Andrej Tarfila
Νικηφόρος Βρεττάκος «Αν δε μου ‘δινες
την ποίηση Κύριε»
Αν δε μου ‘δινες την ποίηση,
Κύριε,
δε θα ‘χα τίποτα για να ζήσω.
Αυτά τα χωράφια δε θα ’ταν δικά μου.
Ενώ τώρα ευτύχησα να ‘χω μηλιές,
να πετάξουνε κλώνους οι πέτρες μου,
να γιομίσουν οι φούχτες μου ήλιο,
η έρημός μου λαό,
τα περιβόλια μου αηδόνια.
Λοιπόν; Πως σου φαίνονται; Είδες
τα στάχυα μου, Κύριε; Είδες τ’ αμπέλια
μου;
Είδες τι όμορφα που πέφτει το φως
στις γαλήνιες κοιλάδες μου;
Κι έχω ακόμη καιρό!
Δεν ξεχέρσωσα όλο το χώρο μου, Κύριε.
Μ’ ανασκάφτει ο πόνος μου κι ο
κλήρος μου μεγαλώνει.
Ασωτεύω το γέλιο μου σαν ψωμί που
μοιράζεται.
Όμως,
δεν ξοδεύω τον ήλιό σου άδικα.
Δεν πετώ ούτε ψίχουλο απ’ ό,τι μου
δίνεις.
Γιατί σκέφτομαι την ερμιά και τις
κατεβασιές του χειμώνα.
Γιατί θα ‘ρθει το βράδυ μου. Γιατί
φτάνει όπου να ‘ναι
το βράδυ μου, Κύριε, και πρέπει
να ‘χω κάμει πριν φύγω την καλύβα μου
εκκλησιά
για τους τσοπάνηδες της αγάπης.
Ποια είναι η στάση του Νικηφόρου
Βρεττάκου απέναντι στην ποίηση και ποια του Φερνάζη στον Δαρείο του
Καβάφη;
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος αντικρίζει την
ποίηση ως θείο δώρο που του δόθηκε από τον Κύριο για να εξωτερικεύσει μέσω
αυτού την αγάπη και την καλοσύνη που ενυπάρχει στην ψυχή του. Η ποίηση γίνεται
αντιληπτή εδώ ως μια διαδικασία εμβάθυνσης, ως μια διαδικασία εσωτερικής
ωρίμανσης, πνευματικής καλλιέργειας και ηθικής βελτίωσης. Ο ποιητής χάρη στην
ενασχόλησή του με την ποίηση, χάρη στο κάλεσμα της ποίησης να διερευνήσει όλο
και ουσιαστικότερα τον εσωτερικό του κόσμου, αποκτά σταδιακά μια βαθύτερη
κατανόηση του εαυτού του και της αξίας που έχει γι’ αυτόν η διδασκαλία αγάπης
του Κυρίου.
Η ποιητική τέχνη γεμίζει με νόημα την
ύπαρξη του ποιητή, του προσφέρει έναν ιδανικό σκοπό να υπηρετεί και του παρέχει
μια άξια κατεύθυνση να ακολουθεί. Έτσι, μέσα από τις εσωτερικές διεργασίες που
απαιτεί η δημιουργία ενός αληθινού ποιητικού έργου, ο ποιητής βιώνει μια καίρια
πνευματική και ψυχική αναγέννηση. Η θετική επίδραση της ποίησης στη ζωή του,
μάλιστα, δίνεται με ιδιαίτερη παραστατικότητα μέσα από μια αναλογία, όπου η
ψυχή του ποιητή, οι επιλογές και οι πράξεις του παρουσιάζονται ως ένα χωράφι
που με προσοχή καλλιεργημένο αποδίδει τους καλύτερους καρπούς. Κάθε στοιχείο
της ύπαρξής του βαπτίζεται στο νόημα της αγάπης, στο νόημα της προσφοράς προς
τους άλλους, κι αλλαγή που προκύπτει μοιάζει με τον ερχομό της άνοιξης στη γη.
Μόνο που σε ό,τι αφορά την ψυχική υπόσταση του ποιητή ακόμη κι οι πέτρες πετούν
κλώνους, ακόμη δηλαδή και τα σκληρότερα και πιο επώδυνα βιώματά του
συνεισφέρουν πρόσφορο έδαφος για την ποιητική δημιουργία.
Έτσι, τα χέρια του γεμίζουν ήλιο∙ μια
διάθεση αισιοδοξίας και πολύτιμης προσφοράς. Η έρημός του γεμίζει με λαό∙
αίρεται η μοναξιά του ποιητή, με την απόρριψη του εγωκεντρισμού και της
προσήλωσης στον εαυτό του. Τα περιβόλια του γεμίζουν με αηδόνια∙ μέσα από το
ποιητικό του έργο ακούγονται πια οι ευφρόσυνοι ήχοι μιας ψυχής που έχει
γνωρίσει την εσωτερική πληρότητα, μιας ψυχής που γνωρίζει πλέον πώς να αποδώσει
την ευγνωμοσύνη για το θείο δώρο της ύπαρξης. Κι η ευνοϊκή επίδραση της ποίησης
συνεχίζει καλύπτοντας κάθε πτυχή της προσωπικότητας του ποιητή, χωρίς ωστόσο
αυτό να σημαίνει πως έχει ολοκληρωθεί η προσπάθεια αναμόρφωσης της ζωής του. Ο
ποιητής γνωρίζει πως δεν έχει ξεχερσώσει όλο το χώρο του, γνωρίζει πως τόσο η
προσπάθεια να αποβάλει κάθε αρνητική έκφανση του εαυτού του, όσο και η
προσπάθεια να αξιοποιήσει κάθε δυνατότητά του υπηρετώντας την ποιητική τέχνη
απαιτούν πολύ χρόνο. Ωστόσο, αντιλαμβάνεται πως θα πρέπει να συνεχίσει με
συνέπεια την ποιητική του δημιουργία καθώς η έλευση του βραδιού, η έλευση του
τέλους είναι κάτι το αναπόφευκτο. Έτσι, χωρίς να σπαταλά τίποτε απ’ ό,τι του
προσφέρει το θεϊκό δώρο του Κυρίου, χωρίς δηλαδή να ξοδεύει άδικα το θεϊκό δώρο
της ζωής, συνεχίζει ακάματος την υπηρέτηση της αγάπης μέσα από την ποίησή του.
Παρατηρούμε, λοιπόν, πως ο Νικηφόρος
Βρεττάκος συνδυάζει την ποιητική του δημιουργία με την ανάγκη προσφοράς στους
άλλους ανθρώπους, με την ανάγκη να αναδειχθεί η αξία της αγάπης, αλλά και με
την ουσιαστική αναμόρφωση της ζωής και της προσωπικότητάς του, ώστε να ζει όσο
γίνεται πλησιέστερα προς τους τρόπους που πρεσβεύει η διδασκαλία του Κυρίου. Η
ποίηση είναι γι’ αυτόν κάτι πολύ σημαντικότερο από μια απλή ενασχόληση, γίνεται
επί της ουσίας τρόπος ζωής και έκφρασης των βαθύτερων ηθικών και ψυχικών
επιδιώξεών του.
Βρίσκεται επομένως η δική του θέαση της
ποίησης σε πλήρη αντίθεση με τον εγωιστικό και καιροσκοπικό τρόπο που την
αντιμετωπίζει ο Φερνάζης. Καθώς στη θέση της επιθυμίας για προσφορά, βρίσκουμε
στο Φερνάζη μια έμμονη προσήλωση στο ατομικό συμφέρον και μια προσδοκία
προσωπικής ανάδειξης μέσα από την ενασχόληση με την ποίηση. Ο Φερνάζης, όχι
μόνο δεν επιθυμεί να προσφέρει στους άλλους ανθρώπους, αλλά υπολογίζει πως αν
το ποίημά του είναι αρεστό στο βασιλιά θα κατορθώσει να αποστομώσει τους
επικριτές του.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου