Scott Norris
Κωνσταντίνος Καβάφης «Τα Παράθυρα»
Σ’ αυτές τες σκοτεινές κάμαρες, που
περνώ
μέρες βαρυές, επάνω κάτω τριγυρνώ
για νά ‘βρω τα παράθυρα.— Όταν
ανοίξει
ένα παράθυρο θά ‘ναι παρηγορία.—
Μα τα παράθυρα δεν βρίσκονται, ή δεν
μπορώ
να τά ‘βρω. Και καλλίτερα ίσως να μην
τα βρω.
Ίσως το φως θά ‘ναι μια νέα τυραννία.
Ποιος ξέρει τι καινούρια πράγματα θα
δείξει.
Ένα από τα κορυφαία ποιήματα του Καβάφη
σχετικά με τον εγκλωβισμό που χαρακτηρίζει τη ζωή πολλών ανθρώπων και φυσικά τη
δική του. Μια ζωή μοναξιάς και θλίψης, με την αίσθηση του ανικανοποίητου να
ταλανίζει τον ποιητή, που αναζητά με επιμονή τους λόγους που τον οδήγησαν σε
αυτό το σημείο.
Τα παράθυρα συμβολίζουν τις
αναζητούμενες από τον ποιητή αιτίες για την κατάσταση που έχει περιέλθει η ζωή
του. Τα παράθυρα είναι συνδυασμένα με την έννοια του φωτός κι αυτό που επιθυμεί
ο ποιητής είναι να φωτίσει τα σκοτεινά σημεία της ζωής του, για να μπορέσει να
κατανοήσει πώς έφτασε στο σημείο να βιώνει στη ζωή του πλείστους περιορισμούς
και καταπιέσεις. Πώς γίνεται να έχασε στην πορεία των χρόνων τον έλεγχο της
ζωής του και κατέληξε να περνά τις μέρες του στο σκοτάδι -στην άγνοια- και στη
μοναξιά. Η αναζήτηση αυτή του ποιητή εκφράζει τις ανησυχίες πολλών ανθρώπων που
σταδιακά βρέθηκαν μακριά από τους αρχικούς του στόχους και από την επιδιωκόμενη
ευτυχία. Ένα πλέγμα συνηθειών και υποχρεώσεων, η προσπάθεια του ανθρώπου να ζήσει
όπως οι άλλοι απαιτούν από αυτόν και μια κοινωνία που εγκλωβίζει τα μέλη της σε
μια προδιαγεγραμμένη πορεία, συχνά αλλοτριώνουν τον άνθρωπο και τον
απομακρύνουν από καθετί που εκείνος επιθυμεί για τη ζωή του.
Όπως στο ποίημα «Τείχη» ο Καβάφης θίγει
το ζήτημα των περιορισμών που έχουν τεθεί στη ζωή του και δηλώνει πως ποτέ δεν
κατάλαβε πότε και ποιοι τον εγκλώβισαν, έτσι και σ’ αυτό το ποίημα, ο Καβάφης
εμφανίζεται να αγνοεί τους λόγους για τους οποίους η ζωή του έφτασε να είναι
τόσο περιορισμένη και καταθλιπτική.
Μα τα παράθυρα δεν βρίσκονται, ή δεν
μπορώ
να τά ‘βρω. Και καλλίτερα ίσως να μην
τα βρω.
Ίσως το φως θά ‘ναι μια νέα τυραννία.
Ποιος ξέρει τι καινούρια πράγματα θα
δείξει.
Ο ποιητής παρά την προσπάθειά του να
βρει τα παράθυρα δεν το κατορθώνει σαν να μην υπάρχουν καν ή σαν να είναι στον
ίδιο αδύνατο να τα εντοπίσει. Η αλήθεια είναι, άλλωστε, πως για να μπορέσει
κάποιος να αναγνωρίσει τους λόγους για τους οποίους δεν έχει τη ζωή που θα
ήθελε, θα πρέπει να αναζητήσει τις ευθύνες όχι μόνο στους άλλους και στην
κοινωνία, αλλά και στον ίδιο του τον εαυτό, κάτι που δεν είναι πάντοτε εύκολο.
Γι’ αυτό και ο ποιητής σκέφτεται πως ίσως να είναι καλύτερα που δεν μπορεί να
βρει τα παράθυρα -τις αιτίες- γιατί ίσως τότε θα έρθει αντιμέτωπος με πράγματα
που θα προτιμούσε να μην γνωρίζει ή να μην έχει συνειδητοποιήσει. Ίσως,
σχολιάζει ο ποιητής, το να βρει τα παράθυρα, να είναι τελικά μια νέα κατάσταση
πόνου, ίσως η αλήθεια που τόσο επιθυμεί, να αποτελέσει αφορμή για μια καίρια
αναμέτρηση με τον εαυτό του κι αυτό μπορεί αντί να τον λυτρώσει, να του
επιφέρει μεγαλύτερη αναστάτωση.
Οι βαριές μέρες που περνά ο ποιητής
είναι αποτέλεσμα, όχι μόνο των περιορισμών που του θέτει η κοινωνία, αλλά και
των περιορισμών που θέτει ο ίδιος στον εαυτό του. Η ευθύνη για τη θλίψη του
ποιητή -και κάθε ανθρώπου- βαρύνει, όχι μόνο τους άλλους, αλλά και τον ίδιο. Κι
αυτό είναι μια αλήθεια που δεν είμαστε πάντοτε έτοιμοι να διαχειριστούμε, γι’
αυτό και ο ποιητής δηλώνει πως ίσως είναι καλύτερα να μη βρει τα παράθυρα.
Ο ίδιος ο Καβάφης γράφει για τα
Παράθυρα, τα εξής: «Αι δυσκολίαι της ζωής. Τα καημένα συμβεβηκότα κ’ αι
συνήθεια σχηματίζουν ένα σκότος ηθικόν (τες σκοτεινές κάμαρες), το οποίον
προσπαθούμε να φωτίσουμε αναζητούντες αίτια και αρχάς (τα παράθυρα). Κι
αποτυγχάνομεν, διότι τα αίτια μένουν κρυμμένα ένεκα της παρελεύσεως πολλού
χρόνου και της μεσολαβήσεως πολλών περιστάσεων, αι δε αρχαί, εφαρμοζόμεναι εις
τα παρόντα πράγματα, εις τα παρελθόντα, κ’ εις τας υποσχέσεις τα οποίας τα
παρόντα δημιουργούν δια το μέλλον, φαίνονται πότε αντιφατικαί και πότε
ακατάλληλοι. Κάποτε δε δύναταί τις να υποθέση ότι είναι καλύτερο ότι η έρευνα,
κυρίως η περί τα αίτια, μένει ανεπιτυχής, διότι επιτυγχάνουσα ήθελεν ίσως
δείξει πλείστα σφάλματα και πλείστην, αναγκαστικήν, αλλ’ ανυπόφορον εν τω μεγάλω
φωτί, ασχημίαν και απρέπειαν».