Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης «Όνειρο στο κύμα»
Βρίσκετε κάποια νοηματική σχέση ανάμεσα στην ψυχική διάθεση του ήρωα του διηγήματος Όνειρο στο κύμα και στη φράση - κατακλείδα του διηγήματος Έρως-ήρως: «Κατέστειλε το πάθος, επραΰνθη, κατενύγη, έκλαυσε κι εφάνη ήρως εις τον έρωτά του - έρωτα χριστιανικόν, αγνόν, ανοχής και φιλανθρωπίας»; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.
Ο Γιωργής στο Έρως – ήρως, μαθαίνει ότι η κοπέλα που αγαπά από μικρό παιδί, η Αρχόντω, παντρεύεται κάποιον μεγαλύτερό της και μάλιστα ζητούν από τον ίδιο να μεταφέρει με τη βάρκα του το νιόπαντρο ζευγάρι και τη μητέρα της νύφης στη Σηπιάδα, απέναντι από τη Σκιάθο, μιας κι εκεί βρίσκεται η περιουσία του γαμπρού. Ο Γιωργής μέσα στην απελπισία του σκέφτεται να βουλιάξει τη βάρκα και να σώσει μόνο τη νύφη, γιατί του είναι αδύνατο να βλέπει την αγαπημένη του να φεύγει μ’ έναν άντρα μεγάλης ηλικίας, που θα μπορούσε να είναι και πατέρας της. Τελικά, καταπνίγει τη φονική αυτή επιθυμία, ηρεμεί και φανερώνεται ήρωας στον έρωτά του, αφού αποδέχεται το γεγονός ότι έχει χάσει για πάντα την αγαπημένη του, διατηρώντας στη σκέψη του μόνο το ερωτικό συναίσθημα, αγνό και πλατωνικό. Ο ήρωας στο Όνειρο στο κύμα απομακρύνεται σταδιακά από τη Μοσχούλα αλλά διατηρεί ακέραιη την ανάμνηση από το όνειρο που έζησε όταν έσωσε τη ζωή της αγαπημένης του, έστω κι αν ο έρωτας αυτός δε γνώρισε ποτέ την ολοκλήρωση. Επομένως, τόσο ο Γιωργής όσο και ο νεαρός βοσκός αναγκάζονται να αποδεχτούν την απώλεια της πραγματικής αγάπης και συμβιβάζονται με μια ζωή που στερείται ουσιαστικής ευχαρίστησης, διατηρώντας μόνο την ανάμνηση του έρωτα.
Βρίσκετε κάποια νοηματική σχέση ανάμεσα στην ψυχική διάθεση του ήρωα του διηγήματος Όνειρο στο κύμα και στη φράση - κατακλείδα του διηγήματος Έρως-ήρως: «Κατέστειλε το πάθος, επραΰνθη, κατενύγη, έκλαυσε κι εφάνη ήρως εις τον έρωτά του - έρωτα χριστιανικόν, αγνόν, ανοχής και φιλανθρωπίας»; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.
Ο Γιωργής στο Έρως – ήρως, μαθαίνει ότι η κοπέλα που αγαπά από μικρό παιδί, η Αρχόντω, παντρεύεται κάποιον μεγαλύτερό της και μάλιστα ζητούν από τον ίδιο να μεταφέρει με τη βάρκα του το νιόπαντρο ζευγάρι και τη μητέρα της νύφης στη Σηπιάδα, απέναντι από τη Σκιάθο, μιας κι εκεί βρίσκεται η περιουσία του γαμπρού. Ο Γιωργής μέσα στην απελπισία του σκέφτεται να βουλιάξει τη βάρκα και να σώσει μόνο τη νύφη, γιατί του είναι αδύνατο να βλέπει την αγαπημένη του να φεύγει μ’ έναν άντρα μεγάλης ηλικίας, που θα μπορούσε να είναι και πατέρας της. Τελικά, καταπνίγει τη φονική αυτή επιθυμία, ηρεμεί και φανερώνεται ήρωας στον έρωτά του, αφού αποδέχεται το γεγονός ότι έχει χάσει για πάντα την αγαπημένη του, διατηρώντας στη σκέψη του μόνο το ερωτικό συναίσθημα, αγνό και πλατωνικό. Ο ήρωας στο Όνειρο στο κύμα απομακρύνεται σταδιακά από τη Μοσχούλα αλλά διατηρεί ακέραιη την ανάμνηση από το όνειρο που έζησε όταν έσωσε τη ζωή της αγαπημένης του, έστω κι αν ο έρωτας αυτός δε γνώρισε ποτέ την ολοκλήρωση. Επομένως, τόσο ο Γιωργής όσο και ο νεαρός βοσκός αναγκάζονται να αποδεχτούν την απώλεια της πραγματικής αγάπης και συμβιβάζονται με μια ζωή που στερείται ουσιαστικής ευχαρίστησης, διατηρώντας μόνο την ανάμνηση του έρωτα.