Vel Verrept
Μαρία Κέντρου – Αγαθοπούλου
Η Μαρία Κέντρου-Αγαθοπούλου γεννήθηκε το 1930 στη Θεσσαλονίκη από γονείς Μικρασιάτες. Εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα το 1958 με το ποίημα “Ξημέρωμα”. Εξέδωσε τις ακόλουθες ποιητικές συλλογές: Ψυχή και τέχνη (1961), Διασταυρώσεις (1965), Περίπτωση σιωπής (1968), Μεγεθύνσεις (1971), Αρμιλλάρια (1973), Τα τοπία που είδα (1975), Τα επακόλουθα (1978), Θαλασσινό ημερολόγιο (1981), Μετανάστες του εσωτερικού νερού (1985), Η σκοτεινή διάρκεια των ημερών, Επιλογές και σύνολα, Ποιήματα (1965-1995), Νησίδες (2001), Σαλκίμ (2001), Σεντόνια της αγρύπνιας (2006) κ.ά.. Αφού καταξιώθηκε στο χώρο της ποίησης, ασχολήθηκε και με την πεζογραφία: Συνοικισμός Σιδηροδρομικών (1998), Στο δωμάτιο (1999), Η παραίτηση (2002), Οι μικρές χαρές (2005), Τα σεντόνια της αγρύπνιας (2006).
Ανήκει στη δεύτερη μεταπολεμική γενιά λογοτεχνών, στην οποία περιλαμβάνονται οι συγγραφείς που γεννήθηκαν ανάμεσα στο 1929 και 1940 και εμφανίζονται κυρίως τη δεκαετία 1950-1960. Η ποίησή της χωρίζεται σε δύο περιόδους: στην πρώτη, (1968-1978) αναζητεί εναγώνια τρόπους προσέγγισης του υπερβατικού κόσμου. Στη δεύτερη (1981 κ.έ.), περιορίζει τις αναζητήσεις της στην απτή πραγματικότητα και αρκείται στην απλή, πολυσήμαντη ωστόσο, καθημερινότητά της, ανακαλώντας μνήμες του μακρινού παρελθόντος.
Το ποίημα “Ο μοτοσικλετιστής” είναι από τη συλλογή Θαλασσινό ημερολόγιο (1981) με την οποία η ποιήτρια εγκαινιάζει τη δεύτερη και ωριμότερη φάση της ποιητικής της πορείας. Συνειδητοποιώντας τη φθορά και το θάνατο, εγκαταλείπει τη χιμαιρική αναζήτηση του απόλυτου και προσγειώνεται στην καθημερινή πραγματικότητα, στον κόσμο που την περιβάλλει.
Η κριτική για το έργο της
«Με την πάροδο του χρόνου, στην ποίηση της Μ. Κέντρου-Αγαθοπούλου, όλα όσα συνέθεταν το παρελθόν της (πρόσωπα, πράγματα και καταστάσεις) αλλά και το παρόν της, άρχισαν, από ένα σημείο και ύστερα, να μετατοπίζονται σ’ ένα επίπεδο όπου, αν δεν αποκτούσαν υπερβατικές ιδιότητες, δημιουργείτο πάντως η δυνατότητα να ενοραθούν εκ μέρους της ποιήτριας κατά τρόπο υπερβατικό, χάνοντας τις πραγματικές τους διαστάσεις, βυθισμένα μέσα στην αδιαφάνεια μιας πρόβλεψης σκοτεινής. Ακόμα και συγκεκριμένα, προσδιορισμένα με ακρίβεια μέσα στον χρόνο, απολύτως προσωπικά της βιώματα γίνονται ασαφή και συγκεχυμένα και παίρνουν σχήματα ακαθόριστα, μέσα από μία πνευματική διαδικασία, όπου τον πρώτο λόγο έχει ο συνειρμός· γεγονός που, συχνά, προσδίδει στον λόγο της τη μορφή ενός δυσνόητου, τουλάχιστον καταρχάς, εσωτερικού μονολόγου […].
Η Μ. Κέντρου-Αγαθοπούλου λειτουργεί και συμπεριφέρεται, ποιητικά, ως δέσμια ενός τραυματικού, προσωπικού παρελθόντος, από το οποίο ανασύροντας διαρκώς, με τρόπους συνειρμικούς, επιμέρους στοιχεία, οδεύει προς ένα επίσης προσωπικό μέλλον, αποχρώσεων σαφώς μεταφυσικών. Ανάμεσα σ’ αυτούς τους δύο πόλους -παρελθόν και μέλλον- κινείται ακαταπαύστως, με απώτερο στόχο να βιώσει και να υπερβεί τις ψυχοφθόρες καταστάσεις του παρόντος, με εγκαρτέρηση κυρίως όμως με τη νηνεμία και την ασφάλεια του μέλλοντος, όπως, μέσω της πίστης της, το έχει οραματιστεί. […] την ποίηση της Μ. Κέντρου-Αγαθοπούλου ανεξάρτητα από το εκάστοτε μεμονωμένο έναυσμα που την κινεί στο ποίημα ή στην ποιητική ενότητα, τη συνέχει και τη χαρακτηρίζει η νηφάλια και διακριτικά, παρά τον υφέρποντα ψυχικό της κραδασμό, εκφρασμένη οδύνη από τις συνεχείς διαψεύσεις, καθώς και από τη συνείδηση του αμετάκλητου της φθοράς και του τέλους όλων όσων αποτελούν τους ακρογωνιαίους λίθους της ζωής ενός ανθρώπου».
(Παπαγεωργίου Κ.Γ., “Μαρία Κέντρου Αγαθοπούλου”, Η Ελληνική Ποίηση, Ανθολογία-Γραμματολογία, τ. Στ΄ (Η δεύτερη μεταπολεμική γενιά), Σοκόλης, Αθήνα 2002, σελ. 94-95, 469)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου