Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εργασίες για τον Καβάφη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εργασίες για τον Καβάφη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τα γηρατειά στην ποίηση του Κωνσταντίνου Καβάφη

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Lawrence Supino

Τα γηρατειά στην ποίηση του Κωνσταντίνου Καβάφη

Ο Κωνσταντίνος Καβάφης υπήρξε αφοσιωμένος λάτρης της νεότητας και της ομορφιάς, καθώς θεωρούσε ότι η νεότητα σε συνδυασμό με το σωματικό κάλλος αποτελεί μια ανυπέρβλητη πηγή δύναμης. Ο ποιητής υμνεί με κάθε ευκαιρία τους ωραίους νέους που κοσμούν το ιδιαίτερο ποιητικό του σύμπαν και θλίβεται στη σκέψη ότι κάποια στιγμή η ομορφιά τους θα χαθεί. Το πέρασμα του χρόνου και η φθορά που επέρχεται τρομοκρατεί τον ποιητή, όχι γιατί φέρνει τον άνθρωπο πιο κοντά στο τέλος της ζωής του, αλλά γιατί του στερεί τη δυνατότητα να απολαμβάνει τη μοναδική εκείνη χαρά που προσφέρουν τα νιάτα και ο συγχρωτισμός με τους νέους ανθρώπους. Ο ποιητής θεωρεί ότι τα γηρατειά θέτουν τον άνθρωπο στο περιθώριο και τον κρατούν μακριά από κάθε ουσιαστική απόλαυση, δημιουργώντας έτσι μια ανυπόφορη κατάσταση κατά την οποία μπορεί να υπάρχει μόνο πόνος και απελπισία. Αν κοιτάξουμε, άλλωστε, τα πορτρέτα των ηλικιωμένων που δημιουργεί ο Καβάφης συνειδητοποιούμε πως ό,τι αισθάνεται ο ποιητής για τα γηρατειά είναι αποστροφή και θλίψη. Ο Καβάφης, βέβαια, γνωρίζει ότι το πέρασμα του χρόνου και η έλευση του γήρατος είναι κάτι το αναπόφευκτο, γι’ αυτό και στρέφεται στην ποίηση, τη μόνη δυνατή παρηγοριά που γνωρίζει. Η ποίηση μπορεί είτε να αποτελέσει το συνεκτικό δεσμό ανάμεσα στον ηλικιωμένο ποιητή και τους νέους είτε να του προσφέρει λίγες αναγκαίες στιγμές λησμονιάς.
Στο «Πολύ Σπανίως» ο Καβάφης καταγράφει τις σκέψεις και τα συναισθήματα ενός ηλικιωμένου ποιητή που έχοντας καταντήσει πλέον αποκρουστικός εξαιτίας των καταχρήσεων της νεότητάς του και φυσικά εξαιτίας του γήρατος, δεν έχει τίποτε άλλο να τον παρηγορεί παρά μόνο το ποιητικό του έργο. Παρόλο που ο ίδιος δεν μπορεί πια να σχετίζεται με τους νέους, το έργο του συνεχίζει να τους ενθουσιάζει, παρέχοντας έτσι στον ποιητή ένα συνεκτικό δεσμό μαζί τους. Ο ποιητής χαίρεται καθώς γνωρίζει ότι οι δικές του ερωτικές «οπτασίες» και η δική του «έκφανση του ωραίου», όπως αποτυπώθηκαν στα ποιήματά του, ενεργοποιούν τη φαντασία των νέων και συγκινούν «το ηδονικό και υγιές μυαλό τους» καθώς και «τη σφιχτοδεμένη σάρκα τους». Η αναφορά εδώ του Καβάφη γίνεται βέβαια για τα ερωτικά του ποιήματα, μιας και τα γηρατειά πέραν των άλλων του στερούν τη δυνατότητα να απολαμβάνει τον έρωτα, όπως ο ποιητής τον εννοούσε και τον απομακρύνουν ακόμη κι από την απλή συναναστροφή των ωραίων νέων. Παρά το γεγονός ότι ο ποιητής δεν μπορεί να κάνει τίποτε για να αποτρέψει τις ολέθριες συνέπειες του γήρατος, μπορεί τουλάχιστον να παρηγορείται με τη σκέψη ότι η ποίησή του θα συνεχίσει να προσφέρει αισθητική απόλαυση στους νέους των επερχόμενων γενιών. Ο Καβάφης είχε κατανοήσει τη δύναμη του ποιητικού του λόγου και γνώριζε ότι η ποίησή του θα αποτελέσει το μέσο που θα του προσφέρει μια διηνεκή παρουσία στο μέλλον.
Μια παρόμοια εικόνα του γήρατος βρίσκουμε στο «Ένας γέρος», στο οποίο ο ποιητής μας παρουσιάζει έναν γέροντα που κάθεται μόνος του στο καφενείο και σκέφτεται με απόγνωση τα χρόνια που πέρασαν και το ασυγχώρητο λάθος του να αφήσει τη νεότητά του να χαθεί χωρίς να τη ζήσει στο έπακρο. Ο ηλικιωμένος ήρωας του ποιήματος βιώνει την καταφρόνια των γηρατειών και μετανιώνει για όλες τις «ορμές» που συγκράτησε και όλες τις ευκαιρίες που άφησε ανεκμετάλλευτες νομίζοντας ότι είχε άφθονο χρόνο μπροστά του. Τώρα είναι μόνος του κι απελπισμένος, καθώς ο χρόνος της νεότητάς του πέρασε τόσο γρήγορα που μοιάζει σα να ήταν χθες που ήταν ακόμη νέος. Η διαφορά ανάμεσα στο γέροντα του Πολύ σπανίως και του γέροντα αυτού του ποιήματος είναι ότι ο πρώτος έχει την παρηγοριά της ποίησης, ενώ ο δεύτερος δεν έχει τίποτε άλλο πέρα από μεταμέλειες και πίκρα. Διαφορά που μπορεί να οφείλεται στις περιόδους που γράφτηκαν τα δύο ποιήματα, μιας και το Πολύ σπανίως ο Καβάφης το έγραψε όταν ήταν 50 χρονών και ήδη καταξιωμένος ποιητής, ενώ το Ένα γέρος όταν ήταν μόλις 34 και βρισκόταν ακόμη στην αρχή της ποιητικής του πορείας. Εντούτοις, κοινό στοιχείο και στα δύο ποιήματα είναι η απελπισία και η απογοήτευση που γεννούν τα γηρατειά, καθώς είτε υπάρχει η ποίηση είτε όχι, το τέλος της νεότητας δεν μπορεί παρά να είναι επώδυνο.
Η παρηγοριά πάντως που μπορεί να προέλθει από την ποίηση δεν περιορίζεται μόνο στη σκέψη ότι ο ποιητής έχει διασφαλίσει τη συνέχειά του μέσω του έργου του. Η ποίηση μπορεί να λειτουργήσει και ως ένα καταφύγιο της σκέψης, με τον ποιητή να αφοσιώνεται στην ποιητική του δημιουργία και να ξεχνά έστω και για λίγο την παρούσα του κατάσταση. Στο Μελαγχολία τοῦ Ἰάσονος Κλεάνδρου∙ ποιητοῦ εν Κομμαγηνῇ∙ 595 μ.Χ., ο Καβάφης ζητά τη συνδρομή της ποίησης για να ξεχάσει τη πληγή που του έχει προκαλέσει το γήρασμα της μορφής του. Για έναν ποιητή, όπως είναι ο Καβάφης, που έχει αφιερώσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην ποίηση, δουλεύοντας ξανά και ξανά τα ποιήματά του, είναι πολύ λογικό η ενασχόληση με την ποίηση να αποτελεί έναν ασφαλή νοητικό χώρο όπου ο ποιητής μπορεί να καταφύγει για να λησμονήσει ό,τι τον απασχολεί και τον πληγώνει. Τα φάρμακά σου φέρε, Τέχνη της Ποιήσεως, αναφωνεί ο Ιάσονας Κλεάνδρου, η περσόνα που υιοθετεί εδώ ο Καβάφης, αναφερόμενος ουσιαστικά στα μέσα που χρησιμοποιεί η ποιητική δημιουργία, στη φαντασία δηλαδή και το λόγο. Για τον Καβάφη τόσο ο λόγος, η ελληνική γλώσσα, όσο και η φαντασία αποτελούν δυο στοιχεία που τον συνοδεύουν σταθερά στη ζωή του. Ο ποιητής αυτός, άλλωστε, έχει προσέξει όσο κανείς τη γλώσσα των ποιημάτων του κι έχει αποταθεί στη φαντασία του πλείστες φορές για να μπορέσει να δημιουργήσει τις ιδιαίτερες εικόνες και τις ξεχωριστές του ιστορίες που τόσο έχουν πλουτίσει το ποιητικό του έργο. Ο ίδιος μάλιστα μιλώντας για την ποίηση που δε βασίζεται στη φαντασία σχολίαζε: «Η περιγραφική ποίησις –ιστορικά γεγονότα, φωτογράφησις (τι άσχημη λέξις!) της φύσεως- ίσως είναι ασφαλής. Αλλά είναι μικρό και σαν ολιγόβιο πράγμα.». Ο ηλικιωμένος ποιητής, επομένως, μπορεί να βρει παρηγοριά, έστω και πρόσκαιρα, στην τέχνη του, ξεχνώντας την ασχήμια των γηρατειών κι επιστρέφοντας σ’ έναν κόσμο όπου κυριαρχεί μια διαρκής νεότητα.
Η ανάγκη που αισθάνεται ο ποιητής να επιστρέφει με τη βοήθεια της φαντασίας του, με τη βοήθεια της ποίησής του, στο παρελθόν της νεότητάς του γίνεται όλο και πιο έκδηλη στο έργο του καθώς ο ποιητής μεγαλώνει. Στο υπέροχο ποίημα Κατά τες συνταγές ἀρχαίων Ἐλληνοσύρων μάγων, που έγραψε ο Καβάφης στα 68 του χρόνια, ο αισθητιστής ήρωας αναζητά κάποιο μαγικό απόσταγμα που να μπορεί να τον γυρίσει πίσω στα 23 του χρόνια και παράλληλα να του φέρει και το νεαρό του φίλο. Κι επειδή αντιλαμβάνεται, φυσικά, πως δεν μπορεί να γίνει ξανά νέος, ζητά τουλάχιστον να μπορούσε να γυρίσει το χρόνο πίσω έστω για μια μέρα, έστω για λίγες στιγμές. Ο Καβάφης έχοντας φτάσει πια σε μια ηλικία που δεν υπάρχουν περιθώρια για δεύτερες ευκαιρίες και νέες προοπτικές, επιδίδεται σ’ αυτό που γνωρίζει καλύτερα. Επιστρατεύει τη φαντασία του κι επιχειρεί αναδρομές στο παρελθόν του για να μπορέσει έστω και μέσα από τις αναμνήσεις ή τις οπτασίες του να αισθανθεί ξανά την υπέροχη ευτυχία της νεότητας και του έρωτα.
Ο Καβάφης αισθανόταν, από τα χρόνια της νεότητάς του ακόμη, φόβο για τα γηρατειά και τη φθορά που επιφέρει το πέρασμα του χρόνου κι η μόνη απάντηση που είχε να αντιτάξει σ’ αυτό το φόβο ήταν η ποίησή του. Ο ποιητής πίστευε ότι μπορούσε να διασώσει από τη φθορά τα αγαπημένα του πρόσωπα, εντάσσοντάς τα στα ποιήματά του. Η εναπόθεση της ανάμνησης όλων εκείνων των ωραίων νέων που κόσμησαν τη ζωή του ποιητή μέσα στα ποιητικά του δημιουργήματα ήταν η μόνη δυνατότητα διασφάλισής τους. Ανατρέχοντας στο ποίημα Γκρίζα βρίσκουμε αυτή ακριβώς τη λυτρωτική λειτουργία της ποίησης του Καβάφη:

Θ’ ἀσχήμισαν -ἂν ζει- τα γκρίζα μάτια
θα χάλασε τα’ ὡραῖο πρόσωπο.

Μνήμη μου, φύλαξέ τα συ ὡς ἦσαν.
Και, μνήμη, ὅ,τι μπορεῖς ἀπό τον ἔρωτά μου αὐτόν,
ὅ,τι μπορεῖς φέρε με πίσω ἀπόψι.

Η θεατρικότητα στα ποιήματα του Καβάφη

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Naxart Studio

Η θεατρικότητα στα ποιήματα του Καβάφη

Ο Κωνσταντίνος Καβάφης στην ποίησή του χρησιμοποιεί συχνά στοιχεία θεατρικότητας για να δώσει στα ποιήματά του ζωντάνια και να προκαλέσει έτσι ακόμη περισσότερο το ενδιαφέρον των αναγνωστών του. Η θεατρικότητα στην ποίηση επιτυγχάνεται με τους διαλόγους μεταξύ των προσώπων ή με την αποστροφή του ποιητή σε κάποιο πρόσωπο του ποιήματος, με την κινητικότητα των ηρώων αλλά και με τη γενικότερη σκηνοθεσία που δημιουργεί ο ποιητής. Διακρίνουμε, δηλαδή, στα ποιήματα μια σκηνοθετική οργάνωση του χώρου και των προσώπων, σα να παρακολουθούμε μια θεατρική παράσταση, βλέπουμε τα πρόσωπα να μιλούν και να κινούνται και αποκτάμε έτσι την αίσθηση πως γινόμαστε θεατές της δράσης των προσώπων του ποιήματος.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο ο Καβάφης χρησιμοποιεί τη θεατρικότητα είναι το ποίημα «Αλεξανδρινοί Βασιλείς». Εδώ βρίσκουμε όλα τα αναγκαία συστατικά της θεατρικότητας: Η τελετή που διοργανώνει η Κλεοπάτρα αποτελεί το κεντρικό θέμα της παράστασης, το στάδιο της Αλεξάνδρειας αποτελεί το χώρο όπου τελείται η παράσταση, τα παιδιά της Κλεοπάτρας λειτουργούν ως άβουλοι ηθοποιοί και οι Αλεξανδρινοί αποτελούν τους πρόθυμους θεατές. Η Κλεοπάτρα παρακινημένη από προσωπικά κίνητρα καταφεύγει σε όλο αυτό το θέαμα για να εντυπωσιάσει τους υπηκόους της, εκτελώντας ουσιαστικά χρέη σκηνοθέτη, χωρίς όμως να επιτυγχάνει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Η Κλεοπάτρα, δηλαδή, διοργανώνει μια εντυπωσιακή τελετή για να μοιράσει στα παιδιά της τα εδάφη, που κάποτε κατέκτησε ο Μέγας Αλέξανδρος, τα οποία όμως δεν ανήκουν στην ίδια. Κι ενώ εκείνη πιστεύει ότι με την τελετή αυτή θα κατορθώσει να θαμπώσει τους Αλεξανδρινούς στην πραγματικότητα οι πολίτες της Αλεξάνδρειας γνωρίζουν ότι όλα αυτά είναι θεατρικά και λόγια. Στο ποίημα αυτό επομένως έχουμε όλα τα στοιχεία θεατρικότητας που χρειάζονται για να προσδώσουν στο ποίημα ζωντάνια και παραστατικότητα, καθώς παρακολουθούμε την τελετή, την προσφώνηση των παιδιών της Κλεοπάτρας, καθώς και τους Αλεξανδρινούς που σπεύδουν να παρακολουθήσουν το θέαμα.
Μια παρόμοια χρήση της θεατρικότητας συναντάμε και στο ποίημα «Νέοι της Σιδώνος (400 μ.Χ.)». Στο ποίημα αυτό πέντε αρωματισμένοι νέοι φέρνουν έναν ηθοποιό να τους διαβάσει επιγράμματα για να διασκεδάσουν. Η ανάγνωση όμως του επιγράμματος που χαράχτηκε στον τάφο του Αισχύλου προκαλεί την αγανάκτηση ενός νέου, καθώς στο επίγραμμα αυτό που θεωρείται ότι συντέθηκε από τον ίδιο τον Αισχύλο δε γίνεται καμία αναφορά στο ποιητικό του έργο. Για τον Αισχύλο το σημαντικότερο επίτευγμά του υπήρξε η συμμετοχή του στη μάχη του Μαραθώνα το 490 π.Χ. κατά την οποία οι Αθηναίοι νίκησαν τους Πέρσες. Ο νέος αγανακτεί με τον τραγικό ποιητή και σε μία γεμάτη ένταση αποστροφή προς αυτόν, απαιτεί το ποιητικό έργο να τίθεται πάντοτε πρώτο και όχι να παραμερίζεται προς χάριν των πολεμικών κατορθωμάτων. Σε αυτό το ποίημα η παρουσία του ηθοποιού που διαβάζει τα επιγράμματα, η γεμάτη στόμφο ομιλία του νέου που πετάγεται όρθιος στο άκουσμα του επιγράμματος, αλλά και η συνολική σκηνοθεσία του χώρου στον οποίο κινούνται οι νέοι της Σιδώνος, αποτελούν ικανά στοιχεία θεατρικότητας, τα οποία προσφέρουν στο ποίημα έντονη παραστατικότητα και το καθιστούν εξαιρετικά ενδιαφέρον.
Στο ποίημα πάντως που η θεατρικότητα χρησιμοποιείται με ιδιαίτερα αριστοτεχνικό τρόπο από τον Καβάφη είναι το «Περιμένοντας τους Βαρβάρους», όπου από την πρώτη κιόλας στιχομυθία, που κλείνει με την προκλητική απάντηση, “είναι οι βάρβαροι να φτάσουν σήμερα”, ο ποιητής κερδίζει την προσοχή του αναγνώστη και φροντίζει στην πορεία με κάθε ανάλογη απάντηση αυτού του παράδοξου διαλόγου να αυξάνει την περιέργεια και το ενδιαφέρον μας. Ο κρυπτικός αυτός διάλογος, με τη θεματική της έλευσης των Βαρβάρων, μας παραπέμπει άμεσα σε θεατρικούς διαλόγους και μας προδιαθέτει για μία κορύφωση. Κι ενώ με κάθε νέα απάντηση περιμένουμε κάποιο στοιχείο που θα μας αποκαλύψει το λόγο που οι κάτοικοι αυτής της πολιτείας περιμένουν με ανυπομονησία τον ερχομό των Βαρβάρων καταλήγουμε στην κορύφωση – διάψευση, που αφενός δε μας λύνει την απορία κι αφετέρου μας παρασύρει στην απογοήτευση των πολιτών που συνειδητοποίησαν ότι οι Βάρβαροι δεν υπάρχουν πια. Σε αυτό το ποίημα η θεατρικότητα λειτουργεί με ιδιαίτερα αποτελεσματικό τρόπο, καθώς η διαλογική του μορφή κερδίζει την προσοχή μας από τους πρώτους κιόλας στίχους, ενώ η γενικότερη σκηνοθεσία που δημιουργεί ο ποιητής ζωντανεύει μπροστά στα μάτια μας τη συγκέντρωση των πολιτών στην αγορά, την ανησυχία που τους έχει καταλάβει, αλλά και την απομάκρυνσή τους στο τέλος του ποιήματος.
Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι ο Καβάφης δημιουργεί με ιδιαίτερη φροντίδα τη σκηνοθεσία του ποιήματος παρουσιάζοντας το χώρο στον οποίο διαδραματίζονται τα γεγονότα που αναφέρει, καθώς και τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν στα γεγονότα αυτά. Ενώ, παράλληλα, βάζει τους ήρωες του ποιήματος να κινούνται και να συνομιλούν δημιουργώντας την αίσθηση μιας θεατρικής παράστασης. Με τον τρόπο αυτό το περιεχόμενο του ποιήματος παίρνει ζωή, κερδίζει σε ενδιαφέρον και εντυπώνεται ευκολότερα στη μνήμη του αναγνώστη. Ο ποιητής επομένως κατορθώνει μέσω της θεατρικότητας αφενός να κάνει τα ποιήματά του περισσότερο ενδιαφέροντα και αφετέρου να περάσει τα μηνύματά του πιο αποτελεσματικά.

Στοιχεία Θεατρικότητας

- Η παρουσίαση του χώρου στον οποίο διαδραματίζονται τα γεγονότα π.χ. το στάδιο της Αλεξάνδρειας, η αγορά της πόλης, η αίθουσα με τον κήπο.
- Η παρουσίαση των προσώπων που έχουν να υπηρετήσουν ένα συγκεκριμένο ρόλο.
- Οι κινήσεις των προσώπων
- Οι διάλογοι των προσώπων ή έστω οι ομιλίες των προσώπων, όπως είναι η προσφώνηση των παιδιών της Κλεοπάτρας ή η ομιλία του νέου σχετικά με το επίγραμμα του Αισχύλου.
- Η συνολική αίσθηση που δημιουργείται με όλα αυτά τα στοιχεία ότι παρακολουθούμε μια θεατρική παράσταση.

Τα σύμβολα στην ποίηση του Καβάφη

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Conni Togel 

Τα σύμβολα στην ποίηση του Καβάφη

Η ποίηση του Κωνσταντίνου Καβάφη δεν επικεντρώνεται στο ατομικό περιστατικό ή την αλήθεια ενός προσώπου, είναι ποίηση που επιχειρεί να αποτυπώσει διαπιστώσεις για τη ζωή οι οποίες να εκφράζουν μια καθολική αλήθεια. Ο Καβάφης ήταν ένας βαθιά σκεπτόμενος άνθρωπος που με την οξυδερκή παρατηρητικότητά του, με τη συνεχή μελέτη, καθώς και τις προσωπικές του εμπειρίες είχε κατορθώσει να δημιουργήσει μια στέρεα θεωρία για τους βασικούς αρμούς της ζωής των ανθρώπων. Η ατομική ελευθερία, ο θάνατος, η αξιοπρέπεια, η ήττα, το ηθικό χρέος, οι προσωπικές επιδιώξεις και η ανάγκη για ανανέωση, διατρέχουν και συνέχουν τις πράξεις των περισσότερων ανθρώπων. Επιθυμία του ποιητή ήταν να καταγράψει τη δική του θέση για όλες αυτές τις βασικές θεματικές, με τρόπο όμως καθαρά ποιητικό, ώστε το έργο του να μην καταλήξει να μοιάζει με εγχειρίδιο πρακτικής φιλοσοφίας, και παράλληλα με τρόπο που να αποκαλύπτει την καθολικότητα της αλήθειας που διατυπώνεται, χωρίς να τίθενται περιορισμοί στην οπτική γωνία θέασης του ποιητή. Η επίτευξη του στόχου αυτού πραγματοποιήθηκε από τον ποιητή με τη συχνή χρήση συμβόλων στην ποίησή του, τα περισσότερα από τα οποία αντλήθηκαν από την ιστορία.
Η ιδιαίτερη ποιητική ευφυΐα του Καβάφη αποδεικνύεται όχι μόνο από το γεγονός ότι κατόρθωσε στην ποίησή του να καταγράψει σκέψεις που φωτίζουν με ειλικρίνεια την ανθρώπινη δράση, αλλά και από το γεγονός ότι επέλεξε τα σύμβολα του τόσο σοφά ώστε αυτά να γνωρίσουν τη συλλογική αποδοχή και να αποτελούν πλέον αναπόσπαστο μέρος της κοινής συνείδησης των ανθρώπων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το ποίημα «Ιθάκη», στο οποίο ο Καβάφης κατόρθωσε να πάρει την Ιθάκη της Οδύσσειας και από τον εξιδανικευμένο τόπο επιστροφής του Οδυσσέα να την καταστήσει πλέον σύμβολο των στόχων που θέτουν οι άνθρωποι στη ζωή τους. Η θεματική που διατρέχει το ποίημα αυτό είναι η επιθυμία να διαρκέσει πολύ το ταξίδι προς την Ιθάκη, ώστε κατά τη διάρκεια του ταξιδιού ο άνθρωπος να συγκεντρώσει όσο το δυνατόν περισσότερες γνώσεις, εμπειρίες και απολαύσεις πνευματικές αλλά και σωματικές. Κι ενώ για τον Οδυσσέα το φτάσιμο στην Ιθάκη αποτελεί αυτοσκοπό, για τον ταξιδευτή του Καβάφη η Ιθάκη αποτελεί το κίνητρο για να ξεκινήσει την πορεία του, αποτελεί το φάρο που θα τον καθοδηγεί και θα τον γλιτώνει από τις κακοτοπιές, αποτελεί τον τελικό προορισμό, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί τη δικαίωση του ταξιδιού. Η δικαίωση του ταξιδιού βρίσκεται στο ίδιο το ταξίδι και στην πληθώρα των εμπειριών που έχει αυτό να μας προσφέρει. Η Ιθάκη είναι ο λόγος για τον οποίο ξεκινάμε την πορεία μας είναι κάποιος στόχος που θέτουμε στη ζωή μας και ακόμη περισσότερο είναι κάθε στόχος που θέτουμε στη ζωή μας. Δεν υπάρχει για εμάς μόνο μία Ιθάκη, καθώς δεν υπάρχει μόνο ένας στόχος στη ζωή μας, κάθε φορά που επιτυγχάνουμε την πραγματοποίηση ενός στόχου, αμέσως θέτουμε τον επόμενο και πλουτίζουμε από γνώσεις κι εμπειρίες καθώς οδεύουμε προς κάθε επόμενο στόχο. Κι όταν τελικά φτάσουμε στην Ιθάκη, όταν πάψουμε να πηγαίνουμε προς την εκπλήρωση κάποιου ακόμη στόχου, θα δούμε ότι η ίδια η Ιθάκη δεν έχει κάτι άλλο να μας προσφέρει, πέραν από το ταξίδι που μας χάρισε.
Κι ενώ η Ιθάκη στην ποίηση του Καβάφη γίνεται το σύμβολο των στόχων που θέτουμε, η Αλεξάνδρεια, η πόλη του ποιητή, έρχεται να συμβολίσει όλα όσα έχουμε αποκτήσει στη ζωή μας, κάθε τι που επιθυμήσαμε καθώς και ό,τι θα πρέπει να στερηθούμε όταν έρθει η στιγμή της ήττας και της μεγάλης απώλειας στη ζωή μας. Στο ποίημα «Απολείπειν ο θεός Αντώνιον», ο ποιητής εστιάζει την προσοχή του στον Αντώνιο λίγο προτού εισέλθουν οι Ρωμαίοι, υπό τον Οκταβιανό, στην Αλεξάνδρεια. Το Σεπτέμβριο του 31 π.Χ. ο στόλος του Αντώνιου και της Κλεοπάτρας ηττάται από το στόλο του Οκταβιανού στο Άκτιο και λίγους μήνες μετά ο Οκταβιανός έρχεται στην Αίγυπτο και πολιορκεί την Αλεξάνδρεια. Εκείνη την κρίσιμη εποχή, τον Αύγουστο του 30 π.Χ., σύμφωνα με τον Πλούταρχο, οι κάτοικοι της Αλεξάνδρειας αναφέρουν ότι άκουσαν να περνά μέσα από την πόλη μια ομάδα ανθρώπων που έπαιζε μουσική και έκανε πολλή φασαρία, χωρίς όμως να μπορούν να δουν κανέναν, σα να ήταν ένας αόρατος θίασος. Αυτό το γεγονός οι κάτοικοι το θεώρησαν ως ένδειξη ότι ο προστάτης θεός του Αντωνίου, ο Διόνυσος, τον εγκαταλείπει κι ότι το τέλος του είναι πλέον κοντά. Σε αυτό το γεγονός βασίζεται ο Καβάφης και μας παρουσιάζει τον Αντώνιο τη στιγμή που συνειδητοποιεί ότι ο θεός – προστάτης του τον εγκαταλείπει. Ο Καβάφης συμβουλεύει τον Αντώνιο να αντιδράσει σα θαρραλέος και να μην καταδεχτεί να λυγίσει μπροστά στη δεδομένη πια απώλεια της “Αλεξάνδρειας”. Ο Αντώνιος θα πρέπει να δεχτεί την ήττα του σαν έτοιμος από καιρό, φροντίζοντας να διατηρήσει τουλάχιστον την αξιοπρέπειά του, όσο μεγάλη κι αν είναι η απώλεια που αντιμετωπίζει. Και πράγματι για τον Αντώνιο η παρουσία του αντίπαλου στρατού σημαίνει ότι θα πρέπει να χάσει την εξουσία της Αιγύπτου, τον έρωτα της Κλεοπάτρας, την πολυτελή ζωή της Ανατολής, όλα τα μελλοντικά του σχέδια για μια ισχυρή παντοκρατορία που θα δημιουργούσε με την Κλεοπάτρα και φυσικά την ίδια του τη ζωή. Ο ποιητής βέβαια όλα αυτά που πρόκειται να χάσει ο Αντώνιος τα συμπυκνώνει στην απώλεια της Αλεξάνδρειας, καθιστώντας έτσι την Αλεξάνδρεια ένα από τα ωραιότερα σύμβολά του, στο οποίο συγκεντρώνει όλα όσα κάθε άνθρωπος επιθυμεί να αποκτήσει ή έχει ήδη αποκτήσει.
Τα σύμβολα που χρησιμοποιεί ο Καβάφης είναι ποικίλα και σχετίζονται με διάφορα ζητήματα της ανθρώπινης ζωής, δραστηριότητας και συμπεριφοράς. Κι ενώ τις περισσότερες φορές ο ποιητής μας επιτρέπει να διακρίνουμε εύκολα τη λειτουργία του συμβόλου, κάποτε η προσέγγιση δεν είναι τόσο εύκολη. Για παράδειγμα στο ποίημα «Περιμένοντας τους Βαρβάρους» η αποκωδικοποίηση του βασικού συμβόλου του κειμένου δε θα μπορούσε να γίνει ή τουλάχιστον θα έμενε στο επίπεδο της εικασίας, αν δεν υπήρχε το ερμηνευτικό σχόλιο του ποιητή που μας εξηγεί τι συμβολίζουν οι Βάρβαροι. Το ποίημα μας παραπέμπει σε μία πολιτεία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ή ακόμη και στην ίδια τη Ρώμη, όπου όλοι είναι έτοιμοι να παραδώσουν άνευ όρων την εξουσία στους Βαρβάρους, τους οποίους και περιμένουν με ανυπομονησία. Η αναφορά στους βαρβάρους μας οδηγεί βέβαια στη σκέψη ότι πρόκειται για έναν απολίτιστο λαό, μας το υποδεικνύει άλλωστε και ο ποιητής όταν λέει ότι οι βάρβαροι εντυπωσιάζονται με τους πολύτιμους λίθους και τα πολυτελή ενδύματα, ενώ δεν έχουν κανένα ενδιαφέρον για τις ομιλίες και τους ρητορικούς λόγους. Εκείνο όμως που δεν καθίσταται σαφές μέσα από το ποίημα είναι για ποιο λόγο θα ήθελαν οι πολίτες μιας σημαντικής αυτοκρατορίας να παραδοθούν σ’ έναν απολίτιστο λαό. Την απάντηση σε αυτό το ερώτημα, αν και θα περιμέναμε να μας την παρέχει ο ποιητής μέσα στο ποίημα, τελικά μας την προσφέρει με ένα ερμηνευτικό του σχόλιο όπου εξηγεί ότι οι Βάρβαροι συμβολίζουν την επιθυμία για αλλαγή, επιστροφή σε προγενέστερες μορφές διαβίωσης και απλοποίηση της κοινωνικής ζωής. Το ποίημα αυτό είναι από τις ελάχιστες περιπτώσεις που ο Καβάφης δεν επιτρέπει στον αναγνώστη να προσεγγίσει εύκολα τη σκέψη που επιχειρεί να εκφράσει.
Τα σύμβολα που χρησιμοποιεί ο Καβάφης, πάντως, κατορθώνουν να γίνουν αποδεκτά από ένα ευρύ κοινό μιας και είναι πάντοτε ανοιχτά σε πλήθος ερμηνειών και δεν περιορίζουν τον αναγνώστη σε μία και μόνο εκδοχή. Για παράδειγμα, στο ποίημα «Τείχη», ο ποιητής αναφέρεται στον παράδοξο εγκλωβισμό του από τείχη που έχουν χτιστεί ολόγυρά του, χωρίς ποτέ να καταλάβει πότε κι από ποιους συνέβη αυτό. Η ιδιαίτερη επιτυχία αυτού του ποιήματος είναι ότι δίνει βέβαια ως δεδομένο το αίσθημα του εγκλωβισμού και την απώλεια της ελευθερίας, αλλά δεν καθορίζει το είδος των περιορισμών που έχουν επιβληθεί, οπότε κάθε αναγνώστης που αισθάνεται εγκλωβισμένος στη ζωή του, μπορεί να εκλαμβάνει τα τείχη ως κάτι διαφορετικό. Τα τείχη ενδέχεται να συμβολίζουν τους περιορισμούς που τίθενται στο άτομο από την κοινωνία, από την οικογένεια, από τη θρησκεία ή ακόμη κι από το ίδιο το άτομο που περιορίζει τον εαυτό του μέσω των δικών του ανασφαλειών και προκαταλήψεων. Σε κάθε περίπτωση ο ποιητής αφήνει ελεύθερο τον αναγνώστη να ταυτίσει τα τείχη με οτιδήποτε τον καταπιέζει στη ζωή του κι αυτό βοηθά το ποίημα να λειτουργεί αποτελεσματικά για ένα μεγάλο μέρος του αναγνωστικού κοινού.
Με τη χρήση των συμβόλων ο Καβάφης κατόρθωσε να εκφράσει σημαντικές έννοιες με ιδιαίτερα παραστατικό τρόπο, εγκλωβίζοντας συχνά τη φαντασία των αναγνωστών του, που με τι έκπληξη θα είδαν κάποτε αυτά τα τείχη να ορθώνονται ολόγυρά τους, όπως ακριβώς τα παρουσίασε ο ποιητής. Το κέρδος που αποκομίζει η ποίηση του Καβάφη από τα σύμβολα, που με τόση πρωτοτυπία χρησιμοποιεί ο ποιητής, είναι σημαντικό καθώς πέρα από την αποτελεσματικότερη παρουσίαση των νοημάτων, επέτρεψαν στην ποίηση του Αλεξανδρινού να ενταχθεί ευκολότερα στον κοινό κώδικα επικοινωνίας των αναγνωστών του και να παραμείνει ως πολύτιμο σημείο αναφοράς για όλους τους λάτρεις της λογοτεχνίας. Ποιος δεν αναγνωρίζει την αποφθεγματική διατύπωση «Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους», και ποιος δε θυμάται τις πολύτιμες παροτρύνσεις του ποιητή στο άκουσμα και μόνο του στίχου: Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη...

Δείτε επίσης:

Η Αλεξάνδρεια στα ποιήματα του Καβάφη


Η γλώσσα των ποιημάτων του Καβάφη

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Pan Tianshou

Η γλώσσα των ποιημάτων του Καβάφη

Ο Κωνσταντίνος Καβάφης στην ποίησή του χρησιμοποιεί μια ιδιότυπη γλώσσα που κινείται ανάμεσα στη δημοτική και την καθαρεύουσα, εμπλουτισμένη παράλληλα με στοιχεία του πολίτικου ιδιώματος, δηλαδή του ιδιαίτερου γλωσσικού ιδιώματος της Κωνσταντινούπολης από την οποία κατάγεται ο ποιητής. Επιπλέον, ο ποιητής δε διστάζει να χρησιμοποιήσει στα ποιήματά του αυτούσιες φράσεις από κείμενα της αρχαίας ελληνικής και βυζαντινής γραμματείας. Η γλωσσική μορφή που προκύπτει από το συγκερασμό αυτό είναι αρκετά ξεχωριστή, αλλά δε θα πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός ότι κατά το μεγαλύτερο μέρος της έχει ως βάση τη δημοτική γλώσσα. Ο ποιητής δεν επιδιώκει να απομακρυνθεί από τη γνήσια λαϊκή γλώσσα και γι’ αυτό η καθαρεύουσα υπάρχει στο βαθμό μόνο που εξυπηρετεί την ακρίβεια της διατύπωσης και τη συντήρηση της πεζολογικής αίσθησης στο ύφος των ποιημάτων του.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο ο Καβάφης συνδυάζει τη δημοτική με λεκτικούς τύπους της καθαρεύουσας, και την παράλληλη παράθεση αρχαιοελληνικών στίχων, βρίσκουμε στο ποίημα «Νέοι της Σιδώνος (400 μ.Χ.)». Εδώ ο ποιητής χρησιμοποιεί, όπως και στα περισσότερα ποιήματά του, κυρίως τη δημοτική γλώσσα την οποία εμπλουτίζει με λέξεις που προτιμά η καθαρεύουσα, όπως για παράδειγμα ανθέων, πετάχθηκεν, διαβάσθηκαν, υπέρ το δέον. Μιας και ο ποιητής μεταθέτει χρονικά τα ποιήματά του στο παρελθόν, η χρήση των γλωσσικών τύπων της καθαρεύουσας βοηθά στο να μας παραπέμψει ηχητικά σε μια προγενέστερη μορφή της γλώσσας μας. Άλλωστε, στο ποίημα αυτό ο ποιητής παραθέτει και σύντομες φράσεις από το επίγραμμα του Αισχύλου, ενισχύοντας την αίσθηση ότι ακούμε κι εμείς την ανάγνωση των επιγραμμάτων, όπως την άκουσαν και οι νέοι της Σιδώνος. Τα στοιχεία πάντως της καθαρεύουσας σε αυτό το ποίημα δεν είναι πολλά και κάποιες από αυτές τις λέξεις υπηρετούν την τέχνη του ποιητή νοηματικά, όπως η λέξη “ανθέων” που ομοιοκαταληκτεί με τη λέξη νέων, συνδυάζοντας πιο άμεσα την εικόνα των ευωδιαστών “ανθέων” με αυτή των αρωματισμένων νέων.
Ο Καβάφης, βέβαια, πέρα από την καθαρεύουσα και τα παραθέματα αρχαιοελληνικών κειμένων συνηθίζει να διανθίζει το λόγο του και με λέξεις ή φράσεις του ιδιώματος της Κωνσταντινούπολης. Για παράδειγμα στο πολύ γνωστό «Περιμένοντας τους Βαρβάρους», διαβάζουμε τις φράσεις: να τον δώσει μια περγαμηνή, τον έγραψε τίτλους. Εδώ ο ποιητής χρησιμοποιεί την αιτιατική της προσωπικής αντωνυμίας αντί για τη γενική, εισάγοντας στο λόγο του το χαρακτηριστικό πολίτικο ιδιωματισμό. Κι ενώ για κάποιον άλλο ποιητή θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για τυχαία χρήση του ιδιωματισμού, για τον Καβάφη δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Ο Καβάφης προσέχει κάθε λεπτομέρεια στα ποιήματά του γεγονός που σημαίνει ότι σκόπιμα χρησιμοποιεί το πολίτικο ιδίωμα, θέλοντας ίσως να εντάξει στο ποίημα την προσωπική του σφραγίδα, μιας και η πολίτικη καταγωγή είναι ένα από τα ιδιαίτερα στοιχεία που συνθέτουν την προσωπικότητα του ποιητή. Ενώ, δηλαδή, ο Καβάφης θα μπορούσε εύκολα να εξομαλύνει τη γλωσσική μορφή των ποιημάτων του, διατηρώντας μια καθαρότερη δημοτική έκφραση, δεν το κάνει καθώς αυτό θα σήμαινε την απομάκρυνση από την ποίησή του ουσιωδών στοιχείων της υπόστασής του. Ο Καβάφης είναι περήφανος για την πολίτικη καταγωγή του και γι’ αυτό διατηρεί στοιχεία του ιδιώματος της Πόλης τόσο στην καθημερινή του ομιλία – σύμφωνα με μαρτυρίες ανθρώπων που τον γνώριζαν – όσο και στην ποίησή του.
Κι ενώ στα ιστορικά ποιήματα ο Καβάφης κάνει συχνότερη χρήση της καθαρεύουσας, διατηρώντας μια επίφαση λεκτικής προσέγγισης προς το γλωσσικό μας παρελθόν, στα ποιήματα που αναφέρονται στο παρόν του ποιητή η γλώσσα γίνεται πλέον μια καθαρότερη δημοτική. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο ποίημα «Η πόλις», το οποίο δεν έχει ιστορικές αναφορές, η γλώσσα όχι μόνο είναι σχεδόν απαλλαγμένη από γλωσσικούς τύπους της καθαρεύουσας, αλλά περιέχει και ρήματα που παραπέμπουν σε μια πολύ καθημερινή χρήση της γλώσσας, όπως για παράδειγμα: ρήμαξες, χάλασες. Είναι λογικό στα ποιήματα που δεν έχουν συσχετισμούς με παλαιότερες εποχές και άρα εκφέρουν ένα πιο σύγχρονο λόγο, ο ποιητής να αισθάνεται ελεύθερος να χρησιμοποιήσει τη γνήσια δημοτική γλώσσα και να είναι πιο κοντά στο κοινό γλωσσικό αίσθημα.
Η γλώσσα των ποιημάτων του Καβάφη δεν μπορεί ποτέ να θεωρηθεί ένα τυχαίο συνταίριασμα γλωσσικών τύπων και ιδιωματισμών, καθώς είναι γνωστό ότι ο ποιητής πρόσεχε και την παραμικρή λεπτομέρεια στα ποιήματά του. Επομένως, για κάθε γλωσσική επιλογή του ποιητή μπορούμε να αναζητήσουμε και ίσως να εντοπίσουμε και μια ιδιαίτερη αιτιολόγηση. Η δημοτική είναι σίγουρα η βασική γλωσσική του επιλογή μιας και ο ποιητής δεν είχε δεχτεί, παρά την αγάπη του για τον αρχαιοελληνικό μας πολιτισμό, να παρασυρθεί σε μια άγονη προσπάθεια αναβίωσης της αρχαίας ή αρχαιοπρεπούς ελληνικής γλώσσας, όπως είχε συμβεί με πολλούς λόγιους της εποχής του. Η καθαρεύουσα, από την άλλη, εξυπηρετεί αποτελεσματικά τον ποιητικό λόγο στα ιστορικά του ποιήματα, μεταφέροντας έντεχνα τον αναγνώστη σε ακούσματα παλαιότερων εποχών. Κάποτε, μάλιστα, ο Καβάφης δυσκολεύει το σύγχρονο αναγνώστη, κυρίως, όταν ως άνθρωπος των βιβλίων και της μελέτης, δεν περιορίζεται απλά σε γλωσσικούς τύπους της καθαρεύουσας, αλλά παραθέτει χωρία αρχαιοελληνικών κειμένων. Τέλος, η χρήση των πολίτικων ιδιωματισμών έρχεται να προσθέσει στα ποιήματα του Καβάφη την προσωπική σφραγίδα του ποιητή, φανερώνοντας πως πίσω από την ιδιαίτερη αυτή ποιητική έκφραση βρίσκεται ένας Αλεξανδρινός με πολίτικες ρίζες.

Εργασίες για τον Καβάφη (Modern Greek A Level)

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Vincent van Gogh





















Η γλώσσα των ποιημάτων του Καβάφη


Η Αλεξάνδρεια στα ποιήματα του Καβάφη

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Irina Sztukowski

Η Αλεξάνδρεια στα ποιήματα του Καβάφη

Ο Κωνσταντίνος Καβάφης όντας Αλεξανδρινός έχει ιδιαίτερη αγάπη για την πόλη στην οποία γεννήθηκε και έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του γι’ αυτό και η Αλεξάνδρεια αποτελεί το χώρο στον οποίο διαδραματίζονται αρκετά ποιήματά του. Ο Καβάφης, βέβαια, αφενός συνηθίζει να μεταθέτει τη δράση των ποιημάτων του στο παρελθόν, οπότε οι αναφορές στην πόλη αυτή περιορίζονται στα ελληνιστικά χρόνια και στους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες. Κι αφετέρου δε συνηθίζει να μας δίνει πλούσιες περιγραφές του περιβάλλοντα χώρου, οπότε στα ποιήματά του παρέχονται ελάχιστες πληροφορίες για την πόλη. Άλλωστε, στην ποίηση του Καβάφη η αναφορά και μόνο στην Αλεξάνδρεια αρκεί για να εμπλουτιστούν οι στίχοι του με πολλούς και ποικίλους συνειρμούς σχετικά με την ιδιαίτερη ομορφιά, αλλά και την έντονη ζωή της αγαπημένης πόλης του. Η Αλεξάνδρεια, δηλαδή, λειτουργεί στην ποίηση του Καβάφη ως ένας πολυσήμαντος χώρος, γεμάτος γνώσεις, ελληνικότητα, ερωτικές εμπειρίες καθώς και μια πλούσια ιστορία, στοιχεία που της προσδίδουν μια ιδιαίτερη δυναμικότητα.
Στην Αλεξάνδρεια των χρόνων που οι γιοι και διάδοχοι του Μεγάλου Κωνσταντίνου βρίσκονταν σε σύγκρουση, μας μεταφέρει το ποίημα «Μύρης Αλεξάνδρεια του 340 μ.Χ.». Στο ερωτικό αυτό ποίημα η Αλεξάνδρεια λειτουργεί ως αντίβαρο της χριστιανικής αναφοράς του τίτλου, μιας και παρά την παραπομπή του αναγνώστη στα χρόνια που ο Χριστιανισμός είχε πλέον επικρατήσει και ήδη οι δογματικές διαφορές της νέα θρησκείας ταλάνιζαν τους πιστούς, η πόλη διατηρεί ακόμη στοιχεία ελληνικότητας, παγανισμού και ανορθόδοξου ερωτισμού. Το ποιητικό υποκείμενο, που παρουσιάζεται ως φίλος του νεαρού Μύρη, μας μιλά για το θάνατο του όμορφου νέου, για την αγάπη που είχε γι’ αυτόν, αλλά και για τη βεβήλωση της αγάπης αυτής από την έντονη θρησκευτικότητα των συγγενών του νεκρού νέου, που με τόση αποφασιστικότητα διακηρύσσουν την πίστη του στο Χριστό, ώστε ακόμη κι ο φίλος του αρχίζει να αμφιβάλει για την προσήλωση του Μύρη στον έκλυτο τρόπο ζωής τους. Ο φίλος του Μύρη παρασυρμένος από τις διαβεβαιώσεις των συγγενών του για την αγάπη που είχε στο Χριστό, αρχίζει να εξετάζει εκ νέου τις κοινές τους εμπειρίες, αποκαλύπτοντας παράλληλα στον αναγνώστη στοιχεία για τη ζωή στην Αλεξάνδρεια εκείνα τα χρόνια. Ολονύχτια ξενύχτια, συγκρούσεις νεανικών ομάδων, εκδρομές και τελετές προσευχής στους παγανιστικούς θεούς, είναι τα στοιχεία που συνθέτουν μια ζωή γεμάτη ένταση, διασκέδαση και ανενόχλητη πίστη τους παλιούς θεούς. Μέσα από τις αναμνήσεις του φίλου του Μύρη αναδύεται μια πόλη που σφύζει από ζωή κι οι νέοι της είναι δοσμένοι στις απολαύσεις, στις άνομες απολαύσεις και στην ειδωλολατρία. Σημαντική είναι άλλωστε και η αναφορά στο Σεράπειο, στον εντυπωσιακό ναό της Αλεξάνδρειας που ήταν αφιερωμένος στο θεό Σέραπη και που καταστράφηκε το 391 μ.Χ. από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Α΄. Η αναφορά αυτή τοποθετεί το ποίημα σε μια περίοδο παρακμής του παγανισμού καθώς λίγα χρόνια μετά ο χριστιανισμός θα αρχίσει να επιβάλλεται με επιθετικό τρόπο στην Αλεξάνδρεια.
Βαθύτερα στο παρελθόν της Αλεξάνδρειας, αλλά και πάλι σε μια μεταβατική για την ιστορία της πόλης περίοδο μας μεταφέρει το ποίημα «Αλεξανδρινοί Βασιλείς». Εδώ βρίσκουμε την Κλεοπάτρα Ζ΄ την τελευταία βασίλισσα της ελληνιστικής ιστορίας της Αιγύπτου, το 34 π.Χ., δηλαδή, λίγο προτού ηττηθεί από τους Ρωμαίους και η Αίγυπτος γίνει πια τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Στο ποίημα αυτό η Αλεξάνδρεια παρουσιάζεται για μια τελευταία φορά με όλη τη λαμπρότητα που την καθιέρωσε ως μια από τις σημαντικότερες πόλεις της αρχαιότητας αλλά και των ελληνιστικών χρόνων. Η Κλεοπάτρα διοργανώνει την τελετή των δωρεών, την τελετή δηλαδή κατά την οποία διένειμε στα παιδιά της τα εδάφη της υποτιθέμενης επικράτειάς της και ο ποιητής βρίσκει την ευκαιρία να μας χαρίσει εικόνες της Αλεξάνδρειας γεμάτες ποιητικότητα και ομορφιά. Η τελετή πραγματοποιείται στο Γυμνάσιο της Αλεξάνδρειας, το οποίο όπως μας λέει ο ποιητής είναι ένα θριαμβικό κατόρθωμα της τέχνης, ο ουρανός είναι καθαρός με ένα ανοιχτό γαλάζιο που προσδίδει μια αίσθηση ξεγνοιασιάς σε όλη την περιγραφή και οι Αλεξανδρινοί, που αποτελούν ένα συνονθύλευμα εθνοτήτων σπεύδουν να θαυμάσουν από κοντά όλη την πολυτέλεια των αυλικών, αλλά και των παιδιών της Κλεοπάτρας. Παρόλο που το ποίημα αυτό έχει ως βασικό του στόχο να επικρίνει την Κλεοπάτρα, παράλληλα λειτουργεί κι ως μέσο εξύμνησης της πόλης του ποιητή, καθώς τόσο η αναφορά στο εξαίσιο Γυμνάσιο όσο και η γενικότερη παρουσία του πλούτου της βασίλισσας και του ενθουσιασμού των κατοίκων, κατορθώνουν να περάσουν στον αναγνώστη μια εικόνα μοναδικής ομορφιάς και αρμονίας για την Αλεξάνδρεια εκείνης της περιόδου.
Η Αλεξάνδρεια, όμως, για τον Καβάφη είναι τόσο σημαντική ώστε δε θα μπορούσε να αποτελεί μόνο τον τόπο στον οποίο διαδραματίζονται τα διάφορα γεγονότα που αναφέρει. Στο αριστουργηματικό «Απολείπειν ο θεός Αντώνιον» ο Καβάφης αποδεσμεύει την Αλεξάνδρεια από τον απλό ρόλο του τόπου δράσης και της χαρίζει διαστάσεις συμβόλου. Η Αλεξάνδρεια σε αυτό το ποίημα συγκεντρώνει όλα όσα ο Αντώνιος πόθησε ποτέ στη ζωή του, όλα εκείνα για τα οποία αγωνίστηκε και τώρα πια τα χάνει μιας και ο Οκταβιανός είναι προ των πυλών. Κι ενώ για τον Αντώνιο η Αλεξάνδρεια συμβολίζει τη δύναμη, τον πλούτο και φυσικά τον έρωτα της Κλεοπάτρας, για κάθε αναγνώστη η Αλεξάνδρεια αποκτά κι ένα διαφορετικό νόημα. Ο ποιητής σηματοδοτεί με την Αλεξάνδρεια το όνειρο κάθε ανθρώπου, το όνειρο που έστω για λίγο έγινε πραγματικότητα και τώρα χάνεται. Εδώ ο ποιητής εστιάζει την προσοχή του τη στιγμή της απώλειας, τη στιγμή που η Αλεξάνδρεια φεύγει και ζητά αυτοσυγκράτηση και διατήρηση με κάθε τρόπο του ύστατου αγαθού για κάθε άνθρωπο, της αξιοπρέπειάς του. Το ποίημα αυτό λειτουργεί επομένως ως οδηγός για το πώς θα πρέπει να αντιμετωπίζουμε την ήττα και την απώλεια στη ζωή μας, μιας και στη θέση του Αντώνιου, στη θέση του ηττημένου, μπορεί να βρεθεί οποιοσδήποτε άνθρωπος. Παράλληλα, βέβαια, με το ποίημα αυτό ο ποιητής κατόρθωσε να επιβάλει διαχρονικά την Αλεξάνδρεια ως σύμβολο των πολυτιμότερων αποκτημάτων που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος.
Η Αλεξάνδρεια ως μια όμορφη πόλη, η Αλεξάνδρεια ως ένας τόπος πλούσιος σε ιστορικές μεταβολές, δοσμένη όμως πάντοτε στον έρωτα, στον παγανισμό και στη ζωή, και φυσικά η Αλεξάνδρεια ως σύμβολο των σημαντικότερων επιτευγμάτων και ονείρων κάθε ανθρώπου, είναι μερικές από τις εκφάνσεις της αγαπημένης αυτής πολιτείας στο έργο του Καβάφη. Ο Αλεξανδρινός ποιητής κατορθώνει όχι μόνο να ταυτίσει την πόλη αυτή με το έργο του, αλλά και να την εντάξει στον κόσμο της ποίησης καθιστώντας την ένα από τα ωραιότερα σύμβολα του ποιητικού του έργου.

Η θεατρικότητα στα ποιήματα του Καβάφη

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Susi Galloway 

Η θεατρικότητα στα ποιήματα του Καβάφη

Η θεατρικότητα είναι ένα στοιχείο που χαρακτηρίζει συχνά τα ποιήματα του Καβάφη και γίνεται αντιληπτή όχι μόνο ως ένα εξωτερικό στοιχείο σκηνοθεσίας όσων διαδραματίζονται, αλλά κάποτε εντοπίζεται και στην ουσία του ποιήματος, χρωματίζοντας τις σκέψεις και τις πράξεις των προσώπων. Με τη θεατρικότητα ο Καβάφης επιτυγχάνει να δώσει ζωντάνια και παραστατικότητα στα ποιήματά του, προσελκύοντας ακόμη περισσότερο τον αναγνώστη, αλλά δεν αρκείται σε αυτό. Η θεατρικότητα είναι ένα στοιχείο που συχνά εισέρχεται βαθύτερα στο έργο του Καβάφη, λειτουργώντας ως ένας αξεπέραστος μηχανισμός ειρωνείας. Ενώ, δηλαδή σε μια επιφανειακή ανάγνωση των ποιημάτων αντιλαμβανόμαστε τα θεατρικά στοιχεία ως συστατικά μιας καλοδεχούμενης ενάργειας, στην πραγματικότητα ο ποιητής χρησιμοποιεί τη θεατρικότητα για να υποσκάψει τα θεμέλια της υπόστασης των προσώπων που κινούνται στα ποιήματά του.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ποιήματος στο οποίο ο Καβάφης χρησιμοποιεί τη θεατρικότητα παράλληλα, και ως μέσο παραστατικότητας αλλά και ως μέσο ειρωνείας είναι το ποίημα «Αλεξανδρινοί Βασιλείς». Εδώ βρίσκουμε όλα τα αναγκαία συστατικά της θεατρικότητας: Η τελετή που διοργανώνει η Κλεοπάτρα αποτελεί το κεντρικό θέμα της παράστασης, το στάδιο της Αλεξάνδρειας αποτελεί το χώρο όπου τελείται η παράσταση, τα παιδιά της Κλεοπάτρας λειτουργούν ως άβουλοι ηθοποιοί και οι Αλεξανδρινοί αποτελούν τους πρόθυμους θεατές. Το στοιχείο όμως που προσδίδει στη θεατρικότητα αυτή και μια έντονα ειρωνική λειτουργία είναι το γεγονός ότι η Κλεοπάτρα διοργανώνει όλο αυτό το θέαμα για να εντυπωσιάσει τους υπηκόους της, εκτελώντας ουσιαστικά χρέη σκηνοθέτη, χωρίς όμως να επιτυγχάνει τα επιθυμητά αποτελέσματα. Η Κλεοπάτρα παρακινημένη από την επιθυμία της να επιδείξει τη δύναμή της καταφεύγει σε μια ανούσια πολιτική κίνηση. Διοργανώνει μια εντυπωσιακή τελετή για να μοιράσει στα παιδιά της τα εδάφη, που κάποτε κατέκτησε ο Μέγας Αλέξανδρος, τα οποία όμως δεν ανήκουν στην ίδια. Κι ενώ η Κλεοπάτρα πιστεύει ότι με την τελετή αυτή θα κατορθώσει να θαμπώσει τους Αλεξανδρινούς στην πραγματικότητα εκείνοι γνωρίζουν ότι όλα αυτά είναι θεατρικά και λόγια. Στο ποίημα αυτό επομένως έχουμε τα στοιχεία θεατρικότητας που χρειάζονται για να προσδώσουν στο ποίημα ζωντάνια και παραστατικότητα, παράλληλα όμως η θεατρικότητα αυτή χαρακτηρίζει και τη βασική πράξη του ποιήματος, την τελετή της Κλεοπάτρας, υπονομεύοντας σε απόλυτο βαθμό την προσπάθεια της βασίλισσας.
Μια παρόμοια χρήση της θεατρικότητας συναντάμε και στο ποίημα «Νέοι της Σιδώνος (400 μ.Χ.)», στο οποίο όμως δεν μπορούμε με βεβαιότητα να αποδεχτούμε ή να αποκλείσουμε την ειρωνική λειτουργία της. Στο ποίημα αυτό πέντε αρωματισμένοι νέοι φέρνουν έναν ηθοποιό να τους διαβάσει επιγράμματα για να διασκεδάσουν. Η ανάγνωση όμως του επιγράμματος που χαράχτηκε στον τάφο του Αισχύλου προκαλεί την αγανάκτηση ενός νέου, καθώς στο επίγραμμα αυτό που συντέθηκε από τον ίδιο τον Αισχύλο δε γίνεται καμία αναφορά στο ποιητικό του έργο. Για τον Αισχύλο το σημαντικότερο επίτευγμά του υπήρξε η συμμετοχή του στη μάχη του Μαραθώνα το 490 π.Χ. κατά την οποία οι Αθηναίοι νίκησαν τους Πέρσες. Ο νέος αγανακτεί με τον τραγικό ποιητή και σε μία γεμάτη ένταση αποστροφή προς αυτόν, απαιτεί το ποιητικό έργο να τίθεται πάντοτε πρώτο και όχι να παραμερίζεται προς χάριν των πολεμικών κατορθωμάτων. Σε αυτό το ποίημα τόσο η παρουσία του ηθοποιού που διαβάζει τα επιγράμματα, όσο και η γεμάτη στόμφο ομιλία του νέου αποτελούν ικανά στοιχεία θεατρικότητας, τα οποία προσφέρουν στο ποίημα έντονη παραστατικότητα. Ο βασικός προβληματισμός όμως είναι κατά πόσο η θεατρικότητα λειτουργεί ειρωνικά εις βάρος του νέου που τολμά να κρίνει τον Αισχύλο. Αν θεωρήσουμε ότι ο Καβάφης συμφωνεί με τις απόψεις του νεαρού τότε δεν μπορούμε να μιλήσουμε για ειρωνική χρήση της θεατρικότητας, αν όμως θεωρήσουμε ότι ο ποιητής δε συμφωνεί μαζί του, τότε τα στοιχεία θεατρικότητας που σχετίζονται με το νέο, δηλαδή το ότι πετάγεται όρθιος κι αρχίζει να μιλά με ένταση, οι υπερβολικές φράσεις που χρησιμοποιεί - κηρύττω, απαιτώ – καθώς και το γεγονός ότι απευθύνει το λόγο στον Αισχύλο, που είχε ζήσει σχεδόν εννέα αιώνες πριν από το νέο, τότε όλα αυτά έχουν ως αποκλειστικό σκοπό να μειώσουν την αξία της άποψης του νέου.
Στο ποίημα πάντως που η θεατρικότητα χρησιμοποιείται με ιδιαίτερα αριστοτεχνικό τρόπο από τον Καβάφη είναι το «Περιμένοντας τους Βαρβάρους», όπου από την πρώτη κιόλας στιχομυθία, που κλείνει με την προκλητική απάντηση, “είναι οι βάρβαροι να φτάσουν σήμερα”, ο ποιητής κερδίζει την προσοχή του αναγνώστη και φροντίζει στην πορεία με κάθε ανάλογη απάντηση αυτού του παράδοξου διαλόγου να αυξάνει την περιέργεια και το ενδιαφέρον μας. Ο κρυπτικός αυτός διάλογος, με τη θεματική της έλευσης των Βαρβάρων, μας παραπέμπει άμεσα σε θεατρικούς διαλόγους και μας προδιαθέτει για μία κορύφωση. Κι ενώ με κάθε νέα απάντηση περιμένουμε κάποιο στοιχείο που θα μας αποκαλύψει το λόγο που οι κάτοικοι αυτής της πολιτείας περιμένουν με ανυπομονησία τον ερχομό των Βαρβάρων καταλήγουμε στην κορύφωση – διάψευση, που αφενός δε μας λύνει την απορία κι αφετέρου μας παρασύρει στην απογοήτευση των πολιτών που συνειδητοποίησαν ότι οι Βάρβαροι δεν υπάρχουν πια. Η αποκωδικοποίηση του ποιήματος δε γίνεται εύκολα και η αποκάλυψη ότι οι Βάρβαροι συμβολίζουν την επιστροφή σε μια απλούστερη μορφή κοινωνικής διαβίωσης, δεν έρχεται χωρίς τη βοήθεια του ίδιου του ποιητή που μας έχει δώσει την εξήγηση του ποιήματος σε ένα από τα σχόλια του. Παρά τη δυσκολία όμως που συναντάμε στην ερμηνεία του κεντρικού συμβόλου, γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι σε αυτό το ποίημα η θεατρικότητα λειτουργεί με ιδιαίτερα αποτελεσματικό τρόπο, καθώς η διαλογική του μορφή κερδίζει την προσοχή μας από τους πρώτους κιόλας στίχους και μας συνοδεύει σ’ όλη την πορεία μέχρι την κορύφωση του διαλόγου και το καταληκτικό ειρωνικό σχόλιο του ποιητή που με την αρτιότητά του απέκτησε αποφθεγματική αξία.
Η διαλογική μορφή, τα πρόσωπα που συνομιλούν, η αποστροφή του ποιητή προς κάποιον υποτιθέμενο ακροατή, οι κινήσεις των προσώπων, όπως και εν γένει κάθε ένδειξη δράσης των προσώπων στα ποιήματα του Καβάφη, αποτελούν χαρακτηριστικά συστατικά της θεατρικότητας. Το ενδιαφέρον, όμως, στην ποίηση του Καβάφη δεν είναι ότι κατόρθωσε να αξιοποιήσει όλα αυτά τα στοιχεία δράσης για να δώσει ζωντάνια στα ποιήματά του, αυτό είναι δεδομένο για πολλούς ποιητής, το σημαντικότερο και ιδιαίτερα εντυπωσιακό είναι ότι ο τεχνίτης αυτός του ειρωνικού λόγου, κατόρθωσε να εντάξει τη θεατρικότητα στους πολλούς και ποικίλους μηχανισμούς ειρωνείας που χρησιμοποιεί στην ποίησή του.

Ο διδακτισμός στην ποίηση του Καβάφη

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Sandi Baker

Ο διδακτισμός στην ποίηση του Καβάφη

Ο Κωνσταντίνος Καβάφης είχε πάντοτε την πρόθεση να μεταδίδει με την ποίησή του σημαντικά μηνύματα προς τους αναγνώστες του. Σε αντίθεση με άλλους ποιητές που ενδιαφέρονταν περισσότερο για την τεχνική αρτιότητα των ποιημάτων τους, ακολουθώντας ποικίλα μέτρα, εμπλουτίζοντας τα έργα τους με ομοιοκαταληξίες και διατηρώντας με αυστηρότητα τον αριθμό των συλλαβών κάθε στίχου, θυσιάζοντας σε αυτά το περιεχόμενο του ποιήματος, ο Καβάφης έθεσε ως βασική προτεραιότητα της δικής του ποίησης το περιεχόμενο και απάλλαξε την ποίησή του από οτιδήποτε θα τον περιόριζε να εκφράσει με πληρότητα αυτό που ήθελε. Η ποίησή του είναι συχνά φορέας ηθικών μηνυμάτων και συμβουλών για την ενδεδειγμένη στάση ζωής των ατόμων, αποπνέοντας μια έντονη διάθεση διδακτισμού, κάτι που θα μπορούσε να αναιρέσει την ποιητικότητα του έργου του, αν ο ποιητής δε φρόντιζε να συγκαλύψει το διδακτισμό αυτό με μια εμπνευσμένη αξιοποίηση της ιστορίας και των αρχαιοελληνικών μύθων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο ο ποιητής αξιοποιεί ένα μύθο για να μπορέσει να περάσει μέσα στην ποίησή του τις συμβουλές του, χωρίς να δημιουργείται στον αναγνώστη η ενοχλητική αίσθηση ότι ο ποιητής τον νουθετεί, είναι το ποίημα «Ιθάκη». Εδώ ο μύθος της επιστροφής του Οδυσσέα από την Τροία, αποτελεί τη βάση για να χτίσει ο ποιητής τη δική του εκδοχή του ταξιδιού που καλείται να πραγματοποιήσει κάθε άνθρωπος, όχι πια ως ταξίδι επιστροφής όπως αυτό του Οδυσσέα, αλλά ως ταξίδι επίτευξης των στόχων που θέτουμε στη ζωή μας. Η πληθώρα των περιπετειών του Οδυσσέα, τρέπεται από τον ποιητή σε πληθώρα εμπειριών που αντί για ταλαιπωρία θα μας χαρίσουν γνώσεις και νέες ευκαιρίες για απολαύσεις πνευματικές και σωματικές. Οι δυσκολίες που συνάντησε ο Οδυσσέας δίνουν την ευκαιρία στον Καβάφη να μας αποκαλύψει ότι η πηγή όλων των προβλημάτων ενυπάρχει στον καθένα μας και ότι είναι στο χέρι μας να αποφύγουμε κάθε πιθανή δυσκολία αν διατηρούμε τη σκέψη μας καθαρή από φόβους και μικροπρέπειες. Επομένως, το ταξίδι μας μπορεί εύκολα να απαλλαγεί από τα τρομερά εμπόδια που έτυχαν στον Οδυσσέα και συνεπώς να λάβει τη μορφή μιας πορείας γεμάτης προκλήσεων, απολαύσεων και απόκτησης γνώσεων. Με τον τρόπο αυτό η Ιθάκη παύει να είναι ο προορισμός – λύτρωση, όπως ήταν για τον Οδυσσέα και γίνεται ο προορισμός – στόχος, που με κάθε φτάσιμο μας εκεί επαναπροσδιορίζεται και τίθεται μια νέα Ιθάκη – στόχος. Με τις νέες αντιστοιχίες που δημιουργεί ο ποιητής κατορθώνει να μας παρουσιάσει το ταξίδι της ζωής ως μια πλούσια πηγή εμπειριών, γεμάτη με επιδιώξεις που λειτουργούν κυρίως ως το κίνητρο που χρειαζόμαστε για να συνεχίζουμε την πορεία μας και σε καμία περίπτωση δε θα πρέπει να αποτελούν αυτοσκοπό για εμάς.
Στον αντίποδα της Ιθάκης, όπου ο ποιητής μας μιλά για τις άπειρες δυνατότητες που μας παρέχει το ταξίδι της ζωής για την απόκτηση εμπειριών και απολαύσεων, βρίσκεται το ποίημα «Απολείπειν ο θεός Αντώνιον», στο οποίο ο ποιητής στέκει με σεβασμό, αλλά και αυστηρότητα απέναντι σε όσους φτάνουν στην κρίσιμη στιγμή της απώλειας των πολυτιμότερων για εκείνους αγαθών. Ο ποιητής εστιάζει την προσοχή του στην ιστορία του Αντώνιου που στο απόγειο της ζωής του είχε δική του την Αλεξάνδρεια και την Κλεοπάτρα, αλλά δεν μας μιλά για τις στιγμές της χαράς και της επιτυχίας αυτού του προσώπου, μας μιλά για τη στιγμή που ο Αντώνιος συνειδητοποιεί ότι ο προστάτης του θεός τον εγκαταλείπει και είναι πια η στιγμή να αποχαιρετίσει την Αλεξάνδρεια και μαζί της όλα όσα κατόρθωσε να αποκτήσει στη ζωή του. Ο ποιητής θέλει να τονίσει την αξία του αυτοσεβασμού και της αξιοπρέπειας και για το λόγο αυτό συμβουλεύει τον Αντώνιο να αποχαιρετήσει την Αλεξάνδρεια σα να ήταν έτοιμος από καιρό, σα να ήταν θαρραλέος. Για τον Καβάφη η διατήρηση της αξιοπρέπειας είναι από τα πλέον σημαντικά στοιχεία για έναν άνθρωπο και γι’ αυτό πιστεύει ότι ακόμη κι όταν βρισκόμαστε μπροστά στις μεγαλύτερες απώλειες της ζωής μας, θα πρέπει να διατηρούμε την αυτοκυριαρχία μας και να μην καταφεύγουμε σε θρήνους και παρακάλια, που αφενός δεν μπορούν να αποτρέψουν την καταστροφή και αφετέρου μας στοιχίζουν το πολυτιμότερο απόκτημά μας, την αξιοπρέπεια. Στο ποίημα αυτό ο Καβάφης κατορθώνει να περάσει το σημαντικό αυτό μήνυμα, χωρίς να αφήνει το διδακτικό χαρακτήρα του ποιήματος να γίνεται εμφανής. Κατορθώνει να περάσει τόσο αριστοτεχνικά τις προτάσεις του για αυτοκυριαρχία, μέσα από την αναφορά στις ειδικές περιστάσεις της ζωής του Αντώνιου, ώστε ο αναγνώστης να δέχεται το μήνυμα, χωρίς καθόλου να αισθάνεται ότι ο ποιητής του απευθύνει τον λόγο και ότι ουσιαστικά συμβουλεύει εκείνον και όχι τον Αντώνιο.
Κι ενώ στα ποιήματα Ιθάκη και Απολείπειν ο θεός Αντώνιον η χρήση του β΄ ενικού προσώπου διατηρεί την εντύπωση ότι ο ποιητής απευθύνει το λόγο σε κάποιον και εν μέρει στον αναγνώστη, έρχονται στιγμές που ο ποιητής απομακρύνει ακόμη κι αυτό το στοιχείο διδακτισμού, θέτοντας το ποίημά του μέσα σ’ ένα ιστορικό πλαίσιο, χωρίς καμία συσχέτιση προς τον αναγνώστη. Για παράδειγμα στο ποίημα «Εν Σπάρτη», η συμβουλή του ποιητή δίνεται έμμεσα και εμπεριέχεται ουσιαστικά στην προβολή του ιδανικού προτύπου ενός ηγετικού προσώπου, της Κρατησίκλειας. Ο ποιητής θέλοντας να περάσει το μήνυμα ότι τα άτομα που αναλαμβάνουν ηγετικές θέσεις σε μία πολιτεία θα πρέπει να βάζουν τον εαυτό τους σε δεύτερη μοίρα και να δρουν πάντοτε με γνώμονα το συμφέρον της πολιτείας, μας παρουσιάζει την ιστορία της μητέρας του βασιλιά Κλεομένη. Η έκδηλη διάθεση αυτοθυσίας της Κρατησίκλειας, η ευκολία με την οποία δέχεται να πάει ως όμηρος του Πτολεμαίου στην Αίγυπτο και η βεβαιότητά της ότι δε θα μπορούσε ποτέ ο Πτολεμαίος να θίξει την αξιοπρέπειά της, μας δίνουν το μέτρο της ηθικής ακεραιότητας που θα πρέπει να έχει ένα πολιτικό πρόσωπο. Εδώ ο διδακτισμός του ποιητή είναι κρυμμένος καλά μέσα στην αναπαράσταση του ιστορικού γεγονότος και ο αναγνώστης μπορεί να λάβει το μήνυμα του ηθικού μεγαλείου, μόνο αν έχει ανάλογες παραστάσεις και ηθικές αξίες ο ίδιος.
Σε ό,τι αφορά την ποίηση του Καβάφη, λοιπόν, το ερώτημα δεν είναι αν περιέχει στοιχεία διδακτισμού, καθώς αυτό είναι δεδομένο, το ερώτημα είναι αν ο διδακτισμός αυτός δίνεται με τρόπο που να ενοχλεί τον αναγνώστη και να αναιρεί την ποιητικότητα του έργου. Και η απάντηση έρχεται αβίαστα όταν κανείς διαβάζει ποιήματα όπως το Απολείπειν ο θεός Αντώνιον και το Εν Σπάρτη, όπου είναι εμφανές ότι ο ποιητής έχει κατορθώσει να αξιοποιήσει τόσο έντεχνα τις ιστορικές αναφορές διαπλέκοντας παράλληλα τόσο αρμονικά τις συμβουλές του με το υπόλοιπο περιεχόμενο, ώστε όχι μόνο να μην ενοχλούν τον αναγνώστη, αλλά στην πραγματικότητα να αποτελούν βασικό στοιχείο της γοητείας που ασκούν τα ποιήματα του Αλεξανδρινού.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...