Arthur Braginsky
Η γυναικεία μορφή αποτελεί σημαντικό θέμα των ποιητικών συνθέσεων του Σολωμού. Να αναζητήσετε ποιήματα στα οποία προβάλλεται ιδιαιτέρως η γυναικεία παρουσία και να την σχολιάσετε.
Η Ξανθούλα
Την είδα την Ξανθούλα, Σ’ ολίγο, σ’ ολιγάκι
Την είδα ψες αργά, Δεν ήξερα να πω
Που εμπήκε στη βαρκούλα Αν έβλεπα πανάκι
Να πάη στην ξενιτιά. Ή του πελάγου αφρό∙
Εφούσκωνε τ’ αέρι Και αφού πανί, μαντήλι
Λευκότατα πανιά, Εχάθη στο νερό,
Ωσάν το περιστέρι Εδάκρυσαν οι φίλοι,
Που απλώνει τα φτερά. Εδάκρυσα κι εγώ.
Εστέκονταν οι φίλοι Δεν κλαίγω τη βαρκούλα,
Με λύπη, με χαρά, Δεν κλαίγω τα πανιά,
Και αυτή με το μαντήλι Μον’ κλαίγω την Ξανθούλα,
Τους αποχαιρετά. Που πάει στην ξενιτιά.
Και το χαιρετισμό της Δεν κλαίω τη βαρκούλα
Εστάθηκα να ιδώ, Με τα λευκά πανιά,
Ως που η πολλή μακρότης Μον’ κλαίγω την Ξανθούλα
Μου το ‘κρυψε κι αυτό. Με τα ξανθά μαλλιά.
Η Ξανθούλα, ένα από τα απλά στη σύλληψη ποιήματα του Σολωμού, κερδίζει το ενδιαφέρον του αναγνώστη τόσο με τη λιτότητα και αμεσότητα της έκφρασης, όσο και με την κεντρική του ηρωίδα, η αποχώρηση της οποίας προξενεί πόνο στους φίλους της αλλά και στο ποιητικό υποκείμενο. Ο ποιητής παρατηρεί τον ξενιτεμό της κοπέλας, για την οποία γνωρίζουμε μόνο πως έχει ξανθά μαλλιά, και συγκινείται, κατορθώνοντας μάλιστα να μας μεταδώσει ένα αίσθημα απώλειας παρά το γεγονός ότι δεν μας αποκαλύπτει τίποτε περισσότερο για την ταυτότητα της.
Η Ξανθούλα -το υποκοριστικό μας παραπέμπει σε νεανική ηλικία- λειτουργεί ως σύμβολο της γυναικείας παρουσίας που με τη χάρη και την ομορφιά της κοσμεί τη ζωή των ανθρώπων γύρω της και τους χαρίζει ένα αίσθημα ευδαιμονίας. Στοιχείο που δικαιολογεί τη στενοχώρια των φίλων και του ποιητή για τον ξενιτεμό της.
Η γυναίκα αποτελεί για τον Σολωμό μια αξία απολύτως σημαντική και ο θαυμασμός του για τη δύναμη και τη γοητεία της θηλυκής ύπαρξης είναι δεδομένος.
Η Αγνώριστη
Ποια είναι τούτη Κόκκινα κι όμορφα Ποια είναι τούτη
Που κατεβαίνει έχει τα χείλα, Που κατεβαίνει
Ασπροεντυμένη Ωσάν τα φύλλα Ασπροεντυμένη
Οχ το βουνό; Της ροδαριάς, Οχ το βουνό;
Τώρα που τούτη Όταν χαράζη
Η κόρη φαίνεται Και η αυγούλα
Το χόρτο γένεται Λεπτή βροχούλα
Άνθι απαλό∙ Στέρνει δροσιάς.
Κι ευθύς Και των μαλλιώνε της
Τα ωραία του κάλλη Τ’ ωραίο πλήθος
Και το κεφάλι Πάνου στο στήθος
Συχνοκουνεί∙ Λάμπει ξανθό∙
Κι ερωτεμένο Έχουν τα μάτια της
Να μη το αφήση, Όπου γελούνε
Να το πατήση Το χρώμα πούναι
Παρακαλεί. Στον ουρανό.
Η Αγνώριστη, μια ακόμη εξαίσια γυναικεία παρουσία στην ποίηση του Σολωμού, έχει ενδιαφέρουσες παραλληλίες με τη Φεγγαροντυμένη, καθώς ο ποιητής παρουσιάζει τη φύση να υποτάσσεται στη γοητεία της. Βλέπουμε, δηλαδή, το χορταράκι να ανθίζει στο πέρασμά της και να κινεί τα κάλλη του, με έρωτα για την όμορφη κοπέλα, παρακαλώντας τη να το πατήσει και να μην το προσπεράσει. Η επίδραση αυτή που ασκεί η Αγνώριστη στη φύση, μας παραπέμπει στη Φεγγαροντυμένη, η οποία βέβαια έχει ακόμη ισχυρότερη επίδραση στη φύση, εξωθώντας τη σε πλήρη ηρεμία και φέρνοντας με την παρουσία της φως μεσημεριού μέσα στη νύχτα.
Κόκκινα δροσερά χείλη, πλούσια ξανθά μαλλιά και γαλανά μάτια, είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της αγνώριστης που κατεβαίνει από το βουνό και μαγεύει τη φύση και τον ποιητή.
Η Ευρυκόμη
- «Θάλασσα, πότε θέλ’ ιδώ την όμορφη Ευρυκόμη;
Πολύς καιρός επέρασε και δεν την είδα ακόμη.
Πόσες φορές κοιτάζοντας από το βράχο γέρνω
Και τον αφρό της θάλασσας για τα πανιά της παίρνω!
Φέρ’ τηνε, τέλος, φέρ’ τηνε». Αυτά ο Θύρσης λέει,
Και παίρνει από τη θάλασσα και τη φιλεί και κλαίει∙
Και δεν ηξέρει ο δύστυχος οπού φιλεί το κύμα
Εκείνο που της έδωσε και θάνατο και μνήμα.
Ο ερωτευμένος Θύρσης παρακαλά τη θάλασσα να του φέρει πίσω την αγαπημένη του, που λείπει καιρό, χωρίς να γνωρίζει πως η θάλασσα αποτέλεσε την αιτία για το θάνατό της και πως τώρα είναι ο υγρός τάφος της κοπέλας. Όπως ο Κρητικός παλεύει με τα κύματα, χωρίς να γνωρίζει πως η αγαπημένη του έχει ήδη πνιγεί, έτσι κι Θύρσης φιλά το κύμα και το εκλιπαρεί, αγνοώντας πως το κύμα έχει ήδη πάρει τη ζωή της Ευρυκόμης.
Εις Φραγκίσκα Φράιζερ
Μικρός προφήτης έριξε σε Κορασιά τα μάτια
Και στους κρυφούς του λογισμούς χαρά γιομάτους είπε:
«Κι αν για τα πόδια σου, Καλή, κι αν για την κεφαλή σου,
Κρίνους ο λίθος έβγανε, χρυσό στεφάν’ ο ήλιος,
Δώρο δεν έχουνε για Σέ και για το μέσα πλούτος.
Όμορφος κόσμος ηθικός αγγελικά πλασμένος!»
Ένα από τα μικρά αριστουργήματα του Σολωμού, στο οποίο ο θαυμασμός για την όμορφη νέα εκφράζεται τόσο για την εξωτερική της εμφάνιση, όσο και για τον εσωτερικό της κόσμο που χαρακτηρίζεται αγγελικά πλασμένος.
Ακόμη κι αν ο λίθος, που πατάει η κοπέλα, βγάλει κρίνους, για να τιμήσει το πέρασμά της, ακόμη κι αν ο ήλιος δημιουργήσει χρυσό στεφάνι για να στολίσει το όμορφο κεφάλι της, δεν μπορούν να υπάρξουν δώρα ισάξια για τον πλούτο του εσωτερικού της κόσμου. Η κοπέλα συνδυάζει το κάλλος με την ηθικότητα σε απόλυτη αρμονία, καθιστώντας την ύπαρξή της αντάξια των αγγέλων. Με την ίδια εσωτερική ομορφιά που έχουν πλαστεί οι άγγελοι, έχει δημιουργηθεί και ο όμορφος εσωτερικός της κόσμος.
Ο ιδανικός συνδυασμός ομορφιάς και ηθικότητας που χαρακτηρίζει την κοπέλα του ποιήματος εμφανίζεται και στη Φεγγαροντυμένη του Κρητικού, την οποία ο ήρωας αντικρίζοντάς τη βλέπει πάσα ομορφιά και πάσα καλοσύνη.
Πόθος (απόσπασμα)
Άχ! νάσουνα μαζί μου, Ελεύθερο ένα δάκρυ
Αγάπη μου Μερτούλα Με σένα ήθελα χύσω,
Σε τούτη τη βαρκούλα Στο πέλαο ήθελ’ αφήσω
Με τ’ άσπρο το πανί. Με σε ένα στεναγμό,
Άχ! νάσουνα μαζί μου! Και τα κακά του ψεύτη
Με σε να φύγω από ‘δω, Θυμούμενοι του κόσμου,
Που η νιότη μου σα ρόδο Τες δυστυχιές μας, φως μου,
Για σε θα μαραθή. Και κάθε συμφορά,
....
Μονάχα τότε οι δυο μας, Αποσταμένοι ναύτες,
Μες του πελάου τς αγκάλες, Μακριά ν’ αναπαυθούμε,
Χωρίς μαρτύριες άλλες, Στου πελάγου να βρούμε
Πάρεξ τον ουρανό, Την έρμη αγκαλιά.
....
Η παράκληση του ποιητικού υποκειμένου στην καλή του να βρεθούν μόνοι τους σε μια βάρκα, μακριά από την ασχήμια και την κακία του κόσμου, δημιουργεί ένα σκηνικό πλαίσιο, στο οποίο ο ήρωας θα μπορεί να απολαύσει την πλήρη ομορφιά και αγαθότητα που πρεσβεύει η καλή του, χωρίς τη βέβηλη παρουσία των άλλων ανθρώπων. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει, βέβαια, το γεγονός ότι η παράκληση του ποιητικού υποκειμένου απευθύνεται σε μια κοπέλα που προφανώς δεν ανταποκρίνεται στα αισθήματά του: «Που η νιότη μου σα ρόδο / για σε θα μαραθή».
Οι θεματικές της θάλασσας, της βάρκας, της αποχώρησης, όπως και της ιδιαίτερης ομορφιάς και ηθικότητας της γυναίκας, βρίσκονται και σ’ αυτό το ποίημα που παραμένει όμως αποσπασματικό.