Σημειώσεις του Κωνσταντίνου Μάντη
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κωστής Παλαμάς «Ο Ολυμπιακός ύμνος». Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κωστής Παλαμάς «Ο Ολυμπιακός ύμνος». Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κωστής Παλαμάς «Ο Ολυμπιακός ύμνος»

Κωνσταντίνος Μάντης | Best Blogger Tips


Κωστής Παλαμάς «Ο Ολυμπιακός ύμνος»

Οι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες αναβίωσαν για πρώτη φορά το 1896 στην Αθήνα. Με αφορμή την τέλεσή τους ανατέθηκε, ένα χρόνο πριν, στον Κωστή Παλαμά να γράψει τον ύμνο των Ολυμπιακών Αγώνων, ο οποίος μελοποιήθηκε από τον Κερκυραίο συνθέτη Σπυρίδωνα Σαμάρα. Από την Ολυμπιάδα του Τόκιο, το 1952, καθιερώθηκε ως ο επίσημος ύμνος των Αγώνων και ακούγεται στην ελληνική γλώσσα σε κάθε Ολυμπιάδα.

Στο Σαμάρα, που φτερά του έβαλε

Αρχαίο Πνεύμ’ αθάνατον, αγνέ πατέρα
του ωραίου, του μεγάλου και τ’ αληθινού,
κατέβα, φανερώσου κι άστραψ’ εδώ πέρα
στη δόξα της δικής σου γης και τ’ ουρανού.


Στο δρόμο και στο πάλεμα και στο λιθάρι,
στων ευγενών Αγώνων λάμψε την ορμή,
και με τ’ αμάραντο στεφάνωσε κλωνάρι
και σιδερένιο πλάσε κι άξιο το κορμί.

Κάμποι, βουνά και πέλαγα φέγγουν μαζί σου
σαν ένας λευκοπόρφυρος μέγας ναός,
και τρέχει στο ναό εδώ προσκυνητής σου,
Αρχαίο Πνεύμ’ αθάνατο, κάθε λαός.

Κ. Παλαμάς, Άπαντα, τόμ. 3, Μπίρης

Το ποίημα ξεκινά με μια επίκληση του ποιητή στο προσωποποιημένο «Αρχαίο Πνεύμα» των Ολυμπιακών Αγώνων, απ’ το οποίο ζητά να εμφανιστεί εκ νέου στη δική του γη, την Ελλάδα, με όλη του τη λαμπρότητα.

Αρχαίο Πνεύμ’ αθάνατον, αγνέ πατέρα
του ωραίου, του μεγάλου και τ’ αληθινού,
κατέβα, φανερώσου κι άστραψ’ εδώ πέρα
στη δόξα της δικής σου γης και τ’ ουρανού.

Το «Πνεύμα» των Ολυμπιακών Αγώνων χαρακτηρίζεται αθάνατο, εφόσον ο αθλητικός αυτός θεσμός έχοντας κατορθώσει να διατηρηθεί για πάνω από χίλια χρόνια (776 π.Χ. – 393 μ.Χ.) από την αρχαιότητα ως την περίοδο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αναβιώνει εκ νέου το 1896, αποδεικνύοντας πως οι αξίες που εκπροσωπεί τον καθιστούν διαχρονικό. Πρόκειται, άλλωστε, για μια αθλητική γιορτή που τιμά και επιβραβεύει τις πλέον σημαντικές αρετές στο χώρο του αθλητισμού. Αρετές τις οποίες ο ποιητής αποδίδει ως γνωρίσματα του Αρχαίου Πνεύματος.
Ειδικότερα, αποκαλώντας το «Πνεύμα» των αγώνων «αγνό» ο Παλαμάς επισημαίνει την αγαθή διάθεση που χαρακτήριζε τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο ξεκίνημά τους, αφού η τέλεσή τους δεν εξυπηρετούσε καμία σκοπιμότητα και δεν αποσκοπούσε σε κανένα κέρδος. Ήταν μια αγνή γιορτή του αθλητισμού προς τιμή του Δία, που έδινε την ευκαιρία στους ανθρώπους της περιοχής -αρχικά της Ηλίας, κατόπιν όλης της Πελοποννήσου- να παρουσιάσουν τις αθλητικές τους δεξιότητες και να απολαύσουν τη χαρά της άθλησης. Σταδιακά, καθώς αποκτούσαν ολοένα και μεγαλύτερη αναγνώριση, διευρύνθηκαν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να αποτελούν ένα κάλεσμα προς τους πολίτες όλων των ελληνικών πόλεων να συναγωνιστούν, με την παράλληλη διακοπή κάθε εχθροπραξίας στον ελληνικό χώρο. Ταυτίστηκαν, έτσι, αφενός με την έννοια της αθλητικής υπεροχής κι αφετέρου με την ειρήνη, χάρη στην Ολυμπιακή εκεχειρία.
Το «Αρχαίο Πνεύμα» είναι, κατά τον ποιητή, ο αγνός πατέρας του ωραίου, υπό την έννοια πως στο πλαίσιο των Αγώνων αναδεικνύεται η ωραιότητα του ανθρώπινου σώματος στην καλύτερη στιγμή του, αφού έχει σμιλευτεί από τη συνεχή εξάσκηση. Με την ομορφιά να αναγνωρίζεται, βέβαια, ακόμη και στην ίδια την ειρηνική αυτή συνύπαρξη όλων των αθλητών, που παραμερίζουν τις όποιες διαφορές των «κρατών» τους, προκειμένου να τιμήσουν το πνεύμα της ευγενούς άμιλλας.
Το «Αρχαίο Πνεύμα» είναι, επίσης, ο αγνός πατέρας του μεγάλου, καθώς οι Αγώνες αυτοί αποτελούσαν -και αποτελούν- κάτι το πραγματικά μεγαλειώδες, μιας και κατόρθωναν να προσελκύσουν αθλητές από όλα τα μέρη του ελληνισμού και προσέδιδαν διαχρονική και αναλλοίωτη τιμή στους νικητές των επιμέρους αγωνισμάτων. Ήταν αναμφίβολα μια «μεγάλη» γιορτή του αθλητισμού, αφού είχε επιβληθεί ως ένας απόλυτα σεβαστός θεσμός σε ολόκληρο τον ελληνικό χώρο και αποτελούσε κάθε φορά την αφορμή για τη διακοπή κάθε πολεμικής δραστηριότητας.
Τέλος, το «Αρχαίο Πνεύμα» είναι ο αγνός πατέρας του αληθινού, αφού οι αθλητές αγωνίζονταν πάντοτε κατά τρόπο έντιμο, χωρίς να επιχειρούν να διασφαλίσουν τη νίκη με δόλια ή αθέμιτα μέσα. Κυριαρχούσε στους Αγώνες μια υγιής διάθεση συναγωνισμού, που δεν έφτανε ποτέ στο επίπεδο του φανατισμού ή του ακραίου ανταγωνισμού. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες ήταν αφιερωμένοι στην αγνή και αληθινή αγάπη για τον αθλητισμό και στην κοινή πίστη στον Δία. Δεν υπήρχε σ’ αυτούς θέση για πολιτικές, οικονομικές ή άλλες σκοπιμότητες.
Στο αρχαίο αυτό Πνεύμα, λοιπόν, απευθύνεται ο ποιητής, αιώνες μετά την τελευταία του εμφάνιση, και του ζητά να κατέβει, να φανερωθεί και να αστράψει στη γη που το γέννησε. Το αρχαίο Πνεύμα, που ο ποιητής το φαντάζεται να έχει αποσυρθεί στον επουράνιο χώρο ή στο χώρο των Ολύμπιων θεών, καλείται να κάνει και πάλι την εμφάνισή του στον δοξασμένο ελληνικό χώρο και να λάμψει εκ νέου, επαναφέροντας στην ελληνική γη και στον ελληνικό ουρανό την τιμή που απορρέει από αυτό.
Η επανεμφάνιση του αρχαίου Πνεύματος των Ολυμπιακών Αγώνων κάτω από τον ελληνικό ουρανό θα αποτελέσει ένα γεγονός εκπληκτικής σημασίας, αφού θα σηματοδοτήσει την επανέναρξη του ένδοξου γεγονότος των Αγώνων και θα προσφέρει μια επιπρόσθετη πηγή υπερηφάνειας και τιμής για τη χώρα των Ελλήνων. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες θα ξεκινήσουν εκ νέου στη γη ακριβώς που τους εμπνεύστηκε και τους γέννησε.

«Στο δρόμο και στο πάλεμα και στο λιθάρι,
στων ευγενών Αγώνων λάμψε την ορμή,
και με τ’ αμάραντο στεφάνωσε κλωνάρι
και σιδερένιο πλάσε κι άξιο το κορμί.»

Ο ποιητής καλεί το αρχαίο «Πνεύμα» να τιμήσει με τη λάμψη του την ορμή των νεαρών αθλητών που αγωνίζονται στο «δρόμο», στο «πάλεμα» και στο «λιθάρι». Πρόκειται για την ενδεικτική αναφορά τριών γνωστών αθλημάτων τους αγώνες ταχύτητας, την πάλη και τη ρίψη δίσκου (πέτρας), που αποτελούσαν μέρος μόνο των αγωνισμάτων που υπήρχαν στο πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων. Εύλογα ο ποιητής δεν έχει τη δυνατότητα να αναφερθεί σε όλα τα αθλήματα, φροντίζει, ωστόσο, να τονίσει το πιο ουσιώδες γνώρισμά τους, αυτό της ευγενούς άμιλλας που διέκρινε το σύνολο των αγωνισμάτων. Κάθε αθλητής των Αγώνων επιθυμεί κι επιδιώκει τη νίκη, ποτέ όμως η επιθυμία αυτή δεν τους οδηγεί στην εμπάθεια ή στη χρήση αθέμιτων μέσων. Συναγωνίζονται με αμοιβαίο σεβασμό και με σαφή διάθεση να αναγνωρίσουν και να τιμήσουν τον νικητή, ακόμη κι αν αυτός προέρχεται από κάποια «εχθρική» πόλη. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες, άλλωστε, κυριαρχεί πρωτίστως η κοινή αγάπη για την άθληση κι ο πλήρης σεβασμός απέναντι στην έννοια της αξιοκρατίας.
Το αρχαίο «Πνεύμα» καλείται να στεφανώσει τους νικητές με το «αμάραντο» κλωνάρι -μ’ ένα στεφάνι από κλαδί αγριελιάς που βρισκόταν κοντά στο ναό του Δία-, φανερώνοντας κατ’ αυτό τον τρόπο πως μόνο κίνητρο των αθλητών είναι η αγάπη τους για τον αθλητισμό και για την έντιμη διάκριση, κι όχι η επιθυμία του οικονομικού κέρδους. Ο ποιητής, μάλιστα, χαρακτηρίζει πολύ εύστοχα το κλωνάρι «αμάραντο», καθώς η τιμή που συνοδεύει τους Ολυμπιονίκες είναι αιώνια. Κάθε ελληνική πόλη φρόντιζε να τιμά ιδιαιτέρως τους Ολυμπιονίκες της κι η φήμη τους ξεπερνούσε τα όρια της δικής τους πατρίδας, αφού το όνομά τους γινόταν γνωστό σε όλο τον ελληνικό κόσμο.
Επιπροσθέτως, το αρχαίο «Πνεύμα» καλείται να πλάσει σιδερένιο και άξιο το κορμί των αθλητών, αναδεικνύοντας έτσι τα οφέλη της ενασχόλησης με τον αθλητισμό. Οι συμμετέχοντες στους Ολυμπιακούς Αγώνες μέσα από τις συνεχείς προπονήσεις αποκτούσαν καλλίγραμμα σώματα που προκαλούσαν το θαυμασμό και, συνάμα, ενίσχυαν τόσο τη μυϊκή τους δύναμη όσο και τις σωματικές τους δεξιότητες. Σε αθλήματα, μάλιστα, όπως ήταν η Πάλη, η νίκη δεν ήταν αποτέλεσμα μόνο ή κυρίως της σωματικής δύναμης, αλλά και της τεχνικής επιδεξιότητας του αθλητή. Ένας ευκίνητος αθλητής μπορούσε να υπερισχύσει, έστω κι αν υστερούσε σε μυϊκή δύναμη.

«Κάμποι, βουνά και πέλαγα φέγγουν μαζί σου
σαν ένας λευκοπόρφυρος μέγας ναός,
και τρέχει στο ναό εδώ προσκυνητής σου,
Αρχαίο Πνεύμ’ αθάνατο, κάθε λαός.»

Ο ποιητής απευθύνεται στο προσωποποιημένο αρχαίο Πνεύμα -στοιχείο θεατρικότητας- και αξιοποιώντας μια παρομοίωση παρουσιάζει τον μεγαλειώδη αντίκτυπο της επανεμφάνισής του. Το σύνολο της ελληνικής γης φέγγει μαζί με το Πνεύμα των Ολυμπιακών Αγώνων σαν ένας μεγάλος ναός λευκού και πορφυρού χρώματος. Η Ελλάδα χάρη στις αγνές αρετές της συμφιλίωσης και της ευγενικής άμιλλας που συνοδεύουν τους Αγώνες αποκτά εκ νέου τη δόξα εκείνη που άλλοτε την είχε οδηγήσει στην αποθέωση.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα χρώματα που έχει επιλέξει ο ποιητής για να περιγράψει τον ναό στο πλαίσιο της παρομοίωσης. Το λευκό είναι ακριβώς εκείνο το χρώμα που συνδέει κανείς με την αγνότητα, ενώ το πορφυρό -βαθυκόκκινο- είναι ένα χρώμα που συνδέεται με τον δυναμισμό, τη ζωντάνια, αλλά και το μεγαλείο. Κατορθώνει, έτσι, ο ποιητής να υποδηλώσει μέσω των χρωμάτων αυτών τις αρετές και τις αξίες εκείνες που είχε παρουσιάσει στην αρχική στροφή του ποιήματος.
Στον μεγάλο ναό της ελληνικής γης σπεύδουν ως προσκυνητές πλέον όλοι οι λαοί, καθώς στους νέους αυτούς Ολυμπιακούς Αγώνες μπορούν να συμμετάσχουν αθλητές απ’ όλο τον κόσμο, αφού οι Αγώνες παύουν να αποτελούν ένα θεσμό αποκλειστικά για τους Έλληνες. Σπεύδουν, συνάμα, να προσκυνήσουν τον ελληνικό αυτό ναό, όχι μόνο γιατί αποκτούν δικαίωμα συμμετοχής στους Αγώνες, αλλά γιατί πρωτίστως αναγνωρίζουν την εξέχουσα σημασία του αθλητικού αυτού γεγονότος και εκτιμούν βαθύτατα τις αξίες που πρεσβεύει και υπηρετεί.
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες αποτελούν πλέον την ευκαιρία μιας αθλητικής συνάντησης όλων των εθνών, στο πλαίσιο της οποίας η μεταξύ τους αναμέτρηση διακρίνεται από το πνεύμα του ευγενούς συναγωνισμού∙ με αμοιβαίο σεβασμό και αμοιβαία εκτίμηση. Οι αθλητές και μαζί τους οι πολίτες των χωρών τους, έχουν την ευκαιρία να έρθουν σ’ επαφή με αθλητές διαφορετικών θρησκευτικών και πολιτικών πεποιθήσεων, διαφορετικής φυλετικής καταγωγής και διαφορετικού πολιτισμικού υπόβαθρου, για να αγωνιστούν, εντούτοις, διεκδικώντας ακριβώς τις ίδιες διακρίσεις και τιμώντας ακριβώς τον ίδιο αθλητικό θεσμό. Πρόκειται, άρα, για μια εξαίρετη ευκαιρία να γίνει αντιληπτή η κοινή βάση του ανθρώπινου γένους, αφού ανεξάρτητα από το χρώμα του δέρματος ή τη γλώσσα επικοινωνίας, όλοι οι άνθρωποι έχουν παρόμοιες αρετές και αποδίδουν τιμή σε παρόμοιες αξίες.

Στοιχεία στιχουργικής & δομής  
Το ποίημα χωρίζεται σε τρεις τετράστιχες στροφές, στις οποίες αξιοποιείται πλεχτή ομοιοκαταληξία (αβαβ) -ομοιοκαταληκτεί, δηλαδή, ο πρώτος με τον τρίτο κι ο δεύτερος με τον τέταρτο στίχο. Οι στίχοι έχουν 13 συλλαβές και το μέτρο που ακολουθούν είναι το ιαμβικό (εναλλαγή μιας άτονης συλλαβής με μια τονισμένη σε ζεύγη συλλαβών):

Στο δρό / μο και / στο πά / λεμα / και στο / λιθά / ρι.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...