Γιάννης Ρίτσος, Το διαζευκτικόν «ή» | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Γιάννης Ρίτσος, Το διαζευκτικόν «ή»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Radin Badrnia

Γιάννης Ρίτσος, Το διαζευκτικόν «ή»

δ βραχε χάλκεος ρης,
σσον τ ννεάχιλοι πίαχον δεκάχιλοι
νέρες ν πολέμ
ΙΛΙΑΔΑ Ε, 859-861

Όταν το δόρυ του Διομήδη, οδηγημένο απ’ της θεάς το χέρι,
μπήχτηκε στα πλευρά τ’ άγριου θεού, του κρανοφόρου, ο Άρης τότε
τέτοια βρυχήθηκε ιαχή που κατατρόμαξαν Αχαιοί και Τρώες,
γιατί ‘ταν (λέει ο Ποιητής) σάμπως να αλάλαζαν εννέα ή δέκα
χιλιάδες πολεμόχαροι πολεμιστές μαζί.

                                                            Ω, αυτό το «ή» -

έκφραση περιπαιχτικής κι ευγενικής ταυτόχρονα ακριβολογίας,
αμφίθυμο χαμόγελο μιας αμετάδοτης κι αμέτοχης σοφίας
που στρέφει σκωπτικά προς τον εαυτό της και τους άλλους
γνωρίζοντας καλά πως ακατόρθωτη είναι
η ακρίβεια, πως ακρίβεια δεν υπάρχει, (γι’ αυτό κι ασυχώρετο
το ύφος το πομπικό της βεβαιότητας, -ο θεός να μας φυλάει).


«Ή», διαζευκτικό, σεμνή συνέπεια στο μυστήριο της αοριστίας,
βαθειά ανταπόκριση στην πολλαπλότητα ουσιών και φαινομένων,
μ’ εσένανε βολεύουμε κι εμείς τις δυσκολίες του βίου και του ονείρου,
τις τόσες αποχρώσεις κι εκδοχές του μαύρου έως το αόρατο άσπρο.

Γιάννης Ρίτσος, «Πέτρες, Επαναλήψεις, Κιγκλίδωμα», 1972

Ο Γιάννης Ρίτσος αξιοποιεί ένα σύντομο απόσπασμα από την Ιλιάδα του Ομήρου προκειμένου να τονίσει πόσο σημαντικό είναι να αποφεύγουν οι άνθρωποι τον δογματισμό και τις απόλυτες απόψεις, από τη στιγμή που τίποτε το σχετικό με τον ανθρώπινο βίο δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια. Η ζωή των ανθρώπων, όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει, κινείται σ’ ένα πλήθος αποχρώσεων ανάμεσα στο μαύρο και το άσπρο.
Ο ήρωας του ομηρικού αποσπάσματος είναι ο Διομήδης, γιος του Τυδέως και βασιλιάς του Άργους. Ως μνηστήρας της Ελένης, ο Διομήδης πήρε μέρος στον πόλεμο κατά της Τροίας με πολεμιστές και ογδόντα πλοία, μεταξύ άλλων, από το Άργος, την Τίρυνθα, την Ερμιόνη, την Ασίνη και την Τροιζήνα. Ο Όμηρος αφιέρωσε ένα μέρος του έργου του στα κατορθώματά του. Η ραψωδία Ε της Ιλιάδας, που επιγράφεται «Διομήδους αριστεία», αναφέρεται στον αγαπημένο των θεών Διομήδη. Προστατευόμενος της Αθηνάς, προικισμένος από τη θεά με μένος και θάρρος, ώστε να αποκτήσει κλέος εσθλόν ανάμεσα στους Αχαιούς, διακρίθηκε στη μάχη γύρω από τα νεκρά σώματα του Διώρη και του Πειρόου. Στη μάχη αυτή ο Διομήδης σκότωσε πολλούς ήρωες των Τρώων και κατόρθωσε να τραυματίσει ακόμη και τον Αινεία, τον γιο της θεάς Αφροδίτης. Όταν, μάλιστα, η Αφροδίτη έσπευσε να τραβήξει τον γιο της έξω από τη μάχη, ο Διομήδης δεν δίστασε να τραυματίσει ακόμη και την ίδια τη θεά, όπως τον είχε συμβουλεύσει η Αθηνά. Όταν η Αφροδίτη τράπηκε σε φυγή, ο Διομήδης όρμησε στον Αινεία, τον οποίο προστάτευε ο Απόλλων. Τρεις φορές προσπάθησε να τον σκοτώσει για να του πάρει τα όπλα, μη δίνοντας σημασία στον θεό, την τέταρτη όμως φορά, ο Απόλλων τον απομάκρυνε, και προσέτρεξε στον Άρη, τον οποίο έπεισε να μπει στη μάχη. Βλέποντας η Ήρα και η Αθηνά ότι οι Αχαιοί αναγκάζονταν να υποχωρούν, κάτω από την πίεση του Έκτορα και του Άρη, μπήκαν κι αυτές στον αγώνα. Η ίδια η Αθηνά οδηγούσε το άρμα του Διομήδη, που στράφηκε εναντίον του Άρη, και με τη βοήθεια της θεάς κατόρθωσε να τον τραυματίσει και να τον βγάλει έξω από τη μάχη.

«Όταν το δόρυ του Διομήδη, οδηγημένο απ’ της θεάς το χέρι,
μπήχτηκε στα πλευρά τ’ άγριου θεού, του κρανοφόρου, ο Άρης τότε
τέτοια βρυχήθηκε ιαχή που κατατρόμαξαν Αχαιοί και Τρώες,
γιατί ‘ταν (λέει ο Ποιητής) σάμπως να αλάλαζαν εννέα ή δέκα
χιλιάδες πολεμόχαροι πολεμιστές μαζί.»

Τη στιγμή που ο Διομήδης έμπηξε, με τη βοήθεια της θεάς Αθηνάς, το δόρυ του στα πλευρά του θεού Άρη, εκείνος βρυχήθηκε τόσο δυνατά, ώστε τρόμαξαν και οι Αχαιοί και οι Τρώες. Ο βρυχηθμός του ήταν τόσο δυνατός, όπως αναφέρει ο Όμηρος, που ήταν σαν να κραύγαζαν εννέα ή δέκα χιλιάδες πολεμιστές μαζί. Η χρήση σ’ αυτό το σημείο του διαζευκτικού ή από τον Όμηρο, δίνει στον Ρίτσο την αφορμή για να ξεδιπλώσει το συλλογισμό του σχετικά με την αδυναμία των ανθρώπων να είναι απολύτως ακριβείς στα όσα αναφέρουν, και κατ’ επέκταση στο πόσο σημαντικό είναι να αποφεύγεται η απόλυτη βεβαιότητα.
Προσέχουμε πως προκειμένου ο Ρίτσος να υποδείξει πως το περιεχόμενο της παρομοίωσης, όπως και γενικότερα της μυθικής αφήγησης στην πρώτη στροφή, ανήκει στον Όμηρο, επισημαίνει στο παρενθετικό του σχόλιο πως αυτά τα λέει ο «Ποιητής». Έτσι, με τη χρήση του παρενθετικού αυτού σχολίου τονίζεται όχι μόνο η πατρότητα της παρομοίωσης, αλλά και το αίσθημα σεβασμού που τρέφει ο Ρίτσος απέναντι στον σπουδαίο ομότεχνό του. Χρησιμοποιεί κεφαλαίο γράμμα στη λέξη «Ποιητής» για να υπενθυμίσει έμμεσα πως ο Όμηρος αποτελεί τον σημαντικότερο θεράποντα της ποιητικής τέχνης τόσο σε εθνικό, όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο.  

                                                              «Ω, αυτό το «ή» -

έκφραση περιπαιχτικής κι ευγενικής ταυτόχρονα ακριβολογίας,
αμφίθυμο χαμόγελο μιας αμετάδοτης κι αμέτοχης σοφίας
που στρέφει σκωπτικά προς τον εαυτό της και τους άλλους
γνωρίζοντας καλά πως ακατόρθωτη είναι
η ακρίβεια, πως ακρίβεια δεν υπάρχει, (γι’ αυτό κι ασυχώρετο
το ύφος το πομπικό της βεβαιότητας, -ο θεός να μας φυλάει).»

Εκείνο που προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση στον ποιητή είναι το γεγονός ότι ο Όμηρος, αν και αναφέρεται σ’ ένα μυθικό γεγονός που το δημιουργεί ο ίδιος, αποφεύγει να εκφραστεί με απόλυτο τρόπο. Η ένταση της κραυγής του Άρη ήταν τόσο δυνατή, όπως αναφέρει, σαν να φώναζαν εννέα ή δέκα χιλιάδες πολεμιστές. Ο Όμηρος θα μπορούσε εδώ να έχει επιλέξει έναν συγκεκριμένο αριθμό, προσδίδοντας στην παρομοίωσή του μια επίπλαστη αίσθηση βεβαιότητας. Το αποφεύγει, ωστόσο, καθώς έχει σαφή επίγνωση πως οι άνθρωποι οφείλουν να αντιλαμβάνονται πως δεν έχουν -όσο κι αν θέλουν να πιστεύουν το αντίθετο- πλήρη γνώση των πραγμάτων.
Το διαζευκτικό ή αποτελεί μια έκφραση «περιπαιχτικής» ακριβολογίας από τη μεριά του Ομήρου, εφόσον επί της ουσίας η ακρίβεια μοιάζει περιττή σ’ ένα περιστατικό της μυθολογίας. Είναι, όμως, ταυτόχρονα και μια «ευγενική» έκφραση ακριβολογίας, καθώς φανερώνει πως δεν υπάρχει πρόθεση από τη μεριά του να δώσει την εντύπωση πως η εκτίμηση που κάνει είναι ακριβής και απόλυτη. Ακόμη κι αν ο ίδιος έχει μια πολύ συγκεκριμένη άποψη για το περιστατικό, προτιμά να το παρουσιάσει κατά προσέγγιση (εννέα ή δέκα χιλιάδες), σεβόμενος το γεγονός πως οι απόλυτες διατυπώσεις μοιάζουν πομπώδεις και, υπό μία έννοια, υπεροπτικές.   
Κατά το παράδειγμα του Ομήρου, άλλωστε, κάθε φορά που κάποιος κάνει μια εκτίμηση, οφείλει να αναγνωρίζει πως δεν μπορεί να της προσδίδει το χαρακτήρα μιας ακριβούς αποτύπωσης της πραγματικότητας, καθώς κάθε ανθρώπινη εκτίμηση ή άποψη είναι εκ των πραγμάτων ελλιπής και αβέβαιη.
Το διαζευκτικό ή αποτελεί φανέρωμα της αμφίθυμης στάσης που κρατά η προσωποποιημένη σοφία απέναντι στα όρια και τις δυνατότητες της ανθρώπινης αντίληψης και γνώσης. Μέσω αυτού η πραγματική σοφία -αμετάδοτη στους πολλούς και αμέτοχη στις δικές τους πλάνες- δηλώνει με περιπαιχτική και σαρκαστική διάθεση, τόσο στον ίδιο της τον εαυτό όσο και στους άλλους, πως η ακρίβεια σε οτιδήποτε αφορά τις ανθρώπινες εκτιμήσεις είναι ακατόρθωτη και ουσιαστικά ανύπαρκτη.
Το διαζευκτικό ή μοιάζει μ’ ένα διττής σημασίας χαμόγελο της σοφίας, το οποίο από τη μία δηλώνει την εγγενή τάση της να αποφεύγει το δογματισμό κι από την άλλη τη σαφή επίγνωσή της πως ακόμη κι αν το επιθυμούσε να αποδώσει ακρίβεια στις εκτιμήσεις της, δεν θα μπορούσε να το κάνει, αφού αυτό ξεπερνά τις δυνατότητές της.
Η πραγματική σοφία, επομένως, γνωρίζει τους περιορισμούς και τα όριά της, γι’ αυτό και αποφεύγει συνειδητά τις απόλυτες διατυπώσεις. Όπως σχολιάζει, άλλωστε, ο ποιητής κάθε φορά που κάποιος εκφράζει τις απόψεις του με βεβαιότητα, το αποτέλεσμα είναι να αποκτά ο λόγος του πομπώδες ύφος. Μια ασυγχώρητη επιλογή, εφόσον τον καθιστά έκθετο απέναντι σ’ εκείνους που αντιλαμβάνονται πόσο υπερφίαλο είναι να θεωρεί κάποιος ότι έχει πλήρη γνώση των γεγονότων ή πως οι εκτιμήσεις του είναι απολύτως έγκυρες.
Ο ποιητής, μάλιστα, προκειμένου να αποδώσει με έμφαση την πεποίθησή του πως οι απόλυτες διατυπώσεις και βεβαιότητες συνιστούν μεγάλο ατόπημα, καταφεύγει στη χρήση μιας λαϊκής έκφρασης στο πλαίσιο των παρενθετικών του στίχων. «Ο θεός να μας φυλάει», αναφωνεί ο Ρίτσος, δηλώνοντας πόσο απορριπτέα και απαράδεκτη θεωρεί την τάση ορισμένων ανθρώπων να εκφράζονται κατά τρόπο που δηλώνει πλήρη βεβαιότητα για τις απόψεις τους.

«Ή», διαζευκτικό, σεμνή συνέπεια στο μυστήριο της αοριστίας,
βαθειά ανταπόκριση στην πολλαπλότητα ουσιών και φαινομένων,
μ’ εσένανε βολεύουμε κι εμείς τις δυσκολίες του βίου και του ονείρου,
τις τόσες αποχρώσεις κι εκδοχές του μαύρου έως το αόρατο άσπρο.

Στην καταληκτική στροφή του ποιήματός του ο Ρίτσος προχωρά σ’ έναν ενδιαφέροντα έπαινο για το διαζευκτικό ή, για τη λέξη εκείνη που συνιστά σαφή παραδοχή πως δεν μπορούμε να έχουμε πλήρη γνώση ενός πράγματος ή να κάνουμε εκτιμήσεις για το οτιδήποτε με απόλυτη ακρίβεια.
Η λέξη αυτή, λοιπόν, δηλώνει με σεμνότητα τη συνέπειά της απέναντι σε ό,τι συνιστά το μυστήριο της αοριστίας που καλύπτει καθετί το ανθρώπινο. Απηχεί, συνάμα, την πολλαπλότητα που χαρακτηρίζει κάθε στοιχείο και κάθε φαινόμενο του ανθρώπινου βίου, στο πλαίσιο του οποίου κανείς δεν μπορεί να αντικρίζει τα γεγονότα ή τις καταστάσεις μονομερώς, αφού έτσι αφήνει να του διαφεύγουν ποικίλες άλλες πτυχές της πραγματικότητας.
Έτσι, χάρη στο διαζευκτικό ή καταφέρνουν κι οι άνθρωποι να προσαρμόσουν στα όρια της αντιληπτικής τους ικανότητας τις δυσκολίες με τις οποίες τους φέρνουν αντιμέτωπους η ζωή και το όνειρο. Χάρη σ’ αυτό το «ή» μπορούν οι άνθρωποι να διαχειριστούν καλύτερα το πολυποίκιλο του ανθρώπινου βίου, κατά τη διάρκεια του οποίου τίποτε δεν είναι άσπρο ή μαύρο και τίποτε δεν είναι απόλυτο. Καθετί ανθρώπινο διατρέχει όλο το φάσμα των αποχρώσεων και των εκδοχών που ενυπάρχουν μεταξύ του μαύρου και του αόρατου άσπρου.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...