Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γλωσσικές Ασκήσεις Λυκείου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γλωσσικές Ασκήσεις Λυκείου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Γλωσσικές Ασκήσεις Λυκείου: Από το γλωσσικό μας παρελθόν (15-26)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Alin Petrus 

Γλωσσικές Ασκήσεις Λυκείου: Από το γλωσσικό μας παρελθόν (15-26) 


15. Να δώσετε με συντομία το πορτρέτο του ανθρώπου που:

  1. παίζει ν ο παικτος
παίζω ν ο παικτος (Ιωάννη Χρυσοστόμου, Ομιλίαι, 31,5): παίζω με πράγματα με τα οποία δεν μπορεί να παίζει κανείς, αντιμετωπίζω με επιπολαιότητα ή χωρίς την πρέπουσα σοβαρότητα κάτι που απαιτεί σοβαρή αντιμετώπιση.

  1. σπείρει ζιζάνια
σπέρνω ζιζάνια (λθεν... χθρός καί πέσπειρεν ζιζάνια, Κ.Δ. Ματθ. 13, 25, από την παραβολή του σίτου και των ζιζανίων): ενεργώ διασπαστικά, αποσκοπώ στη δημιουργία διχόνοιας.

  1. ποιεται τν νσσαν (νήσσα = η πάπια)
ποιούμαι την νήσσα: προσποιούμαι ότι δεν καταλαβαίνω τίποτα σε σχέση με ένα θέμα.
 
  1. γεται κα φέρεται
άγομαι και φέρομαι (γομαι και φέρομαι, Ομήρ. Ιλ. Ε 484: οόν κ’ έ φέροιεν χαιοί κεν γοιεν): για άβουλο άνθρωπο, που τον κάνουν οι άλλοι ό,τι θέλουν.

  1. λακτίζει πρς κέντρα
δεινόν / σκληρόν προς κέντρα λακτίζειν (πρός κέντρα μή λάκτιζε, Αισχύλ. Αγαμέμνων 1624, σκληρόν σοι προς κέντρα λακτίζειν, Κ.Δ. Πράξ. 26, 14): είναι οδυνηρό να κλοτσάς πάνω σε καρφιά∙ συνήθως μεταφορικά: είναι σκληρό να εναντιώνεται κανείς σε κάποιον ισχυρότερο και κυρίως σε κάποιον που κατέχει την εξουσία.

  1. εσάγει καιν δαιμόνια
εισάγω καινά δαιμόνια: υποστηρίζω νεωτεριστικές ιδέες, που ανατρέπουν την επικρατούσα τάξη.

  1. κομίζει γλακα ς θήνας (γλαύκα = κουκουβάγια)
κομίζω γλαύκας ες Αθήνας (κομίζω γλακ’ ς θήνας, Αριστοφ. Όρνιθες 301): παρουσιάζω ως καινούργιο ή πρωτοποριακό κάτι ήδη γνωστό.

  1. νακρούει πρύμναν
ανακρούω πρύμνη / πρύμναν (νακρούω πρύμναν, Αριστοφ., Ηρόδ. κ.α.): υποχωρώ, αλλάζω τακτική (μετά την ήττα της στις δημοτικές εκλογές, η κυβέρνηση ανέκρουσε πρύμναν στην οικονομική πολιτική.

16. Οι ακόλουθες φράσεις προέρχονται από την εκκλησιαστική ζωή. Να βρείτε σε ποιες περιστάσεις χρησιμοποιούνται και να προσπαθήσετε να τις εντάξετε σε ένα κατάλληλο γλωσσικό περιβάλλον.

  1. Κα σται σχάτη πλάνη χείρων τς πρώτης. (Καινή Διαθήκη, Ματθ. 27, 64)
Το να ξανακάνει κανείς λάθος ή το να επαναλάβει προηγούμενο σφάλμα του, είναι περισσότερο μειωτικό ή έχει χειρότερες συνέπειες από τη διάπραξη ενός λάθους για πρώτη φορά (στιγμάτισε τους ατυχείς χειρισμούς και πρότεινε αλλαγή τακτικής τονίζοντας ότι η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης!)

  1. Θο, Κύριε, φυλακν τ στόματί μου. (Παλαιά Διαθήκη, Ψαλμ. 140/141, 3)
Κύριε, περιφρούρησε το στόμα μου∙ σε περιπτώσεις στις οποίες προσπαθεί κανείς να συγκρατήσει τον εαυτό του για να μην ξεστομίσει ανάρμοστη φράση, χαρακτηρισμό, ύβρη (αυτός ο άνθρωπος, θου, Κύριε, φυλακήν τω στόματί μου, είναι υπεύθυνος για ό,τι μας συνέβη).

  1. Μ γνώτω ριστερά σου τί ποιε δεξιά σου. (Καινή Διαθήκη, Ματθ. 6,3)
Δεν ξέρει τι του γίνεται, δεν ελέγχει τις κινήσεις του.

  1. Νίπτω τς χερας μου. (από την πράξη του Πόντιου Πιλάτου, Κ.Δ. Ματθ. 27, 24)
Για ανθρώπους που αποποιούνται κάθε ευθύνη, που προτιμούν να μην αναμιχθούν σε υπόθεση, στην οποία θα μπορούσαν να παρέμβουν.

  1. φθαλμν ντ φθαλμο κα δόντα ντ δόντος. (Παλαιά Διαθήκη, Έξοδ. 21, 24)
(ως δόγμα) Για να εκφραστεί η επιθυμία της αντεκδικήσεως, της ανταποδόσεως των ίσων∙ στην αντίληψη αυτή αντιτίθεται η χριστιανική περί συγχωρήσεως των εχθρών ή όσων μας αδικούν.

17. Από τη γλώσσα της Εκκλησίας έχουν μπει στη νεοελληνική πολλές στερεότυπες φράσεις. Μερικές από αυτές έμειναν κατά τη διάρκεια των αιώνων αμετάβλητες. Άλλες συγχρονίστηκαν και άλλες χρησιμοποιούνται με παραλλαγμένη σημασία (π.χ. άρον άρον = γρήγορα και βιαστικά).
Χρησιμοποιήστε μέσα σε περιόδους λόγου τις ακόλουθες φράσεις από τη γλώσσα της Εκκλησίας.

  1. μη μου άπτου
Ενδιαφέρουσα όσο και απρόσμενη σημασιολογική εξέλιξη από τη σημασία του «μη με αγγίζεις», φράση που είπε ο Ιησούς στη Μαρία τη Μαγδαληνή, όταν εμφανίστηκε μπροστά της μετά την ανάσταση (Κ.Δ. Ιωάνν. 20, 17: Μή μου πτου, οπω γάρ ναβέβηκα πρός τόν πατέρα), στη σημασία του «λεπτεπίλεπτος, ευαίσθητος, μυγιάγγιχτος»! Προφανώς η μεταπήδηση έγινε μεταφορικά για άτομα που δεν ανέχονται ακόμη και να τα αγγίξει κανείς, άρα υπερβολικά ευαίσθητα και λεπτά. Στην όλη εξέλιξη συνέβαλε πιθανόν και το ομώνυμο φυτό «μη-μου-άπτου» ή αλλιώς, «μιμόζα η αισχυντηλή», που όταν την πλησιάζει κανείς, συστέλλει τα φύλλα της σαν από ντροπή!

  1. αγρόν ηγόρασε (Κ.Δ. Λουκ. 14, 18)
Έχει προέλθει από τον χαρακτηριστικό τύπο αδιάφορου και ελαφρόμυαλου ανθρώπου, που, ενώ (κατά την παραβολή του Χριστού) προσκαλείται στη σημαντική, για την εποχή εκείνη, γιορτή του γάμου, αυτός προτιμά να πάει να δει το χωράφι, που αγόρασε, πράγμα που -υπονοείται- μπορεί να κάνει οποιαδήποτε άλλη ώρα. Λέγεται έτσι για ανθρώπους που αδιαφορούν για κάτι σημαντικό και ασχολούνται με ασήμαντα, επειδή δεν είναι σε θέση να κρίνουν τι είναι σημαντικό και άξιο προσοχής και τι ασήμαντο και επουσιώδες. Με το ίδιο νόημα χρησιμοποιείται και η παροιμία: «άφησε το γάμο, να πάει για πουρνάρια». Η φράση στην Καινή Διαθήκη είναι «γρόν γόρασα καί χω νάγκην ξελθεν καί δεν ατόν». Από αυτήν λέμε για κάποιον «αγρόν ηγόρασε» ή «αγρόν ηγόραζε» ή (για το παρόν) «αγρόν αγοράζει».

  1. φωνή βοώντος εν τη ερήμω (Κ.Δ. Ματθ. 3, 3)
Για κάποιον που δεν τον λαμβάνουν οι άλλοι υπ’ όψιν, που η γνώμη του ή οι επισημάνσεις του δεν εισακούονται. Η φράση «φωνή βοντος ν τ ρήμ» προέρχεται από την Καινή Διαθήκη και αναφέρεται στον Ιωάννη τον Βαπτιστή, που κήρυττε στην έρημο της Ιουδαίας.

  1. ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω (Κ.Δ. Ματθ. 11, 15, Λουκ. 14, 35)
Αυτός που είναι ικανός να αντιληφθεί κάτι, ας το αντιληφθεί (εγώ ό,τι είχα να πω το είπα∙ 4.  ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω!)

  1. εκ βαθέων
Από τα βάθη της ψυχής κάποιου (εκ βαθέων εξομολόγηση).

  1. τα άγια τοις κυσί (κύνες = σκυλιά [κύνες, κυνν, κυσί, κύνας, κύνες])
(μή δτε τό γιον τος κυσίν, Κ.Δ. Ματθ. 7, 6) σε περιπτώσεις κατά τις οποίες εμπιστεύεται κανείς τη διαφύλαξη, τήρηση, προστασία όσων θεωρεί ιερά σε πρόσωπα ανάξια (πολλοί ασυνείδητοι πωλούν την εθνική μας κληρονομιά σε ξένους∙ δίνουν τα άγια τοις κυσί χωρίς ντροπή!)

  1. απολωλός πρόβατον (Κ.Δ. Λουκ. 15, 6 κ.α.)
Ο άνθρωπος που έφυγε από τον δρόμου του Θεού, γενικότερα τον σωστό δρόμο∙ η φράση είναι ιδιαίτερα γνωστή από τη χρήση της στη νεκρώσιμη ακολουθία: «Τό πολωλός πρόβατον γώ εμί, νακάλεσόν με, Σωτήρ, καί σσόν με».

  1. γης Mαδιάμ (λανθασμένη παρετυμολογική εκφορά: γης Μαριάμ)
Άνω-κάτω, χωρίς τίποτα να μείνει όρθιο∙ για πολύ μεγάλη αναστάτωση ή καταστροφή.

  1. επί ξύλου κρεμάμενος (πί ξύλου βλέπουσα κρεμάμενον, Χριστέ, Ακολουθία της Μ. Πέμπτης)
Κρεμασμένος πάνω σε ξύλο (ενν. στον σταυρό) για τον Χριστό που κρεμόταν σταυρωμένος στον σταυρό τού μαρτυρίου∙ μεταφορικά: μόνος, αβοήθητος, πάμφτωχος (έχασε όλες του τις οικονομίες στο Χρηματιστήριο και τώρα έχει μείνει επί ξύλου κρεμάμενος).

18. Να βρείτε τι σημαίνουν οι ακόλουθες φράσεις, που προέρχονται από την Παλαιά ή την Καινή Διαθήκη και να τις εντάξετε σε σύντομες περιόδους λόγου.

  1. ποδιοπομπαος τράγος
Ο άνθρωπος στον οποίο επιρρίπτονται οι ευθύνες άλλων (δεν θα επιτρέψω να κάνετε εμένα αποδιοπομπαίο τράγο∙ όλοι έχετε ευθύνες για ό,τι συνέβη).
Η όλη φράση αποδιοπομπαίος τράγος και ως περιεχόμενο και ως γλωσσική διατύπωση είναι προϊόν συμφυρμού, αποτέλεσμα δηλαδή αναμείξεως δύο διαφορετικών παραδόσεων και δύο διαφορετικών λεκτικών δηλώσεων: του αρχαίου ελληνικού ποδιοπομπομαι «αποτρέπω κακά, εξορκίζω» (μαρτυρείται ήδη στον Κρατύλο του Πλάτωνος) και του ποπομπαος τράγος της Π.Δ. Ήτοι: ποδιοπομπομαι + ποπομπαος τράγος > ποδιοπομπαος τράγος (λατινικά caper emissarius). Το τελευταίο αυτό είναι νεολογισμός, που μαρτυρείται μόλις από τη δεκαετία του 1880. Από πλευρά περιεχομένου, και οι δύο παραδόσεις στηρίζονται στην έννοια του «εξιλαστηρίου θύματος» και της «κάθαρσης». Και το μεν ποδιοπομπομαι προέρχεται από το «ποπέμπομαι το Δον κδιον» (διώχνω από την πόλη την προβειά του προβάτου, αποκαθαίρω), ο δε ποπομπαος τράγος είναι ο τράγος στον οποίο έπεφτε ο κλήρος κάθε 7 χρόνια να αφεθεί ελεύθερος στην έρημο από τον αρχιερέα, μεταφέροντας πάνω του το βάρος των αμαρτιών όλου του λαού (Π.Δ. Λευϊτικόν 16, 8-10).

  1. περ πολλ τυρβάζει (μεριμνς καί τυρβάζ περί πολλά, Κ.Δ. Λουκ. 10, 41)
Ασχολούμαι με άλλα (όχι με αυτά που πρέπει) ή ασχολούμαι με πολλά.

  1. παρελθέτω π’ μο τ ποτήριον τοτο (Κ.Δ. Ματθ. ΚΣΤ΄, 39)
Ας παρέλθει από μένα αυτό το ποτήρι (λόγια του Χριστού προς τον Πατέρα Του εν όψει της σταυρώσεώς Του)∙ για περιπτώσεις στις οποίες εύχεται κανείς να αποφύγει μια δοκιμασία, να μην υποστεί ένα μαρτύριο.

  1. ς πρόβατον π σφαγήν (Π.Δ., Ησαΐας 53, 7)
Μεταφορικά: Για κάποιον που οδηγείται (από άλλους) σε βέβαιη καταστροφή, χωρίς να το γνωρίζει ή να το καταλαβαίνει ή χωρίς να διαμαρτύρεται.

  1. μετ φανν κα λαμπάδων (Κ.Δ. Ιωάν, 18, 3)
Σε πανηγυρική ατμόσφαιρα.

  1. ναμάρτητος πρτος τν λίθον βαλέτω (Κ.Δ. Ιωάνν. 8,7)
Για περιπτώσεις που κάποιος κατηγορεί τους άλλους για κάτι, χωρίς να αναλογίζεται και τα δικά του σφάλματα ή τη δική του ευθύνη.

  1. θέτω τν δάκτυλον π τν τύπον τν λων (Κ.Δ. Ιωάνν. 20, 25)
Στο αποτύπωμα των καρφιών (πάνω στο σώμα του Χριστού)∙ μεταφορικά: στο σημείο, θέμα κ.λπ. που κυρίως ενοχλεί, που μαρτυρεί μια δυσάρεστη ή οδυνηρή κατάσταση.

  1. φες ατος, ο γρ οδασι τί ποιοσι (Κ.Δ. Λουκ. 23, 34)
Για ανθρώπους που δεν έχουν επίγνωση των πράξεών τους.

  1. κρογωνιαος λίθος
Στήριγμα γωνίας τοίχου και κατ’ επέκταση βάση, στήριγμα∙ μεταφορικά: το βασικότερο στοιχείο, η βασική προϋπόθεση, προκειμένου να επιτευχθεί κάτι.

  1. ντ το μάννα χολήν (Αντίφωνο ιβ΄ Μεγάλης Πέμπτης)
Για ανθρώπους που βλάπτουν τους ευεργέτες τους.

19. Στις προτάσεις που ακολουθούν χρησιμοποιούνται κάποιες λέξεις ή φράσεις από την εκκλησιαστική γλώσσα. Άλλες από αυτές χρησιμοποιούνται κυριολεκτικά, οι περισσότερες όμως χρησιμοποιούνται συνυποδηλωτικά.
Να αντικαταστήσετε τη λέξη ή τη φράση που υπογραμμίζεται με μια φράση της νεοελληνικής που να αποδίδει τη σημασία της.

  1. H αστυνομική προανάκριση είχε τελειώσει. Σε λίγο τον έστειλαν με τους κλητήρες στην εισαγγελία, όπου είχαν σταλεί και όλα τα κατασχεμένα. Από τον Άννα στον Καϊάφα, συλλογίστηκε ο κακόμοιρος.
Από τον Άννα στον Καϊάφα: Για περιπτώσεις που κάποιος ταλαιπωρείται στη διεκπεραίωση μιας υπόθεσής του, καθώς ο ένας τον στέλνει στον άλλον. (Κ.Δ. Ο Ιουδαίος αρχιερέας Άννας που συμμετείχε στη δίκη του Χριστού τον παρέπεμψε στο Καϊάφα.)

  1. Συχνά οι νέοι αρνιούνται όλα όσα είχαν πιστέψει, όλα όσα τους είχαν συγκινήσει και αποζητούν με θέρμη τα καλά και συμφέροντα.
τα καλά και συμφέροντα: Για περιπτώσεις στις οποίες κάποιος αξιολογεί ως γενικά σωστό ή θεμιτό ό,τι εξυπηρετεί τον ίδιο ατομικά, ό,τι ο ίδιος επιδιώκει ή πράττει προς όφελός του.

  1. Τόσο καιρό δεν τον γνωρίζαμε καλά και γι’ αυτό νομίζαμε πως είναι άνθρωπος σοβαρός και με περιεχόμενο. Αυτός όμως είναι κύμβαλον αλαλάζον.
κύμβαλον αλαλάζον: ο θορυβώδης αλλά κενός, κούφιος, επιφανειακός άνθρωπος που στερείται περιεχομένου, υιοθετεί και επαναλαμβάνει άκριτα απόψεις άλλων. (Κ.Δ. Α΄ Κορινθ. 13, 1).  

  1. Αυτά που λες είναι προφάσεις εν αμαρτίαις· η αλήθεια είναι πως δεν άνοιξες βιβλίο!
προφάσεις εν αμαρτίαις: Για περιπτώσεις κατά τις οποίες προβάλλει κανείς διάφορες δικαιολογίες για ατοπήματά του, που δεν μπορούν να δικαιολογηθούν. (Π.Δ. Ψαλμ. 140, 4)

  1. Πρώτη φορά έβλεπα ανθρώπους να πατούν πάνω στα κάρβουνα και είχα μείνει στήλη άλατος.
στήλη άλατος: Μεταφορικά: μένω εντελώς ακίνητος από έντονη έκπληξη.

  1. Όλη του η ζωή ήταν ένας ατέλειωτος γολγοθάς.
γολγοθάς: Μεταφορικά ως προσηγορικό: κάθε πορεία μεγάλου πόνου ή εξευτελισμού. [Κυριολεκτικά, είναι ο λόφος της Ιερουσαλήμ, που από τους Ευαγγελιστές μαρτυρείται ως τόπος σταυρώσεως των καταδικασμένων σε θάνατο, όπου σταυρώθηκε και ο Ιησούς Χριστός.]
  
  1. Οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ γνωρίζουν καλά τι συνέβη με την παρέμβαση του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ: Για πρόσωπα τα οποία βρίσκονται στο κέντρο των εξελίξεων και γνωρίζουν από προσωπική αντίληψη τα γεγονότα.

  1. Φύγαμε άρον άρον και δεν προφθάσαμε να σας συναντήσουμε.
άρον άρον: πολύ βιαστικά (Κ.Δ. Ιωάνν. 19, 15).

20. Να συμπληρώσεις τα κενά με μία από τις φράσεις του πλαισίου που προέρχονται από τη γλώσσα της εκκλησίας.

  1. Ήταν λίγο καιρό μαλωμένοι, μα τα ξανάφτιαξαν και τώρα πάλι είναι μέλι γάλα.
  2. Αυτό το πουκάμισο έχει λιώσει πάνω μου. Το έχω  από τον καιρό του Νώε.
  3. Όσο κι αν μου χρειάζονται τα χρήματα, δεν πουλώ το σπίτι μου αντί πινακίου φακής.
  4. Όταν πριν από τρία χρόνια ήρθε ο Μητροπολίτης στο χωριό μας, οι χωρικοί βγήκαν και τον υποδέχτηκαν μετά φανών και λαμπάδων.
  5. Τέτοιος φοβερός σεισμός δεν είχε γίνει ποτέ πριν. Δεν έμεινε λίθος επί λίθον.
  6. Όταν έχασε και τον πατέρα της, απόμεινε ολομόναχη μην έχοντας πού την κεφαλήν κλίνη.
  7. Μπορείς να λες ό,τι θέλεις, οι δικαιολογίες σου δεν έχουν καμία αξία· είναι προφάσεις εν αμαρτίαις.
  8. Παρακολουθούσε από το κρεβάτι τα κατορθώματα των συντρόφων του και πολύ θα ήθελε να βρισκόταν και αυτός μαζί τους. Όμως το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής.
  9. Όπως γνωρίζουν οι παροικούντες την Iερουσαλήμ, ο πρωθυπουργός, παρά τη διάψευση του κυβερνητικού εκπροσώπου, θα προβεί σύντομα σε ανασχηματισμό της κυβέρνησης.
  10. Μόλις μας ανακοίνωσαν στο σχολείο ότι θα γίνει περίπατος, ξεσπάσαμε όλοι σε φωνές χαράς. Έγινε μέσα στην τάξη το ανάστα ο Θεός.

οι παροικούντες την Iερουσαλήμ: πρόσωπα τα οποία βρίσκονται στο κέντρο των εξελίξεων και γνωρίζουν από προσωπική αντίληψη τα γεγονότα.
προφάσεις εν αμαρτίαις: Για περιπτώσεις κατά τις οποίες προβάλλει κανείς διάφορες δικαιολογίες για ατοπήματά του, που δεν μπορούν να δικαιολογηθούν.
αντί πινακίου φακής: με ευτελές αντάλλαγμα.
λίθος επί λίθον: πλήρης, ολοσχερής καταστροφή.
ανάστα ο Θεός: πρόκληση θορύβου και φασαρίας.
μέλι γάλα: η ύπαρξη πολύ καλών σχέσεων και συνεννόησης.
πού την κεφαλήν κλίνη: για κάποιον που δεν έχει κανένα περιουσιακό στοιχείο∙ άπορος, άστεγος.
από τον καιρό του Νώε: από πάρα πολύ παλιά.
μετά φανών και λαμπάδων: σε πανηγυρική ατμόσφαιρα.
το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής: αν και υπάρχει η διάθεση και η επιθυμία, δεν μπορεί να υπάρξει σχετική δράση λόγω σωματικής ή άλλης αδυναμίας.

21. Να συμπληρώσετε τα κενά με την κατάλληλη φράση από αυτές που δίνονται μέσα στο πλαίσιο.

  1. Βρισκόταν σε δεινή οικονομική κατάσταση· το υπέρογκο χρηματικό ποσόν που κληρονόμησε ανέλπιστα ήταν μάννα εξ ουρανού γι’ αυτόν.
  2. Τις διαδηλώσεις τις υποκίνησε ξένος δάκτυλος.
  3. Άκουσε τα εξ αμάξης από το διευθυντή του για την άστοχη ενέργειά του.
  4. O νεαρός οργισμένος όρμησε μέσα στο γραφείο ως ταύρος εν υαλοπωλείω.
  5. O πρωθυπουργός τόνισε πως το πρόγραμμα για την Υγεία αποτελεί την αιχμή του δόρατος για την κοινωνική μεταρρύθμιση.
  6. H ελευθερία του Τύπου αποτελεί τη λυδία λίθο της δημοκρατίας.
  7. Κατάγεται από πολιτική οικογένεια· ο ίδιος πήρε το βάπτισμα του πυρός στις εκλογές του 1981.
  8. Δυστυχώς δεν μπορώ να σε βοηθήσω· είμαι ο τελευταίος τροχός της αμάξης στην επιχείρηση.
  9. Έκανε τιτάνιο αγώνα να επανεκλεγεί, αλλά δεν τα κατάφερε.
  10. Με τη δολοφονία του διπλωμάτη δημιουργήθηκε φλέγον ζήτημα ανάμεσα στις δύο χώρες.

αιχμή του δόρατος: κρίσιμο, κύριο σημείο / το βασικότερο όπλο μιας στρατηγικής, μιας επιθετικής πολιτικής.
λυδία λίθος: η σκληρή μαύρη πυριτική πέτρα, με την οποία ελέγχεται ο βαθμός γνησιότητας του χρυσού και του αργύρου. Μεταφορικά: καθετί (ιδιότητα, κατάσταση, όργανο, γεγονός) με το οποίο δοκιμάζεται η αντοχή, η αξία και η ιδιότητα (κάποιου).
βάπτισμα του πυρός: η πρώτη συμμετοχή σε μάχη. Γενικότερα, η πρώτη σημαντική εμπειρία.  
μάννα εξ ουρανού: η απρόσμενη ευεργεσία (μάννα: η τροφή -υποκατάστατο του άρτου- που έστειλε ο Θεός στους Εβραίους, καθώς διέσχιζαν την έρημο).
ξένος δάκτυλος: η κρυφή επέμβαση και υποκίνηση.
ο τελευταίος τροχός της αμάξης: για πρόσωπα που βρίσκονται στη χαμηλότερη βαθμίδα σε μια ιεραρχία, που δεν έχουν μεγάλες αρμοδιότητες ή εξουσία.
τα εξ αμάξης: υβριστικά λόγια, τα οποία απευθύνονται επιθετικά προς κάποιον, με έντονα επιτιμητικό τρόπο.
ταύρος εν υαλοπωλείω: για κάποιον που αντιδρά χωρίς αυτοέλεγχο, που αντιδρά μανιωδώς διαλύοντας τα πάντα γύρω του.
τιτάνιος αγώνας: αγώνας που είναι πάνω από τις φυσικές ανθρώπινες δυνάμεις.  
φλέγον ζήτημα: αυτό που απασχολεί πολύ έντονα, επιτακτικό λόγω της μεγάλης σημασίας του.

22. Να συμπληρώσετε τα κενά με τα λόγια επιρρήματα που σας δίνονται μέσα στο πλαίσιο.

  1. H πόλη παραδόθηκε αμαχητί.
  2. Ανέβηκε την παλιά πέτρινη σκάλα απνευστί.
  3. Επανέλαβε το κείμενο αυτολεξεί.
  4. Οι απόψεις του για το ζήτημα που προέκυψε άλλαξαν άρδην.
  5. Κατηγορεί όλους συλλήβδην τους μετόχους.
  6. Τάχθηκαν αναφανδόν εναντίον του αρχηγού τους.
  7. Διάβασε το κείμενο επιτροχάδην.
  8. Στο δωμάτιό του τα βιβλία του είναι φύρδην-μίγδην.
  9. Τους αρέσει να κάθονται οκλαδόν μπροστά στο τζάκι και να κουβεντιάζουν.
  10. Το δέμα το λάβαμε αυθημερόν.

συλλήβδην: γενικά, χωρίς διακρίσεις, παίρνοντας (πρόσωπα ή πράγματα) όλα μαζί.
επιτροχάδην: πολύ γρήγορα, βιαστικά.
άρδην: εκ θεμελίων, ριζικά, εξ ολοκλήρου.  
φύρδην-μίγδην: εντελώς ανακατεμένα, χωρίς καμία τάξη.
απνευστί: με μια ανάσα, χωρίς αναπνοή.  
αναφανδόν: με τρόπο σαφή και ανεπιφύλακτο.
οκλαδόν: καθιστός κα με λυγισμένα τα γόνατα, ώστε να πόδια να είναι προς τα μέσα σταυρωτά.
αμαχητί: χωρίς αντίσταση.  
αυτολεξεί: χρησιμοποιώντας την ίδια ακριβώς διατύπωση, τα ίδια λόγια.  
αυθημερόν: εντός των χρονικών πλαισίων μίας και της αυτής ημέρας.

23. Να αποδώσετε στη σημερινή γλώσσα τις παρακάτω λόγιες φράσεις και να τις εντάξετε σε ένα κατάλληλο γλωσσικό περιβάλλον.

  1. εκ περιτροπής: με εναλλασσόμενη σειρά (Διον. Αλικαρν. 5, 2) [η εκ περιτροπής κυκλοφορία των αυτοκινήτων στον δακτύλιο της Αθήνας]  
  2. κατ’ αντιμωλίαν (δίκη): η διεξαγωγή της συζήτησης στο ακροατήριο με την παρουσία και συμμετοχή όλων των διαδίκων, κατ’ αντιδιαστολή προς την ερημοδικία.
  3. ο μη γένοιτο: κάτι που ευχόμαστε να μη γίνει.
  4. άκρον άωτον: το πλέον ακραίο σημείο, το υπέρτατο όριο (πράγματος, καταστάσεως κ.λπ.).
  5. επί θύραις (για κίνδυνο): για κάτι απειλητικό, που επίκειται ή βρίσκεται ήδη πολύ κοντά.
  6. εν κρυπτώ και παραβύστω: κρυφά και μυστικά.
  7. όπερ έδει δείξαι: αυτό που έπρεπε να αποδειχτεί, αποδείχτηκε (Ευκλείδ. 1, 4). 
  8. εξώλης και προώλης: για άνθρωπο τελείως ξεδιάντροπο, ανήθικο. [Δημοσθένης: «ξώλεις και προώλεις ποιεν τινάς ν γ καί ν θαλάσσ»] 
  9. επ’ αυτοφώρω: τη στιγμή που τελείται ή τη στιγμή που μόλις έχει ολοκληρωθεί η αξιόποινη πράξη (π’ ατοφώρ λαμβάνειν, Λυσίας 13, 85).
  10. δια πυρός και σιδήρου: πυρπολώντας και κατασφάζοντας.
  11. εξ οικείων τα βέλη: για περιπτώσεις στις οποίες η κριτική ή οι κατηγορίες προέρχονται από πρόσωπα του συγγενικού ή φιλικού περιβάλλοντος (λατ. telis nostrorum, Βιργιλ. Αινειάς II 410-2).
  12. εκ των ων ουκ άνευ: (λατ. sine qua non) για κάτι που είναι απαραίτητο ή αναντικατάστατο, χωρίς το οποίο δεν νοείται ή δεν γίνεται κάτι.
  13. από καταβολής κόσμου: από την αρχή της δημιουργίας του κόσμου, δηλαδή από παμπάλαια εποχή (Κ.Δ. Ματθ. 25, 34). 
  14. έτερον εκάτερον: άλλο το ένα και άλλο το άλλο, το ένα είναι πολύ διαφορετικό από το άλλο.  

24. Τι σημαίνουν οι λόγιες φράσεις που ακολουθούν;

  1. από θέσεως ισχύος: από πλεονεκτική θέση. 
  2. από καθέδρας: με ύφος αυθεντίας ή από θέση που δίνει το δικαίωμα να θεωρείται κάποιος αυθεντία.
  3. από καιρού εις καιρόν: μερικές φορές, πότε-πότε, σε διάφορες χρονικές στιγμές.
  4. από μηχανής θεός: μεταφορικά: πρόσωπο, γεγονός, συμβάν κ.λπ. που εμφανίζεται ή πραγματοποιείται απρόσμενα, δίνοντας ευνοϊκή λύση σε δυσάρεστη και περίπλοκη ή αδιέξοδη κατάσταση. 
  5. αυτός καθαυτόν: αυτός ο ίδιος, αυτός ακριβώς (και όχι άλλος).   
  6. μετά βίας: οριακά και με δυσκολία, ίσα-ίσα και κατόπιν πολλής προσπάθειας ή πιέσεων.
  7. ως διά μαγείας: κατά τρόπο αναπάντεχο ή και ανεξήγητο, σαν να επέδρασε ξαφνικά κάποια υπερφυσική δύναμη.
  8. ως εκ τούτου: όπως προκύπτει από τα προηγούμενα.
  9. εξ απαλών ονύχων: (λατ. de tenero ungui) από πολύ μικρή ηλικία∙ γενικότερα από πολύ νωρίς.
  10. εκ παραδρομής: λάθος από απροσεξία.
  11. εκτός εαυτού: έξω φρενών, σε σημείο που είναι αδύνατο να συγκρατηθεί κανείς.
  12. εκ του ασφαλούς: χωρίς κίνδυνο, από θέση που δεν ενέχει κινδύνους.
  13. εκ του μη όντος: από το τίποτα∙ κυρίως σε φράση για τη δήλωση της σχέσης αιτίου-αποτελέσματος.
  14. εκ των ενόντων: από τα υπάρχοντα / από τους υπάρχοντες προς το παρόν, από όσα / όσους είναι διαθέσιμα / διαθέσιμοι (Δημοσθ. Περί στεφάνου 256,9).
  15. εκ προοιμίου: εξαρχής, εισαγωγικά.
  16. εν ευθέτω χρόνω: τον κατάλληλο καιρό, όταν οι συνθήκες είναι κατάλληλες.  
  17. εν λευκώ: με πλήρη ελευθερία κινήσεων για λογαριασμό (κάποιου).
  18. εν ψυχρώ: ψύχραιμα, χωρίς δισταγμό.
  19. ενώπιος ενωπίω: πρόσωπο με πρόσωπο (Π. Δ. Έξοδος 33, 11). [Η φράση αυτή που έφτασε σήμερα να σημαίνει τη συνάντηση και συνομιλία «πρόσωπο με πρόσωπο» και κατ’ επέκταση την ανοιχτή, καθαρή, θαρραλέα συζήτηση, ξεκινάει από την Π. Δ. με διαφορετικό νόημα. Χρησιμοποιείται εκεί για να δηλώσει την άμεση επικοινωνία του Θεού με τον Μωυσή, την καταδεκτική στάση του Θεού να μιλήσει απευθείας με τον άνθρωπο Μωυσή, πρόσωπο με πρόσωπο, «όπως μιλάει κανείς στον φίλο του».]    
  20. εξ επαφής: από πολύ κοντινή απόσταση.
  21. επί ίσοις όροις: κατά τρόπο που να εξασφαλίζονται ανάλογες ευκαιρίες για όλους, που να μη δίνεται υπεροχή σε κανέναν εκ των προτέρων.
  22. επί του προκειμένου: ως προς το θέμα που μας απασχολεί.
  23. κατά κράτος: καθ’ ολοκληρίαν, εντελώς (Θουκ. 8, 100).
  24. εφ’ όρου ζωής: ισοβίως, για όλη τη διάρκεια του βίου.  
  25. κατά το μάλλον ή ήττον: πάνω-κάτω, κατά προσέγγιση, περίπου.
  26. μέχρις εσχάτων: μέχρι τέλους, ως την τελευταία στιγμή.
  27. ο περί ου ο λόγος: αυτός για τον οποίο γίνεται λόγος.
  28. ούτως ή άλλως: έτσι κι αλλιώς, σε κάθε περίπτωση.

25. Πότε λέμε ότι κάποιος:

1.      βλέπει δια της τεθλασμένης
δια της τεθλασμένης: δια της πλαγίας οδού, με πλάγιο τρόπο, συνήθως με αθέμιτα ή ανορθόδοξα μέσα.

  1. δίνει «γην και ύδωρ»
(δίνω) γη και ύδωρ: παραδίδομαι άνευ όρων, δεν προβάλλω την παραμικρή αντίσταση (Ηροδ. 5, 18 γν και δωρ ατεν / διδόναι)

  1. διέρρηξε τα ιμάτιά του
διαρρηγνύω τα ιμάτιά μου (σχίζω τα ρούχα μου) διαμαρτύρομαι έντονα, κυρίως υποστηρίζοντας την αθωότητα ή το δίκιο μου, συχνά ειρωνικά: πολλοί από εκείνους που κατηγορήθηκαν για εγκλήματα πολέμου διερρήγνυαν τα ιμάτιά τους ότι εκτελούσαν διαταγές άλλων.

  1. έγινε πυρ και μανία
κάνω κάποιον πυρ και μανία: εξοργίζω κάποιον (μόλις άκουσε την είδηση, έγινε πυρ και μανία).

  1. αίρεται στο ύψος των περιστάσεων
αίρομαι στο ύψος των περιστάσεων: ανταποκρίνομαι με επιτυχία σε ό,τι απαιτούν οι περιστάσεις.

  1. εκτοξεύει μύδρους
μύδρος: καυστικός και επιθετικός λόγος (εκτοξεύει μύδρους κατά των αντιφρονούντων).

  1. έλαμψε ως διάττων (αστήρ)
έλαμψε ως διάττων (αστήρ): πρόσωπο με φήμη η οποία αποδείχθηκε πρόσκαιρη, που εμφανίστηκε και εξαφανίστηκε γρήγορα από το προσκήνιο.

  1. βρίσκεται μεταξύ δύο πυρών
(βρίσκομαι) μεταξύ δύο πυρών: i. ανάμεσα σε δύο εχθρούς, που βάλλουν από αντίθετες κατευθύνσεις ii. μεταφορικά: ανάμεσα σε δύο αντιπάλους ή παρατάξεις που αντιμάχονται μεταξύ τους ή δρουν εναντίον μου χωριστά και με διαφορετικό τρόπο.

  1. εξ ιδίων κρίνει τα αλλότρια
εξ ιδίων τα αλλότρια (κρίνω): για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες κανείς εκφέρει για τους άλλους κρίσεις λαμβάνοντας ως κριτήριο τον εαυτό του.

  1. πατάει επί πτωμάτων
πατάει επί πτωμάτων: ενεργεί αδίστακτα βλάπτοντας άλλους, προκειμένου να πετύχει, να εξασφαλίσει αυτά που θέλει.

  1. είναι υπ’ ατμόν
είναι υπ’ ατμόν: βρίσκεται σε ετοιμότητα (ασθενοφόρα και πυροσβεστικά οχήματα βρίσκονται υπ’ ατμόν).

  1. δεν έχει σώας τας φρένας
έχω σώας τας φρένας: είμαι διανοητικώς, ψυχικώς υγιής (για να είναι έγκυρη μια διαθήκη, πρέπει να έχει σώας τας φρένας ο διαθέτης).

  1. τείνει κλάδον ελαίας
τείνω κλάδον ελαίας: εκδηλώνω τη διάθεση για συμφιλίωση, κάνω χειρονομία καλής θέλησης.

  1. κρούει τον κώδωνα του κινδύνου
κρούω τον κώδωνα του κινδύνου: προειδοποιώ για επερχόμενο κίνδυνο (ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για την πορεία της οικονομίας).

  1. βρίσκεται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας
μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας: στο μεταίχμιο, περίπου στη μέση (για να τονιστεί η κρισιμότητα ή η ρευστότητα μιας κατάστασης).

  1. παραβιάζει ανοικτάς θύρας
παραβιάζω ανοικτές θύρες: επιτυγχάνω κάτι χωρίς την αναμενόμενη δυσκολία ή ανακαλύπτω κάτι χωρίς σημασία ή προφανές, που το βλέπουν ή το γνωρίζουν όλοι.

  1. τείνει ευήκοον ους
τείνω ευήκοον ους: ακούω με ευνοϊκή διάθεση, είμαι πρόθυμος να ακούσω και να εισακούσω.

  1. τηρεί σιγήν ιχθύος
σιγή ιχθύος: απόλυτη σιγή (τηρώ σιγή ιχθύος = δεν μιλάω καθόλου).

26. Προσπαθήστε να αποδώσετε τη σημασία των υπογραμμισμένων λόγιων φράσεων, χρησιμοποιώντας ισοδύναμες λέξεις ή φράσεις της κοινής νεοελληνικής.

  1. Ενώ τους έπεισε να αναλάβουν την υπόθεση, τη δύσκολη στιγμή ελαφρά τη καρδία τούς εγκατέλειψε, για να αποφύγει να αναλάβει τις ευθύνες του.
ελαφρά τη καρδία: χωρίς συναίσθηση της σημασίας, του βάρους (λόγων ή ενεργειών), με επιπολαιότητα.

  1. Είναι απορίας άξιο πώς κατόρθωσε αβρόχοις ποσί να επιτύχει στις εξετάσεις για την εισαγωγή στις Ανώτατες Σχολές.
αβρόχοις πόσι: χωρίς να βραχούν τα πόδια, δηλαδή χωρίς κόπο, χωρίς ταλαιπωρία.

  1. Πρέπει να αναλάβεις πάση θυσία τα ηνία της επιχείρησης, για να πραγματοποιήσεις τους στόχους σου.
πάση θυσία: με οποιοδήποτε τίμημα, οπωσδήποτε.
  1. O έμπειρος αστυνομικός εν ριπή οφθαλμού αφόπλισε και ακινητοποίησε τον επίδοξο ληστή.
ριπή οφθαλμού: πάρα πολύ γρήγορα, στη στιγμή, ακαριαία (Κ.Δ. Α΄ Κορινθ. 15, 22).

  1. Ανέλαβε να μεσολαβήσει οικεία βουλήσει, για να λυθεί η παρεξήγηση μεταξύ τους, αν και ήξερε εκ των προτέρων ότι η προσπάθειά του θα ήταν δύσκολη.
οικεία βουλήσει: με τη θέλησή του, χωρίς εξαναγκασμό.

  1. H χώρα μας επιδίωξε να τεθούν όλα τα θέματα επί τάπητος και να γίνει συζήτηση εφ’ όλης της ύλης, όμως οι υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης το απέφυγαν.
να τεθούν επί τάπητος: να τεθούν υπό συζήτηση∙ φέρω (συγκεκριμένο ζήτημα) προς συζήτηση.  
εφ’ όλης της ύλης: σε όλα, στα πάντα∙ σε όλη την έκταση της ύλης.  

  1. Διέπραξε το ειδεχθές έγκλημα εν βρασμώ ψυχής.
εν βρασμώ ψυχής: σε κατάσταση η οποία παρεμποδίζει τη σκέψη και η οποία οφείλεται σε ψυχική υπερδιέγερση προκαλούμενη από την αιφνίδια υπερένταση συναισθήματος ή πάθους.

  1. Θα πεισθώ μόνον αν το δω ιδίοις όμμασι.
ιδίοις όμμασι: με τα ίδια μου τα μάτια.

  1. O ρήτορας ανέπτυξε διά μακρών τις απόψεις του.
διά μακρών: διεξοδικά, εκτενώς (Πλάτ. Γοργίας 449b).

  1. Αυτά τα έξοδα, ειρήσθω εν παρόδω, δε θα βαρύνουν τον προϋπολογισμό του κράτους, αλλά θα καταβληθούν από ιδιώτες.
ειρήσθω εν παρόδω: ας λεχθεί κατά τη ροή του λόγου∙ χρησιμοποιείται για την προαναγγελία της αναφοράς από τον ομιλητή στοιχείων συμπληρωματικών, παρενθετικών.

  1. O υπουργός εν τη ρύμη του λόγου ομολόγησε τα βαριά λάθη που διέπραξε.
εν τη ρύμη του λόγου: στη γρήγορη ροή του λόγου, καθώς μιλάει κανείς γρήγορα. Με τη φράση αυτή, που έχει κατά κανόνα αρνητική (κακόσημη) υφολογική χροιά, σχολιάζεται και εξηγείται από τον ομιλητή η στάση κάποιου, τα λεγόμενα του κ.λπ.

  1. Ενεργεί κατά το δοκούν, γι’ αυτό και είναι δυσαρεστημένοι οι συνεργάτες του.
κατά το δοκούν: κατά τη γνώμη (κάποιου), όπως φαίνεται σωστό (σε κάποιον).

Βιβλιογραφία: Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Γ. Μπαμπινιώτη
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...