Σπύρος Κανιούρας «Σε τόνο άρρυθμο» ως παράλληλο για το «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες» | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Σπύρος Κανιούρας «Σε τόνο άρρυθμο» ως παράλληλο για το «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips

Richard Young 


Σπύρος Κανιούρας «Σε τόνο άρρυθμο» ως παράλληλο για το «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»

 

Σε ευθείες ασυνέχειες και συνεχόμενα
του προηγούμενου ασύνεκτου τόνου
κρύβεται η ζωή

όπως το φως στα μαλλιά σου
όπως τα χέρια σου πάνω μου
όπως τα μάτια σου στα χέρια μου
όπως τα χέρια μου στα χέρια σου
όπως τα μάτια σου στον ουρανό
όπως τα μάτια μου στα δικά σου
όπως τα μάτια μου μια στιγμή
στον ουρανό

Παύση

τέλος του γαλάζιου
τώρα αρχίζει το μπλε
τώρα θα μιλήσουν τα σύννεφα
που κρύβουν τις υγρές ευχές μας

Σε κάθετες τεμνόμενες γραμμές και
ομόηχες επαναλήψεις
στέκει η ζωή

Όπως εσύ μπρούμυτα πάνω μου
καθισμένη
Όπως εγώ πάνω σου στα δυο
Όπως χοροπηδάς στην αγκαλιά μου
Όπως λαχταρώ να βρεθώ στην αγκαλιά σου
Όπως ακούς το καρδιογράφημα
και το βλέπεις στην οθόνη
να σε επαληθεύει

Παύση
....


Πως καταγράφεται το ερωτικό συναίσθημα στα δύο ποιήματα;

Τόσο η Μαρία Πολυδούρη όσο και ο Σπύρος Κανιούρας συνδέουν στα ποιήματά τους το ερωτικό συναίσθημα με τη μουσική. Η Πολυδούρη αντιλαμβάνεται τα ποιήματά της ως τραγούδια, τα οποία συνθέτει μόνο για τον αγαπημένο της «Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες», κι ο Κανιούρας επιλέγει να παραλληλίσει τις εναλλαγές της ζωής με μια μουσική σύνθεση, της οποίας η ομορφιά και αρμονία βρίσκεται στις στιγμές που περνά με το αγαπημένο του πρόσωπο. Η σύνδεση του ερωτικού συναισθήματος με τη μουσική προκύπτει λογικά, καθώς η μουσική εν γένει αλλά και το τραγούδι ειδικότερα αποτελούν το καλύτερο δυνατό μέσο έκφρασης των ανθρώπινων συναισθημάτων. Η μουσική -όπως και ο έρωτας- έχει τη δύναμη να μας επηρεάζει βαθιά, γι’ αυτό κι επιλέγεται με τόση συχνότητα από τους ανθρώπους για να εξωτερικεύσει τα πλέον σημαντικά και πολύτιμα συναισθήματά τους. Με το τραγούδι της η Πολυδούρη θα μιλήσει για τον πιο δυνατό έρωτα που αισθάνθηκε ποτέ και θα αποκαλύψει την έκταση που έλαβε η επίδραση που άσκησε ο αγαπημένος στη ζωή της. Με τη μουσική θα μιλήσει ο Κανιούρας για τις ασυνέχειες αλλά και για τις παροδικές αρμονίες που βρίσκουμε στη ζωή μας -με τις αρμονίες να προκύπτουν κυρίως τις στιγμές που ο έρωτας έρχεται κυρίαρχος και μας εγκλωβίζει.
Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι και οι δύο ποιητές αναγνωρίζουν πως η ζωή δεν έχει την ομορφιά που θα θέλαμε, γι’ αυτό και ο έρωτας αποκτά τελικά τόσο μεγάλη αξία. Η Πολυδούρη αναφέρει πως «στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη» η δική της η ζωή έφτασε στην πληρότητά της χάρη στην αγάπη εκείνου. Ενώ, ο Κανιούρας θα αναγνωρίσει πως η ζωή κρύβεται μέσα στις δυσαρμονίες και τις ασυνέχειες, καθώς για κάποιες πολύτιμες στιγμές το φως θα φωτίσει τα μαλλιά της αγαπημένης γυναίκας, τα χέρια της θα τον αγγίξουν και τα μάτια της θα τον κοιτάξουν. Παρά το γεγονός ότι η ζωή κινείται σε τόνο άρρυθμο και παρά τις δυσκολίες που παρουσιάζει η καθημερινότητα, η ζωή έχει να προσφέρει πολύτιμες στιγμές αρμονίας, καθώς το αγαπημένο πρόσωπο βρίσκεται εκεί για να φωτίσει λίγες στιγμές, να τις εναρμονίσει και να της καταστήσει πηγή δύναμης. Μπορεί η ζωή στο σύνολό της να μην είναι εύκολη ή πάντοτε ευχάριστη, αλλά ο έρωτας είναι αρκετά ισχυρός, ώστε να μας χαρίσει την ομορφιά και την πληρότητα που χρειαζόμαστε για να νιώσουμε τη ζωή μας να δικαιώνεται.
Στην προσέγγιση του ερωτικού συναισθήματος και οι δύο ποιητές θα δώσουν έμφαση στο άγγιγμα του αγαπημένου προσώπου, αλλά και στο κοίταγμά του. «Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου», «Μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν», γράφει η Πολυδούρη, αναγνωρίζοντας στις απλές αυτές πράξεις καταλυτική δύναμη. Κι αντίστοιχα ο Κανιούρας θα απομονώσει παρόμοιες στιγμές:
«όπως τα χέρια μου στα χέρια σου
όπως τα μάτια σου στον ουρανό
όπως τα μάτια μου στα δικά σου»
Η μαγεία του έρωτα κρύβεται σ’ ένα απλό άγγιγμα ή σ’ ένα κοίταγμα, καθώς εκεί εντοπίζονται τα βασικά του συστατικά. Η αγάπη, η αίσθηση της αποδοχής και του θαυμασμού, είναι ό,τι αποτελεί την ιδιαίτερη δύναμη του ερωτικού συναισθήματος. Η Πολυδούρη μέσα από το κοίταγμα του αγαπημένου της θα διακρίνει όλη την αλήθεια των συναισθημάτων του και θα μπορέσει να αποδεχτεί και η ίδια τον εαυτό της: «περήφανα στολίστηκα το υπέρτατο / της ύπαρξής μου στέμμα».
 Η Πολυδούρη δε θα διστάσει, βέβαια, να δηλώσει πως πίσω από κάθε πράξη εκείνου κρύβεται η αγάπη (Μόνο γιατί μ’ αγάπησες), λέξη που δεν θα ειπωθεί στο ποίημα του Κανιούρα, χωρίς όμως να μην είναι σαφές ότι το συναίσθημα αυτό διατρέχει όλο το ποίημα. Η αγάπη (όπως τα μάτια μου στα δικά σου), αλλά και το ερωτικό πάθος (Όπως λαχταρώ να βρεθώ στην αγκαλιά σου) είναι τα στοιχεία που προσφέρουν στη ζωή του ποιητή την πολυπόθητη εκείνη αίσθηση αρμονίας και δικαίωσης της ζωής.

τώρα θα μιλήσουν τα σύννεφα
που κρύβουν τις υγρές ευχές μας
Η διαφοροποίηση μεταξύ των δύο ποιημάτων είναι ότι ενώ στους στίχους του Κανιούρα υπάρχει η προσδοκία του μέλλοντος (οι υγρές ευχές μας), για την Πολυδούρη η δυνατότητά αυτή έχει ματαιωθεί ανέκκλητα, καθώς ο αγαπημένος της έχει πια χαθεί (ωραίε, που βασίλεψες). Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με την προσδοκία και του δικού της τέλους (κι έτσι γλυκά πεθαίνω) είναι άλλωστε που προσδίδει μια ιδιαίτερα τραγική διάσταση στους στίχους της ποιήτριας και καθιστά τα συναισθήματά της απρόσβλητα απέναντι στο πέρασμα του χρόνου. 

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...