Ιστορία Γ΄ Λυκείου: Ποντιακός Ελληνισμός & Διαμετακομιστικό εμπόριο | Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη

Ιστορία Γ΄ Λυκείου: Ποντιακός Ελληνισμός & Διαμετακομιστικό εμπόριο

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips
 
Με βάση τις ιστορικές σας γνώσεις και αντλώντας στοιχεία από τα κείμενα που σας δίνονται, να αναφερθείτε στη συμβολή του διαμετακομιστικού εμπορίου στην οικονομική ανάπτυξη του Ποντιακού Ελληνισμού κατά τον 19ο και τις αρχές του 20ου αιώνα.
 
Κείμενο Α
Στήν Τραπεζούντα τό 1869 ξία τν εσαγωγν εχε φθάσει στά 62.787.464 φράγκα, μ χρες προελεύσεως κατά σειρά: γγλία, Περσία, Γαλλία, Ρωσία, λβετία κα προτελευταία τν λλάδα μ 131.150 φράγκα, κα τν ξαγωγν στ 37.901.438 φράγκα, μ προορισμ κατ σειρά: Περσία, Κωνσταντινούπολη, Ρωσία, Γαλλία, Καύκασο κ.. Τν διο χρόνο εχαν ρθει στ λιμάνι της Τραπεζούντας 297 τμόπλοια κα 704 στιοφόρα. Μ τς χερσαες συγκοινωνίες κα διαίτερα π τ δρόμο Τραπεζούντας - ρζερομ – Ταυρίδας πολλά καραβάνια μετέφεραν μπορεύματα πρς κα π τ σωτερικό τς Μικρς σίας, πρς τν Περσία κα λλες χρες.
 
στορία το λληνικο θνους, τ. ΙΓ΄: Νεώτερος λληνισμς π τ 1833 ς τ 1881, θήνα: κδοτικ θηνν, 1977, σ.435.
 
Κείμενο Β
Στόν Πόντο οκονομικ δραστηριότητα περιοριζόταν στν παραλιακ ζώνη κα σ’ ατ πάλι κμαζε τ λληνικ στοιχεο. Τ σπουδαιότερο κέντρο ταν Τραπεζούντα, πο βρισκόταν στ τέρμα το χερσαίου δρόμου κα στ πίκεντρο τς πικοινωνίας τς Περσίας κα τς Κασπίας μ λη τ Μικρ σία κα μ τ Δύση. Τ μπόριο τς Τραπεζούντας ναπτύχθηκε διαίτερα π το 1883, ταν Ρωσία πέκλεισε τν δ μέσω Καυκάσου στ περσικ μπόριο, μέχρι το 1906, πότε ποκαταστάθηκε πάλι πικοινωνία μέσω Ρωσίας. Στ διαμετακομιστικ μπόριο τς Τραπεζούντας λληνική ναυτιλία παιζε σημαντικ ρόλο - ρχόταν τρίτη στς εσαγωγς κα ξαγωγς στ λιμάνι τς πόλεως. πρχε ποκατάστημα τς Τράπεζας θηνν, ν ο ντόπιοι μεγάλοι τραπεζικο κα μπορικο οκοι τν Γ. Καπαγιαννίδη, δελφν Φωστηροπούλου κα τν Θεοφύλακτου κα Λεοντίδη λεγχαν τν οκονομικ ζω το τόπου. Δεύτερη σ σημασία ρχόταν μισς (Samsun) πο κμαζε ς κέντρο ξαγωγς καπνο κα διέθετε κα ατ ποκατάστημα τς Τράπεζας θηνν. Κερασούντα κα τ Κοτύωρα κμαζαν πίσης· κα κε τ μπόριο ταν στ χέρια τν λλήνων.
 
στορία το λληνικο θνους, τ. ΙΔ΄: Νεώτερος λληνισμς π τ 1881 ς τ 1913, θήνα: κδοτικ θηνν, 1977, σ.372.
 
Κείμενο Γ
[...] οκονομική νάπτυξη, τν λλήνων μπόρων το Πόντου πό τά μέσα το 19ου αώνα φείλεται κατά να μέρος στήν ενοϊκή μεταχείρηση πού πολάμβαναν π τήν τσαρική Ρωσία καί σέ μικρότερο βαθμό πό λλες μεγάλες Δυνάμεις. Ο πολύγλωσσοι λληνες μποροι πρξαν πολύτιμοι συνέταιροι, πειδή γνώριζαν καλά τίς τοπικές μπορικές συνθκες καί εχαν κτεταμένες παφές μέ λληνικές παροικίες στήν Ερώπη καί σ’ λόκληρη τήν θωμανική Ατοκρατορία. λλά ο λληνες χριστιανοί ταν ξίσου πολύτιμοι για την προώθηση ερωπαϊκν καί διαίτερα ρωσικν πολιτικν φιλοδοξιν σέ βάρος θωμανικν δαφν. Πολλοί π’ ατούς διέθεταν συχνά διπλωματικά διαβατήρια πήλαυαν προστασία ερωπαϊκν Δυνάμεων και φελήματα πό τό σύστημα των διομολογήσεων. Μ’ ατές τίς συνθκες ριθμός τν μουσουλμάνων μπόρων στή Μαύρη Θάλασσα μειώθηκε σημαντικά σέ ριθμό κα δύναμη γύρω στ τέλη το περασμένου καί στίς ρχές το είκοστο αώνα.
 
Aλ.’Αλεξανδρς, νάπτυξη το θνικο πνεύματος τν λλήνων το Πόντου, 1918-1922: λληνική ξωτερική πολιτική καί τουρκική ντίδραση, στό: Μελετήματα γύρω πό τόν Βενιζέλο καί τήν ποχή του, μέ τήν ποπτεία Θάνου Βερέμη καί Οδυσσέα Δημητρακόπουλου, θήνα: Φιλιππότης, 1980, σσ. 427-428.
 
Ενδεικτική απάντηση
 
Η κυρία πλουτοπαραγωγική πηγή στα παράλια του Ευξείνου Πόντου ήταν το διαμετακομιστικό εμπόριο με κυριότερα λιμάνια την Αμισό, την Τραπεζούντα, την Κερασούντα, την Οδησσό, τη Βραΐλα, το Νοβοροσίσκι και τη Σεβαστούπολη. Σύμφωνα, άλλωστε, με το Κείμενο Β, η οικονομική δραστηριότητα του Πόντου περιοριζόταν στις παραλιακές περιοχές του, τις οποίες και αξιοποιούσε συστηματικά ο ελληνικός πληθυσμός.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου οι Νεότουρκοι με διάφορους τρόπους προσπαθούσαν να απομακρύνουν και να περιορίσουν το εμπόριο των χριστιανών, οι οποίοι για να επιβιώσουν συνεργάστηκαν με τις τοπικές μουσουλμανικές εθνότητες. Η Τραπεζούντα μέχρι το 1869 έλεγχε το 40% του εμπορίου της Περσίας και το διαμετακομιστικό εμπόριο απέφερε κέρδος περίπου 200.000.000 φράγκα το χρόνο. Σύμφωνα, μάλιστα, με τις πληροφορίες του Κειμένου Α, οι εισαγωγές στην Τραπεζούντα το 1869 ήταν ιδιαίτερα υψηλής αξίας, εφόσον ανέρχονταν στα 62.787.464 φράγκα και προέρχονταν κατά σειρά χρηματικής αξίας από την Αγγλία, την Περσία (Ιράν), τη Γαλλία, τη Ρωσία και την Ελβετία. Η Ελλάδα καταλάμβανε την προτελευταία θέση σε αυτή την κατάταξη με τις εισαγωγές που προέρχονταν από εκείνη να αγγίζουν τα 131.150 φράγκα. Σχετικά υψηλή ήταν και η αξία των εξαγωγών της Τραπεζούντας, καθώς έφτανε τα 37.901.438 φράγκα και κατευθύνονταν -πάντα με σειρά χρηματικής αξίας- στην Περσία, την Κωνσταντινούπολη, τη Ρωσία, τη Γαλλία, τον Καύκασο, καθώς και σε άλλες περιοχές. Ενδεικτική, συνάμα, της εμπορικής δύναμης του λιμανιού της Τραπεζούντας, υπήρξε η κίνηση πλοίων σε αυτό. Μόνο το 1869 είχαν έρθει στο συγκεκριμένο λιμάνι 297 ατμόπλοια και 704 ιστιοφόρα. 
Οι ελληνικές επιχειρήσεις διέθεταν εμπορικά υποκαταστήματα και πρακτορεία μεταφορών στη Ρωσία, την Περσία, την Αγγλία, την Κωνσταντινούπολη, τη Μασσαλία και σε άλλες μεγάλες πόλεις της Ευρώπης. Σύμφωνα με το Κείμενο Γ, μέρος της οικονομικής ευημερίας που γνώρισαν οι Έλληνες έμποροι της περιοχής του Πόντου από τα μέσα του 19ου αιώνα και ύστερα οφείλεται στο γεγονός που έχαιραν ευνοϊκής μεταχείρισης από την τσαρική Ρωσία, αλλά και από άλλες μεγάλες Δυνάμεις της εποχής, έστω και σε μικρότερο βαθμό. Οι Έλληνες έμποροι ήταν πολύγλωσσοι και η συνεργασία με αυτούς ήταν εξαιρετικά επωφελής, επειδή αφενός ήταν γνώστες των εμπορικών συνθηκών στην περιοχή του Πόντου και αφετέρου είχαν διασυνδέσεις με τις υπόλοιπες ελληνικές παροικίες της Ευρώπης, αλλά και στο σύνολο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Παραλλήλως, βέβαια, οι Ευρωπαίοι, αλλά κυρίως οι Ρώσοι είχαν τη δυνατότητα να προωθήσουν μέσω των Ελλήνων τις πολιτικές τους φιλοδοξίες εις βάρος των Οθωμανών στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Για τον λόγο αυτό άλλωστε, πολλοί Έλληνες έμποροι είχαν διπλωματικά διαβατήρια, λάμβαναν προστασία από τις Δυνάμεις της Ευρώπης και επωφελούνταν οικονομικά από τις διομολογήσεις. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα να μειωθεί δραστικά ο αριθμός των μουσουλμάνων εμπόρων στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας και να απωλέσουν μεγάλο μέρος της οικονομικής τους δύναμης από τα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου.    
Η Τραπεζούντα αποτελούσε το σταυροδρόμι της εμπορικής κίνησης μεταξύ Δύσης και Ανατολής μέχρι το 1869 που ολοκληρώθηκε η διάνοιξη της Διώρυγας του Σουέζ, οπότε άρχισε η σταδιακή παρακμή του λιμανιού της. Τη σπουδαιότητα της γεωγραφικής θέσης της Τραπεζούντας επιβεβαιώνει και το Κείμενο Β, στο οποίο αναφέρεται πως αποτελούσε το τέρμα του χερσαίου εμπορικού δρόμου και ως εκ τούτου βρισκόταν στο επίκεντρο της εμπορικής επικοινωνίας ανάμεσα στην Περσία και την Κασπία τόσο με το σύνολο της Μικράς Ασίας όσο και με τη Δύση. Όπως, άλλωστε, επισημαίνεται στο Κείμενο Α, ο χερσαίος εμπορικός δρόμος μεταξύ Τραπεζούντας, Ερζερούμ και Ταυρίδας, είχε ιδιαίτερη αξία, εφόσον μέσω αυτού μεταφέρονταν με καραβάνια πολλά εμπορεύματα από το εσωτερικό της Μικράς Ασίας τόσο προς την Περσία όσο και προς άλλες χώρες.  Για μεγάλο διάστημα ακόμη και μετά το 1883, τέσσερις μεγάλοι ελληνικοί τραπεζικοί και εμπορικοί οίκοι της Τραπεζούντας έλεγχαν μαζί με το υποκατάστημα της Τράπεζας Αθηνών σχεδόν όλη την οικονομία του ανατολικού Πόντου. Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Κειμένου Β, η εμπορική δραστηριότητα της Τραπεζούντας γνώρισε ιδιαίτερη ακμή μετά το 1883 -παρά τη διάνοιξη της Διώρυγας του Σουέζ-, διότι τη χρονιά εκείνη και μέχρι το 1906 η Ρωσία έκλεισε τη χερσαία οδό μέσω Καυκάσου στο περσικό εμπόριο, ενισχύοντας έτσι τη σημασία της Τραπεζούντας, τουλάχιστον μέχρι την αποκατάσταση των μετακινήσεων μέσω Ρωσίας. Στο Κείμενο Β, συνάμα, επιβεβαιώνεται ο ιδιαίτερος ρόλος των επιχώριων ελληνικών και τραπεζικών οίκων, όπως ήταν εκείνοι του Γ. Καπαγιαννίδη, των αδελφών Φωστηρόπουλου, του Θεοφύλακτου και του Λεοντίδη, οι οποίοι είχαν ουσιαστικά υπό τον έλεγχό τους την οικονομική ζωή της Τραπεζούντας. Πέρα, μάλιστα, από την ύπαρξη υποκαταστήματος της Τράπεζας Αθηνών, η ελληνική παρουσία ήταν εμφανής και από το γεγονός ότι η ελληνική ναυτιλία κατείχε την τρίτη θέση στις εισαγωγές, αλλά και στις εξαγωγές του λιμανιού της Τραπεζούντας.
Ανάλογη ήταν η οικονομική κίνηση των Ελλήνων και στις άλλες πόλεις του Πόντου: από το εμπορικό λιμάνι της Αμισού εξάγονταν μεγάλες ποσότητες εξαιρετικού καπνού και άλλων εγχώριων προϊόντων, ενώ το 1869 στην Αμισό από τις 214 επιχειρήσεις της πόλης οι 156 ανήκαν στους Έλληνες. Η πληροφορία σχετικά με την εξαγωγή καπνού επιβεβαιώνεται από το Κείμενο Β, στο οποίο επιπροσθέτως επισημαίνεται πως η Αμισός (Samsun) ήταν δεύτερη σε εμπορική σημασία μετά την Τραπεζούντα, γι’ αυτό υπήρχε και εκεί υποκατάστημα της Τράπεζας Αθηνών. Στην Κερασούντα οι εφοπλιστικοί και εμπορικοί οίκοι των Κωνσταντινίδη, Κακουλίδη, Σουρμελή και Πισσάνη καταξιώθηκαν στα μεγάλα εμπορικά κέντρα του Ευξείνου Πόντου αλλά και της Ευρώπης. Όπως, μάλιστα, αναφέρεται στο Κείμενο Β, τόσο η Κερασούντα όσο και τα Κοτύωρα σημείωναν σημαντική οικονομική δραστηριότητα, με το εμπόριο και των περιοχών αυτών να ελέγχεται από Έλληνες.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...