεδο η αντίθετη άποψη που εκφράζει ο Περικλής εντάσσεται στη γενικότερη προσπάθειά του να κερδίσει την εύνοια του ακροατηρίου μέσα από την ανάδειξη της δυσκολίας που παρουσιάζει η απόπειρα να τιμηθούν με λόγια οι πολεμιστές που έδωσαν τη ζωή τους για χάρη της κοινής τους πατρίδας. Σε δεύτερο επίπεδο, ωστόσο, ο Περικλής επιλέγει να ξεκινήσει τον λόγο του διαφοροποιούμενος από τους προηγούμενους ομιλητές, προκειμένου να προϊδεάσει τους ακροατές για τη γενικότερη παρέκκλιση της ομιλίας του από το συνηθισμένο περιεχόμενο των επιτάφιων λόγων. Στόχος, άλλωστε, του Θουκυδίδη είναι να επαινεθεί μέσω του λόγου αυτού κυρίως το δημοκρατικό πολίτευμα και όχι τόσο οι νεκροί του πολέμου.
2ος αντιθετικός συλλογισμός: «ἐν ἑνί ἀνδρί - πολλῶν ἀρετάς»
Ο Περικλής δηλώνει πως θεωρεί πιο
κατάλληλη την απόδοση τιμών με έργα, διότι αλλιώς η αναγνώριση του ηρωισμού και
της γενναιότητας των πολλών εξαρτάται από τη ρητορική δεινότητα του ενός.
Αιτιολόγηση 2ης αντίθεσης: Με την επισήμανση πως η αναγνώριση της γενναιότητας των «πολλών» εξαρτάται από την ομιλία του «ενός» ο Περικλής επιχειρεί να τονίσει τη δυσκολία του εγχειρήματος και να διασφαλίσει έτσι την εύνοια του κοινού.
3ος αντιθετικός συλλογισμός: «ὁρᾶτε - ἀκροατής, ἀκούοι, ἤκουσε»
Η αντίθεση μεταξύ εκείνων που είναι
παρόντες στην ομιλία του Περικλή κι έχουν τη δυνατότητα να δουν τις ετοιμασίες
που έχουν γίνει για τον ενταφιασμό των νεκρών, και εκείνων που θα «ακούσουν»
για τα γεγονότα αυτά, χωρίς να τα γνωρίζουν προσωπικά, δεν αφορά τόσο τον
Περικλή όσο τον Θουκυδίδη. Ο ιστορικός καταγράφοντας την ομιλία του Περικλή
έχει υπόψη του πως το έργο του θα συνεχίσει να διαβάζεται από όλες τις επόμενες
γενιές, οπότε αντιλαμβάνεται πως οφείλει να είναι αντικειμενικός κατά την
αποτύπωση των γεγονότων.
Παραλλήλως, η αντίθεση ανάμεσα στην άμεση («ὁρᾶτε») και την έμμεση («ἀκροατής») αντίληψη παραπέμπει και στη διάκριση ανάμεσα σε εκείνους τους ακροατές του λόγου που υπήρξαν συμπολεμιστές με τους νεκρούς, κι εκείνους που δεν συμμετείχαν στις μάχες.
3ος αντιθετικός συλλογισμός: εἰρηκότων, λόγον, ἀγορεύεσθαι - έργῳ γενομένων ἔργῳ καί δηλοῦσθαι
Ο Περικλής επισημαίνει εμφατικά την
αντίθεση ανάμεσα στα λόγια και στα έργα, προκρίνοντας την αξία των έργων ως
καταλληλότερων για την έμπρακτη απόδοση τιμών στους νεκρούς. Παρά το γεγονός
ότι απευθύνεται σε πολίτες μιας δημοκρατικής κοινωνίας που τρέφουν ιδιαίτερη
εκτίμηση για τον λόγο ως φορέα εννοιών, αλλά και ως μέσο έκφρασης
συναισθημάτων, ο Περικλής αξιοποιεί την αντίθεση αυτή στο πλαίσιο της
προσπάθειάς του να κερδίσει την εύνοια των ακροατών του.
4ος αντιθετικός συλλογισμός: ὁ ξυνειδώς καί εὔνους ἀκροατής - ὅ τε ἄπειρος
Η αντίθεση ανάμεσα στους ακροατές του
λόγου που γνωρίζουν καλά τα γεγονότα κι έχουν ευνοϊκή διάθεση απέναντι στους
τιμώμενους νεκρούς και σε εκείνους που δεν τα γνωρίζουν, διότι πιθανώς δεν
συμμετείχαν στις σχετικές μάχες, είναι σαφώς βαθύτερη απ’ όσο παρουσιάζεται.
Στην πραγματικότητα θα ήταν δύσκολο για τους πολίτες της εποχής εκείνης να μην
έχουν γνώση των πολεμικών γεγονότων, έστω κι αν δεν έλαβαν οι ίδιοι μέρος,
εφόσον στο πλαίσιο της τοπικής κοινωνίας όλοι ενημερώνονταν για την εξέλιξη του
πολέμου. Υπ’ αυτή την έννοια σε αυτή την αντίθεση δε διακρίνουμε τόσο την
αγωνία του Περικλή να πείσει με τον λόγο του όσους αγνοούν τα κατορθώματα των
νεκρών όσο τη σκέψη του Θουκυδίδη πως οι περισσότεροι από τους αποδέκτες του
έργου του θα ανήκουν σε μελλοντικές γενιές, γι’ αυτό και εύλογα θα έχουν άγνοια
των γεγονότων αυτών. Ο λόγος του Περικλή απευθύνεται στους συγκαιρινούς του που
σίγουρα γνωρίζουν τα γεγονότα, το ιστορικό έργο όμως του Θουκυδίδη συντίθεται
κυρίως για τις επερχόμενες γενιές.
5ος αντιθετικός συλλογισμός: ἐνδεεστέρως δηλοῦσθαι - πλεονάζεσθαι.
Ο λόγος του Περικλή -και μέσω αυτού το
έργο του Θουκυδίδη- οφείλει να διατηρήσει μια ισορροπία ανάμεσα στην
αντικειμενική αποτύπωση που επιδιώκει ο ιστορικός και στην ανάγκη του πολιτικού
της εποχής να ικανοποιήσει με τον λόγο του τη συναισθηματική αξίωση των
συγχρόνων του για μια δίκαιη και επάξια αναγνώριση της θυσίας των συμπολιτών
τους.
12. Με ποια στοιχεία του κειµένου θα µπορούσαµε να τοποθετήσουµε χρονικά τη συγγραφή του Ἐπιταφίου και να ορίσουµε το πραγµατικό ακροατήριο;
Το γεγονός ότι ο Περικλής αφιερώνει μεγάλο μέρος του προοιμίου αναφερόμενος στο ποιοι είναι οι ακροατές του και εξηγώντας γιατί όσοι δεν γνωρίζουν τα γεγονότα θα φανούν δύσπιστοι λόγω φθόνου («ὅ τε ἄπειρος… διὰ φθόνον, εἴ τι ὑπὲρ τὴν αὑτοῦ φύσιν ἀκούοι») ενισχύει την άποψη πως τα όσα «λέγονται» ανήκουν περισσότερο στον Θουκυδίδη. Το πραγματικό, δηλαδή, ακροατήριο δεν είναι οι σύγχρονοι του Περικλή, αλλά οι αναγνώστες της ιστορίας του Θουκυδίδη, οι οποίοι αφενός δεν θα έχουν άμεση γνώση των γεγονότων της πρώτης χρονιάς του πολέμου και αφετέρου έχοντας γνωρίσει την ήττα της Αθήνας ενδέχεται να φανούν πράγματι δύσπιστοι απέναντι σε όσα επαινετικά σκοπεύει να παραθέσει ο ρήτορας σχετικά με το μεγαλείο της δημοκρατικής Αθήνας. Η αγωνία, άρα, που εκφράζεται στο προοίμιο για την απροθυμία των ανθρώπων να πιστέψουν τα όσα ακούν λόγω φθόνου, αφορά τους αναγνώστες του Θουκυδίδη και την αναμενόμενη αντίδρασή τους, εφόσον τα επιτεύγματα της Αθήνας που καταγράφει ο ιστορικός θα ανήκουν για εκείνους στο παρελθόν και θα ξεπερνούν σίγουρα κατά πολύ τη δική τους κατάσταση, μιας και εκείνοι θα ζουν σε μια ηττημένη πόλη.
13. Ποια στοιχεία µπορούµε να επισηµάνουµε στο κεφάλαιο 35 σχετικά µε την προσωπικότητα του Περικλή;
Ο τρόπος με τον οποίο επιλέγει ο Περικλής να ξεκινήσει τον λόγο του, αμφισβητώντας, δηλαδή, την αξία των επιτάφιων λόγων, φανερώνει το ανεξάρτητο της προσωπικότητάς του, αφού δεν αισθάνεται πως είναι αναγκασμένος να ακολουθεί τα αναμενόμενα μοτίβα απλώς και μόνο επειδή έχουν καθιερωθεί από τη συνήθεια. Εκφράζει, έτσι, την αντίθεσή του με αίσθηση ελευθερίας, χωρίς να ανησυχεί για την πιθανή αντίδραση που μπορεί να προκαλέσουν τα λόγια του. Ο τελικός, βέβαια, συμβιβασμός του με το έθιμο δείχνει πως διακρίνεται για τον σεβασμό του απέναντι στους συμπολίτες του, εφόσον δε θέλει να τους απογοητεύσει. Συνιστά, συνάμα, ένδειξη του δημοκρατικού του ήθους, καθώς παρά την όποια δική του αντίρρηση κατανοεί πως η πλειονότητα των συμπολιτών του εκτιμά το έθιμο αυτό, οπότε αποδέχεται πως οφείλει να φανεί αντάξιος των προσδοκιών τους.
Εμφανείς είναι, επίσης, τόσο οι ρητορικές του ικανότητες, όπως αυτό διαφαίνεται από την πολυεπίπεδη τεκμηρίωση της άποψής του, όσο και οι γνώσεις του για την ψυχολογία των συνανθρώπων του, όπως αυτό προκύπτει από τις παρατηρήσεις που κάνει σχετικά με τον φθόνο.
14. Ποια καινοτοµία εισάγει ο Περικλής στο προοίµιο του Ἐπιταφίου;
Σε αντίθεση με τη συνήθη επιλογή των ρητόρων να επαινούν τον νομοθέτη που συμπλήρωσε την τελετή του ενταφιασμού με έναν επιτάφιο λόγο, ο Περικλής επιλέγει να επικρίνει το έθιμο αυτό, υποστηρίζοντας πως για άτομα -όπως οι νεκροί πολεμιστές- που έδειξαν με έργα την ανδρεία τους θα αρκούσαν μόνο έργα για να τιμηθεί η μνήμη τους. Κατ’ αυτό τον τρόπο, ο Περικλής ξεκινά τον επιτάφιο λόγο του αμφισβητώντας την αξία των επιτάφιων λόγων. Πρόκειται, βέβαια, για ένα ρητορικό τέχνασμα και όχι για πραγματική αμφισβήτηση.
Επιπροσθέτως, μια σημαντική διαφοροποίηση του προοιμίου του Περικλή, είναι η έμφαση που δίνεται στις διαθέσεις των ακροατών του και στη διάκρισή τους σε δύο κατηγορίες, σε εκείνους που γνωρίζουν τα γεγονότα και σε εκείνους που τα αγνοούν. Η έμφαση αυτή, ωστόσο, προκύπτει λόγω της αίσθησης του Θουκυδίδη πως οι μελλοντικοί αναγνώστες του Επιταφίου θα φανούν δύσπιστοι απέναντι στα επιτεύγματα της αθηναϊκής δημοκρατίας.
15. Το προοίµιο ενός επιδεικτικού λόγου περιλαµβάνει έπαινο, ψόγο, προτροπή ή αποτροπή. Με ποιο τρόπο αρχίζει τον Ἐπιτάφιο λόγο του ο Περικλής;
Ο Περικλής ξεκινά τον επιτάφιο λόγο του με αναφορά στον έπαινο που απέδωσαν προηγούμενοι από αυτόν εκφωνητές επιτάφιων λόγων στον νομοθέτη που συμπλήρωσε την τελετή ενταφιασμού με έναν τιμητικό (επιτάφιο) λόγο για τους νεκρούς. Ακολούθως, ωστόσο, εκφράζει και τεκμηριώνει τη δική του αποδοκιμασία (ψόγο) για την προσθήκη του επιταφίου λόγου, χωρίς τελικά να απορρίπτει το έθιμο.
16. Ποιο θεωρεί κίνητρο της συµπεριφοράς των «ἄπειρων» ακροατών ο ρήτορας και γιατί;
Σύμφωνα με το ρήτορα, όσα θα αναφέρει για τους νεκρούς, δε θα γίνουν εύκολα πιστευτά από τους ακροατές και κυρίως από τους «ἄπειρους». Από τη φύση του ο άνθρωπος μπορεί να ακούει επαίνους που αναφέρονται σε άλλους μέχρι του σημείου που οι άλλοι δε θα υπερβαίνουν τις δικές του δυνατότητες. Τα συναισθήματα φθόνου δεν επιτρέπουν στην ανθρώπινη ψυχή να αποδεχθεί την ανωτερότητα των άλλων. Αυτό το γνωρίζει πολύ καλά ο Θουκυδίδης και γι’ αυτό στο κεφάλαιο 35 θα το επισημάνει ιδιαίτερα για τον «ἄπειρο ἀκροατή».
Για τα όρια της ανεκτικότητας που μπορεί να επιδείξει ο άνθρωπος απέναντι στους επαίνους οι οποίοι αναφέρονται στους άλλους, βλ. στην ενότητα «Οι ψυχολογικοί νόμοι και οι υπεύθυνες δυνάμεις» του βιβλίου της J. Romilly, ό.π., σσ. 141-154.
17. Τι δηλώνει η συχνή χρήση αιτιολογικών προτάσεων;
Ο Περικλής αξιοποιεί αρκετές αιτιολογικές προτάσεις, καθώς επιχειρεί να τεκμηριώσει κάθε άποψη που διατυπώνει στο πλαίσιο του λόγου του. Πρόκειται για μια τακτική που ενισχύει τον επιχειρηματολογικό χαρακτήρα του κειμένου και φανερώνει τη διάθεση του ομιλητή να παρουσιάσει τις σκέψεις του με πειστικότητα, αλλά και σαφήνεια.
Αρχικά ο Περικλής αιτιολογεί την άποψη των περισσότερων από «τῶν ἐνθάδε ἤδη εἰρηκότων» πως η προσθήκη του επιταφίου είναι σωστή, διότι, κατά τη γνώμη τους, «καλὸν ἐπὶ τοῖς ἐκ τῶν πολέμων θαπτομένοις ἀγορεύεσθαι αὐτόν». Στην πορεία αξιοποιεί τον αιτιολογικό γαρ για να αιτιολογήσει τη δική του θέση πως θα ήταν αρκετό να τιμώνται οι νεκροί με έργα. Έχει, μάλιστα, ενδιαφέρον πως στο πλαίσιο της αιτιολόγησης της δικής του άποψης, κάθε επόμενη πρόταση αιτιολογεί την προηγούμενη, δημιουργώντας ένα διεξοδικό πλέγμα αιτιολόγησης, έστω κι αν στο τέλος ο Περικλής δηλώνει πως θα ακολουθήσει το έθιμο. Αναλυτικότερα, ο Περικλής επισημαίνει πως είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς με επιτυχία («χαλεπὸν γὰρ τὸ μετρίως εἰπεῖν») για ένα θέμα στο οποίο με δυσκολία διασφαλίζεται η εντύπωση και μόνο πως λέει την αλήθεια. Δυσκολία, η οποία έγκειται από τη μία στο ότι μεταξύ των ακροατών υπάρχουν εκείνοι που γνωρίζουν καλά τα γεγονότα («ὅ τε γὰρ ξυνειδὼς καὶ εὔνους ἀκροατὴς») και οι οποίοι ενδέχεται να θεωρήσουν πως ο ομιλητής τα παρουσιάζει κατώτερα σε σχέση με το τι θα προσδοκούσαν εκείνοι. Από την άλλη όμως υπάρχουν κι εκείνοι που δεν γνωρίζουν τα γεγονότα κι εκείνοι ενδέχεται να θεωρήσουν πως όσα λέγονται αποτελούν υπερβολές εξαιτίας του φθόνου που θα αισθανθούν («διὰ φθόνον»). Οι άνθρωποι, άλλωστε, τείνουν να ανέχονται τον έπαινο για τους άλλους μόνο μέχρι το σημείο που δεν ξεπερνά τις δικές τους δυνατότητες («μέχρι γὰρ τοῦδε ἀνεκτοὶ οἱ ἔπαινοί εἰσι περὶ ἑτέρων λεγόμενοι»).
Ο Περικλής κατορθώνει, έτσι, να
παρουσιάσει επαρκώς αιτιολογημένη την ένστασή του απέναντι στους επιταφίους,
έστω κι αν βασική του πρόθεση είναι να αναδείξει τη δυσκολία της ομιλίας που
αναλαμβάνει, και να κερδίσει με αυτό τον τρόπο την εύνοια των ακροατών του. Δεν
έχει, άλλωστε, την πρόθεση να δείξει ασέβεια απέναντι στο έθιμο.
18. Να αναφέρετε µε συντοµία τις βασικές απόψεις που διατυπώνει ο ρήτορας στο κεφάλαιο 35.
Ο ρήτορας εκφράζει κατά σειρά τις ακόλουθες απόψεις:
- Η οφειλόμενη τιμή απέναντι σε άνδρες που έδειξαν τη γενναιότητά τους με έργα, προτιμότερο είναι να αποδίδεται επίσης με έργα.
- Δεν είναι θεμιτό να εξαρτάται η αναγνώριση της ανδρείας πολλών ανδρών από τη ρητορική ικανότητα ενός.
- Οι ακροατές του επιτάφιου λόγου που έχουν προσωπική γνώση των γεγονότων είναι πιθανό να θεωρήσουν πως ο ρήτορας δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες τους και πως δεν αποδίδει με επάρκεια τα όσα εκείνοι γνωρίζουν.
- Οι ακροατές του επιτάφιου λόγου που δεν έχουν προσωπική γνώση των γεγονότων είναι πιθανό να φανούν δύσπιστοι απέναντι στον ρήτορα λόγω του φθόνου που θα αισθανθούν για τα κατορθώματα των τιμώμενων νεκρών.
- Οι άνθρωποι αποδέχονται τον έπαινο για τους άλλους μόνο όταν αυτός δεν ξεπερνά τις δικές τους δυνατότητες.
- Είναι σωστό οι άνθρωποι να σέβονται και να υιοθετούν τα έθιμα, εφόσον αποτελούν συνήθειες δοκιμασμένες στον χρόνο με αυταπόδεικτη αξία.
- Ο ρήτορας ενός επιτάφιου λόγου οφείλει να λαμβάνει υπόψη του τις επιθυμίες και τις προσδοκίες των ακροατών του.
KEIMENO
[Θουκυδίδη Ιστορία, Β΄ 35-46]
35. «Οἱ μὲν πολλοὶ τῶν ἐνθάδε ἤδη εἰρηκότων ἐπαινοῦσι τὸν προσθέντα τῷ νόμῳ τὸν λόγον τόνδε, ὡς καλὸν ἐπὶ τοῖς ἐκ τῶν πολέμων θαπτομένοις ἀγορεύεσθαι αὐτόν. ἐμοὶ δὲ ἀρκοῦν ἂν ἐδόκει εἶναι ἀνδρῶν ἀγαθῶν ἔργῳ γενομένων ἔργῳ καὶ δηλοῦσθαι τὰς τιμάς, οἷα καὶ νῦν περὶ τὸν τάφον τόνδε δημοσίᾳ παρασκευασθέντα ὁρᾶτε, καὶ μὴ ἐν ἑνὶ ἀνδρὶ πολλῶν ἀρετὰς κινδυνεύεσθαι εὖ τε καὶ χεῖρον εἰπόντι πιστευθῆναι. χαλεπὸν γὰρ τὸ μετρίως εἰπεῖν ἐν ᾧ μόλις καὶ ἡ δόκησις τῆς ἀληθείας βεβαιοῦται. ὅ τε γὰρ ξυνειδὼς καὶ εὔνους ἀκροατὴς τάχ’ ἄν τι ἐνδεεστέρως πρὸς ἃ βούλεταί τε καὶ ἐπίσταται νομίσειε δηλοῦσθαι, ὅ τε ἄπειρος ἔστιν ἃ καὶ πλεονάζεσθαι, διὰ φθόνον, εἴ τι ὑπὲρ τὴν αὑτοῦ φύσιν ἀκούοι. μέχρι γὰρ τοῦδε ἀνεκτοὶ οἱ ἔπαινοί εἰσι περὶ ἑτέρων λεγόμενοι, ἐς ὅσον ἂν καὶ αὐτὸς ἕκαστος οἴηται ἱκανὸς εἶναι δρᾶσαί τι ὧν ἤκουσεν· τῷ δὲ ὑπερβάλλοντι αὐτῶν φθονοῦντες ἤδη καὶ ἀπιστοῦσιν. ἐπειδὴ δὲ τοῖς πάλαι οὕτως ἐδοκιμάσθη ταῦτα καλῶς ἔχειν, χρὴ καὶ ἐμὲ ἑπόμενον τῷ νόμῳ πειρᾶσθαι ὑμῶν τῆς ἑκάστου βουλήσεώς τε καὶ δόξης τυχεῖν ὡς ἐπὶ πλεῖστον».
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
[Ν. Σκουτερόπουλου]
35. «Οι περισσότεροι απ’ όσους έχουν μιλήσει ως τώρα απ’ αυτό το βήμα επαινούν τον νομοθέτη που συμπλήρωσε τη συνηθισμένη τελετή μ’ αυτό τον λόγο, με τη σκέψη ότι είναι ωραίο να εκφωνείται πάνω στον τάφο των νεκρών του πολέμου. Εγώ όμως θα ήμουν της γνώμης πως είναι αρκετό, για άντρες που αποδείχτηκαν γενναίοι με έργα, με έργα να τους αποδίδονται τιμές, σαν κι αυτές που βλέπετε να συνοδεύουν αυτή την ταφή, κι όχι να κρέμεται η αναγνώριση του ηρωισμού πολλών από έναν άντρα, που ο λόγος του μπορεί να είναι ωραίος, μπορεί και κατώτερος. Γιατί είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς μ’ επιτυχία, εκεί που με κόπο εξασφαλίζεται η εντύπωση ότι λέει την αλήθεια. Κι αυτό, γιατί ο ακροατής που ξέρει καλά τα γεγονότα και τ’ ακούει μ’ ευνοϊκή διάθεση, ίσως θα σχημάτιζε τη γνώμη ότι τα λεγόμενα είναι κάπως κατώτερα, σε σύγκριση μ’ αυτά που και θέλει ν’ ακούει και τα ξέρει καλά· όμως, αυτός που δεν τα γνώρισε, θα σχημάτιζε τη γνώμη πως πρόκειται για υπερβολές, επειδή νιώθει φθόνο, αν τυχόν ακούσει κάτι που ξεπερνά τη δική του δύναμη. Γιατί μόνο ως εκείνο το σημείο ανέχεται ο άνθρωπος ν’ ακούει επαίνους που λέγονται για άλλους, ως εκεί που κι ο καθείς πιστεύει ότι είναι ικανός να κατορθώσει κάτι απ’ όσα άκουσε· όμως, για καθετί που ξεπερνά τη δύναμη του, κυριεύεται απ’ την πρώτη στιγμή από φθόνο, κι έτσι δεν δίνει πίστη. Αλλά, επειδή οι παλιότεροι δοκίμασαν στην πράξη το έθιμο κι έκριναν ότι έχει καλώς, έχω κι εγώ την υποχρέωση να συμμορφωθώ με τον νόμο και ν’ ανταποκριθώ όσο γίνεται πιο πολύ στην επιθυμία και τις πεποιθήσεις του καθενός σας.
Ερµηνευτικές ερωτήσεις
1. Γιατί ο Περικλής διατυπώνει την αντίθεσή του προς τους καθιερωµένους επιταφίους λόγους σε παρόµοιες τελετές;
Ο Περικλής θεωρεί πως ο επιτάφιος λόγος είναι περιττός, αφού όταν πρόκειται να τιμηθούν άνδρες που έχουν αποδείξει τη γενναιότητά τους με έργα, τότε θα ήταν προτιμότερο οι οφειλόμενες τιμές να αποδίδονται με έργα και όχι με λόγια. Η έμπρακτη απόδοση τιμής είναι πιο αποτελεσματική και βέβαιη, σε αντίθεση με την εκφώνηση ενός τιμητικού λόγου μέσω του οποίου ένας ρήτορας καλείται να μιλήσει επάξια για τα ανδραγαθήματα πολλών, με τον κίνδυνο να αδικήσει τους νεκρούς, αν δεν κατορθώσει να αποδώσει με επάρκεια το εύρος της γενναιότητας και της θυσίας τους.
Επιπροσθέτως, ένας επιτάφιος λόγος κρίνεται ταυτόχρονα από διαφορετικούς ακροατές. Υπάρχουν από τη μία εκείνοι οι ακροατές που γνωρίζουν τα γεγονότα, διότι ήταν πιθανώς συμπολεμιστές των νεκρών, και οι οποίοι επιθυμούν να ακούσουν ιδιαιτέρως τιμητικά λόγια και ενδέχεται να απογοητευτούν αν ακούσουν κάτι υποδεέστερο. Υπάρχουν από την άλλη κι εκείνοι οι ακροατές που δεν έχουν γνώση των γεγονότων και οι οποίοι ενδέχεται να θεωρήσουν -από φθόνο- υπερβολικά τα όσα θα ειπωθούν. Κατ’ αυτό τον τρόπο ο ρήτορας καλείται να επιτύχει μια πολύ δύσκολη ισορροπία, εφόσον ο λόγος του δε θα πρέπει μήτε να απογοητεύσει εκείνους που αναμένουν έναν αντάξιο έπαινο των νεκρών, μήτε να προκαλέσει τον φθόνο εκείνων που θα ακούν με δυσπιστία τα ανδραγαθήματά τους.
2. Γιατί ο Περικλής εκφράζει το δισταγµό του για την αξία του λόγου;
Ο Περικλής στην προσπάθειά του να κερδίσει την επιείκεια των ακροατών του επισημαίνει πως είναι δύσκολο να αποδώσει κανείς με λόγια τον ηρωισμό και τα ανδραγαθήματα των αγωνιστών. Ο δισταγμός του, υπ’ αυτή την έννοια, δε σχετίζεται τόσο με την αξία του λόγου όσο με τη δυνατότητα του ενός ομιλητή να επαινέσει με επάρκεια τον ηρωισμό πολλών ανδρών. Πρόκειται, μάλιστα, για ένα εγχείρημα που καθίσταται ακόμη δυσκολότερο, αν ληφθεί υπόψη η ανομοιογένεια του ακροατηρίου, δοθέντος πως πλάι σε εκείνους που γνωρίζουν τα γεγονότα και αναμένουν να ακούσουν έναν αντάξιο των νεκρών έπαινο, υπάρχουν κι εκείνοι που δεν έχουν άμεση γνώση των γεγονότων και είναι πιθανό να θεωρήσουν υπερβολικά τα όσα λέγονται για τους νεκρούς, εξαιτίας του φθόνου που θα αισθανθούν. Ο ομιλητής, άρα, έρχεται αντιμέτωπος με το ενδεχόμενο αφενός να απογοητεύσει μέρος των ακροατών του, καθώς ο λόγος του θα φανεί υποδεέστερος της γενναιότητας των νεκρών, και αφετέρου να προκαλέσει τη δυσπιστία των υπόλοιπων ακροατών του, καθώς τα όσα πει θα εκληφθούν ως υπερβολές.
Ο συλλογισμός του Περικλή, επομένως, αποσκοπεί στην «captatio benevolentiae», στην ευμένεια, δηλαδή, των ακροατών του, και δε συνιστά πραγματική αμφισβήτηση της αξίας του λόγου.
3. Η αντίθεση του ρήτορα προς τους πολλούς θα µπορούσε να εκληφθεί ως υπεροπτική συµπεριφορά. Με ποιο τρόπο ο Περικλής το αποφεύγει;
Ο Περικλής από την αρχή κιόλας του λόγου του δήλωσε την αντίθεσή του προς τους πολλούς. Ασφαλώς αυτή του η δήλωση θα μπορούσε να εκληφθεί ως εγωιστική τοποθέτηση και γι’ αυτό θα χρησιμοποιήσει στη συνέχεια τη φράση «ἀρκοῦν ἄν ἐδόκει εἶναι» της οποίας το περιεχόμενο αμβλύνει το περιεχόμενο των φράσεων «οἱ μέν πολλοί ...», «ἐμοί δέ...» και υποδηλώνει μετριοφροσύνη.
Βλ. Ι. Θ. Κακριδής, Ερμηνευτικά σχόλια στον Επιτάφιο του Θουκυδίδη, Αθήνα, 61988, σ. 3. και Ι. Αχ. Μπάρμπα, Θουκυδίδη Περικλέους Επιτάφιος, εκδ. Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1996, σ. 107.
4. «ἀνδρῶν ἀγαθῶν ἔργῳ γενοµένων ἔργῳ καί δηλοῦσθαι τάς τιµάς»: Με ποια σηµασία χρησιµοποιεί ο Θουκυδίδης τη λέξη «ἀγαθός»;
Η λέξη ἀγαθός λαμβάνει στο πλαίσιο του κειμένου πρωτίστως τη σημασία του γενναίου, εφόσον αναφέρεται σε άτομα που έλαβαν μέρος σε πολεμικές δραστηριότητες προς όφελος της πόλης τους. Πρόκειται, μάλιστα, για πολίτες που πολέμησαν με θάρρος, παρά το γεγονός πως γνώριζαν εκ των προτέρων τον υψηλό κίνδυνο που αντιμετώπιζαν, όπως θα δηλωθεί στο Κεφάλαιο 40. Παραλλήλως, όμως, εφόσον πρόκειται για πολίτες της δημοκρατικής Αθήνας, η λέξη εμπεριέχει και τη σημασία του ενάρετου και καλού πολίτη, εκείνου, δηλαδή, που διαπνέεται από τέτοιας έντασης αφοσίωσης για την πατρίδα του, ώστε δε διστάζει να θυσιαστεί για χάρη της.
5. Ποιες δυσκολίες επισηµαίνει ο ρήτορας για ένα επιτυχηµένο λόγο;
Ο Περικλής επισημαίνει πως είναι δύσκολο να συντεθεί ένας επιτυχημένος επιτάφιος λόγος, εφόσον ο έπαινος των νεκρών θα παρουσιαστεί απέναντι σε δύο κατηγορίες ακροατών που έχουν διαφορετικές μεταξύ τους προσδοκίες. Εκείνοι που γνωρίζουν τα γεγονότα έχουν ευνοϊκή διάθεση απέναντι στους νεκρούς και αναμένουν να ακούσουν έναν έπαινο αντάξιο των ανδραγαθημάτων τους, οπότε είναι πιθανό να απογοητευτούν, αν ο ρήτορας δεν κατορθώσει να αποδώσει με τα λόγια του το πόσο σημαντική υπήρξε η θυσία των τιμώμενων νεκρών. Εκείνοι, ωστόσο, που δεν γνωρίζουν τα γεγονότα και δεν αντιλαμβάνονται τη γενναιότητα των τιμωμένων, ενδέχεται να δυσανασχετήσουν με τα όσα ακούν λόγω του φθόνου που θα αισθανθούν. Οι άνθρωποι, άλλωστε, τείνουν να αποδέχονται τον έπαινο για τους άλλους μόνο μέχρι το σημείο που αισθάνονται πως είναι κι εκείνοι ικανοί να πετύχουν κάτι ανάλογο. Αν όμως τα όσα ειπωθούν ξεπερνούν τις δικές τους δυνατότητες, τότε αισθάνονται φθόνο και αρνούνται να πιστέψουν τα όσα ακούν.
Ως εκ τούτου ο ρήτορας είναι αναγκασμένος να ισορροπήσει το λόγο του κατά τέτοιο τρόπο ώστε από τη μία να ικανοποιήσει εκείνους που προσδοκούν να ακούσουν λόγια αντάξια της γενναιότητας των νεκρών και από την άλλη να μην προκαλέσει τον φθόνο εκείνων που αγνοούν τα ανδραγαθήματα των νεκρών.
6. Σε ποιες κατηγορίες χωρίζει τους ακροατές του ο Περικλής και από ποιους αποτελείται καθεµιά;
Ο Περικλής διακρίνει τους ακροατές του σε δύο κατηγορίες. Από τη μία πλευρά βρίσκονται οι ακροατές που γνωρίζουν καλά τα γεγονότα και ως εκ τούτου είναι ευνοϊκά διακείμενοι απέναντι στους νεκρούς («ὅ τε γὰρ ξυνειδὼς καὶ εὔνους ἀκροατὴς»), ενώ από την άλλη βρίσκονται οι ακροατές που αγνοούν τα γεγονότα («ὅ τε ἄπειρος») και με δυσκολία θα αποδεχτούν τον έπαινο για τους νεκρούς, αν τα όσα ακούσουν ξεπερνούν τις δικές τους δυνατότητες. Θεωρητικά στην πρώτη κατηγορία ανήκουν τα άτομα που έλαβαν μέρος στις ίδιες μάχες ή με κάποιο τρόπο ενημερώνονταν για την εξέλιξη των γεγονότων, ενώ στη δεύτερη τα άτομα που αφενός δεν πολέμησαν και αφετέρου παρέμειναν ανενημέρωτα για τους αγώνες της πατρίδας τους. Στην πραγματικότητα, όμως, η διάκριση δεν αφορά τόσο τον Περικλή όσο τον ιστορικό Θουκυδίδη, εφόσον εκείνοι που αγνοούν τα γεγονότα δεν είναι οι συγκαιρινοί του Περικλή, αλλά οι μεταγενέστεροι αναγνώστες του ιστορικού έργου, οι οποίοι εύλογα δε θα έχουν άμεση γνώση των όσων συνέβησαν εκείνα τα χρόνια.
7. Ποια στοιχεία χαρακτηρίζουν καθεµιά από τις κατηγορίες των ακροατών;
Οι «ξυνειδότες» που ήταν παρόντες στα γεγονότα και οι «ἄπειροι», η νέα γενιά των Αθηναίων που δεν πήρε μέρος στα γεγονότα. Οι πρώτοι δεν ικανοποιούνται από το «μετρίως εἰπεῖν», αλλά επιθυμούν να παρουσιαστεί η ανδρεία τους με τρόπο που θα εξυψωθούν οι ίδιοι όσο γίνεται περισσότερο. Επομένως παρασύρονται από το συναίσθημα και επιδεικνύουν μεροληπτική στάση. Οι δεύτεροι είναι διατεθειμένοι να αποδεχθούν από τα γεγονότα μόνο εκείνα που ανταποκρίνονται στις δικές τους δυνατότητες, ενώ αμφισβητούν όσα οι ίδιοι δεν μπορούν να κατορθώσουν.
Για το θέμα αυτό βλ. Ι. Θ. Κακριδή, ό.π., σ. 5 και Σωκράτη Γκίκα, Ο Επιτάφιος Θουκυδίδη - Περικλή, εκδ. Σαββάλα, Αθήνα 1993, σ. 33.
8. Για ποιους ακροατές η δυσκολία να πεισθούν είναι µεγαλύτερη και γιατί;
Από τους ακροατές του Περικλή, οι «ξυνειδότες» έχουν άμεση γνώση της πραγματικότητας, αφού και οι ίδιοι πήραν μέρος στις μάχες και είδαν με τα μάτια τους την ανδρεία που επέδειξαν οι προκείμενοι νεκροί στην προσπάθειά τους να αποκρούσουν τον εχθρό. Η επιφύλαξη που διατυπώνει ο Περικλής για το κατά πόσο θα πεισθούν αυτοί συνίσταται στην αδυναμία του λόγου να αποδώσει τα κατορθώματά τους με τρόπο που ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Τα κατορθώματα των νεκρών είναι πολύ μεγάλα και δύσκολα θα καταστεί δυνατόν να υμνηθούν με λόγο. Έτσι ο φόβος του ρήτορα για τον «ξυνειδότα» ακροατή είναι μήπως και αυτός «τάχ’ ἄν τι ἐνδεεστέρως νομίσειε δηλοῦσθαι». Ο φόβος του όμως γίνεται μεγαλύτερος, όταν σκέπτεται ότι απευθύνεται και σε «ἄπειρους» ακροατές. Αυτοί δεν έχουν άμεση επίγνωση των γεγονότων, αφού δεν πήραν μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις και είναι πολύ δύσκολο να πιστέψουν όσα ακούουν. Πολλά τα θεωρούν υπερβολικά (ἔστιν ἅ καί πλεονάζεσθαι). Αλλά η δυσπιστία τους, κατά το ρήτορα, εκπορεύεται από την ίδια τη φύση του ανθρώπου να φθονεί οτιδήποτε ξεπερνά τις δικές του δυνατότητες. Διαπιστώνουμε ότι ο Θουκυδίδης εκφράζει εδώ απόψεις σχετικές με τη συμπεριφορά των ανθρώπων ή μερικών κατηγοριών προσώπων.
Βλ. J. Romilly, Βάστα καρδιά μου – Η ανάπτυξη της ψυχολογίας στα αρχαία ελληνικά γράμματα, εκδ. ΤΟ ΑΣΤΥ, Αθήνα, 1997, σ. 140. Αξιοπρόσεκτες επίσης οι παρατηρήσεις στις ενότητες «Οι ψυχολογικοί νόμοι και οι υπεύθυνες δυνάμεις» και «Οι ψυχολογικές συγκρούσεις και τα μέρη της ψυχής», σσ. 141-163.
9. Τι υποδηλώνει το γεγονός ότι ο Περικλής, παρά τη διαφωνία του µε τη συνήθεια της εκφώνησης του λόγου, τελικά υποχωρεί;
Ο Περικλής στο ξεκίνημα του λόγου του εκφράζει τις δικές του, υποκειμενικές αντιρρήσεις («ἐμοὶ δὲ») σχετικά με τη χρησιμότητα του επιταφίου λόγου. Στο κλείσιμο όμως του κεφαλαίου αναγνωρίζει αφενός πως πρόκειται για μια συνήθεια -για ένα έθιμο- δοκιμασμένο στον χρόνο («τοῖς πάλαι οὕτως ἐδοκιμάσθη ταῦτα καλῶς ἔχειν»), και αφετέρου την υποχρέωση που έχει να συμβαδίσει με αυτό («χρὴ καὶ ἐμὲ ἑπόμενον τῷ νόμῳ»). Ο προσωπικός δισταγμός του Περικλή δεν μπορεί να υποσκελίσει τις προσδοκίες και την επιθυμία των πολλών -βασικό γνώρισμα του δημοκρατικού πολιτεύματος-, γι’ αυτό και ο Περικλής συμμορφώνεται με το έθιμο και δείχνει σεβασμό απέναντι στους ακροατές του.
10. Πώς δικαιολογείται η δυσπιστία του Περικλή για τη χρησιµότητα του Επιταφίου, αφού είναι γνωστό ότι οι Αθηναίοι γοητεύονταν από το ρητορικό λόγο;
Η δυσπιστία του Περικλή για τη χρησιμότητα του Επιταφίου λόγου συνιστά ρητορικό τέχνασμα, το οποίο αποσκοπεί στο να κερδίσει την εύνοια των ακροατών του, μιας και αναλαμβάνει ένα τόσο δύσκολο εγχείρημα, όπως είναι το να τιμήσει με τα λόγια του επάξια τους νεκρούς του πολέμου. Παραλλήλως, βέβαια, η δυσπιστία του Περικλή λειτουργεί ως προϊδεασμός για τις γενικότερες διαφοροποιήσεις του δικού του επιτάφιου λόγου, καθώς όπως θα φανεί στην πορεία ο πολιτικός ενδιαφέρεται περισσότερο να τιμήσει το δημοκρατικό πολίτευμα της Αθήνας παρά τους τιμώμενους νεκρούς. Το γεγονός, άλλωστε, πως ο Περικλής γνωρίζει την εκτίμηση που έχουν οι Αθηναίοι στο ρητορικό λόγο γίνεται αντιληπτό από το πλήθος των επιχειρημάτων που αξιοποιεί και από την αριστοτεχνική δόμηση του λόγου του.
11. Να εντοπίσετε τους αντιθετικούς συλλογισµούς του ρήτορα και να αιτιολογήσετε αυτόν τον τρόπο έκφρασης.
1ος αντιθετικός συλλογισμός: «Οἱ μέν πολλοί - ἐμοί δέ»
Αιτιολόγηση 1ης αντίθεσης: Σε πρώτο επίπεδο η αντίθετη άποψη που εκφράζει ο Περικλής εντάσσεται στη γενικότερη προσπάθειά του να κερδίσει την εύνοια του ακροατηρίου μέσα από την ανάδειξη της δυσκολίας που παρουσιάζει η απόπειρα να τιμηθούν με λόγια οι πολεμιστές που έδωσαν τη ζωή τους για χάρη της κοινής τους πατρίδας. Σε δεύτερο επίπεδο, ωστόσο, ο Περικλής επιλέγει να ξεκινήσει τον λόγο του διαφοροποιούμενος από τους προηγούμενους ομιλητές, προκειμένου να προϊδεάσει τους ακροατές για τη γενικότερη παρέκκλιση της ομιλίας του από το συνηθισμένο περιεχόμενο των επιτάφιων λόγων. Στόχος, άλλωστε, του Θουκυδίδη είναι να επαινεθεί μέσω του λόγου αυτού κυρίως το δημοκρατικό πολίτευμα και όχι τόσο οι νεκροί του πολέμου.
2ος αντιθετικός συλλογισμός: «ἐν ἑνί ἀνδρί - πολλῶν ἀρετάς»
Αιτιολόγηση 2ης αντίθεσης: Με την επισήμανση πως η αναγνώριση της γενναιότητας των «πολλών» εξαρτάται από την ομιλία του «ενός» ο Περικλής επιχειρεί να τονίσει τη δυσκολία του εγχειρήματος και να διασφαλίσει έτσι την εύνοια του κοινού.
3ος αντιθετικός συλλογισμός: «ὁρᾶτε - ἀκροατής, ἀκούοι, ἤκουσε»
Παραλλήλως, η αντίθεση ανάμεσα στην άμεση («ὁρᾶτε») και την έμμεση («ἀκροατής») αντίληψη παραπέμπει και στη διάκριση ανάμεσα σε εκείνους τους ακροατές του λόγου που υπήρξαν συμπολεμιστές με τους νεκρούς, κι εκείνους που δεν συμμετείχαν στις μάχες.
3ος αντιθετικός συλλογισμός: εἰρηκότων, λόγον, ἀγορεύεσθαι - έργῳ γενομένων ἔργῳ καί δηλοῦσθαι
4ος αντιθετικός συλλογισμός: ὁ ξυνειδώς καί εὔνους ἀκροατής - ὅ τε ἄπειρος
5ος αντιθετικός συλλογισμός: ἐνδεεστέρως δηλοῦσθαι - πλεονάζεσθαι.
12. Με ποια στοιχεία του κειµένου θα µπορούσαµε να τοποθετήσουµε χρονικά τη συγγραφή του Ἐπιταφίου και να ορίσουµε το πραγµατικό ακροατήριο;
Το γεγονός ότι ο Περικλής αφιερώνει μεγάλο μέρος του προοιμίου αναφερόμενος στο ποιοι είναι οι ακροατές του και εξηγώντας γιατί όσοι δεν γνωρίζουν τα γεγονότα θα φανούν δύσπιστοι λόγω φθόνου («ὅ τε ἄπειρος… διὰ φθόνον, εἴ τι ὑπὲρ τὴν αὑτοῦ φύσιν ἀκούοι») ενισχύει την άποψη πως τα όσα «λέγονται» ανήκουν περισσότερο στον Θουκυδίδη. Το πραγματικό, δηλαδή, ακροατήριο δεν είναι οι σύγχρονοι του Περικλή, αλλά οι αναγνώστες της ιστορίας του Θουκυδίδη, οι οποίοι αφενός δεν θα έχουν άμεση γνώση των γεγονότων της πρώτης χρονιάς του πολέμου και αφετέρου έχοντας γνωρίσει την ήττα της Αθήνας ενδέχεται να φανούν πράγματι δύσπιστοι απέναντι σε όσα επαινετικά σκοπεύει να παραθέσει ο ρήτορας σχετικά με το μεγαλείο της δημοκρατικής Αθήνας. Η αγωνία, άρα, που εκφράζεται στο προοίμιο για την απροθυμία των ανθρώπων να πιστέψουν τα όσα ακούν λόγω φθόνου, αφορά τους αναγνώστες του Θουκυδίδη και την αναμενόμενη αντίδρασή τους, εφόσον τα επιτεύγματα της Αθήνας που καταγράφει ο ιστορικός θα ανήκουν για εκείνους στο παρελθόν και θα ξεπερνούν σίγουρα κατά πολύ τη δική τους κατάσταση, μιας και εκείνοι θα ζουν σε μια ηττημένη πόλη.
13. Ποια στοιχεία µπορούµε να επισηµάνουµε στο κεφάλαιο 35 σχετικά µε την προσωπικότητα του Περικλή;
Ο τρόπος με τον οποίο επιλέγει ο Περικλής να ξεκινήσει τον λόγο του, αμφισβητώντας, δηλαδή, την αξία των επιτάφιων λόγων, φανερώνει το ανεξάρτητο της προσωπικότητάς του, αφού δεν αισθάνεται πως είναι αναγκασμένος να ακολουθεί τα αναμενόμενα μοτίβα απλώς και μόνο επειδή έχουν καθιερωθεί από τη συνήθεια. Εκφράζει, έτσι, την αντίθεσή του με αίσθηση ελευθερίας, χωρίς να ανησυχεί για την πιθανή αντίδραση που μπορεί να προκαλέσουν τα λόγια του. Ο τελικός, βέβαια, συμβιβασμός του με το έθιμο δείχνει πως διακρίνεται για τον σεβασμό του απέναντι στους συμπολίτες του, εφόσον δε θέλει να τους απογοητεύσει. Συνιστά, συνάμα, ένδειξη του δημοκρατικού του ήθους, καθώς παρά την όποια δική του αντίρρηση κατανοεί πως η πλειονότητα των συμπολιτών του εκτιμά το έθιμο αυτό, οπότε αποδέχεται πως οφείλει να φανεί αντάξιος των προσδοκιών τους.
Εμφανείς είναι, επίσης, τόσο οι ρητορικές του ικανότητες, όπως αυτό διαφαίνεται από την πολυεπίπεδη τεκμηρίωση της άποψής του, όσο και οι γνώσεις του για την ψυχολογία των συνανθρώπων του, όπως αυτό προκύπτει από τις παρατηρήσεις που κάνει σχετικά με τον φθόνο.
14. Ποια καινοτοµία εισάγει ο Περικλής στο προοίµιο του Ἐπιταφίου;
Σε αντίθεση με τη συνήθη επιλογή των ρητόρων να επαινούν τον νομοθέτη που συμπλήρωσε την τελετή του ενταφιασμού με έναν επιτάφιο λόγο, ο Περικλής επιλέγει να επικρίνει το έθιμο αυτό, υποστηρίζοντας πως για άτομα -όπως οι νεκροί πολεμιστές- που έδειξαν με έργα την ανδρεία τους θα αρκούσαν μόνο έργα για να τιμηθεί η μνήμη τους. Κατ’ αυτό τον τρόπο, ο Περικλής ξεκινά τον επιτάφιο λόγο του αμφισβητώντας την αξία των επιτάφιων λόγων. Πρόκειται, βέβαια, για ένα ρητορικό τέχνασμα και όχι για πραγματική αμφισβήτηση.
Επιπροσθέτως, μια σημαντική διαφοροποίηση του προοιμίου του Περικλή, είναι η έμφαση που δίνεται στις διαθέσεις των ακροατών του και στη διάκρισή τους σε δύο κατηγορίες, σε εκείνους που γνωρίζουν τα γεγονότα και σε εκείνους που τα αγνοούν. Η έμφαση αυτή, ωστόσο, προκύπτει λόγω της αίσθησης του Θουκυδίδη πως οι μελλοντικοί αναγνώστες του Επιταφίου θα φανούν δύσπιστοι απέναντι στα επιτεύγματα της αθηναϊκής δημοκρατίας.
15. Το προοίµιο ενός επιδεικτικού λόγου περιλαµβάνει έπαινο, ψόγο, προτροπή ή αποτροπή. Με ποιο τρόπο αρχίζει τον Ἐπιτάφιο λόγο του ο Περικλής;
Ο Περικλής ξεκινά τον επιτάφιο λόγο του με αναφορά στον έπαινο που απέδωσαν προηγούμενοι από αυτόν εκφωνητές επιτάφιων λόγων στον νομοθέτη που συμπλήρωσε την τελετή ενταφιασμού με έναν τιμητικό (επιτάφιο) λόγο για τους νεκρούς. Ακολούθως, ωστόσο, εκφράζει και τεκμηριώνει τη δική του αποδοκιμασία (ψόγο) για την προσθήκη του επιταφίου λόγου, χωρίς τελικά να απορρίπτει το έθιμο.
16. Ποιο θεωρεί κίνητρο της συµπεριφοράς των «ἄπειρων» ακροατών ο ρήτορας και γιατί;
Σύμφωνα με το ρήτορα, όσα θα αναφέρει για τους νεκρούς, δε θα γίνουν εύκολα πιστευτά από τους ακροατές και κυρίως από τους «ἄπειρους». Από τη φύση του ο άνθρωπος μπορεί να ακούει επαίνους που αναφέρονται σε άλλους μέχρι του σημείου που οι άλλοι δε θα υπερβαίνουν τις δικές του δυνατότητες. Τα συναισθήματα φθόνου δεν επιτρέπουν στην ανθρώπινη ψυχή να αποδεχθεί την ανωτερότητα των άλλων. Αυτό το γνωρίζει πολύ καλά ο Θουκυδίδης και γι’ αυτό στο κεφάλαιο 35 θα το επισημάνει ιδιαίτερα για τον «ἄπειρο ἀκροατή».
Για τα όρια της ανεκτικότητας που μπορεί να επιδείξει ο άνθρωπος απέναντι στους επαίνους οι οποίοι αναφέρονται στους άλλους, βλ. στην ενότητα «Οι ψυχολογικοί νόμοι και οι υπεύθυνες δυνάμεις» του βιβλίου της J. Romilly, ό.π., σσ. 141-154.
17. Τι δηλώνει η συχνή χρήση αιτιολογικών προτάσεων;
Ο Περικλής αξιοποιεί αρκετές αιτιολογικές προτάσεις, καθώς επιχειρεί να τεκμηριώσει κάθε άποψη που διατυπώνει στο πλαίσιο του λόγου του. Πρόκειται για μια τακτική που ενισχύει τον επιχειρηματολογικό χαρακτήρα του κειμένου και φανερώνει τη διάθεση του ομιλητή να παρουσιάσει τις σκέψεις του με πειστικότητα, αλλά και σαφήνεια.
Αρχικά ο Περικλής αιτιολογεί την άποψη των περισσότερων από «τῶν ἐνθάδε ἤδη εἰρηκότων» πως η προσθήκη του επιταφίου είναι σωστή, διότι, κατά τη γνώμη τους, «καλὸν ἐπὶ τοῖς ἐκ τῶν πολέμων θαπτομένοις ἀγορεύεσθαι αὐτόν». Στην πορεία αξιοποιεί τον αιτιολογικό γαρ για να αιτιολογήσει τη δική του θέση πως θα ήταν αρκετό να τιμώνται οι νεκροί με έργα. Έχει, μάλιστα, ενδιαφέρον πως στο πλαίσιο της αιτιολόγησης της δικής του άποψης, κάθε επόμενη πρόταση αιτιολογεί την προηγούμενη, δημιουργώντας ένα διεξοδικό πλέγμα αιτιολόγησης, έστω κι αν στο τέλος ο Περικλής δηλώνει πως θα ακολουθήσει το έθιμο. Αναλυτικότερα, ο Περικλής επισημαίνει πως είναι δύσκολο να μιλήσει κανείς με επιτυχία («χαλεπὸν γὰρ τὸ μετρίως εἰπεῖν») για ένα θέμα στο οποίο με δυσκολία διασφαλίζεται η εντύπωση και μόνο πως λέει την αλήθεια. Δυσκολία, η οποία έγκειται από τη μία στο ότι μεταξύ των ακροατών υπάρχουν εκείνοι που γνωρίζουν καλά τα γεγονότα («ὅ τε γὰρ ξυνειδὼς καὶ εὔνους ἀκροατὴς») και οι οποίοι ενδέχεται να θεωρήσουν πως ο ομιλητής τα παρουσιάζει κατώτερα σε σχέση με το τι θα προσδοκούσαν εκείνοι. Από την άλλη όμως υπάρχουν κι εκείνοι που δεν γνωρίζουν τα γεγονότα κι εκείνοι ενδέχεται να θεωρήσουν πως όσα λέγονται αποτελούν υπερβολές εξαιτίας του φθόνου που θα αισθανθούν («διὰ φθόνον»). Οι άνθρωποι, άλλωστε, τείνουν να ανέχονται τον έπαινο για τους άλλους μόνο μέχρι το σημείο που δεν ξεπερνά τις δικές τους δυνατότητες («μέχρι γὰρ τοῦδε ἀνεκτοὶ οἱ ἔπαινοί εἰσι περὶ ἑτέρων λεγόμενοι»).
18. Να αναφέρετε µε συντοµία τις βασικές απόψεις που διατυπώνει ο ρήτορας στο κεφάλαιο 35.
Ο ρήτορας εκφράζει κατά σειρά τις ακόλουθες απόψεις:
- Η οφειλόμενη τιμή απέναντι σε άνδρες που έδειξαν τη γενναιότητά τους με έργα, προτιμότερο είναι να αποδίδεται επίσης με έργα.
- Δεν είναι θεμιτό να εξαρτάται η αναγνώριση της ανδρείας πολλών ανδρών από τη ρητορική ικανότητα ενός.
- Οι ακροατές του επιτάφιου λόγου που έχουν προσωπική γνώση των γεγονότων είναι πιθανό να θεωρήσουν πως ο ρήτορας δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες τους και πως δεν αποδίδει με επάρκεια τα όσα εκείνοι γνωρίζουν.
- Οι ακροατές του επιτάφιου λόγου που δεν έχουν προσωπική γνώση των γεγονότων είναι πιθανό να φανούν δύσπιστοι απέναντι στον ρήτορα λόγω του φθόνου που θα αισθανθούν για τα κατορθώματα των τιμώμενων νεκρών.
- Οι άνθρωποι αποδέχονται τον έπαινο για τους άλλους μόνο όταν αυτός δεν ξεπερνά τις δικές τους δυνατότητες.
- Είναι σωστό οι άνθρωποι να σέβονται και να υιοθετούν τα έθιμα, εφόσον αποτελούν συνήθειες δοκιμασμένες στον χρόνο με αυταπόδεικτη αξία.
- Ο ρήτορας ενός επιτάφιου λόγου οφείλει να λαμβάνει υπόψη του τις επιθυμίες και τις προσδοκίες των ακροατών του.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου