John Stortz
Αρχαία
Γ΄ Γυμνασίου: Ενότητα 11
(ασκήσεις σχολικού)
Β.
Λεξιλογικά – Ετυμολογικά
1.
Να γράψετε από δύο ομόρριζες των ρημάτων κατακόπτω, μάχομαι, λέγω λέξεις (απλές
ή σύνθετες) της α.ε.
κατακόπτω: περικοπή, ἀκοπίαστος [ἀντικόπτω, ἀποκόπτω]
μάχομαι: ἀμάχητος, διαμάχη [περιμάχητος, σύμμαχος,
ἐπίμαχος, ἄμαχος]
λέγω: λέξις, λογεῖον [λογικόν, λογισμός, ῥῆμα, ῥήτωρ]
2
Για καθεμία από τις λέξεις που σας δίνονται να βρείτε ετυμολογικά συγγενείς
ρηματικούς τύπους από το κείμενο της Ενότητας.
καῦμα: κατακεκαυμένα
σύλλογος: συλλέξομαι
γηγενής: γῇ
διάγνωσις: γιγνώσκω
παρουσία: παρόντες, ἐστὶν
ἐλλιπής: λίπητε, κατέλιπεν
κατάσχεσις: παρέχων, ἔχοιτ(ε), ἔχω,
ὁρατός: ὁρῶ
ἐπιστητόν: ἐπισταμένων
ἔπος: εἰπόντος
3.
Χρησιμοποιώντας τις λέξεις του κειμένου ἵππος,
πατὴρ
και φίλος ως α΄ ή ως β΄ συνθετικό, να σχηματίσετε με καθεμία δύο σύνθετες
λέξεις της α.ε.
ἵππος: ἱπποκόμος, ἱππήλατος, ἱπποδρομία
πατὴρ: πατροπαράδοτος, πατρονόμος, πατροκτόνος, πατρωνύμιος
φίλος: φιλοσοφέω -ῶ, φιλότεκνος, φιλότεχνος, φιλότιμος,
φιλόφρων
4.
Να συμπληρώσετε τις καταλήξεις των ομόρριζων του ουσιαστικού θὴρ λέξεων της α.ε. στον πίνακα που
ακολουθεί:
πρόσωπο
που ενεργεί: ὁ θηρευτής
ενέργεια:
ἡ θήρευσις
αποτέλεσμα
ενέργειας: τὸ θήραμα, τὸ θήρευμα
υποκοριστικό: τὸ θηρίον
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ
ὁ θηρευτής
ἡ θήρευσις
τὸ θήραμα
τὸ θήρευμα
τὸ θηρίον
5.
Να κατατάξετε τα ομόρριζα του θὴρ
επίθετα της α.ε. θηρατέος, θηρατικός, θήρειος, θηρευτικὸς στην κατηγορία που ανήκουν:
ρηματικά
επίθετα: θηρατέος, θηρατικός
επίθετα
παράγωγα από ονόματα: θήρειος,
θηρευτικὸς
Γ.
Σύνταξη
Οι
επιρρηματικές δευτερεύουσες προτάσεις (μέρος β')
1.
Υποθετικές
Εκφράζουν μια προϋπόθεση (υπόθεση) που
πρέπει να ισχύει, ώστε να ισχύει και η –κύρια συνήθως– πρόταση την οποία
προσδιορίζουν (απόδοση). Η δευτερεύουσα υποθετική πρόταση μαζί με την κύρια
πρόταση συναποτελούν έναν υποθετικό λόγο.
Εισάγονται με τους υποθετικούς συνδέσμους εἰ, ἐάν, ἄν, ἤν.
Εκφέρονται με οριστική (εισαγωγή εἰ), ευκτική (εισαγωγή εἰ) και υποτακτική (εισαγωγή ἐάν, ἄν, ἤν).
π.χ. Εἰ εἰσὶ βωμοί, εἰσὶ καὶ θεοί.
Φῶς εἰ μὴ εἴχομεν, ὅμοιοι τοῖς τυφλοῖς ἂν ἦμεν.
Ἐὰν ἐμὲ ἀποκτείνητε, βλάψετε ὑμᾶς αὐτούς.
Ἢν ἐγγὺς ἔλθῃ θάνατος, οὐδεὶς βούλεται θνῄσκειν.
Εἴ τίς σε διδάξειε, βελτίων ἂν γένοιο.
Εἴ τινα λάβοιεν τῶν ἐχθρῶν, ἀπέκτεινον.
Λειτουργούν
συντακτικά ως επιρρηματικοί
προσδιορισμοί της προϋπόθεσης στην πρόταση εξάρτησής τους.
2.
Χρονικές
Δηλώνουν τον χρόνο κατά τον οποίο
συμβαίνει η πράξη της προσδιοριζόμενης πρότασης. Ανάλογα με τη χρονική σχέση
των δύο προτάσεων δηλώνεται:
i. το
προτερόχρονο (η πράξη
που δηλώνει η χρονική πρόταση προηγείται χρονικά της πράξης που δηλώνει η
προσδιοριζόμενη πρόταση),
ii. το
σύγχρονο (οι δύο πράξεις
εξελίσσονται συγχρόνως) ή
iii. το
υστερόχρονο (η πράξη
που δηλώνει η χρονική πρόταση ακολουθεί χρονικά την πράξη που δηλώνει η
προσδιοριζόμενη πρόταση).
Εισάγονται:
α.
με χρονικούς συνδέσμους (ὡς, ὅτε, ὁπότε, ἐπεί, ἐπειδή, ἕως, ἔστε, ἄχρι, μέχρι, ὅταν, ὁπόταν, ἐπειδάν, ἐπάν κ.ά.)
β.
με χρονικά επιρρήματα (ὁσάκις, ὁποσάκις)
γ.
με εμπρόθετες αναφορικές εκφράσεις
(ἐξ οὗ, ἐξ ὅτου, ἀφ’ οὗ, ἀφ’ ὅτου κ.ά.).
Εκφέρονται με τις ίδιες εγκλίσεις που εκφέρονται
οι υποθετικές προτάσεις:
α.
Οριστική (πραγματικό γεγονός)
π.χ. Ὅτε αὐτὴ ἡ μάχη ἐγίγνετο, Τισσαφέρνης ἐν Σάρδεσιν ἔτυχεν ὤν.
β.
Υποτακτική + αοριστολογικό ἄν (προσδοκώμενο ή αόριστη επανάληψη στο
παρόν και στο μέλλον)
π.χ. Αὐτοῦ διατρίψομεν, ἕως ἂν φῶς γένηται (δηλώνεται κάτι
προσδοκώμενο).
Ὅταν πλεῖστα ἔχῃ τις, τότε πλεῖστοι τούτῳ ἐπιβουλεύουσι (δηλώνεται κάτι αόριστα
επαναλαμβανόμενο στο παρόν και στο μέλλον).
γ.
Ευκτική (αόριστη επανάληψη
στο παρελθόν ή απλή σκέψη του λέγοντος)
π.χ. Ὁπότε (= κάθε φορά που) θύοι Κρίτων, ἐκάλει Ἀρχέδημον (δηλώνεται κάτι αόριστα
επαναλαμβανόμενο στο παρελθόν).
δ.
Απαρέμφατο (εισάγονται με τον
σύνδεσμο πρὶν
και η κύρια πρόταση είναι συνήθως καταφατική)
π.χ. Καὶ ἐπὶ τὸ ἄκρον ἀναβαίνει Χειρίσοφος, πρίν τινας αἰσθέσθαι (= πριν το αντιληφθούν) τῶν πολεμίων.
Λειτουργούν
συντακτικά ως επιρρηματικοί
προσδιορισμοί του χρόνου στην πρόταση εξάρτησής τους.
3.
Αναφορικές
Δευτερεύουσες προτάσεις που εισάγονται
με αναφορικές αντωνυμίες ή με αναφορικά επιρρήματα και προσδιορίζουν ως
επιρρηματικοί προσδιορισμοί της αιτίας, του αποτελέσματος, του σκοπού και της
προϋπόθεσης αντίστοιχα την πρόταση εξάρτησής τους:
α.
Αναφορικές αιτιολογικές
(δηλώνουν αιτία και εκφέρονται όπως οι απλές αιτιολογικές)
π.χ. Τὴν μητέρα ἐμακάριζον, οἵων τέκνων ἔτυχεν (= επειδή της έτυχαν τέτοια
παιδιά).
β.
Αναφορικές συμπερασματικές
(δηλώνουν αποτέλεσμα και εκφέρονται όπως οι απλές συμπερασματικές)
π.χ. Οὐδεὶς οὕτως ἀνόητός ἐστιν, ὅστις πόλεμον πρὸ εἰρήνης αἱρεῖται.
γ.
Αναφορικές τελικές
(δηλώνουν σκοπό και εκφέρονται κυρίως με οριστική μέλλοντα)
π.χ. Δεῖ πρεσβείαν πέμπειν, ἥτις ταῦτ’ ἐρεῖ (= για να πει αυτά).
δ.
Αναφορικές υποθετικές
(δηλώνουν προϋπόθεση και εκφέρονται όπως οι απλές υποθετικές)
π.χ. Ἃ μὴ οἶδα, οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι (= αν δεν ξέρω κάτι, δεν πιστεύω
ότι το ξέρω).
Ασκήσεις
1.
Στο κείμενο της Ενότητας να εντοπίσετε τις δευτερεύουσες επιρρηματικές
προτάσεις, να χαρακτηρίσετε το είδος τους και να βρείτε τη συντακτική θέση
τους.
Ὦ Ἀγησίλαε καὶ πάντες οἱ παρόντες Λακεδαιμόνιοι, ἐγὼ ὑμῖν, ὅτε τοῖς Ἀθηναίοις ἐπολεμεῖτε, φίλος καὶ σύμμαχος ἐγενόμην, καὶ τὸ μὲν ναυτικὸν τὸ ὑμέτερον χρήματα παρέχων ἰσχυρὸν ἐποίουν, ἐν δὲ τῇ γῇ αὐτὸς ἀπὸ τοῦ ἵππου μαχόμενος μεθ’ ὑμῶν εἰς τὴν θάλατταν κατεδίωκον τοὺς πολεμίους. Kαὶ διπλοῦν ὥσπερ Τισσαφέρνους οὐδὲν πώποτέ μου οὔτε ποιήσαντος οὔτ’ εἰπόντος πρὸς ὑμᾶς ἔχοιτ’ ἂν κατηγορῆσαι. Τοιοῦτος δὲ γενόμενος νῦν οὕτω διάκειμαι ὑφ’ ὑμῶν ὡς οὐδὲ δεῖπνον ἔχω ἐν τῇ ἐμαυτοῦ χώρᾳ, εἰ μή τι ᾧν ἂν ὑμεῖς λίπητε συλλέξομαι, ὥσπερ τὰ θηρία. Ἃ δέ μοι ὁ πατὴρ καὶ οἰκήματα καλὰ καὶ παραδείσους καὶ δένδρων καὶ θηρίων μεστοὺς κατέλιπεν, ἐφ’ οἷς ηὐφραινόμην, ταῦτα πάντα ὁρῶ τὰ μὲν κατακεκομμένα, τὰ δὲ κατακεκαυμένα. Εἰ οὖν ἐγὼ μὴ γιγνώσκω μήτε τὰ ὅσια μήτε τὰ δίκαια, ὑμεῖς δὲ διδάξατέ με ὅπως ταῦτ’ ἐστὶν ἀνδρῶν ἐπισταμένων χάριτας ἀποδιδόναι.
Ξενοφῶν, Ἑλληνικά 4.1.32-33
- ὅτε
τοῖς Ἀθηναίοις ἐπολεμεῖτε: Δευτερεύουσα επιρρηματική χρονική
πρόταση, που λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου στο ρήμα
εξάρτησης ἐγενόμην.
- ὡς οὐδὲ δεῖπνον ἔχω ἐν τῇ ἐμαυτοῦ χώρᾳ: Δευτερεύουσα επιρρηματική συμπερασματική πρόταση, που
λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός του αποτελέσματος στο ρήμα της κύριας
(διάκειμαι).
- εἰ μή τι συλλέξομαι: Δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική
πρόταση, που λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός της προϋπόθεσης στο ρήμα
οὐδὲ ἔχω.
- ᾧν ἂν ὑμεῖς λίπητε: Δευτερεύουσα επιρρηματική αναφορική
υποθετική πρόταση, που λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός της
προϋπόθεσης στο ρήμα συλλέξομαι.
- ὥσπερ
τὰ
θηρία (συλλέγονται): Δευτερεύουσα
επιρρηματική αναφορική παραβολική πρόταση, που λειτουργεί ως επιρρηματικός
προσδιορισμός του τρόπου στο ρήμα συλλέξομαι.
- Εἰ οὖν ἐγὼ μὴ γιγνώσκω μήτε τὰ ὅσια
μήτε τὰ
δίκαια: Δευτερεύουσα
επιρρηματική υποθετική πρόταση, που λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός
της προϋπόθεσης στο ρήμα διδάξατε.
2.
Στις παρακάτω περιόδους να αναγνωρίσετε το είδος των επιρρηματικών
δευτερευουσών προτάσεων:
α. Ἐκέλευσε πορεύεσθαι ἡσύχως, ἕως ἄγγελος ἔλθοι.
Δευτερεύουσα επιρρηματική χρονική πρόταση.
β. Εἰ μὴ ὑμεῖς ἤλθετε, ἐπορευόμεθα
ἂν ἐπὶ βασιλέα.
Δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική πρόταση.
γ. Τοιοῦτος ἦν οὗτος, οἷος μὴ βούλεσθαι οὐδένα ἀδικεῖν.
Δευτερεύουσα επιρρηματική αναφορική συμπερασματική πρόταση.
δ. Θαυμαστόν (= παράξενο πράγμα) ποιεῖς, ὃς ἡμῖν οὐδὲν
δίδως.
Δευτερεύουσα επιρρηματική αναφορική αιτιολογική πρόταση.
ε. Ἔδοξε τῷ δήμῳ τριάκοντα ἄνδρας ἑλέσθαι, οἳ τοὺς πατρίους νόμους συγγράψουσι.
Δευτερεύουσα επιρρηματική αναφορική τελική πρόταση.
3.
Στις παρακάτω περιόδους να χωρίσετε τις προτάσεις και να γράψετε τον σύνδεσμο
εισαγωγής και την έγκλιση εκφοράς των υποθετικών προτάσεων:
α. Ἐάν
τις φανερὸς
γένηται κλέπτων ἢ
λωποδυτῶν, τούτῳ θάνατός ἐστιν ἡ ζημία.
Δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική
πρόταση. Εισάγεται με τον υποθετικό σύνδεσμο ἐάν, και εκφέρεται με υποτακτική (γένηται).
β. Εἰ μὲν
Σωκράτης ἐποίει
τι φαῦλον, εἰκότως (= δικαιολογημένα) ἂν ἐδόκει πονηρὸς εἶναι.
Δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική
πρόταση. Εισάγεται με τον υποθετικό σύνδεσμο εἴ, και εκφέρεται με οριστική ιστορικού
χρόνου (ἐποίει).
γ. Εἰ ὑπολάβοιεν (= θεωρούσαν) ἀχάριστον περὶ τοὺς
γονέας εἶναι, οὐδεὶς ἂν νομίσειέ σε ἀγαθὸν πολίτην.
Δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική
πρόταση. Εισάγεται με τον υποθετικό σύνδεσμο εἴ, και εκφέρεται με ευκτική (ὑπολάβοιεν).
δ. Ἢν ἐθέλωμεν ἀποθνῄσκειν ὑπὲρ τῶν
δικαίων, εὐδοκιμήσομεν (= θα απολαμβάνουμε τη
γενική εκτίμηση).
Δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική
πρόταση. Εισάγεται με τον υποθετικό σύνδεσμο ἤν, και εκφέρεται με υποτακτική (ἐθέλωμεν).
ε. Εἰ αἴσθοιτο
καταλελειμμένα παιδάρια μικρὰ ἐμπόρων, ἃ πολλοὶ ἐπώλουν διὰ τὸ νομίζειν μὴ δύνασθαι ἂν τρέφειν αὐτὰ (= επειδή νόμιζαν ότι δε θα μπορούσαν
να τα αναθρέψουν), ἐπεμέλετο
καὶ τούτων.
Δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική
πρόταση. Εισάγεται με τον υποθετικό σύνδεσμο εἴ, και εκφέρεται με ευκτική επαναληπτική
(αἴσθοιτο).
ζ. Ἀλλ’ εἴ τι
κἀγὼ τοῦ
δέοντος σφοδρότερον εἴρηκα, μηδὲν τοῦτο λυπείτω σ’ ἔτι.
Δευτερεύουσα επιρρηματική υποθετική
πρόταση. Εισάγεται με τον υποθετικό σύνδεσμο εἴ, και εκφέρεται με οριστική (εἴρηκα).
4.
Στις παρακάτω περιόδους να αναγνωρίσετε τις δευτερεύουσες επιρρηματικές
χρονικές προτάσεις:
α. Ἐπειδὰν ἔλθωσιν, ἕξομεν (= θα έχουμε) τὰ ἐπιτήδεια.
Δευτερεύουσα επιρρηματική χρονικοϋποθετική πρόταση. Εισάγεται με
το χρονικό σύνδεσμο ἐπειδὰν (ἐπειδή + αοριστολογικό ἂν), και εκφέρεται με υποτακτική, καθώς
σχηματίζεται λανθάνοντας υποθετικός λόγος, ο οποίος με απόδοση τον μέλλοντα της
κύριας πρότασης δηλώνει το προσδοκώμενο. Λειτουργεί ως επιρρηματικός
προσδιορισμός του χρόνου στο ρήμα της κύριας (ἕξομεν), και εκφράζει το προτερόχρονο.
β. Ὅτε ἀκούοιτε τοὺς ἐν ἄστει τὴν αὐτὴν
γνώμην ἔχοντας (= ότι ομονοούσαν), μικρὰς ἐλπίδας καθόδου (= επιστροφής από την
εξορία) εἴχετε.
Δευτερεύουσα επιρρηματική χρονική πρόταση. Εισάγεται με το
χρονικό σύνδεσμο ὅτε
και εκφέρεται με ευκτική επαναληπτική, για να δηλώσει την αόριστη επανάληψη στο
παρελθόν. Λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου στο ρήμα της
κύριας εἴχετε, και εκφράζει το σύγχρονο σε σχέση
με αυτό.
γ. Δεῖ δ’ ὑμᾶς ἐξηγεῖσθαι (= να δίνετε το παράδειγμα) τοῖς ἄλλοις συμμάχοις, ἕως ἂν οἱ ἐκ
Λακεδαίμονος ἥκωσιν (= να έρθουν), οὓς ἐγὼ ἔπεμψα χρήματα ἄξοντας (= για να φέρουν χρήματα).
Δευτερεύουσα επιρρηματική χρονικοϋποθετική πρόταση. Εισάγεται με
το χρονικό σύνδεσμο ἕως
και το αοριστολογικό ἂν,
και εκφέρεται με υποτακτική, καθώς δηλώνει το προσδοκώμενο. Λειτουργεί ως
επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου στο απαρέμφατο ἐξηγεῖσθαι, από το οποίο εξαρτάται, και
δηλώνει το υστερόχρονο σε σχέση με αυτό.
δ. Oὐ καταβρέχεσθε, ὅταν βρέχῃ;
Δευτερεύουσα επιρρηματική χρονικοϋποθετική πρόταση. Εισάγεται με
το χρονικό σύνδεσμο ὅταν
(ὅτε + αοριστολογικό ἂν), και εκφέρεται με υποτακτική,
σχηματίζοντας λανθάνοντα υποθετικό λόγο, που δηλώνει την αόριστη επανάληψη στο
παρόν και στο μέλλον, καθώς η κύρια πρόταση εκφέρεται με οριστική ενεστώτα.
Λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός του χρόνου στο ρήμα της κύριας καταβρέχεσθε,
και δηλώνει το σύγχρονο.
5.
Στις παρακάτω περιόδους να αναγνωρίσετε τις δευτερεύουσες επιρρηματικές
αναφορικές προτάσεις:
α. Οἱ κύνες ὑλακτοῦσιν (= γαβγίζουν) ὃν ἂν μὴ γιγνώσκωσιν.
Δευτερεύουσα επιρρηματική αναφορική υποθετική πρόταση. Εισάγεται
με την αναφορική αντωνυμία ὃν, και εκφέρεται με υποτακτική και το αοριστολογικό ἂν, καθώς η κύρια εκφέρεται με οριστική
ενεστώτα, και σχηματίζεται έτσι λανθάνοντας υποθετικός λόγος που δηλώνει την αόριστη
επανάληψη στο παρόν και στο μέλλον. Λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός
της προϋπόθεσης στο ρήμα της κύριας (ὑλακτοῦσιν).
β. Oὐδείς οὕτως ἀνοητός ἐστιν, ὅστις
πόλεμον πρὸ εἰρήνης αἱρεῖται.
Δευτερεύουσα επιρρηματική αναφορική συμπερασματική πρόταση.
Εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία ὅστις, ενώ στην κύρια πρόταση υπάρχει το
δεικτικό επίρρημα οὕτως,
που είναι δηλωτικό για την παρουσία αναφορικής συμπερασματικής πρότασης.
Εκφέρεται με οριστική, καθώς δηλώνει κάτι το πραγματικό, και λειτουργεί ως
επιρρηματικός προσδιορισμός του αποτελέσματος στο ρήμα της κύριας (ἐστιν), από την οποία και εξαρτάται.
γ. Παῖδες δέ μοι οὔπω εἰσίν (= δεν έχω ακόμα παιδιά), οἵ με
θεραπεύσουσιν
(θεραπεύω = φροντίζω).
Δευτερεύουσα επιρρηματική αναφορική τελική πρόταση. Εισάγεται με
την αναφορική αντωνυμία οἵ,
και εκφέρεται με οριστική μέλλοντα, που αποτελεί τον τρόπο εκφοράς των
αναφορικών τελικών προτάσεων. Λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός του
σκοπού στο ρήμα εξάρτησής της (εἰσίν).
δ. Τῶν δὲ κατηγόρων θαυμάζω, οἳ ἀμελοῦντες
τῶν οἰκείων τῶν ἀλλοτρίων ἐπιμέλονται (= φροντίζουν τις ξένες υποθέσεις).
Δευτερεύουσα επιρρηματική αναφορική αιτιολογική πρόταση.
Εισάγεται με την αναφορική αντωνυμία οἳ και εκφέρεται με οριστική, καθώς
δηλώνει κάτι το πραγματικό. Εξαρτάται από το ρήμα θαυμάζω, το οποίο είναι ρήμα
ψυχικού πάθους, και λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός της αιτίας σε
αυτό.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου