Νίκος Εγγονόπουλος «Ποίηση 1948»
«Είναι ως αν να γράφονταν.... »: Να αναλύσετε την παρομοίωση και να σχολιάσετε το ρόλο της στη δομή του ποιήματος.
… σαν πάει κάτι να γραφεῖ εἶναι ὡς ἄν γράφονταν ἀπό την ἄλλη μεριά ἀγγελτηρίων θανάτου.
Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου οι αντιμαχόμενες πλευρές προχώρησαν σε ακραίες βιαιότητες και σε πολλαπλές δολοφονίες, συχνά μάλιστα και αμάχων. Ήταν ένας πόλεμος εκδίκησης και τυφλού μίσους, όπου πολλοί βρήκαν την ευκαιρία να λύσουν ακόμη και προσωπικές τους διαφορές με πρόσχημα τη σύγκρουση που μαινόταν. Οι θάνατοι της εποχής του εμφυλίου ήταν διπλά επίπονοι καθώς ήταν απόρροια ενός αδελφοκτόνου πολέμου –η διαπίστωση αυτή μπορεί να ληφθεί κυριολεκτικά- κι αποκάλυπταν την ένταση του μίσους που είχε κατακλύσει την ελληνική κοινωνία. Όσοι έζησαν εκείνα τα χρόνια μιλούν για μια πρωτόφαντη και ωμή βιαιότητα, η οποία κατέληγε σε απάνθρωπα εγκλήματα που προκαλούσαν φρίκη και αποτροπιασμό. Η παρομοίωση του Εγγονόπουλου γίνεται κατανοητή με μεγάλη ένταση απ’ όσους γνωρίζουν την κατάσταση που επικρατούσε στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου, καθώς κάθε αγγελτήριο θανάτου σήμαινε ότι άλλος ένας Έλληνας σκοτώθηκε από Έλληνα και πως άλλος ένας φρικτός θάνατος γέμισε μια οικογένεια με πόνο και βάθυνε ακόμη περισσότερο την απόσταση ανάμεσα στις δύο παρατάξεις. Όταν ο ποιητής δηλώνει ότι η ποίησή του είναι προφανώς περιττή σ’ αυτή την εποχή πολέμου, δεν κάνει μια θεωρητική δήλωση. Έχει βιώσει τη φρίκη ενός πολέμου που χωρίζει στα δύο ακόμη και τα μέλη μιας οικογένειας, έχει δει το μίσος που υποκινεί τις πλέον αιμοσταγείς δολοφονίες που έχουν γίνει ποτέ επί ελληνικού εδάφους κι έχει αντιληφθεί το μέγεθος των τραυμάτων που θα αφήσει αυτός ο πόλεμος στην ελληνική κοινωνία.
Η παρομοίωση που χρησιμοποιεί ο ποιητής δίνει με έμφαση την έντονη παρουσία του θανάτου εκείνη την εποχή, καθώς οι θάνατοι δεν ήταν μόνο συχνοί ήταν και πολλαπλά επώδυνοι για κάθε Έλληνα. Κάθε στίχος, κάθε ποίημα που επιχειρεί να γράψει είναι σα να γράφεται στην πίσω μεριά ενός ακόμη αγγελτηρίου θανάτου. Κάθε προσπάθεια του ποιητή να συνθέσει ένα ποίημα προσκρούει στην σκληρή πραγματικότητα των πολλαπλών και άγριων δολοφονιών που μάστιζαν και πλήγωναν ανεπανόρθωτα την ελληνική κοινωνία.
Η παρομοίωση έχει παράλληλα κι έναν ιδιαίτερο δομικό χαρακτήρα στα πλαίσια του ποιήματος καθώς συνδέει την πρώτη με τη δεύτερη ενότητα. Η παρομοίωση αποτελεί την παραστατική αιτιολόγηση του ποιητή για το γεγονός ότι τα ποιήματά του είναι τόσο πικραμένα και τόσο λίγα. Η δυνατή εικόνα που δημιουργεί ο ποιητής για το πώς αισθάνεται την ποιητική δημιουργία κατά τη διάρκεια του εμφυλίου, αποτελεί έναν αποτελεσματικό τρόπο για να διατυπώσει με συντομία τις σκέψεις και τα συναισθήματά του.
«Είναι ως αν να γράφονταν.... »: Να αναλύσετε την παρομοίωση και να σχολιάσετε το ρόλο της στη δομή του ποιήματος.
… σαν πάει κάτι να γραφεῖ εἶναι ὡς ἄν γράφονταν ἀπό την ἄλλη μεριά ἀγγελτηρίων θανάτου.
Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου οι αντιμαχόμενες πλευρές προχώρησαν σε ακραίες βιαιότητες και σε πολλαπλές δολοφονίες, συχνά μάλιστα και αμάχων. Ήταν ένας πόλεμος εκδίκησης και τυφλού μίσους, όπου πολλοί βρήκαν την ευκαιρία να λύσουν ακόμη και προσωπικές τους διαφορές με πρόσχημα τη σύγκρουση που μαινόταν. Οι θάνατοι της εποχής του εμφυλίου ήταν διπλά επίπονοι καθώς ήταν απόρροια ενός αδελφοκτόνου πολέμου –η διαπίστωση αυτή μπορεί να ληφθεί κυριολεκτικά- κι αποκάλυπταν την ένταση του μίσους που είχε κατακλύσει την ελληνική κοινωνία. Όσοι έζησαν εκείνα τα χρόνια μιλούν για μια πρωτόφαντη και ωμή βιαιότητα, η οποία κατέληγε σε απάνθρωπα εγκλήματα που προκαλούσαν φρίκη και αποτροπιασμό. Η παρομοίωση του Εγγονόπουλου γίνεται κατανοητή με μεγάλη ένταση απ’ όσους γνωρίζουν την κατάσταση που επικρατούσε στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου, καθώς κάθε αγγελτήριο θανάτου σήμαινε ότι άλλος ένας Έλληνας σκοτώθηκε από Έλληνα και πως άλλος ένας φρικτός θάνατος γέμισε μια οικογένεια με πόνο και βάθυνε ακόμη περισσότερο την απόσταση ανάμεσα στις δύο παρατάξεις. Όταν ο ποιητής δηλώνει ότι η ποίησή του είναι προφανώς περιττή σ’ αυτή την εποχή πολέμου, δεν κάνει μια θεωρητική δήλωση. Έχει βιώσει τη φρίκη ενός πολέμου που χωρίζει στα δύο ακόμη και τα μέλη μιας οικογένειας, έχει δει το μίσος που υποκινεί τις πλέον αιμοσταγείς δολοφονίες που έχουν γίνει ποτέ επί ελληνικού εδάφους κι έχει αντιληφθεί το μέγεθος των τραυμάτων που θα αφήσει αυτός ο πόλεμος στην ελληνική κοινωνία.
Η παρομοίωση που χρησιμοποιεί ο ποιητής δίνει με έμφαση την έντονη παρουσία του θανάτου εκείνη την εποχή, καθώς οι θάνατοι δεν ήταν μόνο συχνοί ήταν και πολλαπλά επώδυνοι για κάθε Έλληνα. Κάθε στίχος, κάθε ποίημα που επιχειρεί να γράψει είναι σα να γράφεται στην πίσω μεριά ενός ακόμη αγγελτηρίου θανάτου. Κάθε προσπάθεια του ποιητή να συνθέσει ένα ποίημα προσκρούει στην σκληρή πραγματικότητα των πολλαπλών και άγριων δολοφονιών που μάστιζαν και πλήγωναν ανεπανόρθωτα την ελληνική κοινωνία.
Η παρομοίωση έχει παράλληλα κι έναν ιδιαίτερο δομικό χαρακτήρα στα πλαίσια του ποιήματος καθώς συνδέει την πρώτη με τη δεύτερη ενότητα. Η παρομοίωση αποτελεί την παραστατική αιτιολόγηση του ποιητή για το γεγονός ότι τα ποιήματά του είναι τόσο πικραμένα και τόσο λίγα. Η δυνατή εικόνα που δημιουργεί ο ποιητής για το πώς αισθάνεται την ποιητική δημιουργία κατά τη διάρκεια του εμφυλίου, αποτελεί έναν αποτελεσματικό τρόπο για να διατυπώσει με συντομία τις σκέψεις και τα συναισθήματά του.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου