Salvador Dali
Τάσος Λειβαδίτης «25η Ραψωδία της Οδύσσειας» ως παράλληλο για το «Στον Νίκο Ε... 1949»
Κι εσείς, ακριβοί μου σύντροφοι,
σε κείνο το ασφυκτικό κελί των μελλοθανάτων,
ένα μήνα ζήσαμε κουλουριασμένοι, για να χωράμε,
και κάθε φορά που παίρναν κάποιον, για να μη μας λείπει
δεν απλώναμε το κορμί μας. Μέχρι που μείναμε
εγώ
κι εσύ,
τελευταίε σύντροφε,
κουβαριασμένοι σε δυο γωνίες του άδειου κελιού,
με την πελώρια αίσθηση γύρω μας
ότι υπάρχουν ακόμα
όλοι.
Στο απόσπασμα από την 25η Ραψωδία της Οδύσσειας του Λειβαδίτη παρουσιάζεται η σπαρακτική αίσθηση των ανθρώπων που έχουν καταδικαστεί σε θάνατο και περιμένουν με φόβο την πλήρωση της καταδίκης τους. Η εικόνα που δημιουργεί εδώ ο Λειβαδίτης είναι ιδιαίτερα δυνατή και μεταφέρει με μοναδικό τρόπο το φόβο και τη συναισθηματική ένταση των μελλοθανάτων. Οι καταδικασμένοι που γεμίζουν ασφυκτικά το κελί, αφού περνούν ένα μήνα μαζί, κουλουριασμένοι για να χωρούν, σταδιακά αρχίζουν να μειώνονται, καθώς ένας – ένας οδηγούνται στο πρόωρο τέλος τους.
Κάθε φορά, όμως, οι εναπομείναντες παραμένουν μαζεμένοι στη θέση τους, χωρίς να απλώνουν το κορμί τους, για να μη συνειδητοποιήσουν την απώλεια του συντρόφου τους. Οι εναπομείναντες επιλέγουν να εθελοτυφλούν μπροστά στην τραγική απώλεια και στο ανέκκλητο του τέλους που τους περιμένει. Ακόμη κι όταν έχουν μείνει μόλις δύο άτομα στο άδειο πλέον κελί, προτιμούν να μένουν κουβαριασμένοι στις γωνιές τους, μη θέλοντας να αποδεχτούν το γεγονός ότι όλοι οι σύντροφοί τους έχουν οδηγηθεί στο θάνατο.
Η σύνθεση αυτή του Λειβαδίτη, που μας παραπέμπει μέσω του τίτλου της στην εμπειρία του Οδυσσέα που συνέχισε το ταξίδι του έχοντας χάσει τους συντρόφους του, έρχεται να δώσει μια διάσταση της πορείας όσων αγωνίστηκαν για την αλλαγή των πραγμάτων στη χώρα, που δεν εμπεριέχει πια δυναμισμό και ενθουσιώδη οράματα για το μέλλον. Έρχεται να μας μιλήσει για το τέλος της πορείας τους, ένας τέλος γεμάτο φόβο και διάψευση, καθώς τα όνειρα και οι ελπίδες εκείνων των ανθρώπων συγκρούστηκαν με την αμείλικτη αποφασιστικότητα να τερματιστεί ο αγώνας για την προσέγγιση ενός διαφορετικού μέλλοντος.
Την ίδια θεματική βρίσκουμε και στο ποίημα «Στον Νίκο Ε... 1949» του Αναγνωστάκη, όπου ο ποιητής μας μεταφέρει στην εφιαλτική πραγματικότητα που βιώνει κάποιος που προσμένει από μέρα σε μέρα την εκτέλεσή του. Ο Αναγνωστάκης, βέβαια, δίνει την κατάσταση που βίωσε περισσότερο υπαινικτικά και με πιο λακωνικό τρόπο, περνώντας μας όμως με παρόμοια ένταση το συναίσθημα του φόβου και της αβάσταχτης αναμονής, που στοίχειωνε τους ανθρώπους που περίμεναν να έρθει και η δική τους σειρά. «Εφιάλτες. / Στα σιδερένια κρεβάτια / Όταν το φως λιγοστεύει / Τα ξημερώματα.» Ο ποιητής εδώ, δίνει μεγαλύτερη έμφαση στη συναισθηματική κατάσταση του μελλοθάνατου. Όποιος περιμένει πως σύντομα θα φτάσει και το δικό του τέλος ζει έναν εφιάλτη, και καθώς πλησιάζει το ξημέρωμα -η ώρα των εκτελέσεων- το φως μοιάζει να λιγοστεύει, οι ελπίδες του σβήνουν.
Η ίδια τραυματική εμπειρία, η εμπειρία της αναμονής του τέλους, ενέχει και για τους δύο ποιητές συναισθήματα αγωνίας και φόβου, προσεγγίζεται όμως διαφορετικά, υπό την έννοια ότι ο Λειβαδίτης επιλέγει να μιλήσει για το φενακισμό των κατάδικων που προτιμούν να μην αποδεχτούν την απώλεια των συντρόφων τους και συνεχίζουν να πιστεύουν και να αισθάνονται πως είναι ακόμη όλοι μαζί -έστω κι αν έχουν απομείνει μόλις δύο- διατηρώντας έτσι μια ψευδαίσθηση κοινής παρουσίας μέχρι τέλους, ενώ ο Αναγνωστάκης, επικεντρώνεται κυρίως στην εφιαλτική συναισθηματική κατάσταση που βίωναν οι μελλοθάνατοι, κάθε φορά που πλησίαζε η ώρα των εκτελέσεων.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου