David Olkarny
William Shakespeare «Σονέτο XVIII»
Να
σε συγκρίνω με μια μέρα θερινή;
Εσύ
υπερέχεις σε απαλότητα και χάρη∙
λυγίζει
αέρας τα τριαντάφυλλα του Μάη
και
δεν κρατούν τα καλοκαίρια μας πολύ.
Άλλοτε
καίει πολύ των ουρανών η φλόγα,
θαμπώνεται
άλλοτε η ολόχρυσή τους όψη∙
τ’
όμορφο κάποτε χάνει την ομορφιά του
απ’
την πορεία της φύσης είτε από την τύχη.
Μα
το δικό σου αιώνιο θέρος δε θα σβήσει,
της
ομορφιάς την κατοχή δε θα τη χάσεις,
κι
ο Χάρος δεν θα καυχηθεί πως μπήκες στη σκιά του∙
θα
λάμπεις πάντα εσύ μέσα σ’ αιώνιους στίχους!
Όσο
θα βλέπουν μάτια κι άνθρωποι αναπνέουν,
οι
στίχοι αυτοί θα ζουν κι εσύ θα ζεις μαζί τους.
[Μετάφραση:
Στυλιανός Αλεξίου]
Το
θείο δώρο της νεανικής ομορφιάς, της τόσο εύθραυστης και πρόσκαιρης νεανικής
ομορφιάς, υμνείται και αποθεώνεται διαχρονικά απ’ τους λογοτέχνες. Σε όλα τα
έθνη, σε όλους τους πολιτισμούς, απ’ τα πρώτα κιόλας λογοτεχνικά έργα το
νεανικό κάλλος εκθειάζεται ως αυτόνομη αξία, αφήνοντας στη συλλογική μνήμη
πρόσωπα υπαρκτά, αλλά και μυθικά, ως πρότυπα ανυπέρβλητης ομορφιάς.
Οι
λογοτέχνες περιγράφουν, εξυμνούν κι εν τέλει διασώζουν στο έργο τους -την
ανάμνηση τουλάχιστον- του νεανικού κάλλους, που πολύ σύντομα χάνεται από το
σαρωτικό πέρασμα του χρόνου. Ο από κάθε άποψη μάταιος αγώνας με το γήρας και τη
φθορά που σταδιακά, αλλά ανέκκλητα, προκαλεί η πάροδος του χρόνου, βρίσκει τη
μόνη του δικαίωση στον κόσμο της λογοτεχνίας. Ο δημιουργός με τις λέξεις του,
αν και δεν μπορεί να διαφυλάξει την εικόνα της νεανικής ομορφιάς στην πληρότητά
της, κατορθώνει εντούτοις να διασώσει κάτι απ’ τη μαγεία, απ’ την ιδιαίτερη
αίσθηση που προκαλούσε όσο βρισκόταν στην ακμή της.
Το
προνόμιο αυτό του λογοτέχνη επικαλείται κι ο Σαίξπηρ στο σονέτο του, όπου
διαβεβαιώνει την όμορφη κοπέλα πως χάρη στο δικό του έργο η ομορφιά της θα
γλιτώσει απ’ το καταστροφικό έργο του γήρατος και πολύ περισσότερο ακόμη κι απ’
τον ίδιο το θάνατο. Η, αν μη τι άλλο, δελεαστική αυτή προσφορά διαφύλαξης της
επαπειλούμενης ομορφιάς παρέχεται στη νεαρή γυναίκα πιθανότατα ως απόδοση τιμής
και αγνού θαυμασμού στο θεσπέσιο κάλλος της∙ ίσως βέβαια να δίνεται κι ως
αντάλλαγμα απ’ τον ποιητή που θα ήθελε την ευκαιρία να γευτεί το σφρίγος και
την ευδαιμονία αυτής της ομορφιάς.
«Να
σε συγκρίνω με μια μέρα θερινή;
Εσύ
υπερέχεις σε απαλότητα και χάρη∙»
Ο
ποιητής θέλοντας να αποδώσει τη μοναδικότητα που έχει το κάλλος της νεαρής
κοπέλας, αναρωτιέται αν η σύγκρισή της με μια καλοκαιρινή μέρα θα μπορούσε να
φανερώσει με τρόπο ισάξιο πόσο ιδανικά όμορφη είναι. Μα αμέσως διαπιστώνει πως
κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό, αφού εκείνη υπερέχει σε απαλότητα και χάρη, ακόμη
κι όταν συγκρίνεται με την ωραιότερη μέρα.
Κι
ενώ θα περίμενε κανείς πως ο ποιητής θα συνέχιζε την προσπάθειά του να αποδώσει
την ομορφιά της κοπέλας, εκείνος αρκείται σ’ αυτή τη σύντομη σύγκριση με τη
θερινή μέρα, αφήνοντας έτσι ελεύθερη τη φαντασία του αναγνώστη να πλάσει στη
σκέψη του μια ιδανική γυναίκα που ξεπερνά σε χάρη ακόμη και μια γαλήνια μέρα
του καλοκαιριού.
Με
τον τρόπο αυτό ο ποιητής διαφεύγει την εύλογη δυσκολία της λεκτικής περιγραφής
κι απόδοσης ενός φαινομένου τόσο ιδιαίτερου, όπως είναι η ανθρώπινη ομορφιά, το
οποίο δύσκολα μπορεί να προσδιοριστεί και να αποδοθεί επαρκώς. Άλλωστε, η
υποκειμενική διάσταση της προσωπικής προτίμησης, όπως κι η κάποτε απροσδιόριστη
γοητεία που ασκεί ένα άτομο, καθιστούν σχεδόν αδύνατη την παρουσίαση μιας
καθολικά αποδεκτής ομορφιάς. Δεν είναι απίθανο το περιγραφόμενο πρόσωπο να
αδικηθεί, απ’ την αδυναμία του δημιουργού να αποδώσει με λέξεις όλες τις πτυχές
που συνιστούν το ιδιαίτερο κάλλος του, όπως παράλληλα δεν είναι απίθανο ο
γοητευμένος ποιητής να υπερτιμά τις ιδιότητες του προσώπου που
αντικρίζει.
«λυγίζει
αέρας τα τριαντάφυλλα του Μάη
και
δεν κρατούν τα καλοκαίρια μας πολύ.»
Ο
ποιητής, βέβαια, δεν ενδιαφέρεται τόσο να δοκιμάσει τις δυνάμεις του στην άρτια
περιγραφή της όμορφης κοπέλας, όσο να της υπενθυμίσει ή να της επισημάνει πως
ό,τι τώρα τη χαρακτηρίζει περισσότερο, δεν είναι παρά μια φευγαλέα και πρόσκαιρη
κατάσταση. Η ομορφιά της, όπως κι η ομορφιά κάθε ανθρώπου, τελεί υπό αίρεση,
καθώς το πέρασμα του χρόνου κατορθώνει πολύ γρήγορα να διαλύσει κάτι τόσο
εύθραυστο, όπως είναι η ωραιότητα της νιότης.
Η
κοπέλα που με τόση περηφάνια φέρει το δώρο της ομορφιάς της, θα πρέπει να
γνωρίζει από νωρίς πως αυτό δεν πρόκειται να κρατήσει για καιρό και πως εν
τέλει η μόνη διασφάλιση για να μη χαθεί ολότελα η ομορφιά αυτή είναι κοντά στον
ποιητή, που με τη βοήθεια των στίχων του θα μπορέσει να διασώσει αιώνια, την
ανάμνηση έστω, του κάλλους που κάποτε εκείνη κατείχε.
Άλλωστε,
η φθοροποιός δράση του χρόνου ξεκινά πολύ σύντομα∙ σκέψη που δίνει ο ποιητής
παραλληλίζοντας τη νεότητα και την ακμή του ανθρώπου με την άνοιξη και το
καλοκαίρι. Όπως τα τριαντάφυλλα του Μάη, τα πρώτα κιόλας λουλούδια της άνοιξης,
λυγίζουν απ’ τον αέρα και δέχονται μ’ αυτό τον τρόπο μια πρόγευση της πτώσης,
έτσι κι οι άνθρωποι γνωρίζουν από νωρίς, έστω κι αν δεν το συνειδητοποιούν, την
πτωτική πορεία που τους περιμένει. Τα καλοκαίρια των ανθρώπων, τα χρόνια της
ευδαιμονικής νεότητας, δε διαρκούν πολύ.
Άλλοτε
καίει πολύ των ουρανών η φλόγα,
θαμπώνεται
άλλοτε η ολόχρυσή τους όψη∙
τ’
όμορφο κάποτε χάνει την ομορφιά του
απ’
την πορεία της φύσης είτε από την τύχη.
Ο
απαρέγκλιτος νόμος που διέπει τα ανθρώπινα είναι πως κάθε ανέβασμα, κάθε ακμή,
ακολουθείται από την πτώση και την παρακμή. Όσο λαμπερή κι αν είναι η φλόγα της
νεότητας, όσο άτρωτη κι αν φαντάζει τη στιγμή που βρίσκεται στο απόγειό της,
δεν μπορεί παρά να ακολουθήσει τη φυσική πορεία των πραγμάτων, χάνοντας κάποια
στιγμή τη λάμψη της. Το όμορφο χάνει κατ’ ανάγκη την ομορφιά του είτε γιατί
υποκύπτει στο διαβρωτικό έργο της ίδιας της φύσης που δεν επιτρέπει στατικές
καταστάσεις και αδιάπτωτη άνοδο σε κανένα από τα γεννήματά της, είτε από κάποιο
τυχαίο γεγονός, που επισπεύδει ή επιφέρει διαμιάς την απώλεια του νεανικού
κάλλους.
Μα
το δικό σου αιώνιο θέρος δε θα σβήσει,
της
ομορφιάς την κατοχή δε θα τη χάσεις,
κι
ο Χάρος δεν θα καυχηθεί πως μπήκες στη σκιά του∙
θα
λάμπεις πάντα εσύ μέσα σ’ αιώνιους στίχους!
Το
αρνητικό κλίμα των προηγούμενων στροφών, όπου ο ποιητής παρουσίαζε στη νεαρή
κοπέλα με τρόπο εμφατικό το αναπόδραστο της φθοράς που θα της στερήσει εν τέλει
την ιδανική της ομορφιά, αλλάζει με την αντίθεση αυτής της στροφής. Το αιώνιο
καλοκαίρι της αγαπημένης γυναίκας δε θα σβήσει κι η ομορφιά της δε θα χαθεί.
Ούτε καν ο Χάρος δε θα μπορέσει να υπερηφανευθεί πως υπέταξε κι έσβησε το
θεσπέσιο κάλλος της. Η νεαρή γυναίκα θα συνεχίσει να υπάρχει και να ακτινοβολεί
για πάντα, καλά προστατευμένη στους αιώνιους στίχους του ποιητή.
Ό,τι
για τους άλλους ανθρώπους αποτελεί μιαν αναπόδραστη πορεία προς την παρακμή και
τη λήθη, για εκείνη θα είναι μια συνεχής πορεία ανόδου και αδιάπτωτου
θαυμασμού. Η ομορφιά και η νεότητά της θα διασωθούν χάρη στη δύναμη του
ποιητικού λόγου, χάρη στη σταθερή και διαχρονικά ακλόνητη αξία των
δημιουργημάτων του ποιητή. Όταν η ύπαρξη των άλλων ανθρώπων θα έχει ξεχαστεί, η
δική της παρουσία θα συνεχίσει να υμνείται αιώνια, καθώς εκείνη κέρδισε το
θαυμασμό και την προσοχή του ποιητή.
Όσο
θα βλέπουν μάτια κι άνθρωποι αναπνέουν,
οι
στίχοι αυτοί θα ζουν κι εσύ θα ζεις μαζί τους.
Η
ομορφιά της κοπέλας απαθανατίζεται στους στίχους του μεγάλου ποιητή και
διασώζεται έτσι απ’ το σαρωτικό πέρασμα του χρόνου κι απ’ το σκοτάδι της λήθης.
Όσο υπάρχουν άνθρωποι κι όσο υπάρχουν μάτια που βλέπουν και διαβάζουν η
αγαπημένη γυναίκα θα συνεχίσει να υπάρχει, μιας και θα επιζεί στους
απρόσβλητους απ’ τη φθορά του χρόνου στίχους του ποιητή.
Ο
Σαίξπηρ εμφανίζεται να προεξοφλεί τη διαχρονικότητα του έργου του και το
σταθερό ενδιαφέρον των ανθρώπων για τα ποιητικά του δημιουργήματα, όχι
απαραίτητα γιατί πιστεύει στην απόλυτη αξία των στίχων του, όσο γιατί γνωρίζει
και σέβεται τη δύναμη της λογοτεχνίας. Έτσι, το ποίημα αυτό, που λειτουργεί σε
πρώτο επίπεδο ως έπαινος για την ομορφιά της νεαρής κοπέλας κι ως δελεαστική
υπόσχεση μιας διαχρονικής διάσωσης του κατά τ’ άλλα εφήμερου νεανικού της
κάλλους, σε μια προσεκτικότερη ανάγνωση φανερώνεται ως έπαινος της ίδιας της
ποιητικής τέχνης.
Η
ποίηση, η αιώνια τιμώμενη αυτή τέχνη, κατορθώνει κάτι που ξεπερνά την άψογη, μα
πρόσκαιρη ανθρώπινη ομορφιά, κατορθώνει να κερδίζει συνεχώς τη μάχη με το
χρόνο. Διατηρεί τη δική της πνευματική ομορφιά και γοητεία, τη δική της θελκτική
υπόσταση, αναλλοίωτη στο πέρασμα του χρόνου, αποκτώντας κάποτε ολοένα και
μεγαλύτερο ενδιαφέρον, σε πείσμα της πτωτικής πορείας που υποτάσσει κάθε υλικό
γέννημα.
Κάθε
λέξη παραμυθίας του ποιητή προς την όμορφη γυναίκα, κάθε διαβεβαίωσή του για τη
διάσωση της υπέροχης μορφής της, δεν είναι παρά μια ομολογία πίστης στη δύναμη
της ποιητικής τέχνης. Έτσι, αν οι περισσότεροι άνθρωποι ζουν με το φόβο της
φθοράς και του γήρατος, ο ποιητής γνωρίζει καλά πως η επιλογή του να υπηρετήσει
την ποιητική τέχνη θα δικαιωθεί, καθώς η τέχνη του θα διασώσει τις σκέψεις, τα
βιώματα και το όνομά του, παρέχοντάς τους μια αιώνια συνέχεια στο χρόνο.
William Shakespeare
«Sonnet XVIII»
Shall I compare thee to a summer’s
day?
Thou art more lovely and more
temperate:
Rough winds do shake the darling
buds of May,
And summer's lease hath all too
short a date:
Sometime too hot the eye of heaven
shines,
And often is his gold complexion
dimm’d;
And every fair from fair sometime
declines,
By chance, or nature's changing course,
untrimm’d;
But thy eternal summer shall not
fade,
Nor lose possession of that fair
thou owest;
Nor shall Death brag thou wander’st
in his shade,
When in eternal lines to time thou
growest;
So long as men can breathe, or eyes
can see,
So long lives this, and this gives
life to thee.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου