Mario Sanchez Nevado
Μηνάς Δημάκης «Θηρία»
Εικόνες
Στοιβάζονται στα κατατόπια της μνήμης
Αναμνήσεις
Συνωστίζονται αλληλοκυνηγιούνται
Και είναι ανάγκη να τις τιθασέψεις
Να κυριαρχήσεις σ’ αυτές
Και γίνεσαι θηριοδαμαστής
Όταν εκείνες το θέλουν να σε κατασπαράξουν
Όταν ακάθεκτες ορμούν την ψυχή να ξεσκίσουν
Να! η τίγρης η ύαινα το λιοντάρι
Σε κυνηγούν ζωντανό-πεθαμένο
Πληγές που γιατρεύτηκαν ξανανοίγουν
Και τι μάχη
Τι άσκηση να μερώσεις
Να δαμάσεις τόσα θηρία
Να φτιάσεις τόσα κλουβιά
Για τις ώρες της άγριας επίθεσης.
Μηνάς Δημάκης, Πορεία μέσα στη νύχτα,
Ερμής, 1999
Στο αλληγορικής προσέγγισης αυτό ποίημα
οι επώδυνες αναμνήσεις και τα αρνητικά βιώματα του παρελθόντος παρουσιάζονται
ως θηρία που με την πρώτη ευκαιρία επιτίθενται, για να «ξεσκίσουν» την ψυχή του
ατόμου, με τη δύναμη που τους παρέχει το συναισθηματικό τους βάρος. Καθετί που
έχει πληγώσει το άτομο στο παρελθόν είτε ως προσωπικό του βίωμα είτε ως εικόνα
από τη ζωή κάποιου οικείου του, ακόμη και αν λησμονηθεί προσωρινά, δεν
διαγράφεται ποτέ εντελώς, με αποτέλεσμα να επανεμφανίζεται, όταν προκύψει το
ερέθισμα εκείνο που θα κινητοποιήσει τη μνήμη του ατόμου.
«Εικόνες
Στοιβάζονται στα κατατόπια της μνήμης
Αναμνήσεις
Συνωστίζονται αλληλοκυνηγιούνται
Και είναι ανάγκη να τις τιθασέψεις
Να κυριαρχήσεις σ’ αυτές»
Η ελλιπής κατανόηση, διαχείριση και
αποδοχή των βιωμάτων του παρελθόντος έχει ως αποτέλεσμα το «στοίβαγμα» και τον
«συνωστισμό» εικόνων και αναμνήσεων που δεν έχουν λάβει εγκαίρως την προσοχή
που τους οφειλόταν. Βρίσκονται, έτσι, σε κατάσταση εγρήγορσης, κυνηγούν ή μία
την άλλη, αναζητώντας πιθανώς τις μεταξύ τους συνδέσεις ή το προνόμιο να
αναδυθούν στη σκέψη του ατόμου, διεκδικώντας ό,τι δεν τους δόθηκε. Η
προσωποποίηση των αναμνήσεων, όπως και η μεταφορική αποτύπωση του πλήθους των
εικόνων («στοιβάζονται στα κατατόπια της μνήμης»), αποσκοπούν στο να αποδοθεί
εναργέστερα η δυναμική όλου αυτού του υλικού βιωμάτων και εικόνων που το άτομο
έχει απλώς καταπιέσει μέσα του, μη έχοντας την ευκαιρία ή τη δυνατότητα να
επιζητήσει μια θεραπευτική συνδιαλλαγή με το παρελθόν του.
Η κινητικότητα των αναμνήσεων ωθεί το ποιητικό υποκείμενο να απευθυνθεί στον αναγνώστη -ή στον ίδιο του τον εαυτό- με τη χρήση του β΄ ενικού προσώπου («είναι ανάγκη να τις τιθασέψεις», «να κυριαρχήσεις σ’ αυτές»), παρέχοντάς του τη μόνη επιλογή που θεωρεί ορθή, την ανάγκη να τεθούν υπό έλεγχο -να καταπιεστούν περισσότερο- οι ετερόκλητες αυτές αναμνήσεις. Το ενδεχόμενο να έρθει σε επαφή με τις αναμνήσεις αυτές με τη διαμεσολάβηση κάποιου ειδικού δεν εμφανίζεται ως επιλογή∙ το άτομο είτε θα ελέγξει τις επώδυνες μνήμες του είτε θα λεηλατηθεί ψυχικά από αυτές.
«Και γίνεσαι θηριοδαμαστής
Όταν εκείνες το θέλουν να σε κατασπαράξουν
Όταν ακάθεκτες ορμούν την ψυχή να ξεσκίσουν»
Το ποιητικό υποκείμενο επισημαίνει πως
η αναμέτρηση με τις οδυνηρές μνήμες του παρελθόντος συνιστά για το άτομο έναν
αγώνα επιβίωσης, διότι αν αυτές αφεθούν ανεξέλεγκτες έχουν τη δυνατότητα να τον
«κατασπαράξουν». Αν το άτομο επιτρέψει στις αναμνήσεις να έρθουν στην
επιφάνεια, οδηγείται σε μια επώδυνη επιστροφή στο παρελθόν από την οποία δεν μπορεί
να ξεφύγει αλώβητο. Ο καταπιεσμένος πόνος και η πικρία που έμειναν για καιρό
χωρίς διέξοδο αποκτούν μια συγκλονιστική δυναμική που τους επιτρέπει να «ξεσκίζουν»
πλέον την ψυχή του ατόμου. Ο πόνος του παρελθόντος και οι μνήμες που
καταπιέστηκαν δεν αφανίζονται ποτέ, παραμένουν σε κατάσταση επιφυλακής μέχρι να
βρουν το άτομο σε ευάλωτη κατάσταση και τότε αναδύονται εκ νέου, έχοντας πλέον
πολλαπλάσια ισχύ. Το άτομο, επομένως, οφείλει να λειτουργεί σε αυτές τις περιπτώσεις
σαν «θηριοδαμαστής» που καλείται να θέσει υπό έλεγχο τις «αγριεμένες»
αναμνήσεις, προκειμένου να επιβιώσει από τις επιθέσεις τους.
«Να! η τίγρης η ύαινα το λιοντάρι
Σε κυνηγούν ζωντανό-πεθαμένο
Πληγές που γιατρεύτηκαν ξανανοίγουν»
Με τη χρήση ασύνδετου σχήματος το
ποιητικό υποκείμενο δημιουργεί μια αλληγορική εικόνα στο πλαίσιο της οποίας οι
επώδυνες αναμνήσεις λαμβάνουν τη μορφή άγριων ζώων, που είναι έτοιμα ακόμη και
να τερματίσουν τη ζωή του ατόμου. Η επίθεσή τους, άλλωστε, προκαλεί τέτοιας
έντασης ψυχικό πόνο, ώστε το άτομο βρίσκεται στο μεταίχμιο μεταξύ ζωής και
θανάτου. Ακόμη και οι πληγές του παρελθόντος που είχαν με τα χρόνια γιατρευτεί
ανοίγουν εκ νέου προκαλώντας πρόσθετη οδύνη στο άτομο, το οποίο δέχεται «επιθέσεις»
από πολλές κατευθύνσεις ταυτόχρονα αδύναμο να διαχειριστεί τις παράλληλες
εστίες ψυχικού πόνου.
«Και τι μάχη
Τι άσκηση να μερώσεις
Να δαμάσεις τόσα θηρία
Να φτιάσεις τόσα κλουβιά
Για τις ώρες της άγριας επίθεσης.»
Κάθε άνθρωπος οφείλει να είναι
προετοιμασμένος για τη δύσκολη διαδικασία χαλιναγώγησης των επώδυνων αναμνήσεών
του, διότι πρόκειται για μια πραγματική «μάχη». Δεν είναι καθόλου εύκολο να
δαμάσει κάποιος τόσα θηρία, αλλά και να φτιάξει ένα σωρό κλουβιά, για να
μπορέσει να «φυλακίσει» τα θηρία, όταν εκείνα επιχειρήσουν την άγρια επίθεσή τους.
Το ποιητικό υποκείμενο έχοντας προφανώς βιώσει το ευάλωτο των ανθρώπων απέναντι στις αναμνήσεις που αιφνιδίως καταλαμβάνουν τη σκέψη και εγκλωβίζουν το άτομο σε μια ακούσια κατάσταση αναβίωσης τραυμάτων του παρελθόντος, επιχειρεί να προειδοποιήσει τους αναγνώστες σχετικά με το επώδυνο της σχετικής εμπειρίας. Η άποψή του, ωστόσο, βασίζεται στη λογική της περαιτέρω καταπίεσης των οδυνηρών αναμνήσεων, και, άρα, στη διαιώνιση της εξαρχής λανθασμένης αυτής στάσης απέναντι στα αρνητικά βιώματα του παρελθόντος. Θα ήταν πιο συνετή, όμως, μια καθοδηγούμενη διαχείριση των αναμνήσεων αυτών από κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας, ώστε το άτομο να μην αισθάνεται πως οφείλει να βρίσκεται σε κατάσταση «πολέμου» με τα ίδια του τα συναισθήματα. Η καταπίεση των αναμνήσεων δεν προσφέρει τη ζητούμενη λύση, εφόσον τα συναισθήματα που τις συνοδεύουν δεν χάνονται, βρίσκουν απλώς διαφορετικούς τρόπους διαφυγής και εκτόνωσης, με αποτέλεσμα να υπονομεύουν είτε τη σωματική είτε την ψυχική υγεία του ατόμου.
Μηνάς Δημάκης «Θηρία»
Στοιβάζονται στα κατατόπια της μνήμης
Αναμνήσεις
Συνωστίζονται αλληλοκυνηγιούνται
Και είναι ανάγκη να τις τιθασέψεις
Να κυριαρχήσεις σ’ αυτές
Και γίνεσαι θηριοδαμαστής
Όταν εκείνες το θέλουν να σε κατασπαράξουν
Όταν ακάθεκτες ορμούν την ψυχή να ξεσκίσουν
Σε κυνηγούν ζωντανό-πεθαμένο
Πληγές που γιατρεύτηκαν ξανανοίγουν
Και τι μάχη
Τι άσκηση να μερώσεις
Να δαμάσεις τόσα θηρία
Να φτιάσεις τόσα κλουβιά
Για τις ώρες της άγριας επίθεσης.
Στοιβάζονται στα κατατόπια της μνήμης
Αναμνήσεις
Συνωστίζονται αλληλοκυνηγιούνται
Και είναι ανάγκη να τις τιθασέψεις
Να κυριαρχήσεις σ’ αυτές»
Η κινητικότητα των αναμνήσεων ωθεί το ποιητικό υποκείμενο να απευθυνθεί στον αναγνώστη -ή στον ίδιο του τον εαυτό- με τη χρήση του β΄ ενικού προσώπου («είναι ανάγκη να τις τιθασέψεις», «να κυριαρχήσεις σ’ αυτές»), παρέχοντάς του τη μόνη επιλογή που θεωρεί ορθή, την ανάγκη να τεθούν υπό έλεγχο -να καταπιεστούν περισσότερο- οι ετερόκλητες αυτές αναμνήσεις. Το ενδεχόμενο να έρθει σε επαφή με τις αναμνήσεις αυτές με τη διαμεσολάβηση κάποιου ειδικού δεν εμφανίζεται ως επιλογή∙ το άτομο είτε θα ελέγξει τις επώδυνες μνήμες του είτε θα λεηλατηθεί ψυχικά από αυτές.
Όταν εκείνες το θέλουν να σε κατασπαράξουν
Όταν ακάθεκτες ορμούν την ψυχή να ξεσκίσουν»
Σε κυνηγούν ζωντανό-πεθαμένο
Πληγές που γιατρεύτηκαν ξανανοίγουν»
Τι άσκηση να μερώσεις
Να δαμάσεις τόσα θηρία
Να φτιάσεις τόσα κλουβιά
Για τις ώρες της άγριας επίθεσης.»
Το ποιητικό υποκείμενο έχοντας προφανώς βιώσει το ευάλωτο των ανθρώπων απέναντι στις αναμνήσεις που αιφνιδίως καταλαμβάνουν τη σκέψη και εγκλωβίζουν το άτομο σε μια ακούσια κατάσταση αναβίωσης τραυμάτων του παρελθόντος, επιχειρεί να προειδοποιήσει τους αναγνώστες σχετικά με το επώδυνο της σχετικής εμπειρίας. Η άποψή του, ωστόσο, βασίζεται στη λογική της περαιτέρω καταπίεσης των οδυνηρών αναμνήσεων, και, άρα, στη διαιώνιση της εξαρχής λανθασμένης αυτής στάσης απέναντι στα αρνητικά βιώματα του παρελθόντος. Θα ήταν πιο συνετή, όμως, μια καθοδηγούμενη διαχείριση των αναμνήσεων αυτών από κάποιον ειδικό ψυχικής υγείας, ώστε το άτομο να μην αισθάνεται πως οφείλει να βρίσκεται σε κατάσταση «πολέμου» με τα ίδια του τα συναισθήματα. Η καταπίεση των αναμνήσεων δεν προσφέρει τη ζητούμενη λύση, εφόσον τα συναισθήματα που τις συνοδεύουν δεν χάνονται, βρίσκουν απλώς διαφορετικούς τρόπους διαφυγής και εκτόνωσης, με αποτέλεσμα να υπονομεύουν είτε τη σωματική είτε την ψυχική υγεία του ατόμου.