Έκθεση
Γ΄ Λυκείου: Κοινή γνώμη
Κοινή
γνώμη: η άποψη που
επικρατεί σε μεγάλο μέρος των μελών μιας κοινωνίας για συγκεκριμένο κοινωνικό
θέμα, η συλλογική στάση του κοινωνικού συνόλου και συνεκδοχικά ο μέσος
άνθρωπος, οι καθημερινοί άνθρωποι.
Η κοινή γνώμη λειτουργεί υπό μία έννοια
καθοριστικά σε διάφορες εκφάνσεις της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, καθώς
εκπροσωπεί τις πεποιθήσεις και τη θέληση της πλειοψηφίας των πολιτών. Δεν είναι
ασύνηθες, άλλωστε, υπό την πίεση της κοινής γνώμης μια κυβέρνηση να
εγκαταλείπει κάποια σχεδιαζόμενη πολιτική δράση ή να την τροποποιεί ριζικά
προκειμένου να κατευνάσει τις αντιρρήσεις και τον εκνευρισμό των πολιτών.
Ποιοι
παράγοντες επηρεάζουν και διαμορφώνουν την κοινή γνώμη:
Τα
Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης: Η
τηλεόραση, οι εφημερίδες και πλέον το διαδίκτυο -μέσω κυρίως των social media (μέσων
κοινωνικής δικτύωσης)-, διαδραματίζουν κύριο ρόλο στον επηρεασμό και τη
διαμόρφωση της κοινής γνώμης, εφόσον μέσω αυτών φτάνουν στους πολίτες οι
ειδήσεις και οι πληροφορίες, δοσμένες και ερμηνευμένες, όμως, συχνά με βάση την
οπτική και τα συμφέροντα του μέσου που παρέχει την εκάστοτε είδηση. Οι πολίτες
λαμβάνουν, λοιπόν, τις αναγκαίες πληροφορίες για την κοινωνικοοικονομική
κατάσταση της χώρας, όχι όμως πάντοτε απαλλαγμένες από τα ερμηνευτικά εκείνα
σχόλια που επιχειρούν να τους οδηγήσουν στην εξαγωγή συγκεκριμένων
συμπερασμάτων, και, άρα, στη διαμόρφωση αρνητικής ή θετικής γνώμης για διάφορα
ζητήματα, όπως για τις επικρατούσες οικονομικές συνθήκες, για την ακολουθούμενη
κυβερνητική πολιτική, για τη δράση των πολιτικών παρατάξεων, για τις προοπτικές
της χώρας κ.ά.
Ιδιαίτερα σημαντική θεωρείται πλέον η
επίδραση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, μιας και μέσω αυτών πολίτες -είτε με
την εντύπωση ή την ελπίδα πως βοηθούν άλλους να κατανοήσουν πληρέστερα τις
τρέχουσες εξελίξεις είτε με την επιθυμία να τους καθοδηγήσουν σκοπίμως προς τη
διαμόρφωση συγκεκριμένης άποψης- μοιράζονται με μεγάλη συχνότητα τις απόψεις
και τις ιδέες τους, παρασύροντας τελικά εκείνους που όντας λιγότερο ενήμεροι
δεν έχουν διαμορφώσει δικές τους απόψεις και προτιμούν απλώς να ακολουθούν
όποια τάση μοιάζει να είναι πιο δημοφιλής και να γίνεται αποδεκτή από τους
περισσότερους. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, βέβαια, πέρα από τους απλούς
πολίτες που αυτοβούλως ή με το δέλεαρ κάποιας ανταμοιβής επιχειρούν να
επηρεάσουν όσους περισσότερους συμπολίτες τους μπορούν, υπάρχουν κι επίσημες ή
ανεπίσημες σελίδες πολιτικών προσώπων και κομμάτων με ανάλογη συστηματική
-προπαγανδιστική- δράση.
Οι
υπάρχουσες πολιτικές πεποιθήσεις του ατόμου: Παρά το γεγονός ότι αναγνωρίζεται αυξημένη δύναμη επιρροής
των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης στους πολίτες, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη πως συχνά
τα άτομα -ιδίως μεγαλύτερης ηλικίας- έχουν ήδη διαμορφωμένες απόψεις (πολιτικές
ή άλλες) τις οποίες διατηρούν με αξιοσημείωτη σταθερότητα, χωρίς να
επηρεάζονται από την επικρατούσα οπτική των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Ο κάθε
πολίτης με βάση τις δικές του εμπειρίες και τη δική του προσωπική διαδρομή,
οδηγείται σε ορισμένα συμπεράσματα σε σχέση με την ταυτότητα και την ποιότητα
των πολιτικών παρατάξεων, τα οποία και διαφυλάττει ως δοκιμασμένες αλήθειες.
Έτσι, ακόμη κι όταν η ενημέρωση του παρουσιάζεται από κάποια οπτική που έρχεται
σε αντίθεση με τις δικές του πεποιθήσεις, εκείνος επιλέγει να ερμηνεύει τα
γεγονότα βασιζόμενος στις δικές του απόψεις.
Το
μορφωτικό επίπεδο κι η κριτική αντίληψη των ατόμων: Άτομα που έχουν λάβει ουσιαστική
αγωγή κι έχουν κατανοήσει την αξία που έχει η διαμόρφωση προσωπικής άποψης για
τα καίρια ζητήματα της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας, τείνουν να
διερευνούν συστηματικά τις επιμέρους εξελίξεις και να αναζητούν ποικίλες πηγές
πληροφόρησης, προκειμένου να καταλήξουν σε όσο γίνεται πιο αντικειμενικά
συμπεράσματα. Από την άλλη, άτομα που δεν έχουν λάβει αξιόλογη αγωγή και δεν
έχουν κατανοήσει την αξία της προσωπικής ενασχόλησης με τα τρέχοντα ζητήματα,
τείνουν να αποδέχονται άκριτα έτοιμες τις απόψεις άλλων προσώπων -οικείων ή με
αναγνωρισμένη φήμη- ή να υιοθετούν τις απόψεις που φαίνεται να αποδέχεται η
πλειονότητα των πολιτών, χωρίς να προβληματίζονται για την ουσία και την
αντικειμενικότητα αυτών των απόψεων.
Η
απουσία πολιτικής συνείδησης:
Καίριο ζήτημα για την ελληνική πραγματικότητα είναι η διαχρονική τάση των
πολιτών να υιοθετούν μια κομματική ταυτότητα και να λειτουργούν, όχι ως
πολίτες, αλλά ως οπαδοί συγκεκριμένου κόμματος. Άμεση συνέπεια αυτής της
λανθασμένης τακτικής είναι να μην κρίνουν τα πράγματα με βάση το συλλογικό
συμφέρον, αλλά με βάση μόνο το κομματικό ή και καθαρά προσωπικό τους συμφέρον.
Έτσι, ενώ θα έπρεπε ως ενεργοί και ευσυνείδητοι πολίτες να κρίνουν κάθε
πολιτική απόφαση με αντικειμενικά κριτήρια, έχουν αντιθέτως την τάση να
αποδέχονται και να υπερασπίζονται μετ’ εμμονής κάθε επιλογή του κόμματός τους,
έστω κι αν είναι εξόφθαλμα λανθασμένη ή επιζήμια, μόνο και μόνο για να μη
χρειαστεί να παραδεχτούν στους άλλους -και κυρίως στον εαυτό τους- πως το κόμμα
που έχουν επιλέξει δεν είναι εν τέλει ικανό να ασκήσει ορθή πολιτική.
Προκαταλήψεις
και στερεότυπα: Σε ό,τι
αφορά τα κοινωνικά ζητήματα σημαντική μερίδα των πολιτών οδηγείται στη
διαμόρφωση κάποιας άποψης, όχι ύστερα από ουσιαστική μελέτη και διερεύνηση του
θέματος, αλλά με βάση τις έτοιμες αντιλήψεις που έχουν λάβει από τις
προηγούμενες γενιές. Τα έτοιμα αυτά νοητικά σχήματα που γίνονται αποδεκτά ως
έχουν και χωρίς κανέναν ουσιαστικό έλεγχο από κάθε νεότερη γενιά, ασκούν
αρνητική επίδραση, καθώς καθηλώνουν τους πολίτες σε παρωχημένους και
συντηρητικούς τρόπους σκέψης.
Οι
δημοσκοπήσεις: Οι
έρευνες που γίνονται προκειμένου να καταγραφούν οι τάσεις της κοινής γνώμης
ασκούν τελικά μεγάλη επίδραση στους πολίτες και λειτουργούν ως διαμορφωτές της
κοινής γνώμης, καθώς πολλοί είναι εκείνοι που μένουν αναποφάσιστοι μέχρι να
διαπιστώσουν προς τα που κλίνει η πλειοψηφία των συμπολιτών τους. Μοιάζει
παράδοξο, αλλά στην πραγματικότητα είναι πολλοί εκείνοι που αδυνατούν να
αποφασίσουν από μόνοι τους και θεωρούν πως ο καλύτερος κριτής της
πραγματικότητας είναι η άποψη της πλειοψηφίας. Ενώ δεν λείπουν κι εκείνοι που
θέλουν πάντοτε να είναι με τη μεριά των νικητών και της κυρίαρχης άποψης, μιας
και γι’ αυτούς ό,τι έχει μεγαλύτερη σημασία είναι να νιώθουν πως με τις
επιλογές τους γίνονται αποδεκτοί από την πλειονότητα των ανθρώπων γύρω τους.
Προπαγάνδα
& Λαϊκισμός: Σε
περιόδους οικονομικής αστάθειας κατά τις οποίες οι πολίτες αναζητούν εναγωνίως
μια διέξοδο στα οικονομικά τους προβλήματα, ενισχύεται δραστικά η
αποτελεσματικότητα των πολιτικών εκείνων που βασίζονται στο λαϊκισμό. Οι
πολίτες σπεύδουν να υποδεχτούν ως μεσσίες τους πολιτικούς εκείνους που τους
υπόσχονται εύκολες λύσεις στα εκ των πραγμάτων δύσκολα προβλήματα της
οικονομικής πραγματικότητας, και δεν εξετάζουν ούτε στο ελάχιστο το κατά πόσο
είναι εφικτό να υλοποιήσει κάποιος ανάλογες υποσχέσεις, ούτε προβληματίζονται
για τα κίνητρα εκείνων που μοιράζουν αφειδώς τέτοιες -ανέφικτες στην ουσία
τους- υποσχέσεις και «δεσμεύσεις».
Η αποτελεσματικότητα του λαϊκισμού,
άλλωστε, ενισχύεται από τις συνήθεις τακτικές προπαγάνδας, που χάρη στα μέσα
κοινωνικής δικτύωσης και το διαδίκτυο, αποδεικνύονται πλέον ακόμη πιο
επιτυχημένες, εφόσον ο επηρεασμός της κοινής γνώμης καθίσταται κατά πολύ
ευκολότερος∙ τα προπαγανδιστικά μηνύματα διαχέονται με ταχύτατους ρυθμούς και
λαμβάνουν την κατάλληλη μορφή ανάλογα με την ηλικιακή ομάδα στην οποία
στοχεύουν.
Ισχυρά
πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα:
Τη δύναμη των μέσων ενημέρωσης, όπως και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης
αξιοποιούν οι «ισχυροί» της κοινωνικής και πολιτικής ζωής, προκειμένου να
κατευθύνουν την κοινή γνώμη σε επιλογές που εξυπηρετούν ή διευκολύνουν τους
δικούς τους ευρύτερους σχεδιασμούς. Πέρα, άλλωστε, από τις εμφανείς στοχεύσεις
του πολιτικού κόσμου, υπάρχουν κι εκείνες οι επιδιώξεις, που αν και δεν
γνωστοποιούνται, αποσκοπούν στην ικανοποίηση και την εξυπηρέτηση ποικίλων
συμφερόντων ολιγάριθμων ομάδων με υψηλά προνόμια.
Προϋποθέσεις
για την ορθή διαμόρφωση της κοινής γνώμης
Αντικειμενική
και πλουραλιστική ενημέρωση: Προκειμένου
οι πολίτες να είναι σε θέση να διαμορφώσουν μια αντικειμενική άποψη για την
κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα χρειάζονται αληθινή και αντικειμενική
ενημέρωση. Επειδή, όμως, τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης έχουν ως ένα βαθμό
κομματική ταυτότητα, και, άρα, δεν είναι εφικτό να αναμένεται από αυτά πλήρης
αντικειμενικότητα, απαιτείται η παράλληλη ύπαρξη ποικίλων πηγών ενημέρωσης,
ώστε το άτομο να έχει τη δυνατότητα να αξιολογεί τις επιμέρους ειδήσεις και να
διαμορφώνει τη δική του άποψη για το ποια ερμηνεία των γεγονότων πλησιάζει
περισσότερο την αλήθεια.
Παροχή
ουσιαστικής παιδείας και ενίσχυση της κριτικής αντίληψης: Οι πολίτες θα πρέπει να λαμβάνουν
γενική παιδεία που θα αποσκοπεί στο να οξύνει την κριτική τους ικανότητα, ώστε
να μην είναι εύκολος ο αποπροσανατολισμός και η χειραγώγησή τους. Παιδεία,
δηλαδή, που θα βασίζεται στο να παρουσιάζει τις διάφορες εκδοχές που υπάρχουν
για τα ιστορικά γεγονότα, αλλά και για ποικίλα κοινωνικά ζητήματα, προκειμένου
οι νέοι να είναι σε θέση να αντιληφθούν πως κάθε γεγονός και κάθε θέμα μπορεί
να ιδωθεί από διάφορες οπτικές γωνίες και, συνάμα, πως για κάθε άποψη υπάρχουν
αρκετά και κάποτε εξίσου πειστικά επιχειρήματα. Ζητούμενο, εδώ, οφείλει να
είναι η ενθάρρυνση της σε βάθος εξέτασης κάθε ζητήματος, ώστε να καθίστανται
εμφανή τα τρωτά σημεία κάθε ερμηνείας και η εύρεση εκείνης της άποψης που
αιτιολογεί πληρέστερα και με μεγαλύτερη συνέπεια το κάθε γεγονός ή θέμα.
Οι νέοι που έχουν ασκηθεί στο να
διερευνούν όλες τις απόψεις δεν θα κινδυνεύουν να εγκλωβιστούν σε μία
μονόπλευρη -κομματική- θέαση της πραγματικότητας και θα είναι σε θέση να
αντιληφθούν πως κάποτε η «αντίπαλη» άποψη είναι ορθότερη και γι’ αυτό θα πρέπει
να γίνεται σεβαστή και να υιοθετείται.
Ορθή
λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος:
Στο πλαίσιο μιας δημοκρατίας, που επιδιώκει να λειτουργεί άρτια, οφείλουν να
ακούγονται όλες οι απόψεις για κάθε ζήτημα, χωρίς να επιχειρείται η φίμωση
Μέσων Ενημέρωσης, ομάδων ή ατόμων που εκφράζουν κάποια άποψη που αντιτίθεται
στα συμφέροντα του κυβερνώντος κόμματος. Η ενημέρωση οφείλει να είναι
ανεξάρτητη, όπως ακριβώς και η δικαιοσύνη, έστω κι αν αυτό σημαίνει πως θα
καταπέφτουν και θα απορρίπτονται νομοθετικές ρυθμίσεις ή σχεδιασμοί της
κυβερνητικής παράταξης, που έρχονται σε αντίθεση με το Δίκαιο ή με τη θέληση
των πολιτών.
Κάθε προσπάθεια εκφοβισμού των ατόμων
που δεν ασπάζονται τις απόψεις της πλειοψηφίας ή που δεν υποκύπτουν στην
προπαγάνδα και τα τεχνάσματα λαϊκισμού της κυρίαρχης πολιτικής παράταξης,
έρχεται εμφανώς σε αντίθεση με την έννοια του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Έμφαση
στην αξία της προσωπικής άποψης:
Τα άτομα θα πρέπει να αποκτούν από νωρίς, μέσω της ορθής διαπαιδαγώγησης, την
αυτοπεποίθηση εκείνη που θα τους επιτρέπει να προφυλάσσουν το δικαίωμά τους στη
διαμόρφωσης της προσωπικής τους άποψης, καθώς και την επίγνωση της καίριας
σημασίας που έχει το να οδηγείται κανείς μέσα από προσωπικό προβληματισμό και
αναζήτηση στη διαμόρφωση άποψης για τα τρέχοντα ζητήματα. Κατ’ αυτό τον τρόπο
δεν θα νιώθουν την ανάγκη να συμμορφώνονται με τις απόψεις της πλειοψηφίας,
μόνο και μόνο για να γίνουν αρεστοί και αποδεκτοί, ούτε θα αμφιβάλλουν για την
ορθότητα των συλλογισμών τους, παρασυρμένοι από τη λανθασμένη εντύπωση πως οι «πολλοί»
έχουν πάντα δίκιο. Είναι, άλλωστε, σύνηθες οι «πολλοί» να έχουν απλώς ενδώσει
στα θέλγητρα του λαϊκισμού ή να έχουν οδηγηθεί προς την πλευρά της πλειοψηφίας,
επειδή ακριβώς δεν έχουν δική τους άποψη ή επειδή αναζητούν την με κάθε τρόπο
αποδοχή από τους άλλους.
Τα
οφέλη της ορθώς διαμορφωμένης κοινής γνώμης:
Σθεναρή
αντίσταση στη δημαγωγία και την προπαγάνδα: Η πολιτεία της οποίας τα μέλη σχηματίζουν τις απόψεις τους
με βάση την αντικειμενική αλήθεια και πραγματικότητα, διαφυλάσσεται από την
ασύδοτη δράση των δημαγωγών και δεν παρασύρεται σε λανθασμένες αποφάσεις από
προπαγανδιστικές τακτικές. Η ορθώς διαμορφωμένη κοινή γνώμη δεν ενδίδει στον
λαϊκισμό και επιβραβεύει μόνο τις πολιτικές εκείνες παρατάξεις που διεκδικούν
την ψήφο των πολιτών παρουσιάζοντας την αλήθεια και προτείνοντας ρεαλιστικές -έστω
κι αν δεν είναι πάντα ευχάριστες- λύσεις στα επιμέρους προβλήματα.
Προφύλαξη
των δημοκρατικών αρχών: Η
κοινή γνώμη που βασίζεται στην αντικειμενική αλήθεια δεν παρασύρεται από
μεθόδους αποπροσανατολισμού και διατηρεί σταθερά την προσοχή της στα ουσιώδη
ζητήματα, μη επιτρέποντας στους πολιτικούς την καταφυγή σε δόλιες πρακτικές, στην
κατάχρηση εξουσίας και στην παραβίαση των νόμων. Οι πολιτικοί αδυνατούν,
επιπλέον, να «ξεγελάσουν» τους πολίτες με ανούσιες υποσχέσεις και κενά λόγια,
κι αναγκάζονται είτε να καταστούν αποτελεσματικοί είτε να αποχωρήσουν.
Περιφρούρηση
ηθικών αξιών και θεμελιωδών δικαιωμάτων:
Η ορθώς διαμορφωμένη κοινή γνώμη εκφράζει τις αξίες εκείνες που θεωρούνται
καίριες για την αρμονική λειτουργία της πολιτείας και αντιδρά δυναμικά σε κάθε
προσπάθεια παρέκκλισης από αυτές. Φαινόμενα αναξιοκρατίας, ευνοιοκρατίας και
ρουσφετολογικών τοποθετήσεων καταδικάζονται, καθώς έρχονται σε αντίθεση με το
κοινό αίσθημα περί δικαίου. Αντιστοίχως, απόπειρες των πολιτικών να περιορίσουν
τα δικαιώματα των πολιτών σε θεμελιώδεις τομείς, όπως είναι η εργασία ή η
ελευθερία λόγου, αποτυγχάνουν, εφόσον οι πολίτες αντιδρούν αποφασιστικά για την
προάσπιση των δικαιωμάτων τους.
Ενίσχυση
της κοινωνικής συνοχής: Η
κοινή γνώμη που είναι προσανατολισμένη προς το συλλογικό συμφέρον, και δεν έχει
διασπαστεί με γνώμονα τα επιμέρους συμφέροντα μικρότερων ομάδων, επιτρέπει την
αρμονικότερη λειτουργία του κοινωνικού συνόλου, καθώς επιζητά πάντοτε τις
βέλτιστες επιλογές για το σύνολο των ατόμων και καθιστά έτσι αποτελεσματικότερες
τις επιμέρους διεκδικήσεις. Πρόκειται για μια «ενεργή» κοινή γνώμη, που αντιδρά
σε κάθε φαινόμενο αδικίας και υπερασπίζεται με σθένος τα δικαιώματα των πιο
αδύναμων μελών της∙ για μια κοινή γνώμη που δεν μένει αδρανής απέναντι στις
διάφορες παθογένειας του πολιτικού κόσμου, με άμεση συνέπεια να εξωθεί τους
ιθύνοντες και τους κυβερνώντες στο να αντιμετωπίζουν γρήγορα και με
αποτελεσματικότητα τα κάθε είδους κοινωνικά ζητήματα.
Οι
αρνητικές συνέπειες μιας λανθασμένα διαμορφωμένης κοινής γνώμης:
Κοινωνική
διάσπαση: Όταν οι πολίτες
χωρίζονται σε επιμέρους ομάδες με βάση τα προσωπικά τους και μόνο συμφέροντα,
χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το συλλογικά επωφελές, εξασθενεί δραστικά η ικανότητά
τους να αντιδρούν στην ασυδοσία των πολιτικών και τους επιτρέπουν έτσι να
λαμβάνουν ευκολότερα κάθε πιθανό αντιλαϊκό μέτρο. Αντιστοίχως, βέβαια,
παρατηρείται η ενίσχυση του φαινομένου της αντίδρασης σε μέτρα και πολιτικές
που μακροπρόθεσμα θα ωφελήσουν την κοινωνία, έστω κι αν σε πρώτο επίπεδο θίγουν
τα συμφέροντα μιας συγκεκριμένης ομάδας. Οι πολίτες δεν κατορθώνουν να αντιληφθούν
και να αποδεχτούν έγκαιρα ποια είναι εκείνα τα μέτρα που θα τους ωφελήσουν και
ποια είναι εκείνα που αποσκοπούν στη δημιουργία εντυπώσεων ή στην εξυπηρέτηση
συγκεκριμένων ομάδων.
Μια τέτοιου είδους διάσπαση προκύπτει
όταν μέρος της κοινής γνώμης παρασύρεται από τη δημαγωγία και τον λαϊκισμό και
παύει να αξιολογεί ορθά τις ακολουθούμενες πολιτικές.
Κυριαρχία
δημαγωγών και προπαγάνδας: Η
κοινή γνώμη που δεν βασίζεται στη συστηματική αναζήτηση της αλήθειας,
καθίσταται ευάλωτη στην επιδίωξη της εύκολης λύσης, όπως αυτή παρουσιάζεται από
λαϊκιστές πολιτικούς, ή σε μονόπλευρες απόψεις, όπως αυτές προωθούνται μέσω της
προπαγάνδας. Έτσι, συχνά η εξουσία περνά στα χέρια ανεύθυνων δημαγωγών που
οδηγούν την κοινωνική και οικονομική κατάσταση σε περαιτέρω επιδείνωση.
Μαζοποίηση
και χειραγώγηση των πολιτών:
Στο πλαίσιο μιας πολιτείας, όπου η κοινή γνώμη δεν διαμορφώνεται ορθά, οι
πολίτες τρέπονται σε μια εύκολα χειραγωγούμενη μάζα, εφόσον εμπιστεύονται
άκριτα όποιον τους παρουσιάσει την πιο «ελκυστική» εκδοχή της πραγματικότητας.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, κάθε επιτήδειος πολιτικός, που ενδεχομένως εξυπηρετεί
τα συμφέροντα μιας συγκεκριμένης ομάδας ή ιδεολογίας, μπορεί να κερδίσει την
εύνοια των πολιτών, αξιοποιώντας τις τεχνικές της προπαγάνδας, και να εξωθήσει
τους πολίτες σε επιλογές που εμφανώς αντιτίθενται στο συλλογικό συμφέρον.
Υπονόμευση
των δημοκρατικών θεσμών:
Όταν οι πολίτες έχουν κομματική -και όχι πολιτική- συνείδηση, τείνουν να
υιοθετούν τις απόψεις και τις θέσεις του κόμματός τους, χωρίς να ελέγχουν
διεξοδικά την ορθότητα αυτών των απόψεων. Φτάνουν, μάλιστα, στο σημείο να
φανατίζονται με την υπεράσπιση του κόμματός τους μη θέλοντας ή και μη
επιτρέποντας τον αντίλογο, προκαλώντας έτσι μια καίρια δυσλειτουργία στο δημοκρατικό
πολίτευμα, το οποίο βασίζεται ακριβώς στην ελεύθερη έκφραση όλων των απόψεων
και στην αναζήτηση της αλήθειας μέσα από τη δημοκρατική αντιπαράθεση, χωρίς τις
παρωπίδες των κομματικών ιδεοληψιών.