Κωνσταντίνος Καβάφης «Τιγρανόκερτα» | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Κωνσταντίνος Καβάφης «Τιγρανόκερτα»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
Tom Mc Nemar
 
Κωνσταντίνος Καβάφης «Τιγρανόκερτα»
 
Οφείλω χάριτας, τ’ ομολογώ
στην πατριώτισσά μου και την συγγενή
(του πιθανού πατρός μου είναι αδελφή)
την γραίαν μεσίτριαν Κερκώ, που με είπε νάλθω εδώ
στην νεοτάτην πόλιν Τιγρανόκερτα
την πλουσιοτάτην, την ευδαίμονα.
 
Το θέατρον είναι μέσον για να γνωρισθώ
πολύ καλά για ηθοποιός περνώ. Δεν είναι
εδώ Αλεξάνδρεια, δεν είναι Αθήναι.
Έπαιξα όπως, όπως τον Σοφόκλειον Αίμωνα
κ’ επίσης όπως, όπως του Ευριπίδη τον Ιππόλυτον.
Κ’ οι θεαταί είπανε που στην πόλη των
δεν είδαν συμπαθητικότερον ηθοποιόν – ή νέον.
Ένας πολίτης πλούσιος, και θαυμάσιος πολυδάπανος,
με παρατήρησεν ιδιαιτέρως.
Αυτά θα τα φροντίσει η έμπειρη Κερκώ
(παίρνοντας κιόλας τα μισά για μεσιτεία της η αχρεία).
Α μέρος έκτακτον τα Τιγρανόκερτα! –
όσο διαρκέσουν δηλαδή γιατί ασφαλώς
θα τα χαλάσουν επί τέλους οι Ρωμαίοι.
Όνειρα βλέπει ο βασιλεύς Τιγράνης.
 
Μα εμένα τι με κόφτει. Το πολύ
θα μείνω ένα δυό μήνες – κ’ έπειτα φευγιό.
 
Και τότε αδιαφορώ τελείως αν καταστρέψουν οι Ρωμαίοι
τα Τιγρανόκερτα και την Κερκώ.
 
Κ. Π. Καβάφης, Ατελή Ποιήματα 1918-1932, Φιλολογική έκδοση: Renata Lavagnini
 
Το Τιγρανόκερτα είναι ένα ποίημα πολιτικής που μας μεταφέρει στον ευρύτερο χώρο κυριαρχίας της Αρμενίας και ειδικότερα στην νέα πρωτεύουσά της που είχε ιδρυθεί από τον Τιγράνη τον Μέγα (140-55 π.Χ.), στην οποία είχε μεταφέρει τον πληθυσμό έντεκα ελληνικών πόλεων της Κιλικίας και της Καππαδοκίας.
Ο Τιγράνης, απόγονος της παλαιάς αρμενικής δυναστείας, είχε επιτύχει να εκμεταλλευτεί προσωρινά την αδυναμία των Πάρθων και να καταστήσει τη χώρα του ανεξάρτητο κράτος. Επίσης είχε καταλάβει τμήμα της Καππαδοκίας και είχε επωφεληθεί από την αναρχία που επικρατούσε στη Συρία και στην Κιλικία για να καταλύσει τη σελευκιδική εξουσία και να γίνει κύριος των περιοχών αυτών. Έχοντας τη φιλοδοξία να δημιουργήσει ένα νέο και ισχυρό κράτος ίδρυσε, μεταφέροντας αναγκαστικά πληθυσμούς από εδάφη που είχε καταλάβει, νέα πρωτεύουσα στην οποία έδωσε το όνομά του (η νέα πόλη ονομάστηκε Τιγρανόκερτα). Αλλά η Ρώμη ήταν εξίσου αντίθετη στη δημιουργία μιας μεγάλης Αρμενίας, όπως και προηγούμενα στην επέκταση του κράτους του Μιθριδάτη. Ο Μιθριδάτης είχε δώσει μία από τις κόρες του ως σύζυγο στον Τιγράνη και του είχε επιτρέψει να καταλάβει το μέρος της Καππαδοκίας που κατείχε ο ίδιος.
Σε μάχη που έγινε στην Αρμενία εναντίον του Ρωμαίου Λουκούλλου (παρά τη συμβουλή του Μιθριδάτη να την αποφύγει) ο Τιγράνης ηττήθηκε με συντριπτικές απώλειες. Καταλήφθηκε η πρωτεύουσά του Τιγρανόκερτα και σε λίγο διάστημα το κράτος του είχε διαλυθεί (69/68 π.Χ.).
 
Θέμα του ποιήματος
Παρά το γεγονός ότι φαινομενικά το ποίημα αναφέρεται στη μεμονωμένη περίπτωση ενός ιδιοτελούς νεαρού που επιζητεί αθέμιτους τρόπους για να εξοικονομήσει χρήματα και να απολαύσει τη ζωή του, στην πραγματικότητα το θέμα του ποιήματος είναι πρωτίστως πολιτικό. Ο Καβάφης αναδεικνύει τις επιζήμιες επιπτώσεις από την υπονόμευση της εθνικής ταυτότητας και την επικράτηση ενός κλίματος ανασφάλειας στους πολίτες λόγω των συχνών πολιτικών και πολιτειακών μεταβολών. Η παρακμή των ελληνιστικών βασιλείων, η διαφαινόμενη επέκταση και κυριαρχία των Ρωμαίων, οι καιροσκοπικές επεκτατικές βλέψεις επιμέρους τοπικών ηγεμόνων και η αίσθηση πως δεν υπάρχει πια για τους πολίτες μια σταθερή κρατική οντότητα στην οποία να ανήκουν, οδηγεί ταχύτατα στην ενίσχυση του εγωκεντρισμού, του αριβισμού και της πλήρους αδιαφορίας για ό,τι άλλοτε αποτελούσε την «πατρίδα» ή το «έθνος» κάθε πολίτη.
Ο νεαρός πρωταγωνιστής του ποιήματος, που αδιαφορεί για το αν θα καταστρέψουν οι Ρωμαίοι τα Τιγρανόκερτα, αφού ο ίδιος θα έχει πρώτα βγάλει αρκετά χρήματα μέσω του πορνικού του βίου, είναι γέννημα μιας νέας ιστορικής περιόδου, στο πλαίσιο της οποίας οι άνθρωποι δεν αισθάνονται πια πως ανήκουν σε κάποιο συγκεκριμένο έθνος ή πως χρειάζεται να αγωνίζονται για κάτι άλλο πέρα από το προσωπικό τους όφελος. Η απουσία εθνικής συνείδησης λειτουργεί ως το στοιχείο που ενισχύει δραστικά τον εγωκεντρισμό και την αδιαφορία για τους άλλους, εφόσον κάθε άτομο θεωρεί πια πως δεν έχει κάποια ευρύτερη κοινωνική αποστολή, αλλά μόνο την ευθύνη -ή το δικαίωμα- να αναζητά, οπουδήποτε μπορεί, τις καλύτερες συνθήκες ζωής για τον εαυτό του.
 
Οφείλω χάριτας, τ’ ομολογώ
στην πατριώτισσά μου και την συγγενή
(του πιθανού πατρός μου είναι αδελφή)
την γραίαν μεσίτριαν Κερκώ, που με είπε νάλθω εδώ
στην νεοτάτην πόλιν Τιγρανόκερτα
την πλουσιοτάτην, την ευδαίμονα.
 
Ο ανώνυμος νεαρός ήρωας παρουσιάζει σε πρώτο πρόσωπο, σ’ έναν μονόλογο, τις σκέψεις του για τις παρούσες συνθήκες της ζωής του. Πρόκειται, προφανώς, για φανταστικό πρόσωπο, ενδεικτικό, ωστόσο, του τρόπου σκέψης που αρχίζει να γίνεται συνήθης και κυρίαρχος στους τόπους όπου τα σύνορα των κρατών και η εξουσία αποκτούν αυξανόμενα ρευστό και ασταθή χαρακτήρα.
Ο νεαρός -κατά τρόπο αντιφατικό με το κλείσιμο του ποιήματος- αναγνωρίζει πως χρωστά χάρη στη συμπατριώτισσα και συγγενή του, τη γερόντισσα Κερκώ (επίσης φανταστικό πρόσωπο), η οποία τού πρότεινε να μεταβεί στη νεοσύστατη πόλη Τιγρανόκερτα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον χαρακτήρα του νεαρού έχει το σχόλιο του παρενθετικού στίχου πως η Κερκώ είναι αδελφή του «πιθανού» πατέρα του. Ο νεαρός αυτός που έχει αφεθεί σ’ έναν ανήθικο βίο μοιάζει να μην έχει κανένα σταθερό έρεισμα στη ζωή του, αφού δεν είναι καν βέβαιος για το ποιος είναι ο πραγματικός του πατέρας, γεγονός που φανερώνει, κατ’ επέκταση, και το ήθος της μητέρας του. Ενώ, αντίστοιχα διεφθαρμένη είναι και η θεία του η Κερκώ, η οποία λειτουργεί ως «μεσίτρια», ως προαγωγός δηλαδή, μεσολαβώντας ώστε ο ανιψιός της -στη συγκεκριμένη περίπτωση- να λάβει καλή αμοιβή από τους εραστές που θα δείξουν ενδιαφέρον για εκείνον.
Ο νεαρός ήρωας, πάντως, εμφανίζεται πολύ ευχαριστημένος από τις προοπτικές που του διασφαλίζει η νέα αυτή πόλη, εφόσον σε αυτήν υπάρχει άφθονο χρήμα και ευδαιμονική διάθεση. Είναι, άρα, στο χέρι του να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες που του δίνονται, ώστε να κερδίσει αρκετά χρήματα κατά το σύντομο διάστημα που θα παραμείνει εκεί.
 
Το θέατρον είναι μέσον για να γνωρισθώ
πολύ καλά για ηθοποιός περνώ. Δεν είναι
εδώ Αλεξάνδρεια, δεν είναι Αθήναι.
Έπαιξα όπως, όπως τον Σοφόκλειον Αίμωνα
κ’ επίσης όπως, όπως του Ευριπίδη τον Ιππόλυτον.
Κ’ οι θεαταί είπανε που στην πόλη των
δεν είδαν συμπαθητικότερον ηθοποιόν – ή νέον.
 
Ο νεαρός διαθέτοντας ωραία εξωτερική εμφάνιση χρησιμοποιεί το θέατρο ως μέσο για να κάνει αισθητή την παρουσία του και να έρθει σε επαφή με άτομα που θα είναι διατεθειμένα να πληρώσουν για τη συντροφιά του. Όπως, μάλιστα, δηλώνει ο ίδιος τα καταφέρνει πολύ καλά να περνά για ηθοποιός, εφόσον τα Τιγρανόκερτα δεν είναι ούτε Αλεξάνδρεια, ούτε Αθήνα, όπου οι απαιτήσεις των θεατών είναι σαφώς υψηλές.
Μιας και στην πραγματικότητα ο ίδιος δεν είναι ηθοποιός -και προφανώς δε θα τολμούσε να κάνει κάτι αντίστοιχο στα μεγάλα πολιτισμικά κέντρα της εποχής-, είναι ικανοποιημένος με τη θετική υποδοχή που του επιφυλάσσει το απαίδευτο κοινό της συγκεκριμένης πόλης. Με αφοπλιστική, άλλωστε, ειλικρίνεια παραδέχεται πως στους σημαντικούς ρόλους που του ανατίθενται παίζει «όπως, όπως», αναγνωρίζοντας, έτσι, πως δεν έχει καμία αληθινή αξίωση να θεωρηθεί ηθοποιός.
Αμφίσημο είναι, συνάμα, και το θετικό σχόλιο των θεατών, οι οποίοι -κατά δήλωση του νεαρού ήρωα- επισημαίνουν πως στην πόλη τους δεν έχουν δει πιο «συμπαθητικό» ηθοποιό ή νέο. Στο σχόλιο αυτό, τόσο το επίθετο «συμπαθητικός», όσο και η διάζευξη «ηθοποιό – ή νέο», στην οποία η χρήση της παύλας υποδηλώνει πιθανώς πως δεν χρησιμοποίησαν όλοι τον όρο «ηθοποιός», καθιστούν προφανές πως οι θεατές έδωσαν κυρίως έμφαση στη νεότητά του, όπως και στην καλή του εμφάνιση, κι όχι τόσο στην υποκριτική του ικανότητα. Ο χαρακτηρισμός, άλλωστε, «συμπαθητικός» δεν αποτελεί ιδιαίτερο έπαινο για έναν πραγματικό ηθοποιό. Αυτό όμως δεν απασχολεί τον νεαρό ήρωα, αφού η δική του πρόθεση είναι να προσεχθεί ακριβώς για την εμφάνισή του και όχι για τις υποτιθέμενες υποκριτικές του δυνατότητες.
Η αναφορά στην Αλεξάνδρεια και την Αθήνα, όπως και η επιλογή των αρχαίων ελληνικών τραγωδιών του Σοφοκλή και του Ευριπίδη, αποσκοπεί στο να τονιστεί πως κινούμαστε ακόμη σε έναν εξελληνισμένο κόσμο, ο οποίος περνά σταδιακά υπό τον έλεγχο των Ρωμαίων. Ένας κόσμος που βιώνει συχνές και δραστικές αλλαγές, και που αναπόφευκτα επηρεάζει τον τρόπο σκέψης των ανθρώπων εκείνης της εποχής.
Ο Αίμονας, ο γιος του Κρέοντα, είναι ο αρραβωνιαστικός της Αντιγόνης, ο οποίος αυτοκτονεί μόλις ενημερώνεται για την αυτοχειρία εκείνης. Ο Ιππόλυτος είναι ένας αγνός ήρωας, ο οποίος οδηγείται στην καταστροφή από τις διαβολές της μητριάς του Φαίδρας, όταν αρνείται να ενδώσει στον ανόσιο έρωτά της για εκείνον. Πρόκειται και στις δύο περιπτώσεις για ήρωες που διατηρούν την ηθική τους ακεραιότητα και δεν συμβιβάζονται με την αδικία ή την αμαρτία ήρωες που κινούνται σ’ ένα επίπεδο ηθικότητας άγνωστο για τον ασύδοτο ήρωα του ποιήματος.
 
Ένας πολίτης πλούσιος, και θαυμάσιος πολυδάπανος,
με παρατήρησεν ιδιαιτέρως.
Αυτά θα τα φροντίσει η έμπειρη Κερκώ
(παίρνοντας κιόλας τα μισά για μεσιτεία της η αχρεία).
 
Ο ήρωας, όπως φαίνεται, έχει πετύχει ήδη τον βασικό του στόχο, εφόσον με τις πρώτες κιόλας εμφανίσεις του στη θεατρική σκηνή κέρδισε την προσοχή ενός πλούσιου και γενναιόδωρου πολίτη, ο οποίος είναι πρόθυμος να πληρώσει πολλά για χάρη του νεαρού. Τις σχετικές συνεννοήσεις για το πόσο θα κοστίσουν οι ερωτικές υπηρεσίες του νεαρού ήρωα θα ρυθμιστούν από την έμπειρη στα θέματα αυτά Κερκώ, η οποία, μάλιστα, θα λάβει ως αμοιβή τα μισά από τα κέρδη του νεαρού.
Ο παρενθετικός στίχος μάς επιτρέπει να αντιληφθούμε πως ο ήρωας θεωρεί υπερβολικό το ποσοστό που θα λάβει η θεία του η Κερκώ, την οποία αποκαλεί «αχρεία», εφόσον μόνο για τη διαμεσολάβηση θα λάβει τα μισά κέρδη, έστω κι αν είναι η δική του ομορφιά που έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον του πλούσιου πολίτη.
 
Α μέρος έκτακτον τα Τιγρανόκερτα! –
όσο διαρκέσουν δηλαδή γιατί ασφαλώς
θα τα χαλάσουν επί τέλους οι Ρωμαίοι.
Όνειρα βλέπει ο βασιλεύς Τιγράνης.
 
Ο ήρωας, παρά το γεγονός πως θα πρέπει να παραχωρήσει σημαντικό μέρος των κερδών του στην Κερκώ, παραμένει ιδιαίτερα ικανοποιημένος από τις συνθήκες ζωής που βρίσκει στα Τιγρανόκερτα. Με τη χρήση θαυμαστικού, όπως και του επιφωνήματος («Α»), δηλώνεται εμφατικά η αίσθησή του πως η πόλη αυτή αποτελεί εξαίρετη επιλογή για τον δικό του τρόπο ζωής. Η παύλα, ωστόσο, που τίθεται αμέσως μετά το θαυμαστικό σηματοδοτεί μια δραστική αλλαγή στις σκέψεις του νέου, ο οποίος παρά τον έκλυτο βίο του δεν παύει να έχει επίγνωση των ρευστών πολιτικών συνθηκών. Τα Τιγρανόκερτα -το δημιούργημα αυτό του βασιλιά Τιγράνη- δεν πρόκειται να μακροημερεύσουν, καθώς είναι δεδομένο πως οι Ρωμαίοι θα τα θέσουν υπό τον έλεγχό τους και πιθανώς θα τα καταστρέψουν.
Με αμιγώς ρεαλιστική θέαση της πραγματικότητας ο ήρωας βλέπει πέρα από τις πρόσκαιρες επιτυχίες του βασιλιά της Αρμενίας και σχολιάζει πως η επιδίωξή του να δημιουργήσει ένα ισχυρό κράτος απρόσβλητο στις επιθέσεις των Ρωμαίων δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα ανέφικτο όνειρο. Αν και ο Τιγράνης έχει προσφέρει στην Αρμενία μια πρωτόγνωρη εξάπλωση της εδαφικής της κυριαρχίας -πολύ πέρα από τα φυσικά της όρια- από την Κασπία ως τη Μεσόγειο, αυτά τα επιτεύγματα είναι πρόσκαιρα και προέκυψαν κυρίως λόγω των συγκυριών και όχι χάρη στη δημιουργία μιας στέρεης και ισχυρής δύναμης. Το γεγονός, μάλιστα, πως τη βραχύβια φύση των επιτευγμάτων αυτών την αναγνωρίζει ακόμη κι ένας νεαρός δοσμένος στην ανηθικότητα, καθιστά ακόμη τραγικότερη την πλάνη στην οποία έχει περιέλθει ο βασιλιάς Τιγράνης και την αδυναμία του να αντιληφθεί πως οι προσπάθειές του είναι καταδικασμένες να αποτύχουν.
 
Μα εμένα τι με κόφτει. Το πολύ
θα μείνω ένα δυό μήνες – κ’ έπειτα φευγιό.
 
Με τη λαϊκή έκφραση «τι με κόφτει» ο νεαρός ήρωας δηλώνει με εμφατική κυνικότητα την αδιαφορία του για το μέλλον της αρμενικής κυριαρχίας, όπως και της πόλης που τον φιλοξενεί. Τα Τιγρανόκερτα δεν αποτελούν τίποτε περισσότερο από έναν προσωρινό σταθμό για τον ανώνυμο ήρωα, ο οποίος μη έχοντας πραγματικούς δεσμούς με καμία περιοχή μετακινείται κάθε φορά όπου υπάρχει η υπόσχεση κέρδους και -προσωρινής έστω- ασφάλειας. Θα μείνει εκεί ένα ή δύο μήνες και ύστερα «φευγιό», αφού γνωρίζει πόσο δύσκολο είναι να διατηρήσουν οι Αρμένιοι τον έλεγχο της περιοχής.
 
Και τότε αδιαφορώ τελείως αν καταστρέψουν οι Ρωμαίοι
τα Τιγρανόκερτα και την Κερκώ.
 
Η κυνικότητα του νεαρού ήρωα φτάνει στο αποκορύφωμά της στο κλείσιμο του μονολόγου του, αφού με πλήρη συναισθηματική ψυχρότητα δηλώνει πως από τη στιγμή που ο ίδιος θα έχει φύγει από τα Τιγρανόκερτα του είναι αδιάφορο αν οι Ρωμαίοι καταστρέψουν την πόλη, όπως και τη συγγενή του την Κερκώ. Ο ίδιος ενδιαφέρεται αποκλειστικά και μόνο για τον εαυτό του, οτιδήποτε και οποιοσδήποτε άλλος αποτελούν για εκείνον αντικείμενα προς εκμετάλλευση, χωρίς καμία αίσθηση αφοσίωσης ή πραγματικού ενδιαφέροντος. Τα Τιγρανόκερτα του προσφέρουν μια πρόσκαιρη κερδοφόρα διαμονή και η Κερκώ μια χρήσιμη υπηρεσία, κι από κει και πέρα του είναι απολύτως αδιάφορο ποια θα είναι η κατάληξή τους.
 
Χαρακτηριστικό για το περιεχόμενο του ποιήματος είναι το σχετικό σχόλιο του Γ. Π. Σαββίδη: Το ποίημα έχει μορφή μονολόγου (όχι «δραματικού μονολόγου») ανάλογη λ.χ. με του «Ας φρόντιζαν» ή του «Θέατρον της Σιδώνος», με τα οποία και συγγενεύει θεματικά. Ο διεφθαρμένος και κυνικός πρωταγωνιστής, καθώς και το κοινωνικό του περιβάλλον, ιχνογραφούνται με οξεία ειρωνεία, πάνω σε ένα φόντο γνήσιων πολιτισμικών αξιών, αισθητικών και ηθικών (στ. 9-11 «Δεν είναι εδώ Αλεξάνδρεια… του Ευριπίδη τον Ιππόλυτον»). Αξιοπρόσεχτη είναι και η πολιτική διάσταση που προβάλλει από τον στ. 19 και εκτείνεται σε όλο το υπόλοιπο ποίημα για να θυμηθούμε τον Ι. Α. Σαρεγιάννη, στο σχόλιό του για το «Νέοι της Σιδώνος»: «Πιο πέρα από τον κήπο της Σιδώνος και από τους αρωματισμένους νέους, διακρίνομε στο βάθος της σκηνής τα φαντάσματα των βαρβάρων» - εδώ, των Ρωμαίων.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...